Με άρθρο που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του κόμματος υπό τον τίτλο «Η μάχη εναντίον της λιτότητας στην Ευρώπη υπό το πρίσμα της ελληνικής εμπειρίας» , το «Nouveau Parti Anticapitaliste» χαιρετίζει την ίδρυση της «Λαϊκής Ενότητας» ως νέου ελπιδοφόρου εφαλτηρίου αγώνα στη μάχη κατά της λιτότητας σε όλη την Ευρώπη.
Ολόκληρο το άρθρο έχει ως εξής:
Η ΜΑΧΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ
Το να εμβαθύνουμε στην ελληνική εμπειρία είναι απαραίτητο ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στη δράση μας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ώστε να κατανοήσουμε πως θα κινητοποιηθούμε ώστε να αλλάξει ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα στις τάξεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.Από τη μία μπορούμε να πούμε ότι οι ελίτ κατόρθωσαν ένα σημαντικό πλήγμα στο στρατόπεδο μας με την ψήφιση του νέου, επαχθέστερου μνημονίου από την κυβέρνηση του Τσίπρα, την πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ και το ελληνικό Κοινοβούλιο. Από την άλλη, μπορούμε να ελπίζουμε ότι η αντίσταση δεν θα σταματήσει, αλλά ότι θα παράσχει καινούρια στοιχεία που θα μας επιτρέψουν να ξαναπροχωρήσουμε – σε κάθε περίπτωση ο ρόλος των αντικαπιταλιστών και των επαναστατών είναι να κάνουν ότι είναι δυνατόν προς αυτήν την κατεύθυνση.
1) Ως αφετηρία στη σκέψη μας πρέπει να έχουμε ότι η ελληνική εμπειρία είναι ακατανόητη αν δεν την τοποθετήσουμε μέσα στο πλαίσιο μιας γενικευμένης επίθεσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο των ελίτ απέναντι στα κοινωνικά κεκτημένα. Επιθέσεων λιτότητας και επιθέσεων ενάντια στη δημοκρατία, επιθέσεων άνευ προηγουμένου σε αυτήν την ήπειρο για 75 χρόνια. Επιθέσεις που εντάθηκαν μετά την κρίση του 2008 στις οποίες οι θεσμοί της ΕΕ διαδραματίζουν το ρόλο του ενισχυτή. Στο ίδιο πλαίσιο υπάρχουν και σημαντικές κοινωνικές αντιστάσεις, αλλά σχεδόν κάθε φορά ηττημένες, προδοσίες και ένα σκηνικό αποδεκατισμού του οργανωμένου εργατικού κινήματος.
2) Το ελληνικό παράδειγμα βρίσκεται στην αιχμή του δόρατος αυτών των επιθέσεων, της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης αλλά και της κοινωνικής αντίστασης των υποτελών απέναντι στα «Μνημόνια της Τρόικας» με περισσότερες από 25 μέρες γενικής απεργίας. Η σημασία αυτής της αντίστασης φαίνεται από την συστηματική αδυναμία όλων των κυβερνήσεων να σταθεροποιήσουν την κατάσταση από το 2008 κι έπειτα. Υπήρχαν, όμως, και αδυναμίες, που βασίζονταν στην απουσία έντονης επαναστατικότητας της κατάστασης. Μία ρεφορμιστική δύναμη φάνηκε ότι θα κυβερνούσε μέσα στο 2015: ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ήταν μία δύναμη που θεωρήθηκε εν πολλοίς ως ριζοσπαστική, καθώς συντασσόταν με τους καταπιεσμένους και τους εργαζόμενους κα ήταν αφοσιωμένη ξεκάθαρα στον αγώνα εναντίον της λιτότητας και της κατάργησης των μνημονίων και απέρριπτε κάθε είδους συμμαχία με την παλαιά σοσιαλδημοκρατία. Ήταν εν τούτοις μία δύναμη ρεφορμιστική, με ευρωκομμουνιστική παράδοση, η οποία μετρίαζε καθώς ερχόταν πιο κοντά στην εξουσία τις εξαγγελίες της και επέμενε ότι θα έρθει σε ρήξη με τη λιτότητα πείθοντας την ΕΕ, μέσα από μία εκλογική διαδικασία, αντί να κινητοποιώντας τους κοινωνικούς φορείς σε μία καθημερινή βάση και ως εκ τούτου απέρριπτε κάθε σκέψη ρήξης με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Μία δύναμη εν τούτης που ενθαρρυμένη από τις λαϊκές κινητοποιήσεις εγκόλπωνε ένα τμήμα αντικαπιταλιστικό ή ένα τμήμα που έθετε σε προτεραιότητα τη ρήξη με την ΕΕ.
Το αποτέλεσμα αυτής της αντιφατικής κατάσταση ήταν η νίκη στις 25 Ιανουαρίου, μία νίκη εκλογική της οποίας ένα σύνθημα ήταν «αρκετές θυσίες κάναμε για το ευρώ», κάτι που έδειχνε πως ένα τμήμα του κόσμου ήταν πρόθυμο να αντιπαλέψει τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές πολιτικές. Γι' αυτόν το λόγο, η άφιξη του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία ήταν ένα πολύ σημαντικό γεγονός για το στρατόπεδο μας, παρά τις όποιες αδυναμίες του εγχειρήματος. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, στόχος της ΕΕ ήταν μία ταπεινωτική ήττα για το ΣΥΡΙΖΑ, παρά να προσπαθήσουν να τον φέρουν με τα νεραά τους μακροπρόθεσμα. Η υποτίμηση αυτού του παράγοντα πό τον Τσίπρα, οι αντιφάσεις του, αλλά και οι δυσκολίες αποτέλεσαν ένα μείγμα καταστροφικό για το ΣΥΡΙΖΑ.
3) Η έλευση της κυβέρνησης Τσίπρα έφερε στην επιφάνεια όλες αυτές τις αντιφάσεις: ούτε ο Τσίπρας ούτε το ΚΚΕ προσπάθησαν να δημιουργήσουν έναν αριστερό πόλο εξουσίας μέσω μίας έστω μίνιμουμ συμμαχίας. Το μεν ΚΚΕ έβλεπε το ΣΥΡΙΖΑ ως συνεχιστή των προηγούμενων κομμάτων εξουσίας, ο δε Τσίπρας συμμάχησε με ένα τμήμα της εθνικιστικής ολιγαρχίας, τους ΑΝΕΛ, ώστε να μπορέσει να κυβερνήσει.
Κάποιες άμεσες ενέργειες, περισσότερο συμβολικής αλλά σημαντικής, σημασίας ενίσχυσαν βραχυπρόθεσμα τη δημοτικότητα της κυβέρνησης στα λαϊκά στρώματα και διεύρυναν την εκλογική δυναμική. Εν τούτοις δεν πήρε κανένα αναγκαίο μέτρο ώστε να ελέγξει το βαθύ Κράτος, ούτε να αποστρατεύσει τους παλιούς ιθύνοντες σε θέσεις-κλειδιά ειδικά στον τραπεζικό τομέα.
Κυρίως, όμως, βρέθηκε αντιμέτωπος με αυτό που περίμεναν οι δανειστές ώστε να αρχίσουν τις «διαπραγματεύσεις»: έγκαιρη αποπληρωμή του χρέους και συνέχιση της λιτότητας, μέσω της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου, η οποία ανέκοψε τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τη διάρκεια των πέντε μηνών των «διαπραγματεύσεων» η κυβέρνηση ήθελε να πείσει δημοσίως τα μέλη της Τρόικα ότι η συνέχιση της λιτότητας είναι επιβλαβής και ότι πρέπει να αναδιαρθρωθεί το χρέος. Είχαμε λοιπόν μία απονομιμοποίηση των κυρίαρχων πολιτικών, αλλά και μία πρακτική αδυναμία να αντιπαρατεθείς μαζί τους και να εμβαθύνεις μία πολιτική και κοινωνική ρήξη: πλήρες αδιέξοδο!
Τόλμησε να προβεί εν τέλει σε δύο πράξεις αντίστασης. Την καθυστέρηση της αποπληρωμής των δόσεων προς το ΔΝΤ τον Ιούνιο και τη διοργάνωση του Δημοψηφίσματος στις αρχές Ιουλίου. Αυτό το δημοψήφισμα, το οποίο φυσικά ήταν τακτική κίνηση του Τσίπρα, έδωσε το έναυσμα για την ταξική αντεπίθεση, μέσω της κινητοποίησης για το ΟΧΙ. Αμέσως μετά, όμως, ο Τσίπρας υπέγραψε την τρομακτική συμφωνία της 13ης Ιουλίου, μπροστά στην ανυποχώρητη στάση των ευροπαϊκών ελίτ και κυβερνήσεων, μπροστά στην ψευδαίσθηση του να τους διαιρέσει, ενώ εκείνοι μοίραζαν ρόλους ώστε εκείνος να συνθηκολογήσει, μπροστά στο χρηματοπιστωτικό πραξικόπημα που επιταχυνόταν, μπροστά στην απόρριψη κάθε ιδέας για εναλλακτικό σχέδιο. Αυτή η υπογραφή είχε άμεσες, σκανδαλώσεις συνέπειες, ακόμα και αν το αρνείται ο Τσίπρας.
Οι ευρωπαϊκές ελίτ πέτυχαν τον κεντρικό τους στόχο. Για την Ελλάδα: ο ΣΥΡΙΖΑ εκρύγνηται, δεν είναι πλέον δύναμη ρεφορμιστική, αλλά μετατρέπεται σε θεμελειώδες εργαλείο για την εφαρμογή της ολοένα και επιταχυνόμενης λιτότητας και των καταργήσεων όλων των κεκτημένων του ελληνικού λαού. Πρόκειται ένα μάθημα άκρως διδακτικό για κάθε δύναμη που θέλει να θέσει εν αμφιβόλω αυτές τις πολιτικές. Το αν αυτό θα επιβραδύνει την κρίση στην Ελλάδα είναι πλέον δευτερεύον για τις υποτελείς τάξεις.
Το μάθημα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για κάθε δύναμη της Αριστεράς είναι το εξής: το να θες να ακυρώσεις τη λιτότητα, δίχως μονομερείς ενέργειες, δίχως να ελέγχεις το τραπεζικό σύστημα, δίχως να σταματάς να πληρώνεις το χρέος, δίχως να απειλείς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και χωρίς να έρθεις σε ρήξη μαζί τους και με το Ευρώ είναι μία αυταπάτη, ακόμα και αν η υποστήριξη από ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού εξηγήται εν μέρει από την εσωτερίκευση της επιδείνωσης των γενικών συσχετισμών δύναμης.
4) Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, προσπαθήσαμε ώστε η τοποθέτηση του NPA, αλλά και άλλων αντικαπιταλιστών της Ευρώπης, να είναι υποστηρικτική στον αγώνα του ελληνικού λαού απέναντι στην ελληνική μπουρζουαζία, αλλά και απέναντι στις νεοαποικιακές πιέσεις των ευρωπαϊκών ελίτ, να αρνηθούμε την απομόνωση του ελληνικού λαού. Να μην υποστηρίξουμε την κυβέρνηση του Τσίπρα ως τέτοια, αλλά να διαδώσουμε όλες τις κινητοποιήσεις, τις ενέργειες, τους κοινωνικούς και πολιτικούς φορείς που θα μπορούν να έρθουν σε ρήξη με τις πολιτικές της λιτότητας. Τόσο εντός του ΣΥΡΙΖΑ όσο και εντός ολόκληρης της ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής σκηνής. Να καταγγείλουμε την πολιτική της ΕΕ, αρχίζοντας από εκείνην της Γαλλικής κυβέρνησης. ΝΑ υποστηρίξουμε κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης του χρέους-δηλητηρίου (αντικείμενο της Επιτροπής Αλήθειας για το Δημόσιο Χρέος). Να συμβάλλουμε σε κινήσεις αλληλεγγύης. Θα μπορούσαμε να είχαμε δράσει καλύτερα και κυρίως όχι να ερμηνεύουμε μία αναπόφευκτη αποτυχία, αλλά να κινητοποιούμε απέναντι στους εκπροσώπους της κυρίαρχης τάξης σε όλην την Ευρώπη, διότι απέναντι σε κοινούς εχθρούς, η νίκη του ενός μετατρέπεται σε νίκη για όλους, όπως και η ήττα. Όπως και για τη νέα περίοδο, είναι κρίμα που δεν προωθήσαμε ή δεν διαδώσαμε τα εγχειρήματα αλληλεγγύης, όπως στον τομέα της υγείας.
5) Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η συζήτηση σχετικά με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς είναι πολύ σημαντική. Υπάρχει πλέον ισχυρή απόδειξη για το ρόλο τους ως υπηρέτη του πιο βάρβαρου καπιταλισμού, αντιδημοκρατικού και νεοαποικιακού. Ας αρχίσουμε με το Ευρώ. Πρέπει να αντρέψουμε τη συστατική ουσία της ΕΕ, αν θέλουμε να αντιπαλέψουμε τη λιτότητα και να επαναφέρουμε τα δημοκρατικά δικαιώματα στην Ευρώπη. Από αυτήν την σκοπιά, η θέση του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ) για μεταρρύθμιση της ΕΕ είναι πλέον άστοχη, μετά το ελληνικό παράδειγμα.
Αυτό, όμως, δεν εξαντλεί το θέμα. Με το να λέμε ότι πρέπει να έρθουμε σε ρήξη με την ΕΕ, δεν λέμε πως θα γίνει αυτό και σε ποια βάση. Υπάρχουν πολλά προβλήματα που εμφανίζονται, κατά την άποψη μου, για τους συνεπείς αντικαπιταλιστές. Το πρώτο είναι να αποκτηθεί μία λαϊκή πλειοψηφία γύρω από αυτό το θέμα. Είναι φανερό πως ο βαθμός της εξάρτησης της Ελλάδας, αλλά και η απομόνωση των ελλήνων εργαζομένων, ώστε να αμφισβητηθεί η λιτότητα, απέκρυψαν τον καταστροφικό ρόλο του Ευρώ και της ΕΕ. Επίσης υπάρχει ο κίνδυνος να πέσουμε στην παγίδα της εθνικής λύσης (πριν έναν αιώνα οι μπολσεβίκοι έλεγαν ότι δεν γίνεται να διατηρηθεί ο σοσιαλισμός μόνο στη Ρωσία, αν και πρόκειται για χώρα-ήπειρο). Και να αναβάλλουμε διαρκώς μία συμμαχία των λαών, ενώ το φίδι της άκρας Δεξιάς παραμονεύει. Και αυτό μπορεί να «σπρώξει» κάποιον να αναζητήσει στηρίγματα στην αστική τάξη, με αντάλλαγμα το πάγωμα των αντικαπιταλιστικών μέτρων.
Πρόκειται για έναν ανοιχτό διάλογο, ο οποίος όμως πρέπει να επικαιροποιηθεί στις σύγχρονες συνθήκες, ώστε να παίρνονται καλύτερα οι όποιες αποφάσεις μέσα σε μία διαδικασία επαναστατικών ρήξεων και μάλιστα όταν αυτές παίρνουν μία μορφή οικονομική ή και νομισματική. Είναι ένας απαραίτητος διάλογος, για εκείνους που δεν παρατούνται στο θέμα της Ελλάδας, αλλά θέλουν να οργανώσουν τη μάχη απέναντι στα μνημόνια. Είναι λοιπόν σημαντικό να προβούμε σε μία διαδικασία πιο μεταβατική, όπου θα τεθούν στόχοι άμεσοι, ώστε να ανακτηθεί ο έλεγχος της οικονομίας, μέσω της λαϊκής κινητοποίησης, διατηρώντας όλες τις αιχμές ώστε να επιτευχθεί η πλειοψηφική στράτευση σε επιλογές ρήξης, επιλογές θεσμικές και αντικαπιταλιστικές: κοινωνικοποίηση των τραπεζών, έλεγχος κεφαλαιακών ροών και φορολόγησης, αναστολή αποπληρωμής του χρέους κλπ έχοντας πάντα υπ' όψιν ότι αυτό θα δημιουργήσει μία θετική δυναμική μόνον αν οι εργαζόμενοι του κάθε τομέα βρίσκονται στο επίκεντρο των εξελίξεων. Και όλο αυτό δεν είναι επιτεύξιμο, παρά μόνον αν είμαστε αποφασισμένοι να προβούμε σε μονομερείς ενέργειες μέχρι την ρήξη με την ΕΕ και το ευρώ, αν το επιβάλλουν οι συνθήκες – και πρέπει να είμαστε έτοιμοι για αυτό το ενδεχόμενο. Καπως έτσι θα μπορούσαμε να ενώσουμε εκείνους που πιστεύουν πως πρέπει να αποφύγουμε να φτάσουμε σε μία τέτοια ρήξη βραχυπρόθεσμα, με εκείνους που πιστεύουν πως μία τέτοια ρήξη είναι εν τέλει αναπόφευκτη. Είναι όπως πάντα η πιο ουσιώδης, εξαντλητική και δημοκρατική συζήτηση, μέσα σε ένα κίνημα μάχης, εκείνη που θα δώσει υπόσταση σε κάποιες αρχές και εκείνη που θα καταφέρει να τις συγκεκριμενοποιήσει σε χώρες με διαφορετική θέση στην ΕΕ, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Γαλλία κλπ.
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΗΜΕΙΟ, ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Η επιδίωξη μας πρέπει να είναι ή συμπραξη όσων πιο πολλών κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων γίνεται ενάντια στο νέο μνημόνιο. Και δεν μπορούμε παρά να χαιρετίσουμε τις διαδηλώσεις απέναντι στη υιοθέτηση του και να ελπίζουμε να γιγαντώσουν. Δεν μπορούμε παρά να χαιρετίσουμε το γεγονός ότι ένα μεγάλος μέρος του ΣΥΡΙΖΑ τίθεται ενάντια, ότι περισσότεροι από 30 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισαν εναντίον του Μνημονίου, ότι η Πρόεδρος της Βουλής διεξήγαγε μία ηρωική μάχη απέναντι στη γραμμή του Τσίπρα και ότι τώρα μία ομάδα βουλετών του ΣΥΡΙΖΑ ενώνονται και καλούν σε μία ενιαία μάχη του ΟΧΙ απέναντι σε αυτήν την πολιτική και στη διατήρηση του αγώνα για αντίσταση στην Τρόικα και για ανεύρεση μίας εναλλακτικής.
Το κάλεσμα στη συσπείρωση «Λαϊκή Ενότητα» είναι έτσι πολύ σημαντικό. Μπορούμε να το κρίνουμε ως ανεπαρκές, εύθραυστο, αντιφατικό (αν και το να έχουμε τόσο αρνητικές αντιδράσεις, ειδικά από τη Γαλλία με καταπλήσσει), αλλά αν αυτό σταθεροποιηθεί, θα μπορούσε να είναι ένα σημείο εκκίνησης για τη μάχη απέναντι στους καπιταλιστές, στον Τσίπρα, στη ΝΔ, στο ΠΑΣΟΚ, στη ΧΑ κλπ για μία μάχη μαζί με εκείνους που βρίσκονται σε όλες τις κινητοποιήσεις, το ΚΚΕ την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το κοινωνικό κίνημα, τους μετανάστες αλλά και για τους ευρωπαίους αγωνιστές και παρατηρητές! Πρέπει λοιπόν να διαδώσουμε όλες τις πτυχές αυτών των αντιστάσεων και κυρίως όλες τις συγκλίσεις των αγωνιστών και των αγώνων, στη βάση του αντιμνημονιακού αγώνα για την αποδοχή των αιτημάτων των δημοκρατικών και κοινωνικών κινημάτων. Συμμετέχοντας στις ευρωπαϊκές κινητοποιήσεις, όπως αυτής της 15ης Οκτώβριου στις Βρυξέλλες για παράδειγμα.
Πηγή : http://www.npa2009.org/idees/la-lutte-contre-lausterite-en-europe-la-lumiere-de-lexperience-grecque\
Ολόκληρο το άρθρο έχει ως εξής:
Η ΜΑΧΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΛΙΤΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΥΠΟ ΤΟ ΠΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ
Το να εμβαθύνουμε στην ελληνική εμπειρία είναι απαραίτητο ώστε να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στη δράση μας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα, ώστε να κατανοήσουμε πως θα κινητοποιηθούμε ώστε να αλλάξει ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα στις τάξεις σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.Από τη μία μπορούμε να πούμε ότι οι ελίτ κατόρθωσαν ένα σημαντικό πλήγμα στο στρατόπεδο μας με την ψήφιση του νέου, επαχθέστερου μνημονίου από την κυβέρνηση του Τσίπρα, την πλειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ και το ελληνικό Κοινοβούλιο. Από την άλλη, μπορούμε να ελπίζουμε ότι η αντίσταση δεν θα σταματήσει, αλλά ότι θα παράσχει καινούρια στοιχεία που θα μας επιτρέψουν να ξαναπροχωρήσουμε – σε κάθε περίπτωση ο ρόλος των αντικαπιταλιστών και των επαναστατών είναι να κάνουν ότι είναι δυνατόν προς αυτήν την κατεύθυνση.
1) Ως αφετηρία στη σκέψη μας πρέπει να έχουμε ότι η ελληνική εμπειρία είναι ακατανόητη αν δεν την τοποθετήσουμε μέσα στο πλαίσιο μιας γενικευμένης επίθεσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο των ελίτ απέναντι στα κοινωνικά κεκτημένα. Επιθέσεων λιτότητας και επιθέσεων ενάντια στη δημοκρατία, επιθέσεων άνευ προηγουμένου σε αυτήν την ήπειρο για 75 χρόνια. Επιθέσεις που εντάθηκαν μετά την κρίση του 2008 στις οποίες οι θεσμοί της ΕΕ διαδραματίζουν το ρόλο του ενισχυτή. Στο ίδιο πλαίσιο υπάρχουν και σημαντικές κοινωνικές αντιστάσεις, αλλά σχεδόν κάθε φορά ηττημένες, προδοσίες και ένα σκηνικό αποδεκατισμού του οργανωμένου εργατικού κινήματος.
2) Το ελληνικό παράδειγμα βρίσκεται στην αιχμή του δόρατος αυτών των επιθέσεων, της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης αλλά και της κοινωνικής αντίστασης των υποτελών απέναντι στα «Μνημόνια της Τρόικας» με περισσότερες από 25 μέρες γενικής απεργίας. Η σημασία αυτής της αντίστασης φαίνεται από την συστηματική αδυναμία όλων των κυβερνήσεων να σταθεροποιήσουν την κατάσταση από το 2008 κι έπειτα. Υπήρχαν, όμως, και αδυναμίες, που βασίζονταν στην απουσία έντονης επαναστατικότητας της κατάστασης. Μία ρεφορμιστική δύναμη φάνηκε ότι θα κυβερνούσε μέσα στο 2015: ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ήταν μία δύναμη που θεωρήθηκε εν πολλοίς ως ριζοσπαστική, καθώς συντασσόταν με τους καταπιεσμένους και τους εργαζόμενους κα ήταν αφοσιωμένη ξεκάθαρα στον αγώνα εναντίον της λιτότητας και της κατάργησης των μνημονίων και απέρριπτε κάθε είδους συμμαχία με την παλαιά σοσιαλδημοκρατία. Ήταν εν τούτοις μία δύναμη ρεφορμιστική, με ευρωκομμουνιστική παράδοση, η οποία μετρίαζε καθώς ερχόταν πιο κοντά στην εξουσία τις εξαγγελίες της και επέμενε ότι θα έρθει σε ρήξη με τη λιτότητα πείθοντας την ΕΕ, μέσα από μία εκλογική διαδικασία, αντί να κινητοποιώντας τους κοινωνικούς φορείς σε μία καθημερινή βάση και ως εκ τούτου απέρριπτε κάθε σκέψη ρήξης με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Μία δύναμη εν τούτης που ενθαρρυμένη από τις λαϊκές κινητοποιήσεις εγκόλπωνε ένα τμήμα αντικαπιταλιστικό ή ένα τμήμα που έθετε σε προτεραιότητα τη ρήξη με την ΕΕ.
Το αποτέλεσμα αυτής της αντιφατικής κατάσταση ήταν η νίκη στις 25 Ιανουαρίου, μία νίκη εκλογική της οποίας ένα σύνθημα ήταν «αρκετές θυσίες κάναμε για το ευρώ», κάτι που έδειχνε πως ένα τμήμα του κόσμου ήταν πρόθυμο να αντιπαλέψει τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές πολιτικές. Γι' αυτόν το λόγο, η άφιξη του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία ήταν ένα πολύ σημαντικό γεγονός για το στρατόπεδο μας, παρά τις όποιες αδυναμίες του εγχειρήματος. Γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, στόχος της ΕΕ ήταν μία ταπεινωτική ήττα για το ΣΥΡΙΖΑ, παρά να προσπαθήσουν να τον φέρουν με τα νεραά τους μακροπρόθεσμα. Η υποτίμηση αυτού του παράγοντα πό τον Τσίπρα, οι αντιφάσεις του, αλλά και οι δυσκολίες αποτέλεσαν ένα μείγμα καταστροφικό για το ΣΥΡΙΖΑ.
3) Η έλευση της κυβέρνησης Τσίπρα έφερε στην επιφάνεια όλες αυτές τις αντιφάσεις: ούτε ο Τσίπρας ούτε το ΚΚΕ προσπάθησαν να δημιουργήσουν έναν αριστερό πόλο εξουσίας μέσω μίας έστω μίνιμουμ συμμαχίας. Το μεν ΚΚΕ έβλεπε το ΣΥΡΙΖΑ ως συνεχιστή των προηγούμενων κομμάτων εξουσίας, ο δε Τσίπρας συμμάχησε με ένα τμήμα της εθνικιστικής ολιγαρχίας, τους ΑΝΕΛ, ώστε να μπορέσει να κυβερνήσει.
Κάποιες άμεσες ενέργειες, περισσότερο συμβολικής αλλά σημαντικής, σημασίας ενίσχυσαν βραχυπρόθεσμα τη δημοτικότητα της κυβέρνησης στα λαϊκά στρώματα και διεύρυναν την εκλογική δυναμική. Εν τούτοις δεν πήρε κανένα αναγκαίο μέτρο ώστε να ελέγξει το βαθύ Κράτος, ούτε να αποστρατεύσει τους παλιούς ιθύνοντες σε θέσεις-κλειδιά ειδικά στον τραπεζικό τομέα.
Κυρίως, όμως, βρέθηκε αντιμέτωπος με αυτό που περίμεναν οι δανειστές ώστε να αρχίσουν τις «διαπραγματεύσεις»: έγκαιρη αποπληρωμή του χρέους και συνέχιση της λιτότητας, μέσω της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου, η οποία ανέκοψε τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά τη διάρκεια των πέντε μηνών των «διαπραγματεύσεων» η κυβέρνηση ήθελε να πείσει δημοσίως τα μέλη της Τρόικα ότι η συνέχιση της λιτότητας είναι επιβλαβής και ότι πρέπει να αναδιαρθρωθεί το χρέος. Είχαμε λοιπόν μία απονομιμοποίηση των κυρίαρχων πολιτικών, αλλά και μία πρακτική αδυναμία να αντιπαρατεθείς μαζί τους και να εμβαθύνεις μία πολιτική και κοινωνική ρήξη: πλήρες αδιέξοδο!
Τόλμησε να προβεί εν τέλει σε δύο πράξεις αντίστασης. Την καθυστέρηση της αποπληρωμής των δόσεων προς το ΔΝΤ τον Ιούνιο και τη διοργάνωση του Δημοψηφίσματος στις αρχές Ιουλίου. Αυτό το δημοψήφισμα, το οποίο φυσικά ήταν τακτική κίνηση του Τσίπρα, έδωσε το έναυσμα για την ταξική αντεπίθεση, μέσω της κινητοποίησης για το ΟΧΙ. Αμέσως μετά, όμως, ο Τσίπρας υπέγραψε την τρομακτική συμφωνία της 13ης Ιουλίου, μπροστά στην ανυποχώρητη στάση των ευροπαϊκών ελίτ και κυβερνήσεων, μπροστά στην ψευδαίσθηση του να τους διαιρέσει, ενώ εκείνοι μοίραζαν ρόλους ώστε εκείνος να συνθηκολογήσει, μπροστά στο χρηματοπιστωτικό πραξικόπημα που επιταχυνόταν, μπροστά στην απόρριψη κάθε ιδέας για εναλλακτικό σχέδιο. Αυτή η υπογραφή είχε άμεσες, σκανδαλώσεις συνέπειες, ακόμα και αν το αρνείται ο Τσίπρας.
Οι ευρωπαϊκές ελίτ πέτυχαν τον κεντρικό τους στόχο. Για την Ελλάδα: ο ΣΥΡΙΖΑ εκρύγνηται, δεν είναι πλέον δύναμη ρεφορμιστική, αλλά μετατρέπεται σε θεμελειώδες εργαλείο για την εφαρμογή της ολοένα και επιταχυνόμενης λιτότητας και των καταργήσεων όλων των κεκτημένων του ελληνικού λαού. Πρόκειται ένα μάθημα άκρως διδακτικό για κάθε δύναμη που θέλει να θέσει εν αμφιβόλω αυτές τις πολιτικές. Το αν αυτό θα επιβραδύνει την κρίση στην Ελλάδα είναι πλέον δευτερεύον για τις υποτελείς τάξεις.
Το μάθημα για την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και για κάθε δύναμη της Αριστεράς είναι το εξής: το να θες να ακυρώσεις τη λιτότητα, δίχως μονομερείς ενέργειες, δίχως να ελέγχεις το τραπεζικό σύστημα, δίχως να σταματάς να πληρώνεις το χρέος, δίχως να απειλείς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και χωρίς να έρθεις σε ρήξη μαζί τους και με το Ευρώ είναι μία αυταπάτη, ακόμα και αν η υποστήριξη από ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού εξηγήται εν μέρει από την εσωτερίκευση της επιδείνωσης των γενικών συσχετισμών δύναμης.
4) Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, προσπαθήσαμε ώστε η τοποθέτηση του NPA, αλλά και άλλων αντικαπιταλιστών της Ευρώπης, να είναι υποστηρικτική στον αγώνα του ελληνικού λαού απέναντι στην ελληνική μπουρζουαζία, αλλά και απέναντι στις νεοαποικιακές πιέσεις των ευρωπαϊκών ελίτ, να αρνηθούμε την απομόνωση του ελληνικού λαού. Να μην υποστηρίξουμε την κυβέρνηση του Τσίπρα ως τέτοια, αλλά να διαδώσουμε όλες τις κινητοποιήσεις, τις ενέργειες, τους κοινωνικούς και πολιτικούς φορείς που θα μπορούν να έρθουν σε ρήξη με τις πολιτικές της λιτότητας. Τόσο εντός του ΣΥΡΙΖΑ όσο και εντός ολόκληρης της ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής σκηνής. Να καταγγείλουμε την πολιτική της ΕΕ, αρχίζοντας από εκείνην της Γαλλικής κυβέρνησης. ΝΑ υποστηρίξουμε κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης του χρέους-δηλητηρίου (αντικείμενο της Επιτροπής Αλήθειας για το Δημόσιο Χρέος). Να συμβάλλουμε σε κινήσεις αλληλεγγύης. Θα μπορούσαμε να είχαμε δράσει καλύτερα και κυρίως όχι να ερμηνεύουμε μία αναπόφευκτη αποτυχία, αλλά να κινητοποιούμε απέναντι στους εκπροσώπους της κυρίαρχης τάξης σε όλην την Ευρώπη, διότι απέναντι σε κοινούς εχθρούς, η νίκη του ενός μετατρέπεται σε νίκη για όλους, όπως και η ήττα. Όπως και για τη νέα περίοδο, είναι κρίμα που δεν προωθήσαμε ή δεν διαδώσαμε τα εγχειρήματα αλληλεγγύης, όπως στον τομέα της υγείας.
5) Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η συζήτηση σχετικά με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς είναι πολύ σημαντική. Υπάρχει πλέον ισχυρή απόδειξη για το ρόλο τους ως υπηρέτη του πιο βάρβαρου καπιταλισμού, αντιδημοκρατικού και νεοαποικιακού. Ας αρχίσουμε με το Ευρώ. Πρέπει να αντρέψουμε τη συστατική ουσία της ΕΕ, αν θέλουμε να αντιπαλέψουμε τη λιτότητα και να επαναφέρουμε τα δημοκρατικά δικαιώματα στην Ευρώπη. Από αυτήν την σκοπιά, η θέση του Κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς (ΚΕΑ) για μεταρρύθμιση της ΕΕ είναι πλέον άστοχη, μετά το ελληνικό παράδειγμα.
Αυτό, όμως, δεν εξαντλεί το θέμα. Με το να λέμε ότι πρέπει να έρθουμε σε ρήξη με την ΕΕ, δεν λέμε πως θα γίνει αυτό και σε ποια βάση. Υπάρχουν πολλά προβλήματα που εμφανίζονται, κατά την άποψη μου, για τους συνεπείς αντικαπιταλιστές. Το πρώτο είναι να αποκτηθεί μία λαϊκή πλειοψηφία γύρω από αυτό το θέμα. Είναι φανερό πως ο βαθμός της εξάρτησης της Ελλάδας, αλλά και η απομόνωση των ελλήνων εργαζομένων, ώστε να αμφισβητηθεί η λιτότητα, απέκρυψαν τον καταστροφικό ρόλο του Ευρώ και της ΕΕ. Επίσης υπάρχει ο κίνδυνος να πέσουμε στην παγίδα της εθνικής λύσης (πριν έναν αιώνα οι μπολσεβίκοι έλεγαν ότι δεν γίνεται να διατηρηθεί ο σοσιαλισμός μόνο στη Ρωσία, αν και πρόκειται για χώρα-ήπειρο). Και να αναβάλλουμε διαρκώς μία συμμαχία των λαών, ενώ το φίδι της άκρας Δεξιάς παραμονεύει. Και αυτό μπορεί να «σπρώξει» κάποιον να αναζητήσει στηρίγματα στην αστική τάξη, με αντάλλαγμα το πάγωμα των αντικαπιταλιστικών μέτρων.
Πρόκειται για έναν ανοιχτό διάλογο, ο οποίος όμως πρέπει να επικαιροποιηθεί στις σύγχρονες συνθήκες, ώστε να παίρνονται καλύτερα οι όποιες αποφάσεις μέσα σε μία διαδικασία επαναστατικών ρήξεων και μάλιστα όταν αυτές παίρνουν μία μορφή οικονομική ή και νομισματική. Είναι ένας απαραίτητος διάλογος, για εκείνους που δεν παρατούνται στο θέμα της Ελλάδας, αλλά θέλουν να οργανώσουν τη μάχη απέναντι στα μνημόνια. Είναι λοιπόν σημαντικό να προβούμε σε μία διαδικασία πιο μεταβατική, όπου θα τεθούν στόχοι άμεσοι, ώστε να ανακτηθεί ο έλεγχος της οικονομίας, μέσω της λαϊκής κινητοποίησης, διατηρώντας όλες τις αιχμές ώστε να επιτευχθεί η πλειοψηφική στράτευση σε επιλογές ρήξης, επιλογές θεσμικές και αντικαπιταλιστικές: κοινωνικοποίηση των τραπεζών, έλεγχος κεφαλαιακών ροών και φορολόγησης, αναστολή αποπληρωμής του χρέους κλπ έχοντας πάντα υπ' όψιν ότι αυτό θα δημιουργήσει μία θετική δυναμική μόνον αν οι εργαζόμενοι του κάθε τομέα βρίσκονται στο επίκεντρο των εξελίξεων. Και όλο αυτό δεν είναι επιτεύξιμο, παρά μόνον αν είμαστε αποφασισμένοι να προβούμε σε μονομερείς ενέργειες μέχρι την ρήξη με την ΕΕ και το ευρώ, αν το επιβάλλουν οι συνθήκες – και πρέπει να είμαστε έτοιμοι για αυτό το ενδεχόμενο. Καπως έτσι θα μπορούσαμε να ενώσουμε εκείνους που πιστεύουν πως πρέπει να αποφύγουμε να φτάσουμε σε μία τέτοια ρήξη βραχυπρόθεσμα, με εκείνους που πιστεύουν πως μία τέτοια ρήξη είναι εν τέλει αναπόφευκτη. Είναι όπως πάντα η πιο ουσιώδης, εξαντλητική και δημοκρατική συζήτηση, μέσα σε ένα κίνημα μάχης, εκείνη που θα δώσει υπόσταση σε κάποιες αρχές και εκείνη που θα καταφέρει να τις συγκεκριμενοποιήσει σε χώρες με διαφορετική θέση στην ΕΕ, όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Γαλλία κλπ.
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΗΜΕΙΟ, ΟΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ
Η επιδίωξη μας πρέπει να είναι ή συμπραξη όσων πιο πολλών κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων γίνεται ενάντια στο νέο μνημόνιο. Και δεν μπορούμε παρά να χαιρετίσουμε τις διαδηλώσεις απέναντι στη υιοθέτηση του και να ελπίζουμε να γιγαντώσουν. Δεν μπορούμε παρά να χαιρετίσουμε το γεγονός ότι ένα μεγάλος μέρος του ΣΥΡΙΖΑ τίθεται ενάντια, ότι περισσότεροι από 30 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ψήφισαν εναντίον του Μνημονίου, ότι η Πρόεδρος της Βουλής διεξήγαγε μία ηρωική μάχη απέναντι στη γραμμή του Τσίπρα και ότι τώρα μία ομάδα βουλετών του ΣΥΡΙΖΑ ενώνονται και καλούν σε μία ενιαία μάχη του ΟΧΙ απέναντι σε αυτήν την πολιτική και στη διατήρηση του αγώνα για αντίσταση στην Τρόικα και για ανεύρεση μίας εναλλακτικής.
Το κάλεσμα στη συσπείρωση «Λαϊκή Ενότητα» είναι έτσι πολύ σημαντικό. Μπορούμε να το κρίνουμε ως ανεπαρκές, εύθραυστο, αντιφατικό (αν και το να έχουμε τόσο αρνητικές αντιδράσεις, ειδικά από τη Γαλλία με καταπλήσσει), αλλά αν αυτό σταθεροποιηθεί, θα μπορούσε να είναι ένα σημείο εκκίνησης για τη μάχη απέναντι στους καπιταλιστές, στον Τσίπρα, στη ΝΔ, στο ΠΑΣΟΚ, στη ΧΑ κλπ για μία μάχη μαζί με εκείνους που βρίσκονται σε όλες τις κινητοποιήσεις, το ΚΚΕ την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, το κοινωνικό κίνημα, τους μετανάστες αλλά και για τους ευρωπαίους αγωνιστές και παρατηρητές! Πρέπει λοιπόν να διαδώσουμε όλες τις πτυχές αυτών των αντιστάσεων και κυρίως όλες τις συγκλίσεις των αγωνιστών και των αγώνων, στη βάση του αντιμνημονιακού αγώνα για την αποδοχή των αιτημάτων των δημοκρατικών και κοινωνικών κινημάτων. Συμμετέχοντας στις ευρωπαϊκές κινητοποιήσεις, όπως αυτής της 15ης Οκτώβριου στις Βρυξέλλες για παράδειγμα.
Πηγή : http://www.npa2009.org/idees/la-lutte-contre-lausterite-en-europe-la-lumiere-de-lexperience-grecque\
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου