Στις Εθνικές Εκλογές της Βενεζουέλας που διεξήχθησαν στις αρχές του Δεκέμβρη αναδείχθηκε νικητής ο δεξιός φιλοαμερικάνικος συνασπισμός κομμάτων, γνωστός ως MUD(Democratic Unity Roundtable), τερματίζοντας την επί 17 χρόνια κυριαρχία τουΤσαβισμού. Η ήττα αυτή, την οποία παραδέχτηκε άμεσα ο Πρόεδρος της χώρας Νίκολας Μαδούρο, αναμένεται να φέρει μία αντεπανάσταση μέτρων ανοίγματος και απελευθέρωσης των αγορών, που σκοπό έχουν να εντάξουν τη Βενεζουέλα στη Νέα Διεθνή Τάξη(ΝΔΤ) της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Αυτό σημαίνει ότι τα φτωχά λαϊκά στρώματα αλλά και η όποια μεσαία τάξη θα συντριβεί άμεσα, με την φτώχεια και την ανέχεια να εξαπλώνεται μαζικά σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. κάνοντας έτσι το βίο…αβίωτο για πολλούς Βενεζουελάνους.. Το μπολιβαριανό καθεστώς και η κυβέρνηση του φέρουν, ωστόσο, ιδιαίτερα σημαντικές ευθύνες για αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα, που αποτύπωσε την υπαρκτή απογοήτευση του λαού για την κατάσταση στη χώρα. Το καθεστώς δεν ήταν προετοιμασμένο να αντιμετωπίσει τον σκληρό οικονομικό πόλεμο που του ασκήθηκε (όπως θα δούμε παρακάτω δεν έκανε τα απαραίτητα βήματα για την απεξάρτηση του από την καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση και την δημιουργία των βάσεων για μια αυτοδύναμη οικονομία), ο οποίος δεν ήταν, βέβαια, έκπληξη αλλά κάτι δεδομένο και αναμενόμενο. Καθώς η αντίδραση της Υπερεθνικής Ελίτ είναι αναπόφευκτη σε κάθε καθεστώς που παρεκκλίνει έστω και στο ελάχιστο από την πολιτική των ανοιχτών και απελευθερωμένων αγορών που επιβάλουν οι πολυεθνικές εταιρείες και η ίδια.Η πραγματικότητα στη Βενεζουέλα είναι αρκετά σύνθετη, ωστόσο παρακάτω δίνονται ορισμένες εξηγήσεις για την πραγματική κατάσταση και τις αιτίες της, μακριά από την προπαγάνδα των δυτικών ΜΜΕ που δεν μπορούσαν να κρύψουν τη χαρά τους για την ήττα του Τσαβισμού.
Από τις 6 Δεκέμβρη του 1998, μέρα κατά την οποία το Μπολιβαριανό Επαναστατικό Κίνημα(μαζί με άλλους πατριωτικούς συνασπισμούς) με ηγέτη τον Ούγκο Τσάβες, κέρδισε τις εκλογές στη Βενεζουέλα,η χώρα και η δομή της κοινωνίας άλλαξε δραστικά υπέρ του λαού. Με ένα πρόγραμμα που είχε ως κύριους στόχους τη διακοπή της ιδιωτικοποίησης της πετρελαϊκής βιομηχανίας(το πετρέλαιο αποτελεί τον πιο βασικό πυλώνα της οικονομίας της Βενεζουέλας) και την αναδιανομή των εσόδων της, τη ρήξη με τον παγκόσμιο καπιταλισμό και ειδικά με τις ΗΠΑ, τη θεσμοθέτηση νέου Συντάγματος, αλλά και την αύξηση του κατώτατου μισθού, ο Τσάβες εκλέχτηκε Πρόεδρος μετασχηματίζοντας άρδην μέσα στα επόμενα χρόνια την οικονομία προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Παρά το γεγονός ότι οι πολιτικές αυτές ευεργέτησαν τον λαό μειώνοντας δραστικά τη φτώχεια, δεν κατάφεραν να τον κρατήσουν όρθιο κατά τις σημερινές δύσκολες συνθήκες.
Έτσι, αυτό που παρατηρούμε τώρα στη Βενεζουέλα, έπειτα και από το θάνατο του Ούγκο Τσάβες και τον ερχομό στην Προεδρία του Νίκολας Μαδούρο είναι η χώρα να ταλανίζεται από σημαντικά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, όπως οι ελλείψεις σε βασικά αγαθά, ο υψηλός πληθωρισμός, εγκληματικότητα κλπ. Αυτά τα προβλήματα, σε συνδυασμό με τη σχεδιασμένη προσπάθεια αποσταθεροποίησης του καθεστώτος, είτε με διαδηλώσεις χρηματοδοτούμενες από τις ΗΠΑ είτε με τη δύναμη των ΜΜΕ, είχαν ως συνέπεια την απογοήτευση του κόσμου που στήριζε την Μπολιβαριανή κυβέρνηση, ώστε να οδηγηθεί στο να την καταψηφίσει, φέρνοντας έτσι στην εξουσία τον MUD. Ο δεξιός συνασπισμός αναμένεται να αλλάξει πλήρως την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του τόπου περνώντας μέτρα ανάλογα(ή ίδια) με αυτά που νομοθετεί η «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνησή μας στην Ελλάδα σε συνέχεια των προηγούμενων εγκληματικών κυβερνήσεων, και όπως ακριβώς κάνει και κάθε κυβέρνηση στον κόσμο που είναι ενταγμένη στις δαγκάνες της ΝΔΤ. Μέτρα, δηλαδή, απελευθέρωσης των αγορών από τους ελέγχους που υπήρχαν από την εποχή Τσάβεζ, στη γραμμή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, κάνοντάς την στο μέλλον προτεκτοράτο της Υπερεθνικής Ελίτ.
Πιο συγκεκριμένα :
“(…)Ο MUD δημοσίευσε σε διαδικτυακό του ιστότοπο μία λίστα νόμων, τους οποίους οι νομοθέτες τους σκοπεύουν να ανατρέψουν με το που αναλάβουν καθήκοντα στις 5 Ιανουαρίου, όπως ηανατροπή των ελέγχων στις τιμές που έχουν διατηρήσει τα βασικά αγαθά προσιτά, ηιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων-κλειδιά και υπηρεσιών,η παραχώρηση αδειών σε ξένες εταιρίες για έργα υποδομής, η ενδυνάμωση τον τοπικών αστυνομικών δυνάμεων, και ακόμαη μετατροπή των δημόσιων ΜΜΕ σε “ανεξάρτητα” ή ιδιωτικά.” [1]
Oι αναφερόμενοι έλεγχοι στις τιμές είναι ξεκάθαρα φιλολαϊκό μέτρο καθώς έχουν ως στόχο την προστασία των πιο αδύναμων από τη λειτουργία της αγοράς ώστε να μπορούν να αποκτούν σε φτηνές τιμές βασικά αγαθά, όπως γάλα, ψωμί κλπ. Ωστόσο, η θέση της αντιπολίτευσης είναι ότι με την άρση των ελέγχων “θα ξεπεράσει το πρόβλημα των ελλείψεων, για το οποίο η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι οφείλεται στο λαθρεμπόριο και στον οικονομικό πόλεμο που τον υποστηρίζει η αντιπολίτευση.”
Αποτελεί, βέβαια, κοινό τόπο για όλους ότι η μεγαλύτερη μερίδα προβλημάτων που αντιμετωπίζει η οικονομία της Βενεζουέλας έχει σχέση με την πτώση των τιμών στο πετρέλαιο που έχει αποφασιστεί εδώ και 1,5 χρόνο περίπου. Η άμεση συνέπεια αυτής της απόφασης ήταν η δραστική μείωση των εσόδων από τη βιομηχανία πετρελαίου η οποία χρηματοδοτούσε ουσιαστικά όλη την οικονομία της χώρας. Αλλά η ιστορία δεν τελειώνει εδώ, καθώς αν ξετυλίξουμε το νήμα της απόφασης του OPEC για την πτώση των τιμών θα ανακαλύψουμε ότι η Υπερεθνική Ελίτ,χρησιμοποιώντας το συμμαχικό καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας, πυροδότησε την πτώση αυτή για να πλήξει όχι μόνο τη Βενεζουέλα αλλά και χώρες όπως η Ρωσία, το Ιράν και η Συρία.Το παραπάνω δεν έχει να κάνει φυσικά με κάποια συνωμοσία, αλλά ανήκει, αντίθετα, στις συνήθεις πρακτικές της Υπερεθνικής Ελίτ ώστε να ασκεί πίεση στα αντιστεκόμενα σε αυτή καθεστώτα. Διαβάζουμε σχετικά σε άρθρο του Τάκη Φωτόπουλου :
“Η δραματική πτώση της τιμής του αργού πετρελαίου μέσα σε λίγους μήνες (από περίπου $115 το βαρέλι. τον Ιούνιο, σε περίπου $85 σήμερα!), και, το πιο σημαντικό, η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας, που είναι η κύρια πετρελαιοπαραγωγός χώρα, να μην μειώσει τα επίπεδα παραγωγής, ώστε να σταθεροποιηθεί η τιμή στον μέσο όρο των τελευταίων ετών (περίπου $100 το βαρέλι), δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια νέα μορφή οικονομικού πολέμου, πέρα από τις συνήθεις κυρώσεις. Παρά το γεγονός όμως ότι η Σαουδική Αραβία διαθέτει αποθεματικά για να διατηρήσει τις τιμές του πετρελαίου γύρω στα $80 το βαρέλι για αρκετά χρόνια, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν και ισχυροί οικονομικοί λόγοι πίσω από αυτή την δραστική πτώση της τιμής, τόσο από τη πλευρά της παγκόσμιας προσφοράς όσο και της ζήτησης.”
Αλλά ακόμα και οι ναυαρχίδες ενημέρωσης της Υ/Ε αναφέρονται στο ίδιο μήκος κύματος για την σχετική απόφαση :
“Οι New York Times στο άρθρο τους “To πετρέλαιο της Σαουδικής Αραβίας χρησιμοποιείται ως μοχλός απομάκρυνσης της ρωσικής υποστήριξης από τη Συρία του Άσσαντ” παραδέχονται ότι «Η Σαουδική Αραβία προσπαθεί να πιέσει τον Πρόεδρο της Ρωσίας Βλάντιμιρ Πούτιν να εγκαταλείψει την υποστήριξή του στον Πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ Άσσαντ, χρησιμοποιώντας την κυριαρχία της στις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου, σε μία στιγμή που η ρωσική κυβέρνηση παραπαίει από τις επιπτώσεις της κατακόρυφης πτώσης των τιμών του πετρελαίου.»”[2]
Και πιο γλαφυρά αναφέρει η Washington Post ότι :
“Το σημαντικό γεγονός στην πρόσφατη αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές ήταν η συνεχιζόμενη πτώση τη τιμής του πετρελαίου, η οποία βρίσκεται κατά 25% κάτω σε σχέση με τον Ιούνιο. Πέρα από το γεγονός ότι η πτώση αυτή είναι λαχείο για τους καταναλωτές των ΗΠΑ –μία ανάλυση υπολόγισε την εξοικονόμηση σε 600 δολάρια ανά νοικοκυριό- , αν διατηρηθεί, θα θέσει αξιόλογη πίεση σε τρία προβληματικά κράτη που βασίζονται στο πετρέλαιο : τη Ρωσία , το Ιράν και τη Βενεζουέλα. Οι επιθετικές αντι-αμερικανικές πολιτικές που ακολουθούνται από αυτές τις τρεις χώρες τα τελευταία χρόνια έχουν χρηματοδοτηθεί κατά μεγάλο μέρος από τα αυξημένα πετρελαϊκά έσοδα.” [3]
Όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω αποσπάσματα, η πίεση που δέχεται επί μεγάλο χρονικό διάστημα η κυβέρνηση Μαδούρο είναι συντονισμένη και ο στόχος της είναι η ανατροπή του Μπολιβαριανού καθεστώτος. Από την ενορχηστρωμένη αυτή επίθεση δεν θα μπορούσαν να μην λάβουν θέσεις μάχης και τα αντιδραστικά εγχώρια ΜΜΕ, ώστε να μετουσιωθεί ο φόβος των πολιτών σε ψήφο για το δεξιό συνασπισμό. Καθώς, οι προηγούμενες απόπειρες πραξικοπηματικής ανατροπής του Τσάβες απέτυχαν επειδή ο λαός της Βενεζουέλας δεν το επέτρεψε, τώρα η Υ/Ε επιστράτευσε όλα τα «δημοκρατικά» μέσα για να χειραγωγήσει τους Βενεζουελάνου. Ο γεωπολιτικός αναλυτής Eric Draitser που βρέθηκε στη Βενεζουέλα τις μέρες των εκλογών αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Τα ΜΜΕ της δεξιάς τη χώρας έχουν κάνει ότι περνάει από το χέρι τους για να υπονομεύσουν την κυβέρνηση και να φορτώσουν όλο το φταίξιμο στο PSUV(Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Βενεζουέλας), συμπεριλαμβανομένων και των επιπτώσεων του οικονομικού πολέμου που διεξάγεται ενάντιά του. Σύμφωνα με τα ΜΜΕ της δεξιάς, ο Πρόεδρος Μαδούρο και ολόκληρη η κυβέρνηση, μαζί με το κίνημα που εκπροσωπούν, έχουν δημιουργήσει και επιδεινώσει όλα αυτά τα προβλήματα με την ανικανότητά τους και τις αποτυχημένες πολιτικές τους. Ενώ αναμφισβήτητα έχουν γίνει λάθη, είναι εξίσου αλήθεια ότι πολλά από τα μεγάλα προβλήματα της χώρα χειροτέρεψαν από το οικονομικό σαμποτάζ. To εξέχον σημείο εδώ είναι, ωστόσο, ότι ο οικονομικός πόλεμος μετασχηματίζεται σε ψυχολογικό πόλεμο, κάτι που ήταν εμφανές στις πρόσφατες εκλογές. Πράγματι, ο οικονομικός πόλεμος είναι αποφασιστικής σημασίας για να καταλάβουμε την τρέχουσα κατάσταση στη χώρα. Στον απόηχο της νίκης της αντιπολίτευσης, βασικά αγαθά άρχισαν μαγικά να επανεμφανίζονται στα ράφια των καταστημάτων της Βενεζουέλας, όντας ακόμα μία ένδειξη ότι η έλλειψη μπορεί να αποδοθεί όχι στις αποτυχημένες πολιτικές, αλλά στη συντονισμένη εκστρατεία οικονομικής υπονόμευσης.”[4]
Διαγράφεται πλέον ξεκάθαρα το πλέγμα οικονομικής και γενικότερα κοινωνικής πίεσης που ασκείται στη χώρα της Λατινικής Αμερικής και στους πολίτες της, ώστε να ανατραπούν οι πολιτικές του Τσαβισμού για την παλινόρθωση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας στην πτώση των τιμών του πετρελαίου, σε συνδυασμό με την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ αντιπολίτευση, οδήγησε στην αποσταθεροποίηση της Μπολιβαριανής κυβέρνησης. Εντούτοις, ποια μπορούν να είναι τα μαθήματα για μας από την εμπειρία της Βενεζουέλας υπό το πρίσμα των τελευταίων εξελίξεων ; Την απάντηση την παίρνουμε (μέσα από τα δόντια βέβαια) από το άρθρο του Observer με τίτλο «Οι τιμές του πετρελαίου συνεχίζουν τη βουτιά άρα τι θα συμβεί αν παραμείνουν χαμηλές» :
“Πολλές χώρες με μεγάλα αποθέματα πετρελαίου ήταν σπάταλες με τα πετροδολάριά τους κατά τα χρόνια της οικονομικής άνθισης. Πεπεισμένες ότι πάντα θα μπορούσαν να διατηρούν τις τιμές υψηλές περιορίζοντας τα αποθεματικά τους, προσπάθησαν ελάχιστα ή καθόλου να διαφοροποιήσουν τις οικονομίες τους.”
Αυτό που δεν λέει ξεκάθαρα το άρθρο είναι ότι χώρες σαν τη Βενεζουέλα δεν κινήθηκαν προς τη δημιουργία μιας αυτοδύναμης οικονομίας. Δεν έκαναν, δηλαδή, δομικές τομές στην οικονομία τους για να προωθήσουν την ανάπτυξη κλάδων που θα τους εξασφάλιζαν την πλήρη απεξάρτηση από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση(η Βενεζουέλα παραμένει μέλος του ΠΟΕ). Χρησιμοποιώντας τους εγχώριους πόρους όφειλαν να χρηματοδοτήσουν τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα μειώνοντας έτσι τις εισαγωγές τους,Αντί να εκμεταλλευτεί τα έσοδα από το πετρέλαιο ώστε να οχυρωθεί από τις επικείμενες οικονομικές επιθέσεις τις Υ/Ε, χτίζοντας την πολυπόθητη οικονομική αυτοδυναμία, «βολεύτηκε» από αυτό που ήδη είχε.
Επομένως, για τον απελευθερωτικό αγώνα στην Ελλάδα, τα γεγονότα στη Βενεζουέλα έχουν ιδιαίτερα διδακτικό χαρακτήρα τόσο για τις μεθοδεύσεις του συστήματος όσο και για τα καθήκοντα μιας κυβέρνησης Λαϊκού Μετώπου. Αυτό που συμπεραίνουμε, επομένως, είναι ότι αυτό που έχει σημασία δεν είναι απλώς η άμεση και μονομερής έξοδος από την ΕΕ(στόχος ο οποίος παραμένει βασική προϋπόθεση), αλλά και η οικοδόμηση της οικονομικής αυτοδυναμίας με γνώμονα την εκπλήρωση των βασικών αναγκών του λαού, η οποία θα του δώσει τη δύναμη να αντισταθεί στις πιέσεις που θα του ασκούν αντιδραστικά συμφέροντα τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας. Χωρίς αυτή είναι αδύνατο να μπορέσει να διατηρήσει η χώρα την εθνική της κυριαρχία. Γι’ αυτό το λόγο, το χτίσιμο πυρήνων του Μετώπου για την Κοινωνική και Εθνική Απελευθέρωση(ΜΕΚΕΑ) είναι ο μόνος δρόμος από την καταστροφή που σήμερα τελείται με «αριστερό» μανδύα και επιτακτική ανάγκη για όποιον θέλει να παλέψει ενάντια στην οικονομική βία που μας ασκείται σήμερα.
[1]Venezuela Election Aftermath: Privatization Looms
[2]Mystery Behind Dropping Oil Prices Solved – Concerted Manipulation
[3]Falling oil prices put pressure on Russia, Iran and Venezuela
[4]Venezuela: A Revolution That Will Not Die
Από τις 6 Δεκέμβρη του 1998, μέρα κατά την οποία το Μπολιβαριανό Επαναστατικό Κίνημα(μαζί με άλλους πατριωτικούς συνασπισμούς) με ηγέτη τον Ούγκο Τσάβες, κέρδισε τις εκλογές στη Βενεζουέλα,η χώρα και η δομή της κοινωνίας άλλαξε δραστικά υπέρ του λαού. Με ένα πρόγραμμα που είχε ως κύριους στόχους τη διακοπή της ιδιωτικοποίησης της πετρελαϊκής βιομηχανίας(το πετρέλαιο αποτελεί τον πιο βασικό πυλώνα της οικονομίας της Βενεζουέλας) και την αναδιανομή των εσόδων της, τη ρήξη με τον παγκόσμιο καπιταλισμό και ειδικά με τις ΗΠΑ, τη θεσμοθέτηση νέου Συντάγματος, αλλά και την αύξηση του κατώτατου μισθού, ο Τσάβες εκλέχτηκε Πρόεδρος μετασχηματίζοντας άρδην μέσα στα επόμενα χρόνια την οικονομία προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων. Παρά το γεγονός ότι οι πολιτικές αυτές ευεργέτησαν τον λαό μειώνοντας δραστικά τη φτώχεια, δεν κατάφεραν να τον κρατήσουν όρθιο κατά τις σημερινές δύσκολες συνθήκες.
Έτσι, αυτό που παρατηρούμε τώρα στη Βενεζουέλα, έπειτα και από το θάνατο του Ούγκο Τσάβες και τον ερχομό στην Προεδρία του Νίκολας Μαδούρο είναι η χώρα να ταλανίζεται από σημαντικά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, όπως οι ελλείψεις σε βασικά αγαθά, ο υψηλός πληθωρισμός, εγκληματικότητα κλπ. Αυτά τα προβλήματα, σε συνδυασμό με τη σχεδιασμένη προσπάθεια αποσταθεροποίησης του καθεστώτος, είτε με διαδηλώσεις χρηματοδοτούμενες από τις ΗΠΑ είτε με τη δύναμη των ΜΜΕ, είχαν ως συνέπεια την απογοήτευση του κόσμου που στήριζε την Μπολιβαριανή κυβέρνηση, ώστε να οδηγηθεί στο να την καταψηφίσει, φέρνοντας έτσι στην εξουσία τον MUD. Ο δεξιός συνασπισμός αναμένεται να αλλάξει πλήρως την κοινωνικοοικονομική κατάσταση του τόπου περνώντας μέτρα ανάλογα(ή ίδια) με αυτά που νομοθετεί η «πρώτη φορά αριστερά» κυβέρνησή μας στην Ελλάδα σε συνέχεια των προηγούμενων εγκληματικών κυβερνήσεων, και όπως ακριβώς κάνει και κάθε κυβέρνηση στον κόσμο που είναι ενταγμένη στις δαγκάνες της ΝΔΤ. Μέτρα, δηλαδή, απελευθέρωσης των αγορών από τους ελέγχους που υπήρχαν από την εποχή Τσάβεζ, στη γραμμή της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, κάνοντάς την στο μέλλον προτεκτοράτο της Υπερεθνικής Ελίτ.
Πιο συγκεκριμένα :
“(…)Ο MUD δημοσίευσε σε διαδικτυακό του ιστότοπο μία λίστα νόμων, τους οποίους οι νομοθέτες τους σκοπεύουν να ανατρέψουν με το που αναλάβουν καθήκοντα στις 5 Ιανουαρίου, όπως ηανατροπή των ελέγχων στις τιμές που έχουν διατηρήσει τα βασικά αγαθά προσιτά, ηιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων-κλειδιά και υπηρεσιών,η παραχώρηση αδειών σε ξένες εταιρίες για έργα υποδομής, η ενδυνάμωση τον τοπικών αστυνομικών δυνάμεων, και ακόμαη μετατροπή των δημόσιων ΜΜΕ σε “ανεξάρτητα” ή ιδιωτικά.” [1]
Oι αναφερόμενοι έλεγχοι στις τιμές είναι ξεκάθαρα φιλολαϊκό μέτρο καθώς έχουν ως στόχο την προστασία των πιο αδύναμων από τη λειτουργία της αγοράς ώστε να μπορούν να αποκτούν σε φτηνές τιμές βασικά αγαθά, όπως γάλα, ψωμί κλπ. Ωστόσο, η θέση της αντιπολίτευσης είναι ότι με την άρση των ελέγχων “θα ξεπεράσει το πρόβλημα των ελλείψεων, για το οποίο η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι οφείλεται στο λαθρεμπόριο και στον οικονομικό πόλεμο που τον υποστηρίζει η αντιπολίτευση.”
Αποτελεί, βέβαια, κοινό τόπο για όλους ότι η μεγαλύτερη μερίδα προβλημάτων που αντιμετωπίζει η οικονομία της Βενεζουέλας έχει σχέση με την πτώση των τιμών στο πετρέλαιο που έχει αποφασιστεί εδώ και 1,5 χρόνο περίπου. Η άμεση συνέπεια αυτής της απόφασης ήταν η δραστική μείωση των εσόδων από τη βιομηχανία πετρελαίου η οποία χρηματοδοτούσε ουσιαστικά όλη την οικονομία της χώρας. Αλλά η ιστορία δεν τελειώνει εδώ, καθώς αν ξετυλίξουμε το νήμα της απόφασης του OPEC για την πτώση των τιμών θα ανακαλύψουμε ότι η Υπερεθνική Ελίτ,χρησιμοποιώντας το συμμαχικό καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας, πυροδότησε την πτώση αυτή για να πλήξει όχι μόνο τη Βενεζουέλα αλλά και χώρες όπως η Ρωσία, το Ιράν και η Συρία.Το παραπάνω δεν έχει να κάνει φυσικά με κάποια συνωμοσία, αλλά ανήκει, αντίθετα, στις συνήθεις πρακτικές της Υπερεθνικής Ελίτ ώστε να ασκεί πίεση στα αντιστεκόμενα σε αυτή καθεστώτα. Διαβάζουμε σχετικά σε άρθρο του Τάκη Φωτόπουλου :
“Η δραματική πτώση της τιμής του αργού πετρελαίου μέσα σε λίγους μήνες (από περίπου $115 το βαρέλι. τον Ιούνιο, σε περίπου $85 σήμερα!), και, το πιο σημαντικό, η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας, που είναι η κύρια πετρελαιοπαραγωγός χώρα, να μην μειώσει τα επίπεδα παραγωγής, ώστε να σταθεροποιηθεί η τιμή στον μέσο όρο των τελευταίων ετών (περίπου $100 το βαρέλι), δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια νέα μορφή οικονομικού πολέμου, πέρα από τις συνήθεις κυρώσεις. Παρά το γεγονός όμως ότι η Σαουδική Αραβία διαθέτει αποθεματικά για να διατηρήσει τις τιμές του πετρελαίου γύρω στα $80 το βαρέλι για αρκετά χρόνια, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχαν και ισχυροί οικονομικοί λόγοι πίσω από αυτή την δραστική πτώση της τιμής, τόσο από τη πλευρά της παγκόσμιας προσφοράς όσο και της ζήτησης.”
Αλλά ακόμα και οι ναυαρχίδες ενημέρωσης της Υ/Ε αναφέρονται στο ίδιο μήκος κύματος για την σχετική απόφαση :
“Οι New York Times στο άρθρο τους “To πετρέλαιο της Σαουδικής Αραβίας χρησιμοποιείται ως μοχλός απομάκρυνσης της ρωσικής υποστήριξης από τη Συρία του Άσσαντ” παραδέχονται ότι «Η Σαουδική Αραβία προσπαθεί να πιέσει τον Πρόεδρο της Ρωσίας Βλάντιμιρ Πούτιν να εγκαταλείψει την υποστήριξή του στον Πρόεδρο της Συρίας Μπασάρ αλ Άσσαντ, χρησιμοποιώντας την κυριαρχία της στις παγκόσμιες αγορές πετρελαίου, σε μία στιγμή που η ρωσική κυβέρνηση παραπαίει από τις επιπτώσεις της κατακόρυφης πτώσης των τιμών του πετρελαίου.»”[2]
Και πιο γλαφυρά αναφέρει η Washington Post ότι :
“Το σημαντικό γεγονός στην πρόσφατη αναταραχή στις χρηματοπιστωτικές αγορές ήταν η συνεχιζόμενη πτώση τη τιμής του πετρελαίου, η οποία βρίσκεται κατά 25% κάτω σε σχέση με τον Ιούνιο. Πέρα από το γεγονός ότι η πτώση αυτή είναι λαχείο για τους καταναλωτές των ΗΠΑ –μία ανάλυση υπολόγισε την εξοικονόμηση σε 600 δολάρια ανά νοικοκυριό- , αν διατηρηθεί, θα θέσει αξιόλογη πίεση σε τρία προβληματικά κράτη που βασίζονται στο πετρέλαιο : τη Ρωσία , το Ιράν και τη Βενεζουέλα. Οι επιθετικές αντι-αμερικανικές πολιτικές που ακολουθούνται από αυτές τις τρεις χώρες τα τελευταία χρόνια έχουν χρηματοδοτηθεί κατά μεγάλο μέρος από τα αυξημένα πετρελαϊκά έσοδα.” [3]
Όπως γίνεται αντιληπτό από τα παραπάνω αποσπάσματα, η πίεση που δέχεται επί μεγάλο χρονικό διάστημα η κυβέρνηση Μαδούρο είναι συντονισμένη και ο στόχος της είναι η ανατροπή του Μπολιβαριανού καθεστώτος. Από την ενορχηστρωμένη αυτή επίθεση δεν θα μπορούσαν να μην λάβουν θέσεις μάχης και τα αντιδραστικά εγχώρια ΜΜΕ, ώστε να μετουσιωθεί ο φόβος των πολιτών σε ψήφο για το δεξιό συνασπισμό. Καθώς, οι προηγούμενες απόπειρες πραξικοπηματικής ανατροπής του Τσάβες απέτυχαν επειδή ο λαός της Βενεζουέλας δεν το επέτρεψε, τώρα η Υ/Ε επιστράτευσε όλα τα «δημοκρατικά» μέσα για να χειραγωγήσει τους Βενεζουελάνου. Ο γεωπολιτικός αναλυτής Eric Draitser που βρέθηκε στη Βενεζουέλα τις μέρες των εκλογών αναφέρει χαρακτηριστικά:
“Τα ΜΜΕ της δεξιάς τη χώρας έχουν κάνει ότι περνάει από το χέρι τους για να υπονομεύσουν την κυβέρνηση και να φορτώσουν όλο το φταίξιμο στο PSUV(Ενωμένο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Βενεζουέλας), συμπεριλαμβανομένων και των επιπτώσεων του οικονομικού πολέμου που διεξάγεται ενάντιά του. Σύμφωνα με τα ΜΜΕ της δεξιάς, ο Πρόεδρος Μαδούρο και ολόκληρη η κυβέρνηση, μαζί με το κίνημα που εκπροσωπούν, έχουν δημιουργήσει και επιδεινώσει όλα αυτά τα προβλήματα με την ανικανότητά τους και τις αποτυχημένες πολιτικές τους. Ενώ αναμφισβήτητα έχουν γίνει λάθη, είναι εξίσου αλήθεια ότι πολλά από τα μεγάλα προβλήματα της χώρα χειροτέρεψαν από το οικονομικό σαμποτάζ. To εξέχον σημείο εδώ είναι, ωστόσο, ότι ο οικονομικός πόλεμος μετασχηματίζεται σε ψυχολογικό πόλεμο, κάτι που ήταν εμφανές στις πρόσφατες εκλογές. Πράγματι, ο οικονομικός πόλεμος είναι αποφασιστικής σημασίας για να καταλάβουμε την τρέχουσα κατάσταση στη χώρα. Στον απόηχο της νίκης της αντιπολίτευσης, βασικά αγαθά άρχισαν μαγικά να επανεμφανίζονται στα ράφια των καταστημάτων της Βενεζουέλας, όντας ακόμα μία ένδειξη ότι η έλλειψη μπορεί να αποδοθεί όχι στις αποτυχημένες πολιτικές, αλλά στη συντονισμένη εκστρατεία οικονομικής υπονόμευσης.”[4]
Διαγράφεται πλέον ξεκάθαρα το πλέγμα οικονομικής και γενικότερα κοινωνικής πίεσης που ασκείται στη χώρα της Λατινικής Αμερικής και στους πολίτες της, ώστε να ανατραπούν οι πολιτικές του Τσαβισμού για την παλινόρθωση της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης. Ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας στην πτώση των τιμών του πετρελαίου, σε συνδυασμό με την υποστηριζόμενη από τις ΗΠΑ αντιπολίτευση, οδήγησε στην αποσταθεροποίηση της Μπολιβαριανής κυβέρνησης. Εντούτοις, ποια μπορούν να είναι τα μαθήματα για μας από την εμπειρία της Βενεζουέλας υπό το πρίσμα των τελευταίων εξελίξεων ; Την απάντηση την παίρνουμε (μέσα από τα δόντια βέβαια) από το άρθρο του Observer με τίτλο «Οι τιμές του πετρελαίου συνεχίζουν τη βουτιά άρα τι θα συμβεί αν παραμείνουν χαμηλές» :
“Πολλές χώρες με μεγάλα αποθέματα πετρελαίου ήταν σπάταλες με τα πετροδολάριά τους κατά τα χρόνια της οικονομικής άνθισης. Πεπεισμένες ότι πάντα θα μπορούσαν να διατηρούν τις τιμές υψηλές περιορίζοντας τα αποθεματικά τους, προσπάθησαν ελάχιστα ή καθόλου να διαφοροποιήσουν τις οικονομίες τους.”
Αυτό που δεν λέει ξεκάθαρα το άρθρο είναι ότι χώρες σαν τη Βενεζουέλα δεν κινήθηκαν προς τη δημιουργία μιας αυτοδύναμης οικονομίας. Δεν έκαναν, δηλαδή, δομικές τομές στην οικονομία τους για να προωθήσουν την ανάπτυξη κλάδων που θα τους εξασφάλιζαν την πλήρη απεξάρτηση από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση(η Βενεζουέλα παραμένει μέλος του ΠΟΕ). Χρησιμοποιώντας τους εγχώριους πόρους όφειλαν να χρηματοδοτήσουν τον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα μειώνοντας έτσι τις εισαγωγές τους,Αντί να εκμεταλλευτεί τα έσοδα από το πετρέλαιο ώστε να οχυρωθεί από τις επικείμενες οικονομικές επιθέσεις τις Υ/Ε, χτίζοντας την πολυπόθητη οικονομική αυτοδυναμία, «βολεύτηκε» από αυτό που ήδη είχε.
Επομένως, για τον απελευθερωτικό αγώνα στην Ελλάδα, τα γεγονότα στη Βενεζουέλα έχουν ιδιαίτερα διδακτικό χαρακτήρα τόσο για τις μεθοδεύσεις του συστήματος όσο και για τα καθήκοντα μιας κυβέρνησης Λαϊκού Μετώπου. Αυτό που συμπεραίνουμε, επομένως, είναι ότι αυτό που έχει σημασία δεν είναι απλώς η άμεση και μονομερής έξοδος από την ΕΕ(στόχος ο οποίος παραμένει βασική προϋπόθεση), αλλά και η οικοδόμηση της οικονομικής αυτοδυναμίας με γνώμονα την εκπλήρωση των βασικών αναγκών του λαού, η οποία θα του δώσει τη δύναμη να αντισταθεί στις πιέσεις που θα του ασκούν αντιδραστικά συμφέροντα τόσο εντός όσο και εκτός της χώρας. Χωρίς αυτή είναι αδύνατο να μπορέσει να διατηρήσει η χώρα την εθνική της κυριαρχία. Γι’ αυτό το λόγο, το χτίσιμο πυρήνων του Μετώπου για την Κοινωνική και Εθνική Απελευθέρωση(ΜΕΚΕΑ) είναι ο μόνος δρόμος από την καταστροφή που σήμερα τελείται με «αριστερό» μανδύα και επιτακτική ανάγκη για όποιον θέλει να παλέψει ενάντια στην οικονομική βία που μας ασκείται σήμερα.
[1]Venezuela Election Aftermath: Privatization Looms
[2]Mystery Behind Dropping Oil Prices Solved – Concerted Manipulation
[3]Falling oil prices put pressure on Russia, Iran and Venezuela
[4]Venezuela: A Revolution That Will Not Die
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου