Αρης Σκιαδόπουλος Εχεις δει ένα ζευγάρι μάτια απλανή κι ένα στόμα που πασχίζει απ ένα σκελετωμένο κορμί να ρουφήξει λίγο γάλα; Θυμάσαι εκείνη τη λιγνή φιγούρα, μ ένα μπεζ μανδύα κι ένα τενεκέ στο κεφάλι γεμάτο λασπόνερο να διασχίζει, ίσως και χιλιόμετρα σ έναν άνυδρο τοπίο, ώσπου να φτάσει σε μια αχυρένια παράγκα; Πρόσεξες εκείνα τα χέρια που απλώνονται, όλο απελπισία και δέηση, σ ένα φορτηγό που μοιράζει λίγο ρύζι και λίγο αλεύρι;
Ένιωσες το σπαραγμό μιας μάνας, όταν το παιδί της αφήνει τη στερνή του πνοή, πιασμένο από τα στήθια της , κι εκείνη δεν έχει ούτε το κουράγιο να σηκωθεί για να το θάψει;
Εκείνα τα ξυπόλητα που κλωτσάνε ένα κονσερβοκούτι για μπάλα, σου λένε τίποτα;
Είναι όλα αυτά, τα παιδιά της κόλασης στη Νότια Ασία και την υποσαχάρια Αφρική. Από κει που μας έρχεται ο Εμπολα.