Βρείτε όλο το κείμενο σε μορφή PDF εδώ
Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα, τον Ιούνιο του 2015, μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Έχει να επιλέξει ανάμεσα στη συνέχεια των αποτυχημένων προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής, που της επέβαλαν οι δανειστές και το να προχωρήσει, σπάζοντας τα δεσμά του χρέους, σε μια αληθινή αλλαγή. Πέντε χρόνια αφότου ξεκίνησαν τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, η χώρα παραμένει βυθισμένη σε κρίση: οικονομική και κοινωνική, οικολογική και δημοκρατική. Το μαύρο κουτί του χρέους μένει σφραγισμένο και μέχρι πρότινος κανένας επίσημος φορέας, ελληνικός ή διεθνής, δεν επιδίωξε να φέρει στο φως την αλήθεια για το πώς και γιατί η χώρα καθυποτάχθηκε στο καθεστώς των δανειστών. Το χρέος, στο όνομα του οποίου ισοπεδώθηκαν τα πάντα, παραμένει ο γνώμονας της νεοφιλελεύθερης προσαρμογής, που οδήγησε στη βαθύτερη και πιο μακρόχρονη ύφεση σε ευρωπαϊκό έδαφος και σε καιρό ειρήνης.
Επείγει, λοιπόν, να εξετασθεί μεθοδικά και είναι κοινωνική μας ευθύνη, να εξεταστούν σε βάθος μια σειρά νομικών, κοινωνικών και οικονομικών ζητημάτων σε σχέση με το χρέος. Για να ανταποκριθεί σ’ αυτή την ανάγκη, η Βουλή των Ελλήνων σύστησε τον Απρίλιο του 2015 την Επιτροπή Αλήθειας Δημοσίου Χρέους. Η εντολή που ανατέθηκε στην Επιτροπή Αλήθειας ήταν να διερευνήσει πώς δημιουργήθηκε και διογκώθηκε το δημόσιο χρέος, με ποιους τρόπους και για ποιους λόγους συνήφθη και πώς επηρέασαν την οικονομία και τη ζωή του ελληνικού λαού οι αυστηροί όροι (αιρεσιμότητες, conditionalities), οι οποίοι τέθηκαν ως προϋποθέσεις για τη χορήγηση των νέων δανείων. Και, επίσης, να κάνει γνωστά στο εσωτερικό και το εξωτερικό τα ζητήματα που συνδέονται με το ελληνικό δημόσιο χρέος, καθώς και να διερευνήσει ποιες επιλογές υπάρχουν για την κατάργησή του και ποια επιχειρήματα μπορούν να διατυπωθούν σχετικά.
Η Επιτροπή Αλήθειας παρουσιάζει στην Προκαταρκτική Έκθεση τα προσωρινά της πορίσματα, τα οποία δείχνουν ότι ολόκληρο το πρόγραμμα προσαρμογής, στο οποίο καθυποτάχθηκε η Ελλάδα, ήταν και παραμένει ένα πρόγραμμα με σαφείς πολιτικές στοχεύσεις. Ο τεχνικός χαρακτήρας των μακροοικονομικών μεταβλητών και των προβλέψεων για την εξέλιξη του χρέους επέτρεψε, μολονότι αυτοί οι αριθμοί επηρεάζουν άμεσα τη ζωή και την ίδια την επιβίωση των ανθρώπων, οι συζητήσεις για το χρέος να μείνουν μέχρις στιγμής σε τεχνικό επίπεδο και ειδικότερα να εστιαστούν στο ερώτημα αν οι πολιτικές που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα διευκολύνουν την αποπληρωμή του χρέους. Αυτήν ακριβώς την επιχειρηματολογία αμφισβητούν τα ευρήματα της Έκθεσης.
Όλα τα στοιχεία που παρουσιάζουμε στην Προκαταρκτική Έκθεση καταδεικνύουν ότι η Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι σε θέση να πληρώσει το χρέος, αλλά και δεν πρέπει να το πληρώσει. Πρωτίστως, διότι το χρέος που προκάλεσαν οι ρυθμίσεις που επέβαλε η Τρόικα παραβιάζει ευθέως τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα δεν πρέπει να πληρώσει αυτό το χρέος διότι είναι παράνομο, αθέμιτο και επονείδιστο.
Η Επιτροπή διαπίστωσε, επίσης, ότι η μη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους ήταν εξαρχής προδήλως γνωστή στους διεθνείς δανειστές, τις ελληνικές αρχές και τα συστημικά μέσα ενημέρωσης. Παρ’ όλα αυτά, οι ελληνικές αρχές, μαζί με κάποιες κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνωμότησαν το 2010 ενάντια στην αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, προκειμένου να προστατεύσουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Τα συστημικά μέσα μαζικής ενημέρωσης απέκρυψαν την αλήθεια από τους πολίτες, παριστάνοντας ότι δήθεν η διάσωση αφορούσε την Ελλάδα και όχι τις τράπεζες και συνάμα εξυφαίνοντας μια αφήγηση που στόχευε να εμφανίσει τον ελληνικό πληθυσμό ως δήθεν άξιο των αδικοπραξιών των δανειστών.
Το ποσό που διατέθηκε μέσω των προγραμμάτων «διάσωσης» (μνημονίων) του 2010 και του 2012 ελέγχονταν από το εξωτερικό μέσα από περίπλοκες διευθετήσεις, οι οποίες απέκλειαν κάθε δημοσιονομική αυτονομία. Οι δανειστές υπαγόρευσαν αυστηρά τον τρόπο διάθεσης των δανειακών κεφαλαίων «διάσωσης», εκ των οποίων μόνο ένα ελάχιστο τμήμα, λιγότερο από το 10%, κατευθύνθηκε στην κάλυψη των τρεχουσών δημόσιων δαπανών.
Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα, τον Ιούνιο του 2015, μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Έχει να επιλέξει ανάμεσα στη συνέχεια των αποτυχημένων προγραμμάτων μακροοικονομικής προσαρμογής, που της επέβαλαν οι δανειστές και το να προχωρήσει, σπάζοντας τα δεσμά του χρέους, σε μια αληθινή αλλαγή. Πέντε χρόνια αφότου ξεκίνησαν τα προγράμματα οικονομικής προσαρμογής, η χώρα παραμένει βυθισμένη σε κρίση: οικονομική και κοινωνική, οικολογική και δημοκρατική. Το μαύρο κουτί του χρέους μένει σφραγισμένο και μέχρι πρότινος κανένας επίσημος φορέας, ελληνικός ή διεθνής, δεν επιδίωξε να φέρει στο φως την αλήθεια για το πώς και γιατί η χώρα καθυποτάχθηκε στο καθεστώς των δανειστών. Το χρέος, στο όνομα του οποίου ισοπεδώθηκαν τα πάντα, παραμένει ο γνώμονας της νεοφιλελεύθερης προσαρμογής, που οδήγησε στη βαθύτερη και πιο μακρόχρονη ύφεση σε ευρωπαϊκό έδαφος και σε καιρό ειρήνης.
Επείγει, λοιπόν, να εξετασθεί μεθοδικά και είναι κοινωνική μας ευθύνη, να εξεταστούν σε βάθος μια σειρά νομικών, κοινωνικών και οικονομικών ζητημάτων σε σχέση με το χρέος. Για να ανταποκριθεί σ’ αυτή την ανάγκη, η Βουλή των Ελλήνων σύστησε τον Απρίλιο του 2015 την Επιτροπή Αλήθειας Δημοσίου Χρέους. Η εντολή που ανατέθηκε στην Επιτροπή Αλήθειας ήταν να διερευνήσει πώς δημιουργήθηκε και διογκώθηκε το δημόσιο χρέος, με ποιους τρόπους και για ποιους λόγους συνήφθη και πώς επηρέασαν την οικονομία και τη ζωή του ελληνικού λαού οι αυστηροί όροι (αιρεσιμότητες, conditionalities), οι οποίοι τέθηκαν ως προϋποθέσεις για τη χορήγηση των νέων δανείων. Και, επίσης, να κάνει γνωστά στο εσωτερικό και το εξωτερικό τα ζητήματα που συνδέονται με το ελληνικό δημόσιο χρέος, καθώς και να διερευνήσει ποιες επιλογές υπάρχουν για την κατάργησή του και ποια επιχειρήματα μπορούν να διατυπωθούν σχετικά.
Η Επιτροπή Αλήθειας παρουσιάζει στην Προκαταρκτική Έκθεση τα προσωρινά της πορίσματα, τα οποία δείχνουν ότι ολόκληρο το πρόγραμμα προσαρμογής, στο οποίο καθυποτάχθηκε η Ελλάδα, ήταν και παραμένει ένα πρόγραμμα με σαφείς πολιτικές στοχεύσεις. Ο τεχνικός χαρακτήρας των μακροοικονομικών μεταβλητών και των προβλέψεων για την εξέλιξη του χρέους επέτρεψε, μολονότι αυτοί οι αριθμοί επηρεάζουν άμεσα τη ζωή και την ίδια την επιβίωση των ανθρώπων, οι συζητήσεις για το χρέος να μείνουν μέχρις στιγμής σε τεχνικό επίπεδο και ειδικότερα να εστιαστούν στο ερώτημα αν οι πολιτικές που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα διευκολύνουν την αποπληρωμή του χρέους. Αυτήν ακριβώς την επιχειρηματολογία αμφισβητούν τα ευρήματα της Έκθεσης.
Όλα τα στοιχεία που παρουσιάζουμε στην Προκαταρκτική Έκθεση καταδεικνύουν ότι η Ελλάδα όχι μόνο δεν είναι σε θέση να πληρώσει το χρέος, αλλά και δεν πρέπει να το πληρώσει. Πρωτίστως, διότι το χρέος που προκάλεσαν οι ρυθμίσεις που επέβαλε η Τρόικα παραβιάζει ευθέως τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα των Ελλήνων πολιτών. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα δεν πρέπει να πληρώσει αυτό το χρέος διότι είναι παράνομο, αθέμιτο και επονείδιστο.
Η Επιτροπή διαπίστωσε, επίσης, ότι η μη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους ήταν εξαρχής προδήλως γνωστή στους διεθνείς δανειστές, τις ελληνικές αρχές και τα συστημικά μέσα ενημέρωσης. Παρ’ όλα αυτά, οι ελληνικές αρχές, μαζί με κάποιες κυβερνήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνωμότησαν το 2010 ενάντια στην αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους, προκειμένου να προστατεύσουν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Τα συστημικά μέσα μαζικής ενημέρωσης απέκρυψαν την αλήθεια από τους πολίτες, παριστάνοντας ότι δήθεν η διάσωση αφορούσε την Ελλάδα και όχι τις τράπεζες και συνάμα εξυφαίνοντας μια αφήγηση που στόχευε να εμφανίσει τον ελληνικό πληθυσμό ως δήθεν άξιο των αδικοπραξιών των δανειστών.
Το ποσό που διατέθηκε μέσω των προγραμμάτων «διάσωσης» (μνημονίων) του 2010 και του 2012 ελέγχονταν από το εξωτερικό μέσα από περίπλοκες διευθετήσεις, οι οποίες απέκλειαν κάθε δημοσιονομική αυτονομία. Οι δανειστές υπαγόρευσαν αυστηρά τον τρόπο διάθεσης των δανειακών κεφαλαίων «διάσωσης», εκ των οποίων μόνο ένα ελάχιστο τμήμα, λιγότερο από το 10%, κατευθύνθηκε στην κάλυψη των τρεχουσών δημόσιων δαπανών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου