Τετάρτη 21 Δεκεμβρίου 2016

Θα κάνεις τίποτα, ή μπα; Από την Βέρα Ντίκεϋ

Από την Βέρα Ντίκεϋ *
Κάθε Χριστούγεννα νιώθουμε όλοι ένα τσίμπημα στην καρδιά. Καθώς πηγαίνουμε προς το σπίτι με τα ψώνια – κάτι λίγα για το καλό, μη νομίζεις, πάνε οι καλές εποχές – βλέπουμε εκείνο το κοριτσάκι στη γωνία και σπαράζει η καρδιά μας. Την Πρωτοχρονιά είναι ακόμα εκεί το τσίμπημα γιατί δεν μας αφήνουν σαν ανθρώπους να χαρούμε λίγο. Όπως βγαίνουμε από την αγορά, είναι εκείνος ο σκυφτός ο άνθρωπος – πόσων χρονών είναι, τον κάνεις 30, τον κάνεις και 300 – και θα του δίναμε κάτι, αλλά είναι και τα δύο χέρια πιασμένα από τις σακούλες. Και τι να πρωτοκάνεις; Πρόσφυγες, μετανάστες, φτώχεια, απελπισία, πού να πρωτοδώσεις; Άντε καημένε, εσένα ποιος σου έδωσε; Μόνος σου τα βγάζεις πέρα. Η πολιτεία τι κάνει; Ακούγεται λογικό, έτσι;

-Ο αντίλογος

Έχω φίλο έναν πιτσιρικά. Για να πω την αλήθεια, είναι ο γιος μου και δεν είναι πια πιτσιρικάς. Αλλά είμαστε φίλοι και αυτό που θα σας πω το έλεγε όταν ήταν πολύ πιτσιρικάς: «Αν όλοι θυσιάζονταν για όλους, κανείς δεν θα χρειαζόταν να θυσιαστεί για κανέναν». Δεν είπαμε να κάνεις τα πάντα. Αλλά, κάνε κάτι.

-Να δώσεις χαρά στον εαυτό σου, κυρίως.

-«Τη δουλειά που κάνουμε με τις ευπαθείς ομάδες δεν την κάνουμε για τους άλλους. Την κάνουμε ο καθένας για τον εαυτό του. Αλλάζουμε μέσα από τις δράσεις μας, γινόμαστε καλύτεροι. Ωφελούμενοι δεν είναι μόνον αυτοί που δέχονται μια όποια προσφορά, είναι και αυτοί που προσφέρουν, υπάρχει μεγάλη χαρά στο να δίνεις κάτι, δεν ξέρω αν καταλαβαίνετε».

Αυτή ήταν μια από τις πρώτες κουβέντες που μας είπε η Μιρέλα Κορομπίλια, πρόεδρος της Γέφυρας. Όπου Γέφυρα είναι μια οργάνωση που δραστηριοποιείται για τη στήριξη ευπαθών ομάδων, μέσα σε αυτές και των αστέγων. Άλλη μια ΜΚΟ; Χμ… Άντε από κει… Ρωτήσαμε λοιπόν ευθέως:

-Είναι η Γέφυρα άλλη μια ΜΚΟ; Γιατί ο κόσμος είναι τρομερά καχύποπτος.

-«Κοιτάξτε. Η Γέφυρα δεν χρηματοδοτείται ούτε από δημόσιους φορείς ούτε από προγράμματα, ευρωπαϊκά ή εθνικά. Δεν έχουμε δούναι/λαβείν με κεφάλαια. Οι πόροι μας έρχονται από εθελοντές/χορηγούς. Μπορεί κάποιος ιδιώτης να στηρίξει μια δράση μας χρηματικά ή εμπράγματα. Κυρίως στηριζόμαστε στις μικρές δωρεές των ανθρώπων που νιώθουν την ανάγκη να προσφέρουν κάτι, αυτό που μπορούν».

-Και ποιες είναι οι ανάγκες, πού θα πάνε αυτά τα χρήματα;

-Λοιπόν, ακούστε τι αντιμετωπίζουμε, ένα παράδειγμα θα σας φέρω. Έχουμε έναν άστεγο. Για να μπορέσει έστω να ωφεληθεί από τις παρεμβάσεις της πολιτείας, πρέπει να είναι υπαρκτό πρόσωπο νομικά, έτσι; Πρέπει να έχει φορολογική ενημερότητα, να έχει ΑΜΚΑ, να έχει ταυτότητα. Αλλιώς είναι μια σκιά, δεν μπορεί να έχει ούτε την κάρτα σίτισης. Ωραία, για να βγάλει μια ταυτότητα ένας άνθρωπος, και να έχει και φορολογική οντότητα, πρέπει να βγάλει φωτογραφίες, να πληρώσει έναν λογιστή, να μπει στα γρανάζια της γραφειοκρατίας. Μίνιμουμ κόστος ανά άτομο, 50 ευρώ. Και δεν υπάρχει μια υπηρεσία να εξασφαλίζει ατελώς αυτή τη διαδικασία, πρέπει ένας άνθρωπος που είναι στον δρόμο, να βρει 50 ευρώ για να υπάρξει ως πολίτης και να πάρει έστω την κάρτα απορίας. Ακούγεται τρελό, αλλά είναι η πραγματικότητα. Εμείς προσπαθούμε να εξασφαλίσουμε, στο μέτρο που γίνεται, ότι κάποιοι άνθρωποι, όσοι περισσότεροι γίνεται, θα μπουν σε αυτή τη διαδικασία. Μετά υπάρχουν οι δράσεις σίτισης, οι προμήθειες σε είδη πρώτης ανάγκης, είναι τόσα πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν».



-Αναγνωρίζουμε λίγη απελπισία στη φωνή της κυρίας Κορομπίλια. Και ρωτάμε: «Γιατί δεν μπορεί να λυθεί το θέμα των αστέγων κεντρικά; Μιλάμε στη χειρότερη περίπτωση, με τα υπάρχοντα στοιχεία, για 20.000 άτομα σε όλη την Ελλάδα. Γιατί δεν λύνεται αυτό το θέμα με μια κίνηση – αστραπή;» – Για να πάρουμε την εξής σοκαριστική απάντηση:

-Ξέρετε, το πρόβλημα των αστέγων είναι μόνον η κορυφή του παγόβουνου. Υπάρχει αυτή τη στιγμή, λόγω της κρίσης, τόσο τεράστιο ζήτημα ανέχειας, που δεν περιγράφεται εύκολα. Στον δρόμο δεν είναι μόνον οι άστεγοι. Είναι και οι άνθρωποι που δεν έχουν ρεύμα και για να μην τρελαθούν παίρνουν κυριολεκτικά τους δρόμους. Επιστρέφουν σπίτι τους για έναν ύπνο και μόλις ξυπνήσουν βγαίνουν έξω, ακόμα και στο κρύο, αλλά έξω, να δουν έναν άνθρωπο. Για φανταστείτε να είσαι μεν σε ένα σπίτι αλλά χωρίς ρεύμα, πολλές φορές και χωρίς νερό, χωρίς επικοινωνία. Μιλάμε για προσωπική κόλαση. Στον δρόμο είναι επίσης και παιδιά, όχι μόνο προσφυγόπουλα, αλλά παιδιά που οι γονείς τους κατέρρευσαν κάτω από το φάσμα της ανεργίας και δεν έχουν το κουράγιο να τα φροντίσουν. Ακούγεται σαν σκοτεινό παραμύθι του μεσαίωνα, σαν τον Κοντορεβυθούλη, αλλά είναι η πραγματικότητά μας.

-Έχετε εσείς, ως επιστημονική ομάδα της Γέφυρας, αναλύσει τα αίτια αυτής της κατάστασης που περιγράφετε;

-Η κρίση δεν ήρθε ξέρετε τώρα. Στα χρόνια αυτά φανερώθηκε και μας βρήκε ανέτοιμους. Δεν είχαμε φτιάξει αναχώματα, δεν βλέπαμε τι έρχεται. Η πραγματικότητά μας δεν θα είναι ποτέ πια η ίδια. Δεν θα ξαναγυρίσουμε στα «ανέμελα χρόνια», η παλιά κοινωνία έχει καταστραφεί χωρίς να έχει δημιουργηθεί η νέα. Έχει καταστραφεί εντελώς ο οικογενειακός ιστός και αυτό όχι λόγω κρίσης, αλλά λόγω ευμάρειας των παλιότερων ετών. Να σας δώσω ένα παράδειγμα: ένας νεαρός από την επαρχία – υπαρκτό πρόσωπο – έρχεται στην Αθήνα, σίγουρος λόγω του τότε κλίματος ότι όλα θα πάνε καλά. Δεν έχει όμως εδώ συγγενείς, δεν έχει κανέναν, ήρθε έτσι, με τη λογική ότι θα κυνηγήσει την τύχη του. Η τύχη αυτή δεν ήρθε, η οικογένειά του στο μεταξύ χτυπήθηκε από την κρίση. Μέσα στο εγωιστικό μοντέλο που κυριαρχούσε ντρεπόταν το παιδί για την αποτυχία του, θεωρώντας προσωπική του ήττα το ότι δεν έβγαλε χρήματα. Το αποτέλεσμα είναι να προτιμάει να μείνει στον δρόμο παρά να γυρίσει πίσω και να γίνει βάρος. Τον καταπίνει ο δρόμος.



Μας είπε πάρα πολλά η κυρία Κορομπίλια. Ήταν μια ουσιαστική επικοινωνία με μεγάλες δόσεις φόρτισης. Να αναφέρουμε επιγραμματικά κάποιες από τις αλήθειες που μοιράστηκε μαζί μας από την εμπειρία της Γέφυρας:

-Όποια δράση γίνεται γύρω από τους αστέγους και τις άλλες ευπαθείς ομάδες πρέπει να μην είναι παρεμβατική αλλά συνεργατική με το άτομο που πάσχει. Δεν παίρνουμε από το χεράκι ανθρώπους, δίνουμε το χέρι μας σε κάποιον για να τον βοηθήσουμε να βρει το δικό του μονοπάτι.

–Είναι αδύνατον να λυθεί το θέμα των ευπαθών ομάδων και κυρίως των αστέγων αν δεν υπάρξει λύση πρώτιστα στο θέμα της απασχόλησης και της βήμα – βήμα ανάκτησης του αυτεξούσιου των ανθρώπων. Δεν έχει νόημα απλά να βρεις στέγη σε κάποιον ή να δώσεις σε μια οικογένεια που υποφέρει οικονομικά μια εφάπαξ βοήθεια σε τρόφιμα. Και μετά, τι;

-Το μεγαλύτερο πρόβλημα των ανθρώπων που περιέρχονται σε ανέχεια δεν είναι η επιβίωση, είναι η ντροπή. Και αν δεν σπάσουμε το φράγμα της ντροπής δεν μπορούμε να παρέμβουμε ουσιαστικά, γιατί η ντροπή οδηγεί σε απομόνωση και απελπισία.

-Κάνε κάτι, όμως

-Έτσι έχουν τα πράγματα και μάλλον θα γίνουν χειρότερα. Κάνε κάτι όχι «μέρες που είναι», αλλά έστω κι έτσι, κάνε μια αρχή. Οι επιστήμονες της κοινωνικής πολιτικής λένε ότι η αλληλεγγύη ουσιαστικά λύνει τα χέρια του κράτους να μην κάνει τίποτα και έχουν δίκιο. Όμως, κάπως πρέπει να πορευτούμε. Κάνει πολλή φτώχεια στο μέλλον μας, και σε επίπεδο επιβίωσης και σε επίπεδο νοήματος της ζωής. Μπες και ενημερώσου για τις δράσεις των ομάδων που δημιουργούν ένα άλλο μοντέλο πόλης, ενώσου με τη Γέφυρα, ή με τη Σχεδία, που επίσης κάνει πολλή δουλειά, ή δράσε μόνος σου αν δεν το έχεις με τις ομάδες, δώσε κάτι, κάνε κάτι, μοιράσου κάτι. Κάνε κάτι για τον εαυτό σου κυρίως, δώσε του την απόδειξη ότι ανήκει στο επόμενο στάδιο της ανθρωπότητας, αυτό με την ενσυναίσθηση (ενημερώσου τι είναι ενσυναίσθηση, την χρειάζεσαι).

Στα προσεχώς θα πούμε τι έχουμε σκεφτεί εμείς να κάνουμε. Σκέψου κι εσύ και πες μας. Μας ενδιαφέρει.



*Η Βέρα Ντίκεϋ είναι συγγραφέας. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Σπούδασε θέατρο και κινηματογράφο στην Καλλιτεχνική Εταιρία Αθηνών. Έχουν εκδοθεί πάνω από 20 βιβλία της με θέμα την Αρκαδία κάτω από την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου