Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Το πείραμα της ριζοσπαστικής αριστεράς στην Ελλάδα: Επικήδειος

Tου TadTietze*
Μετάφραση: Αριάδνη Αλαβάνου
Τα δύο πρώτα μέρη του παρακάτω κειμένου είναι πιο εκτενείς παραλλαγές άρθρου του ίδιου συγγραφέα που δημοσιεύτηκε στις 3 Αυγούστου στο JacobinMagazineτων ΗΠΑ (TheFailedStrategy), προ των ελληνικών εκλογών. Το τρίτο δημοσιεύτηκε μετά τις εκλογές της 20ής Σεπτεμβρίου (5/10). Ο συγγραφέας, έχοντας ευρεία εποπτεία των απόψεων που διατυπώνονται, αναλύει με κριτική οξυδέρκεια την πολιτική φιλοσοφία της “ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής αριστεράς”, μέσω του παραδείγματος του Σύριζα, δευτερευόντως και του ισπανικού Podemos, και ανασκοπεί τις εξελίξεις που οδήγησαν στο “μνημόνιο Τσίπρα”. Το κείμενο αποτελεί μια βαθύτερη ερμηνεία της τεράστιας αποτυχίας του σχεδίου της “αριστερής κυβέρνησης”. Με τη δυσοίωνη πρόβλεψη ότι αυτή η αριστερά δεν φαίνεται προς το παρόν να διδάσκεται από όσα διαδραματίστηκαν, αναζητώντας πάντα νέες “αριστερές ανασυνθέσεις”, απομακρυσμένη από την επίπονη προσπάθεια ανάπτυξης των εργατικών και λαϊκών κινημάτων, που μπορούν να αποτελέσουν την κοινωνική βάση της όποιας πολιτικής αλλαγής προς όφελος των εργαζομένων.

1.“Η πολιτική είναι φρικτή, χαμερπής , το χειρότερο πράγμα”

Ο ηγέτης του ισπανικού κόμματος Podemos, Πάμπλο Ιγκλέσιας, πρόσφατα ανέλυσε γιατί πιστεύει ότι η συμφωνία του Σύριζα με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς ήταν “δυστυχώς, το μόνο που μπορούσε να κάνει”, επειδή μια μικρή νοτιοευρωπαϊκή χώρα έχει ελάχιστη πολιτική ισχύ. Και υπερθεματίζοντας, υποστήριξε ότι ακόμη και το Podemos θα μπορούσε να πραγματοποιήσει μόνο πολύ περιορισμένες μεταρρυθμίσεις:

Δεν μπορούμε να κάνουμε περισσότερα. Υπερασπιζόμαστε τα ίδια που υπερασπιζόταν η Χριστιανική Δημοκρατία πριν από 30 χρόνια. Αυτή είναι μια παρτίδα σκάκι στην οποία δεν έχουμε σχεδόν τίποτα, δεν υπάρχει τίποτα περισσότερο να κάνουμε. Η Ισπανία μπορεί να κάνει ελάχιστα παραπάνω από την Ελλάδα ... όμως οι περιορισμοί είναι τεράστιοι.

Είναι ωραία η πολιτική; Όχι, είναι απολύτως φρικτή , χαμερπής , το χειρότερο πράγμα ... [αλλά] αυτό που έχει δείξει η κατάσταση στην Ευρώπη είναι πως η πολιτική εξαρτάται από τη δύναμη που έχεις.[https://www.youtube.com/watch?v=730LBBehnk8]

Σε παρόμοιο πνεύμα, οι Καναδοί μαρξιστές Λίο Πάνιτς και Σαμ Γκίντιν επέκριναν εκείνους που ασκούσαν κριτική στον αρχηγό του Σύριζα Α. Τσίπρα ότι δεν είναι διατεθειμένος να αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα την απουσία κοινωνικής βάσης για ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικής ρήξης – πρώτα με την Ευρωζώνη και στη συνέχεια “με την Ευρωπαϊκή Ένωση ως μια νεοφιλελεύθερη ζώνη ελεύθερου εμπορίου και ελεύθερων κεφαλαίων”.Οι Πάνιτς και Γκίντιν εμφανίζονται πιο αισιόδοξοι από ό,τι ο Ιγκλέσιας προβάλλοντας το εξής ενδεχόμενο:να κερδίσει ο Σύριζα υποστήριξη για μια παρατεταμένη περίοδο κοινωνικών θυσιών ως πολιτικό προαπαιτούμενο για ένα ριζοσπαστικό σχέδιο -- αν και παραμένει εξαιρετικά θολό πώς μια κυβέρνηση που εφαρμόζει κτηνώδη λιτότητα μπορεί ταυτόχρονα να οικοδομήσει τη λαϊκή ικανότητα αντίστασης στη λιτότητα.

Θα ήταν δύσκολο να φανταστεί κανείς πιο θλιβερές εκτιμήσεις για τα όρια του σχεδίου της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής αριστεράς. Παρά το ιδεολογικό της πάθος, παρά τις ιστορικές δεσμεύσεις της στον ουσιαστικό κοινωνικό μετασχηματισμό, η σημερινή συγκομιδή της είναι πράγματι πολύ μικρή. Προφανώς, αυτό που θα έπρεπε να περιμένει κανείς από την πολιτική επιτυχία της ριζοσπαστικής αριστεράς είναι πολύ περισσότερο από τη λιτότητα την οποία υποτίθεται πως ήθελε να ανατρέψει.

Όλα αυτά μοιάζουν πλέον πολύ απόμακρα από τη μονότονα επαναλαμβανόμενη φράση “η ελπίδα ενάντια στο φόβο” που δονούσε τη διεθνή αριστερά ύστερα από την αιφνίδια εκλογική άνοδο του Σύριζα, τον Μάιο του 2012, και επανεμφανίστηκε όταν το κόμμα αυτό σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού στα τέλη Ιανουαρίου του 2015. Ακόμη κι αν η περί τον Τσίπρα ηγετική ομάδα είχε υιοθετήσει ένα πολύ μετριοπαθές πρόγραμμα, η κυβέρνηση αυτή δεν ήταν μόνο η πρώτη αριστερή στην Ευρώπη μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και η πρώτη σοβαρή κυβερνητική αλλαγή έναντι της σκληρής λιτότητας που είχε θέσει σε εφαρμογή η Ευρωζώνη από το 2010 με την πρώτη ελληνική “διάσωση”.

Ένα από τα προϊόντα της “ελπίδας” ήταν η απόρριψη (και ορισμένες φορές η αποκήρυξη) εκείνων που υποστήριζαν την ιδέα ότι χρειαζόταν κάτι άλλο εκτός από το πολιτικό σχέδιο της ριζοσπαστικής αριστεράς (σαν [την “αριστερή κυβέρνηση”] του Σύριζα) για να ανατραπεί η πολιτική των μεγάλων κοινωνικών δεινών που έπλητταν τους εργαζόμενους Έλληνες. Όμως, ακόμη και όσοι κρατούσαν κριτική στάση απέναντι στη δέσμευση της ηγεσίας του Σύριζα για παραμονή στην Ευρωζώνη υποστήριζαν ότι η ύπαρξη μιας μειοψηφίας μέσα στο κόμμα, που καλούσε σε κάποιο είδος εξόδου από το ενιαίο νόμισμα, αποδείκνυε ότι το εσωτερικό του Σύριζα ήταν ο πιο σημαντικός πολιτικός τόπος για να βρίσκεται κανείς. Σ' αυτό το πνεύμα, η ύπαρξη, εντός του Σύριζα, μιας ομάδας/πλατφόρμας γύρω από ένα πιο σωστό πρόγραμμα δράσης σήμαινε ότι μια κυβέρνηση του Σύριζα αυτή καθ' εαυτήν είχε μεγάλη αξία, επειδή, εάν η υπέρ του ευρώ γραμμή αποτύγχανε στην πράξη, η μειοψηφική άποψη θα είχε τη δική της θέση στον ήλιο. Στο πνεύμα του “μετά τον Τσίπρα, η δική μας σειρά”.

Ελπίδες δημιουργήθηκαν ξανά όταν άρχισαν οι μετά τις εκλογές διαπραγματεύσεις με το Eurogroup. Το ανορθόδοξο διαπραγματευτικό στιλ και η σκανδαλώδης δημόσια συμπεριφορά του Γιάνη Βαρουφάκη φαίνονταν να αναγγέλλουν μια νέα, πιο επιθετική στάση απέναντι στην τρόικα σε αντίθεση με την απώλεια της “αξιοπρέπειας” που είχε δημιουργήσει η συνθηκολόγηση των προηγούμενων κυβερνήσεων με τις απαιτήσεις της ΕΕ-ΕΚΤ και ΔΝΤ. Είναι σημαντικό να κατανοήσει κανείς τι συνεπαγόταν η αρχική στρατηγική, επειδή επισκιάστηκε από τους ισχυρισμούς ότι η εντολή που είχε πάρει ο Σύριζα μέσω των εκλογών υποτίθεται πως ήταν να αλλάξει την πολιτική της τρόικας μέσω της ηθικής πειθούς. Ο Βαρουφάκης επιστρατεύτηκε επειδή είχε διατυπώσει προ πολλού την άποψη ότι είναι προς οικονομικόίδιον όφελος των ισχυρότερων κρατών της Ευρωζώνης (ιδίως της Γερμανίας) να χρησιμοποιήσουν τη θέση τους ως πιστωτών για να “ανακυκλώσουν” τα χρέη των πιο φτωχών και χρεωμένων περιφερειακών χωρών -- ως επί το πλείστον με τον τρόπο που είχαν παίξει αυτό το ρόλο οι ΗΠΑ στην συντριμμένη Ευρώπη μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Βάσει αυτής της άποψης, χώρες όπως η Γερμανία υπονόμευαν την ακεραιότητα του ευρώ προωθώντας μια πολιτική πολύ αυστηρών κανόνων όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά σε όλη τη νομισματική ζώνη, εφόσον αυτοί οι κανόνες τελικά θα οδηγούσαν σε χρεοκοπίες και έξοδο των πιο αδύναμων χωρών όπως η Ελλάδα. Αυτοί οι κανόνες απέκλειαν τη διαγραφή (ή “αναδιάρθρωση”) του ελληνικού χρέους το οποίο θεωρούσε μη βιώσιμο ακόμη και το ΔΝΤ.

Αυτό που αντιμετώπισαν ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης στις διαπραγματεύσεις ήταν ένα τείχος πολιτικής αντίθεσης στα επιχειρήματά τους, κάτι που φαίνεται να τους αιφνιδίασε. Ιδίως, επειδή άλλες κυβερνήσεις της “περιφέρειας” (Ιρλανδίας, Πορτογαλίας και Ισπανίας) που είχαν υποστεί πολλά στην περίοδο της κρίσης ήταν πιο επιθετικοί υποστηρικτές της “γερμανικής” προσέγγισης από όσο οι συνήθεις Βορειοευρωπαίοι ύποπτοι.

Οι διαπραγματευτές του Σύριζα είχαν χάσει τελείως από την οπτική τους το ότι σε μια κατάσταση μεγάλης ανομοιότητας όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά στην Ευρωζώνη, εν μέσω μιας βαθιάς οικονομικής κρίσης, οι ισχυρότερες χώρες πάντα θα κινούνταν προς ακόμη μεγαλύτερη πολιτική σύγκλιση μεταξύ τους, προκειμένου να προστατεύσουν τη δική τους δημοσιονομική ακεραιότητα. Το ζήτημα της πολιτικής σύγκλισης θα υπερνικούσε το ευρέως αναγνωρισμένο πρόβλημα ότι η νομισματική ένωση χωρίς δημοσιονομική ένωση (δηλαδή χωρίς ενιαίο σύστημα πολιτικών αποφάσεων για τις δημόσιες δαπάνες) δημιουργούσε επικίνδυνες κεντρόφυγες δυνάμεις μέσα στην Ευρωζώνη, πράγμα που είχε καταστεί προφανέστατο μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης απλώς δεν κατάλαβαν την πολιτική διάσταση της κρίσης της Ευρωζώνης. Αυτή η πολιτική δεν βασιζόταν μόνο στη “νεοφιλελεύθερη ιδεολογία” ούτε στη γελοιογραφική άποψη μιας σαδιστικής “απεχθούς Γερμανίας”, αλλά στη λογική της συνοχής του ενιαίου νομίσματος πολιτικά όσο και οικονομικά.

Επιπρόσθετα, σε αντίθεση με τις προσδοκίες του Σύριζα, οι πολιτικές τάξεις των χρεωμένων “περιφερειακών” χωρών δεν θα ωφελούνταν καθόλου επιτρέποντας σε κάποιους από τους ομολόγους τους μιας χώρας να έχουν ειδική μεταχείριση, όταν οι ίδιες είχαν επιβάλει άκρως αντιλαϊκά μέτρα εις βάρος των ψηφοφόρων τους τηρώντας τους υφιστάμενους κανόνες της Ευρωζώνης. Μια τέτοια κίνηση το μόνο που θα επέφερε θα ήταν να τροφοδοτήσει τη δημοφιλία των εγχώριων ομολόγων του Σύριζα, όπως το Podemos, που είχαν αποκομίσει εκλογικά οφέλη από την κρίση των παλιών, υπέρ της λιτότητας, κομμάτων της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς. Το κατά της λιτότητας λαϊκό αίσθημα έκανε τις άλλες κυβερνήσεις των περιφερειακών χωρών να ενεργούν περισσότερο –και όχι λιγότερο-- αποφασιστικά για να ενδώσει η Ελλάδα [στις απαιτήσεις της τρόικας].

Έτσι, το πρώτο μεγάλο πλήγμα στην “ελπίδα” ήταν η συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου, με την οποία ο Σύριζα ουσιαστικά συναίνεσε στην εποπτεία του προγράμματος λιτότητας από την τρόικα (που μετονομάστηκε σε “θεσμούς”) όπως είχε συμφωνηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση της ΝΔ. Παρ' όλα αυτά, πολλοί το είδαν αυτό ως ένα κέρδος για τον Σύριζα, ως “πολιτική ανάσα” ώστε να ανασυνταχθεί και να αποσπάσει μια καλύτερη συμφωνία τους επόμενους μήνες των διαπραγματεύσεων, παρά τα κοινωνικά βάσανα που θα προκαλούσε. Εν τω μεταξύ, η δημοσιονομική “χρηστοήθεια” των άλλων περιφερειακών κυβερνήσεων ανταμείφθηκε μετά τη συμφωνία με την Ελλάδα με ένα μεγάλο τμήμα της ποσοτικής χαλάρωσης (νομισματικού ερεθίσματος)που εφάρμοσε η Ευρωζώνη, κάτι που ήταν απίθανο να δοθεί στην Ελλάδα λόγω των εντελώς ιδιαίτερων συνθηκών της.

Αλλά τα χειρότερα δεν είχαν έλθει ακόμη.

Όπως γινόταν όλο και πιο σαφές, το Eurogroup πίεζε να συνεχιστεί και να ενταθεί η αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία, επισείοντας ως τιμωρία μια αναγκαστική έξοδο από το ευρώ, που έφερε σε πολύ δύσκολη θέση τον Τσίπρα στο εσωτερικό της Ελλάδας. Από τη μια μεριά, ενώ είχε εκλεγεί για να προσπαθήσει να τερματίσει τη λιτότητα (αν και με ένα πολύ μετριοπαθές πρόγραμμα), είχε επίσης εκλεγεί στη βάση της παραμονής στο ενιαίο νόμισμα. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν σταθερά υψηλά ποσοστά υποστήριξης της παραμονής και η απουσία ενός ευρέως γνωστού και αξιόπιστου σχεδίου εξόδου από την Ευρωζώνη σήμαινε ότι αυτή η διάθεση ήταν απίθανο να αλλάξει σύντομα. Από την άλλη, ο Τσίπρας αντιμετώπιζε ένα κόμμα στο οποίο ο σκεπτικισμός έναντι του ευρώ ήταν πολύ μεγαλύτερος και η Αριστερή Πλατφόρμα είχε καταλήξει ουσιαστικά ότι η έξοδος από το ευρώ ήταν αναγκαία όσο και αναπόφευκτη. Εάν διαπραγματευόταν μια άθλια συμφωνία λιτότητας , αντιμετώπιζε την πιθανότητα κατάρρευσης της κυβέρνησης , διότι πολλοί δικοί της βουλευτές θα καταψήφιζαν την επιλογή του. Έτσι εξήγησε ο Βαρουφάκης την αιφνίδια απόφαση του Τσίπρα να προκηρύξει δημοψήφισμα , αναγνωρίζοντας ότι εκείνη τη στιγμή προσδοκούσαν πως το “όχι” θα έχανε.

Εάν ο Τσίπρας προσδοκούσε (και/ή ήθελε) ή δεν προσδοκούσε να κερδίσει το “όχι”, η καμπάνιά του για το “όχι” ήταν κρυστάλλινα καθαρή όσον αφορά το τι δεν έθετε στο δημοψήφισμα: την έξοδο από το ευρώ.

...είναι απόλυτη δέσμευση απέναντι στη δημοκρατία για όλους μας ότι θα γίνει σεβαστό το αποτέλεσμα της δημοκρατικής επιλογής του λαού μας, όποιο και αν είναι αυτό. Θέλω, όμως να επαναλάβω κάτι: Κάθε απόπειρα το δημοψήφισμα αυτό να μετατραπεί από δημοψήφισμα απόρριψης του νέου μνημονίου σε δημοψήφισμα για το νόμισμα της χώρας υπονομεύει την ίδια τη δημοκρατική διαδικασία και αποκαλύπτει τις κρυφές και μύχιες επιδιώξεις των υποστηρικτών του μνημονίου.

Αυτή είναι η επιλογή των πιο ακραίων, συντηρητικών και μνημονιακών δυνάμεων, κυρίως έξω από τη χώρα, αλλά και όσων παπαγαλίζουν τις απόψεις τους μέσα στη χώρα. Θέλω να επαναλάβω ότι δεν αποτελεί πρόθεση ούτε επιλογή της Κυβέρνησης ούτε του ελληνικού λαού να ταυτίσουν το μνημόνιο σώνει και καλά με την παραμονή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η Ελλάδα δεν είναι ούτε επισκέπτης ούτε φιλοξενούμενος στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Είμαστε ίσοι μεταξύ ίσων. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα, ούτε καν θεσμικά με βάση τις ευρωπαϊκές συνθήκες που όλοι συνυπογράψαμε, να μας δείξει την πόρτα της εξόδου από το κοινό μας σπίτι. Αυτό το δικαίωμα δεν σκοπεύουμε να το παραχωρήσουμε σε κανέναν και για κανέναν λόγο. [Ομιλία του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα κατά τη συζήτηση για τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου.]

Για να το θέσουμε ευγενικά, ένα λαϊκό “όχι” θα θεωρούνταν ότι δίνει στον Τσίπρα κάποια επιπρόσθετη επιρροή μέσα στο Eurogroup. Ωστόσο, δεδομένου του ότι οι εκλογές του Ιανουαρίου δεν του είχαν δώσει καμιά τέτοια επιρροή, μια πιο ρεαλιστική ερμηνεία πρέπει να επικεντρωθεί στο εσωτερικό πολιτικό δίλημμα του Τσίπρα. Βεβαίως, η προκήρυξη του δημοψηφίσματος εξόργισε τους εταίρους στη διαπραγμάτευση και την παλιά, απαξιωμένη ελληνική πολιτική τάξη, η οποία ρίχτηκε σε μια αναιμική καμπάνια υπέρ του “ναι” --βασισμένη στο φόβο του Grexit — και πλήρωσε το τίμημα. Το δημοψήφισμα προκάλεσε επίσης οικονομικά προβλήματα, με το κλείσιμο των τραπεζών , τα όρια ανάληψης μετρητών από τα ATM και τους κεφαλαιακούς ελέγχους. Αλλά αυτή η κατάσταση, αντί να βοηθήσει το υπέρ της ΕΕ στρατόπεδο, ευνόησε την κυβέρνηση.

Ωστόσο, η κυβερνητική καμπάνια υπέρ του “όχι” ήταν αλλόκοτη, επειδή αμέσως μετά την προκήρυξη του δημοψηφίσματος ο Τσίπρας έστειλε επιστολή στους “εταίρους” με την επιδίωξη να συνάψει μια νέα συμφωνία λιτότητας μαζί τους και ο Βαρουφάκης πρότεινε να ανακληθεί το δημοψήφισμα, εάν οι όροι της επιστολής γίνονταν δεκτοί. Όταν οι Ευρωπαίοι απέρριψαν το αίτημα για συμφωνία, ο Τσίπρας υποστήριξε το “όχι” στη βάση της αντίθεσης με τη στρατηγική των παλιών κομμάτων , αλλά εντός της Ευρωζώνης:

Γνωρίζω πολύ καλά ότι αυτές τις ώρες οι σειρήνες της καταστροφής οργιάζουν.
Σας εκβιάζουν και σας καλούν να ψηφίσετε ΝΑΙ σε όλα τα μέτρα που ζητούν οι δανειστές και μάλιστα χωρίς κανένα αντίκρισμα εξόδου από την κρίση.
Να πείτε κι εσείς όπως έλεγαν εκείνες τις κακές μέρες του κοινοβουλίου, που έχουμε αφήσει πίσω μας, ΝΑΙ σε όλα.
Να γίνετε και εσείς ένα με αυτούς.
Συνένοχοι στη διαιώνιση των μνημονίων.

Επιμένουν κάποιοι να συνδέουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος με την παραμονή της χώρας στο ευρώ.
Λένε, μάλιστα, ότι έχω κρυφό σχέδιο, αν ψηφιστεί το OXI, να βγάλουμε τη χώρα από την ΕΕ.
Λένε εν γνώσει τους ψέμματα.
Όσοι τα λένε, είναι οι ίδιοι που τα έλεγαν και στο παρελθόν. [http://www.avgi.gr/article/5674188/al-tsipras-oxi-stis-seirines-tis-katastrofis-desmeuomai-prosopika-gia-lusi-video-]

Όμως, ο Τσίπρας ήταν πολύ λιγότερο συγκεκριμένος σχετικά με το τι θα σήμαινε ένα “όχι” για τα κοινωνικά συμφέροντα του λαού. Ο Στάθης Κουβελάκης της Αριστερής Πλατφόρμας , υποστηρικτής ενός λαϊκού Grexit, είπε ότι , κατά τη διάρκεια της εκλογικής καμπάνιας του “όχι”, βρέθηκε σε δύσκολη θέση διότι δεν είχε απαντήσεις στο ερώτημα που του έθεταν τι θα έκανε ο Σύριζα αν επικρατούσε το “όχι”. Υπήρχε έντονη αντίφαση ανάμεσα στις προσδοκίες των αριστερών ακτιβιστών που έδιναν τη μάχη για το “όχι” στη βάση (πολλοί από αυτούς ήταν ήδη πεπεισμένοι για την αναγκαιότητα κάποιας “ρήξης”) , από τη μια, και στις προθέσεις της κυβέρνησης και τη συνείδηση των ψηφοφόρων, από την άλλη.

Και πάλι ο Τσίπρας κατέστησε σαφείς τις προθέσεις του στη μεγάλη συγκέντρωση του “όχι” στο Σύνταγμα, στις 3 Ιουλίου:

Την Κυριακή δίνουμε όλοι μαζί μήνυμα δημοκρατίας και αξιοπρέπειας στην Ευρώπη και στον κόσμο.

Στέλνουμε ξανά μήνυμα ελπίδας στους λαούς.

Γιατί την Κυριακή δεν αποφασίζουμε απλά να μείνουμε στην Ευρώπη.

Αποφασίζουμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια στην Ευρώπη, να δουλέψουμε και να προκόψουμε στην Ευρώπη.

Να είμαστε ίσοι έναντι ίσων στην Ευρώπη.

Και πιστέψτε με, κανένας δεν έχει το δικαίωμα να απειλεί ότι θα αποκόψει την Ελλάδα από τον φυσικό γεωγραφικό της χώρο.

Κανένας δεν έχει το δικαίωμα να απειλεί ότι θα διαιρέσει την Ευρώπη.

Η Ελλάδα, η πατρίδα μας, ήταν, είναι και θα παραμείνει η κοιτίδα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού.

...

Από τούτο εδώ τον τόπο θέλουν τώρα οι τεχνοκράτες της λιτότητας να ξαναρπάξουν την Ευρώπη.

Ε λοιπόν, ΟΧΙ. Θα τους πούμε ΟΧΙ την Κυριακή.

Δεν θα αφήσουμε την Ευρώπη στα χέρια όσων θέλουν να την αρπάξουν από τη δημοκρατική της παράδοση.

[http://left.gr/news/al-tsipras-sto-syntagma-thelei-areti-kai-tolmi-i-eleytheria#sthash.B58TzrUW.dpuf]

Αυτή ακριβώς η αντίφαση, ο αμφίσημος και παράδοξος χαρακτήρας της ψήφου υπέρ του “όχι”, διέφυγε από τους περισσότερους υποστηρικτές του εντός της ριζοσπαστικής αριστεράς. Καθώς τα νέα του μαζικού “όχι” σε ποσοστό 61% ταξίδευαν και ένα κύμα ευφορίας συνέπαιρνε την αριστερά, ελάχιστοι ήταν προετοιμασμένοι για την πολιτική καταστροφή που επρόκειτο να τους καταπιεί.

Πηγή: http://left-flank.org/2015/09/21/greeces-radical-left-experiment-an-obituary-part-1/

2. “Σ' αυτή την παρτίδα σκάκι δεν έχουμε σχεδόν τίποτα”

Τις ημέρες μετά το μαζικό “όχι” του 61% στο ελληνικό δημοψήφισμα, σε όλο το πολιτικό φάσμα διαχέονταν σχόλια που έδειχναν πλήρη παρανόηση για το τι ακριβώς είχε διαδραματιστεί.

Κάποιοι θεώρησαν ότι η λαϊκή ψήφος θα πίεζε το Eurogroup, να θέτει πιο ήπιες απαιτήσεις. Άλλοι προσδοκούσαν πως το “όχι” θα κατέληγε σε μια ταχεία μετάβαση προς ένα οδυνηρό, αναγκαστικό Grexit, επειδή ο Σύριζα είχε προσπαθήσει οφθαλμοφανώς να θέσει τη δημοκρατική λαϊκή ψήφο πάνω από τους κανόνες και τις διαδικασίες της Ευρωζώνης. Κάποιοι στην αριστερά που ήταν υπέρ μιας “λαϊκής” εξόδου από το ευρώ το είδαν σαν ευκαιρία να λογικευτεί ο Τσίπρας και να αναγκαστεί να πραγματοποιήσει τη ρήξη με την πολιτική της λιτότητας.

Οι περισσότεροι συμφωνούσαν με την εκτίμηση ότι “προκηρύσσοντας το δημοψήφισμα, ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας εξαπέλυσε ένα κοινωνικό ξέσπασμα” και ότι

Σε μια πολύ σύντομη εβδομάδα, υπήρξε μια στάθμιση. Τους ερχόμενους μήνες θα μάθουμε το πλήρες μέγεθος της νίκης της Κυριακής όσον αφορά την ετοιμότητα των εργαζόμενων, των φοιτητών και των ανέργων στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη να συνεχίσουν τον αγώνα κατά οποιασδήποτε εκδήλωσης της λιτότητας.[https://redflag.org.au/article/historic-vote-greece-challenges-ahead]

Αντί για τα παραπάνω, συνήφθη μια συμφωνία τρομακτικής λιτότητας –- χειρότερη από τους όρους του Eurogroup που μόλις είχε απορρίψει η λαϊκή ψήφος. Δεν υπήρξε Grexit, ούτε κάποια ενέργεια “ρήξης”, και το ελληνικό κοινοβούλιο ψήφισε το νέο μνημόνιο με μεγάλη πλειοψηφία. Παρόλο που ένα τμήμα των βουλευτών του Σύριζα αρνήθηκε να ψηφίσει τη νέα συμφωνία, ο επικεφαλής της Αριστερής Πλατφόρμας Παναγιώτης Λαφαζάνης υποσχέθηκε να στηρίξει την κυβέρνηση, παρά το ότι δεσμεύτηκε να εφαρμόσει πολιτική λιτότητας.

“Υποστηρίζουμε την κυβέρνηση και όσοι από εμάς ψήφισαν 'όχι' υποστηρίζουν τις προσπάθειες που οδηγούν την Ελλάδα στην έξοδο από την κρίση με το κεφάλι ψηλά και με κοινωνική δικαιοσύνη”, είπε ο Λαφαζάνης μετά την ψηφοφορία, προσθέτοντας ότι “είμαστε βουλευτές αυτής της κυβέρνησης. Την υποστηρίζουμε ολόψυχα, είμαστε η καρδιά και η ψυχή του Σύριζα, υποστηρίζουμε το κόμμα, υποστηρίζουμε το κόμμα στην κυβέρνηση , υποστηρίζουμε τον πρωθυπουργό –- δεν υποστηρίζουμε το μνημόνιο”.

Πρόσθεσε δε ότι ο Σύριζα ήταν ενωμένος και η ραχοκοκαλιά της κυβέρνησης που θα ακολουθήσει προοδευτική πορεία εξόδου από την κρίση. Όταν ρωτήθηκε αν θα παραιτηθεί εάν ο πρωθυπουργός Τσίπρας του το ζητούσε, ο Λαφαζάνης, εξέχων υπουργός, απάντησε ότι είναι προνόμιο του πρωθυπουργού να καθορίζει τη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου. Τόνισε ότι ο Τσίπρας είναι πρωθυπουργός με τη βούληση του λαού.

Ούτε υπήρξε μαζικός ξεσηκωμός κατά του τρίτου μνημονίου –- με διαδηλώσεις στις οποίες συμμετείχε, στην καλύτερη περίπτωση, μόνο ένα πολύ μικρό τμήμα των συγκεντρώσεων του “όχι” προ του δημοψηφίσματος. Όντως οι δημοσκοπήσεις στην Ελλάδα έδειχναν ότι ο Σύριζα διατηρεί την πρωτιά στις εκλογικές προτιμήσεις και ότι υπάρχει ισχυρή υποστήριξη των διαπραγματεύσεων του Τσίπρα παρά την αναγνώριση ότι διεξάγονταν ενάντια στο πνεύμα της ψήφου υπέρ του “όχι” -- στην καλύτερη περίπτωση έδειχναν πως υπάρχει μια μικρή αύξηση του ποσοστού αυτών που υποστήριζαν την αποχώρηση από το ευρώ. Δεν εκφραζόταν αύξηση της υποστήριξης των κομμάτων της άκρας αριστεράς εκτός Σύριζα.

Ο Τσίπρας, μερικές ημέρες αργότερα, στο Κοινοβούλιο, συνόψισε το πώς έβλεπε την εντολή που του είχε δοθεί:

[ο ελληνικός λαός] απέρριψε το τελεσίγραφο. Δεν έδωσε εντολή ρήξης. Έδωσε εντολή ενίσχυσης της διαπραγματευτικής προσπάθειας για μια οικονομικά βιώσιμη συμφωνία.

Κι εγώ δεν έκρυψα στιγμή ούτε τις προθέσεις μου ούτε την αλήθεια από τον ελληνικό λαό. Δεν ζήτησα το «Όχι» ως εντολή εξόδου αλλά ως εντολή ενίσχυσης της διαπραγματευτικής μας δύναμης. Δεσμεύτηκα μάλιστα και προσωπικά πριν από το δημοψήφισμα να κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να φέρω το συντομότερο δυνατόν, ακόμα και στις πρώτες σαράντα οκτώ ώρες, μία καλύτερη συμφωνία. Σε αυτό πλαίσιο ψήφισε ο ελληνικός λαός την προηγούμενη Κυριακή και δεν θα έρθω εγώ σήμερα να παριστάνω κάτι άλλο από αυτό που υποσχέθηκα. Και αυτό που υποσχέθηκα πράττω.

Εξέλαβα το «Όχι» ως εντολή για μια καλύτερη λύση, για μια καλύτερη συμφωνία, ως επιλογή αξιοπρέπειας για μεγάλη μερίδα του ελληνικού λαού, για χιλιάδες ανθρώπων που έχουν βιώσει τη φτώχεια και την αναξιοπρέπεια όλα αυτά τα χρόνια, εξέλαβα το «Όχι», όμως, και ως ψήφο εμπιστοσύνης στην Κυβέρνηση και στις προσπάθειές τις. Και τώρα έρχεται η ώρα να κάνουμε απολογισμό. [http://www.primeminister.gov.gr/2015/07/11/13872]

Ελάχιστοι ανέμεναν ότι θα διατύπωνε αυτή την ερμηνεία του “όχι” με τόση ευκολία, τουλάχιστον στο άμεσο χρονικό διάστημα. Εν μέρει είχαν παραπλανηθεί από την ταξική κατανομή της ψήφου, οι λαϊκές γειτονιές ψήφισαν μαζικά “όχι” ενώ οι γειτονιές των εύπορων και πλούσιων στρωμάτων ψήφισαν συντριπτικά “ναι”. Όμως, η ταξική κατανομή της ψήφου σε ένα δημοψήφισμα δεν ταυτίζεται με θετική διεκδίκηση των κοινωνικών ταξικών συμφερόντων. Όπως διατείνονταν οι “NewYorkTimes” σε ρεπορτάζ τους μετά το δημοψήφισμα, η πραγματική δυναμική ήταν πως ο Τσίπρας “είναι το εναπομένον πρόσωπο στο πολιτικό τοπίο της Ελλάδας χωρίς ορατό αντίπαλο”:

Όπως λένε οι ειδικοί, ο κ. Τσίπρας θα απευθύνεται σε έναν πληθυσμό που έχει μπουχτίσει με την πολιτική των τελευταίων 40 χρόνων και ελπίζει ότι του προσφέρει μια αλλαγή. Τα δύο κόμματα που εναλλάχτηκαν στην κυβέρνηση αυτά τα χρόνια, η κεντροδεξιά ΝΔ και το κεντροαριστερό ΠΑΣΟΚ, βρίσκονται σε αποδιοργάνωση.

Ο κ. Τσίπρας επωφελείται από το ότι ουδέποτε είχε σχέση με αυτά τα κόμματα. “Η τεράστια πλειοψηφία των Ελλήνων θέλει να απομακρυνθεί από τα κόμματα του παρελθόντος”, λέει ο Νίκος Μαλκουτζής, πολιτικός αναλυτής στο MacroPolis, έναν ιστότοπο που ειδικεύεται στην ανάλυση των ειδήσεων. [http://www.nytimes.com/2015/07/22/world/europe/alexis-tsipras-transforms-himself-as-he-sells-greek-bailout-terms.html?_r]

Για να το θέσουμε απλά, από την ταχεία κατάρρευση της παλιάς πολιτικής τάξης πραγμάτων ευνοήθηκε πολύ περισσότερο ο Σύριζα παρά η όποια έκφραση των κοινωνικών κινημάτων κατά της λιτότητας. Αυτό ίσχυε και στην προ των εκλογών του 2012 περίοδο , όπως είχα υποστηρίξει και τότε [http://left-flank.org/2012/06/08/the-shock-of-the-not-so-new-or-the-greek-elections-syrizas-rise/ --ένα πολύ εύστοχο σε αρκετά σημεία του άρθρο, όπως αποδείχθηκε, σ.τ.μ.] και ίσχυε ακόμη περισσότερο μετά τα μέσα του 2012, όταν , όπως όλοι αναγνωρίζουν, το συνολικό επίπεδο των κοινωνικών αγώνων έπεσε σε σημαντικό βαθμό συγκρινόμενο με την προηγούμενη περίοδο.

Με το να τους διαφεύγει αυτό το γεγονός –- και αντί γι' αυτό να ασχολούνται με την ιστορική προέλευση του Σύριζα από τον μεταπολεμικό κομμουνισμό, τις βασικές εσωτερικές ιδεολογικές τάσεις του, την έξυπνη κίνησή του να σχετιστεί με το “κίνημα των πλατειών” του 2011και τη δημόσια δέσμευση ακόμη και των πιο συντηρητικών ηγετών του κατά της λιτότητας και υπέρ της εφαρμογής ενός είδους προγράμματος της “ριζοσπαστικής αριστεράς”-- πολλοί σχολιαστές δεν συνέλαβαν το πόσο αβαθής ήταν η κοινωνική βάση του Σύριζα και πόσο πιο πενιχρή ήταν η κοινωνική βάση των πιο ριζοσπαστικών ρευμάτων στο εσωτερικό του. Ενώ το ΠΑΣΟΚ , στο πιο υψηλό σημείο της ισχύος του τη δεκαετία του 1980, κατόρθωσε να αντλήσει δύναμη και να κερδίσει θετικά την υποστήριξη μιας ευρείας κοινωνικής βάσης ώστε να κυριαρχήσει στην ελληνική πολιτική, ο Σύριζα βασίζεται πολύ περισσότερο σε μια αρνητική διαδικασία: το άδειασμα και τον κατακερματισμό των παλιών κομμάτων. Συνεπώς, το μεγάλο “όχι” στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου εξέφραζε περισσότερο μια αποφασιστική απόρριψη της παλιάς προ μνημονίου πολιτικής τάξης παρά κάποιο είδος ριζοσπαστικής ταξικής ρήξης με την κοινωνική κρίση που καταστρέφει την Ελλάδα. Επίσης σήμαινε ότι ενώ ο Τσίπρας εμφανίστηκε ως ο αδιαμφισβήτητος νικητής στο αιθέριο βασίλειο της πολιτικής, δεν υπήρχε κοινωνική δύναμη πίσω του η οποία θα μπορούσε να επιβάλει μια ουσιαστικά διαφορετική έκβαση στις διαπραγματεύσεις.

Το “όχι” έδωσε στον Τσίπρα το μοχλό για να εξασφαλίσει την επίσημη υποστήριξη των βασικών κομμάτων της αντιπολίτευσης στο κοινοβούλιο για τις νέες διαπραγματεύσεις και τη λιτότητα, ενώ του έδωσε επίσης τη δυνατότητα να κερδίσει χρόνο έναντι των διαφωνούντων στο εσωτερικό του κόμματός του στο άμεσο χρονικό διάστημα. Το αποτέλεσμα ήταν να ενισχύσει τη θέση του μέσα στο πολιτικό σύστημα και να επιδείξει την απομόνωση εκείνων μέσα στις γραμμές του που κατάρτιζαν σχέδια για την έξοδο από την Ευρωζώνη. Επειδή η Αριστερή Πλατφόρμα είχε μικρή κοινωνική βάση και επειδή μόνο μια μικρή μειοψηφία ψηφοφόρων υποστήριζαν ευθέως μια επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, η απλοϊκή και ερασιτεχνική απόφασή της να πραγματοποιεί συναντήσεις για τη δημιουργία τέτοιων σχεδίων την άφησαν ανοιχτή σε υστερικές κατηγορίες περί “συνωμοσίας” για την αντιδημοκρατική επαναφορά της δραχμής [βλ. σχετικό άρθρο των “FinancialTimes”: “Syriza’scovertplotduringcrisistalkstoreturntodrachma”]. Για την Αριστερή Πλατφόρμα, η έξοδος από το ευρώ δεν ήταν μια ρεαλιστική στρατηγική που είχε κάποια πιθανότητα να εκπληρωθεί στη βάση του υπάρχοντος συσχετισμού δύναμης. Αντίθετα, ήταν μια καθαρά διανοητική επιλογή για την έξοδο από την παγίδα στην οποία είχε μπει και δεν είχε διέξοδο προς τον πραγματικό κόσμο.

Ως συνέπεια, η μάχιμη εσωτερική αντιπολίτευση στον Τσίπρα υποχώρησε αντί να αυξηθεί, ακριβώς γιατί δεν υπήρχε σαφής κοινωνική βάση γι' αυτήν. Για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο που ανέφερε ο Πάμπλο Ιγκλέσιας (και είναι παρμένος από τον Στάλιν) δεν υπήρχαν στρατιωτικές “μεραρχίες” που θα μπορούσαν να αναπτυχθούν ώστε να καταστήσουν βιώσιμη πολιτική μια ριζοσπαστική έξοδο από το ευρώ. Έτσι, η αρχική πλειοψηφία κατά της συμφωνίας με τους δανειστές εντός της Κεντρικής Επιτροπής του Σύριζα κατακερματίστηκε, αφήνοντας την Αριστερή Πλατφόρμα με μια μειοψηφία και επιτρέποντας στον Τσίπρα να προωθήσει ένα έκτακτο συνέδριο με εκλογή νέων αντιπροσώπων — το οποίο σήμαινε ότι η ηγεσία ήταν πιθανόν να συγκροτήσει μια συντριπτική πλειοψηφία που να αντανακλά την τρέχουσα αδυναμία των αντιπάλων της. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι ο Τσίπρας θα μπορεί να προωθήσει εσωτερικά αυτό το πλεονέκτημα, ενισχυμένος από την έλλειψη αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης εκ μέρους της Αριστερής Πλατφόρμας, ώστε να καταπνίξει την εσωτερική διαφωνία, να κρατήσει την κυβέρνηση ενωμένη και να αποφύγει πρόωρες εκλογές (που θα ήταν ένας πονοκέφαλος τον οποίο δεν χρειάζεται). [Υπενθυμίζουμε ότι το τμήμα αυτό είναι γραμμένο στις 3/8/2015 – σ.τ.μ.] Η Αριστερή Πλατφόρμα εξαρτάται περισσότερο από ποτέ από την παραμονή της στο εσωτερικό του Σύριζα (και, τώρα, στην κυβέρνηση) για να ασκήσει οποιαδήποτε επιρροή και να διατηρήσει την κοινοβουλευτική εκπροσώπησή της. Όχι μόνο η συμφωνία συνέχισης της λιτότητας δεν επιβεβαίωσε το “μετά τον Τσίπρα, η σειρά μας”, αλλά η Αριστερή Πλατφόρμα είναι σε μια κατάσταση που δεν μπορεί να πάει πουθενά αλλού.

Παρά την μεγάλη συζήτηση που γίνεται για την έλλειψη δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, για τον “εκβιασμό” και το “σαδισμό” των Γερμανών (το τελευταίο διανθισμένο με μια δυσάρεστη οσμή ελληνικού σοβινισμού σε ορισμένα σχόλια), η πραγματικότητα είναι ότι ο Σύριζα παραβίασε αντιδημοκρατικά δύο φορές την εκλογική εντολή του να σταματήσει τη λιτότητα -- μία στις 20 Φεβρουαρίου, όταν εγκατέλειψε τις (μάλλον μετριοπαθείς) υποσχέσεις του υπέρ της συνέχισης της λιτότητας και πάλι την 5η Ιουλίου, όταν ανενδοίαστα μετέτρεψε το “όχι” σε “ναι”. Όσοι εξακολουθούν να παρουσιάζουν την κυβέρνηση ως θύμα ξεχνούν ότι η ελληνική πολιτική τάξη δεν υπέγραψε απλώς με μεγάλη προθυμία το σχέδιο για το ευρώ, αλλά ακόμη και η παραλλαγή της “ριζοσπαστικής αριστεράς” αυτής της πολιτικής τάξης αντιμετωπίζει την Ευρωζώνη (με τα λόγια του Βαρουφάκη) “σαν τον τραγούδι των Eagles ‘Hotel California’ — μπορείς να δηλώσεις όποτε σου αρέσει αναχώρηση, αλλά δεν μπορείς ποτέ να φύγεις”. Είναι μια πολύ γνωστή τακτική των αδύναμων πολιτικών και κυβερνήσεων να κρύβονται πίσω από τους τεχνοκράτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προκειμένου να δικαιολογήσουν τη δική τους απόσπαση από τα πραγματικά κοινωνικά συμφέροντα με ισχυρισμούς ότι δεν είναι σε θέση να ανταποκριθούν σ' αυτά τα συμφέροντα, λόγω αυτών των ίδιων θεσμών πάνω στους οποίους γαντζώνονται απεγνωσμένα. Το μόνο καινούργιο στην προκειμένη περίπτωση είναι ότι η ριζοσπαστική αριστερά μπόρεσε να προσφέρει ένα νέο πρόσωπο στο ανυπόληπτο πολιτικό σύστημα, πιο ειλικρινής ως προς την ανικανότητά της να δημιουργήσει μια διαφορετική κατάσταση πέρα από τη σφαίρα της εκλογικής πολιτικής.

Η ικανότητα του Τσίπρα να προχωρήσει στην πιο αδιάντροπη στροφή 180 μοιρών που έχει υπάρξει ποτέ στη ριζοσπαστική αριστερά αντανακλά την απουσία κοινωνικής βάσης για μια αυθεντική εναλλακτική λύση. Επιπλέον, τα πρόσφατα γεγονότα επιβεβαίωσαν την παντελή σχεδόν απουσία κοινωνικού ταξικού περιεχομένου στο πολιτικό πρόγραμμα του Σύριζα, γι' αυτό και μπόρεσε να το βάλει στην άκρη χωρίς μεγάλη αναταραχή, όταν τα πράγματα δυσκόλεψαν. Εάν η εκλογή του Σύριζα ήταν πράγματι μια έκφραση (οσοδήποτε διαστρεβλωμένη) ενός λαϊκού κοινωνικού κινήματος κατά της λιτότητας, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς θα μπορούσαν να εξελιχθούν τα πράγματα τις τελευταίες εβδομάδες όπως εξελίχθηκαν.

Η “ελπίδα” που επενδύθηκε στην εκλογή κυβέρνησης του Σύριζα ήταν , εν τέλει, ευθέως ανάλογη με την απουσία ελπίδας να μετατραπεί η κοινωνική αντίσταση στη λιτότητα δικαιωματικά σε μια αυθεντική εναλλακτική. Από τη μια, αυτό ήταν παρεπόμενο του ότι οι αγώνες των ετών 2010-12 ως επί το πλείστον δεν είχαν τη δυναμική να απελευθερωθούν από τα όρια που επέβαλε η γραφειοκρατία των συνδικάτων, πολύ περισσότερο να φτάσουν στο επίπεδο του Κινήματος της 15ης Μάη, στην Ισπανία. Από την άλλη, η ευρύτερη κοινωνική αντίσταση , ενώ ήταν σημαντική, παρέμεινε εντός των περιορισμών που επέβαλε μια εξασθενημένη πολιτική τάξη πραγμάτων. Η αναγνώριση αυτού του γεγονότος δεν πρέπει να σπείρει την απογοήτευση σχετικά με τους κοινωνικούς αγώνες, οδηγώντας στην αναζήτηση κάποιου είδους “πολιτικής εναλλακτικής” εκτός αυτών. Μάλλον απαιτείται μια ειλικρινής εκτίμηση που θα οδηγήσει τους ανθρώπους να σκεφθούν πώς θα βοηθήσουν το κίνημα να ξεπεράσει τα αδιέξοδά του, με τη δική του κοινωνική δυναμική.

Δικαιωματικά, η ελληνική πανωλεθρία θα πρέπει να υπηρετήσει ως ο επικήδειος της ιδέας ότι η πολιτική της ριζοσπαστικής αριστεράς αποτελεί βιώσιμη λύση για τις αυξανόμενες κοινωνικές αντιθέσεις στην Ευρώπη. Παρά τον μεγάλο εκστασιασμό σχετικά με τη “στροφή στην πολιτική” ή την “επιστροφή της στρατηγικής” , ο Σύριζα αποτελεί μια εκτυφλωτική εκδήλωση των ορίων μιας πολιτικής που στερείται κοινωνικής βάσης , φέρνοντας στο προσκήνιο μια νέα γενιά πολιτικών που διαπαιδαγωγούν τους ψηφοφόρους να μην περιμένουν πολλά μέσω της κοινωνικής αλλαγής ( επειδή η πολιτική δεν αφορά πραγματικά αυτού του είδους τα πράγματα). Ο Πάμπλο Ιγκλέσιας, συνεπώς, είναι ακριβής όταν λέει, αναφορικά με την ριζοσπαστική αριστερά στη Νότια Ευρώπη, ότι “σ' αυτή την πατρίδα σκάκι στην οποία δεν έχουμε σχεδόν τίποτα, δεν υπάρχουν και πολλά πράγματα να κάνουμε”. Από αυτή την ανάλυση, βεβαίως, διαφεύγει η κοινωνική ισχύς που φαίνεται να εγκατέλειψε η ριζοσπαστική αριστερά προκειμένου να παίξει με τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού (όσο έξυπνα κι αν το κάνει).

Πηγή: http://left-flank.org/2015/09/22/greeces-radical-left-experiment-an-obituary-part-2/

3. Τι απέμεινε μετά την ελληνική πανωλεθρία;

Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πιο ταπεινωτική ήττα για την κατά της λιτότητας αριστερά στην Ευρώπη από το αποτέλεσμα των εκλογών της 20ής Σεπτεμβρίου που προκήρυξε ο Έλληνας πρωθυπουργός Α. Τσίπρας. Παρά τις δημοσκοπήσεις που έδειχναν να εναλλάσσεται στην πρώτη θέση, με μικρές διαφορές, με τη Ν.Δ., ο Σύριζα σημείωσε ισχυρή νίκη και ήταν για άλλη μια φορά ικανός να σχηματίσει κυβέρνηση με τους δεξιούς ΑΝΕΛ.

Ενώ , χονδρικά, τα ποσοστά δεν απείχαν από αυτά του Ιανουαρίου, αυτή τη φορά ο Σύριζα δεν μιλούσε πλέον για παύση της λιτότητας, αλλά για την πιο δίκαιη και πλήρη εφαρμογή των σκληρών μέτρων που συνόδευσαν τη νέα δανειακή συμφωνία (“μνημόνιο”) την οποία είχε “απρόθυμα” υπογράψει με το Eurogroup.

Εν τω μεταξύ, η πρόσφατα συγκροτημένη Λαϊκή Ενότητα –-αριστερή διάσπαση του Σύριζα-- με ένα πρόγραμμα σχεδόν ταυτόσημο με εκείνο που έφερε τον Σύριζα στην κυβέρνηση πριν από 8 μήνες, απέτυχε να κερδίσει το 3% των ψήφων και να εκπροσωπηθεί στο κοινοβούλιο. Οι 25 βουλευτές που είχαν ψηφίσει κατά του τρίτου μνημονίου αναγκάστηκαν να φύγουν από το κόμμα, όταν ο Τσίπρας προκήρυξε εκλογές, επειδή μπορούσε να τους εκκαθαρίσει από τις εκλογικές λίστες. Τώρα, ως Λαϊκή Ενότητα, δεν έχουν έδρες στο κοινοβούλιο.

Tα άλλα δύο κόμματα που καταψήφισαν το νέο μνημόνιο και κέρδισαν έδρες, το ΚΚΕ και η νεοναζιστική Χρυσή Αυγή, σημείωσαν μικρή ποσοστιαία άνοδο ως αντίδραση στην εντυπωσιακή μεταμόρφωση του Τσίπρα από φλογερό αντίπαλο της λιτότητας σε αυτόν που εφαρμόζει τη σχεδιασμένη από την τρόικα αναδιάρθρωση. Παρ όλα αυτά, έχασαν σε απόλυτους αριθμούς , καθώς ψήφισαν κατά 7% λιγότεροι ψηφοφόροι από τις εκλογές του Ιανουαρίου, αυξάνοντας το ποσοστό της αποχής σε πάνω από το 43%, το υψηλότερο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Κατά κάποιον τρόπο, το εκλογικό αποτέλεσμα συνιστούσε ένα ακόμη μεγαλύτερο πλήγμα στην “ελπίδα” που επενδύθηκε στο πολιτικό σχέδιο της ριζοσπαστικής αριστεράς από τότε που ο Τσίπρας πέταξε στα σκουπίδια τη δημοκρατία , τον Ιούλιο, γυρνώντας την πλάτη του τόσο στην εντολή των εκλογέων όσο και στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Τουλάχιστον, σύμφωνα με μια επιχειρηματολογία, η Λαϊκή Ενότητα αποτελούσε μια σοβαρή εκλογική επιλογή για όλους όσοι αισθάνονταν προδομένοι από τις ενέργειες του Τσίπρα. Όμως, το νέο κόμμα είχε ασήμαντο εκλογικό αντίκτυπο.

Και αυτό παρά το ότι οι πρώην βουλευτές του Σύριζα είχαν αρκετά μεγάλη κάλυψη από τα ΜΜΕ, η Λαϊκή Ενότητα συμμετείχε και σε μια τηλεμαχία μεταξύ των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων, και σχημάτισαν έναν εναλλακτικό συνασπισμό αμέσως μετά την προκήρυξη των εκλογών. Επιπρόσθετα, ο εξαιρετικά δημοφιλής πρώην υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης –-που θεωρείται ευρέως από θέση αρχών αντίθετος στην προδοσία του Τσίπρα-- δήλωσε δημόσια ότι θα ψήφιζε τη Λαϊκή Ενότητα.

Τις ημέρες της ίδρυσης της Λαϊκής Ενότητας, το πρώην μέλος της ΚΕ του Σύριζα Στάθης Κουβελάκης υποστήριξε ότι το νέο κόμμα είχε δύο βασικούς στόχους:

[Ο πρώτος στόχος] είναι να εκφράσουμε τις κοινωνικές δυνάμεις που δεν αναγνωρίζουν κατ' ανάγκην τον εαυτό τους ως τμήμα της αριστεράς , αλλά θέλουν να αντιπαλέψουν τη λιτότητα, τα μνημόνια και την “επαναφορά της ισχύος της τρόικας” που φέρνει το νέο μνημόνιο.

Ο δεύτερος είναι το μέτωπο να αποτελέσει πολιτική έκφραση του “όχι” όπως εκφράστηκε τόσο στις εκλογές του Ιανουαρίου όσο και στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου.[https://www.jacobinmag.com/2015/08/popular-unity-syriza-left-platform-lafazanis/]

Όμως, το καταστροφικό εκλογικό αποτέλεσμα της Λαϊκής Ενότητας ρίχνει φως στο πώς η άνοδος του Σύριζα αντανακλούσε πολύ περισσότερο το κενό που δημιουργήθηκε από την κατάρρευση της μεταδικτατορικής πολιτικής τάξης πραγμάτων στην Ελλάδα παρά κάποιο είδος κοινωνικής δύναμης ικανής να αμφισβητήσει τη λιτότητα της Ευρωζώνης , πολύ περισσότερο μια κοινωνική βάση της ριζοσπαστικής αριστερής πολιτικής. Για να το πούμε καθαρά, οι περισσότεροι απλοί άνθρωποι στην Ελλάδα θέλουν να ανατραπεί η λιτότητα –είναι προς το συμφέρον της τεράστιας πλειονότητας να τερματιστεί η κρίση-- , αλλά δεν υπήρξε μια μεγάλη και καλά οργανωμένη κοινωνική αντίδραση στον κύκλο της οικονομικής κατάρρευσης, στην αυξανόμενη ανεργία και στις περικοπές κοινωνικών υπηρεσιών πάνω στην οποία να βασιστεί ένα πολιτικό σχέδιο που θα μπορούσε να έχει πετύχει κάτι ουσιωδώς διαφορετικό. Περαιτέρω, από το 2012 και εξής σημειώθηκε υποχώρηση ακόμη και των περιορισμένων, ελεγχόμενων συνήθως από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία, αγώνων που έλαβαν χώρα στην πρώτη περίοδο της λιτότητας από το 2010. Αυτή η υποχώρηση θεωρήθηκε από πολλούς παράγοντες του Σύριζα ως ο λόγος για τον οποίον χρειαζόταν μια “πολιτική λύση” στο αδιέξοδο των κοινωνικών κινημάτων.

Αυτό εξηγεί το γιατί, αν εξαιρέσουμε λίγες μικρές διαδηλώσεις και απεργίες, δεν υπήρξε διαρκής κοινωνική αντίσταση στη νέα συμφωνία και συνεπώς δεν υπήρξε η βάση για μια εναλλακτική πολιτική που θα μπορούσε να παρατάξει αυτές τις δυνάμεις εναντίον της κυβέρνησης. Υπάρχει πολύς κυνισμός και θυμός γι' αυτό που συνέβη, αλλά δεν υπήρξε κινητοποίηση που θα μπορούσε να λύσει το τρέχον αδιέξοδο. Αντίθετα, οι πολιτικοί ακτιβιστές ανακυκλώνουν την ιδέα ότι χρειάζεται άλλη μια αναδιάταξη των αριστερών πολιτικών δυνάμεων [ https://www.jacobinmag.com/2015/09/tsipras-syriza-austerity-september-20-election-anel/ -- άρθρο του Π. Σωτήρη], είτε γύρω από τη Λαϊκή Ενότητα, είτε από κάποιον νέο αστερισμό δυνάμεων, προκειμένου να υπάρξει κάποιο διαφορετικό αποτέλεσμα.

Ένας άξονας πάνω στον οποίο κινούνται αυτές οι απόψεις είναι η ιδέα ότι χρειάζεται μια πιο ριζοσπαστική “ρήξη” με την Ευρωζώνη. Ενώ πάντα ήταν σαφές σε ορισμένους μέσα στη ριζοσπαστική αριστερά ότι το στρατηγικό έλλειμμα του Σύριζα έναντι της τρόικας οφειλόταν εν μέρει στη βαθιά δέσμευσή του στο ενιαίο νόμισμα, η προθυμία απλώς να επιδοκιμαστεί το “Grexit” δεν αποτελεί λύση. Όπως αναφέρεται στο δεύτερο μέρος του παρόντος κειμένου:

Για την Αριστερή Πλατφόρμα , η έξοδος από το ευρώ δεν ήταν μια ρεαλιστική στρατηγική που είχε κάποια πιθανότητα να εκπληρωθεί στη βάση του υπάρχοντος συσχετισμού δύναμης. Αντίθετα, ήταν μια καθαρά διανοητική επιλογή για την έξοδο από την παγίδα στην οποία είχε μπει και δεν είχε διέξοδο προς τον πραγματικό κόσμο.

Αν και οποιαδήποτε προοδευτική λύση στην ελληνική κρίση ασφαλώς συνεπάγεται την αποχώρηση από το ενιαίο νόμισμα, δεν έπεται ότι μια κυβέρνηση χωρίς κοινωνική βάση για μια εναλλακτική οδό εξόδου από την κρίση θα μπορούσε να εξασφαλίσει ανακούφιση από τη λιτότητα αποχωρώντας απλώς από το ευρώ. Ο πιο επίμονος υποστηρικτής μιας “προοδευτικής” εξόδου από το ευρώ στο Σύριζα και τη Λαϊκή Ενότητα, ο Κώστας Λαπαβίτσας, το αναγνώριζε τον Ιούλιο όταν περιέγραψε τις πιθανές συνέπειες μιας τέτοιας κίνησης:

Υποθέτω ότι αν ακολουθήσουμε αυτό το δρόμο με προετοιμασμένο τρόπο που θα έχει συζητηθεί, θα έχουμε ύφεση. Θα υπάρξουν δυσκολίες. Θα διαρκέσουν πιθανώς αρκετούς μήνες, η καθοδική κλίση θα διαρκέσει αρκετούς μήνες, το ελάχιστο. Δεν νομίζω ότι θα διαρκέσει περισσότερους από 6, κρίνοντας από τη νομισματικήT εμπειρία. Στην Αργεντινή διήρκεσε 3 μήνες. Μετά η οικονομία βελτιώθηκε και πάλι.

Έτσι η φάση της συστολής θα διαρκέσει αρκετούς μήνες, μετά η οικονομία θα βελτιωθεί. Θετικοί ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης μπορεί να χρειαστούν περισσότερο χρόνο για να εμφανιστούν, επειδή το πλήγμα στην κατανάλωση, η αβεβαιότητα, το πλήγμα στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις πιθανώς θα είναι σημαντικό. Θα περίμενα θετικούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης μετά από 12-18 μήνες περίπου.[http://therealnews.com/t2/index.php?option=com_content&task=view&id=31&Itemid=74&jumival=14278]

Ωστόσο, ακόμη και αυτή η οδυνηρή εικόνα βασίζεται στην τολμηρή εικασία του Λαπαβίτσα ότι η Ελλάδα θα αποκτούσε τα ίδια οφέλη με την Αργεντινή από το υποτιμημένο νόμισμα, μια προβολή που οι οικονομολόγοι αμφισβητούν ευρέως.

Ενώ η Λαϊκή Ενότητα προωθήθηκε ως συσπείρωση 13 οργανώσεων της ελληνικής ριζοσπαστικής αριστεράς, στην πράξη κυριάρχησε το πλειοψηφούν Αριστερό Ρεύμα , τμήμα της Αριστερής Πλατφόρμας του Σύριζα, υπό την ηγεσία του βετεράνου πολιτικού Παναγιώτη Λαφαζάνη που διετέλεσε υπουργός ενέργειας του Τσίπρα. Αυτό δημιούργησε τρία προβλήματα.

Πρώτον, η Αριστερή Πλατφόρμα ήταν υπερβολικά πιστή στην ηγεσία του Σύριζα, ακόμη και όσο αυτή μετατοπιζόταν ταχύτατα προς τα δεξιά μετά την εκλογική άνοδο του 2012. Παρόλο που επέκριναν αυτές τις ενέργειες, τα μέλη της Αριστερής Πλατφόρμας συνέχιζαν να υποστηρίζουν την παραμονή τους στον Σύριζα ακόμη και όταν η ηγεσία Τσίπρα συγκέντρωσε την κομματική εξουσία , περιόρισε την ελευθερία κριτικής των εσωτερικών τάσεων, ερωτοτροπούσε με τους μεγάλους επιχειρηματικούς ομίλους και έβαζε νερό στο κατά της λιτότητας πρόγραμμα του κόμματος. Μετά το σχηματισμό της κυβέρνησης του Σύριζα, οι υποστηρικτές της Αριστερής Πλατφόρμας δέχτηκαν τη συγκυβέρνηση με τους σκληροπυρηνικούς, συνωμοσιολόγους σοβινιστές ΑΝΕΛ, αρνήθηκαν να διαχωριστούν από τον Τσίπρα όταν υπέγραψε τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου για να συνεχιστεί το πρόγραμμα λιτότητας της τρόικας, δεν διαφοροποιήθηκαν από τον Τσίπρα στην καμπάνια για το δημοψήφισμα παρά τον κυνικό τρόπο και τη διστακτική υποστήριξη του “όχι” και συνέχιζαν να υπόσχονται νομιμοφροσύνη στην κυβέρνηση, παρόλο που είχαν ψηφίσει ενάντια στη συμφωνία του Ιουλίου με τους δανειστές. Πράγματι, όλα τα σημάδια έδειχναν ότι οι διαφωνούντες θα συνέχιζαν να δίνουν μια χαμένη μάχη μέσα στο κόμμα, σε ένα στημένο κομματικό συνέδριο, αντί να προσπαθήσουν να ρίξουν την κυβέρνηση. Και μόνο όταν ο Τσίπρας προκήρυξε εκλογές και ουσιαστικά τους έδιωξε, έφυγαν τελικά από τον Σύριζα. Με δεδομένη αυτή τη στάση, πολλοί ψηφοφόροι αμφέβαλαν για τα διαπιστευτήρια της Λαϊκής Ενότητας ως πραγματικής εναλλακτικής λύσης στην αποτυχία του Σύριζα, όπως παραδέχτηκε ο Λαπαβίτσας.[https://www.jacobinmag.com/2015/09/grexit-popular-unity-eurozone-bailout-drachma/]

Δεύτερον, το ότι η Αριστερή Πλατφόρμα επικεντρώθηκε στο Grexit και σ' έναν παλιομοδίτικο κρατισμό σήμαινε ότι ο Τσίπρας μπορούσε να την παρουσιάσει ως μέρος του “παλιού πολιτικού συστήματος”, η αντίθεσή του στο οποίο αποτελούσε το βασικό του σύνθημα στην προεκλογική περίοδο, ακόμη και ως “αντιδραστικά κατάλοιπα” που ήθελαν να πάνε την Ελλάδα πίσω στις κακές εποχές της δραχμής. Η ικανότητά του να επιτίθεται στην Αριστερά και στη Δεξιά με το μήνυμα της πολιτικής ανανέωσης αναδεικνύεται σαφώς σ' αυτό το ρεπορτάζ από την εκλογική καμπάνια:

Ο Τσίπρας είπε ότι θέλει να ολοκληρώσει αυτό που άρχισε όταν κέρδισε τις εκλογές ο Σύριζα, τον Ιανουάριο.

“Εναντίον μας είναι το παλιό πολιτικό σύστημα που οδήγησε τη χώρα στην τραγωδία , που οικοδόμησε το καθεστώς το οποίο οδήγησε στις διασώσεις”, είπε σε μια συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής του κόμματος, στην Αθήνα. “Θέλουμε να κατεδαφίσουμε αυτό το καθεστώς”.

Ενθάρρυνε τους υποστηρικτές του να παλέψουν ενάντια στο παλιό “μισητό” πολιτικό σύστημα το οποίο , όπως είπε, ήταν υπεύθυνο γιατί η Ελλάδα χρειάστηκε διασώσεις και δικαιολόγησε την απόφασή του να συμφωνήσει σε μια τρίτη διάσωση.

“Δεν λυπόμαστε που δώσαμε τη μάχη ούτε που επιλέξαμε στο τέλος να αποφύγουμε την καταστροφή”, είπε.

“Όποιος θέλει να δραπετεύσει έχει το δικαίωμα να το κάνει , αλλά εμείς προχωρούμε, δεν έχουμε δώσει τις μεγαλύτερες μάχες ακόμα”, είπε αναφερόμενος στην ομάδα που διασπάστηκε από το Σύριζα και σχημάτισε τη Λαϊκή Ενότητα, ένα κόμμα κατά της συμφωνίας διάσωσης.

http://www.reuters.com/article/2015/08/29/us-eurozone-greece]

Δεν βοήθησε καθόλου και το ότι ο Π. Λαφαζάνης ήταν κάτι λιγότερο από εμψυχωτικός όσον αφορά την υποστήριξη μιας δυνατής εξόδου από το ευρώ, την οποία υπεράσπιζε στη βάση ότι δεν θα ήταν “καταστροφή” ή “κόλαση” και παλινωδούσε συνεχώς όσον αφορά την υποστήριξη μιας επιστροφής στη δραχμή.

Τρίτο και τελευταίο, ακόμη και τα μέλη και οι υποστηρικτές του Σύριζα που κρατούσαν αυστηρά κριτική στάση στην πολιτική της ηγετικής ομάδας βάσιζαν την υποστήριξή τους στην ιδέα ότι, όποιοι κι αν ήταν οι περιορισμοί του κόμματος, δεν υπήρχε περίπτωση να ενδώσει έτσι απλά στις επιθυμίες της τρόικας. Συνεπώς, ήταν ανίκανα να παράσχουν μια ανεξάρτητη πολιτική θέση για την εργατική τάξη και τα κοινωνικά κινήματα , όταν συνέβη αυτό ακριβώς , δηλαδή όταν η ηγεσία του Σύριζα ενέδωσε πλήρως στις απαιτήσεις της τρόικας. Ιδού τι έλεγε ο Στάθης Κουβελάκης, επί μακρόν επικριτής της ευρωφιλίας του Σύριζα, σε μια συνέντευξή του λίγες ημέρες πριν από την εκλογική νίκη του Ιανουαρίου:

Τι θα κάνουμε εάν οι Ευρωπαίοι αρνηθούν [να διαγράψουν το χρέος της Ελλάδας]; Και πάλι όλες οι επιλογές είναι στο τραπέζι, αλλά ο Σύριζα δεν θα υποχωρήσει και δεν θα εκβιαστεί όπως ο Αναστασιάδης, ο δεξιός πρόεδρος της Κύπρου, την άνοιξη του 2013, όταν το κοινοβούλιο της χώρας του απέρριψε ομόφωνα το σχέδιο διάσωσης που πρότεινε η ΕΕ. [https://www.jacobinmag.com/2015/01/phase-one/]

Χειρότερα από ό,τι συνέβη στην Κύπρο, ο Τσίπρας έστρεψε την πλάτη του όχι στο κοινοβούλιο, αλλά σχεδόν στο 62% των ψηφοφόρων, που συντριπτικά ανήκαν στα εργαζόμενα στρώματα, οι οποίοι απέρριψαν σε δημοψήφισμα τη συμφωνία που πρότειναν οι δανειστές.

Με δεδομένα τα όσα διαδραματίστηκαν στη συνέχεια, η προσπάθεια της διεθνούς αριστεράς να ταυτιστεί με το σχέδιο του Σύριζα φαίνεται τώρα σαν ένα πολύ δυσάρεστο σφάλμα. Υποτίθεται ότι η “ελπίδα” από τη νίκη του Σύριζα θα μεταφραζόταν σε απτές νίκες εναντίον της σκληρής οικονομικής αναδιάρθρωσης που απαιτούσαν από τις “περιφερειακές” οικονομίες της Ευρωζώνης τα ισχυρότερα μέλη του ενιαίου νομίσματος. Αντ' αυτού, ο απλός κόσμος στην Ελλάδα αντιμετωπίζει τώρα πιο μοχθηρές επιθέσεις υπό τον ριζοσπαστικό αριστερό Σύριζα από ό,τι υπό τα προηγούμενα μνημόνια τα οποία είχαν υπογράψει το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ.

Ωστόσο, γενικά, η αυτοκριτική ήταν ελάχιστη και αφορούσε δευτερεύοντα ζητήματα τακτικής, στην καλύτερη των περιπτώσεων. Πολλοί μαρξιστές που συνδέθηκαν με τον Σύριζα απλώς αναδιπλώθηκαν με τη δικαιολογία ότι οποιαδήποτε άλλη εξέλιξη θα τους είχε “περιθωριοποιήσει άμεσα” από την ελληνική εργατική τάξη και τα κοινωνικά κινήματα [https://www.jacobinmag.com/2015/07/tsipras-varoufakis-kouvelakis-syriza-euro-debt/]. Άλλοι παραδέχτηκαν ότι η “απογοήτευση που δημιούργησε ο Σύριζα θα μπορούσε να μεταφραστεί σε πολιτική απάθεια ή κυνισμό που δεν έχει ιστορικό προηγούμενο στην Ελλάδα”[http://socialistworker.org/2015/09/22/tsipras-pyrrhic-victory-and-the-struggle-ahead, το οποίο παραθέτει μετάφραση του κειμένου μετεκλογικής αποτίμησης της ΔΕΑ], ερχόμενοι εμφανώς σε αντίθεση με τα χρόνια που ξόδεψαν επιτιθέμενοι σε άλλους αριστερούς επειδή δεν εντάσσονταν στον Σύριζα ή απλώς επειδή τολμούσαν να κατεβαίνουν ξεχωριστά απ' αυτόν στις εκλογές. Παρόλο που πολλοί παραδέχονται ότι η κατάληξη του κυβερνητικού Σύριζα αποτέλεσε μια καταστροφή για τον λαϊκό κόσμο στην Ελλάδα, επειδή άλλες εκβάσεις ήταν υποθετικά πιθανές, συνεχίζουν να υπερασπίζονται μια στρατηγική που κατέληξε σε αποτυχία, ακόμη και αφότου έχει ηττηθεί κατά κράτος.

Θα ήταν εύκολο να μεμφθεί κανείς το χείμαρρο των πρόωρων (και συχνά αστήρικτων) διακηρύξεων νίκης που επαναλάμβαναν αριστεροί συγγραφείς μέσα και έξω από την Ελλάδα τον τελευταίο χρόνο, αλλά πιο σημαντικό είναι να επιστρέψουμε στο κεντρικό ζήτημα, την κενότητα μιας “ριζοσπαστικής” πολιτικής που δεν έχει δημιουργήσει κοινωνική βάση. Το πρόβλημα μιας τέτοιας προσέγγισης μπορεί να εξηγηθεί εξετάζοντας τις κριτικές που άσκησαν στις θέσεις μου οι επαναστάτες μαρξιστές Catarina Príncipe και Dan Russell:

[Μια] βιώσιμη αριστερή στρατηγική για τον τερματισμό της λιτότητας δεν μπορεί να αντιπαραθέτει [sic] το κοινωνικό με το πολιτικό: μια πολιτική εναλλακτική πρέπει να βοηθά δικαιωματικά στη δημιουργία της δικής της κοινωνικής βάσης. Αυτό ακριβώς ήταν το σχέδιο του Σύριζα, και η προσφάτως σχηματισθείσα Λαϊκή Ενότητα θα συνεχίσει τώρα αυτό που εγκατέλειψε η ηγεσία του Σύριζα, τη δέσμευση να παλέψει εναντίον του μνημονίου.

Παρά τις ήττες και τις παρακάμψεις αυτά τα σχέδια παραμένουν ο μόνος βιώσιμος δρόμος προς την τελική ρήξη όχι μόνο με τη λιτότητα, αλλά και με τον ίδιο τον καπιταλισμό. [https://www.jacobinmag.com/2015/08/greece-syriza-tsipras-elections-euro-left-strategy-die-linke/]

Όμως, το μάθημα τόσο από τον Σύριζα όσο και από τη Λαϊκή Ενότητα είναι ακριβώς ότι τα αριστερά πολιτικά κόμματα με ελάχιστη ή χωρίς στέρεα κοινωνική βάση δεν μπορούν αφ' εαυτών να δημιουργήσουν μια τέτοια βάση από την οποία θα ξεκινήσουν να αμφισβητούν τον καπιταλισμό. Να θεωρούν ότι μπορούν να αναποδογυρίσουν τα πράγματα [http://isj.org.uk/anti-politics-and-the-return-of-the-social-a-reply-to-alex-callinicos/]. Η βάση του καπιταλιστικού κράτους είναι η αστική κοινωνία των πολιτών και οι καπιταλιστικές κοινωνικές σχέσεις είναι οι έσχατοι δημιουργοί και διαμορφωτές των πολιτικών σχέσεων –- και όχι το αντίστροφο.

Αντί να ασχοληθούν με τη συγκεκριμένη αποτυχία μιας στρατηγικής κοινωνικής αλλαγής που βασίστηκε αποκλειστικά στην πολιτική [εκλογική] σφαίρα, οι Príncipe και Russell παρασύρονται σε μια φτιαχτή ιστορία του σοσιαλιστικού κινήματος τον 20ό αιώνα, που παρακάμπτει την πιο εντυπωσιακή διαφορά του τότε με το σήμερα: στο πιο υψηλό σημείο της επιρροής τους, η Δεύτερη και η Τρίτη Διεθνής εκπροσωπούσαν εκατομμύρια οργανωμένους εργάτες που ενεργούσαν προς το δικό τους συμφέρον σε αγώνες εναντίον των εργοδοτών και των κυβερνήσεων. Οι σημερινοί ευρωπαϊκοί αγώνες κατά της λιτότητας -–με τη μερική εξαίρεση των κοινωνικών κινημάτων στην Ισπανία από το 2011-- δυστυχώς είναι η χλωμή σκιά εκείνων των παλιών μαχών. Και ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι οι μαζικοί αντιπροσωπευτικοί θεσμοί έχουν κενωθεί τόσο που ακόμη και στην Ισπανία οι νέοι “αντιπολιτικοί” πολιτικοί σχηματισμοί αντιπροσωπεύουν μόνο ένα θραύσμα της κοινωνικής επιρροής που είχαν τα σοσιαλδημοκρατικά και τα κομμουνιστικά κόμματα του περασμένου αιώνα. Αυτά είναι απλά εμπειρικά δεδομένα που καμιά ηρωική ρητορική σχετικά με τις “μετατοπίσεις της συνείδησης” και την “πολιτική ριζοσπαστικοποίηση” δεν μπορεί να ξεπεράσει.

Οι συνέπειες της προσπάθειας να πραγματοποιηθεί η αλλαγή χωρίς μια κοινωνική βάση εμφανίζονται ανάγλυφα στην περιγραφή των κυβερνητικών δραστηριοτήτων του Σύριζα από έναν υποψήφιο [Γιάννο Γιαννόπουλο, στη Β΄ Αθήνας]:

Θα ήθελα να τονίσω τρία σημαντικά θέματα. Το πρώτο είναι ότι κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές, ο ρόλος του κινήματος υποτιμήθηκε πλήρως. Η κυβέρνηση δεν προσπάθησε να χρησιμοποιήσει τη δύναμη που δημιουργήθηκε από την κινητοποίηση των μαζών προς υποστήριξη της θέσης της στις διαπραγματεύσεις γενικά, με εξαίρεση ένα σύντομο χρονικό διάλειμμα πριν τη συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου και μια εβδομάδα πριν από το δημοψήφισμα.

Το δεύτερο, που συνδέεται με το πρώτο, είναι ότι δεν έγιναν αλλαγές στις δομές του κράτους που θα επέτρεπαν στο λαό – -τις παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας μας , που βιώνουν τα προβλήματα και συνεπώς μπορούν να καταπιάνονται μ' αυτά πιο άμεσα-- να προτείνουν λύσεις. Δεν θεσμοθετήθηκε η ευρύτερη και βαθύτερη δημοκρατία –-που δεν κοστίζει οικονομικά. Επιπλέον, και έρχομαι στο τρίτο ζήτημα, δεν υπολογίστηκε ούτε η δημοκρατική δύναμη εντός του Σύριζα.

Το κόμμα απορροφήθηκε ολοκληρωτικά από το κράτος, ακριβώς με τον τρόπο που ο Μιχάλης Νικολακάκης προέβλεψε πριν από μερικούς μήνες , το ίδιο και η αλυσίδα διοίκησης και αποφάσεων. Όσοι βρίσκονται σε θέσεις-κλειδιά του κράτους έπαιζαν σημαντικό ρόλο , ενώ τα στελέχη του κόμματος δεν είχαν ιδέα τι γινόταν. Αυτό σήμαινε πως η κυβέρνηση είχε χάσει την επαφή με την κοινωνία και το κόμμα ... Ίσως πρέπει να ξαναδιαβάσουμε τη διαφωτιστική συνέντευξη του Αριστείδη Μπαλτά στον Λίο Πάνιτς, όπου ο πιο γνωστός αλτουσεριανός φιλόσοφος πρακτικά επιχειρεί να σχετικοποιήσει το δομισμό, ενώ παραδέχεται ότι όταν δαπανά κανείς 12 ώρες την ημέρα στο υπουργείο δεν μπορεί να επικοινωνήσει με το κόμμα [https://www.jacobinmag.com/2015/09/popular-unity-syriza-left-greece-eurozone-grexit-european-union/]

Αυτές οι αποτυχίες δεν εκφράζουν απλώς την έλλειψη πολιτικής βούλησης, είναι προϊόν μιας πολιτικής που δεν έχει κοινωνική βάση να κινητοποιήσει ενάντια στους εχθρούς της. Με μια προσέγγιση ελάχιστα διαφορετική απ' αυτήν του Σύριζα ως προς τα θεμελιώδη της στοιχεία, το ισπανικό Podemos άρχισε να εμφανίζει μειωμένα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις μετά την αρχική δραματική εκτόξευσή του στην πολιτική σκηνή της χώρας. Όπως σημείωσα προηγουμένως, ο ηγέτης του Podemos Πάμπλο Ιγκλέσιας δεν υπερασπίστηκε απλώς το “ρεαλισμό” του Τσίπρα, αλλά την ιδέα ότι μια ριζοσπαστική αναδιάταξη της πολιτικής θα επιφέρει πολύ μικρή διαφορά στις κοινωνικές συνθήκες ζωής του λαού. Οι αριστεροί που είναι απογοητευμένοι από αυτή την κατάσταση δεν είναι σε θέση να απελευθερωθούν από τους υλικούς περιορισμούς που θέτει η απουσία κοινωνικής βάσης στην πολιτική στρατηγική, όσο έξυπνες κι αν είναι στα χαρτιά οι προτάσεις τους για την αναγέννηση της αριστεράς [βλ.http://socialistworker.org/2015/09/30/looking-for-lost-momentum].

Πράγματι, το χειρότερο δυνατό σημείο εκκίνησης τώρα είναι αυτό που συνήθως τίθεται στο πλαίσιο της διεθνούς αριστεράς [ βλ. https://www.jacobinmag.com/2015/09/tsipras-syriza-pasok-papandreou-austerity-elections-populism-podemos/], η ιδέα πως “η βασική πρόκληση για την ελληνική ριζοσπαστική αριστερά θα είναι να επιλέξει τη μορφή της ανασύνθεσής της που θα λάβει χώρα εν μέσω της επιβολής του τρίτου μνημονίου”. Αυτή η ανασύνθεση είναι άνευ νοήματος σε μια κατάσταση όπου ο συσχετισμός των κοινωνικών δυνάμεων παραμένει αναλλοίωτος και η άκρως περίπλοκη ιστορία των μη συναφών με κοινωνικές μετατοπίσεις διασπάσεων και ανασυνθέσεων της ελληνικής αριστεράς πριν από την πανωλεθρία του Σύριζα θα πρέπει να χρησιμεύσει σαν μια προειδοποίηση σχετικά μ' αυτή τη σκέψη. Παρ΄όλα αυτά, φαίνεται πως αυτή η ανασύνθεση αποτελεί το αφετηριακό σημείο που απασχολεί τους μαρξιστές παντού, όπως μαρτυρείται στον τίτλο της πρόσφατης απάντησης του Αμερικανού σοσιαλιστή Τοντ Κρετιέν στους Príncipe και Russell [http://socialistworker.org/2015/09/17/where-do-socialists-belong] "Πού ανήκουν οι σοσιαλιστές;” Αντί να αρχίζει από το τι συμβαίνει στην κοινωνία, ο Κρετιέν προσπαθεί να υπερασπιστεί μια πιο στενή αντίληψη της σοσιαλιστικής οργάνωσης από ό,τι οι συνομιλητές του και επίσης να δικαιολογήσει τις αποφάσεις των Ελλήνων συντρόφων να θαφτούν μέσα στον Σύριζα (και στη συνέχεια στη Λαϊκή Ενότητα), αναπτύσσοντας και πάλι ιστορικές διαμάχες που ελάχιστη συνάφεια έχουν με το σήμερα.

Έχοντας μόλις διαβάσει το πολύ γνωστό βιβλίο του LarsLih [http://www.haymarketbooks.org/pb/Lenin-Rediscovered] που επανεξετάζει τον προ του 1905 Λένιν και το βιβλίο του Τι πρέπει να κάνουμε; , εντυπωσιάστηκα από την αντίθεση ανάμεσα στον πραγματικό Λένιν και στην εκδοχή που ανέπτυξαν οι Príncipe, Russell και Chretien. Ό,τι και να σκέφτεται κανείς για την ευρύτερη επιχειρηματολογία του σχετικά με τον Λένιν (διαβάστε μια εκτιμητέα, αλλά οξεία κριτική του Τζον Μάροτhttps://johnriddell.wordpress.com/2015/06/11/john-marot-lenin-bolshevism-and-social-democratic-political-theory/], σελίδα τη σελίδα ο Lih καθιστά κρυστάλλινα καθαρό ότι η στρατηγική και οργανωτική πολεμική των Ρώσων επαναστατών αναγκαία στοιχειοθετούνταν βάσει της πραγματικής ανάπτυξης ενός δραστήριου αφ' εαυτού, ριζοσπαστικού και όλο και πιο ισχυρού κοινωνικά κινήματος της εργατικής τάξης –- εκείνης ακριβώς της υλικής δύναμης που χάνουν από το οπτικό τους πεδίο οι στείρες σημερινές διαμάχες.

Τι, λοιπόν, μπορούμε να συμπεράνουμε από αυτό τον επικήδειο του πειράματος της ελληνικής ριζοσπαστικής αριστεράς;

Κατά την άποψή μου, η νίκη του Τσίπρα στις 20 Σεπτεμβρίου θα μπορούσε να θεωρηθεί, τελικά, ως σημαντικό σημείο καμπής όχι τόσο για τη ριζοσπαστική αριστερά, αλλά για το πώς τα πολιτικά συστήματα που τρίζουν κάτω από την ένταση μιας μακροχρόνιας κένωσής τους –και πιο πρόσφατα λόγω της αστάθειας που προκαλεί η λιτότητα-- επιχειρούν να ανασυγκροτηθούν σε νέες βάσεις. Ο Σύριζα χρησιμοποίησε τη θέση του ως αουτσάιντερ για να γεμίσει το κενό που δημιουργήθηκε από την κατάρρευση των παλιών κομμάτων, αλλά οι μεγάλοι περιορισμοί ως προς το τι θα καταφέρει κοινωνικά από τη θέση της κυβέρνησης μπορεί να σημαίνουν ότι παρόμοια κόμματα αλλού θα δυσκολευτούν πολύ περισσότερο να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο. Όπως και να έχει όμως, αυτό που συμβαίνει στην προκειμένη περίπτωση είναι μια νέα διευθέτηση της αποξενωμένης σφαίρας της αστικής πολιτικής και όχι η αμφισβήτηση της εσωτερικής λογικής της.

Εν τω μεταξύ, μεγάλο μέρος της διεθνούς αριστεράς δεν σταμάτησε να κινείται προς τον επόμενο φάρο “ελπίδας”, την απροσδόκητη άνοδο του Τζέρεμι Κόρμπιν στην ηγεσία του βρετανικού Εργατικού Κόμματος που βιώνει μια προχωρημένη αποσύνθεση. Αυτή η εξέλιξη είναι ακόμη λιγότερο αληθοφανής ως δυνητική πορεία προς μια ριζοσπαστική κοινωνική αλλαγή από ό,τι ήταν η στρατηγική του Σύριζα [ βλ.http://www.pipingshrike.com/2015/09/the-confusions-of-anti-politics-uk-edition.html]. Πράγματι, είναι δύσκολο να φανταστούμε πώς μπορεί κανείς να πάρει στα σοβαρά μια τέτοια προοπτική μετά από το ευρύ φάσμα υποχωρήσεων και συμβιβασμών που ήδη έχει κάνει ο Κόρμπιν [βλ. FinancialTimes, “Corbyn shelves proposal to scrap tuition fees”],καθιστώντας την ηγεσία του μόνο έναν τόνο πιο ριζοσπαστική από αυτή του Εντ Μίλιμπαντ.



Ωστόσο, λόγω της βαθιάς δέσμευσής της στην “προτεραιότητα της πολιτικής” , η ριζοσπαστική αριστερά εμφανίζεται σε μεγάλο βαθμό ατάραχη από τα όλο και πιο απογοητευτικά αποτελέσματα.

Πηγή: http://left-flank.org/2015/10/05/whats-left-after-the-greek-debacle-part-3-of-an-obituary/

*Το LeftFlankείναι ένα πολιτικό μπλογκ που ασχολείται με την αυστραλιανή πολιτική, την αριστερή στρατηγική, την αντιπολιτική, το φασισμό/αντιφασισμό, τα κοινωνικά και εργατικά κινήματα. Ο TadTietzeείναι ψυχίατρος στο Σίντνεϊ και ένας από τους συντελεστές του μπλογκ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου