Χάρης Παπαδόπουλος Δύο από τους ήρωες του 1821 που τιμά η κρατική αφήγηση της επανάστασης είναι ο Ρήγας Φεραίος και ο πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄. Και οι δύο θεωρούνται μάρτυρες της ίδιας «εθνικής ιδέας».
Ο Ρήγας όμως καλούσε σε πανβαλκανική εξέγερση όλους τους καταπιεσμένους –ανεξαρτήτως θρησκείας– για την ανατροπή του σουλτάνου, αλλά και των αρχόντων, χριστιανών και μουσουλμάνων, κι ενάντια στην Εκκλησία. Ο Ρήγας, παιδί της παράδοσης των γιακωβίνων της Γαλλικής Επανάστασης, δημιούργησε μυστική επαναστατική οργάνωση, που τα σχέδιά της πρόδωσε στον σουλτάνο και στους Αυστριακούς όχι κάποιος Τούρκος, αλλά ένας χαφιές του Πατριαρχείου που είχε εισχωρήσει στην οργάνωση.
Ο Ρήγας κι άλλοι 13 σύντροφοί στραγγαλίστηκαν και τα πτώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη. Οι καλόγεροι του Πατριαρχείου πανηγύριζαν: «Όσον αφορά τον παράφρονα τον Ρήγα, ο οποίος έχει εκδώσει διάφορες διεγερτικές επιστολές… χωρίς τη συμφωνία του Χριστού… βρήκε τον καλύτερο θάνατο κι έγινε ψάρι στον Δούναβη και μαζί με τους άλλους συνωμότες θα γίνει ύλη της αιώνιας κόλασης».
Αντίθετα, ο πατριάρχης Γρηγόριος, που πρόλαβε κι αφόρισε τους επαναστάτες το 1821, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της εξουσίας που απεχθάνονταν ο Ρήγας. Όπως και κάθε πατριάρχης πριν από αυτόν, ήταν μέλος του Διβανίου, δηλαδή του υπουργικού συμβουλίου του σουλτάνου, και ανώτατος φοροεισπράχτορας των ορθόδοξων χριστιανών υπηκόων της αυτοκρατορίας. Ο Γρηγόριος έχασε το κεφάλι του εξαιτίας της αποτυχίας του να ελέγξει τους πληθυσμούς που εξεγέρθηκαν, ενώ μεγάλο ρόλο στην εκτέλεσή του έπαιξαν οι δολοπλοκίες του επισκόπου Πισιδίας Ευγένιου, που πρόσμενε τη σειρά του για να ανεβεί στον πατριαρχικό θρόνο.
Η άγνωστη επανάσταση
Η επανάσταση στην Πελοπόννησο δεν ξεκίνησε στις 25 Μάρτη στην Αγία Λαύρα, όπου ποτέ δεν υψώθηκε κανένα λάβαρο. Ο ξεσηκωμός άρχισε στις 21 Μάρτη στην Πάτρα και ο ηγέτης των εξεγερμένων, ο τσαγκάρης Παναγιώτης Καρατζάς, μέλος της Φιλικής Εταιρείας, δολοφονήθηκε τελικά από τους κοτζαμπάσηδες. Στην Αττική, ο οργανωτής της εξέγερσης, Μελέτης Βασιλείου, έφυγε κυνηγημένος από τους προκρίτους και ενέπνευσε τον ξεσηκωμό των ακτημόνων στη Βόρεια Εύβοια, όπου κι αυτός δολοφονήθηκε.
Ο Αντώνης Οικονόμου, ο Φιλικός δημεγέρτης της Ύδρας, κατόρθωσε να πιάσει τους πλοιοκτήτες στον ύπνο και έτσι πήραν οι εξεγερμένοι τα πλοία. Ο Οικονόμου δολοφονήθηκε επίσης από τους άντρες του Ανδρέα Λόντου, προύχοντα και αργότερα παραδοσιακού κομματάρχη. Στην Άνδρο, οι ξεσηκωμένοι χωρικοί ίδρυσαν «κομούνα», καλλιεργώντας όλοι μαζί τη γη. Μάλιστα πέρασαν τους πλούσιους από λαϊκά δικαστήρια, επειδή αυτοί κάλεσαν τον οθωμανικό στόλο να τους σώσει από τους αγρότες. Επικεφαλής στην Άνδρο ήταν ο αγρότης Δημήτρης Μπαλής, ο οποίος δολοφονήθηκε την επόμενη χρονιά με εντολή του «Αρμοστή των Νήσων» Κ. Μεταξά, θείου του μετέπειτα δικτάτορα Ιω. Μεταξά.
Στη Νάξο, ηγέτης της επανάστασης ήταν ένας επίσκοπος, ο Ιερόθεος. Αυτός ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και οργάνωσε μεθοδικά τις καταλήψεις των μεγάλων κτημάτων από τους ακτήμονες. Τα επόμενα χρόνια βρέθηκε φυλακισμένος στην Πελοπόννησο.
Καταλήψεις κτημάτων έγιναν και αλλού, όμως ειδικά στη Σάμο υπήρξε ξεκάθαρη νίκη των ακτημόνων πάνω στους προύχοντες, που κράτησε για μια δεκαετία. Εδώ οι πλούσιοι αναγκάστηκαν να καταφύγουν όλοι απέναντι στη μικρασιατική ακτή και οι επαναστάτες, με επικεφαλής τον Φιλικό Λυκούργο Λογοθέτη, έφτιαξαν την πολιτική τους οργάνωση, τους «Καρμανιόλους», που κυβερνούσαν το νησί. Με ενέργειες της ελληνικής κεντρικής διοίκησης στην Πελοπόννησο, το νησί ήταν αποκομμένο. Αργότερα, με τις διπλωματικές διαπραγματεύσεις του Καποδίστρια, η Σάμος δεν περιλήφθηκε στο ελληνικό κράτος και οι Οθωμανοί επανέφεραν την κοινωνική τάξη και τους μεγαλοκτηματίες στις ιδιοκτησίες τους!
Οι Φιλικοί χάνουν τον έλεγχο
Είδαμε ότι οι δολοφονημένοι ηγέτες της φτωχολογιάς ήταν κατά κανόνα μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Μπροστά όμως στις ανάγκες των αγροτών για γη και καλύτερη ζωή, η Φιλική Εταιρεία κράτησε αμήχανη στάση και γρήγορα ξεπεράστηκε από τα γεγονότα.
Στην Πελοπόννησο ήδη από την Α΄ Εθνοσυνέλευση, η Φιλική Εταιρεία είναι ουσιαστικά παρελθόν. Παρότι δυο μέλη της, ο Δ. Υψηλάντης κι ο Θ. Κολοκοτρώνης, εκλέγονται ο ένας πρόεδρος του εκτελεστικού και ο άλλος αρχιστράτηγος, στα όργανα οι κοτζαμπάσηδες έχουν απόλυτη πλειοψηφία. Ο θρίαμβος της αντίδρασης θα αποτυπωθεί στη Β΄ Εθνοσυνέλευση, όπου θα εκποιηθούν οι «εθνικές γαίες», θα μπορούν δηλαδή να αγοραστούν από τους πλούσιους τα χτήματα που ανήκαν πριν στο οθωμανικό κράτος και σε Τούρκους αγάδες.
Από το φόβο των αγροτών που έχουν καταλάβει αυτά τα χωράφια, σπάνια θα εφαρμοστεί αυτή η απόφαση. Οι Φιλικοί, όμως, είναι ήδη σε διωγμό και οι διάφορες μερίδες των προκρίτων ετοιμάζονται για εμφύλιο πόλεμο μοιράσματος της λείας. Η Ελληνική Επανάσταση δείχνει να κατρακυλά στο κενό.
Στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, οι πρώην Φιλικοί αποκαθίστανται. Μαζί με τον Υψηλάντη και τον Κολοκοτρώνη που δικαιώνονται, ακυρώνονται κι όσες εκποιήσεις των «εθνικών γαιών» έχουν γίνει. Ο λόγος: Την εισβολή του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο και του Κιουταχή στη Ρούμελη σταμάτησαν οι πρώην ηγέτες της Φιλικής Εταιρείας, βγαίνοντας τελευταία στιγμή από τη φυλακή και αναλαμβάνοντας κατευθείαν την ηγεσία των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Η Γ΄ Εθνοσυνέλευση έκλεισε τις εργασίες της με ένα διπλό αντιφατικό μήνυμα. Από τη μια ψήφισε το Σύνταγμα της Τροιζήνας, το πιο φιλελεύθερο σύνταγμα του κόσμου εκείνη την εποχή, κι από την άλλη ανέθεσε στον αντιδραστικό Καποδίστρια τη διακυβέρνηση της χώρας. Είναι η περίοδος που οι Μεγάλες Δυνάμεις με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου θα αναλάβουν να δώσουν τέλος στην αναταραχή στη Μεσόγειο, επιτρέποντας να στηθεί το ελληνικό κράτος. Τα κοινωνικά ζητήματα, που τέθηκαν και δεν λύθηκαν το 1821, θα μπουν στην άκρη προσωρινά, για να εκραγούν το αμέσως επόμενο διάστημα…
Συμπέρασμα
Η επανάσταση του 1821 είχε κοινωνικά και ταξικά χαρακτηριστικά από την πρώτη στιγμή. Σε κάθε περιοχή, οι φτωχοί αγρότες ήξεραν τον ταξικό εχθρό τους και όχι σπάνια έπαιρναν σκληρά μέτρα εναντίον του. Όμως έμεναν εκεί, χωρίς να συνδέουν τον αγώνα τους με τις άλλες περιοχές και χωρίς να μπορούν να έχουν ένα πρόγραμμα για το τι θα κάνουν, αφού διώξουν τους προκρίτους. Οι ανώτερες τάξεις είχαν πολύ καλύτερο πολιτικό ένστικτο. Δεν τους αρκούσε να κερδίσουν τοπικά, αλλά συντρίβανε την κοινωνική ανταρσία οπουδήποτε ξεσπούσε και επιτίθονταν με ιδιαίτερη λύσσα στους ηγέτες των φτωχών.
Το ελληνικό κράτος μπόρεσε να το κληρονομήσει μόνο η αστική τάξη, οι έμποροι και οι Φαναριώτες. Πέρα από εξαιρέσεις, η τάξη αυτή μπήκε με το ζόρι στην επανάσταση ή ήταν ολοκληρωτικά εχθρική προς αυτή, μέχρι να νικήσει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Μιχαήλ Τοσίτσας που τον καιρό της επανάστασης ήταν υπεύθυνος επιμελητείας του Ιμπραήμ πασά στην Πελοπόννησο, σωρεύοντας πλούτη από τη λεηλασία και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων της. Αμέσως μετά ο Τοσίτσας έκανε μερικές επιδεικτικές φιλανθρωπίες και μετατράπηκε από προδότης σε «μέγα ευεργέτη του Έθνους».
Η επανάσταση του 1821 ήταν –στην πραγματικότητα– ένα επεισόδιο στην προσπάθεια της ανθρωπότητας να απελευθερωθεί από την εκμετάλλευση και την καταπίεση. Τη μνήμη του 1821 τη διεκδικεί η αστική τάξη για να αναπαράγει τους μύθους της εθνικής ενότητας και της συνέχειας του έθνους. Τη διεκδικούμε όμως κι εμείς, όπως διεκδικούμε και όλες τις αστικές επαναστάσεις, γιατί έθεσαν –κι ας μην έλυσαν– το ζήτημα της ελευθερίας και της ισότητας.
Ο Ρήγας όμως καλούσε σε πανβαλκανική εξέγερση όλους τους καταπιεσμένους –ανεξαρτήτως θρησκείας– για την ανατροπή του σουλτάνου, αλλά και των αρχόντων, χριστιανών και μουσουλμάνων, κι ενάντια στην Εκκλησία. Ο Ρήγας, παιδί της παράδοσης των γιακωβίνων της Γαλλικής Επανάστασης, δημιούργησε μυστική επαναστατική οργάνωση, που τα σχέδιά της πρόδωσε στον σουλτάνο και στους Αυστριακούς όχι κάποιος Τούρκος, αλλά ένας χαφιές του Πατριαρχείου που είχε εισχωρήσει στην οργάνωση.
Ο Ρήγας κι άλλοι 13 σύντροφοί στραγγαλίστηκαν και τα πτώματά τους ρίχτηκαν στον Δούναβη. Οι καλόγεροι του Πατριαρχείου πανηγύριζαν: «Όσον αφορά τον παράφρονα τον Ρήγα, ο οποίος έχει εκδώσει διάφορες διεγερτικές επιστολές… χωρίς τη συμφωνία του Χριστού… βρήκε τον καλύτερο θάνατο κι έγινε ψάρι στον Δούναβη και μαζί με τους άλλους συνωμότες θα γίνει ύλη της αιώνιας κόλασης».
Αντίθετα, ο πατριάρχης Γρηγόριος, που πρόλαβε κι αφόρισε τους επαναστάτες το 1821, ήταν αναπόσπαστο κομμάτι της εξουσίας που απεχθάνονταν ο Ρήγας. Όπως και κάθε πατριάρχης πριν από αυτόν, ήταν μέλος του Διβανίου, δηλαδή του υπουργικού συμβουλίου του σουλτάνου, και ανώτατος φοροεισπράχτορας των ορθόδοξων χριστιανών υπηκόων της αυτοκρατορίας. Ο Γρηγόριος έχασε το κεφάλι του εξαιτίας της αποτυχίας του να ελέγξει τους πληθυσμούς που εξεγέρθηκαν, ενώ μεγάλο ρόλο στην εκτέλεσή του έπαιξαν οι δολοπλοκίες του επισκόπου Πισιδίας Ευγένιου, που πρόσμενε τη σειρά του για να ανεβεί στον πατριαρχικό θρόνο.
Η άγνωστη επανάσταση
Η επανάσταση στην Πελοπόννησο δεν ξεκίνησε στις 25 Μάρτη στην Αγία Λαύρα, όπου ποτέ δεν υψώθηκε κανένα λάβαρο. Ο ξεσηκωμός άρχισε στις 21 Μάρτη στην Πάτρα και ο ηγέτης των εξεγερμένων, ο τσαγκάρης Παναγιώτης Καρατζάς, μέλος της Φιλικής Εταιρείας, δολοφονήθηκε τελικά από τους κοτζαμπάσηδες. Στην Αττική, ο οργανωτής της εξέγερσης, Μελέτης Βασιλείου, έφυγε κυνηγημένος από τους προκρίτους και ενέπνευσε τον ξεσηκωμό των ακτημόνων στη Βόρεια Εύβοια, όπου κι αυτός δολοφονήθηκε.
Ο Αντώνης Οικονόμου, ο Φιλικός δημεγέρτης της Ύδρας, κατόρθωσε να πιάσει τους πλοιοκτήτες στον ύπνο και έτσι πήραν οι εξεγερμένοι τα πλοία. Ο Οικονόμου δολοφονήθηκε επίσης από τους άντρες του Ανδρέα Λόντου, προύχοντα και αργότερα παραδοσιακού κομματάρχη. Στην Άνδρο, οι ξεσηκωμένοι χωρικοί ίδρυσαν «κομούνα», καλλιεργώντας όλοι μαζί τη γη. Μάλιστα πέρασαν τους πλούσιους από λαϊκά δικαστήρια, επειδή αυτοί κάλεσαν τον οθωμανικό στόλο να τους σώσει από τους αγρότες. Επικεφαλής στην Άνδρο ήταν ο αγρότης Δημήτρης Μπαλής, ο οποίος δολοφονήθηκε την επόμενη χρονιά με εντολή του «Αρμοστή των Νήσων» Κ. Μεταξά, θείου του μετέπειτα δικτάτορα Ιω. Μεταξά.
Στη Νάξο, ηγέτης της επανάστασης ήταν ένας επίσκοπος, ο Ιερόθεος. Αυτός ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και οργάνωσε μεθοδικά τις καταλήψεις των μεγάλων κτημάτων από τους ακτήμονες. Τα επόμενα χρόνια βρέθηκε φυλακισμένος στην Πελοπόννησο.
Καταλήψεις κτημάτων έγιναν και αλλού, όμως ειδικά στη Σάμο υπήρξε ξεκάθαρη νίκη των ακτημόνων πάνω στους προύχοντες, που κράτησε για μια δεκαετία. Εδώ οι πλούσιοι αναγκάστηκαν να καταφύγουν όλοι απέναντι στη μικρασιατική ακτή και οι επαναστάτες, με επικεφαλής τον Φιλικό Λυκούργο Λογοθέτη, έφτιαξαν την πολιτική τους οργάνωση, τους «Καρμανιόλους», που κυβερνούσαν το νησί. Με ενέργειες της ελληνικής κεντρικής διοίκησης στην Πελοπόννησο, το νησί ήταν αποκομμένο. Αργότερα, με τις διπλωματικές διαπραγματεύσεις του Καποδίστρια, η Σάμος δεν περιλήφθηκε στο ελληνικό κράτος και οι Οθωμανοί επανέφεραν την κοινωνική τάξη και τους μεγαλοκτηματίες στις ιδιοκτησίες τους!
Οι Φιλικοί χάνουν τον έλεγχο
Είδαμε ότι οι δολοφονημένοι ηγέτες της φτωχολογιάς ήταν κατά κανόνα μέλη της Φιλικής Εταιρείας. Μπροστά όμως στις ανάγκες των αγροτών για γη και καλύτερη ζωή, η Φιλική Εταιρεία κράτησε αμήχανη στάση και γρήγορα ξεπεράστηκε από τα γεγονότα.
Στην Πελοπόννησο ήδη από την Α΄ Εθνοσυνέλευση, η Φιλική Εταιρεία είναι ουσιαστικά παρελθόν. Παρότι δυο μέλη της, ο Δ. Υψηλάντης κι ο Θ. Κολοκοτρώνης, εκλέγονται ο ένας πρόεδρος του εκτελεστικού και ο άλλος αρχιστράτηγος, στα όργανα οι κοτζαμπάσηδες έχουν απόλυτη πλειοψηφία. Ο θρίαμβος της αντίδρασης θα αποτυπωθεί στη Β΄ Εθνοσυνέλευση, όπου θα εκποιηθούν οι «εθνικές γαίες», θα μπορούν δηλαδή να αγοραστούν από τους πλούσιους τα χτήματα που ανήκαν πριν στο οθωμανικό κράτος και σε Τούρκους αγάδες.
Από το φόβο των αγροτών που έχουν καταλάβει αυτά τα χωράφια, σπάνια θα εφαρμοστεί αυτή η απόφαση. Οι Φιλικοί, όμως, είναι ήδη σε διωγμό και οι διάφορες μερίδες των προκρίτων ετοιμάζονται για εμφύλιο πόλεμο μοιράσματος της λείας. Η Ελληνική Επανάσταση δείχνει να κατρακυλά στο κενό.
Στην Γ΄ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, οι πρώην Φιλικοί αποκαθίστανται. Μαζί με τον Υψηλάντη και τον Κολοκοτρώνη που δικαιώνονται, ακυρώνονται κι όσες εκποιήσεις των «εθνικών γαιών» έχουν γίνει. Ο λόγος: Την εισβολή του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο και του Κιουταχή στη Ρούμελη σταμάτησαν οι πρώην ηγέτες της Φιλικής Εταιρείας, βγαίνοντας τελευταία στιγμή από τη φυλακή και αναλαμβάνοντας κατευθείαν την ηγεσία των στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Η Γ΄ Εθνοσυνέλευση έκλεισε τις εργασίες της με ένα διπλό αντιφατικό μήνυμα. Από τη μια ψήφισε το Σύνταγμα της Τροιζήνας, το πιο φιλελεύθερο σύνταγμα του κόσμου εκείνη την εποχή, κι από την άλλη ανέθεσε στον αντιδραστικό Καποδίστρια τη διακυβέρνηση της χώρας. Είναι η περίοδος που οι Μεγάλες Δυνάμεις με τη ναυμαχία του Ναβαρίνου θα αναλάβουν να δώσουν τέλος στην αναταραχή στη Μεσόγειο, επιτρέποντας να στηθεί το ελληνικό κράτος. Τα κοινωνικά ζητήματα, που τέθηκαν και δεν λύθηκαν το 1821, θα μπουν στην άκρη προσωρινά, για να εκραγούν το αμέσως επόμενο διάστημα…
Συμπέρασμα
Η επανάσταση του 1821 είχε κοινωνικά και ταξικά χαρακτηριστικά από την πρώτη στιγμή. Σε κάθε περιοχή, οι φτωχοί αγρότες ήξεραν τον ταξικό εχθρό τους και όχι σπάνια έπαιρναν σκληρά μέτρα εναντίον του. Όμως έμεναν εκεί, χωρίς να συνδέουν τον αγώνα τους με τις άλλες περιοχές και χωρίς να μπορούν να έχουν ένα πρόγραμμα για το τι θα κάνουν, αφού διώξουν τους προκρίτους. Οι ανώτερες τάξεις είχαν πολύ καλύτερο πολιτικό ένστικτο. Δεν τους αρκούσε να κερδίσουν τοπικά, αλλά συντρίβανε την κοινωνική ανταρσία οπουδήποτε ξεσπούσε και επιτίθονταν με ιδιαίτερη λύσσα στους ηγέτες των φτωχών.
Το ελληνικό κράτος μπόρεσε να το κληρονομήσει μόνο η αστική τάξη, οι έμποροι και οι Φαναριώτες. Πέρα από εξαιρέσεις, η τάξη αυτή μπήκε με το ζόρι στην επανάσταση ή ήταν ολοκληρωτικά εχθρική προς αυτή, μέχρι να νικήσει. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Μιχαήλ Τοσίτσας που τον καιρό της επανάστασης ήταν υπεύθυνος επιμελητείας του Ιμπραήμ πασά στην Πελοπόννησο, σωρεύοντας πλούτη από τη λεηλασία και τον εξανδραποδισμό των κατοίκων της. Αμέσως μετά ο Τοσίτσας έκανε μερικές επιδεικτικές φιλανθρωπίες και μετατράπηκε από προδότης σε «μέγα ευεργέτη του Έθνους».
Η επανάσταση του 1821 ήταν –στην πραγματικότητα– ένα επεισόδιο στην προσπάθεια της ανθρωπότητας να απελευθερωθεί από την εκμετάλλευση και την καταπίεση. Τη μνήμη του 1821 τη διεκδικεί η αστική τάξη για να αναπαράγει τους μύθους της εθνικής ενότητας και της συνέχειας του έθνους. Τη διεκδικούμε όμως κι εμείς, όπως διεκδικούμε και όλες τις αστικές επαναστάσεις, γιατί έθεσαν –κι ας μην έλυσαν– το ζήτημα της ελευθερίας και της ισότητας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου