Δευτέρα 5 Μαρτίου 2012

Περί ανταγωνιστικότητας και άλλων συναφών πράσινων αλόγων

Ο Γκρέι στο βιβλίο Η Αλ Κάιντα και η νεωτερικότητα σημειώνει για τις επιδόσεις του ΔΝΤ: «Σίγουρα ο υποβιβασμός ενός σύγχρονου κράτους στο επίπεδο ενός τριτοκοσμικού καθεστώτος σε λιγότερο από μία δεκαετία είναι ένα αξιοσημείωτο επίτευγμα. Ωστόσο οι πολιτικές του ΔΝΤ στην Αργεντινή δεν διαφέρουν από αυτές που έχει επιβάλει σε άλλες χώρες. Καθώς διαμορφώνει την πορεία του προχωρώντας από γκάφα σε γκάφα και από τη μία τσαπατσουλιά στην άλλη, οι στόχοι του ΔΝΤ δεν αλλάζουν σε όποια χώρα και αν εφαρμόζονται»[1]! Επίσης, ο υποφαινόμενος είχε σημειώσει παλιότερα:«Γιατί αυτή η μονομανία... [στις συγκεκριμένες καταστροφικές πολιτικές] πέρα από τον προφανή λόγο ότι αυτού του είδους οι αναποτελεσματικές αντιλήψεις εξυπηρετούν κατά καιρούς συμφέροντα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους; Μα γιατί αυτό είναι το εύκολο! Αντί να
προχωρήσει στη μελέτη της ιδιαίτερης κατάστασης της κάθε χώρας και να συν-διαμορφώσει με τους δημόσιους θεσμούς της πολιτικές, μέτρα και ειδικά μοντέλα, η Τράπεζα [σ.σ.: στην περίπτωσή μας το ΔΝΤ] δρα κινούμενη από ιδεολογικό φανατισμό και με την ιεραποστολική διάθεση της εφαρμογής παντού ενός ορθού και μοναδικού νεοφιλελεύθερου μοντέλου»[2].

Αυτά για όσους εξακολουθούν να ρωτούν «μα γιατί, αφού η οικονομία καταστρέφεται, αυτοί επιμένουν στην ίδια πολιτική;». Στα παραπάνω προστίθεται φυσικά μία απάντηση που έχει αναλυθεί επαρκώς στην εφημερίδα «Το Ποντίκι»: αυτό που βασικά τους ενδιαφέρει είναι τα λεφτά τους και η νομισματική τους σταθερότητα.

Με τους όρους που επιβάλλουν και με την υφιστάμενη υφή των πολιτικών μας ελίτ, είναι σίγουρο ότι τα λεφτά τους θα τα πάρουν και με το παραπάνω και με οποιονδήποτε δυνατό τρόπο, ακόμα και με τη σύληση του τάφου εντός του οποίου θα κείτεται η ελληνική κοινωνία και οικονομία.

Τέλος, την απάντηση στο ερώτημα συμπληρώνει μία διάσταση που δεν απασχολεί ιδιαίτερα τον δημόσιο διάλογο. Και αυτή δεν είναι άλλη από την απλή αλήθεια ότι δεν γνωρίζουν να κάνουν κάτι άλλο. Ούτε την εκπαίδευση διαθέτουν γι’ αυτό ούτε τις γνώσεις. Και σε τελική ανάλυση οι παχυλοί μισθοί τους και οι τρομακτικού ύψους ασφαλιστικές παροχές που απολαμβάνουν δεν τους επιτρέπουν να «δουν» την υφιστάμενη πραγματικότητα.

Όλοι οι υπαλληλίσκοι που έχουν διατελέσει κατά καιρούς στα ευαγή ιδρύματα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του «αδελφού» οργανισμού της Παγκόσμιας Τράπεζας έχουν εμποτιστεί με τις οικονομικές αρχές της συναίνεσης της Ουάσινγκτον. Και σε αυτές τις αρχές κεντρικό ρόλο παίζει ο περιορισμός του κράτους, ώστε – μας λένε τόσο οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ όσοι και διάφορα άλλα εγχώρια παπαγαλάκια – να «απελευθερωθούν» κεφάλαια για την «πραγματική οικονομία», αλλά και η μείωση του εργατικού κόστους (άλλη αγαπημένη επωδός των νεοφιλελεύθερων και σοσιαλφιλελεύθερων ελίτ), ώστε να αυξηθεί η ανταγωνιστικότητα.

Η αναισχυντία αποτελεί το ανώτατο στάδιο των ξένων και ελληνικών ελητειών. Την ίδια ώρα που τα δισ. πετάνε προς διάφορες νήσους με εξωτικά ονόματα και προς Ελβετία μεριά (υπολογίζονται για το 2011 σε πάνω από 69 δισ.!), οι «φάροι της οικονομικής σκέψης» μάς μιλάνε για ανάγκες απελευθέρωσης κεφαλαίων!

Την ίδια ώρα που μας μιλάνε για εργατικό κόστος, δεν μας λένε ότι το 20% πλέον του εργατικού δυναμικού της χώρας αποτελείται από μετανάστες, στη συντριπτική πλειονότητά τους παράνομους. Αν σε αυτούς συνυπολογίσουμε τη μαύρη εργασία των Ελλήνων, καταλαβαίνουμε πόσο σοβαρές είναι οι συνέπειες για τα ταμεία από διαφυγόντα έσοδα (εισφορές και φόροι) και τι περιορισμό του εργασιακού κόστους συνεπάγονται όλα αυτά. Και όχι τυχαία το γεγονός αποσιωπούν τόσο η ΓΣΕΕ όσο και ο ΣΕΒ και οι λοιποί κοινωνικοί εταίροι.

Επίσης, την ίδια ώρα που μιλάμε για ευελιξία στην αγορά εργασίας, δεν λαμβάνεται υπ’ όψιν το γεγονός ότι μεγάλο μέρος των εργοδοτών έχει επιβάλει εξοντωτικά ωράρια στους εργαζόμενους, ότι η μερική και εκ περιτροπής απασχόληση στις πλείστες των περιπτώσεων υποκρύπτει πλήρη απασχόληση, ότι οι διάφορες ρυθμίσεις στα εργασιακά καταστρατηγούνται σε καθημερινή βάση.

(Ως γνωστόν, το ΣΕΠΕ, που υποτίθεται ότι θα καθίστατο «πυλώνας» στην καταπολέμηση της μαύρης εργασίας, έχει μετατραπεί από την κυβέρνηση σε κέντρο συλλογής στατιστικών δεδομένων και τηλεφωνικό κέντρο καταγγελιών!).

Οι ιστορίες από τους εργασιακούς χώρους είναι ανατριχιαστικές. Αναφέρεται χαρακτηριστικά ιστορία εξαγωγικής εταιρείας, στην οποία ο επιχειρηματίας εξαναγκάζει τους εργαζόμενους να μένουν χωρίς λόγο μέχρι αργά για να του κάνουν παρέα και να πίνουν ουζάκι!

Θα αναφέρω άλλο ένα στοιχείο, προς επίρρωση του επιχειρήματος που θα αναπτύξω παρακάτω: Καθημερινά, είμαστε αποδέκτες καταλόγων επιχειρηματιών που δεν εκπληρώνουν τις υποχρεώσεις τους αναφορικά με την απόδοση είτε του ΦΠΑ είτε των φόρων είτε των εργοδοτικών εισφορών. Μας κάνει εντύπωση ότι το γεγονός παραμένει ασχολίαστο. Από τις αρμόδιες υπηρεσίες όλους αυτούς τους κυρίους δεν μπήκε κανείς στον κόπο ποτέ να τους καλέσει; Ή να υποθέσουμε ότι το ζήτημα διευθετήθηκε, πολιτικά ή και με άλλους τρόπους, «αρμοδίως»;

Το κράτος ως φορέας ανταγωνιστικότητας

Τα παραπάνω αποτελούν, θεωρώ, την πεμπτουσία του προβλήματος της ανταγωνιστικότητας της χώρας. Το πρόβλημα της χώρας είναι ότι η τριαντακονταετής διακυβέρνηση της πασοκικής νοοτροπίας – που βέβαια εξέφραζε τη νοοτροπία ποικίλων πολιτικών σχηματισμών – έχει αφήσει πίσω της ένα διαλυμένο κράτος και μία παρακμιακή και λαμογιακή επιχειρηματικότητα.



Το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας της χώρας δεν είναι οι μισθοί, είναι οι θεσμοί! Οι άρχουσες ελητείες και οι ανίκανοι τροϊκανοί γραφειοκράτες το γνωρίζουν αυτό, αλλά το παραβλέπουν γιατί αυτό απαιτεί εθνικό μακροχρόνιο σχεδιασμό: ελίτ που έχουν την αίσθηση του εθνικού συμφέροντος, ελίτ που, αντί να χαριεντίζονται στις τηλεοράσεις, ιδρώνει ο κώλος τους για να παραγάγουν προτάσεις και προγράμματα! Χρειάζεται ελίτ με ήθος και συνέπεια. Και πάνω απ’ όλα χρειάζεται ισχυρό κράτος!

Να τι αναφέρει ο Περουβιανός Ριβέρο: «Στην πράξη οι μόνες χώρες που έχουν κατορθώσει να ξεφύγουν από την υπανάπτυξη είναι εκείνες στις οποίες το κράτος, με το να καταστεί επιχειρηματίας, έχει προσφέρει την υποστήριξή του στους ικανούς καπιταλιστές με δυνητικά ανταγωνιστικά προτερήματα στις εξαγωγές»[3].

Το ότι το κύριο ζήτημα στην κατάκτηση της ανταγωνιστικότητας είναι η ύπαρξη στιβαρών θεσμών αποδέχονται και οι ίδιοι οι συντάκτες της Παγκόσμιας Έκθεσης Ανταγωνιστικότητας 2011-2012, οι οποίοι βέβαια μόνο για... φιλεργατισμό δεν μπορούν να κατηγορηθούν, αφού η Έκθεση αποτελεί μία από τις δραστηριότητες του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ[4].

Δεν θα περίμενε βέβαια κανείς από τους μεγαλόσχημους φάρους της ελληνικής γνώσης και της πολιτικής σκέψης, αυτά τα ανθρωπάκια που οδηγούν ένα ολόκληρο έθνος στην εξαθλίωση και παρελαύνουν στα αγαπημένα τους μέσα ενημέρωσης ενημερώνοντάς μας ότι δεν μπήκαν καν στον κόπο να διαβάσουν το μνημόνιο, να έχουν ενσκήψει σε τέτοια κείμενα, των οποίων η ανάγνωση θα τους βοηθούσε άλλωστε και να διαπραγματευτούν.

Ας δούμε κάποια στοιχεία από την Έκθεση. Κατ’ αρχάς στις πρώτες θέσεις βρίσκονται χώρες με υψηλά επίπεδα μισθών και φορολογίας!



● Η Σουηδία κατέχει την τρίτη θέση.



● Η Φινλανδία την τέταρτη.



● Η Γερμανία την έκτη.



● Την όγδοη θέση κατέχει η Ολλανδία.



● Και την ένατη η Δανία.



Ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι αυτές οι χώρες καταλαμβάνουν τις πρώτες θέσεις παρότι τα προηγούμενα χρόνια αυξανόταν το εργασιακό τους κόστος[5]!



Όσον αφορά την Ελλάδα, σύμφωνα με τις απαντήσεις των Ελλήνων επιχειρηματιών, οι πέντε περισσότερο προβληματικοί παράγοντες για την επιχειρηματικότητα ήταν, κατά σειρά, η αναποτελεσματική κυβερνητική γραφειοκρατία, η πρόσβαση στη χρηματοδότηση, η διαφθορά, οι φορολογικές ρυθμίσεις και η αστάθεια στις πολιτικές[6]. Ως έβδομος παράγοντας κατατάσσονται οι αυστηρές εργασιακές ρυθμίσεις, ενώ οι μισθοί ούτε καν αναφέρονται στην πρώτη δεκαπεντάδα.



Ας δούμε και κάποιους προβληματικούς τομείς για την Ελλάδα, όπως αναφέρονται στην Έκθεση[7]:




ΔΕΙΚΤΗΣ

ΚΑΤΑΤΑΞΗ

(στις 142 χώρες)


1.03 Διοχέτευση δημοσίων κονδυλίων

102


1.04 Εμπιστοσύνη στους πολιτικούς

123


1.08 Κατασπατάληση κυβερνητικών δαπανών

131


1.09 Βάρος κυβερνητικών ρυθμίσεων

133


1.12 Διαφάνεια στη διαμόρφωση κυβερνητικών πολιτικών

109


3.02 Καταθέσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ

137


3.05 Γενικό δημόσιο χρέος

141


5.03 Ποιότητα εκπαιδευτικού συστήματος

120


5.08 Έκταση κατάρτισης προσωπικού

114


6.04 Έκταση και αποτέλεσμα φορολογίας

128


6.06 Αριθμός διαδικασιών για την έναρξη επιχείρησης

134


6.14 Εισαγωγές ως ποσοστό του ΑΕΠ

131


7.01 Συνεργασία στις σχέσεις εργοδοτών - εργαζομένων

130


7.05 Ευελιξία στον καθορισμό των μισθών

135


7.06 Μισθοί και παραγωγικότητα

122


7.08 Διαρροή εγκεφάλων (Brain drain)

119


8.04 Ευκολία πρόσβασης σε δάνεια

111


11.03 Κατάσταση ανάπτυξης συστάδων επιχειρήσεων

115


12.03 Εταιρικές δαπάνες σε Έρευνα & Ανάπτυξη

129


12.04 Συνεργασία πανεπιστημίων - βιομηχανίας σε Ε&Α

120




Πραγματικά δεν θα θέλαμε να ταράξουμε τη ναρκισσιστική αυταρέσκεια των πολιτικών μας ταγών, τη σωρεία πανεπιστημιακών καθηγητών που αγωνιούν για να μας σώσουν αναλαμβάνοντας κυβερνητικούς θώκους, τους κατοικούντες σε... ουράνιες συχνότητες δημοσιογράφους, τους εκπροσώπους των κοινωνικών εταίρων που αγωνιούν εάν θα τους καταγγείλει το ΠΑΜΕ ότι τρώνε αστακούς ή εάν έχει κυκλοφορήσει κανένας νέος καλλιτεχνικός ουρητήρας στην αγορά της Νέας Υόρκης, τα μετριοπαθή μέτωπα λαμόγιων και ανικάνων που διοργανώνουν ημερίδες για να διαγνώσουν ότι το μέγιστο πρόβλημά μας είναι ο... λαϊκισμός, αλλά η ανταγωνιστικότητα δεν είναι ζήτημα της οικονομίας.



● Είναι ζήτημα κουλτούρας μίας ολόκληρης κοινωνίας.



● Είναι ζήτημα τρόπου ζωής και κατανάλωσης.



● Είναι ζήτημα σεβασμού προς το εγχώριο εργατικό δυναμικό, το οποίο μάλιστα η Έκθεση περί ανταγωνιστικότητας θεωρεί πως είναι ό,τι πιο πολύτιμο διαθέτουμε αυτή τη στιγμή!



● Είναι ζήτημα «μίας κοινωνίας με συνοχή, ενότητα και αλληλεγγύη, με αίσθημα δικαιοσύνης και κατανόησης στους αδυνάμους»[8].



● Είναι ζήτημα, όπως μας λέει ο Λας, της βαθιάς αίσθησης του ιστορικού χρόνου και της μέριμνας για τις επόμενες γενεές[9].



Και όπως αναφέρει ο – επίσης Λατινοαμερικάνος – μελετητής Μπρεσέρ - Περέιρα:



«Μία χώρα που είναι ανεπτυγμένη στον οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό τομέα είναι ένα έθνος που υπηρετείται επαξίως από ένα ισχυρό κράτος, ικανό να ρυθμίζει μία ελεύθερη και αποδοτική αγορά. Συνεπώς το κράτος και η αγορά είναι θεσμοί της κοινωνίας – τα όργανά της για συλλογική δράση και τα κύρια εργαλεία για την επίτευξη των στόχων κάθε κοινωνίας. Το πρωτεύον όργανο είναι το κράτος. Η αγορά, κοινωνικά δομημένη και πολιτικά ρυθμιζόμενη, είναι το συμπλήρωμά του. Όσο πιο ισχυρός είναι ο ένας θεσμός, τόσο ισχυρότερος θα είναι ο άλλος»[10].



* Ο Κώστας Γεώρμας είναι Δρ. Κοινωνιολογίας - Συγγραφέας, Εισηγητής στην Εθνική Σχολή Δημόσιας Διοίκησης





[1] Τζον Γκρέι, Η Αλ Κάιντα και η νεωτερικότητα, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2004, σελ. 84.

[2] Βλέπε και την, προφητική επιτρέψτε μου να πω, ανάλυσή μου στο βιβλίο Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας,Παγκοσμιοποίηση και φτώχεια. Τα ιδεολογικά πλαίσια και οι πολιτικές των διεθνών οργανισμών για την καταπολέμηση της φτώχειας, Εκδόσεις Μεταίχμιο, Αθήνα, 2006, σελ. 75-84 και 293-295.

[3] Παράθεση από το βιβλίο Παγκοσμιοποίηση και φτώχεια, όπ. παρ. Για όποιον ενδιαφέρεται για το βιβλίο ας κοιτάξει Rivero de Oswaldo, The Myth of Development: The Non-viable Economies of the 21st Century, Zed Books, Λονδίνο, 2001.

[4] Για το πόσο φτωχός είναι ο λόγος περί ανταγωνιστικότητας στη χώρα μας αξίζει κάποιος να κοιτάξει προσεκτικά αυτή την έκθεση: World Economic Forum, The Global Competitiveness Report 2011-2012, Geneva, 2011.

[5] Βλέπε τα ενδιαφέροντα στοιχεία του ΟΟΣΑ http://stats.oecd.org/index.aspx?DatasetCode=ULC_QUA. Μειώσεις του εργασιακού κόστους έχουμε μετά την εκδήλωση της κρίσης (από το 2010) και όχι σε όλες τις χώρες. Για παράδειγμα στην Ολλανδία αυτό εξακολουθεί να αυξάνεται.

[6] The Global Competitiveness Report 2011-2012, Country/Economy Profiles, Greece.

[7] Το γεγονός ότι η Έκθεση θεωρεί ως προβληματικό έναν τομέα, δεν σημαίνει ότι αυτό υιοθετείται και από εμάς. Παραθέτουμε τα στοιχεία για να δείξουμε την απόσταση του διεθνούς, έστω και παγκοσμιοποιημένου διαλόγου, από τον εσωτερικό.

[8] Δημήτρης Ριζούλης (επιμ.), Η Δικαίωση. Οι μεγάλες αλήθειες του Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου, Εκδόσεις Δημοκρατία, 2012, σελ. 46.

[9] Christofer Lasch, The Culture of Narcissism. American Life in An Age of Diminishing Expectations, W.W. Norton & Company, 1979, σελ. 5.

[10] Βλέπε Carlos Bresser-Pereira, «Assault on the State and on the Market: Neoliberalism and Economic Theory», Estudos Avancados 23 (66), 2009.
http://topontiki.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου