Αυτός ο τόπος θα παράγει ή θα μετατραπεί σε μια έρημη και ρημαγμένη χώρα;
Η κινητοποίηση των αγροτών και κατ' επέκταση η δημόσια συζήτηση που διεξάγεται, φέρνει στην επιφάνεια κομβικά ζητήματα που αφορούν στον αγροτικό τομέα αυτής της χώρας:
1. Η γεωργία σε πορεία κατάρρευσης.
Εδώ και χρόνια η εικόνα της γεωργίας φανερώνει τη γενικότερη κατεύθυνση της οικονομίας με υποβάθμιση των παραγωγικών δραστηριοτήτων και ένταση του μεταπρατισμού-αεριτζηδισμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat τα χρόνια 2006-2011 υπάρχει μια μείωση στο αγροτικό εισόδημα που φτάνει στο 22,6%, μείωση της αξίας παραγωγής κατά 16% και μείωση της συμμετοχής της γεωργίας στο ΑΕΠ σε ποσοστό κάτω του 3%. Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι ο κρίσιμος κλάδος της πρωτογενούς παραγωγής βρίσκεται σε χρόνια κρίση και σε πορεία κατάρρευσης, αλλά και ότι οι αγρότες έχουν ήδη υποστεί μια “μνημονιακού” μεγέθους περικοπή στο εισόδημά τους.
2. Εαν η ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα είναι αναγκαία, η κυβέρνηση θέλει να το πράξει;
Οι ενέργειες της κυβέρνησης, τους πρώτους μόλις μήνες, δείχνουν ακριβώς το αντίθετο. Εκχώρηση της ΑΤΕ, δηλαδή του εργαλείου που είχε για να υποβοηθήσει και να κατευθύνει την αγροτική ανάπτυξη. Εκποίηση της Δωδώνης (και όλων των συνεταιριστικών επιχειρήσεων) κάνοντας ένα μεγάλο δώρο στα καρτέλ γάλακτος. Μέτρα που αφαιρούν από τον αγροτικό κόσμο περίπου 2 δις, ποσό λίγο μικρότερο από τις ευρωπαϊκές ενισχύσεις. Από τα παραπάνω φαίνεται ότι όχι μόνο ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα δεν επιχειρείται αλλά αντίθετα χειροτερεύει δραματικά η κατάσταση ειδικά για τους μικρομεσαίους παραγωγούς.
3. Οι “παράπλευρες απώλειες” των κυβερνητικών μέτρων.
Τα τελευταία μέτρα δεν θα έχουν συνέπειες μόνο στον αγροτικό κόσμοεντείνοντας την φτωχοποίηση και οδηγώντας κομμάτι του στην εγκατάλειψη και την υποκαλλιέργεια. Η τέτοια μείωση του αγροτικού εισοδήματος θα οδηγήσει και το εμπόριο, ειδικά στην περιφέρεια, σε νέα ύφεση. Όμως το σημαντικότερο είναι ότι οι πολιτικές αυτές εφαρμόζονται σε μια εποχή που η χώρα βρίσκεται σε ανθρωπιστική κρίση με διαρκώς αυξανόμενα τα περιστατικά υποσιτισμού στον ελληνικό πληθυσμό. Σε αυτές τις συνθήκες η συμπίεση του αγροτικού εισοδήματος και η αύξηση του κόστους καλλιέργειας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις αυξήσεις στο αγροτικό ρεύμα, θα οδηγήσουν σε άνοδο τις τιμές των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων, αυξάνοντας τις οικογένειες που δεν θα μπορούν να καλύψουν βασικές διατροφικές ανάγκες. Επομένως, τα κυβερνητικά μέτρα εκτός από αντιπαραγωγικά, αντιαγροτικά, υφεσιακά, επιτείνουν το πρόβλημα υποσιτισμού σε μια συγκυρία που θα έπρεπε να ακολουθούνται πολιτικές στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.
4. Το αγροτικό κίνημα στη μνημονιακή Ελλάδα.
Με βάση τα παραπάνω ο αγώνας των αγροτών αφορά σχεδόν το σύνολο της κοινωνίας και είναι κρίσιμο το αν θα κατανοηθεί από την κοινωνία ως τέτοιος, ακυρώνοντας την κυβερνητική και μιντιακή πολιτική του “διαίρει, συκαφάντησε, κατέστειλε και βασίλευε” και κερδίζοντας ενεργά με το μέρος του κομμάτια των φτωχών καταναλωτών (άνεργων, εργαζόμενων, μικρομεσαίων) των πόλεων. Θα ήταν, για παράδειγμα, ενδιαφέρουσα και χρήσιμη η συνάντηση του αγροτικού κινήματος με το αναπτυσόμενο “Κίνημα χωρίς μεσάζοντες”.
Επιπλέον, είναι ανάγκη και ευκαιρία να ανοίξει στον αγροτικό κόσμο μια ουσιαστική συζήτηση για το “αγροτικό ζήτημα”. Αυτή η συζήτηση, για να είναι χρήσιμη, δεν πρέπει να αφορά κυρίως αυτό που γίνεται για χρόνια, δηλαδή μια λίστα από αιτήματα. Πρέπει να αφορά στην οικοδόμηση ενός σχεδίου αλλά και ενός κινήματος για την ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα που να είναι οργανικά δεμένο και συναρτώμενο με ένα σχέδιο μετάβασης σε μια Ελλάδα εκτός μνημονίων με ανεξαρτησία, αυτοδυναμία, πραγματική δημοκρατία, σε μια χώρα που θα παράγει, εξασφαλίζοντας ποιοτική τροφή προσιτή στον πληθυσμό της και αξιοπρέπεια στους παραγωγούς. Πέραν των άλλων, μόνο έτσι θα «απεξαρτηθούμε» από τις δόσεις και τη «χρεομηχανή», μόνο έτσι θα μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας.
Εκεί μπορεί να πολιτικοποιηθεί ο αγώνας, να δημιουργήσει όρους ενότητας και αλληλεγγύης. Έτσι μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία ενός ευρύτερου ρεύματος ελπίδας και διεξόδου και να αντιπαρατεθεί με την κυβερνητική πολιτική για “έξοδο” από την κρίση μέσω μιας ανάπτυξης που βασίζεται σε αποικιακές επενδύσεις, με τη θλιβερή εικόνα ενός πρωθυπουργού-πλασιέ που μαζί με τους “εντιμότατους” φίλους του επιχειρηματίες κάνουν ταξίδια παρουσιάζοντας τα προς εκποίηση “αντικείμενα”...
Η κυβέρνηση στο κρίσιμο ερώτημα: “Αυτός ο τόπος θα παράγει ή θα μετατραπεί σε μια έρημη και ρημαγμένη χώρα;” απαντά, με τις επιλογές της, το δεύτερο. Εμείς πρέπει να απαντήσουμε και να οργανώσουμε το πρώτο. Με αυτήν την έννοια, οι κινητοποιήσεις των αγροτών μπορούν να σηματοδοτήσουν την έναρξη της αντίστροφης πορείας προς μια άλλη Ελλάδα.
Η κινητοποίηση των αγροτών και κατ' επέκταση η δημόσια συζήτηση που διεξάγεται, φέρνει στην επιφάνεια κομβικά ζητήματα που αφορούν στον αγροτικό τομέα αυτής της χώρας:
1. Η γεωργία σε πορεία κατάρρευσης.
Εδώ και χρόνια η εικόνα της γεωργίας φανερώνει τη γενικότερη κατεύθυνση της οικονομίας με υποβάθμιση των παραγωγικών δραστηριοτήτων και ένταση του μεταπρατισμού-αεριτζηδισμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat τα χρόνια 2006-2011 υπάρχει μια μείωση στο αγροτικό εισόδημα που φτάνει στο 22,6%, μείωση της αξίας παραγωγής κατά 16% και μείωση της συμμετοχής της γεωργίας στο ΑΕΠ σε ποσοστό κάτω του 3%. Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν ότι ο κρίσιμος κλάδος της πρωτογενούς παραγωγής βρίσκεται σε χρόνια κρίση και σε πορεία κατάρρευσης, αλλά και ότι οι αγρότες έχουν ήδη υποστεί μια “μνημονιακού” μεγέθους περικοπή στο εισόδημά τους.
2. Εαν η ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα είναι αναγκαία, η κυβέρνηση θέλει να το πράξει;
Οι ενέργειες της κυβέρνησης, τους πρώτους μόλις μήνες, δείχνουν ακριβώς το αντίθετο. Εκχώρηση της ΑΤΕ, δηλαδή του εργαλείου που είχε για να υποβοηθήσει και να κατευθύνει την αγροτική ανάπτυξη. Εκποίηση της Δωδώνης (και όλων των συνεταιριστικών επιχειρήσεων) κάνοντας ένα μεγάλο δώρο στα καρτέλ γάλακτος. Μέτρα που αφαιρούν από τον αγροτικό κόσμο περίπου 2 δις, ποσό λίγο μικρότερο από τις ευρωπαϊκές ενισχύσεις. Από τα παραπάνω φαίνεται ότι όχι μόνο ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα δεν επιχειρείται αλλά αντίθετα χειροτερεύει δραματικά η κατάσταση ειδικά για τους μικρομεσαίους παραγωγούς.
3. Οι “παράπλευρες απώλειες” των κυβερνητικών μέτρων.
Τα τελευταία μέτρα δεν θα έχουν συνέπειες μόνο στον αγροτικό κόσμοεντείνοντας την φτωχοποίηση και οδηγώντας κομμάτι του στην εγκατάλειψη και την υποκαλλιέργεια. Η τέτοια μείωση του αγροτικού εισοδήματος θα οδηγήσει και το εμπόριο, ειδικά στην περιφέρεια, σε νέα ύφεση. Όμως το σημαντικότερο είναι ότι οι πολιτικές αυτές εφαρμόζονται σε μια εποχή που η χώρα βρίσκεται σε ανθρωπιστική κρίση με διαρκώς αυξανόμενα τα περιστατικά υποσιτισμού στον ελληνικό πληθυσμό. Σε αυτές τις συνθήκες η συμπίεση του αγροτικού εισοδήματος και η αύξηση του κόστους καλλιέργειας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τις αυξήσεις στο αγροτικό ρεύμα, θα οδηγήσουν σε άνοδο τις τιμές των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων, αυξάνοντας τις οικογένειες που δεν θα μπορούν να καλύψουν βασικές διατροφικές ανάγκες. Επομένως, τα κυβερνητικά μέτρα εκτός από αντιπαραγωγικά, αντιαγροτικά, υφεσιακά, επιτείνουν το πρόβλημα υποσιτισμού σε μια συγκυρία που θα έπρεπε να ακολουθούνται πολιτικές στην ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση.
4. Το αγροτικό κίνημα στη μνημονιακή Ελλάδα.
Με βάση τα παραπάνω ο αγώνας των αγροτών αφορά σχεδόν το σύνολο της κοινωνίας και είναι κρίσιμο το αν θα κατανοηθεί από την κοινωνία ως τέτοιος, ακυρώνοντας την κυβερνητική και μιντιακή πολιτική του “διαίρει, συκαφάντησε, κατέστειλε και βασίλευε” και κερδίζοντας ενεργά με το μέρος του κομμάτια των φτωχών καταναλωτών (άνεργων, εργαζόμενων, μικρομεσαίων) των πόλεων. Θα ήταν, για παράδειγμα, ενδιαφέρουσα και χρήσιμη η συνάντηση του αγροτικού κινήματος με το αναπτυσόμενο “Κίνημα χωρίς μεσάζοντες”.
Επιπλέον, είναι ανάγκη και ευκαιρία να ανοίξει στον αγροτικό κόσμο μια ουσιαστική συζήτηση για το “αγροτικό ζήτημα”. Αυτή η συζήτηση, για να είναι χρήσιμη, δεν πρέπει να αφορά κυρίως αυτό που γίνεται για χρόνια, δηλαδή μια λίστα από αιτήματα. Πρέπει να αφορά στην οικοδόμηση ενός σχεδίου αλλά και ενός κινήματος για την ανασυγκρότηση του αγροτικού τομέα που να είναι οργανικά δεμένο και συναρτώμενο με ένα σχέδιο μετάβασης σε μια Ελλάδα εκτός μνημονίων με ανεξαρτησία, αυτοδυναμία, πραγματική δημοκρατία, σε μια χώρα που θα παράγει, εξασφαλίζοντας ποιοτική τροφή προσιτή στον πληθυσμό της και αξιοπρέπεια στους παραγωγούς. Πέραν των άλλων, μόνο έτσι θα «απεξαρτηθούμε» από τις δόσεις και τη «χρεομηχανή», μόνο έτσι θα μπορούμε να σταθούμε στα πόδια μας.
Εκεί μπορεί να πολιτικοποιηθεί ο αγώνας, να δημιουργήσει όρους ενότητας και αλληλεγγύης. Έτσι μπορεί να συμβάλλει στη δημιουργία ενός ευρύτερου ρεύματος ελπίδας και διεξόδου και να αντιπαρατεθεί με την κυβερνητική πολιτική για “έξοδο” από την κρίση μέσω μιας ανάπτυξης που βασίζεται σε αποικιακές επενδύσεις, με τη θλιβερή εικόνα ενός πρωθυπουργού-πλασιέ που μαζί με τους “εντιμότατους” φίλους του επιχειρηματίες κάνουν ταξίδια παρουσιάζοντας τα προς εκποίηση “αντικείμενα”...
Η κυβέρνηση στο κρίσιμο ερώτημα: “Αυτός ο τόπος θα παράγει ή θα μετατραπεί σε μια έρημη και ρημαγμένη χώρα;” απαντά, με τις επιλογές της, το δεύτερο. Εμείς πρέπει να απαντήσουμε και να οργανώσουμε το πρώτο. Με αυτήν την έννοια, οι κινητοποιήσεις των αγροτών μπορούν να σηματοδοτήσουν την έναρξη της αντίστροφης πορείας προς μια άλλη Ελλάδα.
Άρθρο του Δ. Κοδελα που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Δρόμος της Αριστεράς (02/02/2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου