Περίληψη
Η αναγκαιότητα του εθνικού νομίσματος
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα πρόγραμμα κοινωνικής αλλαγής, ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας, οικονομικής προόδου και ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη. Το πρόγραμμα αυτό είναι απολύτως αδύνατον να εφαρμοστεί εντός του πλαισίου της ΟΝΕ. Για τον λόγο αυτό, η Ελλάδα πρέπει να προετοιμαστεί για την εισαγωγή εθνικού νομίσματος. Η έξοδος από την ΟΝΕ είναι ένας δρόμος που εμπεριέχει συγκρούσεις με ισχυρότατα εγχώρια και ξένα συμφέροντα. Ο σημαντικότερος παράγοντας για μια επιτυχημένη μετάβαση σε εθνικό νόμισμα είναι η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης που θα αντλεί δύναμη από τη λαϊκή στήριξη και συμμετοχή.
Οι θετικές πλευρές της εξόδου από την ΟΝΕ
• Ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, άρα δυνατότητα αυτόνομης παροχής ρευστότητας στην οικονομία.
• Υλοποίηση του σχεδίου ανασυγκρότησης που βασίζεται σε δημόσιες επενδύσεις και ευνοεί παράλληλα τις ιδιωτικές επενδύσεις.
• Ανάκτηση της εγχώριας αγοράς από τα εισαγόμενα προϊόντα και τόνωση των εξαγωγών.
• Αποδέσμευση της δημοσιονομικής πολιτικής από το ασφυκτικό πλαίσιο της ΟΝΕ επιτρέποντας την πραγματική άρση της λιτότητας και την αναδιανομή του πλούτου και του εισοδήματος.
• Δυνατότητα ταχύρρυθμης ανάπτυξης μετά τους πρώτους μήνες προσαρμογής.
• Δυνατότητα παραμονής στην ΕΕ, αν ο ελληνικός λαός το επιλέξει. Η Ελλάδα δεν θα απομονωθεί, αλλά θα ακολουθήσει μια διαφορετική προσέγγιση από τις χώρες του πυρήνα της ΕΕ.
Για μια επιτυχημένη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα
Η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα απαιτεί πρωτίστως πολιτική βούληση, ενεργή λαϊκή συμμετοχή, αλλά και τεχνική προετοιμασία, ώστε να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες της. Η ιστορική εμπειρία από συγκρίσιμα νομισματικά γεγονότα δείχνει ότι η ανάκαμψη αρχίζει να γίνεται ορατή μετά από λίγους μήνες.
Η ανάκαμψη θα βασιστεί καταρχήν στην ανάκτηση της εγχώριας αγοράς, με την ενδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς και στην τόνωση των εξαγωγών. Το πρώτο διάστημα θα επιτελεστεί η επούλωση από τις μνημονιακές πολιτικές, οδηγώντας σε ταχύρρυθμη ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας και αύξηση των εισοδημάτων. Αυτή θα είναι η βάση για τη μεσοπρόθεσμη ανασυγκρότηση της χώρας στο πλαίσιο του ευρύτερου προγράμματος οικονομικής και εθνικής ανασυγκρότησης.
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα που θα στηρίζεται σε δημόσιες επενδύσεις και παράλληλα θα ευνοεί τις ιδιωτικές επενδύσεις. Θα εθνικοποιηθούν οι αποτυχημένες ιδιωτικές τράπεζες, με νέα αντίληψη διοίκησης και στροφή προς τις παραγωγικές επενδύσεις. Έτσι θα δημιουργηθεί σταδιακά μια νέα σχέση ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.
Καίρια βήματα της μετάβασης
1. Η κυβέρνηση θα ανακοινώσει την αποχώρηση της χώρας από την ΟΝΕ, χωρίς παράλληλη έξοδο από την ΕΕ.
2. Ταυτόχρονα θα ανακοινωθεί αναστολή των εξωτερικών πληρωμών στο δημόσιο χρέος με στόχο τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του.
3. Το Δημόσιο θα αναλάβει άμεσα τον έλεγχο της Τράπεζας της Ελλάδος και η διοίκησή της θα αντικατασταθεί.
4. Θα εξορθολογιστούν και θα εξομαλυνθούν οι έλεγχοι που ήδη υπάρχουν στις τραπεζικές πράξεις και στις ροές κεφαλαίων προς το εξωτερικό.
5. Θα εθνικοποιηθούν οι συστημικές τράπεζες, θα τεθούν υπό δημόσια διοίκηση και θα εξυγιανθεί ο ισολογισμός τους. Θα δημιουργηθεί μηχανισμός για τη σεισάχθεια των τραπεζικών χρεών των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων με κοινωνικά κριτήρια.
6. Θα μετατραπεί το σύνολο των τραπεζικών υποχρεώσεων και περιουσιακών στοιχείων που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο στο εθνικό νόμισμα με ισοτιμία 1:1. Θα μετατραπούν και οι μισθοί με την ίδια ισοτιμία.
7. Το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί στις διεθνείς αγορές. Δύο παράγοντες θα περιορίσουν σημαντικά την υποτίμηση. Πρώτο, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ισορροπημένο γιατί η Ελλάδα έχει πλεόνασμα στο εμπόριο υπηρεσιών που αντισταθμίζει το έλλειμμα στο εμπόριο αγαθών. Δεύτερο, υπάρχουν ήδη έλεγχοι στις κεφαλαιακές ροές που περιορίζουν τη συναλλαγματική κερδοσκοπία.
8. Η υποτίμηση του νέου νομίσματος θα συμβάλλει στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας τονώνοντας την εγχώρια παραγωγή και τις εξαγωγές. Με τις εγκυρότερες εκτιμήσεις, οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό θα κυμανθούν κοντά στο 10% για τον πρώτο χρόνο και πτωτικά κατόπι.
9. Η κυβέρνηση θα λάβει άμεσα μέτρα για την προστασία του λαϊκού εισοδήματος, όπως μείωση της φορολογίας στα καύσιμα και σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού. Μέτρα θα ληφθούν επίσης για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με φορολογικές ελαφρύνσεις και πιστωτική βοήθεια, ώστε να αντιμετωπιστούν οι πιέσεις στο κόστος.
9. Τους πρώτους μήνες η τροφοδοσία της αγοράς σε ορισμένα βασικά αγαθά - φάρμακα, τρόφιμα και καύσιμα - θα απαιτήσει συντονισμένες κρατικές ενέργειες. Η Ελλάδα έχει ήδη σημαντική κάλυψη στα φάρμακα και τα τρόφιμα από εγχώριες πηγές. Έχει επίσης ικανοποιητική εγχώρια κάλυψη στην ηλεκτρική ενέργεια, αλλά θα χρειαστούν διακρατικές συμφωνίες για να αυξηθεί η διαθεσιμότητα των καυσίμων.
10. Η Ελλάδα έχει την ικανότητα να πληρώσει για τις εισαγωγές φαρμάκων, τροφίμων και καυσίμων, δεδομένου μάλιστα ότι το ισοζύγιο πληρωμών είναι σε ισορροπία. Θα χρειαστεί κρατική παρέμβαση για ιεράρχηση των εισαγωγών ώστε να ικανοποιηθούν χωρίς προβλήματα οι επείγουσες ανάγκες για φάρμακα. Δεν τίθεται θέμα «δελτίου» όπως ισχυρίζονται οι καταστροφολόγοι.
10. Η έξοδος από την ΟΝΕ θα δράσει καταλυτικά στο σημερινό άρρωστο οικονομικό μοντέλο, ευνοώντας την αντικατάσταση των εισαγωγών από εγχώρια παραγωγή και την βελτίωση των εξαγωγών. Θα απαλειφθεί επίσης η αφόρητη πίεση στους ήδη δραματικά μειωμένους μισθούς που προκαλεί ο ανταγωνισμός εντός ευρωζώνης.
12. Η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική θα σχεδιαστούν ξανά με στόχο τη μείωση της ανεργίας, την ανάκαμψη της οικονομίας και την ανασύσταση του Κοινωνικού Κράτους. Δεν τίθεται θέμα πληθωρισμού από την έκδοση χρήματος, όπως έχει δείξει η πρόσφατη εμπειρία των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Βρετανίας.
Kοινωνικός μετασχηματισμός με αναδιανομή
Η έξοδος από την Ευρωζώνη είναι όρος για την ανασυγκρότηση της χώρας και την κοινωνική πρόοδο. Αρχικά θα φέρει διαχειρίσιμες δυσκολίες, αλλά θα ανοίξει θετικές προοπτικές για την οικονομία και τις συνθήκες διαβίωσης της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Η έξοδος θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των τραπεζικών καταθέσεων όσον αφορά τα εισαγόμενα προϊόντα, αλλά επίσης θα μειώσει και την αξία των τραπεζικών δανείων. Η ανάκαμψη της παραγωγής θα προστατεύσει τους μισθωτούς μέσω της μείωσης της ανεργίας και προοδευτικά θα οδηγήσει σε αύξηση των εισοδημάτων. Η ανάκτηση της εγχώριας αγοράς θα είναι προς όφελος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι μεσοπρόθεσμα κερδισμένοι από την έξοδο και την υλοποίηση του προγράμματος ανασυγκρότησης θα είναι η νεολαία, οι συνταξιούχοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και παραγωγικοί επιχειρηματίες, οι αγρότες, οι εργαζόμενοι και τα μεσαία στρώματα της χώρας. Οι χαμένοι της εξόδου θα είναι οι τράπεζες και τα μεγάλα διαπλεκόμενα συμφέροντα που κυβερνούν τη χώρα επί δεκαετίες.
Πλήρες κείμενο
Η αναγκαιότητα του εθνικού νομίσματος
Η ολοκληρωτική ήττα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές κατέστησε σαφές ότι το πρόγραμμα ανασυγκρότησης το οποίο χρειάζεται η χώρα είναι απολύτως αδύνατον να εφαρμοστεί εντός του πλαισίου της ΟΝΕ. Ο εκβιασμός της ρευστότητας που ασκήθηκε από την ΕΚΤ στέρησε κάθε δυνατότητα εναλλακτικής πορείας. Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να δεχθεί το “αναπτυξιακό πρόγραμμα” της Ευρωζώνης, δηλαδή το νέο Μνημόνιο που περιλαμβάνει νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση των αγορών, ιδιωτικοποιήσεις με την μορφή ξεπουλήματος ή με έκτακτες διαδικασίες και μείωση των μισθών και συντάξεων.
Η προοπτική που δημιουργεί το νέο Μνημόνιο για την Ελλάδα είναι απλώς τραγική. Η χώρα μας πρέπει επειγόντως να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα εθνικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης που θα περιλαμβάνει παύση πληρωμών και δαιγραφή του χρέους, άρση της λιτότητας, εθνικοποίηση των τραπεζών και συστηματική παραγωγική ανασυγκρότηση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προετοιμαστεί για την εισαγωγή εθνικού νομίσματος. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή.
Από την αρχή της κρίσης, η ρήξη με την ευρωζώνη αποτέλεσε «ταμπού» της δημόσιας συζήτησης, ακόμη και μέσα στην Αριστερά. Αντί να αντιμετωπίζεται μια ορθολογική δυνατότητα και ανοιχτή προς διαβούλευση επιλογή, ξορκίστηκε και παρουσιάστηκε ως συνώνυμο της απόλυτης καταστροφής, ενώ η πραγματική καταστροφή συντελείται στο όνομα της πάση θυσία παραμονής στο ευρώ.
Μια αντιμνημονιακή κυβέρνηση δεν πρέπει να πτοηθεί από την προοπτική του εθνικού νομίσματος, αντίθετα πρέπει να προετοιμάσει τον λαό και να βρει αναγκαία θεσμικά εργαλεία για να την αντιμετωπίσει με επιτυχία. Τα δραστικά βήματα που χρειάζονται μπορούν να ανοίξουν το δρόμο για την κοινωνική και εθνική αναγέννηση μέσα από την εφαρμογή του αναγκαίου εναλλακτικού προγράμματος. Μια κυβέρνηση που αντλεί τη δύναμή της από τον λαό, δεν πρέπει να φοβηθεί την προοπτική της μετάβασης σε εθνικό νόμισμα, εάν θέλει να επιτύχει τους θεμελιώδεις στόχους της.
Η έξοδος από την ΟΝΕ δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε το όλον του προγράμματος που χρειάζεται η χώρα, αλλά ένα αναγκαίο βήμα σε μια πορεία κοινωνικής αλλαγής, ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας, οικονομικής προόδου και ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη. Εντάσσεται σε μια γενικότερη στρατηγική που βασίζεται στην ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού, την τόνωση των επενδύσεων και την ανασύσταση του κράτους πρόνοιας και δικαίου. Είναι ένα απαραίτητο βήμα για την υλοποίηση του απαραίτητου προγράμματος ανασυγκρότησης της χώρας.
Η έξοδος είναι επίσης μία πολιτικά και ηθικά δίκαιη επιλογή απέναντι στην αδιάλλακτη συμπεριφορά των δανειστών, που έχει ήδη επιβάλλει την ολοκληρωτική παράδοση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και την αποδοχή ενός νέου μνημονίου.
Η έξοδος, τέλος, είναι ένας δρόμος που εμπεριέχει συγκρούσεις με ισχυρότατα εγχώρια και ξένα συμφέροντα. Για αυτό και ο σημαντικότερος παράγοντας για μια επιτυχημένη μετάβαση σε εθνικό νόμισμα θα είναι η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να εφαρμόσει το πρόγραμμά της, αντλώντας δύναμη από τη λαϊκή στήριξη.
Οι θετικές πλευρές της εξόδου από την ΟΝΕ
Πιο συγκεκριμένα, οι θετικές πλευρές της εξόδου από την ΟΝΕ περιλαμβάνουν:
• Την ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας που σημαίνει αυτόματα και ανάκτηση της δυνατότητας παροχής ρευστότητας προς την οικονομία. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να σπάσει η θηλιά της ΕΚΤ στην Ελλάδα και να μπει η χώρα σε τροχιά ανάκαμψης.
• Την υλοποίηση του σχεδίου ανάπτυξης που θα βασίζεται σε δημόσιες επενδύσεις, αλλά θα ευνοεί παράλληλα τις ιδιωτικές επενδύσεις. Η Ελλάδα χρειάζεται μια νέα και παραγωγική σχέση ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα ώστε να μπει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης. Η υλοποίηση του σχεδίου θα γίνει εφικτή μετά από την ανάκτηση της παροχής ρευστότητας και σε συνδυασμό με την εθνική αποταμίευση.
• Την ανάκτηση της εγχώριας αγοράς από τα εισαγόμενα προϊόντα που θα αναζωογονήσει και θα αναβαθμίσει τον ρόλο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες παραμένουν ο κορμός της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα θα υπάρξει και τόνωση των εξαγωγών.
• Την αποδέσμευση του κράτους από το ασφυκτικό πλαίσιο της ΟΝΕ στο πεδίο της δημοσιονομικής και της νομισματικής πολιτικής. Θα μπορέσει έτσι να υπάρξει ουσιαστική άρση της λιτότητας, χωρίς παράλογους περιορισμούς στην έκδοση χρήματος. Θα μπορέσει επίσης το κράτος να υιοθετήσει μέτρα που θα φέρουν φορολογική δικαιοσύνη, καθώς και αναδιανομή του πλούτου και του εισοδήματος.
• Τη δυνατότητα ταχύρρυθμης ανάπτυξης μετά τους πρώτους μήνες δυσκολιών. Οι τεράστιοι ανενεργοί πόροι που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο της κρίσης, 2008-1015, μπορούν γρήγορα να κινητοποιηθούν, να αντιστραφεί η καταστροφική πολιτική των μνημονίων και να υπάρξει ρευστότητα. Θα υπάρξει έτσι προοπτική συστηματικής μείωσης της ανεργίας και αύξησης των εισοδημάτων.
Υπάρχει νομική τεκμηρίωση που καταδεικνύει ότι η έξοδος από την ΟΝΕ δεν ισοδυναμεί με έξοδο από την ΕΕ, ούτε ότι το πρώτο οδηγεί απαραίτητα στο δεύτερο. Η χώρα δεν θα γίνει λιγότερο ευρωπαϊκή, αλλά θα ακολουθήσει μια διαφορετική προσέγγιση από τις χώρες του πυρήνα της ΕΕ, όπως ήδη κάνουν, για παράδειγμα, η Σουηδία και η Δανία. Η έξοδος από την ΟΝΕ όχι μόνο δεν θα απομονώσει τη χώρα μας, αλλά θα της επιτρέψει να αποκτήσει ένα νέο ρόλο στη διεθνή σκηνή, με ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια, πολύ διαφορετικό από αυτόν του ασήμαντου παρία που της επιφυλάσσει η συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών.
Για μια επιτυχημένη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα
Η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα απαιτεί πρωτίστως πολιτική βούληση, ενεργή λαϊκή συμμετοχή, αλλά και τεχνική προετοιμασία, ώστε να αντιμετωπιστούν με επιτυχία οι δυσκολίες της και να ανοίξει ελπιδοφόρος νέος δρόμος για τη χώρα. Η ιστορική εμπειρία από προηγούμενα νομισματικά γεγονότα μεγάλης εμβέλειας, συγκρίσιμα με την έξοδο της Ελλάδας από την ΟΝΕ, δείχνει ότι η ανάκαμψη αρχίζει να γίνεται ορατή μετά από λίγους μήνες.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η ανάκαμψη της οικονομίας θα βασιστεί καταρχήν στην ανάκτηση της εγχώριας αγοράς, με την ενδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς και στην τόνωση των εξαγωγών. Τα πρώτα δύο χρόνια θα έχει επιτελεστεί η επούλωση από τις μνημονιακές πολιτικές, οδηγώντας σε ταχύρρυθμη ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας και αύξηση των εισοδημάτων. Αυτή θα είναι και η βάση για τη μεσοπρόθεσμη ανασυγκρότηση της χώρας στο πλαίσιο του ευρύτερου προγράμματος οικονομικής και εθνικής ανασυγκρότησης.
Για να προχωρήσει η μεσοπρόθεσμη ανασυγκρότηση της οικονομίας θα απαιτηθεί ένα ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα που θα στηρίζεται σε δημόσιες επενδύσεις και παράλληλα θα ευνοεί τις ιδιωτικές επενδύσεις. Θα πρέπει συνεπώς η χώρα να αναδιαρθρώσει τις αποτυχημένες ιδιωτικές τράπεζες, θέτοντάς τες υπό δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο με νέα αντίληψη διοίκησης και στροφή προς τις παραγωγικές επενδύσεις. Έτσι θα δημιουργηθεί σταδιακά μια νέα σχέση ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα στο πεδίο της παραγωγής.
Οι πόροι για τις επενδύσεις, όπως πάντα συμβαίνει στις περιπτώσεις βιώσιμης ανάπτυξης, θα είναι κυρίως εγχώριοι και θα προέλθουν από την ενεργή κινητοποίηση της αποταμίευσης. Η ανάκτηση της δημιουργίας ρευστότητας θα απελευθερώσει το πιστωτικό σύστημα και θα ιεραρχήσει ορθολογικά τον δανεισμό, επιτρέποντας την παροχή πιστώσεων για παραγωγική ανασυγκρότηση, αντί για κατανάλωση, ακίνητα και χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία. Η χώρα θα απαλλαγεί από το βρόχο της πιστωτικής ασφυξίας, καθώς και από την κατασπατάληση των πιστώσεων που χαρακτήρισαν την περίοδο μετά το 2001.
Τέλος, είναι σημαντικό να λάβουμε υπ’ όψη ότι η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι η υποτίμηση του νομίσματος μετά την έξοδο από την ΟΝΕ θα δημιουργήσει νέες και πολλά υποσχόμενες παραγωγικές ευκαιρίες. Η Φινλανδία απέκτησε τη ΝΟΚΙΑ μετά τη μεγάλη υποτίμηση στις αρχές του ’90, ενώ η Ισλανδία φέρεται πρόσφατα να δημιουργεί έναν κλάδο ηλεκτρονικών/ πληροφορικής μετά τη δική της υποτίμηση και την τραπεζική κατάρρευση του 2000. Η Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει νέα και δυναμικά παραγωγικά πεδία μετά την έξοδο από την ΟΝΕ, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, τις δεξιότητες και την εργατικότητα του εργατικού της δυναμικού, κυρίως των νέων.
Καίρια βήματα της μετάβασης
Στο πλαίσιο αυτό ορισμένα καίρια βήματα για τη μετάβαση σε εθνικό νόμισμα με επιτυχία είναι τα εξής:
1. Ανακοίνωση της αποχώρησης από την ΟΝΕ
Ένα κυρίαρχο κράτος έχει το δικαίωμα να επιλέξει το νόμισμα που θα χρησιμοποιεί, συνεπώς η ελληνική κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να ανακοινώσει αλλαγή του επίσημου νομίσματος. Η κυβέρνηση θα δηλώσει παράλληλα ότι η έξοδος από την ΟΝΕ δεν σημαίνει αναγκαστικά και παράλληλη έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να ζητήσει μια συνδιάσκεψη με τα άλλα μέλη της ΟΝΕ ώστε να αποφασιστεί τι είδους υποστήριξη θα μπορούσε να χορηγηθεί στην Ελλάδα για να γίνει η έξοδος με το μικρότερο κόστος για όλους. Σε κάθε περίπτωση η ελληνική κυβέρνηση θα προχωρήσει με αποφασιστικότητα στην κατεύθυνση της εξόδου από την ΟΝΕ.
2. Αναστολή εξωτερικών πληρωμών στο χρέος
Η κυβέρνηση θα ανακοινώσει ταυτόχρονα αναστολή των εξωτερικών πληρωμών στο δημόσιο χρέος, αφήνοντάς το να καταστεί ληξιπρόθεσμο. Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι μη βιώσιμο και έχει αποδειχθεί βρόχος για τη χώρα μας την τελευταία πενταετία. Η αναστολή πληρωμών σημαίνει πως, στην πράξη, η Ελλάδα δεν θα εξοφλήσει τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ, ούτε θα αποπληρώσει τα δάνεια του ΔΝΤ. Τα χρέη προς τον ΕΤΧΣ και τα διμερή/πολυμερή χρέη που προκύπτουν από τα προγράμματα «διάσωσης» έχουν μια μεγάλη περίοδο χάριτος και δεν προκύπτουν σημαντικές αποπληρωμές για το κεφάλαιο και τους τόκους μέχρι το 2021. Αφού οι οφειλές καταστούν ληξιπρόθεσμες, η Ελλάδα θα πρέπει να κοινοποιήσει αίτημα για ένα διεθνές συνέδριο, ώστε να ρυθμιστεί το σύνολο του χρέους της, με στόχο τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του. Σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια διαγραφής μπορεί να παίξει και η Επιτροπή Αλήθειας για το Δημόσιο Χρέος, προσφέροντας νομικά και πολιτικά επιχειρήματα για το απεχθές και μη νομιμοποιημένο χρέος. Η Ελλάδα θα απευθυνθεί επίσης και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για στήριξη στο ζήτημα της διαγραφής του χρέους.
3. Η Ελληνική Κεντρική Τράπεζα θα περάσει στον έλεγχο της κυβέρνησης
Το Δημόσιο θα αναλάβει άμεσα τον έλεγχο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ισολογισμός της θα αποτιμηθεί σε εθνικό νόμισμα και η διοίκησή της θα αντικατασταθεί. Η Ελληνική Κεντρική Τράπεζα θα φύγει από το Ευρωσύστημα μετά την έξοδο της χώρας από την ΟΝΕ, αλλά υπάρχει νομική πρόβλεψη ώστε να παραμείνει μέλος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, διευκολύνοντας έτσι τη λειτουργία της. Το καταστατικό της Τράπεζας της Ελλάδας θα αλλάξει και οι ενέργειες της θα στοχεύουν στη στήριξη της ανάπτυξης και την ενίσχυση της απασχόλησης. Εννοείται ότι θα περάσουν υπό τον έλεγχο του Δημοσίου και οποιαδήποτε συναλλαγματικά αποθέματα της ΤτΕ.
4. Έλεγχοι στις τραπεζικές πράξεις και τις ροές κεφαλαίων
Συχνά λέγεται ότι η επαναφορά του εθνικού νομίσματος θα δημιουργούσε κίνδυνο εκροής κεφαλαίων και απώλειας καταθέσεων από τις τράπεζες. Οι κίνδυνοι αυτοί μεγαλοποιούνται για να εμφανιστεί η αποχώρηση από την ΟΝΕ ως αδύνατη, ή εξαιρετικά επισφαλής. Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι οι έλεγχοι μπορούν να επιβληθούν με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα να χρηματοδοτούν τις ανάγκες τους οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και τα νοικοκυριά που θέλουν να ταξιδέψουν στο εξωτερικό, να έχουν ιατρική περίθαλψη εκτός Ελλάδας, ή να στείλουν τα παιδιά τους για σπουδές.
Στη χώρα μας έχουν ήδη επιβληθεί έλεγχοι στις τραπεζικές πράξεις και τις κεφαλαιακές ροές λόγω της πιστωτικής ασφυξίας που προκάλεσε η ΕΚΤ στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Οι έλεγχοι αυτοί επιβλήθηκαν με πρόχειρο τρόπο και είχαν κόστος για την οικονομία και την κοινωνία, χωρίς να υπάρχει πραγματικός στόχος. Έστω κι έτσι όμως, έχουν ουσιαστικά εκμηδενίσει τον κίνδυνο εκροών και απώλειας καταθέσεων για τις τράπεζες σε περίπτωση εξόδου από την ΟΝΕ.
Μετά τη σταθεροποίηση του εθνικού νομίσματος, οι έλεγχοι στις τράπεζες θα αρθούν σταδιακά, αλλά ορισμένοι έλεγχοι στις κεφαλαιακές ροές θα παραμείνουν ώστε να τονώνεται η ανάπτυξη και να μην ευνοείται η χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία. Θα ενεργοποιηθούν παράλληλα πολιτικές όπως είναι η υιοθέτηση για μεγάλο εύρος συναλλαγών του πλαστικού χρήματος, ούτως ώστε τόσο η φοροδιαφυγή να μειωθεί, όσο και να εισαχθούν στο δημόσιο τραπεζικό σύστημα ποσά τεράστιας αξίας που κυκλοφορούν εκτός τραπεζών σήμερα στην Ελλάδα.
5. Εθνικοποίηση και αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, με σεισάχθεια των χρεών προς τις τράπεζες
Η κυβέρνηση θα ανακοινώσει την πλήρη εθνικοποίηση των τριών από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες στις οποίες έχει την πλειοψηφία των μετοχικών τίτλων, μετατρέποντάς τις σε κοινές μετοχές με δικαίωμα ψήφου. Οι διοικήσεις θα αντικατασταθούν και η διαδικασία της αναδιάρθρωσης των τραπεζών θα αρχίσει άμεσα. Η τέταρτη συστημική θα μπορούσε κι αυτή να τεθεί υπό δημόσια διοίκηση στη βάση του ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου που ήδη ελέγχει το δημόσιο, με προοπτική να αλλάξει το μετοχικό της καθεστώς σε βάθος χρόνου. Παράλληλα θα επανιδρυθεί η Αγροτική Τράπεζα για τη στήριξη του αγροτικού τομέα, δομημένη σε νέα βάση για να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος, καθώς και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο για την εξυπηρέτηση των μικροκαταθετών.
Το αναδιαρθρωμένο τραπεζικό σύστημα θα είναι θεμελιώδους σημασίας για την παροχή ρευστότητας και πίστωσης για επενδυτικούς σκοπούς και για τη στήριξη της κατανάλωσης. Θα συμβάλλει αποφασιστικά στην επανεκκίνηση της οικονομίας σύμφωνα με το ευρύτερο πρόγραμμα ανασυγκρότησης. Κρίσιμη για την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος θα είναι η θέσπιση μιας ειδικής τράπεζας με δημόσια χρηματοδότηση, που θα απαλλάξει τις άλλες τράπεζες από το μεγαλύτερο μέρος του όγκου των προβληματικών χρεών. Θα επιτευχθεί έτσι η «σεισάχθεια» των χρεών που έχουν απόλυτη ανάγκη τα νοικοκυριά και οι υγιείς επιχειρήσεις στη χώρα. Ταυτόχρονα θα ασκηθεί κοινωνικός έλεγχος στην διαδικασία μεταφοράς των προβληματικών δανείων στην ειδικά τράπεζα έτσι ώστε να μη μεταφερθούν «θαλασσοδάνεια» στις πλάτες του ελληνικού λαού. Θα ξεκινήσει νομική διερεύνηση της νομιμότητας της μεταφοράς κόκκινων δανείων από τις ελληνικές τράπεζες σε ξένα κερδοσκοπικά ταμεία.
6. Ισοτιμία μετατροπής και κυριαρχία του εθνικού νομίσματος
Η μετατροπή του συνόλου των τραπεζικών υποχρεώσεων και περιουσιακών στοιχείων που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο στο εθνικό νόμισμα θα πραγματοποιηθεί με ισοτιμία 1:1. Η κυβέρνηση θα ανακοινώσει αμέσως ότι στο μέλλον δεν θα πραγματοποιεί, ούτε θα αποδέχεται πληρωμές σε ευρώ, άρα θα επιτρέψει στο εθνικό νόμισμα να αποκτήσει το μονοπώλιο του νόμιμου χρήματος μέσα σε λίγες ημέρες. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση θα ανακοινώσει την πλήρη εγγύηση των νέων καταθέσεων που θα έχουν μετατραπεί σε εθνικό νόμισμα. Η Ελλάδα θα ανακτήσει τη νομισματική της κυριαρχία και εφόσον το κράτος επιμείνει να εκτελεί και να δέχεται πληρωμές στο νέο νόμισμα, αυτό θα καθιερωθεί γρήγορα ως το λειτουργικό μέσο συναλλαγών στη χώρα. Η μνήμη της χρήσης της δραχμής και η ιστορική της διασύνδεση με τη χώρα θα διευκολύνει τη σχετική διαδικασία. Οι ανάγκες της νομισματικής κυκλοφορίας θα καλυφθούν από τις αναδιαρθρωμένες τράπεζες που θα δημιουργήσουν ρευστότητα σε εθνικό νόμισμα υποστηριζόμενες από την αναδιαρθρωμένη Κεντρική Τράπεζα.
7. Η διεθνής ισοτιμία της εθνικού νομίσματος
Το νέο νόμισμα θα αποκτήσει μια διεθνή συναλλαγματική ισοτιμία με το ευρώ μετά την διοικητική μετατροπή του σε αναλογία 1:1. Οι παγκόσμιες αγορές θα αρχίσουν αμέσως την τιμολόγηση του εθνικού νομίσματος σε σχέση με το ευρώ και άλλα νομίσματα, όπως για παράδειγμα συνέβη όταν η ζώνη του ρουβλίου και η τσέχικη νομισματική ένωση κατέρρευσαν το 1993. Το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί, αλλά η υποτίμηση θα λειτουργήσει ως μοχλός μεγάλης σημασίας για τις ελληνικές επιχειρήσεις στην ανάκτηση της εγχώριας αγοράς και την επέκταση των εξαγωγών, δεδομένου ότι θα λειτουργήσει ως φραγμός στις εισαγωγές. Οι εγκυρότερες εκτιμήσεις δείχνουν ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα ξεκινήσει μέσα σε λίγους μήνες από την αλλαγή του νομίσματος. Η στήριξη του νέου νομίσματος θα γίνει στο πρώτο άμεσο διάστημα με ένα συνδυασμό εργαλείων, όπως είναι η αξιοποίηση των όποιων συναλλαγματικών διαθεσίμων της ΤτΕ, καθώς και η αξιοποίηση μέρους των 50 δις ευρώ σε χαρτονόμισμα που διακρατούνται από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
8. Οι θετικές επιπτώσεις και οι προκλήσεις της υποτίμησης
Η υποτίμηση του νέου νομίσματος θα είναι σημαντικό εργαλείο για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. ΟΙ σχετικές μελέτες δείχνουν ότι η υποτίμηση θα έχει θετικές επιπτώσεις στη οικονομία, δημιουργώντας πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο και τους τονώνοντας τους ρυθμούς ανάπτυξης. Παράλληλα, η υποτίμηση δεν πρόκειται να οδηγήσει σε υψηλό πληθωρισμό γιατί η δομή της ελληνικής οικονομίας είναι τέτοια, ώστε η αύξηση των τιμών των εισαγομένων να μην περάσει πλήρως στις τελικές τιμές. Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση θα λάβει μέτρα για την προστασία του λαϊκού εισοδήματος, για παράδειγμα, τη μείωση της φορολογίας στα καύσιμα που θα αντισταθμίσει την αύξηση της τιμής από την υποτίμηση. Το πιστωτικό σύστημα θα συμβάλλει επίσης στην στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που θα αντιμετωπίζουν ακριβότερες τιμές στις εισαγόμενες πρώτες ύλες και μηχανήματα. Επίσης θα επιβληθούν και άλλα προστατευτικά μέτρα όπως εντελώς ενδεικτικά πάγωμα και μείωση των τιμών ορισμένων προϊόντων, διοικητικές παρεμβάσεις για αποτροπή κερδοσκοπικών συναλλαγών στην ακίνητη περιουσία με ενδεχόμενο ορισμό κατώτατου ποσοστού αναπροσαρμογής προς τα κάτω των τιμών στις αγοραπωλησίες και μέτρα αντιστήριξης του βιοτικού επιπέδου με παροχή κοινωνικού μισθού στους πολίτες.
Αξίζει να τονιστεί ότι σήμερα το ελληνικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι περίπου ισοσκελισμένο εξαιτίας της επταετούς ύφεσης, πράγμα που θα λειτουργήσει ως παράγοντας σταθεροποίησης του νομίσματος και θα περιορίσει το μέγεθος της υποτίμησης. Επίσης οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων θα αποτελέσουν ένα σημαντικό εμπόδιο στην κερδοσκοπία και άρα θα περιορίσουν την υποτίμηση. Η αρχική υποχώρηση της ισοτιμίας, συνεπώς, θα κρατήσει μόνο μερικές εβδομάδες, ενώ η συνολική περίοδος προσαρμογής της ισοτιμίας στο νέο της επίπεδο ίσως διαρκέσει έξι μήνες. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να τονισθεί ότι ακόμη και μια υποτίμηση της τάξης του 50% είναι αντιμετωπίσιμη, με βραχυπρόθεσμες και σχετικά περιορισμένες επιπτώσεις στον πληθωρισμό.
9. Η ασφαλής τροφοδοσία των αγορών σε βασικά είδη
Η τροφοδοσία της αγοράς σε ορισμένα βασικά αγαθά - φάρμακα, τρόφιμα και καύσιμα - θα απαιτήσει συντονισμένες κρατικές ενέργειες, οι οποίες θα διαρκέσουν σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Η Ελλάδα έχει ήδη σημαντική κάλυψη των βασικών προμηθειών τροφίμων από εγχώριες πηγές. Επιπλέον, έχει ικανοποιητική εγχώρια κάλυψη όσο αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά θα χρειαστεί σίγουρα διακρατικές συμφωνίες για να αυξηθεί η διαθεσιμότητα των καυσίμων. Η Ελλάδα, τέλος, έχει καλή εγχώρια κάλυψη όσον αφορά τα φάρμακα και θα ήταν δυνατόν να δοθεί αμέσως προτεραιότητα σε βασικές εισαγωγές όσων φαρμάκων χρειάζονται επειγόντως, συμπεριλαμβανομένων και γενόσημων φαρμάκων που είναι διαθέσιμα από πολλούς προμηθευτές σε όλο τον κόσμο και ειδικότερα από χώρες των BRICS (Ινδία, Νότιος Αφρική, Βραζιλία.
Θα χρειαστούν κρατικές παρεμβάσεις για την εξασφάλιση της πρόσβασης σε ορισμένα εισαγόμενα αγαθά, χωρίς να τίθεται όμως θέμα «δελτίου» όπως ισχυρίζονται οι καταστροφολόγοι. Άλλωστε, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ισορροπημένο και ως εκ τούτου η χώρα έχει εύλογη δυνατότητα να πληρώσει για τις εισαγωγές της. Επιπλέον, με την μετάβαση σε εθνικό νόμισμα, ο ιδιαίτερα αναπτυγμένος ελληνικός τουριστικός τομέας θα λειτουργήσει ως βασική πηγή εισροής συναλλάγματος, ενώ θα ενισχυθούν οι εξαγωγικές δυνατότητες της βιομηχανίας και της γεωργίας, που υφίστανται σήμερα τις συνέπειες της ένταξης σε ένα σκληρό νόμισμα σαν το ευρώ. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος σχετικά με την αγορά βασικών προϊόντων είναι επίσης σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι τη στιγμή αυτή υπάρχουν τεράστιες υπο-χρησιμοποιούμενες παραγωγικές δυνατότητες από την άποψη τόσο της εργατικής δύναμης όσο και των μέσων παραγωγής, η οποία θα μπορούσε γρήγορα να αξιοποιηθούν για την τροφοδοσία της εγχώριας αγοράς.
10. Αλλαγή παραγωγικού μοντέλου
Η έξοδος από το υπερτιμημένο για τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας ευρώ μπορεί να δράσει καταλυτικά στην κατεύθυνση της αλλαγής του οικονομικού μοντέλου, ευνοώντας τη μερική αντικατάσταση των εισαγωγών από εγχώρια παραγωγή και την βελτίωση των εξαγωγών, αρχίζοντας από κλάδους όπου οι δυνατότητες είναι μεγάλες (αγροτικά προϊόντα, τουρισμός, ορισμένοι βιομηχανικοί κλάδοι κ.α.). Και αυτό χωρίς την αφόρητη πίεση στο ήδη μειωμένο εργασιακό κόστος που προκαλεί ο ανταγωνισμός εντός ευρωζώνης. Εννοείται ότι η υπόθεση της αλλαγής οικονομικού μοντέλου αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου σχεδίου , που θα αποτελεί την «παραγωγική ανασυγκρότηση» και το οποίο θα προϋποθέτει δραστική παρέμβαση ενός κράτους που λειτουργεί με διαφορετικά κριτήρια, κοινωνικού και περιβαλλοντικού χαρακτήρα, από τα σημερινά. Δεν νοείται λοιπόν χωρίς αντίστοιχη πολιτική αλλαγή, κατάργησης των Μνημονίων και ενίσχυσης της θέσης της κοινωνικής πλειοψηφίας.
11. Οικονομική και νομική προστασία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών
Αμέσως μετά την ανακοίνωση της αλλαγής του νομίσματος η κυβέρνηση θα πρέπει να προσφέρει νομική και οικονομική βοήθεια σε εταιρείες και φυσικά πρόσωπα που κατέχουν συμβόλαια που διέπονται από αλλοδαπό δίκαιο. Γενικότερα, θα υπάρξει ανάγκη για οικονομική βοήθεια προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις μεγάλες επιχειρήσεις για τις επόμενες εβδομάδες και μήνες.
12. Ανεξάρτητη δημοσιονομική πολιτική
Μετά την έξοδο η Ελλάδα θα ανακτήσει τη νομισματική και δημοσιονομική της κυριαρχία. Η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική θα ανασχεδιαστούν με στόχο της άρση της λιτότητας και την ανάκαμψη της οικονομίας, παίρνοντας ταυτόχρονα υπ’ όψη το μικρό μέγεθος της ελληνικής οικονομίας. Η έκδοση χρήματος, όπως έχει δείξει η πρόσφατη εμπειρία των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Βρετανίας, μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη χωρίς να δημιουργεί προβλήματα πληθωρισμού. Στην περίπτωση της Ελλάδας ο κίνδυνος πληθωρισμού είναι ακόμη πιο περιορισμένος δεδομένου ότι η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει βαριές υφεσιακές πιέσεις κι έχει δει την παραγωγή της να συρρικνώνεται κατά 25%. Είναι σημαντικό να αυξηθούν οι κατώτατοι μισθοί, αλλά πρέπει επίσης το οργανωμένο εργατικό κίνημα να στηρίξει την προσπάθεια μετάβασης της χώρας σε υγιέστερη βάση.
Είναι επίσης αναγκαίο να υιοθετηθούν μέτρα για την προστασία των εισοδημάτων των εργαζομένων με την κατάργηση των υψηλών φόρων στα βασικά αγαθά (πχ τρόφιμα, ρεύμα, πετρέλαιο), τη μείωση των έμμεσων φόρων στα είδη λαϊκής κατανάλωσης, την υπερφορολόγηση που επιβλήθηκε στα χρόνια του Μνημονίου (ΕΝΦΙΑ, μείωση του αφορολόγητου) και την αύξηση των παροχών για την κοινωνική προστασία των πιο αδύναμων στρωμάτων της μισθωτής εργασίας και των μεσαίων στρωμάτων. Θα χρειαστούν επίσης μέτρα, ρύθμισης των τιμών, συμπεριλαμβανομένων των ενοικίων. Η κάλυψη των αναγκών από το δημόσιο σύστημα υγείας και παιδείας, οι ευεργετικές διατάξεις για την ασφαλιστική κάλυψη εργαζομένων, των ανέργων αλλά και ελευθέρων επαγγελματιών που δεν μπορούν να πληρώσουν τις εισφορές τους λόγω κρίσης θα στηρίξουν το βιοτικό επίπεδο των θυμάτων της κρίσης και στην πραγματικότητα θα το ενισχύσουν. Μόλις η χώρα αρχίσει να ανακάμπτει, τα εισοδήματα αναμένεται να εισέλθουν σε ανοδική πορεία ειδικά εάν το εναλλακτικό πρόγραμμα ανάπτυξης αρχίσει να υλοποιείται.
Kοινωνικός μετασχηματισμός με αναδιανομή
Οι πολιτικές λιτότητας που ακολουθήθηκαν από το 2010 έχουν φορτώσει τεράστια βάρη στις πλάτες της μισθωτής εργασίας και των μεσαίων στρωμάτων, αφήνοντας την αστική τάξη πρακτικά ανέγγιχτη. Η ρήξη με τα Μνημόνια θα δώσει τη δυνατότητα να αντιμετωπιστεί η κρίση μετακυλώντας το κόστος της στους πλουσιότερους, στηρίζοντας ταυτόχρονα τον εργαζόμενο λαό και τα μεσαία στρώματα. Η εμπειρία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έδειξε στα πλατιά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας ότι κατάργηση των Μνημονίων και ανατροπή της λιτότητας δεν είναι συμβατά με την παραμονή στην ευρωζώνη.
Η έξοδος από την Ευρωζώνη όχι μόνο δεν είναι καταστροφή αλλά όρος για την ανασυγκρότηση της χώρας και την αλλαγή των κοινωνικών συσχετισμών, μέσω της εφαρμογής του εναλλακτικού προγράμματος. Πέρα από τις προσωρινές αλλά διαχειρίσιμες δυσκολίες, η έξοδος από το ευρώ ανοίγει θετικές προοπτικές για την οικονομία και τις συνθήκες διαβίωσης της κοινωνικής πλειοψηφίας εφόσον μάλιστα προετοιμάζεται και υλοποιείται από προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις.
Πιο συγκεκριμένα, η έξοδος από το ευρώ θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των τραπεζικών καταθέσεων όσον αφορά τα εισαγόμενα προϊόντα, αλλά επίσης θα μειώσει και την αξία των τραπεζικών δανείων ωφελώντας τα μεσαία στρώματα. Θα δοθεί δε, νομική κάλυψη σε εκείνους που στο πλαίσιο της καλής πίστης έχουν υπογράψει δεσμευτικές ρήτρες υπολογισμού των δανείων τους σε ευρώ. Η ανάκαμψη της παραγωγής θα προστατεύσει τους μισθωτούς λόγω της μείωσης της ανεργίας και προοδευτικά θα οδηγήσει σε αύξηση των εισοδημάτων. Η ανάκτηση της εγχώριας αγοράς θα είναι προς όφελος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Οι μεσοπρόθεσμα κερδισμένοι της εξόδου με την υλοποίηση του προγράμματος ανασυγκρότησης θα είναι η νεολαία, οι συνταξιούχοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και παραγωγικοί επιχειρηματίες, οι αγρότες, οι εργαζόμενοι και τα μεσαία στρώματα της χώρας. Οι χαμένοι της εξόδου θα είναι οι τράπεζες και τα μεγάλα διαπλεκόμενα συμφέροντα που κυβερνούν τη χώρα επί δεκαετίες.
Για τις κυρίαρχες δυνάμεις τα Μνημόνια και η πάση θυσία παραμονή στο ευρώ ήταν η χρυσή ευκαιρία για να πραγματοποιήσουν μια μεγάλη ανατροπή προς όφελός τους, διαλύοντας κοινωνικές και εργασιακές κατακτήσεις δεκαετιών. Για τον κόσμο της εργασίας η διαδικασία της εξόδου είναι μια ιστορική ευκαιρία για να βγει ξανά στο προσκήνιο, να αγωνιστεί και να προωθήσει την κοινωνική ανατροπή υπέρ των πολλών. Ο συνδυασμός της ενεργοποίησης του λαϊκού παράγοντα και της ύπαρξης μιας κυβέρνησης με προσανατολισμό την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας μπορεί να απελευθερώσει τεράστιες δυνάμεις, να βάλει την ελληνική κοινωνία σε νέο δρόμο και να ανοίξει το δρόμο και στους άλλους λαούς της Ευρώπης.
Αναρτήθηκε από Costas Lapavitsas στις 4:51 π.μ.
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείουBlogThis!Μοιραστείτε το στο TwitterΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest
Παρασκευή, 4 Σεπτεμβρίου 2015
Ένα πρόγραμμα κοινωνικής και εθνικής ανασυγκρότησης για την Ελλάδα
Μετά από πέντε χρόνια Μνημονίων, η Ελλάδα είναι μια κατεστραμμένη, λεηλατημένη χώρα. Xρειάζεται ένα πρόγραμμα δομικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγής στην οικονομική πολιτική το οποίο θα την βάλει σε πορεία ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη.
Οι μνημονιακές δυνάμεις - ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΝΔ, Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ - έχουν το δικό τους πρόγραμμα, δηλαδή το τρίτο Μνημόνιο που συνεχίζει την καταστροφική πορεία των δύο προηγουμένων. Το πρόγραμμα των μνημονιακών κομμάτων είναι καταδίκη για την Ελλάδα. Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα αντι-μνημονιακό πρόγραμμα που θα είναι εφικτό και υλοποιήσιμο.
Το πρόγραμμα αυτό θα πρέπει σε πρώτη φάση να αντιστρέψει τις τεράστιες βλάβες που προκλήθηκαν από την πολυετή ύφεση και τις μνημονιακές πολιτικές. Θα πρέπει επίσης να προωθεί τις βαθιές εκείνες μεταρρυθμίσεις που θα βγάλουν τη χώρα από τη στρεβλή ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών. Πάνω από όλα, θα πρέπει να αλλάξει την κοινωνική ισορροπία υπέρ των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων και κατά των μεγάλων συμφερόντων που συνεχίζουν να λυμαίνονται τη χώρα.
Στο πλαίσιο αυτό παραθέτω μια ανάλυση πέντε αναπόσπαστων πλευρών του αντιμνημονιακού προγράμματος ως συμβολή στη δημόσια συζήτηση καθώς πλησιάζουν οι εκλογές.
Για κάθε καλόπιστο αναγνώστη θα προκύψει το ερώτημα αν ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να υλοποιηθεί μέσα στην Ευρωζώνη. Η απάντηση είναι ότι η υλοποίηση του ριζοσπαστικού προγράμματος είναι αδύνατη εντός της Ευρωζώνης και απαιτεί μετάβαση σε εθνικό νόμισμα. Στην αμέσως επόμενη ανάρτηση θα αναλύσω τους λόγους, τη διαδικασία και το περιεχόμενο της μετάβασης.
i. Βαθιά διαγραφή του δημοσίου χρέους
Η επίλυση του ζητήματος του χρέους είναι βασικός όρος για την ανάκαμψη της χώρας. Η εξυπηρέτηση του χρέους επιβάλλει φυσικά ένα τεράστιο ετήσιο κόστος στη γονατισμένη οικονομία. Ακόμη πιο σημαντικό όμως είναι ότι η εξυπηρέτηση του χρέους αποτελεί τον στόχο και το πλαίσιο των Μνημονίων. Οι δανειστές έχουν επιβάλλει στη χώρα μας καταστροφικές υφεσιακές πολιτικές με σκοπό να εξυπηρετείται το χρέος και όχι να ανακάμψει η οικονομία, ή να ενισχυθεί η απασχόληση και το εισόδημα. Η Ελλάδα πνίγεται από μια παράλογη οικονομική πολιτική που πηγάζει από ένα μη βιώσιμο χρέους.
Το ελληνικό χρέος θα γίνει ακόμη λιγότερο βιώσιμο μετά το τρίτο μνημόνιο, το οποίο θα αυξήσει το μέγεθος του χρέους κατά 10-25 δις ευρώ, ενώ θα συρρικνώσει το ΑΕΠ το 2015-16. Για να αλλάξουν τα πράγματα απαιτείται καταρχήν η βαθιά διαγραφή του χρέους και παράλληλα μια οικονομική πολιτική που θα τονώνει την ανάπτυξη. Αν δεν απαλλαγεί η χώρα από τις υφεσιακές πολιτικές των Μνημονίων, το χρέος της δεν θα γίνει ποτέ βιώσιμο.
Η Ελλάδα χρειάζεται άμεση αναστολή πληρωμών στο χρέος με στόχο τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του. Η διαγραφή είναι μια συγκρουσιακή διαδικασία που θα περιλαμβάνει εκτεταμένες διαπραγματεύσεις και νομικές διαδικασίες. Θα αντιμετωπιστεί με πλήρη διαφάνεια, που σημαίνει άμεση συμμετοχή των πολιτών, άνοιγμα των βιβλίων του δημοσίου χρέους με δημόσιο έλεγχο και άσκηση δημοκρατικού ελέγχου. Ένα χρήσιμο βήμα στη κατεύθυνση αυτή είναι η δημιουργία της Επιτροπής Αλήθειας για το Δημόσιο Χρέος, η οποία έχει ήδη κάνει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
ii. Άρση της λιτότητας
Η δημοσιονομική πολιτική της Ελλάδας καθορίστηκε από τα Μνημόνια που επέβαλαν δριμύτατη λιτότητα, δηλαδή μια υφεσιακή πολιτική, με περικοπή των δημοσίων δαπανών και μεγάλη αύξηση της φορολογίας. Η λιιτότητα δεν επιβλήθηκε επειδή - δήθεν - το δημόσιο χρεοκόπησε και δεν είχε λεφτά αλλά επειδή, αφενός, το μεγαλύτερο μέρος των δημοσίων εσόδων κατευθύνεται στην εξυπηρέτηση του χρέους και, αφετέρου, ο πλούτος είτε αποκρύπτεται, είτε διανέμεται υπέρ μιας μειοψηφίας. Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι ο δανεισμός από το εξωτερικό δεν χρηματοδοτεί ούτε το κράτος, ούτε την οικονομία, αλλά κυρίως αποπληρώνει παλαιά χρέη.
Η Ελλάδα έχει τους χρηματικούς πόρους για να χρηματοδοτήσει και την ανάπτυξη και τον κοινωνικό χαρακτήρα του κράτους. Στην πράξη όμως χρηματοδοτεί - αντί των παραπάνω - τους πιστωτές και μια εσωτερική ολιγαρχία. Αυτό γίνεται από πολιτική επιλογή και όχι δήθεν αναγκαστικά.
Η λιτότητα αποδείχθηκε καταστροφική για την παραγωγή, την απασχόληση, το κράτος πρόνοιας και τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού. Μια κυβέρνηση που κινείται σε αντιμνημονιακή κατεύθυνση δεν μπορεί παρά να απορρίψει συνολικά τη δημοσιονομική λιτότητα, ακόμη και την πολιτική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Ο κύριος στόχος της δημοσιονομικής πολιτικής πρέπει να είναι η αναζωογόνηση της οικονομίας και όχι η εξυπηρέτηση του χρέους, ή η συμμόρφωση με τους καταστροφικούς κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας της ΟΝΕ.
Στις δαπάνες, το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η χρηματοδότηση της παραγωγικής ανασυγκρότησης, η αποκατάσταση του Κοινωνικού Κράτους και η ενίσχυση της απασχόλησης. Η παύση πληρωμών στο χρέος και η άρση της λιτότητας θα απελευθερώσουν πόρους για αποκατάσταση των δημόσιων δαπανών. Επείγοντα και μεγάλης κλίμακας μέτρα θα περιλαμβάνουν την στήριξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας στην υγεία, αλλά και την ενίσχυση της στέγασης και της σίτισης. Θα υπάρξει εθνικός συντονισμός συσσιτίων για όσους αντιμετωπίζουν ακραία φτώχεια και παροχή μόνιμης στέγης για τους αστέγους. Στην υγεία, θα δοθεί έμφαση στην αναστροφή των καταστροφικών τάσεων της αυξανόμενης παιδικής θνησιμότητας και της πτώσης του προσδόκιμου ζωής. Για τον σκοπό αυτό θα υπάρξει εξασφαλισμένη ιατροφαρμακευτική κάλυψη για τα ευάλωτα νοικοκυριά, με απώτερο στόχο τη συνολική πληθυσμιακή κάλυψη. Θα υποστηριχθεί το δίκτυο προστασίας ανέργων, νεολαίας, εργαζομένων και συνταξιούχων, ενώ θα τεθούν οι βάσεις μιας άλλης δημογραφικής πολιτικής, όπως και μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής κοινωνικής πολιτικής.
Στα έσοδα, το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης για τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με στόχο την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και την ενίσχυση της απασχόλησης, με ταυτόχρονη αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και εκσυγχρονισμό του φοροεισπρακτικού μηχανισμού ώστε να συρρικνωθούν η φοροαποφυγή και η φοροδιαφυγή. Τα Μνημόνια έφεραν φορολογική καταιγίδα που χτύπησε βαριά την οικονομία και η οποία θα αντιστραφεί. Η παύση πληρωμών στο χρέος και η άρση της λιτότητας θα επιτρέψουν επίσης την ελάφρυνση της φορολογίας. Ακόμη, μετά από τέσσερα χρόνια πολιτικών σκληρής λιτότητας και μνημονιακών προγραμμάτων, το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής έχει βαρύνει τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, ενώ οι πλούσιοι συνεχίζουν να φοροδιαφεύγουν. Χρειάζεται, τέλος, απλοποίηση του φορολογικού συστήματος με στόχο την αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου προς όφελος των λαϊκών και εργατικών στρωμάτων, καθώς και αυστηροί μηχανισμοί για την απάλειψη της φοροδιαφυγής.
Ο ευρύτερος στόχος της δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι η ενίσχυση της συνολικής ζήτησης και προσφοράς στην οικονομίας, ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη και να ενισχυθεί η απασχόληση με κοινωνική δικαιοσύνη. Για το σκοπό αυτό απαιτείται μια καλά σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική που θα τονώσει τον αγροτικό και τον μεταποιητικό τομέα της οικονομίας. Η βιομηχανική πολιτική θα βασίζεται σε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για την ενίσχυση των υποδομών, αλλά και την αναζωογόνηση της έρευνας και της παιδείας. Χωρίς βιομηχανική πολιτική και ισχυρό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, η Ελλάδα δεν θα πάρει το νέο δρόμο ανάπτυξης που χρειάζεται.
iii. Εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος με δημόσια διοίκηση
Οι ιδιωτικές τράπεζες έχουν αποτύχει στην Ελλάδα και το κόστος της αποτυχίας τους για τη χώρα είναι τεράστιο. Οι τράπεζες, που ήδη έχουν κοινωνικοποιηθεί, αλλά μόνο ως προς τις ζημιές τους, θα εθνικοποιηθούν πλήρως και θα τεθούν υπό δημόσια διοίκηση και δημοκρατικό έλεγχο, ώστε να δημιουργηθεί ένα υγιές τραπεζικό σύστημα που θα στηρίζει την ανάπτυξη. Αυτή είναι η βαθύτερη μεταρρύθμιση που χρειάζεται σήμερα η Ελλάδα. Οι τράπεζες χρειάζονται αμέσως εξυγίανση και απαλλαγή από τα προβληματικά δάνεια με κρατική στήριξη. Ταυτόχρονα θα υπάρξει παραγραφή του χρέους των νοικοκυριών, αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με βάση κοινωνικά κριτήρια.
Το εθνικοποιημένο τραπεζικό σύστημα θα στηρίζεται σε ισχυρή ρευστότητα από την Τράπεζα της Ελλάδας, ώστε να μπορεί να παρέχει τις πιστώσεις που απαιτούνται, ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Οι τράπεζες θα παίξουν επίσης καθοριστικό ρόλο στη ενίσχυση των δημοσίων επενδύσεων και στην υλοποίηση της βιομηχανικής πολιτικής. Η ολική μεταρρύθμιση των τραπεζών θα είναι ο κύριος μοχλός της ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας και της αλλαγής της ελληνικής οικονομίας.
iv. Παραγωγική ανασυγκρότηση
H Ελλάδα διαθέτει τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες που παραμένουν αυτή τη στιγμή αναξιοποίητες. Για να απελευθερωθούν και να αλλάξει η λογική του οικονομικού μοντέλου, όπως και η θέση των εργαζομένων, χρειάζεται μια νέα στρατηγική ανάπτυξης που θα βασίζεται σε καλά σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική. Ο στόχος θα είναι η οικονομική ανόρθωση της χώρας, η αλλαγή στη δομή της οικονομίας της προς όφελος του αγροτικού και του μεταποιητικού τομέα, όπως και του εξειδικευμένου τριτογενούς τομέα, η μείωση της ανεργίας και η αύξηση των εισοδημάτων με έναν οικολογικά βιώσιμο τρόπο. Ο σχεδιασμός μιας τέτοιας στρατηγικής και η υλοποίηση της απαιτεί συλλογική προσπάθεια από κοινωνικές οργανώσεις, τμήματα του κρατικού μηχανισμού, ακαδημαϊκούς και σωματεία από ολόκληρη τη χώρα.
Η απαιτούμενη βιομηχανική πολιτική πρέπει πρώτα να λάβει υπόψη της την παρατεταμένη αποβιομηχάνιση της χώρας, που ξεκίνησε στις αρχές του 1980 και έχει γίνει δραματική, ιδίως μετά τη μαζική καταστροφής του παραγωγικού ιστού από το 2008 και μετά. Πρέπει επίσης να λάβει υπόψη της τις αντιαναπτυξιακές πολιτικές της ΕΕ και της ΟΝΕ που έχουν οδηγήσει την Ελλάδα στο σημερινό αδιέξοδο. Τέλος, πρέπει να αναγνωρίσει την κυριαρχία των μεγάλων πολυεθνικών σε βασικά τμήματα της παγκόσμιας αγοράς.
Είναι λάθος να λέγεται ότι σε συνθήκες παγκόσμιου χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού δεν μπορεί να υπάρξει στρατηγική ανάπτυξης για μια μεσαίου μεγέθους οικονομία, όπως αυτή της Ελλάδας. Η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να δώσει ώθηση στον βιομηχανικό της τομέα, δίνοντας έμφαση στην εγχώρια ζήτηση και αλλάζοντας τη σύνθεση της παραγωγής υπέρ των προϊόντων που μπορούν να εξαχθούν, αντί για τον τομέα των υπηρεσιών τον οποίο υπερτόνισε τις τελευταίες δεκαετίες. Μια τέτοια στρατηγική θα στηριχτεί αναπόφευκτα στην ενδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που παραμένουν η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα πρέπει επίσης επειγόντως να ενισχύσει τον αγροτικό τομέα, ο οποίος έχει συρρικνωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Ως μεσογειακή χώρα με προϊόντα υψηλής ποιότητας, που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες διατροφικές ανάγκες, η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει έναν ανασυγκροτημένο αγροτικό τομέα με καθοριστικό ρόλο στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την στροφή προς ένα καινούργιο μοντέλο γεωργίας. Χρειάζεται ένα μοντέλο με οικολογική κατεύθυνση, ποιοτικές καλλιέργειες και ενίσχυση της θέσης της μικρής και μεσαίας παραγωγής, στους αντίποδες της λογικής της καπιταλιστικής συγκέντρωσης της γεωργίας και της υπαγωγής της στην επιβουλή των πολυεθνικών ομίλων.
Είναι φανερό ότι μια τέτοια στρατηγική ανάπτυξης θα στηριχτεί σε συνεκτικό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και σε ένα δημόσιο πρόγραμμα στήριξης της έρευνας και της τεχνολογία. Για να μπει σε τροχιά μια τέτοια στρατηγική βασικό βήμα είναι η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και η δημιουργία δημόσιων αναπτυξιακών τραπεζών. Οι τράπεζες θα πρέπει να κινηθούν σε αναπτυξιακή κατεύθυνση και να είναι σε θέση να στηρίξουν τις δημόσιες και τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση θα περιλαμβάνει επίσης άμεσα μέτρα για την αποκατάσταση των εργασιακών δικαιωμάτων και την τόνωση του λαϊκού και εργατικού εισοδήματος. Δε νοείται υγιής ανάπτυξη χωρίς αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στον χώρο της εργασίας και δημοκρατική εξυγίανση των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Θα ληφθούν επίσης άμεσα βήματα για σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού από τα σημερινά επίπεδα εξαθλίωσης, με ταυτόχρονη ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων ώστε να αντιμετωπιστεί η αύξηση του κόστους. Η υγιής ανάπτυξη πρέπει να στηρίζεται σε ισχυρή εγχώρια ζήτηση και αυτό σημαίνει σταθερή αύξηση των μισθών.
v. Αναδιάρθρωση και εκδημοκρατισμός του κράτους με κινητοποίηση των κοινωνικών δυνάμεων
Ο υπάρχων κρατικός μηχανισμός, τα πολιτικά κόμματα και το πολιτικό προσωπικό που κυβέρνησαν την Ελλάδα για δεκαετίες είναι απολύτως ανίκανα να υλοποιήσουν αυτές τις αναγκαίες αλλαγές. Μία κυβέρνηση που επιζητεί να μετασχηματίσει τη χώρα με βάση τους υπάρχοντες θεσμούς θα αποτύχει και μάλιστα πολύ γρήγορα. Για να μπει σε μια διαφορετική τροχιά ανάπτυξης, η Ελλάδα χρειάζεται ριζικές μεταρρυθμίσεις προς μια δημοκρατική κατεύθυνση τόσο στο κράτος όσο και στο πολίτευμα της.
Το ελληνικό κράτος έχει αποδυναμωθεί ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων δεκαετιών, χάνοντας μεγάλο εύρος των δεξιοτήτων του και βασιζόμενο ολοένα και περισσότερο στους μηχανισμούς της ΕΕ. Η διαφθορά έχει αυξηθεί υπό το βάρος των συμφερόντων των μεγάλων εταιρειών και συχνά σχετίζεται με τις προμήθειες του υπερμεγέθους στρατιωτικού τομέα. Ταυτόχρονα οι κρατικοί μηχανισμοί έχουν γίνει όλο και πιο αυταρχικοί.
Ο κρατικός αυταρχισμός θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με αποφασιστικότητα, ειδικότερα στη δικαιοσύνη και στα σώματα ασφαλείας. Ταυτόχρονα θα πρέπει να βελτιώσει τις ικανότητες του στο σχεδιασμό και την υλοποίηση της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Βασικό ρόλο στη διαδικασία αυτή θα παίξει η ριζική αλλαγή στα ΜΜΕ, η απαλλαγή τους από τα διαπλεκόμενα συμφέροντα, καθώς και η λειτουργία υψηλής ποιότητας και αξιοπιστίας δημόσιων ΜΜΕ, με βασικό το ρόλο των κοινωνικών φορέων και των ίδιων των πολιτών στη λειτουργία τους.
Η διαδικασία εκδημοκρατισμού της δημόσιας ζωής και του κράτους απαιτεί την κινητοποίηση ευρύτατων κοινωνικών δυνάμεων. Κεντρική σημασία θα έχει η επαναφορά όλων των εργασιακών δικαιωμάτων που έχουν καταργηθεί, καθώς και η ανασυγκρότηση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος. Η επιτυχία του εκδημοκρατισμού θα εξαρτηθεί επίσης από την ενεργή συμμετοχή της μισθωτής εργασίας, του επιστημονικού δυναμικού, της νεολαίας, των μικρών και μεσαίων παραγωγών. Παραγωγική ανασυγκρότηση και εκδημοκρατισμός δεν είναι ουδέτερες ή απλά τεχνικές διαδικασίες, αλλά μια πορεία βαθιάς κοινωνικής αλλαγής που ενεργοποιεί όλο και ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας, απελευθερώνοντας τη δημιουργικότητά τους. Σημείο τομής σε αυτήν την πορεία είναι ο στόχος για μια νέα μια βαθιά συνταγματική τομή που θα εισαγάγει τη χώρα στην περίοδο της Δ' Ελληνικής Δημοκρατίας μέσω μιας Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης.
Η αναγκαιότητα του εθνικού νομίσματος
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα πρόγραμμα κοινωνικής αλλαγής, ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας, οικονομικής προόδου και ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη. Το πρόγραμμα αυτό είναι απολύτως αδύνατον να εφαρμοστεί εντός του πλαισίου της ΟΝΕ. Για τον λόγο αυτό, η Ελλάδα πρέπει να προετοιμαστεί για την εισαγωγή εθνικού νομίσματος. Η έξοδος από την ΟΝΕ είναι ένας δρόμος που εμπεριέχει συγκρούσεις με ισχυρότατα εγχώρια και ξένα συμφέροντα. Ο σημαντικότερος παράγοντας για μια επιτυχημένη μετάβαση σε εθνικό νόμισμα είναι η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης που θα αντλεί δύναμη από τη λαϊκή στήριξη και συμμετοχή.
Οι θετικές πλευρές της εξόδου από την ΟΝΕ
• Ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας, άρα δυνατότητα αυτόνομης παροχής ρευστότητας στην οικονομία.
• Υλοποίηση του σχεδίου ανασυγκρότησης που βασίζεται σε δημόσιες επενδύσεις και ευνοεί παράλληλα τις ιδιωτικές επενδύσεις.
• Ανάκτηση της εγχώριας αγοράς από τα εισαγόμενα προϊόντα και τόνωση των εξαγωγών.
• Αποδέσμευση της δημοσιονομικής πολιτικής από το ασφυκτικό πλαίσιο της ΟΝΕ επιτρέποντας την πραγματική άρση της λιτότητας και την αναδιανομή του πλούτου και του εισοδήματος.
• Δυνατότητα ταχύρρυθμης ανάπτυξης μετά τους πρώτους μήνες προσαρμογής.
• Δυνατότητα παραμονής στην ΕΕ, αν ο ελληνικός λαός το επιλέξει. Η Ελλάδα δεν θα απομονωθεί, αλλά θα ακολουθήσει μια διαφορετική προσέγγιση από τις χώρες του πυρήνα της ΕΕ.
Για μια επιτυχημένη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα
Η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα απαιτεί πρωτίστως πολιτική βούληση, ενεργή λαϊκή συμμετοχή, αλλά και τεχνική προετοιμασία, ώστε να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες της. Η ιστορική εμπειρία από συγκρίσιμα νομισματικά γεγονότα δείχνει ότι η ανάκαμψη αρχίζει να γίνεται ορατή μετά από λίγους μήνες.
Η ανάκαμψη θα βασιστεί καταρχήν στην ανάκτηση της εγχώριας αγοράς, με την ενδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς και στην τόνωση των εξαγωγών. Το πρώτο διάστημα θα επιτελεστεί η επούλωση από τις μνημονιακές πολιτικές, οδηγώντας σε ταχύρρυθμη ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας και αύξηση των εισοδημάτων. Αυτή θα είναι η βάση για τη μεσοπρόθεσμη ανασυγκρότηση της χώρας στο πλαίσιο του ευρύτερου προγράμματος οικονομικής και εθνικής ανασυγκρότησης.
Η Ελλάδα χρειάζεται ένα ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα που θα στηρίζεται σε δημόσιες επενδύσεις και παράλληλα θα ευνοεί τις ιδιωτικές επενδύσεις. Θα εθνικοποιηθούν οι αποτυχημένες ιδιωτικές τράπεζες, με νέα αντίληψη διοίκησης και στροφή προς τις παραγωγικές επενδύσεις. Έτσι θα δημιουργηθεί σταδιακά μια νέα σχέση ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.
Καίρια βήματα της μετάβασης
1. Η κυβέρνηση θα ανακοινώσει την αποχώρηση της χώρας από την ΟΝΕ, χωρίς παράλληλη έξοδο από την ΕΕ.
2. Ταυτόχρονα θα ανακοινωθεί αναστολή των εξωτερικών πληρωμών στο δημόσιο χρέος με στόχο τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του.
3. Το Δημόσιο θα αναλάβει άμεσα τον έλεγχο της Τράπεζας της Ελλάδος και η διοίκησή της θα αντικατασταθεί.
4. Θα εξορθολογιστούν και θα εξομαλυνθούν οι έλεγχοι που ήδη υπάρχουν στις τραπεζικές πράξεις και στις ροές κεφαλαίων προς το εξωτερικό.
5. Θα εθνικοποιηθούν οι συστημικές τράπεζες, θα τεθούν υπό δημόσια διοίκηση και θα εξυγιανθεί ο ισολογισμός τους. Θα δημιουργηθεί μηχανισμός για τη σεισάχθεια των τραπεζικών χρεών των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων με κοινωνικά κριτήρια.
6. Θα μετατραπεί το σύνολο των τραπεζικών υποχρεώσεων και περιουσιακών στοιχείων που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο στο εθνικό νόμισμα με ισοτιμία 1:1. Θα μετατραπούν και οι μισθοί με την ίδια ισοτιμία.
7. Το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί στις διεθνείς αγορές. Δύο παράγοντες θα περιορίσουν σημαντικά την υποτίμηση. Πρώτο, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ισορροπημένο γιατί η Ελλάδα έχει πλεόνασμα στο εμπόριο υπηρεσιών που αντισταθμίζει το έλλειμμα στο εμπόριο αγαθών. Δεύτερο, υπάρχουν ήδη έλεγχοι στις κεφαλαιακές ροές που περιορίζουν τη συναλλαγματική κερδοσκοπία.
8. Η υποτίμηση του νέου νομίσματος θα συμβάλλει στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας τονώνοντας την εγχώρια παραγωγή και τις εξαγωγές. Με τις εγκυρότερες εκτιμήσεις, οι επιπτώσεις στον πληθωρισμό θα κυμανθούν κοντά στο 10% για τον πρώτο χρόνο και πτωτικά κατόπι.
9. Η κυβέρνηση θα λάβει άμεσα μέτρα για την προστασία του λαϊκού εισοδήματος, όπως μείωση της φορολογίας στα καύσιμα και σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού. Μέτρα θα ληφθούν επίσης για τη στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με φορολογικές ελαφρύνσεις και πιστωτική βοήθεια, ώστε να αντιμετωπιστούν οι πιέσεις στο κόστος.
9. Τους πρώτους μήνες η τροφοδοσία της αγοράς σε ορισμένα βασικά αγαθά - φάρμακα, τρόφιμα και καύσιμα - θα απαιτήσει συντονισμένες κρατικές ενέργειες. Η Ελλάδα έχει ήδη σημαντική κάλυψη στα φάρμακα και τα τρόφιμα από εγχώριες πηγές. Έχει επίσης ικανοποιητική εγχώρια κάλυψη στην ηλεκτρική ενέργεια, αλλά θα χρειαστούν διακρατικές συμφωνίες για να αυξηθεί η διαθεσιμότητα των καυσίμων.
10. Η Ελλάδα έχει την ικανότητα να πληρώσει για τις εισαγωγές φαρμάκων, τροφίμων και καυσίμων, δεδομένου μάλιστα ότι το ισοζύγιο πληρωμών είναι σε ισορροπία. Θα χρειαστεί κρατική παρέμβαση για ιεράρχηση των εισαγωγών ώστε να ικανοποιηθούν χωρίς προβλήματα οι επείγουσες ανάγκες για φάρμακα. Δεν τίθεται θέμα «δελτίου» όπως ισχυρίζονται οι καταστροφολόγοι.
10. Η έξοδος από την ΟΝΕ θα δράσει καταλυτικά στο σημερινό άρρωστο οικονομικό μοντέλο, ευνοώντας την αντικατάσταση των εισαγωγών από εγχώρια παραγωγή και την βελτίωση των εξαγωγών. Θα απαλειφθεί επίσης η αφόρητη πίεση στους ήδη δραματικά μειωμένους μισθούς που προκαλεί ο ανταγωνισμός εντός ευρωζώνης.
12. Η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική θα σχεδιαστούν ξανά με στόχο τη μείωση της ανεργίας, την ανάκαμψη της οικονομίας και την ανασύσταση του Κοινωνικού Κράτους. Δεν τίθεται θέμα πληθωρισμού από την έκδοση χρήματος, όπως έχει δείξει η πρόσφατη εμπειρία των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Βρετανίας.
Kοινωνικός μετασχηματισμός με αναδιανομή
Η έξοδος από την Ευρωζώνη είναι όρος για την ανασυγκρότηση της χώρας και την κοινωνική πρόοδο. Αρχικά θα φέρει διαχειρίσιμες δυσκολίες, αλλά θα ανοίξει θετικές προοπτικές για την οικονομία και τις συνθήκες διαβίωσης της κοινωνικής πλειοψηφίας.
Η έξοδος θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των τραπεζικών καταθέσεων όσον αφορά τα εισαγόμενα προϊόντα, αλλά επίσης θα μειώσει και την αξία των τραπεζικών δανείων. Η ανάκαμψη της παραγωγής θα προστατεύσει τους μισθωτούς μέσω της μείωσης της ανεργίας και προοδευτικά θα οδηγήσει σε αύξηση των εισοδημάτων. Η ανάκτηση της εγχώριας αγοράς θα είναι προς όφελος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.
Οι μεσοπρόθεσμα κερδισμένοι από την έξοδο και την υλοποίηση του προγράμματος ανασυγκρότησης θα είναι η νεολαία, οι συνταξιούχοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και παραγωγικοί επιχειρηματίες, οι αγρότες, οι εργαζόμενοι και τα μεσαία στρώματα της χώρας. Οι χαμένοι της εξόδου θα είναι οι τράπεζες και τα μεγάλα διαπλεκόμενα συμφέροντα που κυβερνούν τη χώρα επί δεκαετίες.
Πλήρες κείμενο
Η αναγκαιότητα του εθνικού νομίσματος
Η ολοκληρωτική ήττα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές κατέστησε σαφές ότι το πρόγραμμα ανασυγκρότησης το οποίο χρειάζεται η χώρα είναι απολύτως αδύνατον να εφαρμοστεί εντός του πλαισίου της ΟΝΕ. Ο εκβιασμός της ρευστότητας που ασκήθηκε από την ΕΚΤ στέρησε κάθε δυνατότητα εναλλακτικής πορείας. Η Ελλάδα υποχρεώθηκε να δεχθεί το “αναπτυξιακό πρόγραμμα” της Ευρωζώνης, δηλαδή το νέο Μνημόνιο που περιλαμβάνει νεοφιλελεύθερη απορρύθμιση των αγορών, ιδιωτικοποιήσεις με την μορφή ξεπουλήματος ή με έκτακτες διαδικασίες και μείωση των μισθών και συντάξεων.
Η προοπτική που δημιουργεί το νέο Μνημόνιο για την Ελλάδα είναι απλώς τραγική. Η χώρα μας πρέπει επειγόντως να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα εθνικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης που θα περιλαμβάνει παύση πληρωμών και δαιγραφή του χρέους, άρση της λιτότητας, εθνικοποίηση των τραπεζών και συστηματική παραγωγική ανασυγκρότηση. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να προετοιμαστεί για την εισαγωγή εθνικού νομίσματος. Δεν υπάρχει άλλη επιλογή.
Από την αρχή της κρίσης, η ρήξη με την ευρωζώνη αποτέλεσε «ταμπού» της δημόσιας συζήτησης, ακόμη και μέσα στην Αριστερά. Αντί να αντιμετωπίζεται μια ορθολογική δυνατότητα και ανοιχτή προς διαβούλευση επιλογή, ξορκίστηκε και παρουσιάστηκε ως συνώνυμο της απόλυτης καταστροφής, ενώ η πραγματική καταστροφή συντελείται στο όνομα της πάση θυσία παραμονής στο ευρώ.
Μια αντιμνημονιακή κυβέρνηση δεν πρέπει να πτοηθεί από την προοπτική του εθνικού νομίσματος, αντίθετα πρέπει να προετοιμάσει τον λαό και να βρει αναγκαία θεσμικά εργαλεία για να την αντιμετωπίσει με επιτυχία. Τα δραστικά βήματα που χρειάζονται μπορούν να ανοίξουν το δρόμο για την κοινωνική και εθνική αναγέννηση μέσα από την εφαρμογή του αναγκαίου εναλλακτικού προγράμματος. Μια κυβέρνηση που αντλεί τη δύναμή της από τον λαό, δεν πρέπει να φοβηθεί την προοπτική της μετάβασης σε εθνικό νόμισμα, εάν θέλει να επιτύχει τους θεμελιώδεις στόχους της.
Η έξοδος από την ΟΝΕ δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε το όλον του προγράμματος που χρειάζεται η χώρα, αλλά ένα αναγκαίο βήμα σε μια πορεία κοινωνικής αλλαγής, ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας, οικονομικής προόδου και ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη. Εντάσσεται σε μια γενικότερη στρατηγική που βασίζεται στην ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού, την τόνωση των επενδύσεων και την ανασύσταση του κράτους πρόνοιας και δικαίου. Είναι ένα απαραίτητο βήμα για την υλοποίηση του απαραίτητου προγράμματος ανασυγκρότησης της χώρας.
Η έξοδος είναι επίσης μία πολιτικά και ηθικά δίκαιη επιλογή απέναντι στην αδιάλλακτη συμπεριφορά των δανειστών, που έχει ήδη επιβάλλει την ολοκληρωτική παράδοση της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και την αποδοχή ενός νέου μνημονίου.
Η έξοδος, τέλος, είναι ένας δρόμος που εμπεριέχει συγκρούσεις με ισχυρότατα εγχώρια και ξένα συμφέροντα. Για αυτό και ο σημαντικότερος παράγοντας για μια επιτυχημένη μετάβαση σε εθνικό νόμισμα θα είναι η αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να εφαρμόσει το πρόγραμμά της, αντλώντας δύναμη από τη λαϊκή στήριξη.
Οι θετικές πλευρές της εξόδου από την ΟΝΕ
Πιο συγκεκριμένα, οι θετικές πλευρές της εξόδου από την ΟΝΕ περιλαμβάνουν:
• Την ανάκτηση της νομισματικής κυριαρχίας που σημαίνει αυτόματα και ανάκτηση της δυνατότητας παροχής ρευστότητας προς την οικονομία. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να σπάσει η θηλιά της ΕΚΤ στην Ελλάδα και να μπει η χώρα σε τροχιά ανάκαμψης.
• Την υλοποίηση του σχεδίου ανάπτυξης που θα βασίζεται σε δημόσιες επενδύσεις, αλλά θα ευνοεί παράλληλα τις ιδιωτικές επενδύσεις. Η Ελλάδα χρειάζεται μια νέα και παραγωγική σχέση ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα ώστε να μπει σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης. Η υλοποίηση του σχεδίου θα γίνει εφικτή μετά από την ανάκτηση της παροχής ρευστότητας και σε συνδυασμό με την εθνική αποταμίευση.
• Την ανάκτηση της εγχώριας αγοράς από τα εισαγόμενα προϊόντα που θα αναζωογονήσει και θα αναβαθμίσει τον ρόλο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες παραμένουν ο κορμός της ελληνικής οικονομίας. Παράλληλα θα υπάρξει και τόνωση των εξαγωγών.
• Την αποδέσμευση του κράτους από το ασφυκτικό πλαίσιο της ΟΝΕ στο πεδίο της δημοσιονομικής και της νομισματικής πολιτικής. Θα μπορέσει έτσι να υπάρξει ουσιαστική άρση της λιτότητας, χωρίς παράλογους περιορισμούς στην έκδοση χρήματος. Θα μπορέσει επίσης το κράτος να υιοθετήσει μέτρα που θα φέρουν φορολογική δικαιοσύνη, καθώς και αναδιανομή του πλούτου και του εισοδήματος.
• Τη δυνατότητα ταχύρρυθμης ανάπτυξης μετά τους πρώτους μήνες δυσκολιών. Οι τεράστιοι ανενεργοί πόροι που δημιουργήθηκαν κατά την περίοδο της κρίσης, 2008-1015, μπορούν γρήγορα να κινητοποιηθούν, να αντιστραφεί η καταστροφική πολιτική των μνημονίων και να υπάρξει ρευστότητα. Θα υπάρξει έτσι προοπτική συστηματικής μείωσης της ανεργίας και αύξησης των εισοδημάτων.
Υπάρχει νομική τεκμηρίωση που καταδεικνύει ότι η έξοδος από την ΟΝΕ δεν ισοδυναμεί με έξοδο από την ΕΕ, ούτε ότι το πρώτο οδηγεί απαραίτητα στο δεύτερο. Η χώρα δεν θα γίνει λιγότερο ευρωπαϊκή, αλλά θα ακολουθήσει μια διαφορετική προσέγγιση από τις χώρες του πυρήνα της ΕΕ, όπως ήδη κάνουν, για παράδειγμα, η Σουηδία και η Δανία. Η έξοδος από την ΟΝΕ όχι μόνο δεν θα απομονώσει τη χώρα μας, αλλά θα της επιτρέψει να αποκτήσει ένα νέο ρόλο στη διεθνή σκηνή, με ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια, πολύ διαφορετικό από αυτόν του ασήμαντου παρία που της επιφυλάσσει η συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών.
Για μια επιτυχημένη μετάβαση στο εθνικό νόμισμα
Η μετάβαση στο εθνικό νόμισμα απαιτεί πρωτίστως πολιτική βούληση, ενεργή λαϊκή συμμετοχή, αλλά και τεχνική προετοιμασία, ώστε να αντιμετωπιστούν με επιτυχία οι δυσκολίες της και να ανοίξει ελπιδοφόρος νέος δρόμος για τη χώρα. Η ιστορική εμπειρία από προηγούμενα νομισματικά γεγονότα μεγάλης εμβέλειας, συγκρίσιμα με την έξοδο της Ελλάδας από την ΟΝΕ, δείχνει ότι η ανάκαμψη αρχίζει να γίνεται ορατή μετά από λίγους μήνες.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, η ανάκαμψη της οικονομίας θα βασιστεί καταρχήν στην ανάκτηση της εγχώριας αγοράς, με την ενδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς και στην τόνωση των εξαγωγών. Τα πρώτα δύο χρόνια θα έχει επιτελεστεί η επούλωση από τις μνημονιακές πολιτικές, οδηγώντας σε ταχύρρυθμη ανάπτυξη, μείωση της ανεργίας και αύξηση των εισοδημάτων. Αυτή θα είναι και η βάση για τη μεσοπρόθεσμη ανασυγκρότηση της χώρας στο πλαίσιο του ευρύτερου προγράμματος οικονομικής και εθνικής ανασυγκρότησης.
Για να προχωρήσει η μεσοπρόθεσμη ανασυγκρότηση της οικονομίας θα απαιτηθεί ένα ισχυρό επενδυτικό πρόγραμμα που θα στηρίζεται σε δημόσιες επενδύσεις και παράλληλα θα ευνοεί τις ιδιωτικές επενδύσεις. Θα πρέπει συνεπώς η χώρα να αναδιαρθρώσει τις αποτυχημένες ιδιωτικές τράπεζες, θέτοντάς τες υπό δημόσιο και κοινωνικό έλεγχο με νέα αντίληψη διοίκησης και στροφή προς τις παραγωγικές επενδύσεις. Έτσι θα δημιουργηθεί σταδιακά μια νέα σχέση ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα στο πεδίο της παραγωγής.
Οι πόροι για τις επενδύσεις, όπως πάντα συμβαίνει στις περιπτώσεις βιώσιμης ανάπτυξης, θα είναι κυρίως εγχώριοι και θα προέλθουν από την ενεργή κινητοποίηση της αποταμίευσης. Η ανάκτηση της δημιουργίας ρευστότητας θα απελευθερώσει το πιστωτικό σύστημα και θα ιεραρχήσει ορθολογικά τον δανεισμό, επιτρέποντας την παροχή πιστώσεων για παραγωγική ανασυγκρότηση, αντί για κατανάλωση, ακίνητα και χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία. Η χώρα θα απαλλαγεί από το βρόχο της πιστωτικής ασφυξίας, καθώς και από την κατασπατάληση των πιστώσεων που χαρακτήρισαν την περίοδο μετά το 2001.
Τέλος, είναι σημαντικό να λάβουμε υπ’ όψη ότι η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι η υποτίμηση του νομίσματος μετά την έξοδο από την ΟΝΕ θα δημιουργήσει νέες και πολλά υποσχόμενες παραγωγικές ευκαιρίες. Η Φινλανδία απέκτησε τη ΝΟΚΙΑ μετά τη μεγάλη υποτίμηση στις αρχές του ’90, ενώ η Ισλανδία φέρεται πρόσφατα να δημιουργεί έναν κλάδο ηλεκτρονικών/ πληροφορικής μετά τη δική της υποτίμηση και την τραπεζική κατάρρευση του 2000. Η Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να δημιουργήσει νέα και δυναμικά παραγωγικά πεδία μετά την έξοδο από την ΟΝΕ, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης, τις δεξιότητες και την εργατικότητα του εργατικού της δυναμικού, κυρίως των νέων.
Καίρια βήματα της μετάβασης
Στο πλαίσιο αυτό ορισμένα καίρια βήματα για τη μετάβαση σε εθνικό νόμισμα με επιτυχία είναι τα εξής:
1. Ανακοίνωση της αποχώρησης από την ΟΝΕ
Ένα κυρίαρχο κράτος έχει το δικαίωμα να επιλέξει το νόμισμα που θα χρησιμοποιεί, συνεπώς η ελληνική κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να ανακοινώσει αλλαγή του επίσημου νομίσματος. Η κυβέρνηση θα δηλώσει παράλληλα ότι η έξοδος από την ΟΝΕ δεν σημαίνει αναγκαστικά και παράλληλη έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να ζητήσει μια συνδιάσκεψη με τα άλλα μέλη της ΟΝΕ ώστε να αποφασιστεί τι είδους υποστήριξη θα μπορούσε να χορηγηθεί στην Ελλάδα για να γίνει η έξοδος με το μικρότερο κόστος για όλους. Σε κάθε περίπτωση η ελληνική κυβέρνηση θα προχωρήσει με αποφασιστικότητα στην κατεύθυνση της εξόδου από την ΟΝΕ.
2. Αναστολή εξωτερικών πληρωμών στο χρέος
Η κυβέρνηση θα ανακοινώσει ταυτόχρονα αναστολή των εξωτερικών πληρωμών στο δημόσιο χρέος, αφήνοντάς το να καταστεί ληξιπρόθεσμο. Το ελληνικό δημόσιο χρέος είναι μη βιώσιμο και έχει αποδειχθεί βρόχος για τη χώρα μας την τελευταία πενταετία. Η αναστολή πληρωμών σημαίνει πως, στην πράξη, η Ελλάδα δεν θα εξοφλήσει τα ομόλογα που κατέχει η ΕΚΤ, ούτε θα αποπληρώσει τα δάνεια του ΔΝΤ. Τα χρέη προς τον ΕΤΧΣ και τα διμερή/πολυμερή χρέη που προκύπτουν από τα προγράμματα «διάσωσης» έχουν μια μεγάλη περίοδο χάριτος και δεν προκύπτουν σημαντικές αποπληρωμές για το κεφάλαιο και τους τόκους μέχρι το 2021. Αφού οι οφειλές καταστούν ληξιπρόθεσμες, η Ελλάδα θα πρέπει να κοινοποιήσει αίτημα για ένα διεθνές συνέδριο, ώστε να ρυθμιστεί το σύνολο του χρέους της, με στόχο τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του. Σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια διαγραφής μπορεί να παίξει και η Επιτροπή Αλήθειας για το Δημόσιο Χρέος, προσφέροντας νομικά και πολιτικά επιχειρήματα για το απεχθές και μη νομιμοποιημένο χρέος. Η Ελλάδα θα απευθυνθεί επίσης και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ για στήριξη στο ζήτημα της διαγραφής του χρέους.
3. Η Ελληνική Κεντρική Τράπεζα θα περάσει στον έλεγχο της κυβέρνησης
Το Δημόσιο θα αναλάβει άμεσα τον έλεγχο της Τράπεζας της Ελλάδος, ο ισολογισμός της θα αποτιμηθεί σε εθνικό νόμισμα και η διοίκησή της θα αντικατασταθεί. Η Ελληνική Κεντρική Τράπεζα θα φύγει από το Ευρωσύστημα μετά την έξοδο της χώρας από την ΟΝΕ, αλλά υπάρχει νομική πρόβλεψη ώστε να παραμείνει μέλος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών, διευκολύνοντας έτσι τη λειτουργία της. Το καταστατικό της Τράπεζας της Ελλάδας θα αλλάξει και οι ενέργειες της θα στοχεύουν στη στήριξη της ανάπτυξης και την ενίσχυση της απασχόλησης. Εννοείται ότι θα περάσουν υπό τον έλεγχο του Δημοσίου και οποιαδήποτε συναλλαγματικά αποθέματα της ΤτΕ.
4. Έλεγχοι στις τραπεζικές πράξεις και τις ροές κεφαλαίων
Συχνά λέγεται ότι η επαναφορά του εθνικού νομίσματος θα δημιουργούσε κίνδυνο εκροής κεφαλαίων και απώλειας καταθέσεων από τις τράπεζες. Οι κίνδυνοι αυτοί μεγαλοποιούνται για να εμφανιστεί η αποχώρηση από την ΟΝΕ ως αδύνατη, ή εξαιρετικά επισφαλής. Η ιστορική εμπειρία δείχνει ότι οι έλεγχοι μπορούν να επιβληθούν με ασφάλεια και αποτελεσματικότητα, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα να χρηματοδοτούν τις ανάγκες τους οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αλλά και τα νοικοκυριά που θέλουν να ταξιδέψουν στο εξωτερικό, να έχουν ιατρική περίθαλψη εκτός Ελλάδας, ή να στείλουν τα παιδιά τους για σπουδές.
Στη χώρα μας έχουν ήδη επιβληθεί έλεγχοι στις τραπεζικές πράξεις και τις κεφαλαιακές ροές λόγω της πιστωτικής ασφυξίας που προκάλεσε η ΕΚΤ στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα. Οι έλεγχοι αυτοί επιβλήθηκαν με πρόχειρο τρόπο και είχαν κόστος για την οικονομία και την κοινωνία, χωρίς να υπάρχει πραγματικός στόχος. Έστω κι έτσι όμως, έχουν ουσιαστικά εκμηδενίσει τον κίνδυνο εκροών και απώλειας καταθέσεων για τις τράπεζες σε περίπτωση εξόδου από την ΟΝΕ.
Μετά τη σταθεροποίηση του εθνικού νομίσματος, οι έλεγχοι στις τράπεζες θα αρθούν σταδιακά, αλλά ορισμένοι έλεγχοι στις κεφαλαιακές ροές θα παραμείνουν ώστε να τονώνεται η ανάπτυξη και να μην ευνοείται η χρηματοπιστωτική κερδοσκοπία. Θα ενεργοποιηθούν παράλληλα πολιτικές όπως είναι η υιοθέτηση για μεγάλο εύρος συναλλαγών του πλαστικού χρήματος, ούτως ώστε τόσο η φοροδιαφυγή να μειωθεί, όσο και να εισαχθούν στο δημόσιο τραπεζικό σύστημα ποσά τεράστιας αξίας που κυκλοφορούν εκτός τραπεζών σήμερα στην Ελλάδα.
5. Εθνικοποίηση και αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος, με σεισάχθεια των χρεών προς τις τράπεζες
Η κυβέρνηση θα ανακοινώσει την πλήρη εθνικοποίηση των τριών από τις τέσσερις συστημικές τράπεζες στις οποίες έχει την πλειοψηφία των μετοχικών τίτλων, μετατρέποντάς τις σε κοινές μετοχές με δικαίωμα ψήφου. Οι διοικήσεις θα αντικατασταθούν και η διαδικασία της αναδιάρθρωσης των τραπεζών θα αρχίσει άμεσα. Η τέταρτη συστημική θα μπορούσε κι αυτή να τεθεί υπό δημόσια διοίκηση στη βάση του ποσοστού του μετοχικού κεφαλαίου που ήδη ελέγχει το δημόσιο, με προοπτική να αλλάξει το μετοχικό της καθεστώς σε βάθος χρόνου. Παράλληλα θα επανιδρυθεί η Αγροτική Τράπεζα για τη στήριξη του αγροτικού τομέα, δομημένη σε νέα βάση για να αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος, καθώς και το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο για την εξυπηρέτηση των μικροκαταθετών.
Το αναδιαρθρωμένο τραπεζικό σύστημα θα είναι θεμελιώδους σημασίας για την παροχή ρευστότητας και πίστωσης για επενδυτικούς σκοπούς και για τη στήριξη της κατανάλωσης. Θα συμβάλλει αποφασιστικά στην επανεκκίνηση της οικονομίας σύμφωνα με το ευρύτερο πρόγραμμα ανασυγκρότησης. Κρίσιμη για την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος θα είναι η θέσπιση μιας ειδικής τράπεζας με δημόσια χρηματοδότηση, που θα απαλλάξει τις άλλες τράπεζες από το μεγαλύτερο μέρος του όγκου των προβληματικών χρεών. Θα επιτευχθεί έτσι η «σεισάχθεια» των χρεών που έχουν απόλυτη ανάγκη τα νοικοκυριά και οι υγιείς επιχειρήσεις στη χώρα. Ταυτόχρονα θα ασκηθεί κοινωνικός έλεγχος στην διαδικασία μεταφοράς των προβληματικών δανείων στην ειδικά τράπεζα έτσι ώστε να μη μεταφερθούν «θαλασσοδάνεια» στις πλάτες του ελληνικού λαού. Θα ξεκινήσει νομική διερεύνηση της νομιμότητας της μεταφοράς κόκκινων δανείων από τις ελληνικές τράπεζες σε ξένα κερδοσκοπικά ταμεία.
6. Ισοτιμία μετατροπής και κυριαρχία του εθνικού νομίσματος
Η μετατροπή του συνόλου των τραπεζικών υποχρεώσεων και περιουσιακών στοιχείων που διέπονται από το ελληνικό δίκαιο στο εθνικό νόμισμα θα πραγματοποιηθεί με ισοτιμία 1:1. Η κυβέρνηση θα ανακοινώσει αμέσως ότι στο μέλλον δεν θα πραγματοποιεί, ούτε θα αποδέχεται πληρωμές σε ευρώ, άρα θα επιτρέψει στο εθνικό νόμισμα να αποκτήσει το μονοπώλιο του νόμιμου χρήματος μέσα σε λίγες ημέρες. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση θα ανακοινώσει την πλήρη εγγύηση των νέων καταθέσεων που θα έχουν μετατραπεί σε εθνικό νόμισμα. Η Ελλάδα θα ανακτήσει τη νομισματική της κυριαρχία και εφόσον το κράτος επιμείνει να εκτελεί και να δέχεται πληρωμές στο νέο νόμισμα, αυτό θα καθιερωθεί γρήγορα ως το λειτουργικό μέσο συναλλαγών στη χώρα. Η μνήμη της χρήσης της δραχμής και η ιστορική της διασύνδεση με τη χώρα θα διευκολύνει τη σχετική διαδικασία. Οι ανάγκες της νομισματικής κυκλοφορίας θα καλυφθούν από τις αναδιαρθρωμένες τράπεζες που θα δημιουργήσουν ρευστότητα σε εθνικό νόμισμα υποστηριζόμενες από την αναδιαρθρωμένη Κεντρική Τράπεζα.
7. Η διεθνής ισοτιμία της εθνικού νομίσματος
Το νέο νόμισμα θα αποκτήσει μια διεθνή συναλλαγματική ισοτιμία με το ευρώ μετά την διοικητική μετατροπή του σε αναλογία 1:1. Οι παγκόσμιες αγορές θα αρχίσουν αμέσως την τιμολόγηση του εθνικού νομίσματος σε σχέση με το ευρώ και άλλα νομίσματα, όπως για παράδειγμα συνέβη όταν η ζώνη του ρουβλίου και η τσέχικη νομισματική ένωση κατέρρευσαν το 1993. Το νέο νόμισμα θα υποτιμηθεί, αλλά η υποτίμηση θα λειτουργήσει ως μοχλός μεγάλης σημασίας για τις ελληνικές επιχειρήσεις στην ανάκτηση της εγχώριας αγοράς και την επέκταση των εξαγωγών, δεδομένου ότι θα λειτουργήσει ως φραγμός στις εισαγωγές. Οι εγκυρότερες εκτιμήσεις δείχνουν ότι η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας θα ξεκινήσει μέσα σε λίγους μήνες από την αλλαγή του νομίσματος. Η στήριξη του νέου νομίσματος θα γίνει στο πρώτο άμεσο διάστημα με ένα συνδυασμό εργαλείων, όπως είναι η αξιοποίηση των όποιων συναλλαγματικών διαθεσίμων της ΤτΕ, καθώς και η αξιοποίηση μέρους των 50 δις ευρώ σε χαρτονόμισμα που διακρατούνται από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
8. Οι θετικές επιπτώσεις και οι προκλήσεις της υποτίμησης
Η υποτίμηση του νέου νομίσματος θα είναι σημαντικό εργαλείο για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας. ΟΙ σχετικές μελέτες δείχνουν ότι η υποτίμηση θα έχει θετικές επιπτώσεις στη οικονομία, δημιουργώντας πλεόνασμα στο εξωτερικό ισοζύγιο και τους τονώνοντας τους ρυθμούς ανάπτυξης. Παράλληλα, η υποτίμηση δεν πρόκειται να οδηγήσει σε υψηλό πληθωρισμό γιατί η δομή της ελληνικής οικονομίας είναι τέτοια, ώστε η αύξηση των τιμών των εισαγομένων να μην περάσει πλήρως στις τελικές τιμές. Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση θα λάβει μέτρα για την προστασία του λαϊκού εισοδήματος, για παράδειγμα, τη μείωση της φορολογίας στα καύσιμα που θα αντισταθμίσει την αύξηση της τιμής από την υποτίμηση. Το πιστωτικό σύστημα θα συμβάλλει επίσης στην στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που θα αντιμετωπίζουν ακριβότερες τιμές στις εισαγόμενες πρώτες ύλες και μηχανήματα. Επίσης θα επιβληθούν και άλλα προστατευτικά μέτρα όπως εντελώς ενδεικτικά πάγωμα και μείωση των τιμών ορισμένων προϊόντων, διοικητικές παρεμβάσεις για αποτροπή κερδοσκοπικών συναλλαγών στην ακίνητη περιουσία με ενδεχόμενο ορισμό κατώτατου ποσοστού αναπροσαρμογής προς τα κάτω των τιμών στις αγοραπωλησίες και μέτρα αντιστήριξης του βιοτικού επιπέδου με παροχή κοινωνικού μισθού στους πολίτες.
Αξίζει να τονιστεί ότι σήμερα το ελληνικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι περίπου ισοσκελισμένο εξαιτίας της επταετούς ύφεσης, πράγμα που θα λειτουργήσει ως παράγοντας σταθεροποίησης του νομίσματος και θα περιορίσει το μέγεθος της υποτίμησης. Επίσης οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων θα αποτελέσουν ένα σημαντικό εμπόδιο στην κερδοσκοπία και άρα θα περιορίσουν την υποτίμηση. Η αρχική υποχώρηση της ισοτιμίας, συνεπώς, θα κρατήσει μόνο μερικές εβδομάδες, ενώ η συνολική περίοδος προσαρμογής της ισοτιμίας στο νέο της επίπεδο ίσως διαρκέσει έξι μήνες. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να τονισθεί ότι ακόμη και μια υποτίμηση της τάξης του 50% είναι αντιμετωπίσιμη, με βραχυπρόθεσμες και σχετικά περιορισμένες επιπτώσεις στον πληθωρισμό.
9. Η ασφαλής τροφοδοσία των αγορών σε βασικά είδη
Η τροφοδοσία της αγοράς σε ορισμένα βασικά αγαθά - φάρμακα, τρόφιμα και καύσιμα - θα απαιτήσει συντονισμένες κρατικές ενέργειες, οι οποίες θα διαρκέσουν σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Η Ελλάδα έχει ήδη σημαντική κάλυψη των βασικών προμηθειών τροφίμων από εγχώριες πηγές. Επιπλέον, έχει ικανοποιητική εγχώρια κάλυψη όσο αφορά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά θα χρειαστεί σίγουρα διακρατικές συμφωνίες για να αυξηθεί η διαθεσιμότητα των καυσίμων. Η Ελλάδα, τέλος, έχει καλή εγχώρια κάλυψη όσον αφορά τα φάρμακα και θα ήταν δυνατόν να δοθεί αμέσως προτεραιότητα σε βασικές εισαγωγές όσων φαρμάκων χρειάζονται επειγόντως, συμπεριλαμβανομένων και γενόσημων φαρμάκων που είναι διαθέσιμα από πολλούς προμηθευτές σε όλο τον κόσμο και ειδικότερα από χώρες των BRICS (Ινδία, Νότιος Αφρική, Βραζιλία.
Θα χρειαστούν κρατικές παρεμβάσεις για την εξασφάλιση της πρόσβασης σε ορισμένα εισαγόμενα αγαθά, χωρίς να τίθεται όμως θέμα «δελτίου» όπως ισχυρίζονται οι καταστροφολόγοι. Άλλωστε, το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών είναι ισορροπημένο και ως εκ τούτου η χώρα έχει εύλογη δυνατότητα να πληρώσει για τις εισαγωγές της. Επιπλέον, με την μετάβαση σε εθνικό νόμισμα, ο ιδιαίτερα αναπτυγμένος ελληνικός τουριστικός τομέας θα λειτουργήσει ως βασική πηγή εισροής συναλλάγματος, ενώ θα ενισχυθούν οι εξαγωγικές δυνατότητες της βιομηχανίας και της γεωργίας, που υφίστανται σήμερα τις συνέπειες της ένταξης σε ένα σκληρό νόμισμα σαν το ευρώ. Για την αντιμετώπιση του προβλήματος σχετικά με την αγορά βασικών προϊόντων είναι επίσης σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι τη στιγμή αυτή υπάρχουν τεράστιες υπο-χρησιμοποιούμενες παραγωγικές δυνατότητες από την άποψη τόσο της εργατικής δύναμης όσο και των μέσων παραγωγής, η οποία θα μπορούσε γρήγορα να αξιοποιηθούν για την τροφοδοσία της εγχώριας αγοράς.
10. Αλλαγή παραγωγικού μοντέλου
Η έξοδος από το υπερτιμημένο για τα πραγματικά δεδομένα της ελληνικής οικονομίας ευρώ μπορεί να δράσει καταλυτικά στην κατεύθυνση της αλλαγής του οικονομικού μοντέλου, ευνοώντας τη μερική αντικατάσταση των εισαγωγών από εγχώρια παραγωγή και την βελτίωση των εξαγωγών, αρχίζοντας από κλάδους όπου οι δυνατότητες είναι μεγάλες (αγροτικά προϊόντα, τουρισμός, ορισμένοι βιομηχανικοί κλάδοι κ.α.). Και αυτό χωρίς την αφόρητη πίεση στο ήδη μειωμένο εργασιακό κόστος που προκαλεί ο ανταγωνισμός εντός ευρωζώνης. Εννοείται ότι η υπόθεση της αλλαγής οικονομικού μοντέλου αποτελεί τμήμα ενός ευρύτερου σχεδίου , που θα αποτελεί την «παραγωγική ανασυγκρότηση» και το οποίο θα προϋποθέτει δραστική παρέμβαση ενός κράτους που λειτουργεί με διαφορετικά κριτήρια, κοινωνικού και περιβαλλοντικού χαρακτήρα, από τα σημερινά. Δεν νοείται λοιπόν χωρίς αντίστοιχη πολιτική αλλαγή, κατάργησης των Μνημονίων και ενίσχυσης της θέσης της κοινωνικής πλειοψηφίας.
11. Οικονομική και νομική προστασία των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών
Αμέσως μετά την ανακοίνωση της αλλαγής του νομίσματος η κυβέρνηση θα πρέπει να προσφέρει νομική και οικονομική βοήθεια σε εταιρείες και φυσικά πρόσωπα που κατέχουν συμβόλαια που διέπονται από αλλοδαπό δίκαιο. Γενικότερα, θα υπάρξει ανάγκη για οικονομική βοήθεια προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, τα νοικοκυριά και τις μεγάλες επιχειρήσεις για τις επόμενες εβδομάδες και μήνες.
12. Ανεξάρτητη δημοσιονομική πολιτική
Μετά την έξοδο η Ελλάδα θα ανακτήσει τη νομισματική και δημοσιονομική της κυριαρχία. Η δημοσιονομική και νομισματική πολιτική θα ανασχεδιαστούν με στόχο της άρση της λιτότητας και την ανάκαμψη της οικονομίας, παίρνοντας ταυτόχρονα υπ’ όψη το μικρό μέγεθος της ελληνικής οικονομίας. Η έκδοση χρήματος, όπως έχει δείξει η πρόσφατη εμπειρία των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας και της Βρετανίας, μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη χωρίς να δημιουργεί προβλήματα πληθωρισμού. Στην περίπτωση της Ελλάδας ο κίνδυνος πληθωρισμού είναι ακόμη πιο περιορισμένος δεδομένου ότι η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει βαριές υφεσιακές πιέσεις κι έχει δει την παραγωγή της να συρρικνώνεται κατά 25%. Είναι σημαντικό να αυξηθούν οι κατώτατοι μισθοί, αλλά πρέπει επίσης το οργανωμένο εργατικό κίνημα να στηρίξει την προσπάθεια μετάβασης της χώρας σε υγιέστερη βάση.
Είναι επίσης αναγκαίο να υιοθετηθούν μέτρα για την προστασία των εισοδημάτων των εργαζομένων με την κατάργηση των υψηλών φόρων στα βασικά αγαθά (πχ τρόφιμα, ρεύμα, πετρέλαιο), τη μείωση των έμμεσων φόρων στα είδη λαϊκής κατανάλωσης, την υπερφορολόγηση που επιβλήθηκε στα χρόνια του Μνημονίου (ΕΝΦΙΑ, μείωση του αφορολόγητου) και την αύξηση των παροχών για την κοινωνική προστασία των πιο αδύναμων στρωμάτων της μισθωτής εργασίας και των μεσαίων στρωμάτων. Θα χρειαστούν επίσης μέτρα, ρύθμισης των τιμών, συμπεριλαμβανομένων των ενοικίων. Η κάλυψη των αναγκών από το δημόσιο σύστημα υγείας και παιδείας, οι ευεργετικές διατάξεις για την ασφαλιστική κάλυψη εργαζομένων, των ανέργων αλλά και ελευθέρων επαγγελματιών που δεν μπορούν να πληρώσουν τις εισφορές τους λόγω κρίσης θα στηρίξουν το βιοτικό επίπεδο των θυμάτων της κρίσης και στην πραγματικότητα θα το ενισχύσουν. Μόλις η χώρα αρχίσει να ανακάμπτει, τα εισοδήματα αναμένεται να εισέλθουν σε ανοδική πορεία ειδικά εάν το εναλλακτικό πρόγραμμα ανάπτυξης αρχίσει να υλοποιείται.
Kοινωνικός μετασχηματισμός με αναδιανομή
Οι πολιτικές λιτότητας που ακολουθήθηκαν από το 2010 έχουν φορτώσει τεράστια βάρη στις πλάτες της μισθωτής εργασίας και των μεσαίων στρωμάτων, αφήνοντας την αστική τάξη πρακτικά ανέγγιχτη. Η ρήξη με τα Μνημόνια θα δώσει τη δυνατότητα να αντιμετωπιστεί η κρίση μετακυλώντας το κόστος της στους πλουσιότερους, στηρίζοντας ταυτόχρονα τον εργαζόμενο λαό και τα μεσαία στρώματα. Η εμπειρία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έδειξε στα πλατιά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας ότι κατάργηση των Μνημονίων και ανατροπή της λιτότητας δεν είναι συμβατά με την παραμονή στην ευρωζώνη.
Η έξοδος από την Ευρωζώνη όχι μόνο δεν είναι καταστροφή αλλά όρος για την ανασυγκρότηση της χώρας και την αλλαγή των κοινωνικών συσχετισμών, μέσω της εφαρμογής του εναλλακτικού προγράμματος. Πέρα από τις προσωρινές αλλά διαχειρίσιμες δυσκολίες, η έξοδος από το ευρώ ανοίγει θετικές προοπτικές για την οικονομία και τις συνθήκες διαβίωσης της κοινωνικής πλειοψηφίας εφόσον μάλιστα προετοιμάζεται και υλοποιείται από προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις.
Πιο συγκεκριμένα, η έξοδος από το ευρώ θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των τραπεζικών καταθέσεων όσον αφορά τα εισαγόμενα προϊόντα, αλλά επίσης θα μειώσει και την αξία των τραπεζικών δανείων ωφελώντας τα μεσαία στρώματα. Θα δοθεί δε, νομική κάλυψη σε εκείνους που στο πλαίσιο της καλής πίστης έχουν υπογράψει δεσμευτικές ρήτρες υπολογισμού των δανείων τους σε ευρώ. Η ανάκαμψη της παραγωγής θα προστατεύσει τους μισθωτούς λόγω της μείωσης της ανεργίας και προοδευτικά θα οδηγήσει σε αύξηση των εισοδημάτων. Η ανάκτηση της εγχώριας αγοράς θα είναι προς όφελος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Οι μεσοπρόθεσμα κερδισμένοι της εξόδου με την υλοποίηση του προγράμματος ανασυγκρότησης θα είναι η νεολαία, οι συνταξιούχοι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες και παραγωγικοί επιχειρηματίες, οι αγρότες, οι εργαζόμενοι και τα μεσαία στρώματα της χώρας. Οι χαμένοι της εξόδου θα είναι οι τράπεζες και τα μεγάλα διαπλεκόμενα συμφέροντα που κυβερνούν τη χώρα επί δεκαετίες.
Για τις κυρίαρχες δυνάμεις τα Μνημόνια και η πάση θυσία παραμονή στο ευρώ ήταν η χρυσή ευκαιρία για να πραγματοποιήσουν μια μεγάλη ανατροπή προς όφελός τους, διαλύοντας κοινωνικές και εργασιακές κατακτήσεις δεκαετιών. Για τον κόσμο της εργασίας η διαδικασία της εξόδου είναι μια ιστορική ευκαιρία για να βγει ξανά στο προσκήνιο, να αγωνιστεί και να προωθήσει την κοινωνική ανατροπή υπέρ των πολλών. Ο συνδυασμός της ενεργοποίησης του λαϊκού παράγοντα και της ύπαρξης μιας κυβέρνησης με προσανατολισμό την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας μπορεί να απελευθερώσει τεράστιες δυνάμεις, να βάλει την ελληνική κοινωνία σε νέο δρόμο και να ανοίξει το δρόμο και στους άλλους λαούς της Ευρώπης.
Αναρτήθηκε από Costas Lapavitsas στις 4:51 π.μ.
Αποστολή με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείουBlogThis!Μοιραστείτε το στο TwitterΜοιραστείτε το στο FacebookΚοινοποίηση στο Pinterest
Παρασκευή, 4 Σεπτεμβρίου 2015
Ένα πρόγραμμα κοινωνικής και εθνικής ανασυγκρότησης για την Ελλάδα
Μετά από πέντε χρόνια Μνημονίων, η Ελλάδα είναι μια κατεστραμμένη, λεηλατημένη χώρα. Xρειάζεται ένα πρόγραμμα δομικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγής στην οικονομική πολιτική το οποίο θα την βάλει σε πορεία ανάπτυξης με κοινωνική δικαιοσύνη.
Οι μνημονιακές δυνάμεις - ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ, ΝΔ, Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ - έχουν το δικό τους πρόγραμμα, δηλαδή το τρίτο Μνημόνιο που συνεχίζει την καταστροφική πορεία των δύο προηγουμένων. Το πρόγραμμα των μνημονιακών κομμάτων είναι καταδίκη για την Ελλάδα. Η χώρα χρειάζεται επειγόντως ένα αντι-μνημονιακό πρόγραμμα που θα είναι εφικτό και υλοποιήσιμο.
Το πρόγραμμα αυτό θα πρέπει σε πρώτη φάση να αντιστρέψει τις τεράστιες βλάβες που προκλήθηκαν από την πολυετή ύφεση και τις μνημονιακές πολιτικές. Θα πρέπει επίσης να προωθεί τις βαθιές εκείνες μεταρρυθμίσεις που θα βγάλουν τη χώρα από τη στρεβλή ανάπτυξη των τελευταίων δεκαετιών. Πάνω από όλα, θα πρέπει να αλλάξει την κοινωνική ισορροπία υπέρ των εργατικών και λαϊκών στρωμάτων και κατά των μεγάλων συμφερόντων που συνεχίζουν να λυμαίνονται τη χώρα.
Στο πλαίσιο αυτό παραθέτω μια ανάλυση πέντε αναπόσπαστων πλευρών του αντιμνημονιακού προγράμματος ως συμβολή στη δημόσια συζήτηση καθώς πλησιάζουν οι εκλογές.
Για κάθε καλόπιστο αναγνώστη θα προκύψει το ερώτημα αν ένα τέτοιο πρόγραμμα μπορεί να υλοποιηθεί μέσα στην Ευρωζώνη. Η απάντηση είναι ότι η υλοποίηση του ριζοσπαστικού προγράμματος είναι αδύνατη εντός της Ευρωζώνης και απαιτεί μετάβαση σε εθνικό νόμισμα. Στην αμέσως επόμενη ανάρτηση θα αναλύσω τους λόγους, τη διαδικασία και το περιεχόμενο της μετάβασης.
i. Βαθιά διαγραφή του δημοσίου χρέους
Η επίλυση του ζητήματος του χρέους είναι βασικός όρος για την ανάκαμψη της χώρας. Η εξυπηρέτηση του χρέους επιβάλλει φυσικά ένα τεράστιο ετήσιο κόστος στη γονατισμένη οικονομία. Ακόμη πιο σημαντικό όμως είναι ότι η εξυπηρέτηση του χρέους αποτελεί τον στόχο και το πλαίσιο των Μνημονίων. Οι δανειστές έχουν επιβάλλει στη χώρα μας καταστροφικές υφεσιακές πολιτικές με σκοπό να εξυπηρετείται το χρέος και όχι να ανακάμψει η οικονομία, ή να ενισχυθεί η απασχόληση και το εισόδημα. Η Ελλάδα πνίγεται από μια παράλογη οικονομική πολιτική που πηγάζει από ένα μη βιώσιμο χρέους.
Το ελληνικό χρέος θα γίνει ακόμη λιγότερο βιώσιμο μετά το τρίτο μνημόνιο, το οποίο θα αυξήσει το μέγεθος του χρέους κατά 10-25 δις ευρώ, ενώ θα συρρικνώσει το ΑΕΠ το 2015-16. Για να αλλάξουν τα πράγματα απαιτείται καταρχήν η βαθιά διαγραφή του χρέους και παράλληλα μια οικονομική πολιτική που θα τονώνει την ανάπτυξη. Αν δεν απαλλαγεί η χώρα από τις υφεσιακές πολιτικές των Μνημονίων, το χρέος της δεν θα γίνει ποτέ βιώσιμο.
Η Ελλάδα χρειάζεται άμεση αναστολή πληρωμών στο χρέος με στόχο τη διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του. Η διαγραφή είναι μια συγκρουσιακή διαδικασία που θα περιλαμβάνει εκτεταμένες διαπραγματεύσεις και νομικές διαδικασίες. Θα αντιμετωπιστεί με πλήρη διαφάνεια, που σημαίνει άμεση συμμετοχή των πολιτών, άνοιγμα των βιβλίων του δημοσίου χρέους με δημόσιο έλεγχο και άσκηση δημοκρατικού ελέγχου. Ένα χρήσιμο βήμα στη κατεύθυνση αυτή είναι η δημιουργία της Επιτροπής Αλήθειας για το Δημόσιο Χρέος, η οποία έχει ήδη κάνει σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.
ii. Άρση της λιτότητας
Η δημοσιονομική πολιτική της Ελλάδας καθορίστηκε από τα Μνημόνια που επέβαλαν δριμύτατη λιτότητα, δηλαδή μια υφεσιακή πολιτική, με περικοπή των δημοσίων δαπανών και μεγάλη αύξηση της φορολογίας. Η λιιτότητα δεν επιβλήθηκε επειδή - δήθεν - το δημόσιο χρεοκόπησε και δεν είχε λεφτά αλλά επειδή, αφενός, το μεγαλύτερο μέρος των δημοσίων εσόδων κατευθύνεται στην εξυπηρέτηση του χρέους και, αφετέρου, ο πλούτος είτε αποκρύπτεται, είτε διανέμεται υπέρ μιας μειοψηφίας. Είναι επίσης ξεκάθαρο ότι ο δανεισμός από το εξωτερικό δεν χρηματοδοτεί ούτε το κράτος, ούτε την οικονομία, αλλά κυρίως αποπληρώνει παλαιά χρέη.
Η Ελλάδα έχει τους χρηματικούς πόρους για να χρηματοδοτήσει και την ανάπτυξη και τον κοινωνικό χαρακτήρα του κράτους. Στην πράξη όμως χρηματοδοτεί - αντί των παραπάνω - τους πιστωτές και μια εσωτερική ολιγαρχία. Αυτό γίνεται από πολιτική επιλογή και όχι δήθεν αναγκαστικά.
Η λιτότητα αποδείχθηκε καταστροφική για την παραγωγή, την απασχόληση, το κράτος πρόνοιας και τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού. Μια κυβέρνηση που κινείται σε αντιμνημονιακή κατεύθυνση δεν μπορεί παρά να απορρίψει συνολικά τη δημοσιονομική λιτότητα, ακόμη και την πολιτική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών. Ο κύριος στόχος της δημοσιονομικής πολιτικής πρέπει να είναι η αναζωογόνηση της οικονομίας και όχι η εξυπηρέτηση του χρέους, ή η συμμόρφωση με τους καταστροφικούς κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας της ΟΝΕ.
Στις δαπάνες, το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής θα πρέπει να είναι η χρηματοδότηση της παραγωγικής ανασυγκρότησης, η αποκατάσταση του Κοινωνικού Κράτους και η ενίσχυση της απασχόλησης. Η παύση πληρωμών στο χρέος και η άρση της λιτότητας θα απελευθερώσουν πόρους για αποκατάσταση των δημόσιων δαπανών. Επείγοντα και μεγάλης κλίμακας μέτρα θα περιλαμβάνουν την στήριξη της πρωτοβάθμιας φροντίδας στην υγεία, αλλά και την ενίσχυση της στέγασης και της σίτισης. Θα υπάρξει εθνικός συντονισμός συσσιτίων για όσους αντιμετωπίζουν ακραία φτώχεια και παροχή μόνιμης στέγης για τους αστέγους. Στην υγεία, θα δοθεί έμφαση στην αναστροφή των καταστροφικών τάσεων της αυξανόμενης παιδικής θνησιμότητας και της πτώσης του προσδόκιμου ζωής. Για τον σκοπό αυτό θα υπάρξει εξασφαλισμένη ιατροφαρμακευτική κάλυψη για τα ευάλωτα νοικοκυριά, με απώτερο στόχο τη συνολική πληθυσμιακή κάλυψη. Θα υποστηριχθεί το δίκτυο προστασίας ανέργων, νεολαίας, εργαζομένων και συνταξιούχων, ενώ θα τεθούν οι βάσεις μιας άλλης δημογραφικής πολιτικής, όπως και μιας σύγχρονης και αποτελεσματικής κοινωνικής πολιτικής.
Στα έσοδα, το επίκεντρο της δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι μέτρα φορολογικής ελάφρυνσης για τα νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με στόχο την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος και την ενίσχυση της απασχόλησης, με ταυτόχρονη αλλαγή του νομοθετικού πλαισίου και εκσυγχρονισμό του φοροεισπρακτικού μηχανισμού ώστε να συρρικνωθούν η φοροαποφυγή και η φοροδιαφυγή. Τα Μνημόνια έφεραν φορολογική καταιγίδα που χτύπησε βαριά την οικονομία και η οποία θα αντιστραφεί. Η παύση πληρωμών στο χρέος και η άρση της λιτότητας θα επιτρέψουν επίσης την ελάφρυνση της φορολογίας. Ακόμη, μετά από τέσσερα χρόνια πολιτικών σκληρής λιτότητας και μνημονιακών προγραμμάτων, το μεγαλύτερο μέρος της προσαρμογής έχει βαρύνει τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους, ενώ οι πλούσιοι συνεχίζουν να φοροδιαφεύγουν. Χρειάζεται, τέλος, απλοποίηση του φορολογικού συστήματος με στόχο την αναδιανομή του εισοδήματος και του πλούτου προς όφελος των λαϊκών και εργατικών στρωμάτων, καθώς και αυστηροί μηχανισμοί για την απάλειψη της φοροδιαφυγής.
Ο ευρύτερος στόχος της δημοσιονομικής πολιτικής θα είναι η ενίσχυση της συνολικής ζήτησης και προσφοράς στην οικονομίας, ώστε να τονωθεί η ανάπτυξη και να ενισχυθεί η απασχόληση με κοινωνική δικαιοσύνη. Για το σκοπό αυτό απαιτείται μια καλά σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική που θα τονώσει τον αγροτικό και τον μεταποιητικό τομέα της οικονομίας. Η βιομηχανική πολιτική θα βασίζεται σε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων για την ενίσχυση των υποδομών, αλλά και την αναζωογόνηση της έρευνας και της παιδείας. Χωρίς βιομηχανική πολιτική και ισχυρό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, η Ελλάδα δεν θα πάρει το νέο δρόμο ανάπτυξης που χρειάζεται.
iii. Εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος με δημόσια διοίκηση
Οι ιδιωτικές τράπεζες έχουν αποτύχει στην Ελλάδα και το κόστος της αποτυχίας τους για τη χώρα είναι τεράστιο. Οι τράπεζες, που ήδη έχουν κοινωνικοποιηθεί, αλλά μόνο ως προς τις ζημιές τους, θα εθνικοποιηθούν πλήρως και θα τεθούν υπό δημόσια διοίκηση και δημοκρατικό έλεγχο, ώστε να δημιουργηθεί ένα υγιές τραπεζικό σύστημα που θα στηρίζει την ανάπτυξη. Αυτή είναι η βαθύτερη μεταρρύθμιση που χρειάζεται σήμερα η Ελλάδα. Οι τράπεζες χρειάζονται αμέσως εξυγίανση και απαλλαγή από τα προβληματικά δάνεια με κρατική στήριξη. Ταυτόχρονα θα υπάρξει παραγραφή του χρέους των νοικοκυριών, αλλά και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με βάση κοινωνικά κριτήρια.
Το εθνικοποιημένο τραπεζικό σύστημα θα στηρίζεται σε ισχυρή ρευστότητα από την Τράπεζα της Ελλάδας, ώστε να μπορεί να παρέχει τις πιστώσεις που απαιτούνται, ιδιαίτερα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που είναι η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Οι τράπεζες θα παίξουν επίσης καθοριστικό ρόλο στη ενίσχυση των δημοσίων επενδύσεων και στην υλοποίηση της βιομηχανικής πολιτικής. Η ολική μεταρρύθμιση των τραπεζών θα είναι ο κύριος μοχλός της ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας και της αλλαγής της ελληνικής οικονομίας.
iv. Παραγωγική ανασυγκρότηση
H Ελλάδα διαθέτει τεράστιες παραγωγικές δυνατότητες που παραμένουν αυτή τη στιγμή αναξιοποίητες. Για να απελευθερωθούν και να αλλάξει η λογική του οικονομικού μοντέλου, όπως και η θέση των εργαζομένων, χρειάζεται μια νέα στρατηγική ανάπτυξης που θα βασίζεται σε καλά σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική. Ο στόχος θα είναι η οικονομική ανόρθωση της χώρας, η αλλαγή στη δομή της οικονομίας της προς όφελος του αγροτικού και του μεταποιητικού τομέα, όπως και του εξειδικευμένου τριτογενούς τομέα, η μείωση της ανεργίας και η αύξηση των εισοδημάτων με έναν οικολογικά βιώσιμο τρόπο. Ο σχεδιασμός μιας τέτοιας στρατηγικής και η υλοποίηση της απαιτεί συλλογική προσπάθεια από κοινωνικές οργανώσεις, τμήματα του κρατικού μηχανισμού, ακαδημαϊκούς και σωματεία από ολόκληρη τη χώρα.
Η απαιτούμενη βιομηχανική πολιτική πρέπει πρώτα να λάβει υπόψη της την παρατεταμένη αποβιομηχάνιση της χώρας, που ξεκίνησε στις αρχές του 1980 και έχει γίνει δραματική, ιδίως μετά τη μαζική καταστροφής του παραγωγικού ιστού από το 2008 και μετά. Πρέπει επίσης να λάβει υπόψη της τις αντιαναπτυξιακές πολιτικές της ΕΕ και της ΟΝΕ που έχουν οδηγήσει την Ελλάδα στο σημερινό αδιέξοδο. Τέλος, πρέπει να αναγνωρίσει την κυριαρχία των μεγάλων πολυεθνικών σε βασικά τμήματα της παγκόσμιας αγοράς.
Είναι λάθος να λέγεται ότι σε συνθήκες παγκόσμιου χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού δεν μπορεί να υπάρξει στρατηγική ανάπτυξης για μια μεσαίου μεγέθους οικονομία, όπως αυτή της Ελλάδας. Η Ελλάδα πρέπει και μπορεί να δώσει ώθηση στον βιομηχανικό της τομέα, δίνοντας έμφαση στην εγχώρια ζήτηση και αλλάζοντας τη σύνθεση της παραγωγής υπέρ των προϊόντων που μπορούν να εξαχθούν, αντί για τον τομέα των υπηρεσιών τον οποίο υπερτόνισε τις τελευταίες δεκαετίες. Μια τέτοια στρατηγική θα στηριχτεί αναπόφευκτα στην ενδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που παραμένουν η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας.
Η Ελλάδα πρέπει επίσης επειγόντως να ενισχύσει τον αγροτικό τομέα, ο οποίος έχει συρρικνωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Ως μεσογειακή χώρα με προϊόντα υψηλής ποιότητας, που ανταποκρίνονται στις σύγχρονες διατροφικές ανάγκες, η Ελλάδα μπορεί να αποκτήσει έναν ανασυγκροτημένο αγροτικό τομέα με καθοριστικό ρόλο στην παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας και την στροφή προς ένα καινούργιο μοντέλο γεωργίας. Χρειάζεται ένα μοντέλο με οικολογική κατεύθυνση, ποιοτικές καλλιέργειες και ενίσχυση της θέσης της μικρής και μεσαίας παραγωγής, στους αντίποδες της λογικής της καπιταλιστικής συγκέντρωσης της γεωργίας και της υπαγωγής της στην επιβουλή των πολυεθνικών ομίλων.
Είναι φανερό ότι μια τέτοια στρατηγική ανάπτυξης θα στηριχτεί σε συνεκτικό πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων και σε ένα δημόσιο πρόγραμμα στήριξης της έρευνας και της τεχνολογία. Για να μπει σε τροχιά μια τέτοια στρατηγική βασικό βήμα είναι η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και η δημιουργία δημόσιων αναπτυξιακών τραπεζών. Οι τράπεζες θα πρέπει να κινηθούν σε αναπτυξιακή κατεύθυνση και να είναι σε θέση να στηρίξουν τις δημόσιες και τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Η παραγωγική ανασυγκρότηση θα περιλαμβάνει επίσης άμεσα μέτρα για την αποκατάσταση των εργασιακών δικαιωμάτων και την τόνωση του λαϊκού και εργατικού εισοδήματος. Δε νοείται υγιής ανάπτυξη χωρίς αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στον χώρο της εργασίας και δημοκρατική εξυγίανση των συνδικαλιστικών οργανώσεων. Θα ληφθούν επίσης άμεσα βήματα για σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού από τα σημερινά επίπεδα εξαθλίωσης, με ταυτόχρονη ενίσχυση μικρομεσαίων επιχειρήσεων ώστε να αντιμετωπιστεί η αύξηση του κόστους. Η υγιής ανάπτυξη πρέπει να στηρίζεται σε ισχυρή εγχώρια ζήτηση και αυτό σημαίνει σταθερή αύξηση των μισθών.
v. Αναδιάρθρωση και εκδημοκρατισμός του κράτους με κινητοποίηση των κοινωνικών δυνάμεων
Ο υπάρχων κρατικός μηχανισμός, τα πολιτικά κόμματα και το πολιτικό προσωπικό που κυβέρνησαν την Ελλάδα για δεκαετίες είναι απολύτως ανίκανα να υλοποιήσουν αυτές τις αναγκαίες αλλαγές. Μία κυβέρνηση που επιζητεί να μετασχηματίσει τη χώρα με βάση τους υπάρχοντες θεσμούς θα αποτύχει και μάλιστα πολύ γρήγορα. Για να μπει σε μια διαφορετική τροχιά ανάπτυξης, η Ελλάδα χρειάζεται ριζικές μεταρρυθμίσεις προς μια δημοκρατική κατεύθυνση τόσο στο κράτος όσο και στο πολίτευμα της.
Το ελληνικό κράτος έχει αποδυναμωθεί ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των τριών τελευταίων δεκαετιών, χάνοντας μεγάλο εύρος των δεξιοτήτων του και βασιζόμενο ολοένα και περισσότερο στους μηχανισμούς της ΕΕ. Η διαφθορά έχει αυξηθεί υπό το βάρος των συμφερόντων των μεγάλων εταιρειών και συχνά σχετίζεται με τις προμήθειες του υπερμεγέθους στρατιωτικού τομέα. Ταυτόχρονα οι κρατικοί μηχανισμοί έχουν γίνει όλο και πιο αυταρχικοί.
Ο κρατικός αυταρχισμός θα πρέπει να αντιμετωπισθεί με αποφασιστικότητα, ειδικότερα στη δικαιοσύνη και στα σώματα ασφαλείας. Ταυτόχρονα θα πρέπει να βελτιώσει τις ικανότητες του στο σχεδιασμό και την υλοποίηση της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Βασικό ρόλο στη διαδικασία αυτή θα παίξει η ριζική αλλαγή στα ΜΜΕ, η απαλλαγή τους από τα διαπλεκόμενα συμφέροντα, καθώς και η λειτουργία υψηλής ποιότητας και αξιοπιστίας δημόσιων ΜΜΕ, με βασικό το ρόλο των κοινωνικών φορέων και των ίδιων των πολιτών στη λειτουργία τους.
Η διαδικασία εκδημοκρατισμού της δημόσιας ζωής και του κράτους απαιτεί την κινητοποίηση ευρύτατων κοινωνικών δυνάμεων. Κεντρική σημασία θα έχει η επαναφορά όλων των εργασιακών δικαιωμάτων που έχουν καταργηθεί, καθώς και η ανασυγκρότηση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος. Η επιτυχία του εκδημοκρατισμού θα εξαρτηθεί επίσης από την ενεργή συμμετοχή της μισθωτής εργασίας, του επιστημονικού δυναμικού, της νεολαίας, των μικρών και μεσαίων παραγωγών. Παραγωγική ανασυγκρότηση και εκδημοκρατισμός δεν είναι ουδέτερες ή απλά τεχνικές διαδικασίες, αλλά μια πορεία βαθιάς κοινωνικής αλλαγής που ενεργοποιεί όλο και ευρύτερα στρώματα της κοινωνίας, απελευθερώνοντας τη δημιουργικότητά τους. Σημείο τομής σε αυτήν την πορεία είναι ο στόχος για μια νέα μια βαθιά συνταγματική τομή που θα εισαγάγει τη χώρα στην περίοδο της Δ' Ελληνικής Δημοκρατίας μέσω μιας Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης.
costaslapavitsas.blogspot.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου