Το ιδεολόγημα της "εθνικοφροσύνης"
Ο πολιτικός όρος που έμελλε να κυριαρχήσει στην πολιτική ζωή της χώρας από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως τουλάχιστον το 1974 ήταν το ιδεολόγημα της "εθνικοφροσύνης".
Ο όρος "εθνικόφρονας" χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά για τον προσδιορισμό ενός κομματικού σχηματισμού από το Δ.Γούναρη το 1915 και συνδέθηκε με το θεσμό της βασιλείας. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940, όμως, υιοθετήθηκε από αυτούς που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές Γερμανούς, αυτούς που πολέμησαν στο πλάι των Βρετανών εναντίον του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και αυτούς που υποδέχτηκαν τον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλητ
παρουσιάζοντας τον ελληνικό στρατό λέγοντάς του "Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας (!)".Όπως ακριβώς συνέβαινε στο "1984" του Όργουελ με τα συνθήματα "Ο πόλεμος είναι ειρήνη, η ελευθερία είναι σκλαβιά, η άγνοια είναι δύναμη", η παραχάραξη του ορθού λόγου συνεχιζόταν : "Οι δοσίλογοι είναι εθνικόφρονες(!)"
Ουσιαστικά, ήταν ο διοικητής του Εθνικού Στρατού, αν θυμηθούμε την περιβόητη φράση
του Π. Κανελλόπουλου, ο οποίος υποδεχόμενος στην Αθήνα τον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλιτ,
παρουσιάζοντας το τιμητικό άγημα, είπε «Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας»
Η εθνικοφροσύνη προκάλεσε το διαχωρισμό των πολιτών σε δύο κατηγορίες. Από τη μία πλευρά είχαμε τους "εθνικόφρονες" που εμφανίζονταν προσηλωμένοι στις αξίες ενός ιδεολογήματος που το ονόμασαν"ελληνισμό" και ήταν ένα μείγμα συντήρησης, θρησκοληψίας και μισαλλοδοξίας. Ο ελληνισμός αυτός - σύμφωνα με τους "εθνικόφρονες" -αποτελούσε το τελευταίο προπύργιο του "ελεύθερου κόσμου" της Δύσης απέναντι στη "σλαβοκομμουνιστική απειλή". Από την άλλη πλευρά είχαμε τους "μη εθνικόφρονες", κατηγορία στην οποία εντάσσονταν - σύμφωνα με τους φέροντες τον όρο εθνικόφρονες - το σύνολο του πολιτικού κόσμου από την κομμουνιστική αριστερά μέχρι και πολιτικοί από το χώρο του κέντρου.
Ο χωρισμός των πολιτών σε "εθνικόφρονες" και "μη εθνικόφρονες" αποτέλεσε το θεμέλιο πάνω στο οποίο διαμορφώθηκε το νομικό πλαίσιο δίωξης και καταστολής του κομμουνισμού που άρχισε να οικοδομείται μετά τις εκλογές του 1946 και τη νίκη των ακροδεξιών συντηρητικών δυνάμεων και ενισχύθηκε κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Σύμφωνα με τον ΙΔΕΑ : "το ΚΚΕ είναι όργανον εχθρών διά την έσωθεν εξάρθρωσιν των Εθνικών μας Δυνάμεων και την προπαρασκευήν της υποδουλώσεώς μας εις ξένας φυλάς", ενώ "ο κομμουνισμός είναι ο εχθρός όχι μόνον της Ελληνικής Πατρίδος, αλλά και αυτής ταύτης της ελληνικής φυλής, την οποία επιδιώκει να εξαφανίσει εκ του προσώπου της Γης, εν πλήρη συνεργασία μετά των Βουλγάρων και της υπό τους Ρώσους ιμπεριαλιστικής Πανσλαβιστικής κινήσεως". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Παράλληλα, η "εθνικοφροσύνη" λειτούργησε ενοποιητικά για τον κατακερματισμένο χώρο της δεξιάς. Αυτό ήταν το στοιχείο που ένωσε κόμματα και οργανώσεις που προέρχονταν από τη φασιστική και συντηρητική άκρα δεξιά, την παραδοσιακή δεξιά και ακόμα από τον παλαιοβενιζελικό και φιλελεύθερο χώρο. Όπως έγραφε ο Ά. Ελεφάντης: " To 1945 υπήρχαν ταγματασφαλίτες, βασιλικοί, μαυραγορίτες, εδεσίτες, λαϊκοί, τεταρταυγουστιανοί, αγγλόφιλοι, σκόρπιοι σε ένα συνονθύλευμα κομμάτων, εφήμερων ενώσεων και συνασπισμών". Η εθνικοφροσύνη, με κύρια αιχμή της τον αντικομμουνισμό, έδεσε ιδεολογικά την αντιεαμική συμμαχία που άρχισε να συγκροτείται κατά τη διάρκεια του 1943. Μέσα, δε, από το εκπαιδευτικό σύστημα, την εκκλησία, τον Τύπο και το ραδιόφωνο εξελίχθηκε σε επίσημη και κυρίαρχη ιδεολογία του κράτους.
Ο ιδεολογικός λόγος του ΙΔΕΑ και η ακροδεξιά προπαγάνδα
Η εθνικοφροσύνη αποτέλεσε κεντρικό στοιχείο των ιδεολογικών αντιλήψεων του ΙΔΕΑ. Τα μέλη του ΙΔΕΑ αυτοαποκαλούνταν εθνικόφρονες. Στόχος τους ήταν η "ενότητα όλων των εθνικοφρόνων δυνάμεων"προκειμένου να ματαιώσουν τα σχέδια των "ηνωμένων κομμουνιστών και συνοδοιπόρων δημοκρατών".
Αρχικά, ο ΙΔΕΑ επανέφερε στο προσκήνιο τη "Μεγάλη Ιδέα" και στον Επτάλογό του αναφερόταν σε εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος όλων σχεδόν των γειτονικών κρατών. Εκτός από τις περιοχές που θα διεκδικούσε η Ελλάδα μετά την απελευθέρωση (Δωδεκάνησα, Κύπρος, Βόρεια Ήπειρος), ο ΙΔΕΑ μιλούσε για προς βορράν επέκταση εις βάρος του "προαιωνίου της φυλής εχθρού", των Βουλγάρων.
Οι αλυτρωτικές θέσεις του ΙΔΕΑ, όμως, έρχονταν σε αντίθεση με τις επιθυμίες των Βρετανών προστατών του και έτσι ο ΙΔΕΑ εγκατέλειψε σύντομα την επεκτατική του ρητορεία και αναλώθηκε σε έναν αντικομμουνιστικό εθνικισμό, αμυντικό και για εσωτερική κατανάλωση, στρέφοντας την προσοχή του στην πάταξη του "εσωτερικού εχθρού", δηλαδή της αριστεράς.
Έτσι, ο ΙΔΕΑ εναρμονίστηκε με τη θέληση των υψηλών προστατών του και ακολούθησε την ψυχροπολεμική προσέγγισή τους, ταυτίζοντας την αριστερά με την επεκτατική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης και της Βουλγαρίας. Κατά συνέπεια, το ΕΑΜ και η αριστερά αποτελούσαν για τον ΙΔΕΑ δυνάμεις αντεθνικές καθώς, σύμφωνα με την ανάλυσή του, επιδίωκαν τη διάλυση της εθνικής ενότητας και την προσάρτηση της χώρας στη σοβιετική επιρροή. Οι αντάρτες ταυτίζονται με τους Σλάβους και ο κομμουνισμός με το σλαβισμό.
Φωτογραφία από http://www.kolivas.de
Όπως έγραφε ο Καραγιάννης, ένας από τους ιδρυτές του ΙΔΕΑ: "αντιμαχόμενοι, κατά κοινήν αναγνώρισιν είναι, από το εν μέρος οι πιστεύοντες εις την ιδέα της Ελλάδος και την Ελευθερίαν του λαού της και από το άλλο οι κομμουνισταί, οι πιστεύοντες εις την Παγκόσμιον Σλαβοκομμουνιστικήν κυριαρχίαν".
Επιπλέον, στον αντικομμουνιστικό λόγο του ΙΔΕΑ, ο κομμουνισμός ταυτίστηκε με το έγκλημα και τη βία. Οι κομμουνιστές αναφέρονται ως "προδόται", ληστοσυμμορίται", "κομμουνιστοσυμμορίται". Επίσης, ο πόλεμος δεν αποκαλούνταν "εμφύλιος", αλλά "συμμοριτοπόλεμος".
Ξεχωριστό ενδιαφέρον για τη γραφικότητά της αλλά και για τη διαπίστωση ότι στα τάγματα ασφαλείας και στον ΙΔΕΑ κρύβονται οι ιδεολογικοί πρόγονοι του Άδωνι Γεωργιάδη, του Κυριάκου Βελόπουλου, του Πλεύρη, του Φαήλου Κρανιδιώτη και τόσων άλλων συνοδοιπόρων της σημερινής κυβέρνησης, αποτελεί η αφήγηση του ταξίαρχου Διονύση Παπαδόπουλου στα απομνημονεύματά του:
"Μα η πιο μεγάλη συμφορά που μας έκανε ο κομμουνισμός, είναι ότι κατόρθωσεν να διαφθείρη ψυχικώς και σωματικώς την Ελληνικήν Νεολαίαν μας, την οποίαν επότισεν με το δηλητήριο της διαφθοράς και της ακολασίας και ιδού κατά ποίον και σατανικόν τρόπον. Ένα παρακλάδι της οργανώσεως είναι το παιδικό κίνημα. Η οργάνωσις αύτη παρελάμβανε τα παιδιά (αγόρια και κορίτσια) από 10 μέχρι 14 ετών. Ακόλαστοι διαφθορείς, που ήταν φυσικά αξιόλογα στελέχη του ΚΚΕ, εχρησίμευσαν ως "Δάσκαλοι" των αθώων αυτών παιδιών και η σπουδαιότερη διδασκαλία τους ήταν να γαργαλίζουν και να εξάπτουν μεθοδικά το γενετήσιον ένστικτο...
...Το αποτέλεσμα: Κατά τας εκστρατείας του Τάγματος ανευρέθησαν στις σπηλιές, στα βουνά, στις ρεματιές και στους λόγγους μαζί με τους αντάρτας και φυγοδικούντας κομμουνιστάς πλήθος κοριτσιών με σημεία κατά και παρά φύσιν ασελγείας. Εξ'αυτών το 40% εις ενδιαφέρουσαν κατάστασιν. Εις όλα τα κρησφύγετα, αλλά και στις τσέπες πολλών κοριτσιών ανευρέθησαν φάρμακα δι αφροδίσια νοσήματα...
...Κατάρα εις τους απαισίους διαφθορείς της Ελληνικής νεότητος. Κατάρα εις τους εχθρούς της φυλής μας." [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Παρόμοιου επιπέδου και αισθητικής προπαγάνδα, χρηματοδοτήθηκε από όλους τους φορείς του επίσημου κράτους: από τη Χωροφυλακή, την Ασφάλεια, το Γενικό Επιτελείο Στρατού, από εκκλησιαστικές και βασιλικές οργανώσεις. Στην προπαγάνδα αυτή, επιχειρείται η ηρωοποίηση των ανδρών της Χωροφυλακής και των υπολοίπων κυβερνητικών δυνάμεων ενώ ο κομμουνιστής ή ο Σλάβος παρουσιάζεται ως τέρας, ως παραμορφωμένος άνθρωπος, ως αιμοδιψής δολοφόνος, ως εχθρός των Ελλήνων, ως άρπαγας παιδιών.
Κόμικ εποχής με τη χορηγία της Χωροφυλακής
(Φωτό από http://kokkinosfakelos.blogspot.gr)
Η ταύτιση του στρατού με το έθνος δεν ήταν παρά η κατάληξη αυτής της ιδεολογίας. Η εφεύρεση του σλαβικού κινδύνου επέτρεψε στις ένοπλες δυνάμεις να αναλάβουν το ρόλο του προστάτη και να συνδέσουν τον πατριωτισμό με τις δικές τους συντηρητικές αξίες και παράλληλα να στιγματίσουν τη διεθνιστική αριστερά ως προδοτική. Για την επιτυχία του σκοπού τους, οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ επιθυμούσαν την αποπομπή από το στράτευμα όσων αξιωματικών "εξέφραζαν διεθνιστικάς ιδέας" ή είχαν "αμφίβολα εθνικά φρονήματα".
Πίσω από το προσωπείο του "πατριωτικού αντικομμουνισμού" που πρόβαλε ο ΙΔΕΑ κρυβόταν η αντίδρασή του στις δημοκρατικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που επαγγελόταν το ΕΑΜ. Ένα ΕΑΜ που μιλούσε με τη γλώσσα του λαού, τη δημοτική, σε αντίθεση με τον ΙΔΕΑ, που χρησιμοποιούσε την καθαρεύουσα, τη γλώσσα της ελίτ, του κράτους και της γραφειοκρατίας.
Στο πολιτειακό ζήτημα, ο ΙΔΕΑ τάχθηκε υπέρ της Βασιλευομένης Δημοκρατίας και της παλινόρθωσης του Γεώργιου του Β', με την προϋπόθεση ότι οι πράξεις του βασιλιά θα στόχευαν στην εκπλήρωση των "εθνικών πόθων". Παρόλα αυτά, ο ΙΔΕΑ δε δίστασε να συγκρουστεί με το παλάτι όταν έκρινε ότι το παλάτι δεν εξυπηρετούσε τα συμφέροντά του.
Ο ΙΔΕΑ θεωρούσε ότι ο στρατός είναι "ο μόνος υγιής οργανισμός εις το Κράτος σήμερον..." και τον τοποθετούσαν στην κορυφή της ιεραρχίας της κοινωνίας, καταδικάζοντας παράλληλα τους πολιτευτές και τα πολιτικά κόμματα. Είναι χαρακτηριστική η άποψη που διατυπώνει ο ΙΔΕΑ για τις κυβερνήσεις της περιόδου 1945-1946 (Πλαστήρας, Βούλγαρης, Σοφούλης) ως "πρόσωπα ή κόμματα εγκληματήσαντα κατά της Ελληνικής Πατρίδος ή ικανά να θυσιάσωσι τα Εθνικά συμφέροντα προς χάριν ποταπών επιδιώξεων...".
Αυτή ακριβώς η αμφισβήτηση της πολιτικής από τον ΙΔΕΑ, τον έκανε να μην εμπιστεύεται τη δημοκρατία και να έχει συνεχώς στο πίσω μέρος του μυαλού του την επιβολή δικτατορικού καθεστώτος. Τον Αύγουστο του 1947, ο ΙΔΕΑ διαβεβαίωνε τον Σ.Μαρκεζίνη ότι ήταν σε θέση να προβεί σε στρατιωτικό κίνημα εάν αυτός το επιθυμούσε, ενώ το Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς, ο ΙΔΕΑ ζητούσε από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Γ.Βαρβούτη, "να ανασταλούν ωρισμέναι ελευθερίαι, η Κυβέρνησις να προχωρήση εις την άσκησιν επί μάλλον και μάλλον δικτατορικής διοικήσεως και η Βουλή να διακόψη τας εργασίας της επί εν εξάμηνον".
Σύμφωνα, μάλιστα, με εσωτερικό έγγραφο της οργάνωσης, μόνη λύση για να επιτευχθούν οι σκοποί της ήταν η"δικτατορία του ΙΔΕΑ. Αύτη επιβληθήσεται εν καιρώ και όταν αι περιστάσεις το επιτρέψουν προς το καλόν και μόνον της Πατρίδος". Οι προθέσεις αυτές του ΙΔΕΑ επιβεβαιώνονται και από τον ταξίαρχο Α.Φροντιστή, μέλος της Διοικούσας Δέσμης της οργάνωσης. Στην απολογία του για το αποτυχημένο πραξικόπημα που επιχείρησε ο ΙΔΕΑ το 1951, ο ταξίαρχος κατέθεσε ότι: "η Οργάνωσις θα εξεδηλούτο όταν η κατάστασις θα καθίστατο έκρυθμος και θα εδημιουργήτο κίνδυνος συγκροτήσεως κυβερνήσεως υπό στοιχείων υπόπτου εθνικής υποστάσεως".
Από δηλώσεις του Καραγιάννη, διαπιστώνουμε την εκτίμηση που έτρεφαν οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ τόσο για τα Τάγματα Ασφαλείας, όσο και για την Οργάνωση-Χ. Ο Καραγιάννης θεωρεί πως τα τάγματα ασφαλείας υπήρξαν "αι μόναι Εθνικαί δυνάμεις αι οποίαι ηγωνίσθησαν κατά του προδοτικού μηχανισμού αποτελεσματικά" και ότι "ως δυνάμεις προστασίας των Ελλήνων πολιτών εκ της κομμουνιστικής μανίας, συνετέλεσεν εις την εξασφάλισην της Ελληνικής φυλής". Για την οργάνωση Χ, ο ίδιος αναφέρει πως "τοσούτον συνεκίνησεν το Πανελλήνιον η ανδρεία και η αποφασιστικότης του Αρχηγού της οργανώσεως Χ και των ανδρών της, ώστε μετά την εις Αθήνας συντριβήν των κομμουνιστών, αύτη αυτομάτως εξηπλώθει εις ολόκληρον την χώραν και υπό το όνομα Χ οργανώθη ο αντικομμουνιστικός αγών".
Στο εσωτερικό του ΙΔΕΑ ακούγονταν φωνές που ζητούσαν να αποκτήσει η οργάνωση μαζικό χαρακτήρα. Ο αντισυνταγματάρχης Σ.Γκίκας πίστευε ότι "ο ΙΔΕΑ θα ΄πρεπε να επεκταθή και εις ολόκληρον την Ελληνικήν Εθνικόφρονα παράταξιν, ίνα αφυπνίση τον Λαόν επί του επαπειλούντος αυτόν κινδύνου, οργανώση δε τούτον μαχητικώς προς άμεσον αντίδρασιν κατά της κομμουνιστικής επιθέσεως". Ο συνταγματάρχης Γωγούσης πρότεινε να μετεξελιχθεί ο ΙΔΕΑ σε ένα "Αντικομμουνιστικόν Μέτωπον Ελλάδος" και ζήτησε επίσης "την ίδρυση δυναμικού τμήματος, το οποίον θα αναλαμβάνη την δολοφονίαν κάθε επιζήμιου προσώπου που ζημιώνει τον αγώνα και προδίδει το Έθνος".
Παρά τις φωνές αυτές, ο ΙΔΕΑ αντιμετώπιζε με επιφυλακτικότητα τη μαζική λαϊκή κινητοποίηση και παρέμεινε μέχρι το τέλος συνωμοτικός και οργάνωση αποκλειστικά του στρατού και με μικρά ανοίγματα στην αεροπορία και τη χωροφυλακή.
Ο ΙΔΕΑ αποσκοπούσε στην πάταξη της Αριστεράς μέσα από την αποκατάσταση της μοναρχίας, μέσω ενός ελεγχόμενου κοινοβουλευτισμού και με όπλο το στρατό. Επιθυμούσε για το κράτος απλώς το ρόλο ενός "χωροφύλακα" που θα διατηρούσε την τάξη, ενώ οι παραδοσιακές ελίτ της χώρας θα κυβερνούσαν μέσα από την ιδιοκτησία, το στρατό, την εκκλησία και την κληρονομική κοινωνική ιεραρχία.
Η ύπαρξη της Αριστεράς στην πολιτική σκηνή τους χαλούσε τα σχέδια και γι αυτό οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ επιδίωξαν τη διάλυση της κυβέρνησης "Εθνικής Ενότητας". Ακόμη και μετά την ήττα του ΕΛΑΣ στη μάχη της Αθήνας και τη συμφωνία της Βάρκιζας, ο ΙΔΕΑ δεν ήταν ικανοποιημένος, καθώς οι αξιωματικοί του επιθυμούσαν την καταδίωξη του ΕΛΑΣ μέχρι τα σύνορα. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Καραγιάννη:
"η παρασχεθείσα δια της συμφωνίας της Βάρκιζας, ευχέρεια εις τους κομμουνιστάς όπως επαναρχίσωσι την δράσιν των, μεγάλως δυσηρέστησεν τους Αξ/κούς και οπλίτας όχι μόνον της ΙΙΙ Ε.Ο.Τ αλλά και ολοκλήρου του Ελληνικού Στρατού.
.......Είχε γίνει εις πάντας συνείδησις ότι ουδεμία παραχώρησις επετρέπετο προς τους κομμουνιστάς και ότι η συνέχισις της προσπαθείας μέχρι πλήρους εξουδετερώσεώς των, ήτο επιβεβλημένη. Μέσα από την γενικήν αυτή πίστιν και από την κοινήν όλων των Ελλήνων συνείδησιν περί του ανενδότου αγώνος κατά των κομμουνιστών, δια την σωτηρίαν της Πατρίδος, ανεπήδησεν και εγιγαντώθη ο ΙΔΕΑ". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Ήταν λοιπόν αναμενόμενο ότι ο ΙΔΕΑ θα κατέβαλε κάθε προσπάθεια για να μην εφαρμοστεί η συμφιλίωση συμβάλλοντας στη διαμόρφωση του κλίματος της Λευκής Τρομοκρατίας.
Η αποκάλυψη του ΙΔΕΑ
Από τις πρώτες μέρες της δραστηριότητας του ΙΔΕΑ, το Φεβρουάριο του 1945, άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες για την ύπαρξη μέσα στο στρατό μιας εθνικιστικής κίνησης αξιωματικών. Η κυβέρνηση Πλαστήρα, που ενημερώθηκε για την κίνηση αυτή από αξιωματικούς προσκείμενους προς αυτήν, προσπάθησε να ανακαλύψει τους ηγέτες της κίνησης αλλά δεν τα κατάφερε.
Παράλληλα ο Τσουδερός, με δηλώσεις του προς τον Τύπο και με επίσημα διαβήματα προς την κυβέρνηση Βούλγαρη, που είχε εν τω μεταξύ αντικαταστήσει την κυβέρνηση Πλαστήρα, μίλησε για "μοναρχοφασιστική συνωμοσία" που είχε αρχίσει να εξελίσσεται στον ελληνικό στρατό και ανέφερε ότι έχει αποδείξεις για την ύπαρξη δύο τουλάχιστον στρατιωτικών συνδέσμων των βασιλοφρόνων αξιωματικών στη Μέση Ανατολή.
Ο πρώην πρωθυπουργός της κυβέρνησης του Καΐρου, συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Βούλγαρη και κατήγγειλε τον ΣΑΝ, μια ακροδεξιά οργάνωση που είχε ιδρυθεί στη Μέση Ανατολή από τον αντισυνταγματάρχη Σ.Γκίκα, δίνοντας στη δημοσιότητα το καταστατικό του.
Την κυβέρνηση Πλαστήρα (3/1/1945 έως 8/4/1945),
διαδέχθηκε η κυβέρνηση Βούλγαρη (8/4/1945 έως 9/10/1945)
Ανέφερε δε ότι: "Μετά την Απελευθέρωσιν ο ΣΑΝ μετέφερε την δράσιν του εις Αθήνας, έχει δε κυρίως τους πυρήνας του εις την Ταξιαρχίαν Ρίμινι και τον Ιερόν Λόχον...Ο δεύτερος στρατιωτικός σύνδεσμος ιδρύθη εις Αθήνας, επεξέτεινε δε τους πλοκάμους του εις τον στρατόν, το ναυτικόν και την χωροφυλακήν" [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Οι καταγγελίες αυτές δεν είχαν καμία τύχη, καθώς σύμφωνα με τα αρχεία του ΙΔΕΑ, ο ναύαρχος Βούλγαρης"μάλλον ασυμπαθώς ήκουσε τας αποκαλύψεις του Τσουδερού, τας οποίας και διέψευσε". Παρόλα αυτά, αναγκάστηκε να εκδώσει εγκύκλιο προς τις ένοπλες δυνάμεις για διερεύνηση του θέματος, η οποία όμως δεν προχώρησε.
Στις καταγγελίες του Τσουδερού απάντησε ο δημοσιογράφος Γεώργιος Βλάχος με άρθρο στην Καθημερινή στις 19 Απριλίου 1945 στο οποίο υποστήριζε τον αντικομμουνιστικό ΙΔΕΑ. Γράφει μεταξύ άλλων:
"Οι Αξιωματικοί λοιπόν έκαμαν Σύνδεσμον; ...Και τον ανεκάλυψε ένας πρώην Πρωθυπουργός; Και το κράτος ετοιμάζεται να τον διαλύση;....
Επανάστασις λοιπόν; Κράτος εν κράτει; Στρατός συνωμοτικός; Αναρχία;...Αλλά ας ηρεμήσωμεν...Θα γίνη και Ναυτικός και Αεροπορικός και Σύνδεσμος Αρμάτων Μάχης και Σύνδεσμος Ιερέων. Και οι παπάδες ακόμη έχουν δικαιώματα να συνέρχωνται, να οπλίζωνται και να γυμνάζωνται δημοσία εις το Πεδίον του Άρεως. Διατί δηλαδή; Πρέπει να διαβάσουν προηγουμένως το Σύνταγμα των Ιερών Κανόνων του μακαριστού Ποτλή, δια να πληροφορηθούν αν έχουν το δικαίωμα να λάβουν τα μέτρα τους δια να μη σφαγούν από την Κομμούνα και το ΕΑΜ;
Η καταγγελία λέγει, ότι πρόκειται περί Στρατιωτικού Συνδέσμου Βασιλοφρόνων. Δεν το πιστεύομεν.Πιστεύομεν μάλλον, ότι μερικοί νέοι αξιωματικοί ή Βασιλόφρονες ή Δημοκράται ή - όπως πρέπει - ξένοι προς πάσαν εμπάθειαν Πολιτειακήν, συνομιλούν και συσκέπτονται περί του πώς θα είναι εις θέσιν αμέσως, εις το πρώτον νυχτερινόν προσκλητήριον, να βοηθήσουν το Κράτος. Έτσι είνε; ... Αν είνε έτσι, χαλάλι τους. Το Κράτος - του το λέγωμεν ιδιαιτέρως - ας μην τους διαλύση, διότι μια νύχτα ασφαλώς θα τους χρειασθή.
Αλλά η γαλήνη; Η ησυχία; Η τάξις; ... Το Κοινοβούλιον; όλα αυτά είνε άγια πράγματα. Υπέρ αυτών γράφομεν, αγωνιζόμεθα, λησμονούμεν, επιστρατεύομεν φράσεις και λέξεις, επί τρεις μήνας. Αλλά δια να γίνουν αυτά πρέπει να θέλουν και οι άλλοι. όσοι έσφαξαν. Και αυτοί δεν θέλουν. Αυτοί θέλουν να σφάξουν. Δεν εννοούν, λοιπόν, αυτοί, ότι κάτω από την Βάρκιζαν και το Κράτος και τας Κυβερνήσεις και τας συνθήκας αθελήτως ο ανθρώπινος οργανισμός αντιδρά και το αίσθημα της αυτοσυντηρήσεως αυτό μόνο, δημιουργεί ακαταστασίαν; ...
Διότι ακαταστασία δεν είνε, ότι ο πολίτης δεν κοιμάται ήσυχος με το αστυνομικόν τμήμα στη γειτονιά του, αλλά θέλει κάτω από το μαξιλάρι του παρανόμως ένα πιστόλι. Πιστόλι είνε και ο Σύνδεσμος αν υπάρχη. Αλλά αν υπάρχη και είνε ανάγκη να διαλυθή, θα διαλυθή πραγματικώς μονον άμα διαλυθή η Κομμούνα. Αν η Κομμούνα δεν διαλυθεί τότε - και αν δεν υπάρχη - θα γίνη". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Οι σχέσεις του ΙΔΕΑ με τις ένοπλες οργανώσεις της ακροδεξιάς
Οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ αντιλαμβανόμενοι τη στρατιωτική υπεροπλία του ΕΛΑΣ, ανέλαβαν πρωτοβουλίες ώστε να έρθουν σε επαφή με οπλαρχηγούς τοπικών ένοπλων παραστρατιωτικών οργανώσεων και να τους ενισχύσουν στον αντικομμουνιστικό τους αγώνα προωθώντας την τακτική του "εξοπλισμού του χωριού", όπως την αποκαλούσε ο ΙΔΕΑ.
Ο στρατηγός Καραγιάννης, στο έργο του "1940-1952: Το δράμα της Ελλάδας", γράφει: "Δια την πειθάρχησιν των ομάδων τούτων, αι οποίαι ως προελέχθη κατά τα αρχικά στάδια της συγκροτήσεως των έδρων εν παρανομία, απεφασίσθη όπως επί κεφαλής τούτων τεθώσιν μόνιμοι Αξιωματικοί ή Υπαξιωματικοί εγνωσμένου ήθους και ικανοτήτων. Εκ του γραφείου υπουργού Εθνικής Αμύνης ανεχώρησαν δια την ανάπτυξιν Εθνικών ομάδων οι αείμνηστοι Λοχαγοί Κατσαρέας Π. εις Λακωνίαν και Δεδούσης Δ. εις Δωρίδα. Ωσαύτως υπό του Ταγματάρχου Μπούρου Κων., Υπολοχαγού Χονδρού, επιλοχίου Μπραντίτσα Δ. και άλλων μονίμων Αξιωματικών ή οπλαρχηγών ονομασθέντων Αξιωματικών, ανεπτύχθησαν πειθαρχημέναι ομάδες εις Ρούμελην, Μακεδονίαν και Πελοπόννησον, δημιουργήσασαι το αντίπαλον κατά του κομμουνισμού δέος". [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Έτσι, το φθινόπωρο του '46 συγκροτούνται οι ΜΑΥ (Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου) και ΜΑΔ (Μονάδες Αποσπασμάτων Διώξεως). Οι ΜΑΥ ή Μάυδες όπως αποκαλούνταν, ήταν ένοπλοι χωρικοί που αναλάμβαναν τη φύλαξη χωριών και αγροτικών εργασιών, ενώ οι ΜΑΔ συμμετείχαν μαζί με τη Χωροφυλακή και με μονάδες του Στρατού στην καταδίωξη των ανταρτών.
Άνδρες των ΜΑΥ μεταφέρουν σακιά με βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ.
Σε πολλές περιοχές η διανομή και αποθήκευσή τους είχε αφεθεί στη δική τους
πρωτοβουλία (Φωτογραφία από http://kokkinosfakelos.blogspot.gr)
Οι μονάδες αυτές έφταναν, ανάλογα με την εποχή, τους εξήντα έως εκατό χιλιάδες άντρες ενώ τον Ιούνιο του 1947 αντικαταστάθηκαν από τα Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ). Η συμβολή των ΤΕΑ στον Εμφύλιο ήταν καθοριστική, καθώς εγκαταστάθηκαν στις παρυφές των πόλεων και κατά μήκος του βασικού οδικού δικτύου της χώρας. Έδωσαν έτσι τη δυνατότητα στα τμήματα του εθνικού στρατού να αποδεσμευτούν από τη φύλαξη των πόλεων και των οδικών αρτηριών ενώ τα ΤΕΑ στις πόλεις έλεγχαν και κάλυπταν τα μετόπισθεν του κυβερνητικού στρατού από τη δράση του ΔΣΕ. Παράλληλα, μαζί με τη χωροφυλακή και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις, κατέστειλαν τη δράση του πολιτικού μηχανισμού της αριστεράς.
Παρέλαση ΤΕΑ Στρυμονικού
(Φωτογραφία από http://strimoniko.blogspot.gr)
Η δράση των ΤΕΑ αναγνωρίστηκε από το επίσημο κράτος το Μάρτιο του 1951, καθώς η κυβέρνηση του Σοφοκλή Βενιζέλου με νόμο επισημοποίησε την ένταξή τους στον ελληνικό στρατό υπακούοντας σε ένα χρόνιο αίτημα του ΙΔΕΑ.
Η άλωση του στρατού από ακροδεξιούς και δοσίλογους
Η ανασυγκρότηση του στρατού που άρχισε να πραγματοποιείται τον Απρίλιο του 1945 έλαβε ξεκάθαρο αντικομμουνιστικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με όσα προέβλεπε η Συμφωνία της Βάρκιζας. Τον Ιούνιο του 1945 η "Λευκή Βίβλος" του ΕΑΜ κατέγραψε τα ονόματα 59 αξιωματικών των Ταγμάτων Ασφαλείας που είχαν ενταχθεί στις ένοπλες δυνάμεις. Δύο μήνες αργότερα, έγινε γνωστό ότι 117 βαθμοφόροι των Ταγμάτων Ασφαλείας είχαν εισαχθεί στη Σχολή Ευελπίδων. Οι άνθρωποι αυτοί εξελίχθηκαν σε στρατιωτικούς καριέρας με "διακρίσεις" στον εμφύλιο πόλεμο και σε άλλα κρίσιμα γεγονότα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διοικητής του Τάγματος Ασφαλείας Καλαμάτας, Διονύσιος Παπαδόπουλος, που βρέθηκε το 1945 να είναι διοικητής τάγματος του ελληνικού στρατού και έφτασε τελικά μέχρι το βαθμό του ταξίαρχου. Ήταν μάλιστα ένας από τους δεκαπέντε αξιωματικούς που είχαν ηγετικό ρόλο στο αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του ΙΔΕΑ το Μάιο του 1951.
Παράλληλα, οι υπηρεσίες του υπουργείου Στρατιωτικών και του Γενικού Επιτελείου Στρατού στελεχώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από εθνικόφρονες αντικομμουνιστές αξιωματικούς, όπως ο Π.Σπηλιωτόπουλος και ο Κ.Βεντήρης, ενώ οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ άρχισαν να καταλαμβάνουν θέσεις-κλειδιά, όπως ο Ε.Λιώσης που τοποθετήθηκε επικεφαλής του τμήματος ασφαλείας του ΓΕΣ.
Μετά, μάλιστα, την άνοδο στην εξουσία του Λαϊκού Κόμματος, το Μάρτιο του 1946, η επιρροή του ΙΔΕΑ έγινε ακόμη πιο έντονη καθώς οι περισσότερες θέσεις-κλειδιά στο Επιτελείο και στο Υπουργείο Στρατιωτικών πέρασαν στα χέρια αξιωματικών του ΙΔΕΑ. Η κυβέρνηση Τσαλδάρη, σε πλήρη συνεργασία με τον ΙΔΕΑ, διασφάλιζε την προαγωγή των εθνικοφρόνων αξιωματικών ενώ παράλληλα εμπόδιζε την εξέλιξη των δημοκρατικών. Οι αξιωματικοί για τους οποίους υπήρχαν υποψίες ότι ήταν δημοκρατικοί ή αντιμοναρχικοί απομακρύνονταν. Ειδικότερα, 100 αξιωματικοί που είχαν υπηρετήσει στον ΕΛΑΣ στάλθηκαν στην εξορία στους Φούρνους Ικαρίας, τη Φολέγανδρο και άλλα νησιά.
Παράλληλα, μέχρι το τέλος του 1946 γύρω στους 1500 αξιωματικούς των Ταγμάτων Ασφαλείας και άλλων ακροδεξιών οργανώσεων έγιναν δεκτοί στο στρατό. Σύμφωνα με το Σόλωνα Γρηγοριάδη, ούτε η κυβέρνηση Πλαστήρα, ούτε η κυβέρνηση Βούλγαρη, ούτε η κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κέντρου το 1945-46 είχαν σκοπό να χρησιμοποιήσουν αυτούς τους αξιωματικούς. Όταν, όμως, ήρθε στην εξουσία η κυβέρνηση Τσαλδάρη, επικράτησαν άλλες αντιλήψεις.
Ο ρόλος του ΙΔΕΑ στην αμνήστευση και στην ένταξη των ταγματασφαλιτών στον ελληνικό στρατό ήταν καθοριστική. Συγκεκριμένα, οι ταγματάρχες Καραγιάννης και Καραμπότσιος, ηγετικά στελέχη του ΙΔΕΑ, ανέλαβαν τη διεύθυνση του γραφείου του υπουργού Άμυνας, Π.Μαυρομιχάλη. Από τη θέση αυτή διέλυσαν την επιτροπή καταρτισμού δικογραφιών και την υποχρέωσαν να παραδώσει όλα της τα αρχεία στο γραφείο Προσωπικού του Υπουργείου. Για τους ταγματασφαλίτες αξιωματικούς αποφάσισαν ότι μπορούσαν να διωχθούν μόνο για παράβαση του ποινικού νόμου και πως οι υπόλοιποι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στο στρατό με βάση τις ικανότητές τους.
Όπως γράφει ο στρατηγός Καραγιάννης στο βιβλίο του: "Κατά το θέρος του 1946 ο πόλεμος κατά των Κ/Σ(σ.σ Κομμουνιστοσυμμοριτών) γενικεύεται εις ολόκληρον την χώραν, πολλοί δε Αξ/κοί δυναμικοί και φανατικοί αντικομμουνισταί, παραμένουν αχρησιμοποίητοι, ως υπηρετήσαντες εις τα Τάγματα Ασφαλείας.
Επειδή δε η Ηγεσία και το αρμόδιον γραφείον του Υπουργείου δεν εδέχοντο την αποκατάστασιν των Αξ/κών της κατηγορίας ταύτης, δι'αγνώστους λόγους, εν συνεννοήσει με τον Ταγ/χην Καραμπότσιον συνετάξαμεν Διαταγήν του Υπουργού, βάσει της οποίας η συγκροτηθείσα υπό της προηγούμενης Κυβερνήσεως επιτροπή καταρτισμού δικογραφιών κατά των υπηρετησάντων Αξ/κών εις τα Τάγματα Ασφαλείας διελύετο, διετάσσετο δε αύτη να παραδώση τα Αρχεία εις το γραφείον Προσωπικοιύ του Υπουργείου.
'Όσον αφορά τους Αξ/κούς της κατηγορίας ταύτης, διετάσσετο η χρησιμοποίησίς των εις τον ενεργόν Στρατόν βάσει των ικανοτήτων των. Δίωξις Αξ/κών υπηρετησάντων εις τα Τάγματα Ασφαλείας ηδύνατο να λάβη χώραν, ως και δια πάντα άλλον, μόνο κατόπιν συγκεκριμένης μηνύσεως δια παράβασιν του ποινικού Νόμου." [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Παράλληλα, μέλη του ΙΔΕΑ παρουσιάζονταν ως μάρτυρες υπεράσπισης πρώην ταγματασφαλιτών και μελών των SS και τους παρείχαν βεβαιώσεις συμμετοχής σε κάποια κατασκοπευτική ομάδα ή αντιστασιακή οργάνωση.
Το καλοκαίρι του 1946, η πρώτη φάση ανασυγκρότησης του ελληνικού στρατού είχε ολοκληρωθεί και μπορούσε πλέον να κοιτά από θέση ισχύος την αριστερά.
Τα έκτακτα μέτρα του εμφυλίου
Το βράδυ της 30ης προς 31η Μαρτίου 1946, παραμονή των εκλογών που είχαν προκηρυχθεί και στις οποίες το ΕΑΜ είχε αποφασίσει να απέχει, αντάρτες του ΕΛΑΣ εξαπολύουν επίθεση στο σταθμό Χωροφυλακής Λιτόχωρου. Η επίθεση αυτή σηματοδοτεί την απόφαση της Αριστεράς να αντισταθεί ένοπλα στο βίαιο αποκλεισμό της από την πολιτική ζωή και το κλίμα τρομοκρατίας που είχαν στήσει οι ακροδεξιοί από τη συμφωνία της Βάρκιζας και μετά.
Σιγά-σιγά αρχίζουν να σχηματίζονται οι πρώτες ομάδες ανταρτών και η κυβέρνηση θεσπίζει στις 18 Ιουνίου το Γ' Ψήφισμα, το οποίο ποινικοποιoύσε το αριστερό φρόνημα και προέβλεπε τη θανατική ποινή για όσους ανήκαν στην αριστερά: "όστις θέλων αποσπάση εν μέρος εκ του όλου της Επικρατείας ή να ευκολύνη τα προς τούτο το τέλος τείνοντα σχέδια, συνόμωσεν ή διήγειρεν στάσιν ή συνεννοήθη με ξένους ή κατήρτισεν ένοπλες ομάδας ή έλαβε μετοχήν εις τοιαύτας προδοτικάς ενώσεις τιμωρείται με θάνατον". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Το Γ΄Ψήφισμα εξομοίωνε την αριστερή δραστηριότητα με "εσχάτη προδοσία" ή "εχθρική εισβολή" καθώς την κατηγορούσε για πρόθεση απόσπασης εθνικού εδάφους προς όφελος εξωτερικών εχθρών. Το Ψήφισμα αυτό δεν έθετε εκτός νόμου τα κόμματα της Αριστεράς, καθώς κάτι τέτοιο θα προκαλούσε αντιδράσεις από τους δυτικούς συμμάχους της ελληνικής κυβέρνησης. Έθετε, όμως, εκτός νόμου οποιαδήποτε αριστερή δραστηριότητα, πολιτική αλλά και συνδικαλιστική, η οποία ισοδυναμούσε με προδοσία και τιμωρούνταν με θάνατο.
Για το σκοπό αυτό ιδρύθηκαν στρατοδικεία, τα οποία επεκτάθηκαν σε όλη τη χώρα και τα οποία εκδίκαζαν τις παραβιάσεις του Γ' Ψηφίσματος. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων αυτών δεν επιδέχονταν έφεση και ήταν άμεσα εφαρμόσιμες. Από τα μέσα Ιουλίου άρχισαν οι ομαδικές θανατικές καταδίκες και εκτελέσεις, αμέσως μετά τις πρώτες επιχειρήσεις των ανταρτών. Συγκεκριμένα, στις 16 Ιουλίου 1946 έγιναν στη Θεσσαλονίκη οι δύο πρώτες εκτελέσεις καταδικασθέντων από έκτακτα στρατοδικεία. Και στις 26 Ιουλίου τουφεκίστηκε στα Γιαννιτσά μαζί με άλλους έξι, η πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε στη νεότερη ελληνική ιστορία: η νεαρή δασκάλα Ειρήνη Γκίνη
Από τη μεριά των αριστερών, η επίθεση στο Λιτόχωρο δεν ακολουθήθηκε από άλλες μέχρι το φθινόπωρο του 1946. Αντιθέτως, οι οργανώσεις της Αριστεράς εξαρθρώνονταν μεθοδικά και φαινόταν να επιβάλλεται η "τάξη". Οι διωγμοί, όμως, δημιούργησαν πολλούς ανθρώπους που ανήκαν πλέον στο καθεστώς του καταζητούμενου, του φυγάδα, του ύποπτου, του απειλούμενου. Οι άνθρωποι αυτοί έβρισκαν καταφύγιο στα βουνά και ζούσαν εκεί ως "διωκόμενοι". Εκεί συνάντησαν και άλλους που, από την εποχή της λευκής τρομοκρατίας που ακολούθησε τη συμφωνία της Βάρκιζας, είχαν φύγει από τα σπίτια τους νοιώθοντας ότι απειλείται η ζωή τους. Σιγά-σιγά άρχισαν να διαμορφώνονται ένοπλες ομάδες, οι οποίες βρίσκονταν σε επαφή με το ΚΚΕ και ήταν σε κατάσταση αναμονής.
Οι ομάδες αυτές άρχισαν να έχουν τις πρώτες αψιμαχίες με κυβερνητικές ομάδες από το καλοκαίρι του 1946, ενώ το Σεπτέμβριο οι συμπλοκές εξελίχθηκαν σε αληθινό πόλεμο και στις 28 Οκτωβρίου 1946, ανακοινώθηκε η ίδρυση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ).
Στα μέσα του 1947, ιδρύθηκε το στρατόπεδο της Μακρονήσου, με σκοπό να αποτελέσει ένα κέντρο διαλογής "υπόπτων" καθώς και ένα "εργαστήριο ανάνηψης" γι΄ αυτούς ενώ, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, το στρατόπεδο αυτό υπήρξε ο "νέος Παρθενώνας"
Ταυτόχρονα σχεδόν με την ίδρυση του στρατοπέδου της Μακρονήσου, άρχισε και η επιχείρηση μαζικής εκκένωσης ορεινών χωριών και η μετακίνηση των κατοίκων τους σε ειδικούς πρόχειρους οικισμούς στις παρυφές των πόλεων. Έως το τέλος του πολέμου, υπολογίζεται πως σχεδόν 700.000 άτομα μετακινήθηκαν με τον τρόπο αυτό, αφήνοντας πίσω τους έρημες ορεινές περιοχές και στερώντας από το Δημοκρατικό Στρατό την κοινωνία που τον στήριζε.
Ως συμπλήρωμα της παραπάνω πρακτικής, λειτούργησε η συγκέντρωση από το στρατό παιδιών της υπαίθρου σε ειδικές "παιδοπόλεις" ή ιδρύματα. Η λειτουργία των ιδρυμάτων αυτών διευθυνόταν από τη Βασιλική Πρόνοια η οποία, υπό την υψηλή επίβλεψη της νέας Βασίλισσας Φρειδερίκης, ανέλαβε, όπως διατεινόταν, τη "διάσωση των παιδιών της υπαίθρου". Αλλά και από την αντίπαλη πλευρά οργανώθηκε μία παρόμοια κίνηση, η οποία έστελνε τα παιδιά σε "κατασκηνώσεις" ή στις ανατολικές χώρες.
Η Φρειδερίκη, σύζυγος του Παύλου,
ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο την 1η Απριλίου 1947,
μετά το θάνατο του αδελφού του Γεωργίου Β'
Την ίδια στιγμή, στις πόλεις μεθοδεύτηκε η δίωξη και καταστολή της Αριστεράς. Μαζικές συλλήψεις διέλυσαν τις οργανωμένες δυνάμεις που είχαν απομείνει, ενώ στις 18 Οκτωβρίου απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του Ριζοσπάστη και της Ελεύθερης Ελλάδας, των δύο επίσημων εφημερίδων του ΚΚΕ και της Αριστεράς
Το τελικό βήμα έγινε στις 27 Δεκεμβρίου του 1947, όταν η κυβέρνηση συνεργασίας Λαϊκών-Φιλελευθέρων με πρωθυπουργό το Θ.Σοφούλη ψήφισε τον Αναγκαστικό Νόμο 509 "Περί μέτρων ασφαλείας του κράτους, του πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας και ελευθερίας των πολιτών". Ο νόμος αυτός, που ψηφίστηκε με αφορμή την ίδρυση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης στα βουνά της Ελλάδας, έθετε εκτός νόμου το Κομμουνιστικό Κόμμα και τους προσκείμενους σε αυτό πολιτικούς σχηματισμούς. Από τα τέλη του 1946 μέχρι και τα μέσα του 1948, ψηφίστηκε η απαγόρευση των απεργιών, η απαγόρευση κυκλοφορίας αριστερών εντύπων, η στέρηση της ιθαγένειας σε όσους δρούσαν "αντεθνικά", η δήμευση των περιουσιών όσων συμμετείχαν στο "συμμοριτοπόλεμο", η απόταξη των ύποπτων για αριστερό φρόνημα αξιωματικών και η ίδρυση του στρατοπέδου της Μακρονήσου που έγινε στα μέσα του 1947.
Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης
Ειδικά ο έλεγχος του πολιτικού φρονήματος στο στρατό ήταν σε πρώτη προτεραιότητα. Κατά τη διάρκεια του 1945 και κατά το μεγαλύτερο μέρος του 1946, οι ύποπτοι για αριστερό φρόνημα στρατιώτες απαλλάσσονταν προσχηματικά για λόγους ασθένειας. Για τους ανθρώπους αυτούς, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη στρατιωτική εφεδρεία του Δημοκρατικού Στρατού, αποφασίστηκε η δημιουργία ειδικών μονάδων και, έτσι, στα μέσα του 1947, με αμερικανικά κονδύλια, δημιουργήθηκε στη Μακρόνησο ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης στο οποίο στέλνονταν όλοι οι "ύποπτοι" πολιτικά αξιωματικοί και οπλίτες.
Το στρατόπεδο αυτό ονομαζόταν "Αναμορφωτήριον Μακρονήσου" και αρχικά είχε μόνο στρατιωτικό περιεχόμενο, αλλά βαθμιαία δεχόταν αριστερούς κάθε απόχρωσης, ακόμη και γυναίκες. Εκεί υποβάλλονταν σε ψυχολογικά και σωματικά βασανιστήρια, προκειμένου να απαρνηθούν την ιδεολογία τους. Τα βασανιστήρια αυτά σταματούσαν μόνο μετά από ¨δήλωση μετανοίας" του βασανιζόμενου.
Υπολογίζεται πως από το 1947 έως το 1950 φυλακίστηκαν στη Μακρόνησο γύρω στους 1.100 έφεδρους αξιωματικούς και 27.000 οπλίτες, από τους οποίου οι περισσότεροι, ύστερα από μια περίοδο "πολιτικής αναμόρφωσης" και "ανάνηψης", επανέρχονταν στο στρατό. Μέσω της διαδικασίας αυτής, ο Δημοκρατικός Στρατός στερήθηκε ένα πολύτιμο δυναμικό, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου πέρασε στις γραμμές του Εθνικού Στρατού. Μετά το 1948, άρχισαν να φυλακίζονται στη Μακρόνησο και πολίτες.
Η Μακρόνησος δεν ήταν, όμως, το μοναδικό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Εκτός από αυτό που προοριζόταν αρχικά για τους αριστερούς στρατεύσιμους, ιδρύθηκαν άλλα δύο: Του Τρίκερι για τους ύποπτους των εκκαθαριζόμενων περιοχών και των Γιούρων για τους φυλακισμένους..
Όπως αναφέρει ο στρατηγός Δ.Ζαφειρόπουλος στο βιβλίο του "Αντισυμμοριακός Αγών" : " Την 19ην Φεβρουαρίου του 1947 ο αρχηγός του ΓΕΣ Αντ/γος Βεντήρης Γ., άμα τη αναλήψει της αρχής, εισηγήθη εις τον Υπουργόν των Στρατιωτικών Γεώργιον Στράτον την οργάνωσιν τριών στρατοπέδων: της Μακρονήσου δια τους στρατευσίμους, του Τρίκερι δια τους υπόπτους άνδρας και γυναίκας των εκκαθαριζομένων περιοχών, και των Γιούρων δια τους φυλακισμένους....
...Η κίνησις της Μακρονήσου από του 1947 μέχρι του 1950 ανήλθεν: Εις εφέδρους αξιωματικούς 1.100 και εφέδρους οπλίτας 27.770.
Εκ των εφέδρων Αξιωματικών: Απεδόθησαν εις τον Στρατόν 800. Παρέμειναν εις την Μακρόνησον ως διοικηταί Λόχων και Διμοιριών 200. Υπέστησαν έκπτωσιν του βαθμού των 100 ως αμετανόητοι κομμουνισταί.
Εκ των εφέδρων οπλιτών μετά κατάλληλον εθνικόν προσανατολισμόν: Απεδόθησαν εις τον Στρατόν 15.400, οίτινες και επολέμησαν εις το πλευρόν των εθνικοφρόνων Ελλήνων, όπως το 596 Τάγμα Πεζικού, το οποίον εις τον Γράμμον τον Ιούλιον του 1948 επέδειξεν ηρωϊσμόν και αυτοθυσίαν λόγω της τόλμης και αποφασιστικότητός των. Δεν απεστάλησαν εις την γραμμήν των πρόσω, αλλ΄απελύθησαν και επέστρεψαν εις τας εστίας των 6.600. Παρέμειναν αμετανόητοι πιστεύοντες εις τον Κομμουνισμόν 300..." [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Αλλαγή φρουράς. Από τους Άγγλους στους Αμερικανούς
Την 1η Σεπτεμβρίου 1946, πραγματοποιήθηκε το δημοψήφισμα για την παλινόρθωση της μοναρχίας και, μέσα σε ένα κλίμα τρομοκρατίας, βίας και νοθείας, το αποτέλεσμα ήταν υπέρ της επιστροφής του Γεωργίου Β' με ποσοστό 68,3%.
Φιλοβασιλικές αφίσες για το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946.
"Μόνο οι Βούλγαροι δε θέλουν τον Έλληνα Βασιλιά!"
Ήδη, οι πρώτες διάσπαρτες αντάρτικες ομάδες έχουν αρχίσει να συνενώνονται από τον Ιούλιο και το Σεπτέμβριο έχουν θέσει υπό τον έλεγχό τους μία ευρεία περιοχή στη βορειοδυτική Ελλάδα, ενώ το Δεκέμβριο του 1946, το Γενικό Αρχηγείο Ανταρτών ονομάστηκε Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ).
Η αδυναμία του Εθνικού Στρατού, κάτω από τη βρετανική καθοδήγηση, να αντιμετωπίσει τη δράση των ανταρτών, προκάλεσε την αντίδραση του ΙΔΕΑ, ο οποίος θεωρούσε ότι ο τρόπος με τον οποίο είχε δομηθεί ο στρατός, τον έκανε ανίκανο να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ανταρτοπολέμου και γι' αυτό κατηγορούσε το Βρετανό στρατηγό Ρόουλινγκ που είχε αναλάβει την ανασυγκρότηση των ενόπλων δυνάμεων
Εν τω μεταξύ, την άνοιξη του 1947, ο Εθνικός Στρατός οργάνωσε την πρώτη μεγάλη επιχείρηση με την ονομασία'Τέρμινους" εναντίον του Δημοκρατικού Στρατού. Ήταν ένα σχέδιο που είχε οργανώσει ο Ροόυλινγκ σε συνεργασία με τον αντιστράτηγο Σπηλιωτόπουλο και το οποίο στόχευε στην εκκαθάριση της Στερεάς Ελλάδας από τους αντάρτες και την απώθησή τους από την κεντρική Ελλάδα. Ο ΙΔΕΑ χαρακτήρισε το σχέδιο αυτό ως "ανεδαφικό και ασυγχρόνιστο, καταδικασμένο εκ των προτέρων να αποτύχει". Πράγματι, η πρώτη αυτή επιχείρηση του εθνικού στρατού δεν έφερε το επιδιωκόμενο, για την κυβέρνηση και τους Βρετανούς, αποτέλεσμα και έδειξε ότι η σύγκρουση αυτή έπαιρνε τα χαρακτηριστικά μιας τακτικής πολεμικής αναμέτρησης, ανατρέποντας τις μέχρι τότε επίσημες εκτιμήσεις.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, οι Βρετανοί αδυνατώντας να σηκώσουν το οικονομικό βάρος μιας τέτοιας επιχείρησης αρχίζουν να αποδεσμεύονται από την ελληνική υπόθεση παραχωρώντας σιγά σιγά τη θέση τους στις ΗΠΑ. Την εμπλοκή των ΗΠΑ επιζητούσε και ο ΙΔΕΑ, ο οποίος ήδη από το 1946 είχε αρχίσει να επιζητεί την αμερικάνικη επιρροή επιβάλλοντας την τοποθέτηση του πρώην αρχηγού του Σ.Γκίκα στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσιγκτον.
Όπως έγραφε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σ.Βενιζέλος στη σύζυγό του στην Αλεξάνδρεια: "Από χθες έγινε μεγάλη αλλαγή εις την ελληνικήν πολιτική. Η Αγγλία μας εδήλωσεν ότι ευρίσκεται εις αδυναμίαν να συνεχίση την προς ημάς οικονομικήν βοήθειάν της και η Αμερική θα καταλάβη την θέσιν της. Η τελευταία θα μας στείλη εμπειρογνώμονας δι΄όλους τους κλάδους διοικήσεως και θα καταρτίση επταετές σχέδιον δια την ανοικοδόμησιν της χώρας". [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Καθώς η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα των Βαλκανίων που βρισκόταν εκτός σοβιετικής επιρροής, αποτελούσε μαζί με την Τουρκία το μόνο γεωγραφικό ανάχωμα απέναντι στην επέκταση των Σοβιετικών στην Ανατολική Μεσόγειο. Ήταν λοιπόν αναμενόμενο ότι οι ΗΠΑ θα έκαναν ό,τι ήταν δυνατό για να ηττηθεί ο Δημοκρατικός Στρατός και να διασφαλιστεί η παραμονή της Ελλάδας στη σφαίρα επιρροής της Δύσης.
Ο Χάρυ Τρούμαν ανακοινώνει στο Κογκρέσο το "δόγμα Τρούμαν"
Η επίσημη ημερομηνία αλλαγής φρουράς-προστάτη ήταν η 12η Μαρτίου 1947. Την ημέρα εκείνη, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εξήγγειλε το "δόγμα Τρούμαν". Σύμφωνα με αυτό, οι ΗΠΑ ανέλαβαν να βοηθήσουν τα "απειλούμενα με κομμουνισμό" κράτη, με πρώτο παράδειγμα την Ελλάδα και την Τουρκία. Σε αυτές θα δινόταν το ποσό των τετρακοσίων εκατομμυρίων δολαρίων και από αυτά, τα τριακόσια εκατομμύρια θα πήγαιναν στην Ελλάδα.
Στο λόγο του, ο Τρούμαν, αναφέρθηκε στην κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα: " ...Οι Ηνωμένες Πολιτείες έλαβαν εκ μέρους της ελληνικής κυβερνήσεως επείγουσα έκκλησιν για οικονομική βοήθεια. Οι προκαταρκτικές πληροφορίες εκ μέρους της αμερικανικής οικονομικής αποστολής η οποία ευρίσκεται ήδη στην Ελλάδα καθώς και οι πληροφορίες του πρεσβευτού μας στην Αθήνα ενισχύουν την δήλωσιν της ελληνικής κυβερνήσεως που συνίσταται στο ότι η βοήθεια είναι επιτακτική αν η Ελλάς πρόκειται να επιζήση ως ελεύθερον Έθνος...
Η ελληνική κυβέρνησις δεν είναι εις θέσιν να αντιμετωπίση την κατάστασιν. Ο ελληνικός στρατός είναι ολιγάριθμος και πενιχρά εξοπλισμένος. Χρειάζεται εφόδια και εξοπλισμό, αν πρόκειται να αποκατασταθή η εξουσία της κυβερνήσεως στο ελληνικό έδαφος..." [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Έτσι, με πολύ μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες από τους Βρετανούς, οι αμερικανοί πήραν τη θέση τους στον τομέα των στρατιωτικών επιχειρήσεων εναντίον του ΔΣΕ.
Η εμπλοκή των Αμερικανών δεν περιορίστηκε μόνο στο στρατιωτικό επίπεδο, αλλά επεκτάθηκε και στο πολιτικό, καθώς από τη στιγμή αυτή και μετά οι ΗΠΑ αποκτούν τον έλεγχο και κατευθύνουν την πολιτική ζωή της χώρας. Οι Αμερικανοί, θέλοντας αφενός να περάσουν στη διεθνή κοινή γνώμη μια εικόνα ότι στην Ελλάδα δεν κυβερνά μια καταπιεστική Δεξιά και αφετέρου για να διευρύνουν την κοινωνική αποδοχή του πολιτικού καθεστώτος, αποφασίζουν να επιβάλλουν μία κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ των δύο παραδοσιακών κομμάτων, του Λαϊκού και του Κόμματος Φιλελευθέρων.
Κυβέρνηση Λαϊκών-Φιλελευθέρων υπό την προεδρία
του στελέχους των Φιλελευθέρων, Θεμιστοκλή Σοφούλη
Πράγματι στις 31 Αυγούστου 1947, φτάνει στην Αθήνα ο διευθυντής των υποθέσεων Εγγύς και Μέσης Ανατολής του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών Λόυ Χέντερσον, ο οποίος λέει στους πολιτικούς αρχηγούς: "Πρέπει να σχηματίσετε κυβέρνηση αμέσως, πριν δούμε στον ορίζοντα την κυβέρνηση του Ζαχαριάδη". [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Τελικά, μετά από διαπραγματεύσεις μιας εβδομάδας, σχηματίστηκε κυβέρνηση συνεργασίας Φιλελευθέρων και Λαϊκών με πρωθυπουργό το Σοφούλη, ο οποίος θα προσπαθούσε να επιτύχει κατευνασμό και, αν αποτύγχανε, θα ακολουθούσε η σκληρή πολιτική.
Υπέρ της λύσης συνεργασίας τάχθηκε και ο ΙΔΕΑ και το μόνο στο οποίο διαφωνούσε ήταν η πρόθεση από την κυβέρνηση Σοφούλη για παροχή αμνηστίας σε όσους από τους αντάρτες παραδώσουν τα όπλα. Για το θέμα αυτό δήλωσε ότι η περίοδος της αμνηστίας θα έπρεπε να είναι όσο το δυνατό συντομότερη και στη συνέχεια να ακολουθήσει "ολοκληρωτικός πόλεμος εναντίον του εχθρού", με το δόγμα "ο μη μεθ'ημών καθ'ημών".
Η αμνηστία και οι εκτελέσεις
Στις 10 Σεπτεμβρίου 1947, η κυβέρνηση έπαιρνε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και την επομένη εγκρινόταν ψήφισμα για αμνηστία που δημοσιευόταν στην εφημερίδα της κυβέρνησης: " Όσοι εκ των στασιαστών αρχηγών, οδηγών ή συστασιωτών παρουσιασθώσιν εντός μηνός από της δημοσιεύσεως του παρόντος αυτοβούλως εις την πλησιεστέραν δικαστικήν, στρατιωτικήν ή αστυνομικήν αρχήν... και αφοπλισθώσιν εφ'όσον οπλοφορούν, αμνηστεύονται αυτοδικαίως δυνάμει του παρόντος... και απολύονται αμέσως υπό των εις ους παρεδόθησαν..." [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Πράγματι, επί μερικές εβδομάδες επικρατούσε ατμόσφαιρα ύφεσης. Οι εκτελέσεις είχαν ανασταλεί, οι αριστερές εφημερίδες και τα γραφεία του ΚΚΕ-ΕΑΜ λειτουργούσαν ομαλά και φαινόταν ότι δινόταν στο ΚΚΕ μία τελευταία ευκαιρία για να σταματήσει τον πόλεμο, πριν επέμβουν οι Αμερικανοί.
Στην πραγματικότητα, όμως, η κυβέρνηση και οι Αμερικανοί εννοούσαν ως κατευνασμό τον άνευ όρων αφοπλισμό και παράδοση της αριστεράς, κάτι που το ΚΚΕ δεν μπορούσε να δεχτεί.
Και σα να μην έφτανε αυτό, η λειτουργία των έκτακτων στρατοδικείων συνεχιζόταν, όπως και ο αγώνας των αστυνομικών δυνάμεων να συντρίψουν τις κομμουνιστικές οργανώσεις στις πόλεις. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1947, ημέρα που δημοσιευόταν στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως το ψήφισμα της αμνηστίας, το Έκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης καταδίκαζε σε θάνατο 52 μέλη της Στενής Αυτοάμυνας (ΟΠΛΑ) της πόλης.
Εν τω μεταξύ, οι μέρες περνούσαν και ελάχιστοι αντάρτες παραδίνονταν. Στις 13 Οκτωβρίου, η προθεσμία της παρατάθηκε για έναν ακόμη μήνα, αλλά παράλληλα, ο πρωθυπουργός Σοφούλης δήλωνε: "Παρά την αμνηστείαν, αι αποφάσεις των έκτακτων στρατοδικείων θα εκτελούνται ανεκκλήτως, συμφώνως προς τας διατάξεις του Γ΄Ψηφίσματος". [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Την αυγή της 17ης Οκτωβρίου 1947, εκτελέστηκαν 10 από τους 52 θανατοποινίτες της Στενής Αυτοάμυνας Θεσσαλονίκης. Στις 20 Οκτωβρίου τουφεκίζονται 20 κατάδικοι στη Δράμα, τις Σέρρες και την Ξάνθη και άλλοι 13 της Στενής Αυτοάμυνας Θεσσαλονίκης, ενώ στις 23 Οκτωβρίου εκτελούνται 7 στρατιώτες στη Δράμα και οι υπόλοιποι της Στενής Αυτοάμυνας
Στις 15 Νοεμβρίου έληξε η προθεσμία της αμνηστίας και ο απολογισμός της ήταν ασήμαντος. Μόλις 1.142 ένοπλοι παρουσιάστηκαν και παραδόθηκαν.
Οι εκτελέσεις, τώρα, πολλαπλασιάστηκαν και άρχισε ο διεθνής θόρυβος για το θέμα αυτό. Στις 14 Μαΐου 1948, ο Σοβιετικός επιτετραμένος στην Αθήνα Τσερνώφ απαίτησε από τον υπουργό Εξωτερικών Κ.Τσαλδάρη να σταματήσουν οι εκτελέσεις. Με τη σοβιετική διαμαρτυρία χαλάρωσε για ένα διάστημα ο ρυθμός εκτελέσεων που είχαν εκδοθεί από κακουργιοδικεία. Συνεχίστηκε, όμως, η δράση των έκτακτων στρατοδικείων και η άμεση εκτέλεση των αποφάσεών τους.
Στις 31 Αυγούστου 1948, ο υπουργός Πληροφοριών Αιλιανός έδινε τον πίνακα των εκτελέσεων που είχαν πραγματοποιηθεί μέχρι εκείνη την ημέρα.
Οι πολιτικές επαφές του ΙΔΕΑ
Το παλάτι γνώριζε επίσημα την ύπαρξη του ΙΔΕΑ από την άνοιξη του 1946, όταν ο Γεώργιος Β' ζήτησε από τον Παπάγο να τον ενημερώσει εάν όντως υπήρχε κάποιος στρατιωτικός σύνδεσμος όπως ακούγονταν και ποιοι ήταν οι πολιτικοί του σκοποί. Ο Παπάγος ήρθε σε επαφή με αξιωματικούς του ΙΔΕΑ, οι οποίοι τον ενημέρωσαν για τα κίνητρα της οργάνωσης και τον διαβεβαίωσαν για την εκτίμηση που έτρεφαν οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ τόσο για το Γεώργιο Β' όσο και για τον ίδιο τον Παπάγο
Το 1947, ο ΙΔΕΑ αριθμούσε γύρω στους 1700 αξιωματικούς και ένιωθε πλέον αρκετά ισχυρός ώστε να επιχειρήσει την άσκηση πίεσης στους άλλους πόλους εξουσίας, προκειμένου να προωθήσει τα σχέδιά του. Τον Ιούνιο του 1947, η Διοικούσα Δέσμη αποφάσισε πως "είνε ανάγκη να προβώμεν εις ορισμένας παραστάσεις προς την πολιτικήν ηγεσίαν του τόπου και προς τον εξωτερικό παράγοντα. Εις την πολιτικήν ηγεσίαν του Έθνους, θα υποδείξωμεν τας πράξεις και τας παραλείψεις της, αι οποίαι καθυστερούν την συντριβήν του δρώντος έσωθεν εχθρού της Ελλάδος. Εις τον εξωτερικό παράγοντα, όστις χάρις εις την μεγαλοφυά διορατικότητα του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών κ.Τρούμαν, εξεδηλώθη προσφάτως κατά τρόπον ενισχύοντα την πίστην μας, ότι εις τον αγώνα μας δια την ελευθερίαν, δεν θα είμεθα μόνοι, θα παράσχωμεν πληροφορίας και θα προβώμεν εις εισηγήσεις προερχομένας από ανυστεροβούλους αγωνιστάς του κοινού ιδεώδους". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Πρωτοσέλιδο του Έθνους 18/10/1951. Ο Χάρι Τρούμαν υπογράφει την παροχή
στρατιωτικοοικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα και δίπλα ένα μονόστηλο για τη δράση και
αναγνώριση του ΙΔΕΑ από τους πολιτικούς αρχηγούς (Φωτό από Ε-Ιστορικά)
Έτσι, το Σεπτέμβριο του 1947, μία εβδομάδα μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από το Σοφούλη και για πρώτη φορά από την ίδρυσή του, ο ΙΔΕΑ κάνει επίσημη εμφάνιση στέλνοντας στο παλάτι, στους αρχηγούς των δύο κυβερνώντων κομμάτων και στην αμερικανική πρεσβεία αναλυτική έκθεση "επί του θέματος της ηγεσίας του στρατού".
Με την έκθεση αυτή πρότεινε αξιωματικούς που ανήκαν στην οργάνωση για να προωθηθούν στις ανώτερες θέσεις των επιτελείων. Για τη θέση του ΓΕΣ πρότεινε την αντικατάσταση του Βεντήρη από τον αντιστράτηγο Γιατζή, καθώς θεωρούσαν το Βεντήρη υπεύθυνο για την αναποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων του στρατού εναντίον του ΔΣΕ. Ο Σοφούλης, τελικά, υπέκυψε στις πιέσεις του ΙΔΕΑ, τον Οκτώβριο του 1947, και ανέθεσε την αρχηγία του ΓΕΣ στον αντιστράτηγο Γιατζή.
Την ίδια περίοδο ο ΙΔΕΑ ήρθε σε επαφή με όλες τις πολιτικές προσωπικότητες, όπως ο Σ.Μαρκεζίνης, ο Γ.Παπανδρέου, ο Θ.Σοφούλης, ο Σ.Βενιζέλος, ο Π.Κανελλόπουλος, ο Τσαλδάρης και άλλοι. Στις επαφές αυτές, ο ΙΔΕΑ ενημέρωνε τους πολιτικούς για τα πατριωτικά και αντικομμουνιστικά κίνητρά του, άφηνε να εννοηθεί ότι έχει τη δύναμη να προωθήσει δικτατορική λύση εάν το έκρινε σκόπιμο και πίεζε για πιο δυναμικές λύσεις εναντίον των κομμουνιστών.
Ο ΙΔΕΑ, παράλληλα με τους Έλληνες πολιτικούς, ανέπτυξε επαφές και με την αμερικανική πρεσβεία, καθώς η παρουσία του συνταγματάρχη Σ.Γκίκα στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσιγκτον διευκόλυνε το σκοπό αυτό. Ο ΙΔΕΑ διαβεβαίωνε τους Αμερικανούς ότι δεν είχε πολιτικές βλέψεις και ότι απέβλεπε μόνο στην εξουδετέρωση του ΚΚΕ. Ανέφερε, μάλιστα, ότι "ο ΙΔΕΑ είνε φιλικός προς τους Αμερικανούς παράγων, όπως και η Ελλάς προς την Αμερικήν. Η έννοια της φιλίας αυτής είνε ιδεολογική σύμπτωσις συμφερόντων, εκατέρωθεν ανάγκη. Είναι δύο δυνάμεις διαφορετικού μεγέθους, αλλά με κοινόν σημείον εφαρμογής (...). Ο ΙΔΕΑ επιθυμεί να επιτύχετε οι Αμερικανοί εις την Ελλάδα και είμεθα διατεθειμένοι να σας βοηθήσωμεν εις αυτό" [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Με τις συναντήσεις αυτές, ο ΙΔΕΑ κατάφερε να επισημοποιηθεί ως ένας ανεξάρτητος πόλος εξουσίας .
Ο ΙΔΕΑ αναζητά αρχιστράτηγο
Εν τω μεταξύ, οι εξελίξεις στον εμφύλιο δεν ήταν καθόλου ευοίωνες για τον κυβερνητικό στρατό. Οι αποτυχίες των επιχειρήσεων του στρατού την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1948, προκάλεσαν τριγμούς στο στράτευμα αλλά και την αντίδραση του ΙΔΕΑ, ο οποίος θεωρούσε ότι η υπάρχουσα ηγεσία του στρατού δεν ήταν ικανή να καταρτίσει ένα σχέδιο για την "πλήρη καταστροφή των δυνάμεων των κομμουνιστοσυμμοριτών".
Για το σκοπό αυτό αναζητούσε έναν αρχιστράτηγο, που θα μπορούσε να φέρει εις πέρας τον πόλεμο που διεξαγόταν. Ήδη, από το Νοέμβριο του 1948, είχε γίνει πρόταση στον Παπάγο για ανάληψη της ηγεσίας του στρατού. Ο Παπάγος ήταν ο μόνος από τους εθνικόφρονες αξιωματικούς που δεν είχε χρησιμοποιηθεί και το κύρος του ανάμεσα στους αξιωματικούς του στρατού ήταν μεγάλο, καθώς ήταν ο αρχιστράτηγος των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στη διάρκεια του πολέμου 1940-41 και για ένα μεγάλο μέρος της Κατοχής ήταν κρατούμενος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία, με συνέπεια να μην υπάρχουν σκιές για συνεργασία του με τους κατακτητές Γερμανούς.
Ο Παπάγος, όμως, για να δεχτεί την αρχιστρατηγία ζήτησε υπερεξουσίες, οι οποίες κρίθηκαν υπερβολικές και απορρίφθηκαν. Εν τω μεταξύ, το κοινοβουλευτικό σύστημα πάλευε για την επιβίωσή του καθώς τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο του 1948, 13 βουλευτές από το Λαϊκό Κόμμα και 54 από το Κόμμα των Φιλελευθέρων αποχώρησαν από τα κόμματά τους και η κυβέρνηση Λαϊκών-Φιλελευθέρων κρεμόταν από μια κλωστή.
Αλέξανδρος Παπάγος (1883-1955)
Βλέποντας το εύθραυστο της κυβέρνησης αυτής, ο Σπύρος Μαρκεζίνης ανέλαβε πρωτοβουλίες απευθυνόμενος στο βασιλιά Παύλο ο οποίος, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του αδελφού του Γεωργίου Β', είχε ανέβει στο θρόνο. Ο Μαρκεζίνης είχε καταφέρει να πείσει τον Παύλο ότι ήταν αναγκαίο να αναθέσει στον Παπάγο το σχηματισμό κυβέρνησης, η οποία θα έπαιρνε την έγκριση της Βουλής για να κυβερνήσει για ένα διάστημα χωρίς κυβερνητικούς περιορισμούς. Τη λύση αυτή την υποστήριζε και ο ΙΔΕΑ, ο οποίος ήδη από το Μάρτιο του 1948 προσανατολιζόταν προς την ανατροπή της κυβέρνησης Λαϊκών-Φιλελευθέρων.
Παρόλα αυτά, η αμερικανική πρεσβεία, σε συνεργασία με τη βρετανική, αποφάσισαν να δώσουν μία ακόμη ευκαιρία στο κοινοβουλευτικό σύστημα και εργάστηκαν για το σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού στην οποία, εκτός από τους Λαϊκούς και τους Φιλελεύθερους, θα συμμετείχαν και άλλα μικρά κόμματα. Έτσι, στις 20 Ιανουαρίου του 1949 σχηματίστηκε η νέα κυβέρνηση με πρωθυπουργό το Σοφούλη, στην οποία συμμετείχαν και δύο νέα κόμματα: το Λαϊκό Κόμμα με αρχηγό το Σ.Μαρκεζίνη και το Εθνικό Εργατικό Κόμμα με αρχηγό τον Π.Κανελλόπουλο.
Την ίδια μέρα οριζόταν αρχιστράτηγος ο Παπάγος, ο οποίος θα ασκούσε τα καθήκοντά του όσο θα παρέμενε σε ισχύ το Γ' Ψήφισμα. Ο αρχιστράτηγος είχε απόλυτη εξουσία για όλα τα στρατιωτικά ζητήματα, οι προτάσεις του ήταν δεσμευτικές για τον υπουργό Άμυνας, ενώ μπορούσε να απαιτήσει την επιβολή στρατιωτικού νόμου.
Σε σχέση με τον εμφύλιο πόλεμο που διεξαγόταν παράλληλα με τις εξελίξεις αυτές, οι συσχετισμοί δυνάμεων ήταν τέτοιοι που δεν άφηναν την παραμικρή αμφιβολία για την έκβασή του. Ήδη από τον Ιανουάριο του 1949, είχε εκκαθαριστεί η Πελοπόννησος από τις δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού και τον Ιούνιο εκκαθαρίστηκε η Στερεά Ελλάδα.
Το θέατρο των επιχειρήσεων μεταφερόταν πλέον στο Γράμμο και στο Βίτσι, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι εναπομείνασες δυνάμεις του ΔΣΕ. Η κύρια επίθεση του Εθνικού Στρατού στο Βίτσι ξεκίνησε στις 10 Αυγούστου και ολοκληρώθηκε με την τελική επικράτησή του στο Γράμμο, στα τέλη Αυγούστου 1949.
Ο εμφύλιος πόλεμος τελείωσε, αλλά τώρα ο στρατός που είχε αυτονομηθεί από την πολιτική ηγεσία με τις υπερεξουσίες που είχε αποκτήσει ο Παπάγος, θα διεκδικούσε ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή του τόπου και θα βρισκόταν διαρκώς σε κατάσταση επιφυλακής, σε περίπτωση που το αστικό σύστημα απειλούνταν .
Από την άλλη πλευρά, οι Αμερικανοί ήρθαν για να μείνουν οριστικά και αμετάκλητα. Όλη η ιστορία της Ελλάδας από δω και στο εξής, είναι απόλυτα συνυφασμένη με τα συμφέροντα και τις επιθυμίες των Αμερικανών.
Οι παρακάτω φωτογραφίες αποτυπώνουν σε συμβολικό επίπεδο την επικυριαρχία των Αμερικανών πάνω στο ελληνικό κράτος. Στην πρώτη βλέπουμε τον Αμερικανό στρατάρχη Βαν Φλητ να στέκεται πάνω από τα πτώματα των Ελλήνων ανταρτών και στη δεύτερη να σηκώνει την ελληνική σημαία του Δημοκρατικού Στρατού ως λάφυρο
Ο Αμερικανός στρατηγός Τζέιμς Βαν Φλιτ φωτογραφίζεται με επιτελείς τους ΓΕΣ
πάνω από πτώματα νεκρών μαχητών του ΔΣΕ στο Γράμμο. Ο Βαν Φλιτ στέκεται τέρμα δεξιά,
δίπλα του ο στρατηγός Θ. Τσακαλώτος και ο αξιωματικός που δείχνει είναι ο Δ. Γιαντζής.
(Φωτό από Κόκκινος φάκελος)
Λάφυρο για τον Εθνικό Στρατό και τον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλητ,
η σημαία της 16ης Ταξιαρχίας του ΔΣΕ (Φωτό από Κόκκινος Φάκελος)
Πηγές
"Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας", του Σ.Γρηγοριάδη
"Εμφύλιος πόλεμος", του Γιώργου Μαργαρίτη από το συλλογικό έργο Ιστορία των Ελλήνων,
"Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών", Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή http://invenio.lib.auth.gr/record/124262/files/dem.pdf?version=1
Το αντάρτικο πόλης στη Θεσσαλονίκη http://panosz.wordpress.com/2008/05/06/civil_war-5/
Ο αντικομμουνισμός στην εμφυλιακή προπαπαγάνδα http://kokkinosfakelos.blogspot.gr/2012/04/blog-post_05.html
Ο πολιτικός όρος που έμελλε να κυριαρχήσει στην πολιτική ζωή της χώρας από τα Δεκεμβριανά του 1944 έως τουλάχιστον το 1974 ήταν το ιδεολόγημα της "εθνικοφροσύνης".
Ο όρος "εθνικόφρονας" χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά για τον προσδιορισμό ενός κομματικού σχηματισμού από το Δ.Γούναρη το 1915 και συνδέθηκε με το θεσμό της βασιλείας. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1940, όμως, υιοθετήθηκε από αυτούς που συνεργάστηκαν με τους κατακτητές Γερμανούς, αυτούς που πολέμησαν στο πλάι των Βρετανών εναντίον του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και αυτούς που υποδέχτηκαν τον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλητ
παρουσιάζοντας τον ελληνικό στρατό λέγοντάς του "Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας (!)".Όπως ακριβώς συνέβαινε στο "1984" του Όργουελ με τα συνθήματα "Ο πόλεμος είναι ειρήνη, η ελευθερία είναι σκλαβιά, η άγνοια είναι δύναμη", η παραχάραξη του ορθού λόγου συνεχιζόταν : "Οι δοσίλογοι είναι εθνικόφρονες(!)"
Ουσιαστικά, ήταν ο διοικητής του Εθνικού Στρατού, αν θυμηθούμε την περιβόητη φράση
του Π. Κανελλόπουλου, ο οποίος υποδεχόμενος στην Αθήνα τον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλιτ,
παρουσιάζοντας το τιμητικό άγημα, είπε «Στρατηγέ, ιδού ο στρατός σας»
Η εθνικοφροσύνη προκάλεσε το διαχωρισμό των πολιτών σε δύο κατηγορίες. Από τη μία πλευρά είχαμε τους "εθνικόφρονες" που εμφανίζονταν προσηλωμένοι στις αξίες ενός ιδεολογήματος που το ονόμασαν"ελληνισμό" και ήταν ένα μείγμα συντήρησης, θρησκοληψίας και μισαλλοδοξίας. Ο ελληνισμός αυτός - σύμφωνα με τους "εθνικόφρονες" -αποτελούσε το τελευταίο προπύργιο του "ελεύθερου κόσμου" της Δύσης απέναντι στη "σλαβοκομμουνιστική απειλή". Από την άλλη πλευρά είχαμε τους "μη εθνικόφρονες", κατηγορία στην οποία εντάσσονταν - σύμφωνα με τους φέροντες τον όρο εθνικόφρονες - το σύνολο του πολιτικού κόσμου από την κομμουνιστική αριστερά μέχρι και πολιτικοί από το χώρο του κέντρου.
Ο χωρισμός των πολιτών σε "εθνικόφρονες" και "μη εθνικόφρονες" αποτέλεσε το θεμέλιο πάνω στο οποίο διαμορφώθηκε το νομικό πλαίσιο δίωξης και καταστολής του κομμουνισμού που άρχισε να οικοδομείται μετά τις εκλογές του 1946 και τη νίκη των ακροδεξιών συντηρητικών δυνάμεων και ενισχύθηκε κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου. Σύμφωνα με τον ΙΔΕΑ : "το ΚΚΕ είναι όργανον εχθρών διά την έσωθεν εξάρθρωσιν των Εθνικών μας Δυνάμεων και την προπαρασκευήν της υποδουλώσεώς μας εις ξένας φυλάς", ενώ "ο κομμουνισμός είναι ο εχθρός όχι μόνον της Ελληνικής Πατρίδος, αλλά και αυτής ταύτης της ελληνικής φυλής, την οποία επιδιώκει να εξαφανίσει εκ του προσώπου της Γης, εν πλήρη συνεργασία μετά των Βουλγάρων και της υπό τους Ρώσους ιμπεριαλιστικής Πανσλαβιστικής κινήσεως". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Παράλληλα, η "εθνικοφροσύνη" λειτούργησε ενοποιητικά για τον κατακερματισμένο χώρο της δεξιάς. Αυτό ήταν το στοιχείο που ένωσε κόμματα και οργανώσεις που προέρχονταν από τη φασιστική και συντηρητική άκρα δεξιά, την παραδοσιακή δεξιά και ακόμα από τον παλαιοβενιζελικό και φιλελεύθερο χώρο. Όπως έγραφε ο Ά. Ελεφάντης: " To 1945 υπήρχαν ταγματασφαλίτες, βασιλικοί, μαυραγορίτες, εδεσίτες, λαϊκοί, τεταρταυγουστιανοί, αγγλόφιλοι, σκόρπιοι σε ένα συνονθύλευμα κομμάτων, εφήμερων ενώσεων και συνασπισμών". Η εθνικοφροσύνη, με κύρια αιχμή της τον αντικομμουνισμό, έδεσε ιδεολογικά την αντιεαμική συμμαχία που άρχισε να συγκροτείται κατά τη διάρκεια του 1943. Μέσα, δε, από το εκπαιδευτικό σύστημα, την εκκλησία, τον Τύπο και το ραδιόφωνο εξελίχθηκε σε επίσημη και κυρίαρχη ιδεολογία του κράτους.
Ο ιδεολογικός λόγος του ΙΔΕΑ και η ακροδεξιά προπαγάνδα
Η εθνικοφροσύνη αποτέλεσε κεντρικό στοιχείο των ιδεολογικών αντιλήψεων του ΙΔΕΑ. Τα μέλη του ΙΔΕΑ αυτοαποκαλούνταν εθνικόφρονες. Στόχος τους ήταν η "ενότητα όλων των εθνικοφρόνων δυνάμεων"προκειμένου να ματαιώσουν τα σχέδια των "ηνωμένων κομμουνιστών και συνοδοιπόρων δημοκρατών".
Αρχικά, ο ΙΔΕΑ επανέφερε στο προσκήνιο τη "Μεγάλη Ιδέα" και στον Επτάλογό του αναφερόταν σε εδαφικές διεκδικήσεις σε βάρος όλων σχεδόν των γειτονικών κρατών. Εκτός από τις περιοχές που θα διεκδικούσε η Ελλάδα μετά την απελευθέρωση (Δωδεκάνησα, Κύπρος, Βόρεια Ήπειρος), ο ΙΔΕΑ μιλούσε για προς βορράν επέκταση εις βάρος του "προαιωνίου της φυλής εχθρού", των Βουλγάρων.
Οι αλυτρωτικές θέσεις του ΙΔΕΑ, όμως, έρχονταν σε αντίθεση με τις επιθυμίες των Βρετανών προστατών του και έτσι ο ΙΔΕΑ εγκατέλειψε σύντομα την επεκτατική του ρητορεία και αναλώθηκε σε έναν αντικομμουνιστικό εθνικισμό, αμυντικό και για εσωτερική κατανάλωση, στρέφοντας την προσοχή του στην πάταξη του "εσωτερικού εχθρού", δηλαδή της αριστεράς.
Έτσι, ο ΙΔΕΑ εναρμονίστηκε με τη θέληση των υψηλών προστατών του και ακολούθησε την ψυχροπολεμική προσέγγισή τους, ταυτίζοντας την αριστερά με την επεκτατική πολιτική της Σοβιετικής Ένωσης και της Βουλγαρίας. Κατά συνέπεια, το ΕΑΜ και η αριστερά αποτελούσαν για τον ΙΔΕΑ δυνάμεις αντεθνικές καθώς, σύμφωνα με την ανάλυσή του, επιδίωκαν τη διάλυση της εθνικής ενότητας και την προσάρτηση της χώρας στη σοβιετική επιρροή. Οι αντάρτες ταυτίζονται με τους Σλάβους και ο κομμουνισμός με το σλαβισμό.
Φωτογραφία από http://www.kolivas.de
Όπως έγραφε ο Καραγιάννης, ένας από τους ιδρυτές του ΙΔΕΑ: "αντιμαχόμενοι, κατά κοινήν αναγνώρισιν είναι, από το εν μέρος οι πιστεύοντες εις την ιδέα της Ελλάδος και την Ελευθερίαν του λαού της και από το άλλο οι κομμουνισταί, οι πιστεύοντες εις την Παγκόσμιον Σλαβοκομμουνιστικήν κυριαρχίαν".
Επιπλέον, στον αντικομμουνιστικό λόγο του ΙΔΕΑ, ο κομμουνισμός ταυτίστηκε με το έγκλημα και τη βία. Οι κομμουνιστές αναφέρονται ως "προδόται", ληστοσυμμορίται", "κομμουνιστοσυμμορίται". Επίσης, ο πόλεμος δεν αποκαλούνταν "εμφύλιος", αλλά "συμμοριτοπόλεμος".
Ξεχωριστό ενδιαφέρον για τη γραφικότητά της αλλά και για τη διαπίστωση ότι στα τάγματα ασφαλείας και στον ΙΔΕΑ κρύβονται οι ιδεολογικοί πρόγονοι του Άδωνι Γεωργιάδη, του Κυριάκου Βελόπουλου, του Πλεύρη, του Φαήλου Κρανιδιώτη και τόσων άλλων συνοδοιπόρων της σημερινής κυβέρνησης, αποτελεί η αφήγηση του ταξίαρχου Διονύση Παπαδόπουλου στα απομνημονεύματά του:
"Μα η πιο μεγάλη συμφορά που μας έκανε ο κομμουνισμός, είναι ότι κατόρθωσεν να διαφθείρη ψυχικώς και σωματικώς την Ελληνικήν Νεολαίαν μας, την οποίαν επότισεν με το δηλητήριο της διαφθοράς και της ακολασίας και ιδού κατά ποίον και σατανικόν τρόπον. Ένα παρακλάδι της οργανώσεως είναι το παιδικό κίνημα. Η οργάνωσις αύτη παρελάμβανε τα παιδιά (αγόρια και κορίτσια) από 10 μέχρι 14 ετών. Ακόλαστοι διαφθορείς, που ήταν φυσικά αξιόλογα στελέχη του ΚΚΕ, εχρησίμευσαν ως "Δάσκαλοι" των αθώων αυτών παιδιών και η σπουδαιότερη διδασκαλία τους ήταν να γαργαλίζουν και να εξάπτουν μεθοδικά το γενετήσιον ένστικτο...
...Το αποτέλεσμα: Κατά τας εκστρατείας του Τάγματος ανευρέθησαν στις σπηλιές, στα βουνά, στις ρεματιές και στους λόγγους μαζί με τους αντάρτας και φυγοδικούντας κομμουνιστάς πλήθος κοριτσιών με σημεία κατά και παρά φύσιν ασελγείας. Εξ'αυτών το 40% εις ενδιαφέρουσαν κατάστασιν. Εις όλα τα κρησφύγετα, αλλά και στις τσέπες πολλών κοριτσιών ανευρέθησαν φάρμακα δι αφροδίσια νοσήματα...
...Κατάρα εις τους απαισίους διαφθορείς της Ελληνικής νεότητος. Κατάρα εις τους εχθρούς της φυλής μας." [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Παρόμοιου επιπέδου και αισθητικής προπαγάνδα, χρηματοδοτήθηκε από όλους τους φορείς του επίσημου κράτους: από τη Χωροφυλακή, την Ασφάλεια, το Γενικό Επιτελείο Στρατού, από εκκλησιαστικές και βασιλικές οργανώσεις. Στην προπαγάνδα αυτή, επιχειρείται η ηρωοποίηση των ανδρών της Χωροφυλακής και των υπολοίπων κυβερνητικών δυνάμεων ενώ ο κομμουνιστής ή ο Σλάβος παρουσιάζεται ως τέρας, ως παραμορφωμένος άνθρωπος, ως αιμοδιψής δολοφόνος, ως εχθρός των Ελλήνων, ως άρπαγας παιδιών.
Κόμικ εποχής με τη χορηγία της Χωροφυλακής
(Φωτό από http://kokkinosfakelos.blogspot.gr)
Η ταύτιση του στρατού με το έθνος δεν ήταν παρά η κατάληξη αυτής της ιδεολογίας. Η εφεύρεση του σλαβικού κινδύνου επέτρεψε στις ένοπλες δυνάμεις να αναλάβουν το ρόλο του προστάτη και να συνδέσουν τον πατριωτισμό με τις δικές τους συντηρητικές αξίες και παράλληλα να στιγματίσουν τη διεθνιστική αριστερά ως προδοτική. Για την επιτυχία του σκοπού τους, οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ επιθυμούσαν την αποπομπή από το στράτευμα όσων αξιωματικών "εξέφραζαν διεθνιστικάς ιδέας" ή είχαν "αμφίβολα εθνικά φρονήματα".
Πίσω από το προσωπείο του "πατριωτικού αντικομμουνισμού" που πρόβαλε ο ΙΔΕΑ κρυβόταν η αντίδρασή του στις δημοκρατικές και κοινωνικές μεταρρυθμίσεις που επαγγελόταν το ΕΑΜ. Ένα ΕΑΜ που μιλούσε με τη γλώσσα του λαού, τη δημοτική, σε αντίθεση με τον ΙΔΕΑ, που χρησιμοποιούσε την καθαρεύουσα, τη γλώσσα της ελίτ, του κράτους και της γραφειοκρατίας.
Στο πολιτειακό ζήτημα, ο ΙΔΕΑ τάχθηκε υπέρ της Βασιλευομένης Δημοκρατίας και της παλινόρθωσης του Γεώργιου του Β', με την προϋπόθεση ότι οι πράξεις του βασιλιά θα στόχευαν στην εκπλήρωση των "εθνικών πόθων". Παρόλα αυτά, ο ΙΔΕΑ δε δίστασε να συγκρουστεί με το παλάτι όταν έκρινε ότι το παλάτι δεν εξυπηρετούσε τα συμφέροντά του.
Ο ΙΔΕΑ θεωρούσε ότι ο στρατός είναι "ο μόνος υγιής οργανισμός εις το Κράτος σήμερον..." και τον τοποθετούσαν στην κορυφή της ιεραρχίας της κοινωνίας, καταδικάζοντας παράλληλα τους πολιτευτές και τα πολιτικά κόμματα. Είναι χαρακτηριστική η άποψη που διατυπώνει ο ΙΔΕΑ για τις κυβερνήσεις της περιόδου 1945-1946 (Πλαστήρας, Βούλγαρης, Σοφούλης) ως "πρόσωπα ή κόμματα εγκληματήσαντα κατά της Ελληνικής Πατρίδος ή ικανά να θυσιάσωσι τα Εθνικά συμφέροντα προς χάριν ποταπών επιδιώξεων...".
Αυτή ακριβώς η αμφισβήτηση της πολιτικής από τον ΙΔΕΑ, τον έκανε να μην εμπιστεύεται τη δημοκρατία και να έχει συνεχώς στο πίσω μέρος του μυαλού του την επιβολή δικτατορικού καθεστώτος. Τον Αύγουστο του 1947, ο ΙΔΕΑ διαβεβαίωνε τον Σ.Μαρκεζίνη ότι ήταν σε θέση να προβεί σε στρατιωτικό κίνημα εάν αυτός το επιθυμούσε, ενώ το Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς, ο ΙΔΕΑ ζητούσε από τον υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Γ.Βαρβούτη, "να ανασταλούν ωρισμέναι ελευθερίαι, η Κυβέρνησις να προχωρήση εις την άσκησιν επί μάλλον και μάλλον δικτατορικής διοικήσεως και η Βουλή να διακόψη τας εργασίας της επί εν εξάμηνον".
Σύμφωνα, μάλιστα, με εσωτερικό έγγραφο της οργάνωσης, μόνη λύση για να επιτευχθούν οι σκοποί της ήταν η"δικτατορία του ΙΔΕΑ. Αύτη επιβληθήσεται εν καιρώ και όταν αι περιστάσεις το επιτρέψουν προς το καλόν και μόνον της Πατρίδος". Οι προθέσεις αυτές του ΙΔΕΑ επιβεβαιώνονται και από τον ταξίαρχο Α.Φροντιστή, μέλος της Διοικούσας Δέσμης της οργάνωσης. Στην απολογία του για το αποτυχημένο πραξικόπημα που επιχείρησε ο ΙΔΕΑ το 1951, ο ταξίαρχος κατέθεσε ότι: "η Οργάνωσις θα εξεδηλούτο όταν η κατάστασις θα καθίστατο έκρυθμος και θα εδημιουργήτο κίνδυνος συγκροτήσεως κυβερνήσεως υπό στοιχείων υπόπτου εθνικής υποστάσεως".
Από δηλώσεις του Καραγιάννη, διαπιστώνουμε την εκτίμηση που έτρεφαν οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ τόσο για τα Τάγματα Ασφαλείας, όσο και για την Οργάνωση-Χ. Ο Καραγιάννης θεωρεί πως τα τάγματα ασφαλείας υπήρξαν "αι μόναι Εθνικαί δυνάμεις αι οποίαι ηγωνίσθησαν κατά του προδοτικού μηχανισμού αποτελεσματικά" και ότι "ως δυνάμεις προστασίας των Ελλήνων πολιτών εκ της κομμουνιστικής μανίας, συνετέλεσεν εις την εξασφάλισην της Ελληνικής φυλής". Για την οργάνωση Χ, ο ίδιος αναφέρει πως "τοσούτον συνεκίνησεν το Πανελλήνιον η ανδρεία και η αποφασιστικότης του Αρχηγού της οργανώσεως Χ και των ανδρών της, ώστε μετά την εις Αθήνας συντριβήν των κομμουνιστών, αύτη αυτομάτως εξηπλώθει εις ολόκληρον την χώραν και υπό το όνομα Χ οργανώθη ο αντικομμουνιστικός αγών".
Στο εσωτερικό του ΙΔΕΑ ακούγονταν φωνές που ζητούσαν να αποκτήσει η οργάνωση μαζικό χαρακτήρα. Ο αντισυνταγματάρχης Σ.Γκίκας πίστευε ότι "ο ΙΔΕΑ θα ΄πρεπε να επεκταθή και εις ολόκληρον την Ελληνικήν Εθνικόφρονα παράταξιν, ίνα αφυπνίση τον Λαόν επί του επαπειλούντος αυτόν κινδύνου, οργανώση δε τούτον μαχητικώς προς άμεσον αντίδρασιν κατά της κομμουνιστικής επιθέσεως". Ο συνταγματάρχης Γωγούσης πρότεινε να μετεξελιχθεί ο ΙΔΕΑ σε ένα "Αντικομμουνιστικόν Μέτωπον Ελλάδος" και ζήτησε επίσης "την ίδρυση δυναμικού τμήματος, το οποίον θα αναλαμβάνη την δολοφονίαν κάθε επιζήμιου προσώπου που ζημιώνει τον αγώνα και προδίδει το Έθνος".
Παρά τις φωνές αυτές, ο ΙΔΕΑ αντιμετώπιζε με επιφυλακτικότητα τη μαζική λαϊκή κινητοποίηση και παρέμεινε μέχρι το τέλος συνωμοτικός και οργάνωση αποκλειστικά του στρατού και με μικρά ανοίγματα στην αεροπορία και τη χωροφυλακή.
Ο ΙΔΕΑ αποσκοπούσε στην πάταξη της Αριστεράς μέσα από την αποκατάσταση της μοναρχίας, μέσω ενός ελεγχόμενου κοινοβουλευτισμού και με όπλο το στρατό. Επιθυμούσε για το κράτος απλώς το ρόλο ενός "χωροφύλακα" που θα διατηρούσε την τάξη, ενώ οι παραδοσιακές ελίτ της χώρας θα κυβερνούσαν μέσα από την ιδιοκτησία, το στρατό, την εκκλησία και την κληρονομική κοινωνική ιεραρχία.
Η ύπαρξη της Αριστεράς στην πολιτική σκηνή τους χαλούσε τα σχέδια και γι αυτό οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ επιδίωξαν τη διάλυση της κυβέρνησης "Εθνικής Ενότητας". Ακόμη και μετά την ήττα του ΕΛΑΣ στη μάχη της Αθήνας και τη συμφωνία της Βάρκιζας, ο ΙΔΕΑ δεν ήταν ικανοποιημένος, καθώς οι αξιωματικοί του επιθυμούσαν την καταδίωξη του ΕΛΑΣ μέχρι τα σύνορα. Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Καραγιάννη:
"η παρασχεθείσα δια της συμφωνίας της Βάρκιζας, ευχέρεια εις τους κομμουνιστάς όπως επαναρχίσωσι την δράσιν των, μεγάλως δυσηρέστησεν τους Αξ/κούς και οπλίτας όχι μόνον της ΙΙΙ Ε.Ο.Τ αλλά και ολοκλήρου του Ελληνικού Στρατού.
.......Είχε γίνει εις πάντας συνείδησις ότι ουδεμία παραχώρησις επετρέπετο προς τους κομμουνιστάς και ότι η συνέχισις της προσπαθείας μέχρι πλήρους εξουδετερώσεώς των, ήτο επιβεβλημένη. Μέσα από την γενικήν αυτή πίστιν και από την κοινήν όλων των Ελλήνων συνείδησιν περί του ανενδότου αγώνος κατά των κομμουνιστών, δια την σωτηρίαν της Πατρίδος, ανεπήδησεν και εγιγαντώθη ο ΙΔΕΑ". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Ήταν λοιπόν αναμενόμενο ότι ο ΙΔΕΑ θα κατέβαλε κάθε προσπάθεια για να μην εφαρμοστεί η συμφιλίωση συμβάλλοντας στη διαμόρφωση του κλίματος της Λευκής Τρομοκρατίας.
Η αποκάλυψη του ΙΔΕΑ
Από τις πρώτες μέρες της δραστηριότητας του ΙΔΕΑ, το Φεβρουάριο του 1945, άρχισαν να κυκλοφορούν φήμες για την ύπαρξη μέσα στο στρατό μιας εθνικιστικής κίνησης αξιωματικών. Η κυβέρνηση Πλαστήρα, που ενημερώθηκε για την κίνηση αυτή από αξιωματικούς προσκείμενους προς αυτήν, προσπάθησε να ανακαλύψει τους ηγέτες της κίνησης αλλά δεν τα κατάφερε.
Παράλληλα ο Τσουδερός, με δηλώσεις του προς τον Τύπο και με επίσημα διαβήματα προς την κυβέρνηση Βούλγαρη, που είχε εν τω μεταξύ αντικαταστήσει την κυβέρνηση Πλαστήρα, μίλησε για "μοναρχοφασιστική συνωμοσία" που είχε αρχίσει να εξελίσσεται στον ελληνικό στρατό και ανέφερε ότι έχει αποδείξεις για την ύπαρξη δύο τουλάχιστον στρατιωτικών συνδέσμων των βασιλοφρόνων αξιωματικών στη Μέση Ανατολή.
Ο πρώην πρωθυπουργός της κυβέρνησης του Καΐρου, συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Βούλγαρη και κατήγγειλε τον ΣΑΝ, μια ακροδεξιά οργάνωση που είχε ιδρυθεί στη Μέση Ανατολή από τον αντισυνταγματάρχη Σ.Γκίκα, δίνοντας στη δημοσιότητα το καταστατικό του.
Την κυβέρνηση Πλαστήρα (3/1/1945 έως 8/4/1945),
διαδέχθηκε η κυβέρνηση Βούλγαρη (8/4/1945 έως 9/10/1945)
Ανέφερε δε ότι: "Μετά την Απελευθέρωσιν ο ΣΑΝ μετέφερε την δράσιν του εις Αθήνας, έχει δε κυρίως τους πυρήνας του εις την Ταξιαρχίαν Ρίμινι και τον Ιερόν Λόχον...Ο δεύτερος στρατιωτικός σύνδεσμος ιδρύθη εις Αθήνας, επεξέτεινε δε τους πλοκάμους του εις τον στρατόν, το ναυτικόν και την χωροφυλακήν" [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Οι καταγγελίες αυτές δεν είχαν καμία τύχη, καθώς σύμφωνα με τα αρχεία του ΙΔΕΑ, ο ναύαρχος Βούλγαρης"μάλλον ασυμπαθώς ήκουσε τας αποκαλύψεις του Τσουδερού, τας οποίας και διέψευσε". Παρόλα αυτά, αναγκάστηκε να εκδώσει εγκύκλιο προς τις ένοπλες δυνάμεις για διερεύνηση του θέματος, η οποία όμως δεν προχώρησε.
Στις καταγγελίες του Τσουδερού απάντησε ο δημοσιογράφος Γεώργιος Βλάχος με άρθρο στην Καθημερινή στις 19 Απριλίου 1945 στο οποίο υποστήριζε τον αντικομμουνιστικό ΙΔΕΑ. Γράφει μεταξύ άλλων:
"Οι Αξιωματικοί λοιπόν έκαμαν Σύνδεσμον; ...Και τον ανεκάλυψε ένας πρώην Πρωθυπουργός; Και το κράτος ετοιμάζεται να τον διαλύση;....
Επανάστασις λοιπόν; Κράτος εν κράτει; Στρατός συνωμοτικός; Αναρχία;...Αλλά ας ηρεμήσωμεν...Θα γίνη και Ναυτικός και Αεροπορικός και Σύνδεσμος Αρμάτων Μάχης και Σύνδεσμος Ιερέων. Και οι παπάδες ακόμη έχουν δικαιώματα να συνέρχωνται, να οπλίζωνται και να γυμνάζωνται δημοσία εις το Πεδίον του Άρεως. Διατί δηλαδή; Πρέπει να διαβάσουν προηγουμένως το Σύνταγμα των Ιερών Κανόνων του μακαριστού Ποτλή, δια να πληροφορηθούν αν έχουν το δικαίωμα να λάβουν τα μέτρα τους δια να μη σφαγούν από την Κομμούνα και το ΕΑΜ;
Η καταγγελία λέγει, ότι πρόκειται περί Στρατιωτικού Συνδέσμου Βασιλοφρόνων. Δεν το πιστεύομεν.Πιστεύομεν μάλλον, ότι μερικοί νέοι αξιωματικοί ή Βασιλόφρονες ή Δημοκράται ή - όπως πρέπει - ξένοι προς πάσαν εμπάθειαν Πολιτειακήν, συνομιλούν και συσκέπτονται περί του πώς θα είναι εις θέσιν αμέσως, εις το πρώτον νυχτερινόν προσκλητήριον, να βοηθήσουν το Κράτος. Έτσι είνε; ... Αν είνε έτσι, χαλάλι τους. Το Κράτος - του το λέγωμεν ιδιαιτέρως - ας μην τους διαλύση, διότι μια νύχτα ασφαλώς θα τους χρειασθή.
Αλλά η γαλήνη; Η ησυχία; Η τάξις; ... Το Κοινοβούλιον; όλα αυτά είνε άγια πράγματα. Υπέρ αυτών γράφομεν, αγωνιζόμεθα, λησμονούμεν, επιστρατεύομεν φράσεις και λέξεις, επί τρεις μήνας. Αλλά δια να γίνουν αυτά πρέπει να θέλουν και οι άλλοι. όσοι έσφαξαν. Και αυτοί δεν θέλουν. Αυτοί θέλουν να σφάξουν. Δεν εννοούν, λοιπόν, αυτοί, ότι κάτω από την Βάρκιζαν και το Κράτος και τας Κυβερνήσεις και τας συνθήκας αθελήτως ο ανθρώπινος οργανισμός αντιδρά και το αίσθημα της αυτοσυντηρήσεως αυτό μόνο, δημιουργεί ακαταστασίαν; ...
Διότι ακαταστασία δεν είνε, ότι ο πολίτης δεν κοιμάται ήσυχος με το αστυνομικόν τμήμα στη γειτονιά του, αλλά θέλει κάτω από το μαξιλάρι του παρανόμως ένα πιστόλι. Πιστόλι είνε και ο Σύνδεσμος αν υπάρχη. Αλλά αν υπάρχη και είνε ανάγκη να διαλυθή, θα διαλυθή πραγματικώς μονον άμα διαλυθή η Κομμούνα. Αν η Κομμούνα δεν διαλυθεί τότε - και αν δεν υπάρχη - θα γίνη". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Οι σχέσεις του ΙΔΕΑ με τις ένοπλες οργανώσεις της ακροδεξιάς
Οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ αντιλαμβανόμενοι τη στρατιωτική υπεροπλία του ΕΛΑΣ, ανέλαβαν πρωτοβουλίες ώστε να έρθουν σε επαφή με οπλαρχηγούς τοπικών ένοπλων παραστρατιωτικών οργανώσεων και να τους ενισχύσουν στον αντικομμουνιστικό τους αγώνα προωθώντας την τακτική του "εξοπλισμού του χωριού", όπως την αποκαλούσε ο ΙΔΕΑ.
Ο στρατηγός Καραγιάννης, στο έργο του "1940-1952: Το δράμα της Ελλάδας", γράφει: "Δια την πειθάρχησιν των ομάδων τούτων, αι οποίαι ως προελέχθη κατά τα αρχικά στάδια της συγκροτήσεως των έδρων εν παρανομία, απεφασίσθη όπως επί κεφαλής τούτων τεθώσιν μόνιμοι Αξιωματικοί ή Υπαξιωματικοί εγνωσμένου ήθους και ικανοτήτων. Εκ του γραφείου υπουργού Εθνικής Αμύνης ανεχώρησαν δια την ανάπτυξιν Εθνικών ομάδων οι αείμνηστοι Λοχαγοί Κατσαρέας Π. εις Λακωνίαν και Δεδούσης Δ. εις Δωρίδα. Ωσαύτως υπό του Ταγματάρχου Μπούρου Κων., Υπολοχαγού Χονδρού, επιλοχίου Μπραντίτσα Δ. και άλλων μονίμων Αξιωματικών ή οπλαρχηγών ονομασθέντων Αξιωματικών, ανεπτύχθησαν πειθαρχημέναι ομάδες εις Ρούμελην, Μακεδονίαν και Πελοπόννησον, δημιουργήσασαι το αντίπαλον κατά του κομμουνισμού δέος". [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Έτσι, το φθινόπωρο του '46 συγκροτούνται οι ΜΑΥ (Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου) και ΜΑΔ (Μονάδες Αποσπασμάτων Διώξεως). Οι ΜΑΥ ή Μάυδες όπως αποκαλούνταν, ήταν ένοπλοι χωρικοί που αναλάμβαναν τη φύλαξη χωριών και αγροτικών εργασιών, ενώ οι ΜΑΔ συμμετείχαν μαζί με τη Χωροφυλακή και με μονάδες του Στρατού στην καταδίωξη των ανταρτών.
Άνδρες των ΜΑΥ μεταφέρουν σακιά με βοήθεια του σχεδίου Μάρσαλ.
Σε πολλές περιοχές η διανομή και αποθήκευσή τους είχε αφεθεί στη δική τους
πρωτοβουλία (Φωτογραφία από http://kokkinosfakelos.blogspot.gr)
Οι μονάδες αυτές έφταναν, ανάλογα με την εποχή, τους εξήντα έως εκατό χιλιάδες άντρες ενώ τον Ιούνιο του 1947 αντικαταστάθηκαν από τα Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης (ΤΕΑ). Η συμβολή των ΤΕΑ στον Εμφύλιο ήταν καθοριστική, καθώς εγκαταστάθηκαν στις παρυφές των πόλεων και κατά μήκος του βασικού οδικού δικτύου της χώρας. Έδωσαν έτσι τη δυνατότητα στα τμήματα του εθνικού στρατού να αποδεσμευτούν από τη φύλαξη των πόλεων και των οδικών αρτηριών ενώ τα ΤΕΑ στις πόλεις έλεγχαν και κάλυπταν τα μετόπισθεν του κυβερνητικού στρατού από τη δράση του ΔΣΕ. Παράλληλα, μαζί με τη χωροφυλακή και τις παραστρατιωτικές οργανώσεις, κατέστειλαν τη δράση του πολιτικού μηχανισμού της αριστεράς.
Παρέλαση ΤΕΑ Στρυμονικού
(Φωτογραφία από http://strimoniko.blogspot.gr)
Η δράση των ΤΕΑ αναγνωρίστηκε από το επίσημο κράτος το Μάρτιο του 1951, καθώς η κυβέρνηση του Σοφοκλή Βενιζέλου με νόμο επισημοποίησε την ένταξή τους στον ελληνικό στρατό υπακούοντας σε ένα χρόνιο αίτημα του ΙΔΕΑ.
Η άλωση του στρατού από ακροδεξιούς και δοσίλογους
Η ανασυγκρότηση του στρατού που άρχισε να πραγματοποιείται τον Απρίλιο του 1945 έλαβε ξεκάθαρο αντικομμουνιστικό χαρακτήρα, σε αντίθεση με όσα προέβλεπε η Συμφωνία της Βάρκιζας. Τον Ιούνιο του 1945 η "Λευκή Βίβλος" του ΕΑΜ κατέγραψε τα ονόματα 59 αξιωματικών των Ταγμάτων Ασφαλείας που είχαν ενταχθεί στις ένοπλες δυνάμεις. Δύο μήνες αργότερα, έγινε γνωστό ότι 117 βαθμοφόροι των Ταγμάτων Ασφαλείας είχαν εισαχθεί στη Σχολή Ευελπίδων. Οι άνθρωποι αυτοί εξελίχθηκαν σε στρατιωτικούς καριέρας με "διακρίσεις" στον εμφύλιο πόλεμο και σε άλλα κρίσιμα γεγονότα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο διοικητής του Τάγματος Ασφαλείας Καλαμάτας, Διονύσιος Παπαδόπουλος, που βρέθηκε το 1945 να είναι διοικητής τάγματος του ελληνικού στρατού και έφτασε τελικά μέχρι το βαθμό του ταξίαρχου. Ήταν μάλιστα ένας από τους δεκαπέντε αξιωματικούς που είχαν ηγετικό ρόλο στο αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του ΙΔΕΑ το Μάιο του 1951.
Παράλληλα, οι υπηρεσίες του υπουργείου Στρατιωτικών και του Γενικού Επιτελείου Στρατού στελεχώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από εθνικόφρονες αντικομμουνιστές αξιωματικούς, όπως ο Π.Σπηλιωτόπουλος και ο Κ.Βεντήρης, ενώ οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ άρχισαν να καταλαμβάνουν θέσεις-κλειδιά, όπως ο Ε.Λιώσης που τοποθετήθηκε επικεφαλής του τμήματος ασφαλείας του ΓΕΣ.
Μετά, μάλιστα, την άνοδο στην εξουσία του Λαϊκού Κόμματος, το Μάρτιο του 1946, η επιρροή του ΙΔΕΑ έγινε ακόμη πιο έντονη καθώς οι περισσότερες θέσεις-κλειδιά στο Επιτελείο και στο Υπουργείο Στρατιωτικών πέρασαν στα χέρια αξιωματικών του ΙΔΕΑ. Η κυβέρνηση Τσαλδάρη, σε πλήρη συνεργασία με τον ΙΔΕΑ, διασφάλιζε την προαγωγή των εθνικοφρόνων αξιωματικών ενώ παράλληλα εμπόδιζε την εξέλιξη των δημοκρατικών. Οι αξιωματικοί για τους οποίους υπήρχαν υποψίες ότι ήταν δημοκρατικοί ή αντιμοναρχικοί απομακρύνονταν. Ειδικότερα, 100 αξιωματικοί που είχαν υπηρετήσει στον ΕΛΑΣ στάλθηκαν στην εξορία στους Φούρνους Ικαρίας, τη Φολέγανδρο και άλλα νησιά.
Παράλληλα, μέχρι το τέλος του 1946 γύρω στους 1500 αξιωματικούς των Ταγμάτων Ασφαλείας και άλλων ακροδεξιών οργανώσεων έγιναν δεκτοί στο στρατό. Σύμφωνα με το Σόλωνα Γρηγοριάδη, ούτε η κυβέρνηση Πλαστήρα, ούτε η κυβέρνηση Βούλγαρη, ούτε η κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κέντρου το 1945-46 είχαν σκοπό να χρησιμοποιήσουν αυτούς τους αξιωματικούς. Όταν, όμως, ήρθε στην εξουσία η κυβέρνηση Τσαλδάρη, επικράτησαν άλλες αντιλήψεις.
Ο ρόλος του ΙΔΕΑ στην αμνήστευση και στην ένταξη των ταγματασφαλιτών στον ελληνικό στρατό ήταν καθοριστική. Συγκεκριμένα, οι ταγματάρχες Καραγιάννης και Καραμπότσιος, ηγετικά στελέχη του ΙΔΕΑ, ανέλαβαν τη διεύθυνση του γραφείου του υπουργού Άμυνας, Π.Μαυρομιχάλη. Από τη θέση αυτή διέλυσαν την επιτροπή καταρτισμού δικογραφιών και την υποχρέωσαν να παραδώσει όλα της τα αρχεία στο γραφείο Προσωπικού του Υπουργείου. Για τους ταγματασφαλίτες αξιωματικούς αποφάσισαν ότι μπορούσαν να διωχθούν μόνο για παράβαση του ποινικού νόμου και πως οι υπόλοιποι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν στο στρατό με βάση τις ικανότητές τους.
Όπως γράφει ο στρατηγός Καραγιάννης στο βιβλίο του: "Κατά το θέρος του 1946 ο πόλεμος κατά των Κ/Σ(σ.σ Κομμουνιστοσυμμοριτών) γενικεύεται εις ολόκληρον την χώραν, πολλοί δε Αξ/κοί δυναμικοί και φανατικοί αντικομμουνισταί, παραμένουν αχρησιμοποίητοι, ως υπηρετήσαντες εις τα Τάγματα Ασφαλείας.
Επειδή δε η Ηγεσία και το αρμόδιον γραφείον του Υπουργείου δεν εδέχοντο την αποκατάστασιν των Αξ/κών της κατηγορίας ταύτης, δι'αγνώστους λόγους, εν συνεννοήσει με τον Ταγ/χην Καραμπότσιον συνετάξαμεν Διαταγήν του Υπουργού, βάσει της οποίας η συγκροτηθείσα υπό της προηγούμενης Κυβερνήσεως επιτροπή καταρτισμού δικογραφιών κατά των υπηρετησάντων Αξ/κών εις τα Τάγματα Ασφαλείας διελύετο, διετάσσετο δε αύτη να παραδώση τα Αρχεία εις το γραφείον Προσωπικοιύ του Υπουργείου.
'Όσον αφορά τους Αξ/κούς της κατηγορίας ταύτης, διετάσσετο η χρησιμοποίησίς των εις τον ενεργόν Στρατόν βάσει των ικανοτήτων των. Δίωξις Αξ/κών υπηρετησάντων εις τα Τάγματα Ασφαλείας ηδύνατο να λάβη χώραν, ως και δια πάντα άλλον, μόνο κατόπιν συγκεκριμένης μηνύσεως δια παράβασιν του ποινικού Νόμου." [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Παράλληλα, μέλη του ΙΔΕΑ παρουσιάζονταν ως μάρτυρες υπεράσπισης πρώην ταγματασφαλιτών και μελών των SS και τους παρείχαν βεβαιώσεις συμμετοχής σε κάποια κατασκοπευτική ομάδα ή αντιστασιακή οργάνωση.
Το καλοκαίρι του 1946, η πρώτη φάση ανασυγκρότησης του ελληνικού στρατού είχε ολοκληρωθεί και μπορούσε πλέον να κοιτά από θέση ισχύος την αριστερά.
Τα έκτακτα μέτρα του εμφυλίου
Το βράδυ της 30ης προς 31η Μαρτίου 1946, παραμονή των εκλογών που είχαν προκηρυχθεί και στις οποίες το ΕΑΜ είχε αποφασίσει να απέχει, αντάρτες του ΕΛΑΣ εξαπολύουν επίθεση στο σταθμό Χωροφυλακής Λιτόχωρου. Η επίθεση αυτή σηματοδοτεί την απόφαση της Αριστεράς να αντισταθεί ένοπλα στο βίαιο αποκλεισμό της από την πολιτική ζωή και το κλίμα τρομοκρατίας που είχαν στήσει οι ακροδεξιοί από τη συμφωνία της Βάρκιζας και μετά.
Σιγά-σιγά αρχίζουν να σχηματίζονται οι πρώτες ομάδες ανταρτών και η κυβέρνηση θεσπίζει στις 18 Ιουνίου το Γ' Ψήφισμα, το οποίο ποινικοποιoύσε το αριστερό φρόνημα και προέβλεπε τη θανατική ποινή για όσους ανήκαν στην αριστερά: "όστις θέλων αποσπάση εν μέρος εκ του όλου της Επικρατείας ή να ευκολύνη τα προς τούτο το τέλος τείνοντα σχέδια, συνόμωσεν ή διήγειρεν στάσιν ή συνεννοήθη με ξένους ή κατήρτισεν ένοπλες ομάδας ή έλαβε μετοχήν εις τοιαύτας προδοτικάς ενώσεις τιμωρείται με θάνατον". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Το Γ΄Ψήφισμα εξομοίωνε την αριστερή δραστηριότητα με "εσχάτη προδοσία" ή "εχθρική εισβολή" καθώς την κατηγορούσε για πρόθεση απόσπασης εθνικού εδάφους προς όφελος εξωτερικών εχθρών. Το Ψήφισμα αυτό δεν έθετε εκτός νόμου τα κόμματα της Αριστεράς, καθώς κάτι τέτοιο θα προκαλούσε αντιδράσεις από τους δυτικούς συμμάχους της ελληνικής κυβέρνησης. Έθετε, όμως, εκτός νόμου οποιαδήποτε αριστερή δραστηριότητα, πολιτική αλλά και συνδικαλιστική, η οποία ισοδυναμούσε με προδοσία και τιμωρούνταν με θάνατο.
Για το σκοπό αυτό ιδρύθηκαν στρατοδικεία, τα οποία επεκτάθηκαν σε όλη τη χώρα και τα οποία εκδίκαζαν τις παραβιάσεις του Γ' Ψηφίσματος. Οι αποφάσεις των δικαστηρίων αυτών δεν επιδέχονταν έφεση και ήταν άμεσα εφαρμόσιμες. Από τα μέσα Ιουλίου άρχισαν οι ομαδικές θανατικές καταδίκες και εκτελέσεις, αμέσως μετά τις πρώτες επιχειρήσεις των ανταρτών. Συγκεκριμένα, στις 16 Ιουλίου 1946 έγιναν στη Θεσσαλονίκη οι δύο πρώτες εκτελέσεις καταδικασθέντων από έκτακτα στρατοδικεία. Και στις 26 Ιουλίου τουφεκίστηκε στα Γιαννιτσά μαζί με άλλους έξι, η πρώτη γυναίκα που εκτελέστηκε στη νεότερη ελληνική ιστορία: η νεαρή δασκάλα Ειρήνη Γκίνη
Από τη μεριά των αριστερών, η επίθεση στο Λιτόχωρο δεν ακολουθήθηκε από άλλες μέχρι το φθινόπωρο του 1946. Αντιθέτως, οι οργανώσεις της Αριστεράς εξαρθρώνονταν μεθοδικά και φαινόταν να επιβάλλεται η "τάξη". Οι διωγμοί, όμως, δημιούργησαν πολλούς ανθρώπους που ανήκαν πλέον στο καθεστώς του καταζητούμενου, του φυγάδα, του ύποπτου, του απειλούμενου. Οι άνθρωποι αυτοί έβρισκαν καταφύγιο στα βουνά και ζούσαν εκεί ως "διωκόμενοι". Εκεί συνάντησαν και άλλους που, από την εποχή της λευκής τρομοκρατίας που ακολούθησε τη συμφωνία της Βάρκιζας, είχαν φύγει από τα σπίτια τους νοιώθοντας ότι απειλείται η ζωή τους. Σιγά-σιγά άρχισαν να διαμορφώνονται ένοπλες ομάδες, οι οποίες βρίσκονταν σε επαφή με το ΚΚΕ και ήταν σε κατάσταση αναμονής.
Οι ομάδες αυτές άρχισαν να έχουν τις πρώτες αψιμαχίες με κυβερνητικές ομάδες από το καλοκαίρι του 1946, ενώ το Σεπτέμβριο οι συμπλοκές εξελίχθηκαν σε αληθινό πόλεμο και στις 28 Οκτωβρίου 1946, ανακοινώθηκε η ίδρυση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας (ΔΣΕ).
Στα μέσα του 1947, ιδρύθηκε το στρατόπεδο της Μακρονήσου, με σκοπό να αποτελέσει ένα κέντρο διαλογής "υπόπτων" καθώς και ένα "εργαστήριο ανάνηψης" γι΄ αυτούς ενώ, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο, το στρατόπεδο αυτό υπήρξε ο "νέος Παρθενώνας"
Ταυτόχρονα σχεδόν με την ίδρυση του στρατοπέδου της Μακρονήσου, άρχισε και η επιχείρηση μαζικής εκκένωσης ορεινών χωριών και η μετακίνηση των κατοίκων τους σε ειδικούς πρόχειρους οικισμούς στις παρυφές των πόλεων. Έως το τέλος του πολέμου, υπολογίζεται πως σχεδόν 700.000 άτομα μετακινήθηκαν με τον τρόπο αυτό, αφήνοντας πίσω τους έρημες ορεινές περιοχές και στερώντας από το Δημοκρατικό Στρατό την κοινωνία που τον στήριζε.
Ως συμπλήρωμα της παραπάνω πρακτικής, λειτούργησε η συγκέντρωση από το στρατό παιδιών της υπαίθρου σε ειδικές "παιδοπόλεις" ή ιδρύματα. Η λειτουργία των ιδρυμάτων αυτών διευθυνόταν από τη Βασιλική Πρόνοια η οποία, υπό την υψηλή επίβλεψη της νέας Βασίλισσας Φρειδερίκης, ανέλαβε, όπως διατεινόταν, τη "διάσωση των παιδιών της υπαίθρου". Αλλά και από την αντίπαλη πλευρά οργανώθηκε μία παρόμοια κίνηση, η οποία έστελνε τα παιδιά σε "κατασκηνώσεις" ή στις ανατολικές χώρες.
Η Φρειδερίκη, σύζυγος του Παύλου,
ο οποίος ανέβηκε στο θρόνο την 1η Απριλίου 1947,
μετά το θάνατο του αδελφού του Γεωργίου Β'
Την ίδια στιγμή, στις πόλεις μεθοδεύτηκε η δίωξη και καταστολή της Αριστεράς. Μαζικές συλλήψεις διέλυσαν τις οργανωμένες δυνάμεις που είχαν απομείνει, ενώ στις 18 Οκτωβρίου απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του Ριζοσπάστη και της Ελεύθερης Ελλάδας, των δύο επίσημων εφημερίδων του ΚΚΕ και της Αριστεράς
Το τελικό βήμα έγινε στις 27 Δεκεμβρίου του 1947, όταν η κυβέρνηση συνεργασίας Λαϊκών-Φιλελευθέρων με πρωθυπουργό το Θ.Σοφούλη ψήφισε τον Αναγκαστικό Νόμο 509 "Περί μέτρων ασφαλείας του κράτους, του πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας και ελευθερίας των πολιτών". Ο νόμος αυτός, που ψηφίστηκε με αφορμή την ίδρυση της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης στα βουνά της Ελλάδας, έθετε εκτός νόμου το Κομμουνιστικό Κόμμα και τους προσκείμενους σε αυτό πολιτικούς σχηματισμούς. Από τα τέλη του 1946 μέχρι και τα μέσα του 1948, ψηφίστηκε η απαγόρευση των απεργιών, η απαγόρευση κυκλοφορίας αριστερών εντύπων, η στέρηση της ιθαγένειας σε όσους δρούσαν "αντεθνικά", η δήμευση των περιουσιών όσων συμμετείχαν στο "συμμοριτοπόλεμο", η απόταξη των ύποπτων για αριστερό φρόνημα αξιωματικών και η ίδρυση του στρατοπέδου της Μακρονήσου που έγινε στα μέσα του 1947.
Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης
Ειδικά ο έλεγχος του πολιτικού φρονήματος στο στρατό ήταν σε πρώτη προτεραιότητα. Κατά τη διάρκεια του 1945 και κατά το μεγαλύτερο μέρος του 1946, οι ύποπτοι για αριστερό φρόνημα στρατιώτες απαλλάσσονταν προσχηματικά για λόγους ασθένειας. Για τους ανθρώπους αυτούς, που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη στρατιωτική εφεδρεία του Δημοκρατικού Στρατού, αποφασίστηκε η δημιουργία ειδικών μονάδων και, έτσι, στα μέσα του 1947, με αμερικανικά κονδύλια, δημιουργήθηκε στη Μακρόνησο ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης στο οποίο στέλνονταν όλοι οι "ύποπτοι" πολιτικά αξιωματικοί και οπλίτες.
Το στρατόπεδο αυτό ονομαζόταν "Αναμορφωτήριον Μακρονήσου" και αρχικά είχε μόνο στρατιωτικό περιεχόμενο, αλλά βαθμιαία δεχόταν αριστερούς κάθε απόχρωσης, ακόμη και γυναίκες. Εκεί υποβάλλονταν σε ψυχολογικά και σωματικά βασανιστήρια, προκειμένου να απαρνηθούν την ιδεολογία τους. Τα βασανιστήρια αυτά σταματούσαν μόνο μετά από ¨δήλωση μετανοίας" του βασανιζόμενου.
Υπολογίζεται πως από το 1947 έως το 1950 φυλακίστηκαν στη Μακρόνησο γύρω στους 1.100 έφεδρους αξιωματικούς και 27.000 οπλίτες, από τους οποίου οι περισσότεροι, ύστερα από μια περίοδο "πολιτικής αναμόρφωσης" και "ανάνηψης", επανέρχονταν στο στρατό. Μέσω της διαδικασίας αυτής, ο Δημοκρατικός Στρατός στερήθηκε ένα πολύτιμο δυναμικό, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου πέρασε στις γραμμές του Εθνικού Στρατού. Μετά το 1948, άρχισαν να φυλακίζονται στη Μακρόνησο και πολίτες.
Η Μακρόνησος δεν ήταν, όμως, το μοναδικό στρατόπεδο συγκέντρωσης. Εκτός από αυτό που προοριζόταν αρχικά για τους αριστερούς στρατεύσιμους, ιδρύθηκαν άλλα δύο: Του Τρίκερι για τους ύποπτους των εκκαθαριζόμενων περιοχών και των Γιούρων για τους φυλακισμένους..
Όπως αναφέρει ο στρατηγός Δ.Ζαφειρόπουλος στο βιβλίο του "Αντισυμμοριακός Αγών" : " Την 19ην Φεβρουαρίου του 1947 ο αρχηγός του ΓΕΣ Αντ/γος Βεντήρης Γ., άμα τη αναλήψει της αρχής, εισηγήθη εις τον Υπουργόν των Στρατιωτικών Γεώργιον Στράτον την οργάνωσιν τριών στρατοπέδων: της Μακρονήσου δια τους στρατευσίμους, του Τρίκερι δια τους υπόπτους άνδρας και γυναίκας των εκκαθαριζομένων περιοχών, και των Γιούρων δια τους φυλακισμένους....
...Η κίνησις της Μακρονήσου από του 1947 μέχρι του 1950 ανήλθεν: Εις εφέδρους αξιωματικούς 1.100 και εφέδρους οπλίτας 27.770.
Εκ των εφέδρων Αξιωματικών: Απεδόθησαν εις τον Στρατόν 800. Παρέμειναν εις την Μακρόνησον ως διοικηταί Λόχων και Διμοιριών 200. Υπέστησαν έκπτωσιν του βαθμού των 100 ως αμετανόητοι κομμουνισταί.
Εκ των εφέδρων οπλιτών μετά κατάλληλον εθνικόν προσανατολισμόν: Απεδόθησαν εις τον Στρατόν 15.400, οίτινες και επολέμησαν εις το πλευρόν των εθνικοφρόνων Ελλήνων, όπως το 596 Τάγμα Πεζικού, το οποίον εις τον Γράμμον τον Ιούλιον του 1948 επέδειξεν ηρωϊσμόν και αυτοθυσίαν λόγω της τόλμης και αποφασιστικότητός των. Δεν απεστάλησαν εις την γραμμήν των πρόσω, αλλ΄απελύθησαν και επέστρεψαν εις τας εστίας των 6.600. Παρέμειναν αμετανόητοι πιστεύοντες εις τον Κομμουνισμόν 300..." [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Αλλαγή φρουράς. Από τους Άγγλους στους Αμερικανούς
Την 1η Σεπτεμβρίου 1946, πραγματοποιήθηκε το δημοψήφισμα για την παλινόρθωση της μοναρχίας και, μέσα σε ένα κλίμα τρομοκρατίας, βίας και νοθείας, το αποτέλεσμα ήταν υπέρ της επιστροφής του Γεωργίου Β' με ποσοστό 68,3%.
Φιλοβασιλικές αφίσες για το δημοψήφισμα της 1ης Σεπτεμβρίου 1946.
"Μόνο οι Βούλγαροι δε θέλουν τον Έλληνα Βασιλιά!"
Ήδη, οι πρώτες διάσπαρτες αντάρτικες ομάδες έχουν αρχίσει να συνενώνονται από τον Ιούλιο και το Σεπτέμβριο έχουν θέσει υπό τον έλεγχό τους μία ευρεία περιοχή στη βορειοδυτική Ελλάδα, ενώ το Δεκέμβριο του 1946, το Γενικό Αρχηγείο Ανταρτών ονομάστηκε Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας (ΔΣΕ).
Η αδυναμία του Εθνικού Στρατού, κάτω από τη βρετανική καθοδήγηση, να αντιμετωπίσει τη δράση των ανταρτών, προκάλεσε την αντίδραση του ΙΔΕΑ, ο οποίος θεωρούσε ότι ο τρόπος με τον οποίο είχε δομηθεί ο στρατός, τον έκανε ανίκανο να ανταποκριθεί στις ανάγκες του ανταρτοπολέμου και γι' αυτό κατηγορούσε το Βρετανό στρατηγό Ρόουλινγκ που είχε αναλάβει την ανασυγκρότηση των ενόπλων δυνάμεων
Εν τω μεταξύ, την άνοιξη του 1947, ο Εθνικός Στρατός οργάνωσε την πρώτη μεγάλη επιχείρηση με την ονομασία'Τέρμινους" εναντίον του Δημοκρατικού Στρατού. Ήταν ένα σχέδιο που είχε οργανώσει ο Ροόυλινγκ σε συνεργασία με τον αντιστράτηγο Σπηλιωτόπουλο και το οποίο στόχευε στην εκκαθάριση της Στερεάς Ελλάδας από τους αντάρτες και την απώθησή τους από την κεντρική Ελλάδα. Ο ΙΔΕΑ χαρακτήρισε το σχέδιο αυτό ως "ανεδαφικό και ασυγχρόνιστο, καταδικασμένο εκ των προτέρων να αποτύχει". Πράγματι, η πρώτη αυτή επιχείρηση του εθνικού στρατού δεν έφερε το επιδιωκόμενο, για την κυβέρνηση και τους Βρετανούς, αποτέλεσμα και έδειξε ότι η σύγκρουση αυτή έπαιρνε τα χαρακτηριστικά μιας τακτικής πολεμικής αναμέτρησης, ανατρέποντας τις μέχρι τότε επίσημες εκτιμήσεις.
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, οι Βρετανοί αδυνατώντας να σηκώσουν το οικονομικό βάρος μιας τέτοιας επιχείρησης αρχίζουν να αποδεσμεύονται από την ελληνική υπόθεση παραχωρώντας σιγά σιγά τη θέση τους στις ΗΠΑ. Την εμπλοκή των ΗΠΑ επιζητούσε και ο ΙΔΕΑ, ο οποίος ήδη από το 1946 είχε αρχίσει να επιζητεί την αμερικάνικη επιρροή επιβάλλοντας την τοποθέτηση του πρώην αρχηγού του Σ.Γκίκα στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσιγκτον.
Όπως έγραφε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Σ.Βενιζέλος στη σύζυγό του στην Αλεξάνδρεια: "Από χθες έγινε μεγάλη αλλαγή εις την ελληνικήν πολιτική. Η Αγγλία μας εδήλωσεν ότι ευρίσκεται εις αδυναμίαν να συνεχίση την προς ημάς οικονομικήν βοήθειάν της και η Αμερική θα καταλάβη την θέσιν της. Η τελευταία θα μας στείλη εμπειρογνώμονας δι΄όλους τους κλάδους διοικήσεως και θα καταρτίση επταετές σχέδιον δια την ανοικοδόμησιν της χώρας". [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Καθώς η Ελλάδα ήταν η μόνη χώρα των Βαλκανίων που βρισκόταν εκτός σοβιετικής επιρροής, αποτελούσε μαζί με την Τουρκία το μόνο γεωγραφικό ανάχωμα απέναντι στην επέκταση των Σοβιετικών στην Ανατολική Μεσόγειο. Ήταν λοιπόν αναμενόμενο ότι οι ΗΠΑ θα έκαναν ό,τι ήταν δυνατό για να ηττηθεί ο Δημοκρατικός Στρατός και να διασφαλιστεί η παραμονή της Ελλάδας στη σφαίρα επιρροής της Δύσης.
Ο Χάρυ Τρούμαν ανακοινώνει στο Κογκρέσο το "δόγμα Τρούμαν"
Η επίσημη ημερομηνία αλλαγής φρουράς-προστάτη ήταν η 12η Μαρτίου 1947. Την ημέρα εκείνη, ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών εξήγγειλε το "δόγμα Τρούμαν". Σύμφωνα με αυτό, οι ΗΠΑ ανέλαβαν να βοηθήσουν τα "απειλούμενα με κομμουνισμό" κράτη, με πρώτο παράδειγμα την Ελλάδα και την Τουρκία. Σε αυτές θα δινόταν το ποσό των τετρακοσίων εκατομμυρίων δολαρίων και από αυτά, τα τριακόσια εκατομμύρια θα πήγαιναν στην Ελλάδα.
Στο λόγο του, ο Τρούμαν, αναφέρθηκε στην κατάσταση που επικρατούσε στην Ελλάδα: " ...Οι Ηνωμένες Πολιτείες έλαβαν εκ μέρους της ελληνικής κυβερνήσεως επείγουσα έκκλησιν για οικονομική βοήθεια. Οι προκαταρκτικές πληροφορίες εκ μέρους της αμερικανικής οικονομικής αποστολής η οποία ευρίσκεται ήδη στην Ελλάδα καθώς και οι πληροφορίες του πρεσβευτού μας στην Αθήνα ενισχύουν την δήλωσιν της ελληνικής κυβερνήσεως που συνίσταται στο ότι η βοήθεια είναι επιτακτική αν η Ελλάς πρόκειται να επιζήση ως ελεύθερον Έθνος...
Η ελληνική κυβέρνησις δεν είναι εις θέσιν να αντιμετωπίση την κατάστασιν. Ο ελληνικός στρατός είναι ολιγάριθμος και πενιχρά εξοπλισμένος. Χρειάζεται εφόδια και εξοπλισμό, αν πρόκειται να αποκατασταθή η εξουσία της κυβερνήσεως στο ελληνικό έδαφος..." [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Έτσι, με πολύ μεγαλύτερες οικονομικές δυνατότητες από τους Βρετανούς, οι αμερικανοί πήραν τη θέση τους στον τομέα των στρατιωτικών επιχειρήσεων εναντίον του ΔΣΕ.
Η εμπλοκή των Αμερικανών δεν περιορίστηκε μόνο στο στρατιωτικό επίπεδο, αλλά επεκτάθηκε και στο πολιτικό, καθώς από τη στιγμή αυτή και μετά οι ΗΠΑ αποκτούν τον έλεγχο και κατευθύνουν την πολιτική ζωή της χώρας. Οι Αμερικανοί, θέλοντας αφενός να περάσουν στη διεθνή κοινή γνώμη μια εικόνα ότι στην Ελλάδα δεν κυβερνά μια καταπιεστική Δεξιά και αφετέρου για να διευρύνουν την κοινωνική αποδοχή του πολιτικού καθεστώτος, αποφασίζουν να επιβάλλουν μία κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ των δύο παραδοσιακών κομμάτων, του Λαϊκού και του Κόμματος Φιλελευθέρων.
Κυβέρνηση Λαϊκών-Φιλελευθέρων υπό την προεδρία
του στελέχους των Φιλελευθέρων, Θεμιστοκλή Σοφούλη
Πράγματι στις 31 Αυγούστου 1947, φτάνει στην Αθήνα ο διευθυντής των υποθέσεων Εγγύς και Μέσης Ανατολής του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών Λόυ Χέντερσον, ο οποίος λέει στους πολιτικούς αρχηγούς: "Πρέπει να σχηματίσετε κυβέρνηση αμέσως, πριν δούμε στον ορίζοντα την κυβέρνηση του Ζαχαριάδη". [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Τελικά, μετά από διαπραγματεύσεις μιας εβδομάδας, σχηματίστηκε κυβέρνηση συνεργασίας Φιλελευθέρων και Λαϊκών με πρωθυπουργό το Σοφούλη, ο οποίος θα προσπαθούσε να επιτύχει κατευνασμό και, αν αποτύγχανε, θα ακολουθούσε η σκληρή πολιτική.
Υπέρ της λύσης συνεργασίας τάχθηκε και ο ΙΔΕΑ και το μόνο στο οποίο διαφωνούσε ήταν η πρόθεση από την κυβέρνηση Σοφούλη για παροχή αμνηστίας σε όσους από τους αντάρτες παραδώσουν τα όπλα. Για το θέμα αυτό δήλωσε ότι η περίοδος της αμνηστίας θα έπρεπε να είναι όσο το δυνατό συντομότερη και στη συνέχεια να ακολουθήσει "ολοκληρωτικός πόλεμος εναντίον του εχθρού", με το δόγμα "ο μη μεθ'ημών καθ'ημών".
Η αμνηστία και οι εκτελέσεις
Στις 10 Σεπτεμβρίου 1947, η κυβέρνηση έπαιρνε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή και την επομένη εγκρινόταν ψήφισμα για αμνηστία που δημοσιευόταν στην εφημερίδα της κυβέρνησης: " Όσοι εκ των στασιαστών αρχηγών, οδηγών ή συστασιωτών παρουσιασθώσιν εντός μηνός από της δημοσιεύσεως του παρόντος αυτοβούλως εις την πλησιεστέραν δικαστικήν, στρατιωτικήν ή αστυνομικήν αρχήν... και αφοπλισθώσιν εφ'όσον οπλοφορούν, αμνηστεύονται αυτοδικαίως δυνάμει του παρόντος... και απολύονται αμέσως υπό των εις ους παρεδόθησαν..." [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Πράγματι, επί μερικές εβδομάδες επικρατούσε ατμόσφαιρα ύφεσης. Οι εκτελέσεις είχαν ανασταλεί, οι αριστερές εφημερίδες και τα γραφεία του ΚΚΕ-ΕΑΜ λειτουργούσαν ομαλά και φαινόταν ότι δινόταν στο ΚΚΕ μία τελευταία ευκαιρία για να σταματήσει τον πόλεμο, πριν επέμβουν οι Αμερικανοί.
Στην πραγματικότητα, όμως, η κυβέρνηση και οι Αμερικανοί εννοούσαν ως κατευνασμό τον άνευ όρων αφοπλισμό και παράδοση της αριστεράς, κάτι που το ΚΚΕ δεν μπορούσε να δεχτεί.
Και σα να μην έφτανε αυτό, η λειτουργία των έκτακτων στρατοδικείων συνεχιζόταν, όπως και ο αγώνας των αστυνομικών δυνάμεων να συντρίψουν τις κομμουνιστικές οργανώσεις στις πόλεις. Στις 15 Σεπτεμβρίου 1947, ημέρα που δημοσιευόταν στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως το ψήφισμα της αμνηστίας, το Έκτακτο Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης καταδίκαζε σε θάνατο 52 μέλη της Στενής Αυτοάμυνας (ΟΠΛΑ) της πόλης.
Εν τω μεταξύ, οι μέρες περνούσαν και ελάχιστοι αντάρτες παραδίνονταν. Στις 13 Οκτωβρίου, η προθεσμία της παρατάθηκε για έναν ακόμη μήνα, αλλά παράλληλα, ο πρωθυπουργός Σοφούλης δήλωνε: "Παρά την αμνηστείαν, αι αποφάσεις των έκτακτων στρατοδικείων θα εκτελούνται ανεκκλήτως, συμφώνως προς τας διατάξεις του Γ΄Ψηφίσματος". [Σ.Γρηγοριάδη, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974]
Την αυγή της 17ης Οκτωβρίου 1947, εκτελέστηκαν 10 από τους 52 θανατοποινίτες της Στενής Αυτοάμυνας Θεσσαλονίκης. Στις 20 Οκτωβρίου τουφεκίζονται 20 κατάδικοι στη Δράμα, τις Σέρρες και την Ξάνθη και άλλοι 13 της Στενής Αυτοάμυνας Θεσσαλονίκης, ενώ στις 23 Οκτωβρίου εκτελούνται 7 στρατιώτες στη Δράμα και οι υπόλοιποι της Στενής Αυτοάμυνας
Στις 15 Νοεμβρίου έληξε η προθεσμία της αμνηστίας και ο απολογισμός της ήταν ασήμαντος. Μόλις 1.142 ένοπλοι παρουσιάστηκαν και παραδόθηκαν.
Οι εκτελέσεις, τώρα, πολλαπλασιάστηκαν και άρχισε ο διεθνής θόρυβος για το θέμα αυτό. Στις 14 Μαΐου 1948, ο Σοβιετικός επιτετραμένος στην Αθήνα Τσερνώφ απαίτησε από τον υπουργό Εξωτερικών Κ.Τσαλδάρη να σταματήσουν οι εκτελέσεις. Με τη σοβιετική διαμαρτυρία χαλάρωσε για ένα διάστημα ο ρυθμός εκτελέσεων που είχαν εκδοθεί από κακουργιοδικεία. Συνεχίστηκε, όμως, η δράση των έκτακτων στρατοδικείων και η άμεση εκτέλεση των αποφάσεών τους.
Στις 31 Αυγούστου 1948, ο υπουργός Πληροφοριών Αιλιανός έδινε τον πίνακα των εκτελέσεων που είχαν πραγματοποιηθεί μέχρι εκείνη την ημέρα.
Οι πολιτικές επαφές του ΙΔΕΑ
Το παλάτι γνώριζε επίσημα την ύπαρξη του ΙΔΕΑ από την άνοιξη του 1946, όταν ο Γεώργιος Β' ζήτησε από τον Παπάγο να τον ενημερώσει εάν όντως υπήρχε κάποιος στρατιωτικός σύνδεσμος όπως ακούγονταν και ποιοι ήταν οι πολιτικοί του σκοποί. Ο Παπάγος ήρθε σε επαφή με αξιωματικούς του ΙΔΕΑ, οι οποίοι τον ενημέρωσαν για τα κίνητρα της οργάνωσης και τον διαβεβαίωσαν για την εκτίμηση που έτρεφαν οι αξιωματικοί του ΙΔΕΑ τόσο για το Γεώργιο Β' όσο και για τον ίδιο τον Παπάγο
Το 1947, ο ΙΔΕΑ αριθμούσε γύρω στους 1700 αξιωματικούς και ένιωθε πλέον αρκετά ισχυρός ώστε να επιχειρήσει την άσκηση πίεσης στους άλλους πόλους εξουσίας, προκειμένου να προωθήσει τα σχέδιά του. Τον Ιούνιο του 1947, η Διοικούσα Δέσμη αποφάσισε πως "είνε ανάγκη να προβώμεν εις ορισμένας παραστάσεις προς την πολιτικήν ηγεσίαν του τόπου και προς τον εξωτερικό παράγοντα. Εις την πολιτικήν ηγεσίαν του Έθνους, θα υποδείξωμεν τας πράξεις και τας παραλείψεις της, αι οποίαι καθυστερούν την συντριβήν του δρώντος έσωθεν εχθρού της Ελλάδος. Εις τον εξωτερικό παράγοντα, όστις χάρις εις την μεγαλοφυά διορατικότητα του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών κ.Τρούμαν, εξεδηλώθη προσφάτως κατά τρόπον ενισχύοντα την πίστην μας, ότι εις τον αγώνα μας δια την ελευθερίαν, δεν θα είμεθα μόνοι, θα παράσχωμεν πληροφορίας και θα προβώμεν εις εισηγήσεις προερχομένας από ανυστεροβούλους αγωνιστάς του κοινού ιδεώδους". [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Πρωτοσέλιδο του Έθνους 18/10/1951. Ο Χάρι Τρούμαν υπογράφει την παροχή
στρατιωτικοοικονομικής βοήθειας στην Ελλάδα και δίπλα ένα μονόστηλο για τη δράση και
αναγνώριση του ΙΔΕΑ από τους πολιτικούς αρχηγούς (Φωτό από Ε-Ιστορικά)
Έτσι, το Σεπτέμβριο του 1947, μία εβδομάδα μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας από το Σοφούλη και για πρώτη φορά από την ίδρυσή του, ο ΙΔΕΑ κάνει επίσημη εμφάνιση στέλνοντας στο παλάτι, στους αρχηγούς των δύο κυβερνώντων κομμάτων και στην αμερικανική πρεσβεία αναλυτική έκθεση "επί του θέματος της ηγεσίας του στρατού".
Με την έκθεση αυτή πρότεινε αξιωματικούς που ανήκαν στην οργάνωση για να προωθηθούν στις ανώτερες θέσεις των επιτελείων. Για τη θέση του ΓΕΣ πρότεινε την αντικατάσταση του Βεντήρη από τον αντιστράτηγο Γιατζή, καθώς θεωρούσαν το Βεντήρη υπεύθυνο για την αναποτελεσματικότητα των επιχειρήσεων του στρατού εναντίον του ΔΣΕ. Ο Σοφούλης, τελικά, υπέκυψε στις πιέσεις του ΙΔΕΑ, τον Οκτώβριο του 1947, και ανέθεσε την αρχηγία του ΓΕΣ στον αντιστράτηγο Γιατζή.
Την ίδια περίοδο ο ΙΔΕΑ ήρθε σε επαφή με όλες τις πολιτικές προσωπικότητες, όπως ο Σ.Μαρκεζίνης, ο Γ.Παπανδρέου, ο Θ.Σοφούλης, ο Σ.Βενιζέλος, ο Π.Κανελλόπουλος, ο Τσαλδάρης και άλλοι. Στις επαφές αυτές, ο ΙΔΕΑ ενημέρωνε τους πολιτικούς για τα πατριωτικά και αντικομμουνιστικά κίνητρά του, άφηνε να εννοηθεί ότι έχει τη δύναμη να προωθήσει δικτατορική λύση εάν το έκρινε σκόπιμο και πίεζε για πιο δυναμικές λύσεις εναντίον των κομμουνιστών.
Ο ΙΔΕΑ, παράλληλα με τους Έλληνες πολιτικούς, ανέπτυξε επαφές και με την αμερικανική πρεσβεία, καθώς η παρουσία του συνταγματάρχη Σ.Γκίκα στην ελληνική πρεσβεία της Ουάσιγκτον διευκόλυνε το σκοπό αυτό. Ο ΙΔΕΑ διαβεβαίωνε τους Αμερικανούς ότι δεν είχε πολιτικές βλέψεις και ότι απέβλεπε μόνο στην εξουδετέρωση του ΚΚΕ. Ανέφερε, μάλιστα, ότι "ο ΙΔΕΑ είνε φιλικός προς τους Αμερικανούς παράγων, όπως και η Ελλάς προς την Αμερικήν. Η έννοια της φιλίας αυτής είνε ιδεολογική σύμπτωσις συμφερόντων, εκατέρωθεν ανάγκη. Είναι δύο δυνάμεις διαφορετικού μεγέθους, αλλά με κοινόν σημείον εφαρμογής (...). Ο ΙΔΕΑ επιθυμεί να επιτύχετε οι Αμερικανοί εις την Ελλάδα και είμεθα διατεθειμένοι να σας βοηθήσωμεν εις αυτό" [Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών, Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή]
Με τις συναντήσεις αυτές, ο ΙΔΕΑ κατάφερε να επισημοποιηθεί ως ένας ανεξάρτητος πόλος εξουσίας .
Ο ΙΔΕΑ αναζητά αρχιστράτηγο
Εν τω μεταξύ, οι εξελίξεις στον εμφύλιο δεν ήταν καθόλου ευοίωνες για τον κυβερνητικό στρατό. Οι αποτυχίες των επιχειρήσεων του στρατού την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1948, προκάλεσαν τριγμούς στο στράτευμα αλλά και την αντίδραση του ΙΔΕΑ, ο οποίος θεωρούσε ότι η υπάρχουσα ηγεσία του στρατού δεν ήταν ικανή να καταρτίσει ένα σχέδιο για την "πλήρη καταστροφή των δυνάμεων των κομμουνιστοσυμμοριτών".
Για το σκοπό αυτό αναζητούσε έναν αρχιστράτηγο, που θα μπορούσε να φέρει εις πέρας τον πόλεμο που διεξαγόταν. Ήδη, από το Νοέμβριο του 1948, είχε γίνει πρόταση στον Παπάγο για ανάληψη της ηγεσίας του στρατού. Ο Παπάγος ήταν ο μόνος από τους εθνικόφρονες αξιωματικούς που δεν είχε χρησιμοποιηθεί και το κύρος του ανάμεσα στους αξιωματικούς του στρατού ήταν μεγάλο, καθώς ήταν ο αρχιστράτηγος των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων στη διάρκεια του πολέμου 1940-41 και για ένα μεγάλο μέρος της Κατοχής ήταν κρατούμενος σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στη Γερμανία, με συνέπεια να μην υπάρχουν σκιές για συνεργασία του με τους κατακτητές Γερμανούς.
Ο Παπάγος, όμως, για να δεχτεί την αρχιστρατηγία ζήτησε υπερεξουσίες, οι οποίες κρίθηκαν υπερβολικές και απορρίφθηκαν. Εν τω μεταξύ, το κοινοβουλευτικό σύστημα πάλευε για την επιβίωσή του καθώς τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο του 1948, 13 βουλευτές από το Λαϊκό Κόμμα και 54 από το Κόμμα των Φιλελευθέρων αποχώρησαν από τα κόμματά τους και η κυβέρνηση Λαϊκών-Φιλελευθέρων κρεμόταν από μια κλωστή.
Αλέξανδρος Παπάγος (1883-1955)
Βλέποντας το εύθραυστο της κυβέρνησης αυτής, ο Σπύρος Μαρκεζίνης ανέλαβε πρωτοβουλίες απευθυνόμενος στο βασιλιά Παύλο ο οποίος, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του αδελφού του Γεωργίου Β', είχε ανέβει στο θρόνο. Ο Μαρκεζίνης είχε καταφέρει να πείσει τον Παύλο ότι ήταν αναγκαίο να αναθέσει στον Παπάγο το σχηματισμό κυβέρνησης, η οποία θα έπαιρνε την έγκριση της Βουλής για να κυβερνήσει για ένα διάστημα χωρίς κυβερνητικούς περιορισμούς. Τη λύση αυτή την υποστήριζε και ο ΙΔΕΑ, ο οποίος ήδη από το Μάρτιο του 1948 προσανατολιζόταν προς την ανατροπή της κυβέρνησης Λαϊκών-Φιλελευθέρων.
Παρόλα αυτά, η αμερικανική πρεσβεία, σε συνεργασία με τη βρετανική, αποφάσισαν να δώσουν μία ακόμη ευκαιρία στο κοινοβουλευτικό σύστημα και εργάστηκαν για το σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού στην οποία, εκτός από τους Λαϊκούς και τους Φιλελεύθερους, θα συμμετείχαν και άλλα μικρά κόμματα. Έτσι, στις 20 Ιανουαρίου του 1949 σχηματίστηκε η νέα κυβέρνηση με πρωθυπουργό το Σοφούλη, στην οποία συμμετείχαν και δύο νέα κόμματα: το Λαϊκό Κόμμα με αρχηγό το Σ.Μαρκεζίνη και το Εθνικό Εργατικό Κόμμα με αρχηγό τον Π.Κανελλόπουλο.
Την ίδια μέρα οριζόταν αρχιστράτηγος ο Παπάγος, ο οποίος θα ασκούσε τα καθήκοντά του όσο θα παρέμενε σε ισχύ το Γ' Ψήφισμα. Ο αρχιστράτηγος είχε απόλυτη εξουσία για όλα τα στρατιωτικά ζητήματα, οι προτάσεις του ήταν δεσμευτικές για τον υπουργό Άμυνας, ενώ μπορούσε να απαιτήσει την επιβολή στρατιωτικού νόμου.
Σε σχέση με τον εμφύλιο πόλεμο που διεξαγόταν παράλληλα με τις εξελίξεις αυτές, οι συσχετισμοί δυνάμεων ήταν τέτοιοι που δεν άφηναν την παραμικρή αμφιβολία για την έκβασή του. Ήδη από τον Ιανουάριο του 1949, είχε εκκαθαριστεί η Πελοπόννησος από τις δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού και τον Ιούνιο εκκαθαρίστηκε η Στερεά Ελλάδα.
Το θέατρο των επιχειρήσεων μεταφερόταν πλέον στο Γράμμο και στο Βίτσι, όπου είχαν συγκεντρωθεί οι εναπομείνασες δυνάμεις του ΔΣΕ. Η κύρια επίθεση του Εθνικού Στρατού στο Βίτσι ξεκίνησε στις 10 Αυγούστου και ολοκληρώθηκε με την τελική επικράτησή του στο Γράμμο, στα τέλη Αυγούστου 1949.
Ο εμφύλιος πόλεμος τελείωσε, αλλά τώρα ο στρατός που είχε αυτονομηθεί από την πολιτική ηγεσία με τις υπερεξουσίες που είχε αποκτήσει ο Παπάγος, θα διεκδικούσε ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή του τόπου και θα βρισκόταν διαρκώς σε κατάσταση επιφυλακής, σε περίπτωση που το αστικό σύστημα απειλούνταν .
Από την άλλη πλευρά, οι Αμερικανοί ήρθαν για να μείνουν οριστικά και αμετάκλητα. Όλη η ιστορία της Ελλάδας από δω και στο εξής, είναι απόλυτα συνυφασμένη με τα συμφέροντα και τις επιθυμίες των Αμερικανών.
Οι παρακάτω φωτογραφίες αποτυπώνουν σε συμβολικό επίπεδο την επικυριαρχία των Αμερικανών πάνω στο ελληνικό κράτος. Στην πρώτη βλέπουμε τον Αμερικανό στρατάρχη Βαν Φλητ να στέκεται πάνω από τα πτώματα των Ελλήνων ανταρτών και στη δεύτερη να σηκώνει την ελληνική σημαία του Δημοκρατικού Στρατού ως λάφυρο
Ο Αμερικανός στρατηγός Τζέιμς Βαν Φλιτ φωτογραφίζεται με επιτελείς τους ΓΕΣ
πάνω από πτώματα νεκρών μαχητών του ΔΣΕ στο Γράμμο. Ο Βαν Φλιτ στέκεται τέρμα δεξιά,
δίπλα του ο στρατηγός Θ. Τσακαλώτος και ο αξιωματικός που δείχνει είναι ο Δ. Γιαντζής.
(Φωτό από Κόκκινος φάκελος)
Λάφυρο για τον Εθνικό Στρατό και τον Αμερικανό στρατηγό Βαν Φλητ,
η σημαία της 16ης Ταξιαρχίας του ΔΣΕ (Φωτό από Κόκκινος Φάκελος)
Πηγές
"Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας", του Σ.Γρηγοριάδη
"Εμφύλιος πόλεμος", του Γιώργου Μαργαρίτη από το συλλογικό έργο Ιστορία των Ελλήνων,
"Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών", Διπλωματική εργασία του Δ.Δεμερτζή http://invenio.lib.auth.gr/record/124262/files/dem.pdf?version=1
Το αντάρτικο πόλης στη Θεσσαλονίκη http://panosz.wordpress.com/2008/05/06/civil_war-5/
Ο αντικομμουνισμός στην εμφυλιακή προπαπαγάνδα http://kokkinosfakelos.blogspot.gr/2012/04/blog-post_05.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου