Της Ρόζας Λούξεμπουργκ Από το βιβλίο της «Γενική Απεργία, Συνδικάτα»
Το κείμενο που ακολουθεί είναι αποσπάσματα από το βιβλίο «Γενική Απεργία, Συνδικάτα» της μεγάλης Γερμανίδας επαναστάτριας Ρόζας Λούξεμπουργκ. Με το έργο της αυτό, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, έβγαλε τα μαθήματα του επαναστατικού μαρξισμού από την πρώτη επανάσταση των ρώσων εργατών, τον Οκτώβρη του 1905. Επανάσταση που την έπνιξε στο αίμα η τσαρική απολυταρχία, αλλά αποτέλεσε τον «πρόλογο και γενική δοκιμή» της νικηφόρας προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης του Οκτώβρη του 1917.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ δολοφονήθηκε στις 15 Γενάρη του 1919, μαζί με τον Κάρλ Λήμπκνεχτ, από τις αντεπαναστατικές ορδές που εξαπέλυσε η κυβέρνηση Έμπερτ - Σαϊντεμαν, της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, ενάντια στην επανάσταση των γερμανών εργατών.
Τιμώντας την αθάνατη μνήμη τους, θα δημοσιεύσουμε μια σειρά κείμενά τους, που διατηρούν και σήμερα όλη τους την αξία, στην πάλη για την οικοδόμηση του κόμματος της προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης.
...Είναι αδύνατον να «προπαγανδίσουμε» τη μαζική απεργία σαν αφηρημένο μέσο πάλης, όπως ακριβώς είναι αδύνατο να «προπαγανδίσουμε» την «Επανάσταση» και «μαζική απεργία». Είναι ιδέες που αυτές καθαυτές δεν είναι παρά μια εξωτερική μορφή της πάλης των τάξεων, μορφή που η έννοιά της και το περιεχόμενό της βρίσκονται σε συσχετισμό με καταστάσεις πολιτικές, πολύ καθορισμένες.
Αν κάποιος του ερχότανε ν’ αναλάβει να κάμει μια ταχτική ζύμωση πάνω στη μαζική απεργία, ως μορφή προλεταριακής πάλης και να εξαπλώσει αυτή την «ιδέα» για να κερδίσει υπέρ αυτής σιγά - σιγά την εργατική τάξη, αυτό θα ήταν απασχόληση τόσο άχρηστη, μάταιη και ανούσια, όσο και η απασχόληση εκείνου που θα ήθελε να κάμει μια ειδική ζύμωση πάνω στην ιδέα της Επανάστασης, η της μάχης στα οδοφράγματα. Αν η μαζική απεργία έχει σήμερα γίνει το κέντρο του ζωηρού ενδιαφέροντος της γερμανικής και της διεθνούς εργατικής τάξης, αυτό συμβαίνει γιατί αντιπροσωπεύει μια καινούργια μορφή πάλης και σαν τέτοια είναι το βέβαιο σύμπτωμα μιας βαθιάς εσωτερικής μεταβολής, που έγινε στις σχέσεις των τάξεων και στις συνθήκες της πάλης των τάξεων. Αν η μάζα των προλεταρίων μας καταπιάνεται με τόσο φλογερό ενδιαφέρον με το νέο τούτο πρόβλημα, αυτό φανερώνει πως έχουνε σίγουρο επαναστατικό ένστιχτο και νοημοσύνη δυνατή.
Μα σ’ αυτό το ενδιαφέρον τους σ’ αυτή την ανώτερη πνευματική δίψα, σ’ αυτή την ορμή των εργατών προς την επαναστατική δράση, δεν θα απαντήσουμε γράφοντας, με την βοήθεια μιας αφηρημένης εγκεφαλικής γυμναστικής, διατριβές πάνω στο αν είναι δυνατή η δεν είναι η γενική απεργία. Θα ανταποκριθούμε σε αυτή μόνο όταν εξηγήσουμε στους εργάτες την πορεία της Ρώσικης επανάστασης στη διεθνή της σημασία, την όξυνση των ταξικών αντιθέσεων στη Δυτική Ευρώπη, τις νέες πολιτικές προοπτικές της πάλης των τάξεων στη Γερμανία, το ρόλο και τα καθήκοντα της μάζας μέσα στους αγώνες που έρχονται. Μόνο μ’ αυτή τη μορφή η συζήτηση πάνω στη μαζική απεργία θα οδηγήσει στο να φαρδύνει ο πνευματικός ορίζοντας του προλεταριάτου, να ακονισθέ η ταξική συνείδηση, να γίνουν βαθύτερες οι ιδέες του και να δυναμώσει η ενεργητικότητά του στη δράση…
«Αδελφικά αγκαλιάσματα, κραυγές ενθουσιασμού και έκστασης, τραγούδια για την ελευθερία, γέλια χαρωπά, αγαλλίαση και διαχύσεις χαρμόσυνες ακούονταν μέσα στο πλήθος εκείνο με τις χιλιάδες κεφάλια, που ξεχύνονταν στην πόλη από το πρωί ως το βράδυ. Τα αισθήματα ήσαν εξευγενισμένα. Μπορούσε σχεδόν να πιστέψεις πως μια καινούργια και καλύτερη ζωή άρχιζε πάνω στη γη. Θέαμα βαθύτατα συγκινητικό και ταυτόχρονα ειδυλλιακό και δραματικό»
Έτσι έγραφε (για την μεγάλη πρώτη γενική απεργία της Νότιας Ρωσίας που ξέσπασε το καλοκαίρι του 1903) ο τότε ανταποκριτής της «Οσβομποζντένιε» φιλελευθέρου οργάνου του κ. Στρούβε.
Το 1904 έφερνε από την αρχή του τον πόλεμο (ρωσοϊαπωνικό) και για λίγο καιρό έφερε μια παύση στα κινήματα της μαζικής απεργίας (που συνεχίζονταν απ’ τα 1896). Στην αρχή απλώθηκε στη χώρα ένα θολό κύμα από «πατριωτικές» εκδηλώσεις οργανωμένες από την αστυνομία. Η «φιλελεύθερη» αστική κοινωνία στην αρχή τσαλαπατήθηκε από τον επίσημο τσαρικό σωβινισμό. Μα σε λίγο η σοσιαλδημοκρατία ξανακαταλαμβάνει το πεδίο της μάχης. Στις αστυνομικές διαδηλώσεις του πατριωτικού συρφετού αντιτάσσονται επαναστατικές εργατικές διαδηλώσεις. Στο τέλος οι επαίσχυντες ήττες των στρατευμάτων του Τσάρου ξυπνούνε κι αυτή τη φιλελεύθερη αστική κοινωνία από το μούδιασμά της. Αρχίζει η εποχή των συνεδρίων, των συμποσίων, των αγορεύσεων, των δεξιώσεων και των μανιφέστων της φιλελεύθερης και δημοκρατικής μπουρζουαζίας Η απολυταρχία που για μια στιγμή είχε καταπλακωθεί από την τροπή της ήττας, αφήνει αυτούς τους κυρίους να πιστεύουνε στη παρακμή της κι’ εκείνοι αρχίζουν κιόλας να βλέπουν, μπρος στα μάτια τους τον φιλελεύθερο παράδεισο. Ο φιλελευθερισμός καταλαμβάνει το πολιτικό προσκήνιο για μισό χρόνο, το προλεταριάτο επισκιάζεται. Αλλά η απολυταρχία ύστερα από μακρά κατάπτωση ξαναπαίρνει πάνω της, η καμαρίλα μαζεύει τις δυνάμεις της και με μια μόνο καλή κλωτσιά των Κοζάκων τον Δεκέμβρη του 1904 όλη η φιλελεύθερη δράση ξαναχώνεται στη τρύπα της. Τα συμπόσια, οι λόγοι, τα συνέδρια απαγορεύονται με μια μονοκονδυλιά, σαν «τολμηρή απάντηση» και ξάφνου ο αστικός φιλελευθερισμός, χάνει τον μπούσουλά του. Μα ακριβώς την ώρα που ο φιλελευθερισμός, έχασε το νήμα αρχίζει η δράση του προλεταριάτου. Το Δεκέμβρη του 1904 ξεσπάει, απ’ αφορμή την ανεργία, η μεγαλειώδης γενική απεργία του Μπακού. Η εργατική τάξη και πάλι καταλαβαίνει το πεδίο της μάχης. Μόλις απαγορεύτηκε και σώπασε ο λόγος ξανάρχισε η δράση. Στο Μπακού για πολλές βδομάδες που βάσταξε η γενική απεργία, η σοσιαλδημοκρατία εκυριάρχησε απόλυτα στη κατάσταση και τα τόσο εξαιρετικά γεγονότα του Δεκέμβρη στο Καύκασο θα είχαν προκαλέσει μεγάλη συγκίνηση, αν δεν τα ξεπερνούσε γρήγορα το κύμα της επανάστασης που ανέβαινε και που σ’ αυτό, εκείνα τα γεγονότα, είχαν δώσει την ορμητικότητα. Οι φανταστικές και συγχυσμένες διαδόσεις για την γενική απεργία του Μπακού δεν είχαν ακόμη φτάσει σε όλες τις γωνιές της αυτοκρατορίας, όταν τον Ιανουάριο του 1905 ξέσπασε η μαζική απεργία της Πετρούπολης.
Και σ’ αυτή, η αφορμή , όπως ξέρουμε ήταν ασήμαντη. Δύο εργάτες στα εργοστάσια Πουτίλωφ απολύθηκαν επειδή ανήκαν στη «νόμιμη» ένωση εργατών, που ιδρύθηκε από κυβερνητικούς πράκτορες κατά το πρόγραμμα του περίφημου αστυνομικού Ζουμπάτωφ. Το αυστηρό αυτό μέτρο προκάλεσε στις 16 Ιανουαρίου μια απεργία αλληλεγγύης όλων των εργατών στο εργοστάσιο Πουτίλωφ, 12000 εργατών. Οι σοσιαλδημοκράτες άρχισαν μέσα στην απεργία μια ζωηρή ζύμωση για την επέκταση των διεκδικήσεων και θέσανε το αίτημα του οκταώρου, του δικαιώματος συνεταιρισμού, ελευθερίας λόγου, τύπου κλπ. Η ζύμωση στα εργοστάσια Πουτίλωφ επεκτάθηκε γοργά σε όλους τους προλετάριους και μέσα σε λίγες μέρες 140000 εργάτες απεργούσαν. Συζητήσεις κοινές και διαπραγματεύσεις καταλήξανε στην επεξεργασία του προλεταριακού εκείνου χάρτου των πολιτικών ελευθεριών, που είχε επικεφαλής, το οκτάωρο και που με αυτόν τον χάρτη 200000 εργάτες οδηγούμενοι στις 22 Ιανουαρίου από τον παπά Γκαπόνε παρελάσανε μπρος στα ανάκτορα του Τσάρου. Μέσα σε μια βδομάδα η σύγκρουση για τους δύο απολυμένους εργάτες του Πουτίλωφ μετατράπηκε σε πρόλογο της πιο μεγάλης Επανάστασης των νεωτέρων χρόνων.
Τα γεγονότα που επακολουθήσανε είναι γνωστά: Η σφαγή αόπλων διαδηλωτών απεργών στην Πετρούπολη προκάλεσε τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο γιγάντιες μαζικές απεργίες και γενικές απεργίες σε όλα τα βιομηχανικά κέντρα και τις πόλεις της Ρωσίας, Πολωνίας, Λιθουανίας, στις Βαλτικές επαρχίες, στον Καύκασο, στη Σιβηρία, από τον Βορρά στο Νότο κι’ από την Ανατολή σε Δύση...
... Η 22 Ιανουαρίου 1905 που διέλυσε την Ένωση του παπά Γκαπόνε σημείωσε μια μεγάλη στροφή. Η μάζα των εργατών, οδηγημένη από τα γεγονότα έμαθε να εκτιμά την σπουδαιότητα των οργανώσεων και κατάλαβε πως μόνοι αυτοί οι ίδιοι οι εργάτες μπορούσαν να τις δημιουργήσουν. Σε συνάφεια άμεση με το απεργιακό κίνημα του Ιανουαρίου γεννιέται στην Πετρούπολη το πρώτο συνδικάτο: Το συνδικάτο των τυπογράφων...
Έτσι, η μεγάλη οικονομική πάλη, που αφετηρία της ήταν η γενική απεργία του Ιανουαρίου, απετέλεσε για την Επανάσταση ένα πλατύτατο υπέδαφος, όπου επάνω γίνονταν ολοένα και πιο πυκνά και σε μια αμοιβαία σχέση δράσης και αντίδρασης με την πολιτική ζύμωση και με τα εξωτερικά γεγονότα της Επανάστασης, άλλοτε μεμονωμένες εκρήξεις εδώ και εκεί, άλλοτε γενικές και αξιοσημείωτες πράξεις του προλεταριάτου. Από εκεί τροφοδοτούνται οι φλόγες αλληλοδιάδοχα.
Την 1 Μαΐου 1905 στη Βαρσοβία μια απεργία απόλυτα γενική, πρωτοφανής ως τότε, συνοδευμένη από μια ειρηνική διαδήλωση μαζών τελειώνει με μια αιματερή συνάντηση του άοπλου πλήθους και στρατού.
Τον Ιούνιο, στο Λοτζ, μια ομαδική εκδρομή που διασκορπίστηκε από το στρατό, οδηγεί σε μια διαδήλωση 100.000 εργατών στην κηδεία μερικών από τα θύματα του στρατιωτικού συρφετού, σε μια νέα συνάντηση με το στρατό και τέλος στη γενική απεργία που στις 23, 24 και 25 μετατράπηκε σε μάχη οδοφραγμάτων, την πρώτη τέτοια μάχη μέσα στο βασίλειο των Τσάρων. Τον Ιούνιο, επίσης, ξεσπά, στο λιμάνι της Οδησσού απ’ αφορμή ενός ασήμαντου επεισοδίου πάνω στο θωρηκτό Ποτέμκιν, η πρώτη μεγάλη στάση των ναυτών της μοίρας του Ευξείνου, που ο αντίκτυπός της ήταν μια τεράστια μαζική απεργία στην Οδησσό και στο Νικολάγιεφ. Άλλες αντηχήσεις ακολουθούν: μαζική απεργία και στάση των πληρωμάτων στην Κροστάνδη, στο Λιμπάν, στο Βλαδιβοστόκ.
Τον Οκτώβρη του 1905 γίνεται μια μεγαλειώδης δοκιμή στη Πετρούπολη για την εισαγωγή του οκταώρου. Το Συμβούλιο των εργατικών αντιπροσώπων αποφασίζει να εισαγάγει επαναστατικά την 8ωρη εργάσιμη ημέρα στην Πετρούπολη, δηλαδή μια ορισμένη ημέρα όλοι οι εργάτες της πόλης να δηλώσουν στους εργοδότες τους, ότι δεν θέλουν πια να εργάζονται πάνω από 8 ώρες και ότι στην ορισμένη ώρα θα αφήσουν τη δουλειά. Η ιδέα αυτή δίνει αφορμή για μια ζωηρότερη ζύμωση. Το προλεταριάτο τη δέχεται με ενθουσιασμό και τη θέτει για εκτέλεση, αψηφώντας και τις πιο μεγάλες θυσίες. Έτσι λ.χ για τους υφαντουργούς που δούλευαν 11ώρες και με το κομμάτι, το 8ωρο ήταν χάσιμο ενός μεγάλου μέρους από το μισθό τους και όμως δέχτηκαν αδίσταχτα να το χάσουν. Μέσα σε μια βδομάδα το 8ωρο βασιλεύει σε όλες τις φάμπρικες και τα εργαστήρια της Πετρούπολης και η χαρά της εργατικής τάξης δεν γνωρίζει όρια. Σε λίγο όμως οι εργοδότες, που στην αρχή αιφνιδιαστήκανε, προετοιμάζονταν για την άμυνα: Παντού απειλούν να κλείσουν τα εργοστάσια. Ένα μέρος από εργάτες πέφτει σε διαπραγματεύσεις και δέχεται αλλού το 10ωρο, αλλού 9ωρο. Η αφρόκρεμα, όμως, του προλεταριάτου της Πετρούπολης, οι εργάτες των μεγάλων μεταλλουργικών εργοστασίων του κράτους μένουν ακλόνητοι . Γίνεται λοκ-άουτ που ρίχνει στο δρόμο 45-50.000 εργάτες ένα ολόκληρο μήνα. Μ’ αυτή την κατάληξη η κίνηση για το 8ωρο μπαίνει μέσα στη γενική μαζική απεργία του Δεκέμβρη, η οποία σε μεγάλο βαθμό εξαπολύθηκε από το μεγάλο λοκ-άουτ.
Ωστόσο, στο αναμεταξύ και σαν απάντηση στο σχέδιο της Δούμας Βουλιγουϊν, έρχεται μέσα στον Οκτώβρη η δεύτερη γενική απεργία μαζών, που αγκαλιάζει όλη την αυτοκρατορία και που το σύνθημά της το δίνουνε πρώτοι οι σιδηροδρομικοί. Η δεύτερη αυτή μεγάλη επαναστατική ενέργεια του ρώσικου προλεταριάτου παρουσιάζει ένα χαραχτήρα ουσιωδώς διαφορετικό από την πρώτη του Ιανουαρίου 1905. Το στοιχείο της πολιτικής συνείδησης, παίζει εδώ ένα ρόλο πολύ πιο μεγάλο. Πραγματικά κι’ εδώ την πρώτη αφορμή στη μαζική απεργία την έδωσαν λόγοι δευτερεύοντες και φαινομενικά τυχαίοι: Διαφωνία των σιδηροδρομικών με την διεύθυνση για το ταμείο συντάξεων. Αλλά η εξέγερση η γενική του προλεταριάτου, που επακολούθησε, υποστηρίζεται από μια διαυγή πολιτική ιδέα. Ο πρόλογος της απεργίας του Ιανουαρίου ήταν μια ικεσία προς τον τσάρο για να δώσει πολιτικές ελευθερίες. Το σύνθημα της απεργίας του Οκτώβρη ήταν: Ας δώσουμε πια τέρμα σ’ αυτή τη συνταγματική κωμωδία του τσάρου. Και χάρη στο άμεσο αποτέλεσμα της γενικής απεργίας: το μανιφέστο του τσάρου της 30 Οκτωβρίου 1905, το κίνημα δεν ξαναγυρίζει στα ίδια, όπως έγινε τον Ιανουάριο, για να ξαναβρεί τις αρχές της οικονομικής πάλης. Ξεχειλίζει σε μια ηφαιστειώδη δραστηριότητα της νεοκατακτημένης πολιτικής ελευθερίας. Διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις, τύπος, πολιτικές συζητήσεις και αιματηρές σφαγές για επισφράγιση και πάλι ύστερα νέες μαζικές απεργίες και νέες διαδηλώσεις, τέτοια είναι η πολυτάραχη εικόνα που μας παρουσιάζουν οι μέρες του Νοέμβρη και Δεκέμβρη του 1905.
Το Νοέμβρη, ύστερα από πρόσκληση της σοσιαλδημοκρατίας οργανώνεται στη Πετρούπολη, η πρώτη μαζική απεργία με διαδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στις σφαγές και στην κήρυξη του στρατιωτικού νόμου στη Λιβονία και Πολωνία. Ο αναβρασμός που επακολούθησε το σύντομο όνειρο των συνταγματικών ελευθεριών και το σκληρό ξύπνημα οδηγούν τέλος το Δεκέμβρη στο ξέσπασμα της τρίτης γενικής απεργίας σε όλη την αυτοκρατορία. Και τούτη τη φορά η εξέλιξη και η έκβαση της απεργίας είναι διαφορετικές από τις δύο πρώτες. Η πολιτική δράση δεν μετατρέπεται σε οικονομική, όπως τον Ιανουάριο, αλλά ούτε καταχτά μια γοργή νίκη όπως τον Οκτώβρη. Η τσαρική καμαρίλα δεν ξανακάνει πάλη τις ίδιες δοκιμές για παραχώρηση αληθινής ελευθερίας πολιτικής και για πρώτη φορά η επαναστατική δράση σκοντάφτει παντού πάνω σε ένα τοίχο αλύγιστο, στην υλική βία της απολυταρχίας.
Από την εσωτερική λογική των γεγονότων, που διαδραματίζονται η γενική απεργία μετατρέπεται τούτη τη φορά σε ανοιχτή εξέγερση, σε μάχες στους δρόμους και στα οδοφράγματα της Μόσχας. Οι μέρες του Δεκέμβρη στη Μόσχα κλείνουν τον πρώτο χρόνο της Επανάστασης σαν το αποκορύφωμα στην ανιούσα γραμμή της πολιτικής δράσης και της μαζικής απεργίας.
Τα γεγονότα της Μόσχας δείχνουνε ταυτόχρονα σε μικρογραφία τη λογική εξέλιξη και το μέλλον του επαναστατικού κινήματος στο σύνολό του, την κατάληξή του την αναπότρεπτη σε ανοιχτή γενική εξέγερση που κι’ αυτή πάλι δεν μπορεί αλλιώτικα να γίνει παρά αφού πρώτα περάσει απ’ το σχολείο μιας σειράς από μερικές προπαρασκευαστικές εξεγέρσεις, που και τούτες πάλι, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, καταλήγουνε, πρώτα σε φαινομενικές μερικότερες «ήττες» και, αν τις δούμε την καθεμιά ξέχωρα, μπορούν να φαίνονται «πρόωρες».
Το 1906 φέρνει τις εκλογές και το επεισόδιο της Δούμας. Το προλεταριάτο, με το γερό επαναστατικό του ένστιχτο και μια διαυγή αντίληψη για τα πράγματα, μποϋκοτάρει όλη την τσαρική συνταγματική φάρσα και για μερικούς μήνες παίρνει ο φιλελευθερισμός την πρώτη θέση στην πολιτική σκηνή.
Φαίνεται σαν να ξαναπαρουσιάζεται η κατάσταση του 1904: για μια περίοδο ο λόγος παίρνει την θέση της δράσης και το προλεταριάτο περνάει προσωρινά στην πολιτική αφάνεια, μα όλο αυτό τον καιρό αφοσιώνεται με ζήλο μεγαλύτερο στη συνδικαλιστική πάλη και στην οργανωτική εργασία. Οι μαζικές απεργίες σωπαίνουν, ενώ μέρα με την μέρα ξεσπούν οι θορυβώδεις οβίδες της φιλελεύθερης ρητορείας. Στο τέλος η αυλαία πέφτει ξαφνικά. Οι ηθοποιοί διασκορπίζονται. Από τις φιλελεύθερες οβίδες μόνο καπνός και σκόνη απόμεινε. Η νέα απόπειρα της Κεντρικής Επιτροπής της Ρώσικης Σοσιαλδημοκρατίας για να προκαλέσει σε όλη την Ρωσία μια τέταρτη μαζική απεργία σαν εκδήλωση υπέρ της Δούμας και το ξανάνοιγμα της περιόδου των φιλελευθέρων λόγων, αποτυχαίνει. Ο ρόλος της μαζικής πολιτικής απεργίας εξαντλήθηκε, ενώ η μετατροπή της μαζικής απεργίας σε γενική εξέγερση του λαού και σε μάχη στους δρόμους, δεν είναι ακόμα ώριμη. Το φιλελεύθερο επεισόδιο τελείωσε, το προλεταριακό επεισόδιο δεν ξανάρχισε. Η σκηνή προσωρινά μένει άδεια.
1906 ΡΟΖΑ ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚ
Το κείμενο που ακολουθεί είναι αποσπάσματα από το βιβλίο «Γενική Απεργία, Συνδικάτα» της μεγάλης Γερμανίδας επαναστάτριας Ρόζας Λούξεμπουργκ. Με το έργο της αυτό, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, έβγαλε τα μαθήματα του επαναστατικού μαρξισμού από την πρώτη επανάσταση των ρώσων εργατών, τον Οκτώβρη του 1905. Επανάσταση που την έπνιξε στο αίμα η τσαρική απολυταρχία, αλλά αποτέλεσε τον «πρόλογο και γενική δοκιμή» της νικηφόρας προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης του Οκτώβρη του 1917.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ δολοφονήθηκε στις 15 Γενάρη του 1919, μαζί με τον Κάρλ Λήμπκνεχτ, από τις αντεπαναστατικές ορδές που εξαπέλυσε η κυβέρνηση Έμπερτ - Σαϊντεμαν, της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, ενάντια στην επανάσταση των γερμανών εργατών.
Τιμώντας την αθάνατη μνήμη τους, θα δημοσιεύσουμε μια σειρά κείμενά τους, που διατηρούν και σήμερα όλη τους την αξία, στην πάλη για την οικοδόμηση του κόμματος της προλεταριακής σοσιαλιστικής επανάστασης.
...Είναι αδύνατον να «προπαγανδίσουμε» τη μαζική απεργία σαν αφηρημένο μέσο πάλης, όπως ακριβώς είναι αδύνατο να «προπαγανδίσουμε» την «Επανάσταση» και «μαζική απεργία». Είναι ιδέες που αυτές καθαυτές δεν είναι παρά μια εξωτερική μορφή της πάλης των τάξεων, μορφή που η έννοιά της και το περιεχόμενό της βρίσκονται σε συσχετισμό με καταστάσεις πολιτικές, πολύ καθορισμένες.
Αν κάποιος του ερχότανε ν’ αναλάβει να κάμει μια ταχτική ζύμωση πάνω στη μαζική απεργία, ως μορφή προλεταριακής πάλης και να εξαπλώσει αυτή την «ιδέα» για να κερδίσει υπέρ αυτής σιγά - σιγά την εργατική τάξη, αυτό θα ήταν απασχόληση τόσο άχρηστη, μάταιη και ανούσια, όσο και η απασχόληση εκείνου που θα ήθελε να κάμει μια ειδική ζύμωση πάνω στην ιδέα της Επανάστασης, η της μάχης στα οδοφράγματα. Αν η μαζική απεργία έχει σήμερα γίνει το κέντρο του ζωηρού ενδιαφέροντος της γερμανικής και της διεθνούς εργατικής τάξης, αυτό συμβαίνει γιατί αντιπροσωπεύει μια καινούργια μορφή πάλης και σαν τέτοια είναι το βέβαιο σύμπτωμα μιας βαθιάς εσωτερικής μεταβολής, που έγινε στις σχέσεις των τάξεων και στις συνθήκες της πάλης των τάξεων. Αν η μάζα των προλεταρίων μας καταπιάνεται με τόσο φλογερό ενδιαφέρον με το νέο τούτο πρόβλημα, αυτό φανερώνει πως έχουνε σίγουρο επαναστατικό ένστιχτο και νοημοσύνη δυνατή.
Μα σ’ αυτό το ενδιαφέρον τους σ’ αυτή την ανώτερη πνευματική δίψα, σ’ αυτή την ορμή των εργατών προς την επαναστατική δράση, δεν θα απαντήσουμε γράφοντας, με την βοήθεια μιας αφηρημένης εγκεφαλικής γυμναστικής, διατριβές πάνω στο αν είναι δυνατή η δεν είναι η γενική απεργία. Θα ανταποκριθούμε σε αυτή μόνο όταν εξηγήσουμε στους εργάτες την πορεία της Ρώσικης επανάστασης στη διεθνή της σημασία, την όξυνση των ταξικών αντιθέσεων στη Δυτική Ευρώπη, τις νέες πολιτικές προοπτικές της πάλης των τάξεων στη Γερμανία, το ρόλο και τα καθήκοντα της μάζας μέσα στους αγώνες που έρχονται. Μόνο μ’ αυτή τη μορφή η συζήτηση πάνω στη μαζική απεργία θα οδηγήσει στο να φαρδύνει ο πνευματικός ορίζοντας του προλεταριάτου, να ακονισθέ η ταξική συνείδηση, να γίνουν βαθύτερες οι ιδέες του και να δυναμώσει η ενεργητικότητά του στη δράση…
«Αδελφικά αγκαλιάσματα, κραυγές ενθουσιασμού και έκστασης, τραγούδια για την ελευθερία, γέλια χαρωπά, αγαλλίαση και διαχύσεις χαρμόσυνες ακούονταν μέσα στο πλήθος εκείνο με τις χιλιάδες κεφάλια, που ξεχύνονταν στην πόλη από το πρωί ως το βράδυ. Τα αισθήματα ήσαν εξευγενισμένα. Μπορούσε σχεδόν να πιστέψεις πως μια καινούργια και καλύτερη ζωή άρχιζε πάνω στη γη. Θέαμα βαθύτατα συγκινητικό και ταυτόχρονα ειδυλλιακό και δραματικό»
Έτσι έγραφε (για την μεγάλη πρώτη γενική απεργία της Νότιας Ρωσίας που ξέσπασε το καλοκαίρι του 1903) ο τότε ανταποκριτής της «Οσβομποζντένιε» φιλελευθέρου οργάνου του κ. Στρούβε.
Το 1904 έφερνε από την αρχή του τον πόλεμο (ρωσοϊαπωνικό) και για λίγο καιρό έφερε μια παύση στα κινήματα της μαζικής απεργίας (που συνεχίζονταν απ’ τα 1896). Στην αρχή απλώθηκε στη χώρα ένα θολό κύμα από «πατριωτικές» εκδηλώσεις οργανωμένες από την αστυνομία. Η «φιλελεύθερη» αστική κοινωνία στην αρχή τσαλαπατήθηκε από τον επίσημο τσαρικό σωβινισμό. Μα σε λίγο η σοσιαλδημοκρατία ξανακαταλαμβάνει το πεδίο της μάχης. Στις αστυνομικές διαδηλώσεις του πατριωτικού συρφετού αντιτάσσονται επαναστατικές εργατικές διαδηλώσεις. Στο τέλος οι επαίσχυντες ήττες των στρατευμάτων του Τσάρου ξυπνούνε κι αυτή τη φιλελεύθερη αστική κοινωνία από το μούδιασμά της. Αρχίζει η εποχή των συνεδρίων, των συμποσίων, των αγορεύσεων, των δεξιώσεων και των μανιφέστων της φιλελεύθερης και δημοκρατικής μπουρζουαζίας Η απολυταρχία που για μια στιγμή είχε καταπλακωθεί από την τροπή της ήττας, αφήνει αυτούς τους κυρίους να πιστεύουνε στη παρακμή της κι’ εκείνοι αρχίζουν κιόλας να βλέπουν, μπρος στα μάτια τους τον φιλελεύθερο παράδεισο. Ο φιλελευθερισμός καταλαμβάνει το πολιτικό προσκήνιο για μισό χρόνο, το προλεταριάτο επισκιάζεται. Αλλά η απολυταρχία ύστερα από μακρά κατάπτωση ξαναπαίρνει πάνω της, η καμαρίλα μαζεύει τις δυνάμεις της και με μια μόνο καλή κλωτσιά των Κοζάκων τον Δεκέμβρη του 1904 όλη η φιλελεύθερη δράση ξαναχώνεται στη τρύπα της. Τα συμπόσια, οι λόγοι, τα συνέδρια απαγορεύονται με μια μονοκονδυλιά, σαν «τολμηρή απάντηση» και ξάφνου ο αστικός φιλελευθερισμός, χάνει τον μπούσουλά του. Μα ακριβώς την ώρα που ο φιλελευθερισμός, έχασε το νήμα αρχίζει η δράση του προλεταριάτου. Το Δεκέμβρη του 1904 ξεσπάει, απ’ αφορμή την ανεργία, η μεγαλειώδης γενική απεργία του Μπακού. Η εργατική τάξη και πάλι καταλαβαίνει το πεδίο της μάχης. Μόλις απαγορεύτηκε και σώπασε ο λόγος ξανάρχισε η δράση. Στο Μπακού για πολλές βδομάδες που βάσταξε η γενική απεργία, η σοσιαλδημοκρατία εκυριάρχησε απόλυτα στη κατάσταση και τα τόσο εξαιρετικά γεγονότα του Δεκέμβρη στο Καύκασο θα είχαν προκαλέσει μεγάλη συγκίνηση, αν δεν τα ξεπερνούσε γρήγορα το κύμα της επανάστασης που ανέβαινε και που σ’ αυτό, εκείνα τα γεγονότα, είχαν δώσει την ορμητικότητα. Οι φανταστικές και συγχυσμένες διαδόσεις για την γενική απεργία του Μπακού δεν είχαν ακόμη φτάσει σε όλες τις γωνιές της αυτοκρατορίας, όταν τον Ιανουάριο του 1905 ξέσπασε η μαζική απεργία της Πετρούπολης.
Και σ’ αυτή, η αφορμή , όπως ξέρουμε ήταν ασήμαντη. Δύο εργάτες στα εργοστάσια Πουτίλωφ απολύθηκαν επειδή ανήκαν στη «νόμιμη» ένωση εργατών, που ιδρύθηκε από κυβερνητικούς πράκτορες κατά το πρόγραμμα του περίφημου αστυνομικού Ζουμπάτωφ. Το αυστηρό αυτό μέτρο προκάλεσε στις 16 Ιανουαρίου μια απεργία αλληλεγγύης όλων των εργατών στο εργοστάσιο Πουτίλωφ, 12000 εργατών. Οι σοσιαλδημοκράτες άρχισαν μέσα στην απεργία μια ζωηρή ζύμωση για την επέκταση των διεκδικήσεων και θέσανε το αίτημα του οκταώρου, του δικαιώματος συνεταιρισμού, ελευθερίας λόγου, τύπου κλπ. Η ζύμωση στα εργοστάσια Πουτίλωφ επεκτάθηκε γοργά σε όλους τους προλετάριους και μέσα σε λίγες μέρες 140000 εργάτες απεργούσαν. Συζητήσεις κοινές και διαπραγματεύσεις καταλήξανε στην επεξεργασία του προλεταριακού εκείνου χάρτου των πολιτικών ελευθεριών, που είχε επικεφαλής, το οκτάωρο και που με αυτόν τον χάρτη 200000 εργάτες οδηγούμενοι στις 22 Ιανουαρίου από τον παπά Γκαπόνε παρελάσανε μπρος στα ανάκτορα του Τσάρου. Μέσα σε μια βδομάδα η σύγκρουση για τους δύο απολυμένους εργάτες του Πουτίλωφ μετατράπηκε σε πρόλογο της πιο μεγάλης Επανάστασης των νεωτέρων χρόνων.
Τα γεγονότα που επακολουθήσανε είναι γνωστά: Η σφαγή αόπλων διαδηλωτών απεργών στην Πετρούπολη προκάλεσε τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο γιγάντιες μαζικές απεργίες και γενικές απεργίες σε όλα τα βιομηχανικά κέντρα και τις πόλεις της Ρωσίας, Πολωνίας, Λιθουανίας, στις Βαλτικές επαρχίες, στον Καύκασο, στη Σιβηρία, από τον Βορρά στο Νότο κι’ από την Ανατολή σε Δύση...
... Η 22 Ιανουαρίου 1905 που διέλυσε την Ένωση του παπά Γκαπόνε σημείωσε μια μεγάλη στροφή. Η μάζα των εργατών, οδηγημένη από τα γεγονότα έμαθε να εκτιμά την σπουδαιότητα των οργανώσεων και κατάλαβε πως μόνοι αυτοί οι ίδιοι οι εργάτες μπορούσαν να τις δημιουργήσουν. Σε συνάφεια άμεση με το απεργιακό κίνημα του Ιανουαρίου γεννιέται στην Πετρούπολη το πρώτο συνδικάτο: Το συνδικάτο των τυπογράφων...
Έτσι, η μεγάλη οικονομική πάλη, που αφετηρία της ήταν η γενική απεργία του Ιανουαρίου, απετέλεσε για την Επανάσταση ένα πλατύτατο υπέδαφος, όπου επάνω γίνονταν ολοένα και πιο πυκνά και σε μια αμοιβαία σχέση δράσης και αντίδρασης με την πολιτική ζύμωση και με τα εξωτερικά γεγονότα της Επανάστασης, άλλοτε μεμονωμένες εκρήξεις εδώ και εκεί, άλλοτε γενικές και αξιοσημείωτες πράξεις του προλεταριάτου. Από εκεί τροφοδοτούνται οι φλόγες αλληλοδιάδοχα.
Την 1 Μαΐου 1905 στη Βαρσοβία μια απεργία απόλυτα γενική, πρωτοφανής ως τότε, συνοδευμένη από μια ειρηνική διαδήλωση μαζών τελειώνει με μια αιματερή συνάντηση του άοπλου πλήθους και στρατού.
Τον Ιούνιο, στο Λοτζ, μια ομαδική εκδρομή που διασκορπίστηκε από το στρατό, οδηγεί σε μια διαδήλωση 100.000 εργατών στην κηδεία μερικών από τα θύματα του στρατιωτικού συρφετού, σε μια νέα συνάντηση με το στρατό και τέλος στη γενική απεργία που στις 23, 24 και 25 μετατράπηκε σε μάχη οδοφραγμάτων, την πρώτη τέτοια μάχη μέσα στο βασίλειο των Τσάρων. Τον Ιούνιο, επίσης, ξεσπά, στο λιμάνι της Οδησσού απ’ αφορμή ενός ασήμαντου επεισοδίου πάνω στο θωρηκτό Ποτέμκιν, η πρώτη μεγάλη στάση των ναυτών της μοίρας του Ευξείνου, που ο αντίκτυπός της ήταν μια τεράστια μαζική απεργία στην Οδησσό και στο Νικολάγιεφ. Άλλες αντηχήσεις ακολουθούν: μαζική απεργία και στάση των πληρωμάτων στην Κροστάνδη, στο Λιμπάν, στο Βλαδιβοστόκ.
Τον Οκτώβρη του 1905 γίνεται μια μεγαλειώδης δοκιμή στη Πετρούπολη για την εισαγωγή του οκταώρου. Το Συμβούλιο των εργατικών αντιπροσώπων αποφασίζει να εισαγάγει επαναστατικά την 8ωρη εργάσιμη ημέρα στην Πετρούπολη, δηλαδή μια ορισμένη ημέρα όλοι οι εργάτες της πόλης να δηλώσουν στους εργοδότες τους, ότι δεν θέλουν πια να εργάζονται πάνω από 8 ώρες και ότι στην ορισμένη ώρα θα αφήσουν τη δουλειά. Η ιδέα αυτή δίνει αφορμή για μια ζωηρότερη ζύμωση. Το προλεταριάτο τη δέχεται με ενθουσιασμό και τη θέτει για εκτέλεση, αψηφώντας και τις πιο μεγάλες θυσίες. Έτσι λ.χ για τους υφαντουργούς που δούλευαν 11ώρες και με το κομμάτι, το 8ωρο ήταν χάσιμο ενός μεγάλου μέρους από το μισθό τους και όμως δέχτηκαν αδίσταχτα να το χάσουν. Μέσα σε μια βδομάδα το 8ωρο βασιλεύει σε όλες τις φάμπρικες και τα εργαστήρια της Πετρούπολης και η χαρά της εργατικής τάξης δεν γνωρίζει όρια. Σε λίγο όμως οι εργοδότες, που στην αρχή αιφνιδιαστήκανε, προετοιμάζονταν για την άμυνα: Παντού απειλούν να κλείσουν τα εργοστάσια. Ένα μέρος από εργάτες πέφτει σε διαπραγματεύσεις και δέχεται αλλού το 10ωρο, αλλού 9ωρο. Η αφρόκρεμα, όμως, του προλεταριάτου της Πετρούπολης, οι εργάτες των μεγάλων μεταλλουργικών εργοστασίων του κράτους μένουν ακλόνητοι . Γίνεται λοκ-άουτ που ρίχνει στο δρόμο 45-50.000 εργάτες ένα ολόκληρο μήνα. Μ’ αυτή την κατάληξη η κίνηση για το 8ωρο μπαίνει μέσα στη γενική μαζική απεργία του Δεκέμβρη, η οποία σε μεγάλο βαθμό εξαπολύθηκε από το μεγάλο λοκ-άουτ.
Ωστόσο, στο αναμεταξύ και σαν απάντηση στο σχέδιο της Δούμας Βουλιγουϊν, έρχεται μέσα στον Οκτώβρη η δεύτερη γενική απεργία μαζών, που αγκαλιάζει όλη την αυτοκρατορία και που το σύνθημά της το δίνουνε πρώτοι οι σιδηροδρομικοί. Η δεύτερη αυτή μεγάλη επαναστατική ενέργεια του ρώσικου προλεταριάτου παρουσιάζει ένα χαραχτήρα ουσιωδώς διαφορετικό από την πρώτη του Ιανουαρίου 1905. Το στοιχείο της πολιτικής συνείδησης, παίζει εδώ ένα ρόλο πολύ πιο μεγάλο. Πραγματικά κι’ εδώ την πρώτη αφορμή στη μαζική απεργία την έδωσαν λόγοι δευτερεύοντες και φαινομενικά τυχαίοι: Διαφωνία των σιδηροδρομικών με την διεύθυνση για το ταμείο συντάξεων. Αλλά η εξέγερση η γενική του προλεταριάτου, που επακολούθησε, υποστηρίζεται από μια διαυγή πολιτική ιδέα. Ο πρόλογος της απεργίας του Ιανουαρίου ήταν μια ικεσία προς τον τσάρο για να δώσει πολιτικές ελευθερίες. Το σύνθημα της απεργίας του Οκτώβρη ήταν: Ας δώσουμε πια τέρμα σ’ αυτή τη συνταγματική κωμωδία του τσάρου. Και χάρη στο άμεσο αποτέλεσμα της γενικής απεργίας: το μανιφέστο του τσάρου της 30 Οκτωβρίου 1905, το κίνημα δεν ξαναγυρίζει στα ίδια, όπως έγινε τον Ιανουάριο, για να ξαναβρεί τις αρχές της οικονομικής πάλης. Ξεχειλίζει σε μια ηφαιστειώδη δραστηριότητα της νεοκατακτημένης πολιτικής ελευθερίας. Διαδηλώσεις, συγκεντρώσεις, τύπος, πολιτικές συζητήσεις και αιματηρές σφαγές για επισφράγιση και πάλι ύστερα νέες μαζικές απεργίες και νέες διαδηλώσεις, τέτοια είναι η πολυτάραχη εικόνα που μας παρουσιάζουν οι μέρες του Νοέμβρη και Δεκέμβρη του 1905.
Το Νοέμβρη, ύστερα από πρόσκληση της σοσιαλδημοκρατίας οργανώνεται στη Πετρούπολη, η πρώτη μαζική απεργία με διαδήλωση διαμαρτυρίας ενάντια στις σφαγές και στην κήρυξη του στρατιωτικού νόμου στη Λιβονία και Πολωνία. Ο αναβρασμός που επακολούθησε το σύντομο όνειρο των συνταγματικών ελευθεριών και το σκληρό ξύπνημα οδηγούν τέλος το Δεκέμβρη στο ξέσπασμα της τρίτης γενικής απεργίας σε όλη την αυτοκρατορία. Και τούτη τη φορά η εξέλιξη και η έκβαση της απεργίας είναι διαφορετικές από τις δύο πρώτες. Η πολιτική δράση δεν μετατρέπεται σε οικονομική, όπως τον Ιανουάριο, αλλά ούτε καταχτά μια γοργή νίκη όπως τον Οκτώβρη. Η τσαρική καμαρίλα δεν ξανακάνει πάλη τις ίδιες δοκιμές για παραχώρηση αληθινής ελευθερίας πολιτικής και για πρώτη φορά η επαναστατική δράση σκοντάφτει παντού πάνω σε ένα τοίχο αλύγιστο, στην υλική βία της απολυταρχίας.
Από την εσωτερική λογική των γεγονότων, που διαδραματίζονται η γενική απεργία μετατρέπεται τούτη τη φορά σε ανοιχτή εξέγερση, σε μάχες στους δρόμους και στα οδοφράγματα της Μόσχας. Οι μέρες του Δεκέμβρη στη Μόσχα κλείνουν τον πρώτο χρόνο της Επανάστασης σαν το αποκορύφωμα στην ανιούσα γραμμή της πολιτικής δράσης και της μαζικής απεργίας.
Τα γεγονότα της Μόσχας δείχνουνε ταυτόχρονα σε μικρογραφία τη λογική εξέλιξη και το μέλλον του επαναστατικού κινήματος στο σύνολό του, την κατάληξή του την αναπότρεπτη σε ανοιχτή γενική εξέγερση που κι’ αυτή πάλι δεν μπορεί αλλιώτικα να γίνει παρά αφού πρώτα περάσει απ’ το σχολείο μιας σειράς από μερικές προπαρασκευαστικές εξεγέρσεις, που και τούτες πάλι, για τον ίδιο ακριβώς λόγο, καταλήγουνε, πρώτα σε φαινομενικές μερικότερες «ήττες» και, αν τις δούμε την καθεμιά ξέχωρα, μπορούν να φαίνονται «πρόωρες».
Το 1906 φέρνει τις εκλογές και το επεισόδιο της Δούμας. Το προλεταριάτο, με το γερό επαναστατικό του ένστιχτο και μια διαυγή αντίληψη για τα πράγματα, μποϋκοτάρει όλη την τσαρική συνταγματική φάρσα και για μερικούς μήνες παίρνει ο φιλελευθερισμός την πρώτη θέση στην πολιτική σκηνή.
Φαίνεται σαν να ξαναπαρουσιάζεται η κατάσταση του 1904: για μια περίοδο ο λόγος παίρνει την θέση της δράσης και το προλεταριάτο περνάει προσωρινά στην πολιτική αφάνεια, μα όλο αυτό τον καιρό αφοσιώνεται με ζήλο μεγαλύτερο στη συνδικαλιστική πάλη και στην οργανωτική εργασία. Οι μαζικές απεργίες σωπαίνουν, ενώ μέρα με την μέρα ξεσπούν οι θορυβώδεις οβίδες της φιλελεύθερης ρητορείας. Στο τέλος η αυλαία πέφτει ξαφνικά. Οι ηθοποιοί διασκορπίζονται. Από τις φιλελεύθερες οβίδες μόνο καπνός και σκόνη απόμεινε. Η νέα απόπειρα της Κεντρικής Επιτροπής της Ρώσικης Σοσιαλδημοκρατίας για να προκαλέσει σε όλη την Ρωσία μια τέταρτη μαζική απεργία σαν εκδήλωση υπέρ της Δούμας και το ξανάνοιγμα της περιόδου των φιλελευθέρων λόγων, αποτυχαίνει. Ο ρόλος της μαζικής πολιτικής απεργίας εξαντλήθηκε, ενώ η μετατροπή της μαζικής απεργίας σε γενική εξέγερση του λαού και σε μάχη στους δρόμους, δεν είναι ακόμα ώριμη. Το φιλελεύθερο επεισόδιο τελείωσε, το προλεταριακό επεισόδιο δεν ξανάρχισε. Η σκηνή προσωρινά μένει άδεια.
1906 ΡΟΖΑ ΛΟΥΞΕΜΠΟΥΡΓΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου