Μια παράδοξη νεκρολογία..
Ο σημαντικός συγγραφέας Γιόζεφ Ροτ (1894-1939), σαρκαστικός και ρηξικέλευθος, σπουδαίος εικονογράφος της μεσοπολεμικής κεντρικής Ευρώπης, του οποίου η ιδιοσυγκρασία είχε επηρεασθεί από τον χρόνιο αλκοολισμό, στο παρόν ανέκδοτο κείμενό του καταθέτει μια παράδοξη, θα έλεγα, νεκρολογία στον Φραγκίσκο Ιωσήφ τον Πρώτο.
Φυσικά γίνεται αμέσως αντιληπτό ότι η γλώσσα του είναι σαρκαστική απέναντι στη φυσιογνωμία του Αυτοκράτορα αλλά ταυτόχρονα εισπράττουμε και μια αμφιθυμία: γιατί ο Ροτ (στρατιώτης στον καταλυτικό Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και τιμητική φρουρά κατά την κηδεία του Φραγκίσκου Ιωσήφ, μπροστά στον νεκρό και σε ό, τι αυτός εκπροσωπεί) κοιτάζει μέσω του φαινομένου αστραπιαία και μεγεθυντικά την ίδια τη ζωή του. Το όποιο μεγαλείο του θανόντος γίνεται μια παράδοξη λυδία λίθος μέσω της οποίας (κρίνει και) κρίνεται.
Παρά τη μικρή του έκταση το κείμενο είναι δραστικό, γιατί ακριβώς μέσα από τον αμφιλογικό του χαρακτήρα κερδίζει τις εντυπώσεις.Τ.Γ.
Ο Κάιζερ στην Κρύπτη των Καπουτσίνων
του Γιόζεφ Ροτ
Εδώ κοιμάται ο γηραιός Κάιζερ μου, Η Αυτού Αυτοκρατορική Βασιλική Αποστολική Μεγαλειότητα του, Φραγκίσκος Ιωσήφ ο Πρώτος. Κοιμάται σε ένα απλό φέρετρο, το οποίο είναι ακόμα πιο απλό και στενό., λιγότερο απαιτητικό από εκείνο το κρεβάτι στο οποίο συνήθιζε να κοιμάται κατά τη διάρκεια της ζωής του στον πύργο του Σόνμπρουν, που η μεγαλειότητα περιέβαλε με λάμψη κατά τη διάρκεια της ζωής του και συνδεόταν με το μεγαλείο του θανάτου του Κάιζερ όλων των Κάιζερ…
Όταν θάφτηκε ο Κάιζερ Φραγκίσκος Ιωσήφ, εγώ, ένας από τους πολυάριθμους στρατιώτες του στρατού του, ένα ανώνυμο μέλος της διπλής, τιμητικής παράταξης που σχηματίζαμε τότε, βρισκόμουν ακριβώς μπροστά στην Κρύπτη των Καπουτσίνων για να χαιρετίσω την ένδοξη σωρό του. Ήταν φθινόπωρο, έπεφτε μια γκρίζα, σκούρα βροχή πάνω στις στολές εκστρατείας μας, πάνω στις καθαρές γαλαζωπές κάνες και τις καφετιές λαβές των όπλων μας, στα μπερέ και τα πρόσωπα και στις φρεσκογυαλισμένες μπότες μας, πάνω σε γυναίκες και πολίτες που έκλαιγαν πίσω μας και πάνω στις σκεπασμένες με ένα βέλο λάμπες. Έβρεχε σιγανά και με τρόπο διαβρωτικό και .. ποτέ στη ζωή μου δεν θα ξεχάσω εκείνη τη βροχή. Έχω δει πολλά είδη βροχής, βροχή σε καιρό πολέμου και βροχή σε καιρό ειρήνης, βροχή απέναντι στον εχθρό, βροχή κατά την επίθεση, βροχή κατά την οπισθοχώρηση. Όμως εκείνη η βροχή μπροστά στην Κρύπτη των Καπουτσίνων, εκείνη την ημέρα όπου θάφτηκε ο Κάιζερ, νομίζω ότι ήταν μια ιδιαίτερη βροχή, σχεδόν μια βροχή την οποία είχε φυλάξει ο ίδιος ο ουρανός μέχρι τη στιγμή της ταφής του Φραγκίσκου Ιωσήφ. Ήταν σαν ο ουρανός να έριχνε νερό σε ένα τάφο. Έτσι όπως οι άνθρωποι όταν θάβουν μια σωρό συνηθίζουν να ρίχνουν χούφτες χώμα, τη μία μετά την άλλη, πάνω στο νεκρό. Ποτέ ξανά δεν είδα κάτι παρόμοιο. Δεν έβρεχε, έπεφταν δάκρυα από τον ουρανό. Και τότε, εκείνη την ημέρα κατανόησα για πρώτη φορά (και για μοναδική φορά) την αλήθεια της μεταφοράς που τόσο συχνά, εύκολα και καταχρηστικά χρησιμοποιούμε: ο ουρανός κλαίει. Η καρδιά μου, σίγουρα μικρότερη από τον ουρανό, τότε έκλαιγε πιο βίαια από αυτόν. Και ούτε η ημερήσια αυτοκρατορική βασιλική διαταγή, η οποία τότε καθόριζε, ήλεγχε και καταπίεζε τα συναισθήματα μου, δεν μπορούσε να με εμποδίσει να κλάψω.
Στεκόμουν ακίνητος σε στάση προσοχής. Όμως η καρδιά μου ήταν βαριά, τα μάτια μου, στρατιωτικά πειθαρχημένα ήσαν στραμμένα στη νεκρική πομπή όπως με είχαν διατάξει, γέμιζαν δάκρυα, έτσι λοιπόν ναι, κοιτούσα, αλλά δεν έβλεπα τίποτα. – Τότε ποιόν έκλαιγα; – Τον Κάιζερ φυσικά, τον Κάιζερ Φραγκίσκο Ιωσήφ: αλλά και τον εαυτό μου, τα παιδικά μου χρόνια, τη νεότητά μου. Και παρότι εκείνη την ώρα γνώριζα ότι σύντομα, πολύ σύντομα θα με καλούσαν με σκοπό να πεθάνω για τον νεκρό Κάιζερ και τους απογόνους του, και παρότι τότε ήμουν τόσο νέος, μου φαινόταν σχεδόν αναιδές να πεθάνω μετά τον Κάιζερ, του οποίου η λάμψη είχε φωτίσει τα νεανικά μου χρόνια και τα είχε σκοτεινιάσει η βάσανός του. Τότε αισθάνθηκα ότι ήμουν Αυστριακός. Ένας γέρος Αυστριακός. Όλοι οι Κάιζερ της Αυστρίας ήταν δικοί μου Κάιζερ. Όλοι οι Κάιζερ της Αυστρίας που πρόκειται να έρθουν θα είναι οιδικοί μου Κάιζερ. Όμως η έκφραση δικός μου, αναφορικά με τον Φραγκίσκο Ιωσήφ, παίρνει ένα ιδιαίτερο νόημα: γίνεται, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, υπερθετική. Γίνεται «ακόμα πιο δικός μου» παρά απλώς «δικός μου». Όλοι οι Κάιζερ της Αυστρίας είναι οι δικοί μου Κάιζερ. Όμως ο Κάιζερ Φραγκίσκος Ιωσήφ είναι οαποκλειστικά δικός μου Κάιζερ, ο Κάιζερ της παιδικής μου ηλικίας, της νεότητάς μου…
Γι’ αυτό όταν έχω την τύχη να επιστρέφω σπίτι, στην Αυστρία, πηγαίνω πάντα σε προσκύνημα στην Κρύπτη των Καπουτσίνων για να χαιρετίσω τον Κάιζερ μου. Και ενώ η καλή ξεναγός ευφραίνει την καρδιά μου (με τα αρχαία γερμανικά που χρησιμοποιεί), λέω τα ακόλουθα στον παλιό μου Κάιζερ Φραγκίσκο Ιωσήφ:
Αγαπητέ Κάιζερ! Σε υπηρέτησα και σε έθαψα, κάποια φορά προσπάθησα να σε περιγράψω, ίσως με αναίδεια, και εξακολουθώ να ζω. Αλλά όμως και στο θάνατο είσαι πιο δυνατός από μένα. Συγχώρεσε την αναίδεια μου! Αγαπώ όλους τους αυστριακούς Κάιζερ: αυτός που σε διαδέχτηκε, και όλους όσους θα σε διαδεχτούν ακόμα. Όμως εσένα, Κάιζερ μου Φραγκίσκε Ιωσήφ, σε επισκέπτομαι, διότι είσαι η παιδική μου ηλικία και η νεότητά μου. Σε χαιρετώ, Κάιζερ των παιδικών μου χρόνων! Σε έθαψα, αλλά για μένα δεν πέθανες ποτέ!
Απόδοση: ΦΑΝΗ ΜΟΥΡΙΚΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου