της Rachel Knaebel
Στη Γαλλία, πλέον του ενός τρίτου των καταστημάτων κράτησης διοικούνται εν μέρει από μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις Οι μεθοδεύσεις προς την ιδιωτικοποίηση του σωφρονιστικού συστήματος ξεκίνησαν πριν από τρεις δεκαετίες κι έκτοτε δεν έπαψαν να διευρύνονται. Από την παροχή του συσσιτίου έως την υποδοχή των οικογενειών των κρατουμένων, από την κατασκευή κέντρων κράτησης έως τη σωφρονιστική εργασία, ένας μικρός αριθμός εταιριών έχει καταλάβει αυτήν τη νέα κι επικερδή αγορά. Το κράτος καταβάλλει ετησίως περίπου 6 δισεκατομμύρια ευρώ προς αποπληρωμή των υπηρεσιών τους δίχως ωστόσο να καταδεικνύονται τα οφέλη της ιδιωτικής διαχείρισης. Συν τοις άλλοις, η καλπάζουσα ιδιωτικοποίηση θέτει ένα θεμελιακό ζήτημα: οι ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν πλέον κάθε συμφέρον ώστε οι φυλακές να παραμένουν γεμάτες.
Σ’ αυτά τα πλαίσια, πρόκειται να δημιουργηθεί η μεγαλύτερη φυλακή του Βελγίου. Σχεδόν 1.200 κρατούμενοι σ’ ένα χωριό- σωφρονιστήριο κοντά στις Βρυξέλλες, αποτελούμενο από τρία ανδρικά τμήματα, δύο γυναικεία, ένα ψυχιατρικό κατάστημα κι ένα ειδικό κατάστημα κράτησης νέων. Αυτή η καινούρια φυλακή είναι επιπλέον αμφιλεγόμενη καθώς επρόκειτο να κατασκευαστεί και να διοικηθεί μέσω της σύμπραξης του δημοσίου με ιδιώτες. To συμβόλαιο έχει συναφθεί με μία κοινοπραξία αποτελούμενη από δύο επιχειρήσεις και μία αυστραλέζικη τράπεζα επενδύσεων (Macquarie). Ένα νέο πεδίο δραστηριότητας, μεταξύ άλλων, γι’ αυτήν την τράπεζα η οποία επενδύει σε μεταφορές, νοσοκομεία, υποδομές ύδρευσης…. και κελιά.
Ο προαναφερθείς βελγικός σχεδιασμός σωφρονισμού έρχεται να προστεθεί στην εξελισσόμενη πορεία ενός κινήματος με αφετηρία τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Προερχόμενο από τις ΗΠΑ, το μοντέλο των ιδιωτικών φυλακών εδραιώνεται ολοένα και περισσότερο στην Ευρώπη. Στη Γαλλία, η ιδιωτικοποίηση ξεκίνησε το 1987. Με αρχικό στόχο την αναπαραγωγή αυτούσιου του αμερικανικού μοντέλου: μία πλήρης ιδιωτικοποίηση, απ’ την κατασκευή έως την επιτήρηση των κρατουμένων. Όμως, το κοινοβούλιο της εποχής αποφάσισε διαφορετικά: μόνο λειτουργίες πέραν αυτών της διεύθυνσης, της επιτήρησης και της διοίκησης μπορούν να ανατεθούν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Ιδιωτικοποίηση της εργασίας των κρατουμένων και της υποδοχής των οικογενειών
Ακόμη κι υπ’ αυτούς τους περιορισμούς, ο αριθμός των φυλακών με ιδιωτική διαχείριση εξακολούθησε να αυξάνεται στη Γαλλία. Την 1η Ιανουαρίου του 2016, από τις 188 φυλακές, οι 68 διοικούνται εν μέρει από ιδιωτικές επιχειρήσεις Περισσότεροι απ’ τους μισούς εκ των 77.000 κρατουμένων εκτίουν την ποινή τους σ’ ένα ίδρυμα τέτοιου τύπου. Βέβαια, η Γαλλία απέχει ακόμη πολύ απ’ το αμερικανικό μοντέλο, όπου περισσότεροι από 130.000 κρατούμενοι είναι έγκλειστοι σε ιδιωτικά σωφρονιστικά ιδρύματα. Αλλά κι εδώ όπως και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η ιδιωτικοποίηση προχωρά κι η ανάθεση της διοίκησης των φυλακών καθίσταται μία επικερδής επιχειρηματική δραστηριότητα
“ Στις ΗΠΑ, είναι εξ ολοκλήρου ιδιωτικά, δηλώνει η Marie Crétenot, νομικός στο Διεθνές Παρατηρητήριο Φυλακών. Στη Γαλλία, τα πράγματα διαφέρουν. Ωστόσο, οι ιδιώτες παροχείς υπηρεσιών, που διοικούν τα σωφρονιστικά ιδρύματα, δεν έχουν προφανώς κανένα συμφέρον στην κυριάρχηση μιας πολιτικής κάθετης μείωσης των στερητικών της ελευθερίας ποινών, προκειμένου να μη χάσουν τις νέες αγορές” . Κατ’ αρχήν η ιδιωτική διαχείριση αφορά τις διαδικασίες συντήρησης, επιμέλειας, αποκατάστασης, καθαρισμού ιματισμού, τροφοδοσίας( πώληση προϊόντων κι υπηρεσιών στους κρατούμενους), καθαριότητας και μεταφοράς. Εφεξής, η σωφρονιστική εργασία κι η επαγγελματική κατάρτιση έχουν εξίσου περάσει στα χέρια των ιδιωτών. Η αρμοδιότητα περίθαλψης των κρατουμένων, η οποία επίσης είχε εκχωρηθεί στον ιδιωτικό τομέα, εν τέλει εξαιρέθηκε αυτού το 2001. Εντούτοις, η υποδοχή των οικογενειών κι η οργάνωση των επισκέψεων ήρθαν να προστεθούν σ’ αυτόν το 2010. Προηγουμένως, εθελοντές αναλάμβαναν τις σχετικές δραστηριότητες. Τα συμβόλαια ανάθεσης όλων αυτών των “υπηρεσιών” έχουν διάρκεια από έξι έως και δέκα χρόνια.
Απ’ το 2008 εμφανίζεται η δεύτερη γενιά διαχείρισης των σωφρονιστικών ιδρυμάτων, αυτή της συνεργασίας δημοσίου κι ιδιωτικού τομέα, μεταξύ κράτους κι επιχειρήσεων, για το σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση των φυλακών. Οι συνεταιριστικές αυτές σχέσεις έχουν διάρκεια το λιγότερο 25 χρόνια από τη δημιουργία κάθε νέας φυλακής ενώ περιλαμβάνουν εξίσου όλες τις προαναφερθείσες κλασσικές υπηρεσίες των συμβολαίων περιορισμένης διάρκειας. Κατά συνέπεια, το κράτος δεσμεύεται να πληρώνει για τουλάχιστον ένα τέταρτο του αιώνα, “ ενοίκιο” στις εταιρίες- ιδιοκτήτριες των φυλακών, έως το 2041 για την πιο πρόσφατη φυλακή που κατασκευάστηκε στα πλαίσια αυτού του συν εταιρισμού.
5.9 δισεκατομμύρια ενοίκιο ετησίως
“Με τη προσφυγή σε τέτοιου είδους συνεταιρισμούς, το κράτος βρίσκεται σημαντικά χρεωμένο, προειδοποίησε πέρυσι το Διεθνές Παρατηρητήριο Φυλακών. Οι τόκοι κι οι επιπλέον χρεώσεις που πρέπει κάθε χρόνο να καταβάλλονται για τη συντήρηση των κτηρίων επιβαρύνουν κατά πολύ το ποσό της αποζημίωσης.” Το “ενοίκιο” που καταβάλλεται από το κράτος στους ιδιώτες διαχειριστές αγγίζει τα 5,9 δισεκατομμύρια το χρόνο σύμφωνα με τους υπολογισμούς του οργανισμού. “ Αυτό θα επιβαρύνει με εξαιρετικά γοργούς ρυθμούς όλους τους επικείμενους προϋπολογισμούς” υπενθυμίζει. Και θα υποχρεώσει τη διοίκηση να εξοικονομήσει χρήματα με άλλες μεθόδους. “Προκειμένου να αποκομίσουν τις απαραίτητες προσόδους για την αποπληρωμή των ενοικίων εκ των συμβολαίων, τα δημόσια νομικά πρόσωπα υποχρεώνονται συχνά να επαναπροσδιορίσουν τα διατιθέμενα μέσα, κυρίως να μειώσουν τα έξοδα λειτουργίας καθώς και την επένδυση τους σε άλλες δραστηριότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο προϋπολογισμός για τη σωφρονιστική διοίκηση.” σημειώνει προειδοποιητικά μία αναφορά της Συγκλήτου, το 2014, αναφορικά με την αποτελμάτωση εξαιτίας των εν λόγω συμπράξεων.
Η συντήρηση των κτηρίων κι οι υπηρεσίες κοινωνικής επανένταξης κι αναστολής υπό επιτήρηση απειλούνται ευθέως απ’ τους νέους προϋπολογισμούς. Κι ωστόσο, οι δύο τελευταίες είναι εκείνες που διευκολύνουν τη μετατροπή των ποινών, προετοιμάζουν την έξοδο από τη φυλακή, συνεπικουρούν στη διατήρηση των οικογενειακών δεσμών, οδηγούν τους κρατούμενους στην ελευθερία, εν ολίγοις αυτές οι υπηρεσίες ασχολούνται με το μη κατασταλτικό τμήμα της ποινής.
“Η απορύθμιση της διαχείρισης θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό της διοίκησης και της δικαιοσύνης για πολλές δεκαετίες κατά τρόπο απαράδεκτο.” λέει ο Olivier Caquineau, σύμβουλος επανένταξης κι αναστολής, και γενικός γραμματέας του συνδικάτου των εργαζομένων στα σωφρονιστήρια.
Μια χούφτα επιχειρήσεις μοιράζονται την αγορά
Η αγορά των φυλακών βρίσκεται στα χέρια ενός μικρού αριθμού επιχειρήσεων. Στο σωφρονιστικό κατάστημα της Χάβρης, η Themis- FM, θυγατρική της Bouygues, είναι ιδιοκτήτης των κτηρίων κι έχει αναλάβει τη συντήρησή τους. Το 2011, το κράτος της κατέβαλλε ένα εκατομμύριο ευρώ το μήνα. Σ’ αυτό το ενοίκιο προστίθενται 350.000 ευρώ το μήνα προς την Gespa, την εταιρία που παρέχει προσωπικές υπηρεσίες στους κρατούμενους αυτού του ιδρύματος. Η τελευταία δημιουργήθηκε με τον πρώτο νόμο για τις ιδιωτικοποιήσεις και σήμερα είναι παρούσα σε δεκατρείς φυλακές.
Η Sodexo, από την άλλη, έχει συμβόλαιο με 34 γαλλικές φυλακές και χάριν σ’ αυτήν τη δραστηριοποίηση έχει εξαπλωθεί διεθνώς. Έχει εισέλθει στις αγορές ανάθεσης σωφρονιστικών υπηρεσιών με δραστηριότητα σε 42 ιδρύματα στην Ολλανδία, πέντε στο Ηνωμένο Βασίλειο, πέντε στη Χιλή, δύο στην Ισπανία κι ένα στο Βέλγιο. Η εταιρία ισχυρίζεται πως κατόρθωσε “ την αποφυγή της υποτροπής και την ενθάρρυνση της κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων”. Η Sodexo διευκρινίζει στην ετήσια αναφορά της ότι η ίδια ασκεί τις δραστηριότητες της αποκλειστικά σε χώρες δημοκρατικές, που δεν εφαρμόζουν τη θανατική ποινή και των οποίων η σωφρονιστική πολιτική έχει στόχο την επανένταξη”. To 2013 μία υπόθεση ήρθε να ταρακουνήσει αυτές τις συγκινητικές δηλώσεις: μία κρατούμενη στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου η ιδιωτικοποίηση περιλαμβάνει και την περίθαλψη, μήνυσε τη γαλλική εταιρία καθώς την εγκατέλειψε χωρίς καμία φροντίδα μετά από μία αποβολή.
Κρατούμενοι και φυλακές: μία στρατηγική επενδύσεων
Μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι εργολαβιών και μεσιτών καρπώνονται τα συμβόλαια κατασκευής και συντήρησης. Η Bouygues διαθέτει και διοικεί έξι φυλακές. Η Spie Batignolles κατέχει τρεις, η Eiffage τέσσερις στη Γαλλία και μία στο Βέλγιο. Η Eiffage αποφάσισε εδώ και μερικά χρόνια να πουλήσει το 80% της θυγατρικής της για τις φυλακές σ’ ένα βελγικό ταμείο επενδύσεων. “ Η συναλλαγή αποδεικνύει τη συνάφεια της στρατηγικής επενδύσεων της Eiffage στα πλαίσια της σύμπραξης δημοσίου- ιδιωτών, επιτρέποντας τη μείωση του χρέους” γράφει η επιχείριση για να εξηγήσει αυτή την πώληση. Οι κρατούμενοι των γαλλικών φυλακών της Eiffage αποτελούν, συνεπώς, το αντικείμενο αυτής της “στρατηγικής επενδύσεων” και “ μείωσης του χρέους” γι’ αυτόν τον όμιλο.
Στις ΗΠΑ, εντοπίζουμε δύο κυρίαρχες επιχειρήσεις. H Corrections Corporation of America, με 70 φυλακές κι η Geο, με περισσότερα από 100 ιδρύματα σ’ ολόκληρη τη χώρα. Επιπλέον, η Geo έχει φυλακές στη Ν. Αφρική και την Αυστραλία καθώς επίσης κι ένα κέντρο κράτησης μεταναστών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στη Μεγάλη Βρετανία, η Sodexo μοιράζεται την αγορά με μία βρετανική επιχείριση, τη Serco, η οποία δραστηριοποιείται και στα κέντρα κράτησης μεταναστών κι αιτούντων ασύλου. Ο τρίτος παράγοντας των ιδιωτικών βρετανικών φυλακών είναι η G4S, ένας παγκόσμιος όμιλος, με δραστηριότητες στο σωφρονισμό, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια, ενώ έχει θυγατρικές σ’ ολόκληρο τον κόσμο, κυρίως στο Jersey, το Guernesey και τη Νήσο Man, γνωστούς φορολογικούς παραδείσους.
Ελλιπής η αξιολόγηση απ’ την έναρξη της ιδιωτικοποίησης
Ωστόσο, τα χρήματα που ξοδεύει το κράτος πιάνουν τόπο; Πιο οικονομικός, πιο αποτελεσματικός και πρωτοποριακός… Αυτά είναι τα επιχειρήματα που επικαλούνται οι αρχές για να δικαιολογήσουν την ανάθεση των γαλλικών φυλακών στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, τι λένε τα γεγονότα; Δύσκολο να γνωρίζει κανείς καθώς η διοίκηση δεν έχει πραγματοποιήσει καμία συγκριτική αξιολόγηση του κόστους και της ποιότητας της διαχείρισης απ’ την αρχή της ιδιωτικοποίησης. Μία έλλειψη αξιολόγησης που ακόμη και το Ελεγκτικό Συνέδριο μετανιώνει “Τα μοναδικά διαθέσιμα στοιχεία πιστοποιούν ότι , σ’ αυτό το στάδιο, παραμένει δυσχερής η κατάφαση βεβαιοτήτων αναφορικά με την αποτελεσματικότητα του ιδιωτικού τομέα, λόγω της έλλειψης στη συλλογή, την επιβεβαίωση και την ανάλυση των εξόδων σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης δημόσιους κι ιδιωτικούς”, διαπίστωνε πέντε χρόνια πριν. Οι “φύλακες” του προϋπολογισμού γράφουν τα ίδια: “ Δεν προκύπτει πως η ανάθεση στον ιδιωτικό τομέα είναι λιγότερο δαπανηρή καθώς η διοίκηση δεν είναι ικανή να μετρήσει με ακρίβεια και να συγκρίνει τα έξοδα”.
“ Η ανάθεση σε ιδιωτικές επιχειρήσεις προκρίνεται με το επιχείρημα πως οι υπηρεσίες που διαθέτουν απαιτούν ιδιαίτερες ικανότητες, τις οποίες η διοίκηση συνήθως δεν κατέχει, όπως αναζήτηση αναδόχων για την οργάνωση της εργασίας στη φυλακή ή για ζητήματα κτηριακής αποκατάστασης, υπογραμμίζει η Marie Crétenot του Διεθνούς Παρατηρητηρίου Φυλακών. Όμως κανένας έλεγχος δεν έχει γίνει”. Ο οργανισμός υπενθυμίζει πως τα συμβόλαια ανάθεσης δεν έχουν δημοσιοποιηθεί, έλλειψη διαφάνειας που μας αποτρέπει απ’ το να γνωρίζουμε πόσα πληρώνει αυτές τις επιχειρήσεις το κράτος για κάθε υπηρεσία. Μόνο δύο αναφορές του Ελεγκτικού Συνεδρίου (2006 και 2011) και μία αναφορά του Γενικού Οικονομικού Επιθεωρητή ( 2009) καταλήγουν σε ορισμένα συμπεράσματα. “ Κι αυτές δεν ήταν στην πραγματικότητα υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων καθώς κοστίζει ακριβά χωρίς ουσιαστικό όφελος”, υποδεικνύει η Marie Crétenot. Ωστόσο, αυτό το σύστημα ανάθεσης παραμένει.
Κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης του συμβολαίου
Οι απασχολούμενες επιχειρήσεις στη διαχείριση των φυλακών υπάγονται εξίσου σ’ ένα σύστημα κυρώσεων σε περίπτωση με εκπλήρωσης των όρων του συμβολαίου. Το 2010, η εταιρία Gepsa πλήρωσε 400 000 ευρώ λόγω της παραβίασης της υποχρέωσης παροχής εργασίας σε όσους κρατούμενους το επιθυμούσαν στο κέντρο κράτησης του Béziers. Αλλά, οι κυρώσεις συχνά τίθενται υπό αμφισβήτηση από τους παροχείς υπηρεσιών. “ Κανείς δεν αμφισβητεί τα θεμέλια του συστήματος κυρώσεων, αδιαμφισβήτητου τμήματος του συμβολαίου, αλλά θα ήταν αντιπαραγωγικό μία ευρεία και μηχανική εφαρμογή τους να βλάψει τις επενδύσεις” επιχειρηματολογία του αφεντικού της Themis, θυγατρικής της Bouygues ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Όμως, ο έλεγχος συνήθως είναι ποσοτικός παρά ποιοτικός. Η διοίκηση ζητά να μάθει εάν οι παροχείς αφιέρωσαν χρόνο στην κατάρτιση των κρατουμένων παρά να αξιολογήσει τη χρησιμότητα και την επάρκεια αυτών. “ Για τις φυλακές υπό ιδιωτική διοίκηση, η πίστωση για την επαγγελματική κατάρτιση ή για την υγιεινή, είναι εγγυημένη από το κράτος, εξηγεί η Μarie Crétenot . Αντιθέτως, στη δημόσια διαχείριση, η διοίκηση κάνει περικοπές στην πίστωση με αποτέλεσμα τα δημόσια ιδρύματα να βρίσκονται σε δραματική κατάσταση”.
Όταν το κράτος πρέπει να πληρώνει αποζημίωση στις επιχειρήσεις
H κατεύθυνση προς ένα ιδιωτικό σωφρονιστικό σύστημα είναι πλέον αναπόφευκτη; Στη Γερμανία, όπου οι φυλακές υπό ιδιωτική διαχείριση υπάρχουν εν μέρει απ’ το 2000, οι αρχές έχουν ήδη επιλέξει ένα στα τέσσερα ιδρύματα να βρίσκεται υπό αυτό το καθεστώς. Το 2011, η νέα πολιτική πλειοψηφία των πράσινων και των σοσιαλδημοκρατών, που ανήλθε στην εξουσία στο κρατίδιο της Βάδης- Βουτεμβέργης, αποφάσισε να τερματίσει το συμβόλαιο ανάθεσης , που είχε συναφθεί μερικά χρόνια νωρίτερα για τη φυλακή του Offenburg. Και το δημόσιο να αναλάβει πλήρως τη διαχείριση της.
Η γαλλική κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει το ίδιο εφόσον το επιθυμούσε; “ Θα ήταν δυνατόν να επαναδιαπραγματευτούμε την ανάθεση, αλλά πληρώνοντας αποζημίωση. Υπογράφοντας συμβόλαια που το δεσμεύουν για 6, 9, 25 χρόνια, το κράτος δεσμεύεται να μην αναθεωρήσει τη σωφρονιστική του πολιτική, παρά μόνο εάν πληρώσει αποζημίωση στις εταιρίες, ρύθμιση αποτρεπτική σ’ αυτήν την εποχή λιτότητας”. “ Το 2011, ο υπουργός δικαιοσύνης της εποχής σκόπευε να μειώσει τα χρήματα της ενοικίασης επιτηρητών για τους κρατούμενους, εγκαθιδρύοντας ίδιες τιμές τόσο για τη δημόσια όσο και για την ιδιωτική διαχείριση. Αλλά, όπως η πλειοψηφία των συμβολαίων ανάθεσης δεν λήγει παρά το 2016 ή 2017, η εφαρμογή αυτής της μείωσης το 2011 θα σήμαινε την πληρωμή μεγάλων ποσών αποζημιώσεων στους παροχείς υπηρεσιών. Συνεπώς, δεν προχώρησε ποτέ.
Το παραπάνω παράδειγμα μπορεί να φαίνεται άνευ σημασίας. Στην πραγματικότητα, είναι εμβληματικό για την παρεμπόδιση των ποινικών πολιτικών λόγω της ιδιωτικοποίησης: “ Κάτι ανάλογο συνέβη και στο ζήτημα του μισθού των εργαζομένων κρατουμένων, προσθέτει η Marie Crétenot. Η εισαγωγή ενός σταθερού ωρομισθίου για όλους αποφασίστηκε απ’ το ποινικό νόμο του 2009. Εντούτοις, η ρύθμιση αυτή θα σήμαινε αλλαγές στα συμβόλαια, γι’ αυτό και τελικά δεν εφαρμόστηκε. Τι εξυπηρετεί λοιπόν η τροποποίηση της σωφρονιστικής πολιτικής; Μετά από τέσσερα χρόνια στο υπουργείο δικαιοσύνης η Christiane Taubita, δεν έχει ουδόλως αμφισβητήσει, την τάση προς ιδιωτικοποίηση προς μεγάλη χαρά των προνομιούχων επιχειρίσεων.
Aπό multinationales
( Μετάφραση-επιμέλεια για το Kollect: Τζιρίτα Ζαχαράτου Τώνια)
http://kollectnews.org/2016/03/15/prisons-private-near-future/
ΠΡΕΖΑ TV
Στη Γαλλία, πλέον του ενός τρίτου των καταστημάτων κράτησης διοικούνται εν μέρει από μεγάλες ιδιωτικές επιχειρήσεις Οι μεθοδεύσεις προς την ιδιωτικοποίηση του σωφρονιστικού συστήματος ξεκίνησαν πριν από τρεις δεκαετίες κι έκτοτε δεν έπαψαν να διευρύνονται. Από την παροχή του συσσιτίου έως την υποδοχή των οικογενειών των κρατουμένων, από την κατασκευή κέντρων κράτησης έως τη σωφρονιστική εργασία, ένας μικρός αριθμός εταιριών έχει καταλάβει αυτήν τη νέα κι επικερδή αγορά. Το κράτος καταβάλλει ετησίως περίπου 6 δισεκατομμύρια ευρώ προς αποπληρωμή των υπηρεσιών τους δίχως ωστόσο να καταδεικνύονται τα οφέλη της ιδιωτικής διαχείρισης. Συν τοις άλλοις, η καλπάζουσα ιδιωτικοποίηση θέτει ένα θεμελιακό ζήτημα: οι ιδιωτικές επιχειρήσεις έχουν πλέον κάθε συμφέρον ώστε οι φυλακές να παραμένουν γεμάτες.
Σ’ αυτά τα πλαίσια, πρόκειται να δημιουργηθεί η μεγαλύτερη φυλακή του Βελγίου. Σχεδόν 1.200 κρατούμενοι σ’ ένα χωριό- σωφρονιστήριο κοντά στις Βρυξέλλες, αποτελούμενο από τρία ανδρικά τμήματα, δύο γυναικεία, ένα ψυχιατρικό κατάστημα κι ένα ειδικό κατάστημα κράτησης νέων. Αυτή η καινούρια φυλακή είναι επιπλέον αμφιλεγόμενη καθώς επρόκειτο να κατασκευαστεί και να διοικηθεί μέσω της σύμπραξης του δημοσίου με ιδιώτες. To συμβόλαιο έχει συναφθεί με μία κοινοπραξία αποτελούμενη από δύο επιχειρήσεις και μία αυστραλέζικη τράπεζα επενδύσεων (Macquarie). Ένα νέο πεδίο δραστηριότητας, μεταξύ άλλων, γι’ αυτήν την τράπεζα η οποία επενδύει σε μεταφορές, νοσοκομεία, υποδομές ύδρευσης…. και κελιά.
Ο προαναφερθείς βελγικός σχεδιασμός σωφρονισμού έρχεται να προστεθεί στην εξελισσόμενη πορεία ενός κινήματος με αφετηρία τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Προερχόμενο από τις ΗΠΑ, το μοντέλο των ιδιωτικών φυλακών εδραιώνεται ολοένα και περισσότερο στην Ευρώπη. Στη Γαλλία, η ιδιωτικοποίηση ξεκίνησε το 1987. Με αρχικό στόχο την αναπαραγωγή αυτούσιου του αμερικανικού μοντέλου: μία πλήρης ιδιωτικοποίηση, απ’ την κατασκευή έως την επιτήρηση των κρατουμένων. Όμως, το κοινοβούλιο της εποχής αποφάσισε διαφορετικά: μόνο λειτουργίες πέραν αυτών της διεύθυνσης, της επιτήρησης και της διοίκησης μπορούν να ανατεθούν σε ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Ιδιωτικοποίηση της εργασίας των κρατουμένων και της υποδοχής των οικογενειών
Ακόμη κι υπ’ αυτούς τους περιορισμούς, ο αριθμός των φυλακών με ιδιωτική διαχείριση εξακολούθησε να αυξάνεται στη Γαλλία. Την 1η Ιανουαρίου του 2016, από τις 188 φυλακές, οι 68 διοικούνται εν μέρει από ιδιωτικές επιχειρήσεις Περισσότεροι απ’ τους μισούς εκ των 77.000 κρατουμένων εκτίουν την ποινή τους σ’ ένα ίδρυμα τέτοιου τύπου. Βέβαια, η Γαλλία απέχει ακόμη πολύ απ’ το αμερικανικό μοντέλο, όπου περισσότεροι από 130.000 κρατούμενοι είναι έγκλειστοι σε ιδιωτικά σωφρονιστικά ιδρύματα. Αλλά κι εδώ όπως και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, η ιδιωτικοποίηση προχωρά κι η ανάθεση της διοίκησης των φυλακών καθίσταται μία επικερδής επιχειρηματική δραστηριότητα
“ Στις ΗΠΑ, είναι εξ ολοκλήρου ιδιωτικά, δηλώνει η Marie Crétenot, νομικός στο Διεθνές Παρατηρητήριο Φυλακών. Στη Γαλλία, τα πράγματα διαφέρουν. Ωστόσο, οι ιδιώτες παροχείς υπηρεσιών, που διοικούν τα σωφρονιστικά ιδρύματα, δεν έχουν προφανώς κανένα συμφέρον στην κυριάρχηση μιας πολιτικής κάθετης μείωσης των στερητικών της ελευθερίας ποινών, προκειμένου να μη χάσουν τις νέες αγορές” . Κατ’ αρχήν η ιδιωτική διαχείριση αφορά τις διαδικασίες συντήρησης, επιμέλειας, αποκατάστασης, καθαρισμού ιματισμού, τροφοδοσίας( πώληση προϊόντων κι υπηρεσιών στους κρατούμενους), καθαριότητας και μεταφοράς. Εφεξής, η σωφρονιστική εργασία κι η επαγγελματική κατάρτιση έχουν εξίσου περάσει στα χέρια των ιδιωτών. Η αρμοδιότητα περίθαλψης των κρατουμένων, η οποία επίσης είχε εκχωρηθεί στον ιδιωτικό τομέα, εν τέλει εξαιρέθηκε αυτού το 2001. Εντούτοις, η υποδοχή των οικογενειών κι η οργάνωση των επισκέψεων ήρθαν να προστεθούν σ’ αυτόν το 2010. Προηγουμένως, εθελοντές αναλάμβαναν τις σχετικές δραστηριότητες. Τα συμβόλαια ανάθεσης όλων αυτών των “υπηρεσιών” έχουν διάρκεια από έξι έως και δέκα χρόνια.
Απ’ το 2008 εμφανίζεται η δεύτερη γενιά διαχείρισης των σωφρονιστικών ιδρυμάτων, αυτή της συνεργασίας δημοσίου κι ιδιωτικού τομέα, μεταξύ κράτους κι επιχειρήσεων, για το σχεδιασμό, την κατασκευή και τη συντήρηση των φυλακών. Οι συνεταιριστικές αυτές σχέσεις έχουν διάρκεια το λιγότερο 25 χρόνια από τη δημιουργία κάθε νέας φυλακής ενώ περιλαμβάνουν εξίσου όλες τις προαναφερθείσες κλασσικές υπηρεσίες των συμβολαίων περιορισμένης διάρκειας. Κατά συνέπεια, το κράτος δεσμεύεται να πληρώνει για τουλάχιστον ένα τέταρτο του αιώνα, “ ενοίκιο” στις εταιρίες- ιδιοκτήτριες των φυλακών, έως το 2041 για την πιο πρόσφατη φυλακή που κατασκευάστηκε στα πλαίσια αυτού του συν εταιρισμού.
5.9 δισεκατομμύρια ενοίκιο ετησίως
“Με τη προσφυγή σε τέτοιου είδους συνεταιρισμούς, το κράτος βρίσκεται σημαντικά χρεωμένο, προειδοποίησε πέρυσι το Διεθνές Παρατηρητήριο Φυλακών. Οι τόκοι κι οι επιπλέον χρεώσεις που πρέπει κάθε χρόνο να καταβάλλονται για τη συντήρηση των κτηρίων επιβαρύνουν κατά πολύ το ποσό της αποζημίωσης.” Το “ενοίκιο” που καταβάλλεται από το κράτος στους ιδιώτες διαχειριστές αγγίζει τα 5,9 δισεκατομμύρια το χρόνο σύμφωνα με τους υπολογισμούς του οργανισμού. “ Αυτό θα επιβαρύνει με εξαιρετικά γοργούς ρυθμούς όλους τους επικείμενους προϋπολογισμούς” υπενθυμίζει. Και θα υποχρεώσει τη διοίκηση να εξοικονομήσει χρήματα με άλλες μεθόδους. “Προκειμένου να αποκομίσουν τις απαραίτητες προσόδους για την αποπληρωμή των ενοικίων εκ των συμβολαίων, τα δημόσια νομικά πρόσωπα υποχρεώνονται συχνά να επαναπροσδιορίσουν τα διατιθέμενα μέσα, κυρίως να μειώσουν τα έξοδα λειτουργίας καθώς και την επένδυση τους σε άλλες δραστηριότητες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο προϋπολογισμός για τη σωφρονιστική διοίκηση.” σημειώνει προειδοποιητικά μία αναφορά της Συγκλήτου, το 2014, αναφορικά με την αποτελμάτωση εξαιτίας των εν λόγω συμπράξεων.
Η συντήρηση των κτηρίων κι οι υπηρεσίες κοινωνικής επανένταξης κι αναστολής υπό επιτήρηση απειλούνται ευθέως απ’ τους νέους προϋπολογισμούς. Κι ωστόσο, οι δύο τελευταίες είναι εκείνες που διευκολύνουν τη μετατροπή των ποινών, προετοιμάζουν την έξοδο από τη φυλακή, συνεπικουρούν στη διατήρηση των οικογενειακών δεσμών, οδηγούν τους κρατούμενους στην ελευθερία, εν ολίγοις αυτές οι υπηρεσίες ασχολούνται με το μη κατασταλτικό τμήμα της ποινής.
“Η απορύθμιση της διαχείρισης θα επιβαρύνει τον προϋπολογισμό της διοίκησης και της δικαιοσύνης για πολλές δεκαετίες κατά τρόπο απαράδεκτο.” λέει ο Olivier Caquineau, σύμβουλος επανένταξης κι αναστολής, και γενικός γραμματέας του συνδικάτου των εργαζομένων στα σωφρονιστήρια.
Μια χούφτα επιχειρήσεις μοιράζονται την αγορά
Η αγορά των φυλακών βρίσκεται στα χέρια ενός μικρού αριθμού επιχειρήσεων. Στο σωφρονιστικό κατάστημα της Χάβρης, η Themis- FM, θυγατρική της Bouygues, είναι ιδιοκτήτης των κτηρίων κι έχει αναλάβει τη συντήρησή τους. Το 2011, το κράτος της κατέβαλλε ένα εκατομμύριο ευρώ το μήνα. Σ’ αυτό το ενοίκιο προστίθενται 350.000 ευρώ το μήνα προς την Gespa, την εταιρία που παρέχει προσωπικές υπηρεσίες στους κρατούμενους αυτού του ιδρύματος. Η τελευταία δημιουργήθηκε με τον πρώτο νόμο για τις ιδιωτικοποιήσεις και σήμερα είναι παρούσα σε δεκατρείς φυλακές.
Η Sodexo, από την άλλη, έχει συμβόλαιο με 34 γαλλικές φυλακές και χάριν σ’ αυτήν τη δραστηριοποίηση έχει εξαπλωθεί διεθνώς. Έχει εισέλθει στις αγορές ανάθεσης σωφρονιστικών υπηρεσιών με δραστηριότητα σε 42 ιδρύματα στην Ολλανδία, πέντε στο Ηνωμένο Βασίλειο, πέντε στη Χιλή, δύο στην Ισπανία κι ένα στο Βέλγιο. Η εταιρία ισχυρίζεται πως κατόρθωσε “ την αποφυγή της υποτροπής και την ενθάρρυνση της κοινωνικής επανένταξης των κρατουμένων”. Η Sodexo διευκρινίζει στην ετήσια αναφορά της ότι η ίδια ασκεί τις δραστηριότητες της αποκλειστικά σε χώρες δημοκρατικές, που δεν εφαρμόζουν τη θανατική ποινή και των οποίων η σωφρονιστική πολιτική έχει στόχο την επανένταξη”. To 2013 μία υπόθεση ήρθε να ταρακουνήσει αυτές τις συγκινητικές δηλώσεις: μία κρατούμενη στο Ηνωμένο Βασίλειο, όπου η ιδιωτικοποίηση περιλαμβάνει και την περίθαλψη, μήνυσε τη γαλλική εταιρία καθώς την εγκατέλειψε χωρίς καμία φροντίδα μετά από μία αποβολή.
Κρατούμενοι και φυλακές: μία στρατηγική επενδύσεων
Μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι εργολαβιών και μεσιτών καρπώνονται τα συμβόλαια κατασκευής και συντήρησης. Η Bouygues διαθέτει και διοικεί έξι φυλακές. Η Spie Batignolles κατέχει τρεις, η Eiffage τέσσερις στη Γαλλία και μία στο Βέλγιο. Η Eiffage αποφάσισε εδώ και μερικά χρόνια να πουλήσει το 80% της θυγατρικής της για τις φυλακές σ’ ένα βελγικό ταμείο επενδύσεων. “ Η συναλλαγή αποδεικνύει τη συνάφεια της στρατηγικής επενδύσεων της Eiffage στα πλαίσια της σύμπραξης δημοσίου- ιδιωτών, επιτρέποντας τη μείωση του χρέους” γράφει η επιχείριση για να εξηγήσει αυτή την πώληση. Οι κρατούμενοι των γαλλικών φυλακών της Eiffage αποτελούν, συνεπώς, το αντικείμενο αυτής της “στρατηγικής επενδύσεων” και “ μείωσης του χρέους” γι’ αυτόν τον όμιλο.
Στις ΗΠΑ, εντοπίζουμε δύο κυρίαρχες επιχειρήσεις. H Corrections Corporation of America, με 70 φυλακές κι η Geο, με περισσότερα από 100 ιδρύματα σ’ ολόκληρη τη χώρα. Επιπλέον, η Geo έχει φυλακές στη Ν. Αφρική και την Αυστραλία καθώς επίσης κι ένα κέντρο κράτησης μεταναστών στο Ηνωμένο Βασίλειο. Στη Μεγάλη Βρετανία, η Sodexo μοιράζεται την αγορά με μία βρετανική επιχείριση, τη Serco, η οποία δραστηριοποιείται και στα κέντρα κράτησης μεταναστών κι αιτούντων ασύλου. Ο τρίτος παράγοντας των ιδιωτικών βρετανικών φυλακών είναι η G4S, ένας παγκόσμιος όμιλος, με δραστηριότητες στο σωφρονισμό, το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια, ενώ έχει θυγατρικές σ’ ολόκληρο τον κόσμο, κυρίως στο Jersey, το Guernesey και τη Νήσο Man, γνωστούς φορολογικούς παραδείσους.
Ελλιπής η αξιολόγηση απ’ την έναρξη της ιδιωτικοποίησης
Ωστόσο, τα χρήματα που ξοδεύει το κράτος πιάνουν τόπο; Πιο οικονομικός, πιο αποτελεσματικός και πρωτοποριακός… Αυτά είναι τα επιχειρήματα που επικαλούνται οι αρχές για να δικαιολογήσουν την ανάθεση των γαλλικών φυλακών στον ιδιωτικό τομέα. Ωστόσο, τι λένε τα γεγονότα; Δύσκολο να γνωρίζει κανείς καθώς η διοίκηση δεν έχει πραγματοποιήσει καμία συγκριτική αξιολόγηση του κόστους και της ποιότητας της διαχείρισης απ’ την αρχή της ιδιωτικοποίησης. Μία έλλειψη αξιολόγησης που ακόμη και το Ελεγκτικό Συνέδριο μετανιώνει “Τα μοναδικά διαθέσιμα στοιχεία πιστοποιούν ότι , σ’ αυτό το στάδιο, παραμένει δυσχερής η κατάφαση βεβαιοτήτων αναφορικά με την αποτελεσματικότητα του ιδιωτικού τομέα, λόγω της έλλειψης στη συλλογή, την επιβεβαίωση και την ανάλυση των εξόδων σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης δημόσιους κι ιδιωτικούς”, διαπίστωνε πέντε χρόνια πριν. Οι “φύλακες” του προϋπολογισμού γράφουν τα ίδια: “ Δεν προκύπτει πως η ανάθεση στον ιδιωτικό τομέα είναι λιγότερο δαπανηρή καθώς η διοίκηση δεν είναι ικανή να μετρήσει με ακρίβεια και να συγκρίνει τα έξοδα”.
“ Η ανάθεση σε ιδιωτικές επιχειρήσεις προκρίνεται με το επιχείρημα πως οι υπηρεσίες που διαθέτουν απαιτούν ιδιαίτερες ικανότητες, τις οποίες η διοίκηση συνήθως δεν κατέχει, όπως αναζήτηση αναδόχων για την οργάνωση της εργασίας στη φυλακή ή για ζητήματα κτηριακής αποκατάστασης, υπογραμμίζει η Marie Crétenot του Διεθνούς Παρατηρητηρίου Φυλακών. Όμως κανένας έλεγχος δεν έχει γίνει”. Ο οργανισμός υπενθυμίζει πως τα συμβόλαια ανάθεσης δεν έχουν δημοσιοποιηθεί, έλλειψη διαφάνειας που μας αποτρέπει απ’ το να γνωρίζουμε πόσα πληρώνει αυτές τις επιχειρήσεις το κράτος για κάθε υπηρεσία. Μόνο δύο αναφορές του Ελεγκτικού Συνεδρίου (2006 και 2011) και μία αναφορά του Γενικού Οικονομικού Επιθεωρητή ( 2009) καταλήγουν σε ορισμένα συμπεράσματα. “ Κι αυτές δεν ήταν στην πραγματικότητα υπέρ των ιδιωτικοποιήσεων καθώς κοστίζει ακριβά χωρίς ουσιαστικό όφελος”, υποδεικνύει η Marie Crétenot. Ωστόσο, αυτό το σύστημα ανάθεσης παραμένει.
Κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασης του συμβολαίου
Οι απασχολούμενες επιχειρήσεις στη διαχείριση των φυλακών υπάγονται εξίσου σ’ ένα σύστημα κυρώσεων σε περίπτωση με εκπλήρωσης των όρων του συμβολαίου. Το 2010, η εταιρία Gepsa πλήρωσε 400 000 ευρώ λόγω της παραβίασης της υποχρέωσης παροχής εργασίας σε όσους κρατούμενους το επιθυμούσαν στο κέντρο κράτησης του Béziers. Αλλά, οι κυρώσεις συχνά τίθενται υπό αμφισβήτηση από τους παροχείς υπηρεσιών. “ Κανείς δεν αμφισβητεί τα θεμέλια του συστήματος κυρώσεων, αδιαμφισβήτητου τμήματος του συμβολαίου, αλλά θα ήταν αντιπαραγωγικό μία ευρεία και μηχανική εφαρμογή τους να βλάψει τις επενδύσεις” επιχειρηματολογία του αφεντικού της Themis, θυγατρικής της Bouygues ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Όμως, ο έλεγχος συνήθως είναι ποσοτικός παρά ποιοτικός. Η διοίκηση ζητά να μάθει εάν οι παροχείς αφιέρωσαν χρόνο στην κατάρτιση των κρατουμένων παρά να αξιολογήσει τη χρησιμότητα και την επάρκεια αυτών. “ Για τις φυλακές υπό ιδιωτική διοίκηση, η πίστωση για την επαγγελματική κατάρτιση ή για την υγιεινή, είναι εγγυημένη από το κράτος, εξηγεί η Μarie Crétenot . Αντιθέτως, στη δημόσια διαχείριση, η διοίκηση κάνει περικοπές στην πίστωση με αποτέλεσμα τα δημόσια ιδρύματα να βρίσκονται σε δραματική κατάσταση”.
Όταν το κράτος πρέπει να πληρώνει αποζημίωση στις επιχειρήσεις
H κατεύθυνση προς ένα ιδιωτικό σωφρονιστικό σύστημα είναι πλέον αναπόφευκτη; Στη Γερμανία, όπου οι φυλακές υπό ιδιωτική διαχείριση υπάρχουν εν μέρει απ’ το 2000, οι αρχές έχουν ήδη επιλέξει ένα στα τέσσερα ιδρύματα να βρίσκεται υπό αυτό το καθεστώς. Το 2011, η νέα πολιτική πλειοψηφία των πράσινων και των σοσιαλδημοκρατών, που ανήλθε στην εξουσία στο κρατίδιο της Βάδης- Βουτεμβέργης, αποφάσισε να τερματίσει το συμβόλαιο ανάθεσης , που είχε συναφθεί μερικά χρόνια νωρίτερα για τη φυλακή του Offenburg. Και το δημόσιο να αναλάβει πλήρως τη διαχείριση της.
Η γαλλική κυβέρνηση θα μπορούσε να κάνει το ίδιο εφόσον το επιθυμούσε; “ Θα ήταν δυνατόν να επαναδιαπραγματευτούμε την ανάθεση, αλλά πληρώνοντας αποζημίωση. Υπογράφοντας συμβόλαια που το δεσμεύουν για 6, 9, 25 χρόνια, το κράτος δεσμεύεται να μην αναθεωρήσει τη σωφρονιστική του πολιτική, παρά μόνο εάν πληρώσει αποζημίωση στις εταιρίες, ρύθμιση αποτρεπτική σ’ αυτήν την εποχή λιτότητας”. “ Το 2011, ο υπουργός δικαιοσύνης της εποχής σκόπευε να μειώσει τα χρήματα της ενοικίασης επιτηρητών για τους κρατούμενους, εγκαθιδρύοντας ίδιες τιμές τόσο για τη δημόσια όσο και για την ιδιωτική διαχείριση. Αλλά, όπως η πλειοψηφία των συμβολαίων ανάθεσης δεν λήγει παρά το 2016 ή 2017, η εφαρμογή αυτής της μείωσης το 2011 θα σήμαινε την πληρωμή μεγάλων ποσών αποζημιώσεων στους παροχείς υπηρεσιών. Συνεπώς, δεν προχώρησε ποτέ.
Το παραπάνω παράδειγμα μπορεί να φαίνεται άνευ σημασίας. Στην πραγματικότητα, είναι εμβληματικό για την παρεμπόδιση των ποινικών πολιτικών λόγω της ιδιωτικοποίησης: “ Κάτι ανάλογο συνέβη και στο ζήτημα του μισθού των εργαζομένων κρατουμένων, προσθέτει η Marie Crétenot. Η εισαγωγή ενός σταθερού ωρομισθίου για όλους αποφασίστηκε απ’ το ποινικό νόμο του 2009. Εντούτοις, η ρύθμιση αυτή θα σήμαινε αλλαγές στα συμβόλαια, γι’ αυτό και τελικά δεν εφαρμόστηκε. Τι εξυπηρετεί λοιπόν η τροποποίηση της σωφρονιστικής πολιτικής; Μετά από τέσσερα χρόνια στο υπουργείο δικαιοσύνης η Christiane Taubita, δεν έχει ουδόλως αμφισβητήσει, την τάση προς ιδιωτικοποίηση προς μεγάλη χαρά των προνομιούχων επιχειρίσεων.
Aπό multinationales
( Μετάφραση-επιμέλεια για το Kollect: Τζιρίτα Ζαχαράτου Τώνια)
http://kollectnews.org/2016/03/15/prisons-private-near-future/
ΠΡΕΖΑ TV
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου