Το κύριο άρθρο της Αυγής
Αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι ο Κινέζος πρωθυπουργός έχει κοινή ιδεολογία με τον Σαμαρά. "Ψήφος εμπιστοσύνης από την Κίνα" είναι ο τίτλος μεγάλης συστημικής εφημερίδας, που σχολιάζει την επίσκεψη του Κινέζου πρωθυπουργού στην Αθήνα. Δεν διακρίνεται για πρωτοτυπία, μάλλον αποτελεί ευτελές προπαγανδιστικό μότο, που αλλάζει, κατά την περίσταση, μόνο το υποκείμενο. Τους τελευταίους μήνες επανειλημμένα έχει γραφτεί πότε ότι ο Σόιμπλε ψηφίζει Σαμαρά, πότε ότι οι αγορές δίνουν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση κ.ο.κ. Προς στιγμήν ας πάρουμε στα σοβαρά το δημοσιογραφικό στερεότυπο. Η πολιτική επιστήμη (και η κοινή λογική) διδάσκει ότι κάποιος ψηφίζει κάποιον επειδή συμφωνεί μαζί του ιδεολογικά ή επειδή εξυπηρετούνται τα συμφέροντά του. Αδυνατούμε να πιστέψουμε ότι ο Κινέζος πρωθυπουργός έχει κοινή ιδεολογία με τον Σαμαρά. Διά γυμνού οφθαλμού μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι η ιδιότυπη περί "ψήφου εμπιστοσύνης" θεωρία εξυπηρετεί τα συμφέροντα των άλλων. Δεν αρνούμαστε την ανάγκη ξένων επενδύσεων και οικονομικής συνεργασίας, αλλά αυτή, κατά τη διανυόμενη περίοδο, πραγματοποιείται μέσα σε κλίμα ξεδιάντροπης εκποίησης της δημόσιας περιουσίας, καθώς και "κινεζοποίησης" των εργαζομένων. Είναι χαρακτηριστικός ο τίτλος αφιερώματος της γαλλικής εφημερίδας Libération: "Η Ελλάδα πωλεί τα πάντα, οι Έλληνες στον άνεμο".
Ο υπότιτλος του ρεπορτάζ για την επίσκεψη του Κινέζου πρωθυπουργού θριαμβολογεί ότι υπογράφτηκαν συμφωνίες ύψους 6,5 δισ. δολαρίων. Το ρεπορτάζ μάς πληροφορεί ότι, πέραν από το (σ.σ.: πονηρό) ενδιαφέρον της Κίνας για επενδύσεις στα λιμάνια, τα τρένα και την ενέργεια, το μεγαλύτερο μέρος των 6,5 δολ. αφορά τη χρηματοδότηση Ελλήνων εφοπλιστών για τη ναυπήγηση πλοίων σε κινεζικά ναυπηγεία. Αδυνατούμε να αντιληφθούμε το όφελος για την ελληνική οικονομία, δεδομένου ότι οι εφοπλιστές εξακολουθούν να μη φορολογούνται. Και επιπλέον μεγάλο μέρος του ελληνόκτητου στόλου δεν φέρει την ελληνική σημαία, ενώ ο αριθμός των Ελλήνων στα πληρώματα μειώνεται, καθώς και οι αποδοχές τους.
Το ίδιο δημοσιογραφικό στερεότυπο, με το οποίο επιχειρείται η συγκάλυψη της ζημίας του δημοσίου συμφέροντος, είχε χρησιμοποιηθεί και παλαιότερα. Τότε που η χρηματιστηριακή απάτη παρουσιαζόταν ως... έκφραση λαϊκής κυριαρχίας! Τα "παπαγαλάκια" της "ισχυρής Ελλάδας" έκρωζαν πως "το Χρηματιστήριο ψηφίζει Σημίτη". Χρειάστηκαν μόλις λόγια χρόνια για να αποκαλυφθεί πόσο νόθα ήταν αυτή η "εντολή", καθώς και το μέγεθος της αρπαγής της λαϊκής αποταμίευσης μέσα από τα παιχνίδια στη Σοφοκλέους. Για να είμαστε ακριβείς, τότε ο Γ. Στουρνάρας, από το παρασκήνιο του υπουργού Οικονομίας Γιάννου Παπαντωνίου, δήλωνε στο Reuters ότι "σήμερα αγοράζουμε Ελλάδα". Η ψευδώνυμη ψήφος, λοιπόν, ως εμπόρευμα, ως μέσο καταλήστευσης του δημόσιου, αλλά και του μικρομεσαίου ιδιωτικού πλούτου.
Μπορεί ο Κινέζος πρωθυπουργός, η καγκελάριος, ο Σόιμπλε κ.ά. ξένοι παράγοντες να ψηφίζουν "Σαμαρά", αλλά ο ελληνικός λαός προσφάτως καταψήφισε την κυβέρνηση. Κι αυτή η λαϊκή κρίση αποσιωπάται ή, το χειρότερο, επιχειρείται να εξαφανιστεί. Άλλη μια απόδειξη της έκπτωσης της δημοκρατίας στα χρόνια του Μνημονίου. Όσες φορές Σαμαράς και Βενιζέλος θα προσφεύγουν σε έξωθεν "ψήφο εμπιστοσύνης", ο ελληνικός λαός θα έχει κάθε λόγο να ανησυχεί.
ΥΓ.: Στη δεκαετία του '70, ο αρχιπραξικοπηματίας και χουντικός υπουργός Συντονισμού Ν. Μακαρέζος ήταν ο πρώτος Έλληνας επίσημος που επισκέφθηκε την Κίνα. Το ανέκδοτο της εποχής έλεγε ότι ρώτησε τον Κινέζο πρωθυπουργό Τσου Εν Λάι πόσοι είναι οι αντιφρονούντες στην Κίνα. Και ο σοφός συνομιλητής τού απάντησε: "Περίπου 10 εκατομμύρια". Σκεπτικός ο Μακαρέζος, μονολόγησε: "Τόσους έχουμε κι εμείς"! Από τότε πολλά έχουν αλλάξει παντού. Το ανέκδοτο όμως δείχνει ότι διαχρονικώς οι εξουσίες μπροστά στα αδιέξοδά τους αναζητούν "νομιμοποίηση" καταφεύγοντας σε παρομοιώσεις και παρηγορητικές συγκρίσεις.
Ο υπότιτλος του ρεπορτάζ για την επίσκεψη του Κινέζου πρωθυπουργού θριαμβολογεί ότι υπογράφτηκαν συμφωνίες ύψους 6,5 δισ. δολαρίων. Το ρεπορτάζ μάς πληροφορεί ότι, πέραν από το (σ.σ.: πονηρό) ενδιαφέρον της Κίνας για επενδύσεις στα λιμάνια, τα τρένα και την ενέργεια, το μεγαλύτερο μέρος των 6,5 δολ. αφορά τη χρηματοδότηση Ελλήνων εφοπλιστών για τη ναυπήγηση πλοίων σε κινεζικά ναυπηγεία. Αδυνατούμε να αντιληφθούμε το όφελος για την ελληνική οικονομία, δεδομένου ότι οι εφοπλιστές εξακολουθούν να μη φορολογούνται. Και επιπλέον μεγάλο μέρος του ελληνόκτητου στόλου δεν φέρει την ελληνική σημαία, ενώ ο αριθμός των Ελλήνων στα πληρώματα μειώνεται, καθώς και οι αποδοχές τους.
Το ίδιο δημοσιογραφικό στερεότυπο, με το οποίο επιχειρείται η συγκάλυψη της ζημίας του δημοσίου συμφέροντος, είχε χρησιμοποιηθεί και παλαιότερα. Τότε που η χρηματιστηριακή απάτη παρουσιαζόταν ως... έκφραση λαϊκής κυριαρχίας! Τα "παπαγαλάκια" της "ισχυρής Ελλάδας" έκρωζαν πως "το Χρηματιστήριο ψηφίζει Σημίτη". Χρειάστηκαν μόλις λόγια χρόνια για να αποκαλυφθεί πόσο νόθα ήταν αυτή η "εντολή", καθώς και το μέγεθος της αρπαγής της λαϊκής αποταμίευσης μέσα από τα παιχνίδια στη Σοφοκλέους. Για να είμαστε ακριβείς, τότε ο Γ. Στουρνάρας, από το παρασκήνιο του υπουργού Οικονομίας Γιάννου Παπαντωνίου, δήλωνε στο Reuters ότι "σήμερα αγοράζουμε Ελλάδα". Η ψευδώνυμη ψήφος, λοιπόν, ως εμπόρευμα, ως μέσο καταλήστευσης του δημόσιου, αλλά και του μικρομεσαίου ιδιωτικού πλούτου.
Μπορεί ο Κινέζος πρωθυπουργός, η καγκελάριος, ο Σόιμπλε κ.ά. ξένοι παράγοντες να ψηφίζουν "Σαμαρά", αλλά ο ελληνικός λαός προσφάτως καταψήφισε την κυβέρνηση. Κι αυτή η λαϊκή κρίση αποσιωπάται ή, το χειρότερο, επιχειρείται να εξαφανιστεί. Άλλη μια απόδειξη της έκπτωσης της δημοκρατίας στα χρόνια του Μνημονίου. Όσες φορές Σαμαράς και Βενιζέλος θα προσφεύγουν σε έξωθεν "ψήφο εμπιστοσύνης", ο ελληνικός λαός θα έχει κάθε λόγο να ανησυχεί.
ΥΓ.: Στη δεκαετία του '70, ο αρχιπραξικοπηματίας και χουντικός υπουργός Συντονισμού Ν. Μακαρέζος ήταν ο πρώτος Έλληνας επίσημος που επισκέφθηκε την Κίνα. Το ανέκδοτο της εποχής έλεγε ότι ρώτησε τον Κινέζο πρωθυπουργό Τσου Εν Λάι πόσοι είναι οι αντιφρονούντες στην Κίνα. Και ο σοφός συνομιλητής τού απάντησε: "Περίπου 10 εκατομμύρια". Σκεπτικός ο Μακαρέζος, μονολόγησε: "Τόσους έχουμε κι εμείς"! Από τότε πολλά έχουν αλλάξει παντού. Το ανέκδοτο όμως δείχνει ότι διαχρονικώς οι εξουσίες μπροστά στα αδιέξοδά τους αναζητούν "νομιμοποίηση" καταφεύγοντας σε παρομοιώσεις και παρηγορητικές συγκρίσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου