«Αν είναι να τον δικάσετε, να τον δικάσετε για την αντίσταση που προβάλλει σε όλη του τη ζωή, για τους αγώνες του στο πλευρό των ανήμπορων, των καταπιεσμένων, για τους αγώνες του για τα δικαιώματα και ενάντια στην κρατική καταστολή και όχι γιατί “τράβηξε το μανίκι” του αστυνομικού». Μ’ αυτά τα λόγια έκλεισε την αγόρευσή της η συνήγορος Αννυ Παπαρρούσου, στο Β’ Αυτόφωρο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθήνας, που δίκαζε τον δημοσιογράφο της «Κόντρας» Γεράσιμο Λιόντο με τις κατηγορίες της «αντίστασης» και της «απείθειας». Το αποτέλεσμα, όμως, ήταν προδιαγεγραμμένο. Η διατεταγμένη αποστολή είχε φανεί από το πρωί. Σ’ αυτές τις συνθήκες, ο σύντροφός μας πήρε ένα ακόμη «παράσημο» στη μακρά ιστορία διώξεων, καταδικών και φυλακίσεών του, από την περίοδο της χούντας μέχρι σήμερα.
Η υπόθεση έπρεπε να αναβληθεί. Αυτό έλεγε η κοινή λογική, αυτό έλεγε η δικονομία, γι’ αυτό και εμείς δεν είχαμε κάνει κάλεσμα για παρουσία αλληλεγγύης. Πιστεύαμε ότι θα είχαμε μια τυπική διαδικασία, δεδομένου ότι η συνήγορος υπεράσπισης έπρεπε να παρευρίσκεται στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, σε δίκη που είχε διακοπεί για σήμερα. Και μάλιστα, έπρεπε να παρευρίσκεται στο ΜΟΔ εκπροσωπώντας κατηγορούμενο που απουσίαζε. Δεν μπορούσε, δηλαδή, να λείψει. Επειδή, δε, η υπόθεση του Γερ. Λιόντου ήταν πρόσφατη (Φλεβάρης του 2012), δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος παραγραφής.
Η πρόεδρος του δικαστηρίου, όμως, είχε άλλη γνώμη. Και το δικαστήριο αποφάσισε πως αυτή η δίκη πρέπει να γίνει οπωσδήποτε. Είναι χαρακτηριστικό πως επειδή, όπως ανακοίνωσε πρωί-πρωί η πρόεδρος, ολόκληρη η σύνθεση συμμετείχε στην αποχή των δικαστικών (στις 10.00 κατέβηκαν από την έδρα), έδιναν τις αναβολές με μοναδική ευκολία. Σε όλες, πλην της συγκεκριμένης υπόθεσης. Η συνήγορος αναγκάστηκε να έρθει και να εξηγήσει η ίδια το κώλυμά της, αλλά η πρόεδρος δεν ήθελε ν’ ακούσει. Το ΜΟΔ άργησε να ξεκινήσει (επειδή καθυστέρησε μέλος της σύνθεσης, λόγω απειλής για βόμβα που υπήρξε στην Ευελπίδων), αλλά η πρόεδρος απέρριψε και το νέο αίτημα αναβολής, που υπέβαλε και γραπτώς ο Γερ. Λιόντος. Ετσι, με την απειλή η υπόθεση να δικαστεί χωρίς συνήγορο υπεράσπισης («δυο πράξεις είναι, δεν μπορείτε να υπερασπιστείτε μόνος σας τον εαυτό σας;», είπε κάποια στιγμή η πρόεδρος στον Γερ. Λιόντο, αποκαλύπτοντας ότι το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να κάνει οπωσδήποτε αυτή τη δίκη), η Αννυ Παπαρρούσου ήρθε άρον-άρον στις 14.30’ από το ΜΟΔ στην Ευελπίδων, για να είναι παρούσα.
Πρόκειται για την προσπάθεια τρομοκράτησης μεταναστών από τέσσερις άνδρες της «ΔΙΑΣ», στα σκαλιά της εισόδου της «Κόντρας», την οποία κατήγγειλε ο Γερ. Λιόντος, που ειδοποιήθηκε και έτρεξε στα γραφεία της εφημερίδας. Ολο το περιστατικό είχε μαγνητοφωνηθεί και είχε δημοσιευτεί την ίδια κιόλας βραδιά στο Ιντερνετ. Φαινόταν ότι ο σύντροφος δεν εμπόδισε τους μπάτσους να κάνουν τον έλεγχο που δήθεν ήθελαν να κάνουν στους μετανάστες (οι ίδιοι τους είχαν ξαναελέγξει προηγούμενα, ενώ τη δεύτερη φορά τους φώναζαν «φύγετε από εδώ»), ότι τους έδωσε αρχικά την αστυνομική του ταυτότητα, στη συνέχεια και τη δημοσιογραφική και ότι πήγε στο τμήμα με το δικό του μηχανάκι, κουβαλώντας μάλιστα και έναν από τους μετανάστες που είχε μαζί του φωτοτυπία των χαρτιών του και θα έπρεπε ο αδερφός του να πάει στο τμήμα το πρωτότυπο.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ακόμα και το «αμαρτωλό» Τμήμα του Αγίου Παντελεήμονα δεν τόλμησε να μιλήσει για «αντίσταση». Οταν είδε ότι εμείς είχαμε δώσει στη δημοσιότητα το ηχητικό ντοκουμέντο, παρέπεμψε τον Γερ. Λιόντο μόνο για «απείθεια». Η «αντίσταση» προστέθηκε από τον εισαγγελέα ποινικής δίωξης και υιοθετήθηκε από την εισαγγελέα της έδρας και το δικαστήριο σήμερα.
Οι δύο αστυνομικοί της ΔΙΑΣ που κατέθεσαν έπεσαν σε κραυγαλέες αντιφάσεις. Αλλα έλεγε ο ένας, άλλα έλεγε ο άλλος. Ο ένας έλεγε ότι έκαναν έλεγχο στο δρόμο, ο άλλος ότι έκαναν έλεγχο στο πεζοδρόμιο. Ο ένας έλεγε ότι ο Γερ. Λιόντος τους έσπρωξε, ο άλλος ότι απλά κάποια στιγμή τον τράβηξε από το μανίκι. Ο ένας έλεγε ότι τους έδωσε ταυτότητα, ο άλλος ότι απλά κουνούσε με το χέρι τη δημοσιογραφική ταυτότητα. Η αβάντα από την πρόεδρο, όμως, ήταν προκλητική.
Προσπαθούσε με τις ερωτήσεις της να τους θυμίσει τι είχαν πει στις προανακριτικές τους καταθέσεις, οι οποίες ήταν ακριβές αντίγραφο η μια της άλλης (αυτός που τις έφτιαξε δεν μπήκε στον κόπο να τις παραλλάξει λίγο, αλλά έκανε copy-paste). Με τις ερωτήσεις και της Αν. Παπαρρούσου και του Γερ. Λιόντου το πράγμα φάνηκε πιο καθαρά. Κι ενώ ο Γερ. Λιόντος ζήτησε, όπως έχει δικονομικό δικαίωμα, να σχολιάσει την κατάθεση καθενός από τους δύο, η πρόεδρος προσπάθησε να του αφαιρέσει το δικαίωμα, χωρίς τελικά να τα καταφέρει.
Ακόμα περισσότερο φάνηκε το στήσιμο με την κατάθεση του πρώτου μάρτυρα υπεράσπισης, του συντρόφου Πέτρου Γιώτη. Είχε ήδη κατατεθεί στο δικαστήριο το CD με το ηχητικό υλικό ολόκληρου του περιστατικού, καθώς και η απομαγνητοφώνησή του (ακούστε εδώ). Ενώ, λοιπόν, ο Π. Γιώτης αναφερόταν συνεχώς σ’ αυτό το υλικό, μέσα από το οποίο αποδεικνυόταν πρώτον ότι δεν υπήρξαν αδικήματα από τον σύντροφο Λιόντο, δεύτερο ότι έγινε προσπάθεια τρομοκράτησης μεταναστών που χτύπησαν το κουδούνι της «Κόντρας» και τρίτο ότι επρόκειτο για ρατσιστική ομάδα αστυνομικών (ο επικεφαλής αποκαλεί έναν μετανάστη «μπαμπουΐνο» και «μαλάκα» και έναν άλλο «βρομιάρη»), η πρόεδρος λέει συνέχεια ότι δεν μπορεί να καταλάβει τι λόγο είχαν οι αστυνομικοί να δράσουν στοχευμένα. Τα εξήγησαν άπειρες φορές και ο Π. Γιώτης και ο Γερ. Λιόντος, αλλά η πρόεδρος εξακολουθούσε να λέει ότι… «δεν μπορεί να καταλάβει». Εμείς καταλάβαμε πολύ καλά, όμως. Εκείνη τη στιγμή οι υποψίες έγιναν βεβαιότητα.
Στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της δίκης διαμορφωνόταν μια πρόκληση. Να το παίξουμε κακομοίρηδες. Να πούμε ότι έγινε μια παρεξήγηση και ότι δεν υπήρξε στοχευμένη επίθεση των αστυνομικών κατά της «Κόντρας» και μάλιστα ρατσιστικής ομάδας της «ΔΙΑΣ». Αυτό δεν ταίριαζε ούτε στην πολιτική υπόσταση της «Κόντρας», ούτε στην προσωπική ιστορία του συντρόφου Γεράσιμου Λιόντου. Η «γραμμή» μας υπήρξε σαφής: υπερασπιστήκαμε το δικαίωμά μας να δρούμε πολιτικά, υπερασπιστήκαμε τις σχέσεις της «Κ» με τους μετανάστες, καταγγείλαμε τις αστυνομικές επιθέσεις (παλιότερα είχε επιχειρηθεί και εισβολή ανδρών της «ΔΙΑΣ» στα γραφεία μας), καταγγείλαμε τους συγκεκριμένους ρατσιστές ως οπαδούς ή και μέλη της «Χρυσής Αυγής». Κάναμε μια δίκη ενάντια στην αστυνομία και στη συγκεκριμένη ομάδα, χωρίς να επιδιώξουμε κανένα συμβιβασμό.
Η τελική τοποθέτηση του Γερ. Λιόντου κάθε άλλο παρά απολογία θύμιζε. Περιέγραψε για μια ακόμη φορά τα γεγονότα, ρώτησε πολλές φορές την πρόεδρο πώς είναι δυνατόν να δηλώνει ότι «δεν καταλαβαίνει» και ξεκαθάρισε ότι για τον ίδιο η υπεράσπιση της «Κόντρας» από την αστυνομική τρομοκρατία είναι καθήκον που δεν το διαπραγματεύεται, όποια δίωξη κι αν αντιμετωπίζει. Και βέβαια, απέρριψε τις κατηγορίες, επικαλούμενος και το ηχητικό ντοκουμέντο, και τις αντιφάσεις των δύο ψευδομαρτύρων και την ίδια τη λογική.
Η Αννυ Παπαρρούσου αναφέρθηκε και στη δράση της «Κόντρας» και στην επί δεκαετίες πολιτική διαδρομή του Γερ. Λιόντου. Περιέγραψε για μια ακόμη φορά τα πραγματικά περιστατικά, αναφέρθηκε στις νομικές πτυχές (ειδικά σ’ αυτές της «αντίστασης», που ακόμη και από τις καταθέσεις των δύο ψευδομαρτύρων δεν προέκυπτε με τίποτα) και κατέληξε μ’ αυτό που και στην εισαγωγή της αγόρευσής της είχε πει: «Αν είναι να τον δικάσετε, να τον δικάσετε για την αντίσταση που προβάλλει σε όλη του τη ζωή, και όχι γιατί “τράβηξε το μανίκι” του αστυνομικού».
Πραγματικά, γι’ αυτό τον δίκασαν. Για τους αγώνες μιας ολόκληρης ζωής και επειδή δεν προσκύνησε, δεν υποκλίθηκε, δεν έγλειψε. Τον καταδίκασαν για «αντίσταση», σε φυλάκιση 12 μηνών με αναστολή. Εχετε δει πολλές δίκες στα πλημμελειοδικεία να τελειώνουν στις 5.30’ το απόγευμα; Ο δεύτερος γύρος θα δοθεί στο εφετείο.
Η υπόθεση έπρεπε να αναβληθεί. Αυτό έλεγε η κοινή λογική, αυτό έλεγε η δικονομία, γι’ αυτό και εμείς δεν είχαμε κάνει κάλεσμα για παρουσία αλληλεγγύης. Πιστεύαμε ότι θα είχαμε μια τυπική διαδικασία, δεδομένου ότι η συνήγορος υπεράσπισης έπρεπε να παρευρίσκεται στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο, σε δίκη που είχε διακοπεί για σήμερα. Και μάλιστα, έπρεπε να παρευρίσκεται στο ΜΟΔ εκπροσωπώντας κατηγορούμενο που απουσίαζε. Δεν μπορούσε, δηλαδή, να λείψει. Επειδή, δε, η υπόθεση του Γερ. Λιόντου ήταν πρόσφατη (Φλεβάρης του 2012), δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος παραγραφής.
Η πρόεδρος του δικαστηρίου, όμως, είχε άλλη γνώμη. Και το δικαστήριο αποφάσισε πως αυτή η δίκη πρέπει να γίνει οπωσδήποτε. Είναι χαρακτηριστικό πως επειδή, όπως ανακοίνωσε πρωί-πρωί η πρόεδρος, ολόκληρη η σύνθεση συμμετείχε στην αποχή των δικαστικών (στις 10.00 κατέβηκαν από την έδρα), έδιναν τις αναβολές με μοναδική ευκολία. Σε όλες, πλην της συγκεκριμένης υπόθεσης. Η συνήγορος αναγκάστηκε να έρθει και να εξηγήσει η ίδια το κώλυμά της, αλλά η πρόεδρος δεν ήθελε ν’ ακούσει. Το ΜΟΔ άργησε να ξεκινήσει (επειδή καθυστέρησε μέλος της σύνθεσης, λόγω απειλής για βόμβα που υπήρξε στην Ευελπίδων), αλλά η πρόεδρος απέρριψε και το νέο αίτημα αναβολής, που υπέβαλε και γραπτώς ο Γερ. Λιόντος. Ετσι, με την απειλή η υπόθεση να δικαστεί χωρίς συνήγορο υπεράσπισης («δυο πράξεις είναι, δεν μπορείτε να υπερασπιστείτε μόνος σας τον εαυτό σας;», είπε κάποια στιγμή η πρόεδρος στον Γερ. Λιόντο, αποκαλύπτοντας ότι το μόνο που την ενδιέφερε ήταν να κάνει οπωσδήποτε αυτή τη δίκη), η Αννυ Παπαρρούσου ήρθε άρον-άρον στις 14.30’ από το ΜΟΔ στην Ευελπίδων, για να είναι παρούσα.
Πρόκειται για την προσπάθεια τρομοκράτησης μεταναστών από τέσσερις άνδρες της «ΔΙΑΣ», στα σκαλιά της εισόδου της «Κόντρας», την οποία κατήγγειλε ο Γερ. Λιόντος, που ειδοποιήθηκε και έτρεξε στα γραφεία της εφημερίδας. Ολο το περιστατικό είχε μαγνητοφωνηθεί και είχε δημοσιευτεί την ίδια κιόλας βραδιά στο Ιντερνετ. Φαινόταν ότι ο σύντροφος δεν εμπόδισε τους μπάτσους να κάνουν τον έλεγχο που δήθεν ήθελαν να κάνουν στους μετανάστες (οι ίδιοι τους είχαν ξαναελέγξει προηγούμενα, ενώ τη δεύτερη φορά τους φώναζαν «φύγετε από εδώ»), ότι τους έδωσε αρχικά την αστυνομική του ταυτότητα, στη συνέχεια και τη δημοσιογραφική και ότι πήγε στο τμήμα με το δικό του μηχανάκι, κουβαλώντας μάλιστα και έναν από τους μετανάστες που είχε μαζί του φωτοτυπία των χαρτιών του και θα έπρεπε ο αδερφός του να πάει στο τμήμα το πρωτότυπο.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ακόμα και το «αμαρτωλό» Τμήμα του Αγίου Παντελεήμονα δεν τόλμησε να μιλήσει για «αντίσταση». Οταν είδε ότι εμείς είχαμε δώσει στη δημοσιότητα το ηχητικό ντοκουμέντο, παρέπεμψε τον Γερ. Λιόντο μόνο για «απείθεια». Η «αντίσταση» προστέθηκε από τον εισαγγελέα ποινικής δίωξης και υιοθετήθηκε από την εισαγγελέα της έδρας και το δικαστήριο σήμερα.
Οι δύο αστυνομικοί της ΔΙΑΣ που κατέθεσαν έπεσαν σε κραυγαλέες αντιφάσεις. Αλλα έλεγε ο ένας, άλλα έλεγε ο άλλος. Ο ένας έλεγε ότι έκαναν έλεγχο στο δρόμο, ο άλλος ότι έκαναν έλεγχο στο πεζοδρόμιο. Ο ένας έλεγε ότι ο Γερ. Λιόντος τους έσπρωξε, ο άλλος ότι απλά κάποια στιγμή τον τράβηξε από το μανίκι. Ο ένας έλεγε ότι τους έδωσε ταυτότητα, ο άλλος ότι απλά κουνούσε με το χέρι τη δημοσιογραφική ταυτότητα. Η αβάντα από την πρόεδρο, όμως, ήταν προκλητική.
Προσπαθούσε με τις ερωτήσεις της να τους θυμίσει τι είχαν πει στις προανακριτικές τους καταθέσεις, οι οποίες ήταν ακριβές αντίγραφο η μια της άλλης (αυτός που τις έφτιαξε δεν μπήκε στον κόπο να τις παραλλάξει λίγο, αλλά έκανε copy-paste). Με τις ερωτήσεις και της Αν. Παπαρρούσου και του Γερ. Λιόντου το πράγμα φάνηκε πιο καθαρά. Κι ενώ ο Γερ. Λιόντος ζήτησε, όπως έχει δικονομικό δικαίωμα, να σχολιάσει την κατάθεση καθενός από τους δύο, η πρόεδρος προσπάθησε να του αφαιρέσει το δικαίωμα, χωρίς τελικά να τα καταφέρει.
Ακόμα περισσότερο φάνηκε το στήσιμο με την κατάθεση του πρώτου μάρτυρα υπεράσπισης, του συντρόφου Πέτρου Γιώτη. Είχε ήδη κατατεθεί στο δικαστήριο το CD με το ηχητικό υλικό ολόκληρου του περιστατικού, καθώς και η απομαγνητοφώνησή του (ακούστε εδώ). Ενώ, λοιπόν, ο Π. Γιώτης αναφερόταν συνεχώς σ’ αυτό το υλικό, μέσα από το οποίο αποδεικνυόταν πρώτον ότι δεν υπήρξαν αδικήματα από τον σύντροφο Λιόντο, δεύτερο ότι έγινε προσπάθεια τρομοκράτησης μεταναστών που χτύπησαν το κουδούνι της «Κόντρας» και τρίτο ότι επρόκειτο για ρατσιστική ομάδα αστυνομικών (ο επικεφαλής αποκαλεί έναν μετανάστη «μπαμπουΐνο» και «μαλάκα» και έναν άλλο «βρομιάρη»), η πρόεδρος λέει συνέχεια ότι δεν μπορεί να καταλάβει τι λόγο είχαν οι αστυνομικοί να δράσουν στοχευμένα. Τα εξήγησαν άπειρες φορές και ο Π. Γιώτης και ο Γερ. Λιόντος, αλλά η πρόεδρος εξακολουθούσε να λέει ότι… «δεν μπορεί να καταλάβει». Εμείς καταλάβαμε πολύ καλά, όμως. Εκείνη τη στιγμή οι υποψίες έγιναν βεβαιότητα.
Στην περιρρέουσα ατμόσφαιρα της δίκης διαμορφωνόταν μια πρόκληση. Να το παίξουμε κακομοίρηδες. Να πούμε ότι έγινε μια παρεξήγηση και ότι δεν υπήρξε στοχευμένη επίθεση των αστυνομικών κατά της «Κόντρας» και μάλιστα ρατσιστικής ομάδας της «ΔΙΑΣ». Αυτό δεν ταίριαζε ούτε στην πολιτική υπόσταση της «Κόντρας», ούτε στην προσωπική ιστορία του συντρόφου Γεράσιμου Λιόντου. Η «γραμμή» μας υπήρξε σαφής: υπερασπιστήκαμε το δικαίωμά μας να δρούμε πολιτικά, υπερασπιστήκαμε τις σχέσεις της «Κ» με τους μετανάστες, καταγγείλαμε τις αστυνομικές επιθέσεις (παλιότερα είχε επιχειρηθεί και εισβολή ανδρών της «ΔΙΑΣ» στα γραφεία μας), καταγγείλαμε τους συγκεκριμένους ρατσιστές ως οπαδούς ή και μέλη της «Χρυσής Αυγής». Κάναμε μια δίκη ενάντια στην αστυνομία και στη συγκεκριμένη ομάδα, χωρίς να επιδιώξουμε κανένα συμβιβασμό.
Η τελική τοποθέτηση του Γερ. Λιόντου κάθε άλλο παρά απολογία θύμιζε. Περιέγραψε για μια ακόμη φορά τα γεγονότα, ρώτησε πολλές φορές την πρόεδρο πώς είναι δυνατόν να δηλώνει ότι «δεν καταλαβαίνει» και ξεκαθάρισε ότι για τον ίδιο η υπεράσπιση της «Κόντρας» από την αστυνομική τρομοκρατία είναι καθήκον που δεν το διαπραγματεύεται, όποια δίωξη κι αν αντιμετωπίζει. Και βέβαια, απέρριψε τις κατηγορίες, επικαλούμενος και το ηχητικό ντοκουμέντο, και τις αντιφάσεις των δύο ψευδομαρτύρων και την ίδια τη λογική.
Η Αννυ Παπαρρούσου αναφέρθηκε και στη δράση της «Κόντρας» και στην επί δεκαετίες πολιτική διαδρομή του Γερ. Λιόντου. Περιέγραψε για μια ακόμη φορά τα πραγματικά περιστατικά, αναφέρθηκε στις νομικές πτυχές (ειδικά σ’ αυτές της «αντίστασης», που ακόμη και από τις καταθέσεις των δύο ψευδομαρτύρων δεν προέκυπτε με τίποτα) και κατέληξε μ’ αυτό που και στην εισαγωγή της αγόρευσής της είχε πει: «Αν είναι να τον δικάσετε, να τον δικάσετε για την αντίσταση που προβάλλει σε όλη του τη ζωή, και όχι γιατί “τράβηξε το μανίκι” του αστυνομικού».
Πραγματικά, γι’ αυτό τον δίκασαν. Για τους αγώνες μιας ολόκληρης ζωής και επειδή δεν προσκύνησε, δεν υποκλίθηκε, δεν έγλειψε. Τον καταδίκασαν για «αντίσταση», σε φυλάκιση 12 μηνών με αναστολή. Εχετε δει πολλές δίκες στα πλημμελειοδικεία να τελειώνουν στις 5.30’ το απόγευμα; Ο δεύτερος γύρος θα δοθεί στο εφετείο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου