Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

ΤΟ ΛΕΝΙΝΙΣΤΙΚΟ ΡΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Η φετινή επέτειος της Οκτωβριανής επανάστασης βρίσκει το κόκκινο χρώμα να πρωταγωνιστεί και πάλι, μετά από μια δεκαετία απόσυρσης, στις πασαρέλες της διεθνούς πολιτικής μόδας. Σε τέσσερις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες -Γαλλία, Ιταλία, Σουηδία και Ρωσία- τα επίσημα ΚΚ είναι εταίροι του κυβερνητικού συνασπισμού. Μαρξιστές ή μαρξίζοντες διανοητές, όπως ο Χάμπερμας στη Γερμανία και ο Χομπσμπάουμ στην Αγγλία, επιστρατεύονται σε ρόλο ιδεολογικών «γκουρού» της ανυπόληπτης σοσιαλδημοκρατίας. Ένας απροσδόκητος αντίκαπιταλιστικός οίστρος έχει καταλάβει τους μέχρι χθες Απόστολους της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας, μηδέ εξαιρουμένων των μεγιστάνων των διεθνών χρηματιστηρίων, σαν τον Σόρος. Ακόμα και ο πολύς Χένρι Κίσινγκερ γίνεται μάντης κακών, διακρίνοντας στον σκοτεινό ορίζοντα του παγκόσμιου συστήματος, το φάντασμα ενός «νέου Μαρξ». Έχοντας απομακρυνθεί για καιρό στα ακραία δεξιά όρια της κοινωνικής θηριωδίας, το εκκρεμές της αστικής πολιτικής δείχνει έτοιμο να κινηθεί προς πιο «αριστερές» κατευθύνσεις που ανέχονται, αν δεν επιδιώκουν κιόλας, λελογισμένες δόσεις Κέινς και λίγο άρωμα Μαρξ στο κατά βάση πάντα νεοφιλελεύθερο κοκτέιλ. 1/11/1998, εφημερίδα ΠΡΙΝΠέτρος Παπακωνσταντίνου

Πιο πολύ κι από τους εχθρούς του, όμως, ο Λένιν έχει δυσφημιστεί, και συνεχίζει να δυσφημείται, από αυτούς που ορκίζονται στο όνομα του. Ταριχευμένος για δεκαετίες στο ιδεολογικό μαυσωλείο του επίσημου «λενινισμού», εισέπραξε τη φθορά μιας εκμεταλλευτικής και καταπιεστικής γραφειοκρατίας, που μετέτρεψε μια ζωντανή -και γι’ αυτό αντιφατική- επαναστατική θεωρία σε κρατική θρησκεία. Αλλά και σήμερα, θα τρίζουν τα κόκαλα του μεγάλου επαναστάτη, όταν τα πορτρέτα του παρατάσσονται στην Κόκκινη Πλατεία δίπλα στον Στάλιν, το Χριστό και τον Τσάρο, όταν κοσμούν τις αίθουσες συνεδρίων που ψηφίζουν υπέρ της λιτότητας του Πρόντι και του Ντ’ Αλέμα στη Ρώμη, ή μετατρέπονται σε «εικονίσματα», που νομιμοποιούν κάθε είδους καιροσκοπικές συνεργασίες με τις αστικές πολιτικές δυνάμεις στην Αθήνα. Η πραγματικότητα λέει ότι οι ριζοσπαστικές αριστερές δυνάμεις της εποχής μας, μετά τις αλλεπάλληλες κρίσεις και διασπάσεις της τελευταίας δεκαετίας, βρίσκονται σε μια κατάσταση παρόμοια με εκείνη των σοσιαλιστικών ομίλων, μετά την διάλυση της μαρξιστικής Α’ Διεθνούς και πριν την αναγέννηση του επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος του αιώνα μας. Από την άλλη πλευρά, είναι αλήθεια ότι η καταλυτική κρίση του σύγχρονου ολοκληρωτικού καπιταλισμού, το βάθος και τις συνέπειες της οποίας μόλις αρχίζουμε να ψυχανεμιζόμαστε δημιουργεί προϋποθέσεις για μια γνήσια «επιστροφή» της Αριστεράς στο ιστορικό προσκήνιο, όχι μόνο ως ηθικής και κοινωνικής, αλλά και ως πολιτικής και πραγματικά ανατρεπτικής δύναμης. Σ’ αυτό το μεταβατικό σταυροδρόμι, όπου τα χειρότερα έχουν περάσει αλλά τα καλύτερα δεν έχουν έρθει ακόμα, η θεωρητική προετοιμασία αποτελεί βασική προϋπόθεση για μια πολιτική «επιστροφή» που δεν θα μοιάζει με φάρσα μετά την τραγωδία. Όπως είναι γνωστό, ο όρος «λενινισμός» επινοήθηκε από τον Στάλιν μετά το θάνατο του Λένιν. Ο Λένιν δεν είχε ποτέ για τον εαυτό του την ιδέα του «θεωρητικού» (στις κομματικές του ταυτότητες προτιμούσε να δηλώνει «δημοσιογράφος» ή «δημοσιολόγος»), αλλά του επαναστάτη πολιτικού που καθορίζει τις προτεραιότητες και προσφέρει τα κίνητρα της θεωρητικής του ενασχόλησης. Γράφει την «Ανάπτυξη του καπιταλισμού στη Ρώμη» στις αρχές του αιώνα για να πολεμήσει τις εχθρικές για την εργατική επα­νάσταση απόψεις των ναρότνικων περί «κοινοτισμού». Με τον «Ιμπε­ριαλισμό» καταπιάνεται, όταν έχει ξεσπάσει ήδη ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Λένιν διαβλέπει τη δυνατότητα να ξεπηδήσει, μέσα από τη χαραμάδα των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, η σοσιαλιστική επανάσταση στην Ευρώπη. Το «Κράτος και Επανάσταση» γράφεται λίγες εβδομάδες πριν τον Οκτώβρη, όταν τα καθήκοντα της νέας εργατικής εξουσίας εγγράφονται ήδη στην ημερήσια διάταξη. Η θεωρία αποτελεί για τον Λένιν την εκ των ων ουκ άνευ βάση της εργατικής πολιτικής, αλλά η πολιτική δεν αποτελεί απλό «πόρισμα» των «θεωρημάτων» του μαρξισμού. Ανατρεπτικός επί της ουσίας απέναντι στον Μαρξ, όταν χρειάζεται, ο Λένιν δεν διστάζει να αναθεωρεί εκ θεμελίων τις ίδιες τις δικές του κατασκευές -π.χ. στις «θέσεις του Απρίλη»- όταν η εξέλιξη της πραγματικής ταξικής πάλης δείχνει τις ανεπάρκειες των παλιών επεξεργασιών. Στο «επιστημονικό κεκτημένο» του λενινιστικού ρεύματος (στο οποίο, βέβαια, σημαντική συμβολή είχαν και μια σειρά άλλοι επαναστάτες θεωρητικοί, όπως ο Τρότσκι, ο Μπουχάριν και η Λούξεμπουργκ) ανήκει ασφαλώς και η επεξεργασία της μαρξιστικής θεωρίας της διαρκούς επανάστασης. Έχοντας ζήσει σε μια περίοδο μεγάλων αστικών επαναστάσεων εναντίον της φεουδαρχίας, ο Μαρξ έβλεπε τη δυνατότητα του προλεταριάτου να συμμαχήσει στον «πρώτο γύρο» της επανάστασης με την αστική τάξη εναντίον των φεουδαρχών και του κλήρου, και στη συνέχεια να παλέψει εναντίον της με τη σημαία των αυτοτελών κοινωνικών του επιδιώξεων. Στην καινούργια εποχή του ιμπεριαλισμού, όπου η αστική τάξη προβάλλει σαν ανοιχτά αντιδραστική, ακόμη κι όπου υπάρχουν ανοιχτά αστικοδημοκρατικά προβλήματα, οι μπολσεβίκοι κάνουν το μεγάλο άλμα, θέτοντας ως άμεσο στρατηγικό στόχο, χωρίς ενδιάμεσα στάδια, τη δικτατορία του προλεταριάτου. Η επανάσταση για το λενινιστικό ρεύμα -σε αντίθεση με την στρατηγική των «σταδίων» του Στάλιν, του Δημητρόφ και των επιγόνων- ακόμα κι αν αρχίζει σαν δημοκρατική, εξελίσσεται σε σοσιαλιστική, ξεκινά σε εθνική κλίμακα, διευρύνεται σε διεθνή και ολοκληρώνεται σε παγκόσμια, είναι δηλαδή διαρκής με τη διπλή έννοια, σε πλάτος και σε βάθος. Ο καθορισμός της σοσιαλιστικής επανάστασης ως άμεσης στρατηγικής επιδίωξης δεν σημαίνει να κλίνει κανείς σε όλες τις πτώσεις την επανάσταση και τον κομμουνισμό, ούτε να υποτιμά τα άμεσα, δημοκρατικά προβλήματα που συγκινούν τα λαϊκά στρώματα. Όπως είναι γνωστό, η Οκτωβριανή επανάσταση έγινε με τα δημοκρατικά -και όχι «αμιγώς» σοσιαλιστικά- συνθήματα «Ψωμί – Γη – Ειρήνη», χωρίς τα οποία ο στόχος «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ» δεν θα είχε ούτε κοινωνικό περιεχόμενο ούτε κοινωνικούς αποδέκτες. Η διαφορά των κομμουνιστών με τους ρεφορμιστές δεν είναι ότι οι δεύτεροι ρίχνουν δημοκρατικά συνθήματα ενώ οι πρώτοι μηρυκάζουν απλώς την σοσιαλιστική επανάσταση, αλλά ότι οι ρεφορμιστές προπαγανδίζουν τον αστικοδημοκρατικό τρόπο κατάκτησης αυτών των ζητημάτων, ενώ οι κομμουνιστές προβάλλουν τον επαναστατικό δρόμο, το πλαίσιο της εργατικής εξουσίας. Στις σημερινές συνθήκες των αναπτυγμένων καπιταλιστικών κρατών, για παράδειγμα, το ζήτημα της συνολικής αναδιανομής του πλούτου υπέρ της μισθωτής εργασίας και της δραστικής μείωσης του χρόνου εργασίας, που συνδέεται άρρηκτα με το προηγούμενο, είναι το υπ’ αριθμόν ένα δημοκρατικό πρόβλημα της εποχής μας. Η λύση του, όμως, δεν μπορεί να επιτευχθεί με καμιά «δημοκρατική κυβέρνηση» και με κανένα «αντιμονοπωλιακό μέτωπο», παρά μόνο με αντικαπιταλιστική επανάσταση. Όλη η θεωρία και η πράξη του λενινιστικού ρεύματος είναι μια ζωντανή αναπαράσταση της διαλεκτικής σχέσης συμμαχιών και ηγεμονίας, εργατικού μετώπου και επαναστατικής πρωτοπορίας. Ακόμα και επαναστατικά, διεθνιστικά ρεύματα, όπως εκείνο της Λούξεμπουργκ και του Λίμπκνεχτ, συχνά έπασχαν από την υπερβολική χαλαρότητα στο κόμμα και τον υπερβολικό σεχταρισμό στην πολιτική, με τραγικά αποτελέσματα. Αντίθετα, ο Λένιν, έχοντας οικοδομήσει ένα κόμμα πραγματικά ομοϊδεατών και όχι απλώς λέσχη συνάντησης διαφόρων ρευμάτων και φραξιών, δεν δίσταζε να προχωρήσει στις πιο τολμηρές συμμαχίες, πληρώνοντας το «εισιτήριο» που χρειαζόταν κάθε φορά για να πλησιάσει ευρύτερα κοινωνικά και πολιτικά ακροατήρια. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, αν ζούσε σήμερα, ο Λένιν θα αναθεωρούσε πολλά πράγματα από αυτά που μας κληροδότησε. Η διπλή ιστορική εμπειρία της νίκης και της ήττας της Οκτωβριανής επανάστασης θέτει σε ισχυρή αμφισβήτηση σημαντικές και καθόλου δευτερεύουσες πλευρές της λενινιστικής θεωρίας -όπως η σχέση κόμματος-τάξης, το σχήμα της ιμπεριαλιστικής αλυσίδας και του αδύνατου κρίκου, η μονοπρόσωπη διεύθυνση στην παραγωγή, ο ρόλος των Σοβιέτ και μια σειρά άλλων. Στο μεταξύ, η μετάλλαξη του ιμπεριαλισμού στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό της εποχής μας θέτει σοβαρότατα θεωρητικά και πολιτικά ζητήματα που δεν μπορούσε, βέβαια, να προβλέψει η λενινιστική ανάλυση. Και από τις δύο αυτές πλευρές προκύπτει η ανάγκη μιας θετικής υπέρβασης του λενινιστικού ρεύματος, με τη διατήρηση, σε ένα ανώτερο επίπεδο σκέψης και δράσης, του γόνιμου, επαναστατικού του πυρήνα. Αλλά τα ιστορικά ρεύματα δεν εξαντλούνται και δεν υπερβαίνονται με αποφάσεις «πολιτικών γραφείων», ή έστω συνεδρίων, όπως και δεν γεννιούνται με τέτοιες. Ο Γράκχος Μπαμπέφ ήταν «ο τελευταίος Ιακωβίνος» μέχρις ότου η Κομμούνα του Παρισιού τον αναδείξει στον «πρώτο κομμουνιστή». Μέχρις ότου οι κοινωνικοί κλονισμοί του μέλλοντος δώσουν σχήμα, μορφή, σημαίες και εμβλήματα στο καινούργιο επαναστατικό υποκείμενο της εποχής μας, έχουμε κάθε λόγο να θέλουμε να μείνουμε λενινιστές, αλλά και να θέλουμε να υπερβούμε προς τα εμπρός τον λενινιστικό εαυτό μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου