Την Κυριακή 24/4 στις 7.30΄ στο Ξενοδοχείο Εφύρα στην Κόρινθο συζητάμε με τον οικονομολόγο Πέτρο Σταύρου για την οικονομική συγκυρία και τη πρόταση εξόδου από την Ευρωζώνη. Ο σ. Πέτρος είναι μέλος της ΑΡΚ και μέλος της Επιτροπής που ετοιμάζει τις προγραμματικές θέσεις τις ΛΑΕ.
Για το νέο ασφαλιστικό που έρχεται το 2016 και το νεοφιλελεύθερο μέλλον μας
Πέτρος Σταύρου
Η διατήρηση της μέσης σύνταξης με κάθε κόστος.
Όταν η κυβέρνηση λέει ότι δεν θα μειώσει τις κύριες συντάξεις εννοεί ότι θα επιχειρήσει το νέο ασφαλιστικό σύστημα να αποδίδει τη σημερινή μέση κύρια σύνταξη που είναι γύρω στα 800 ευρώ. Οι δανειστές από τη μεριά τους ζητούν η «αναγκαία» μείωση των δαπανών του ασφαλιστικού συστήματος να επαναπροσδιορίσει τη μέση σύνταξη στο επίπεδο των 600 ευρώ. Η ελληνική κυβέρνηση έχει δύο τρόπους να επιφέρει την «αναγκαία» δημοσιονομική προσαρμογή που και η ίδια υποστηρίζει όπως και οι δανειστές. Ή να μειώσει το κόστος του συνταξιοδοτικού συστήματος εφαρμόζοντας αυτό που λέει το «κουαρτέτο των θεσμών», να μειώσει δηλαδή τις κύριες συντάξεις (εκτός από τις δραματικές μειώσεις στις επικουρικές, στα μερίσματα και τα εφάπαξ) στο επίπεδο των 600 ευρώ, ή να στρέψει αλλού την πολιτική προσαρμογής της, σε άλλο σημείο του προγράμματος λιτότητας που εφαρμόζει.
Στη καλύτερη των δυνατών περιπτώσεων, όταν η κυβέρνηση λέει ότι δεν θα εφαρμόσει νέες μειώσεις στις κύριες συντάξεις εννοεί ότι για τους ήδη συνταξιούχους θα εφαρμόσει ένα πρόγραμμα αναδιανομής υπέρ των συντάξεων, αυξάνοντας είτε την φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων ή τις εισφορές των εργοδοτών ή και τα δύο μαζί. Βέβαια, κάτι τέτοιο θα σήμαινε σφοδρή σύγκρουση με τους δανειστές και εκτός κάποιων δηλώσεων περί «κόκκινων γραμμών» δεν φαίνεται κάποιο σοβαρό σχέδιο «μετωπικής» μαζί τους. Αν πάλι η κυβέρνηση εννοεί ότι δεν θα επιτρέψει νέες οριζόντιες μειώσεις συντάξεων, με έμφαση στο χαρακτηρισμό "οριζόντιες", τότε θα πρέπει να προσδιορίσει τις στοχευμένες μειώσεις που είναι αποφασισμένη να κάνει, αλλά και πάλι κάτι τέτοιο δεν το έχει, μέχρι τώρα, προσδιορίσει.
Πάντως, είτε έτσι είτε αλλιώς, θα πρέπει να ξέρει η κυβέρνηση, από την εμπειρία της με την περίφημη διαπραγμάτευση, ότι οι γενικότητες και οι ασάφειες δεν απέδωσαν και τόσα πολλά, ως άμυνα, απέναντι στη σκληρή και μεροληπτική ταξική πολιτική των δανειστών. Το αντίθετο, οι ασάφειες οδήγησαν σε καταστροφή όλων των θεσμών προστασίας των λαϊκών συμφερόντων.
Η διαφαινόμενη δομή του νέου ασφαλιστικού και το πρόβλημα με τη χρηματοδότηση της μετάβασης
Αλλά ας υποθέσουμε ότι κάποιου είδους «λύση» στο γρίφο: όχι άλλη μείωση των υπαρχουσών συντάξεων – εμφανής δημοσιονομική ελάφρυνση, θα προκύψει. Υπάρχει από κει και πέρα κάποιο άλλο θέμα που απασχολεί την κυβέρνηση; Από ότι φαίνεται όχι. Το ότι θα εφαρμόσει κάτι που μοιάζει μορφικά και περιεχομενικά πολύ με αυτό που είχε προτείνει τη δεκαετία του 90 ο καθηγητής Σπράος και λίγο αργότερα ο Γιαννίτσης δεν την απασχολεί και τόσο.
Διότι και τότε τα ίδια πρότειναν, μια εθνική σύνταξη της πείνας που θα πληρωνόταν από φόρους και θα ήταν υπό κρατική εγγύηση και πρόσθετα μια αναλογική σύνταξη που θα πληρωνόταν από τα ενοποιημένα ασφαλιστικά ταμεία. Επίσης, δεν γνωρίζαμε ότι η επιτροπή «σοφών» είναι το εργαλείο μιας υποτίθεται αριστερής κυβέρνησης για να αποφασίσει τι θα κάνει με το ασφαλιστικό! Το μάθαμε και αυτό αν και φαίνεται πώς ούτε το ποια θα είναι η μέθοδος και η μορφή της διερεύνησης της λύσης για το ασφαλιστικό απασχόλησε τη κυβέρνηση. Αυτή η παντελής αδιαφορία της κυβέρνησης τόσο για τα χαρακτηριστικά του ασφαλιστικού που προτείνει όσο και για τις μεθόδους εργασίας που χρησιμοποιεί είναι που μας πείθει ότι και η «κόκκινη γραμμή» της μη μείωσης των κυρίως συντάξεων είναι για το θεαθήναι. Αν δεν ενδιαφέρεσαι για το ότι όχι μόνο ανοίγεις το δρόμο για τον νεοφιλελευθερισμό αλλά νομοθετείς και νεοφιλελεύθερα, σε κάτι που απέτυχε και ο Σπράος και ο Γιαννίτσης αλλά και ο Λοβέρδος και ο Κουτρουμάνης (δεν το λέμε μόνο εμείς άλλωστε, το παραδέχεται και ο μαρξιστής Υπουργός Οικονομικών Ε. Τσακαλώτος) τότε οι «κόκκινες γραμμές» είναι «μαύρο» χιούμορ και κοινωνική αναλγησία.
Ας δούμε κάτι τελευταίο. Με τη δομή του προτεινόμενου ασφαλιστικού συστήματος, η κυβέρνηση λέει ότι το αναλογικό της μέρος «...αποσκοπεί στην εξασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, όσο το δυνατόν εγγύτερα προς εκείνο που είχε ο εργαζόμενος κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου και αντιστοιχεί στις ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί στους φορείς κύριας ασφάλισης. Υπολογίζεται βάσει των συντάξιμων αποδοχών και του ποσοστού αναπλήρωσης, σύμφωνα με το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων παροχών»1.
Πολύ ωραία λοιπόν, όμως μπορεί κάποιος να μας εξηγήσει πως θα καλύπτει αυτή η «αναλογικότητα» του νέου συστήματος και τη χρηματοδότηση όλων εκείνων των συνταξιούχων που βγήκαν στη σύνταξη σε εποχές που ο μισθός τους είχε διπλάσια και τριπλάσια εισφοροδοτική ικανότητα από τον σημερινό πραγματικό μισθό της αγοράς εργασίας; Και επιπλέον, με τις 630.000 συντάξεις που δεν είναι γήρατος (συντάξεις θανάτου και αναπηρίας) και που δεν συνδέονται με αναπληρώσεις και μισθούς τι θα γίνει; Ποιος θα τις χρηματοδοτήσει2;
Όπως είναι γνωστό, η χρηματοδότηση κάθε ασφαλιστικού συστήματος στηρίζεται σε μια βασική αρχή: Αυτοί που εργάζονται πληρώνουν αυτούς που δεν εργάζονται και το ύψος της σύνταξης συνδέεται με τη σχέση εργαζομένων / συνταξιούχων καθώς και με το ύψος του μισθού στην αγορά εργασίας3. Το νέο ασφαλιστικό σύστημα, προφανώς, αναφέρεται στους επόμενους συνταξιούχους που θα τους δίνει μια εθνική σύνταξη και μια αναλογική σύνταξη τύπου «αποταμίευσης». Τους σημερινούς δικαιούχους του συστήματος ποιος θα τους πληρώνει όμως και πόσο; Πόσο θα είναι η ανεργία στο μέλλον, τι θέσεις εργασίας θα δημιουργούνται, τι μισθοί θα επικρατούν, πού θα κινείται η μερική απασχόληση; Με λίγα λόγια, αυτοί που θα εργάζονται πόσοι θα είναι και σε τι κατάσταση για να σηκώνουν το βάρος αυτών που δεν θα εργάζονται;
Τα παραπάνω μας λένε ότι η χρηματοδότηση της μετάβασης του συστήματος δεν έχει προσδιοριστεί. Δεν έχει προσδιοριστεί πως θα χρηματοδοτηθούν οι 2,5 εκ. σημερινοί συνταξιούχοι. Εκείνο που έχει προσδιοριστεί, και αυτό σε γενικές γραμμές, είναι ότι οι μελλοντικοί δικαιούχοι θα παίρνουν μια σύνταξη αποτελούμενη από δύο μέρη, το εγγυημένο κρατικό και το αναλογικό. Κανονικά το κράτος δεν πρέπει να επωμιστεί μόνο την εθνική σύνταξη των 384 ευρώ αλλά και τη χρηματοδότηση της μετάβασης του συστήματος από το υπάρχον σε αυτό του Κατρούγκαλου. Όμως, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να μπορεί να γίνει με την υπάρχουσα δημοσιονομική κατάσταση και εδώ παρεμβαίνει το ΔΝΤ και ζητάει διαγραφή χρέους για να μπορεί ο δημόσιος προϋπολογισμός να χρηματοδοτήσει τη μετάβαση του συστήματος στη νεοφιλελεύθερη δομή του Κατρούγκαλου.
Η απάντηση ήδη αρχίζει και διαγράφεται πιο καθαρά. Το κράτος μέχρι τώρα χρησιμοποιούσε τα αποθεματικά των ταμείων για να χρηματοδοτεί ότι παρουσιαζόταν ως άμεση «επενδυτική» ανάγκη. Τα αποθεματικά των ταμείων που «επενδύθηκαν» στις τράπεζες έχουν εξανεμισθεί. Τώρα τόσο οι εισφορές των ταμείων, και στο βαθμό που θα προσδιοριστεί από την επαναδιευθέτηση του χρέους που ελπίζει η κυβέρνηση ότι θα γίνει μέσα στο 2016, ο κρατικός προϋπολογισμός θα χρηματοδοτήσουν τη μετάβαση του ασφαλιστικού συστήματος στη νέα εποχή του.
Το ελάχιστο κράτος πρόνοιας και στο βάθος ο διακανονισμός του χρέους και η «ανάπτυξη» που έρχεται.
Όσο δεν νομοθετεί η κυβέρνηση καλά είναι, όταν νομοθετεί όμως τόσο πιο πολύ πλησιάζουμε στη στιγμή της σύστασης του ελάχιστου κράτους πρόνοιας. Η αριστερά θα έπρεπε να μεριμνά για το κοινωνικό κράτος και όχι για το κράτος πρόνοιας, πόσο μάλλον για το ελάχιστο κράτος πρόνοιας. Διότι το μνημόνιο αυτό προσπαθεί να κάνει. Να εγκαθιδρύσει το ελάχιστο κράτος πρόνοιας. Ποιοι είναι οι θεσμοί του ελάχιστου κράτους πρόνοιας; Είναι δύο οι κύριοι θεσμοί του: Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και η εθνική σύνταξη. Πως θα χρηματοδοτηθούν αυτοί οι δύο θεσμοί; Ο πρώτος με την κατάργηση της διάσπαρτης επιδοματικής πολιτικής που ίσχυε μέχρι τώρα και της επανασυγκέντρωσης των χρηματικών πόρων και των όποιων υλικών παροχών (σίτιση, στέγαση κλπ) στη στήριξη του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος αντιμετώπισης των ακραίων μορφών φτώχειας, αλλά μόνον αυτών. Ο δεύτερος με την ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων και τη χρήση των εισφορών τους (τα αποθεματικά τους έχουν ήδη εξανεμισθεί) στη στήριξη ενός λιγότερο δαπανηρού συστήματος που θα παρέχει την εθνική σύνταξη και μια αναλογική σύνταξη πάνω από την εθνική. Η ενοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης με την κοινωνική πρόνοια είναι γεγονός. Η επαναδιευθέτηση του χρέους που σχεδιάζεται μέσα στο 2016, στόχο έχει τη χρηματοδότηση αυτού του ελάχιστου κράτους πρόνοιας και όχι την απελευθέρωση από τα δεσμά των δανειστών.
Η κοινωνία και η οικονομία μετά το 2016
Οι υποστηριχτές του νέου ασφαλιστικού συστήματος λένε πως η "μεταρρύθμιση" αυτή θα έπρεπε να είχε εφαρμοστεί εδώ και 2 δεκαετίες, επί Γιαννίτση, και πως αν είχε προχωρήσει υπερπηδώντας την αντίδραση των συντεχνιών, δεν θα είχαμε φτάσει στο Μνημόνιο. Η πραγματικότητα όμως είναι λίγο διαφορετική. Η «μεταρρύθμιση Γιαννίτση» δεν προχώρησε διότι δεν μπορούσε να χρηματοδοτηθεί, τη δεδομένη περίοδο, και διότι συνάντησε σφοδρές κοινωνικές, και όχι όπως λέγεται, συντεχνιακές αντιδράσεις. Αν προχωρούσε, ως είχε, τότε σήμερα τα δημόσια ελλείμματα θα ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα και η οικονομία θα όφειλε να προσαρμοστεί σε ακόμα πιο σκληρές μνημονιακές πολιτικές. Όταν τροποποιείται το ασφαλιστικό σύστημα και αρχίζει να λειτουργεί με τη λογική της «αποταμίευσης» για τους μελλοντικούς δικαιούχους, τότε το κόστος της μετάβασης που είναι η συνέχιση της καταβολής των υπαρχόντων συντάξεων με το αναδιανεμητικό σύστημα κάποιος πρέπει να το επωμισθεί.
Σήμερα, στην εποχή του 3ου μνημονίου, όπου η «ανάπτυξη» που είναι να έρθει α) δεν θα μειώσει σημαντικά την ανεργία, β) θα δημιουργήσει πολύ χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και όπου γ) οι θέσεις μερικής απασχόλησης με περιορισμένες εισφοροδοτικές ικανότητες θα είναι περισσότερες από τις κανονικές θέσεις εργασίας, υπάρχουν οι προϋποθέσεις «χρηματοδότησης» της μετάβασης του ασφαλιστικού συστήματος προς ένα σύστημα που μοιάζει με αυτό που "οραματίστηκε" ο Γιάννης Σπράος και οι συνεργάτες του;
Μόνο υπό τις εξής ταυτόχρονες συνθήκες α) Τα ταμεία να αναλάβουν, εκτός του αναλογικού τμήματος της σύνταξης και τη χρηματοδότηση της μετάβασης του συστήματος από το παλιό στο νέο σύστημα με αυξημένες εισφορές, β) εκτός των επικουρικών να μειωθούν και οι κύριες συντάξεις που ήδη καταβάλλονται και γ) να γίνει σοβαρή επιμήκυνση του δημόσιου χρέους για να δημιουργηθεί ο κατάλληλος δημοσιονομικός χώρος για να καταβάλλεται η εθνική σύνταξη.
Υπό αυτές τις συνθήκες, μόνο περιστασιακά και εντελώς βραχυπρόθεσμα μπορεί να διατηρηθεί η μέση σύνταξη σταθερή και χωρίς μειώσεις όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση. Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ελπίζει σε αυτήν την «κόκκινη» γραμμή. Άλλωστε τίποτα δεν είναι αιώνιο σε αυτήν τη ζωή. Οι κύριες συντάξεις μπορεί να μείνουν για λίγους μήνες αμείωτες. Όμως το σύστημα θα έχει περάσει οριστικά στον αστερισμό του ελάχιστου φιλανθρωπικού κράτους του νεοφιλελευθερισμού, κάτι που δεν μπόρεσαν ούτε ο Γιαννίτσης, ούτε ο Σημίτης, ούτε ο Λοβέρδος αλλά ούτε κάποια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της ΝΔ να το καταφέρουν.
1. Ναυτεμπορική: http://www.naftemporiki.gr/story/1038263/stin-oke-oi-protaseis-tou-g-katrougkalou-gia-to-asfalistiko).
2. Κώστα Νικολάου, Απάτη του αιώνα η νέα ασφαλιστική "μεταρρύθμιση", Ίσκρα: http://www.iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=22822:nikolaou-dd&catid=42:ergasiakes-sxeseis&Itemid=168
3. Γιώργος Σταμάτης: Η Έκθεση Σπράου: Προς μια ιδιωτικοποιήση και κεφαλαιοποίηση των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ΟΝΕ και νεοφιλελεύθερη πολιτική, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα,1999.
Για το νέο ασφαλιστικό που έρχεται το 2016 και το νεοφιλελεύθερο μέλλον μας
Πέτρος Σταύρου
Η κυβέρνηση διαβεβαιώνει πως με το νέο ασφαλιστικό νόμο που θα φέρει στη βουλή, τον Ιανουάριο, δεν θα μειωθούν οι κύριες συντάξεις. Εντάξει, να το αποδεχτούμε για την οικονομία της κουβέντας αλλά εδώ δεν μας ενδιαφέρει το αν η κυβέρνηση θα εκπληρώσει την πολύ συγκεκριμένη υπόσχεση της αλλά για το τι είδους μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού θα φέρει στη βουλή και αυτό γιατί μπορεί να διαβεβαιώνει κανείς με χίλιους τρόπους κάποιον/α ότι δεν θα μειωθεί το εισόδημα του/της αλλά ορισμένοι τρόποι εξ αυτών να είναι καθαρά νεοφιλελεύθεροι με μακροπρόθεσμες συνέπειες στην αλλαγή της κοινωνικής ισχύος και στην αναπαραγωγή των εργαζόμενων τάξεων. Ας δούμε όμως κάποια πράγματα λίγο πιο συγκεκριμένα, τουλάχιστον, έτσι όπως παρουσιάζονται από τον ημερήσιο και ηλεκτρονικό τύπο, ελπίζουμε όχι διαστρεβλωμένα.
Η διατήρηση της μέσης σύνταξης με κάθε κόστος.
Όταν η κυβέρνηση λέει ότι δεν θα μειώσει τις κύριες συντάξεις εννοεί ότι θα επιχειρήσει το νέο ασφαλιστικό σύστημα να αποδίδει τη σημερινή μέση κύρια σύνταξη που είναι γύρω στα 800 ευρώ. Οι δανειστές από τη μεριά τους ζητούν η «αναγκαία» μείωση των δαπανών του ασφαλιστικού συστήματος να επαναπροσδιορίσει τη μέση σύνταξη στο επίπεδο των 600 ευρώ. Η ελληνική κυβέρνηση έχει δύο τρόπους να επιφέρει την «αναγκαία» δημοσιονομική προσαρμογή που και η ίδια υποστηρίζει όπως και οι δανειστές. Ή να μειώσει το κόστος του συνταξιοδοτικού συστήματος εφαρμόζοντας αυτό που λέει το «κουαρτέτο των θεσμών», να μειώσει δηλαδή τις κύριες συντάξεις (εκτός από τις δραματικές μειώσεις στις επικουρικές, στα μερίσματα και τα εφάπαξ) στο επίπεδο των 600 ευρώ, ή να στρέψει αλλού την πολιτική προσαρμογής της, σε άλλο σημείο του προγράμματος λιτότητας που εφαρμόζει.
Στη καλύτερη των δυνατών περιπτώσεων, όταν η κυβέρνηση λέει ότι δεν θα εφαρμόσει νέες μειώσεις στις κύριες συντάξεις εννοεί ότι για τους ήδη συνταξιούχους θα εφαρμόσει ένα πρόγραμμα αναδιανομής υπέρ των συντάξεων, αυξάνοντας είτε την φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων ή τις εισφορές των εργοδοτών ή και τα δύο μαζί. Βέβαια, κάτι τέτοιο θα σήμαινε σφοδρή σύγκρουση με τους δανειστές και εκτός κάποιων δηλώσεων περί «κόκκινων γραμμών» δεν φαίνεται κάποιο σοβαρό σχέδιο «μετωπικής» μαζί τους. Αν πάλι η κυβέρνηση εννοεί ότι δεν θα επιτρέψει νέες οριζόντιες μειώσεις συντάξεων, με έμφαση στο χαρακτηρισμό "οριζόντιες", τότε θα πρέπει να προσδιορίσει τις στοχευμένες μειώσεις που είναι αποφασισμένη να κάνει, αλλά και πάλι κάτι τέτοιο δεν το έχει, μέχρι τώρα, προσδιορίσει.
Πάντως, είτε έτσι είτε αλλιώς, θα πρέπει να ξέρει η κυβέρνηση, από την εμπειρία της με την περίφημη διαπραγμάτευση, ότι οι γενικότητες και οι ασάφειες δεν απέδωσαν και τόσα πολλά, ως άμυνα, απέναντι στη σκληρή και μεροληπτική ταξική πολιτική των δανειστών. Το αντίθετο, οι ασάφειες οδήγησαν σε καταστροφή όλων των θεσμών προστασίας των λαϊκών συμφερόντων.
Η διαφαινόμενη δομή του νέου ασφαλιστικού και το πρόβλημα με τη χρηματοδότηση της μετάβασης
Αλλά ας υποθέσουμε ότι κάποιου είδους «λύση» στο γρίφο: όχι άλλη μείωση των υπαρχουσών συντάξεων – εμφανής δημοσιονομική ελάφρυνση, θα προκύψει. Υπάρχει από κει και πέρα κάποιο άλλο θέμα που απασχολεί την κυβέρνηση; Από ότι φαίνεται όχι. Το ότι θα εφαρμόσει κάτι που μοιάζει μορφικά και περιεχομενικά πολύ με αυτό που είχε προτείνει τη δεκαετία του 90 ο καθηγητής Σπράος και λίγο αργότερα ο Γιαννίτσης δεν την απασχολεί και τόσο.
Διότι και τότε τα ίδια πρότειναν, μια εθνική σύνταξη της πείνας που θα πληρωνόταν από φόρους και θα ήταν υπό κρατική εγγύηση και πρόσθετα μια αναλογική σύνταξη που θα πληρωνόταν από τα ενοποιημένα ασφαλιστικά ταμεία. Επίσης, δεν γνωρίζαμε ότι η επιτροπή «σοφών» είναι το εργαλείο μιας υποτίθεται αριστερής κυβέρνησης για να αποφασίσει τι θα κάνει με το ασφαλιστικό! Το μάθαμε και αυτό αν και φαίνεται πώς ούτε το ποια θα είναι η μέθοδος και η μορφή της διερεύνησης της λύσης για το ασφαλιστικό απασχόλησε τη κυβέρνηση. Αυτή η παντελής αδιαφορία της κυβέρνησης τόσο για τα χαρακτηριστικά του ασφαλιστικού που προτείνει όσο και για τις μεθόδους εργασίας που χρησιμοποιεί είναι που μας πείθει ότι και η «κόκκινη γραμμή» της μη μείωσης των κυρίως συντάξεων είναι για το θεαθήναι. Αν δεν ενδιαφέρεσαι για το ότι όχι μόνο ανοίγεις το δρόμο για τον νεοφιλελευθερισμό αλλά νομοθετείς και νεοφιλελεύθερα, σε κάτι που απέτυχε και ο Σπράος και ο Γιαννίτσης αλλά και ο Λοβέρδος και ο Κουτρουμάνης (δεν το λέμε μόνο εμείς άλλωστε, το παραδέχεται και ο μαρξιστής Υπουργός Οικονομικών Ε. Τσακαλώτος) τότε οι «κόκκινες γραμμές» είναι «μαύρο» χιούμορ και κοινωνική αναλγησία.
Ας δούμε κάτι τελευταίο. Με τη δομή του προτεινόμενου ασφαλιστικού συστήματος, η κυβέρνηση λέει ότι το αναλογικό της μέρος «...αποσκοπεί στην εξασφάλιση αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, όσο το δυνατόν εγγύτερα προς εκείνο που είχε ο εργαζόμενος κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου και αντιστοιχεί στις ασφαλιστικές εισφορές που έχουν καταβληθεί στους φορείς κύριας ασφάλισης. Υπολογίζεται βάσει των συντάξιμων αποδοχών και του ποσοστού αναπλήρωσης, σύμφωνα με το διανεμητικό σύστημα προκαθορισμένων παροχών»1.
Πολύ ωραία λοιπόν, όμως μπορεί κάποιος να μας εξηγήσει πως θα καλύπτει αυτή η «αναλογικότητα» του νέου συστήματος και τη χρηματοδότηση όλων εκείνων των συνταξιούχων που βγήκαν στη σύνταξη σε εποχές που ο μισθός τους είχε διπλάσια και τριπλάσια εισφοροδοτική ικανότητα από τον σημερινό πραγματικό μισθό της αγοράς εργασίας; Και επιπλέον, με τις 630.000 συντάξεις που δεν είναι γήρατος (συντάξεις θανάτου και αναπηρίας) και που δεν συνδέονται με αναπληρώσεις και μισθούς τι θα γίνει; Ποιος θα τις χρηματοδοτήσει2;
Όπως είναι γνωστό, η χρηματοδότηση κάθε ασφαλιστικού συστήματος στηρίζεται σε μια βασική αρχή: Αυτοί που εργάζονται πληρώνουν αυτούς που δεν εργάζονται και το ύψος της σύνταξης συνδέεται με τη σχέση εργαζομένων / συνταξιούχων καθώς και με το ύψος του μισθού στην αγορά εργασίας3. Το νέο ασφαλιστικό σύστημα, προφανώς, αναφέρεται στους επόμενους συνταξιούχους που θα τους δίνει μια εθνική σύνταξη και μια αναλογική σύνταξη τύπου «αποταμίευσης». Τους σημερινούς δικαιούχους του συστήματος ποιος θα τους πληρώνει όμως και πόσο; Πόσο θα είναι η ανεργία στο μέλλον, τι θέσεις εργασίας θα δημιουργούνται, τι μισθοί θα επικρατούν, πού θα κινείται η μερική απασχόληση; Με λίγα λόγια, αυτοί που θα εργάζονται πόσοι θα είναι και σε τι κατάσταση για να σηκώνουν το βάρος αυτών που δεν θα εργάζονται;
Τα παραπάνω μας λένε ότι η χρηματοδότηση της μετάβασης του συστήματος δεν έχει προσδιοριστεί. Δεν έχει προσδιοριστεί πως θα χρηματοδοτηθούν οι 2,5 εκ. σημερινοί συνταξιούχοι. Εκείνο που έχει προσδιοριστεί, και αυτό σε γενικές γραμμές, είναι ότι οι μελλοντικοί δικαιούχοι θα παίρνουν μια σύνταξη αποτελούμενη από δύο μέρη, το εγγυημένο κρατικό και το αναλογικό. Κανονικά το κράτος δεν πρέπει να επωμιστεί μόνο την εθνική σύνταξη των 384 ευρώ αλλά και τη χρηματοδότηση της μετάβασης του συστήματος από το υπάρχον σε αυτό του Κατρούγκαλου. Όμως, κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να μπορεί να γίνει με την υπάρχουσα δημοσιονομική κατάσταση και εδώ παρεμβαίνει το ΔΝΤ και ζητάει διαγραφή χρέους για να μπορεί ο δημόσιος προϋπολογισμός να χρηματοδοτήσει τη μετάβαση του συστήματος στη νεοφιλελεύθερη δομή του Κατρούγκαλου.
Η απάντηση ήδη αρχίζει και διαγράφεται πιο καθαρά. Το κράτος μέχρι τώρα χρησιμοποιούσε τα αποθεματικά των ταμείων για να χρηματοδοτεί ότι παρουσιαζόταν ως άμεση «επενδυτική» ανάγκη. Τα αποθεματικά των ταμείων που «επενδύθηκαν» στις τράπεζες έχουν εξανεμισθεί. Τώρα τόσο οι εισφορές των ταμείων, και στο βαθμό που θα προσδιοριστεί από την επαναδιευθέτηση του χρέους που ελπίζει η κυβέρνηση ότι θα γίνει μέσα στο 2016, ο κρατικός προϋπολογισμός θα χρηματοδοτήσουν τη μετάβαση του ασφαλιστικού συστήματος στη νέα εποχή του.
Το ελάχιστο κράτος πρόνοιας και στο βάθος ο διακανονισμός του χρέους και η «ανάπτυξη» που έρχεται.
Όσο δεν νομοθετεί η κυβέρνηση καλά είναι, όταν νομοθετεί όμως τόσο πιο πολύ πλησιάζουμε στη στιγμή της σύστασης του ελάχιστου κράτους πρόνοιας. Η αριστερά θα έπρεπε να μεριμνά για το κοινωνικό κράτος και όχι για το κράτος πρόνοιας, πόσο μάλλον για το ελάχιστο κράτος πρόνοιας. Διότι το μνημόνιο αυτό προσπαθεί να κάνει. Να εγκαθιδρύσει το ελάχιστο κράτος πρόνοιας. Ποιοι είναι οι θεσμοί του ελάχιστου κράτους πρόνοιας; Είναι δύο οι κύριοι θεσμοί του: Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και η εθνική σύνταξη. Πως θα χρηματοδοτηθούν αυτοί οι δύο θεσμοί; Ο πρώτος με την κατάργηση της διάσπαρτης επιδοματικής πολιτικής που ίσχυε μέχρι τώρα και της επανασυγκέντρωσης των χρηματικών πόρων και των όποιων υλικών παροχών (σίτιση, στέγαση κλπ) στη στήριξη του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος αντιμετώπισης των ακραίων μορφών φτώχειας, αλλά μόνον αυτών. Ο δεύτερος με την ενοποίηση των ασφαλιστικών ταμείων και τη χρήση των εισφορών τους (τα αποθεματικά τους έχουν ήδη εξανεμισθεί) στη στήριξη ενός λιγότερο δαπανηρού συστήματος που θα παρέχει την εθνική σύνταξη και μια αναλογική σύνταξη πάνω από την εθνική. Η ενοποίηση της κοινωνικής ασφάλισης με την κοινωνική πρόνοια είναι γεγονός. Η επαναδιευθέτηση του χρέους που σχεδιάζεται μέσα στο 2016, στόχο έχει τη χρηματοδότηση αυτού του ελάχιστου κράτους πρόνοιας και όχι την απελευθέρωση από τα δεσμά των δανειστών.
Η κοινωνία και η οικονομία μετά το 2016
Οι υποστηριχτές του νέου ασφαλιστικού συστήματος λένε πως η "μεταρρύθμιση" αυτή θα έπρεπε να είχε εφαρμοστεί εδώ και 2 δεκαετίες, επί Γιαννίτση, και πως αν είχε προχωρήσει υπερπηδώντας την αντίδραση των συντεχνιών, δεν θα είχαμε φτάσει στο Μνημόνιο. Η πραγματικότητα όμως είναι λίγο διαφορετική. Η «μεταρρύθμιση Γιαννίτση» δεν προχώρησε διότι δεν μπορούσε να χρηματοδοτηθεί, τη δεδομένη περίοδο, και διότι συνάντησε σφοδρές κοινωνικές, και όχι όπως λέγεται, συντεχνιακές αντιδράσεις. Αν προχωρούσε, ως είχε, τότε σήμερα τα δημόσια ελλείμματα θα ήταν κατά πολύ μεγαλύτερα και η οικονομία θα όφειλε να προσαρμοστεί σε ακόμα πιο σκληρές μνημονιακές πολιτικές. Όταν τροποποιείται το ασφαλιστικό σύστημα και αρχίζει να λειτουργεί με τη λογική της «αποταμίευσης» για τους μελλοντικούς δικαιούχους, τότε το κόστος της μετάβασης που είναι η συνέχιση της καταβολής των υπαρχόντων συντάξεων με το αναδιανεμητικό σύστημα κάποιος πρέπει να το επωμισθεί.
Σήμερα, στην εποχή του 3ου μνημονίου, όπου η «ανάπτυξη» που είναι να έρθει α) δεν θα μειώσει σημαντικά την ανεργία, β) θα δημιουργήσει πολύ χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας και όπου γ) οι θέσεις μερικής απασχόλησης με περιορισμένες εισφοροδοτικές ικανότητες θα είναι περισσότερες από τις κανονικές θέσεις εργασίας, υπάρχουν οι προϋποθέσεις «χρηματοδότησης» της μετάβασης του ασφαλιστικού συστήματος προς ένα σύστημα που μοιάζει με αυτό που "οραματίστηκε" ο Γιάννης Σπράος και οι συνεργάτες του;
Μόνο υπό τις εξής ταυτόχρονες συνθήκες α) Τα ταμεία να αναλάβουν, εκτός του αναλογικού τμήματος της σύνταξης και τη χρηματοδότηση της μετάβασης του συστήματος από το παλιό στο νέο σύστημα με αυξημένες εισφορές, β) εκτός των επικουρικών να μειωθούν και οι κύριες συντάξεις που ήδη καταβάλλονται και γ) να γίνει σοβαρή επιμήκυνση του δημόσιου χρέους για να δημιουργηθεί ο κατάλληλος δημοσιονομικός χώρος για να καταβάλλεται η εθνική σύνταξη.
Υπό αυτές τις συνθήκες, μόνο περιστασιακά και εντελώς βραχυπρόθεσμα μπορεί να διατηρηθεί η μέση σύνταξη σταθερή και χωρίς μειώσεις όπως υποστηρίζει η κυβέρνηση. Η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να ελπίζει σε αυτήν την «κόκκινη» γραμμή. Άλλωστε τίποτα δεν είναι αιώνιο σε αυτήν τη ζωή. Οι κύριες συντάξεις μπορεί να μείνουν για λίγους μήνες αμείωτες. Όμως το σύστημα θα έχει περάσει οριστικά στον αστερισμό του ελάχιστου φιλανθρωπικού κράτους του νεοφιλελευθερισμού, κάτι που δεν μπόρεσαν ούτε ο Γιαννίτσης, ούτε ο Σημίτης, ούτε ο Λοβέρδος αλλά ούτε κάποια νεοφιλελεύθερη κυβέρνηση της ΝΔ να το καταφέρουν.
1. Ναυτεμπορική: http://www.naftemporiki.gr/story/1038263/stin-oke-oi-protaseis-tou-g-katrougkalou-gia-to-asfalistiko).
2. Κώστα Νικολάου, Απάτη του αιώνα η νέα ασφαλιστική "μεταρρύθμιση", Ίσκρα: http://www.iskra.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=22822:nikolaou-dd&catid=42:ergasiakes-sxeseis&Itemid=168
3. Γιώργος Σταμάτης: Η Έκθεση Σπράου: Προς μια ιδιωτικοποιήση και κεφαλαιοποίηση των Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ΟΝΕ και νεοφιλελεύθερη πολιτική, Εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα,1999.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου