O Eρρίκος Μπελιές, ποιητής και φιλόλογος, ο μεταφραστής που ολοκλήρωσε τον άθλο της μετάφρασης όλων των έργων του Σαίξπηρ, μετά τον Βασίλη Ρώτα, πέθανε την Τρίτη το απόγευμα, μετά από πολύμηνη ασθένεια, στο νοσοκομείο Ερρίκος Ντυνάν.
Ο Ερρίκος Μπελιές στο texnospito.gr
Ένας από τους σημαντικότερους μεταφραστές της εποχής μας μιλάει για όλους και για όλα...
Δευτέρα, 06 Ιανουαρίου 2014 Συντάκτης: Χρήστος Μπάτζιος
Ο Ερρίκος Μπελιές δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους. Έχοντας μεταφράσει περισσότερα από 330 πολύ σημαντικά έργα και βιβλία και έχοντας εκδώσει 6 προσωπικές ποιητικές συλλογές, ο Γαλλικής καταγωγής ποιητής, λογοτέχνης και μεταφραστής , μοιράζεται μαζί μας την εμπειρία του να ζει αγαπώντας την πένα του, «παρέα» με μερικούς από τους σημαντικότερους συγγραφείς στην ιστορία.
Κύριε Μπελιέ, βρισκόμαστε λίγο πριν το 2014. Πόσο πιστεύετε πως έχει αλλάξει ο κόσμος στην πραγματικότητα, σε σχέση με τις κοινωνίες τριών- τεσσάρων αιώνων ή και χιλιετιών πριν, μιας και κάθε φορά λέμε για τη διαχρονικότητα κάποιον παλαιότερων έργων;
Ο κόσμος έχει γίνει ταχύτερος. Ο χρόνος είναι μια έννοια που όπως ξέρουμε διαστέλλεται και συστέλλεται. Σ’ εμάς πλέον ο χρόνος απλώς δεν επαρκεί. Ανάλογα με την τέχνη, φαίνεται ο χρόνος. Στον κινηματογράφο, για παράδειγμα, φαίνεται πως τα έργα έχουν «γεράσει». Είναι «αργά». Στη λογοτεχνία βλέπουμε επίσης ότι δεν γράφονται μυθιστορήματα ή ποιήματα «ποταμοί», δηλαδή δεν υπάρχει δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο του Ντοστογιέφσκι, του Παλαμά ή άλλων αντίστοιχων συγγραφέων.
Ακόμα και στα μυθιστορήματα πλέον, βλέπουμε πως έχει αντικατασταθεί το στοχασμός με την πληροφορία, όπως για παράδειγμα στον Νταν Μπράουν και σε πολλούς μπεστσελλερίστες. Πάντως, όλα είναι είναι βραχύτερα. Κι αυτό συμβαίνει επειδή η πληροφορία έρχεται εις βάρος της παιδείας και της γνώσης, ως ένα γενικότερο φαινόμενο. Η Τέχνη δεν διαπαιδαγωγεί πια, ούτε ψυχαγωγεί (με την έννοια του «προσφέρω αγωγή» την ψυχή. Η Τέχνη πειραματίζεται στο ταχύτερο, στο νεοτεριστικό και στο επικαιρικό, λές και βλέπει ότι έχει ημερομηνία λήξεως γάλακτος.
Θα ξαναδούμε πιστεύετε , στο άμεσο μέλλον ένα νέο Σαίξπηρ, ένα Τσέχοφ ή ακόμη κι έναν Αριστοφάνη ή έναν Ευριπίδη;
Όχι, όχι. Διότι ούτε υπάρχουν οι συγκυρίες, ούτε το χρειάζεται η εποχή.
Δηλαδή δεν το επιτρέπουν θεωρείτε οι συνθήκες της σύγχρονης εποχής;
Ακριβώς. Οι καινούργιες γενιές πληροφορούνται πράγματα, δεν εμβαθύνουν σε πράγματα. Παλιότερα, όταν άκουγες «καθηγητής πανεπιστημίου», γνώριζες πως αυτός ο άνθρωπος έχει μια ολόκληρη βιβλιοθήκη, έναν τοίχο γεμάτο με βιβλία, τα οποία όμως τα είχε διαβάσει. Εμείς έχουμε δωμάτια ολόκληρα με βιβλία, τα οποία απλά τα σωριάζουμε κάπου μήπως μας χρειαστούν – και βλέπουμε πως δεν μας χρειάζονται.. Από την άλλη, το ίδιο το βιβλίο στο τέλος του 20ού και στις αρχές του 21ου αιώνα, δεν είναι το πόνημα με τις φιλολογικές αρετές.
Είναι περισσότερο ένα βιβλίο με ενημερωτικές πληροφορίες, δράση, ροή, αλλά όχι απόψεις.. Άλλωστε, η εποχή μας δεν χρειάζεται λογοτεχνικές περιγραφές.. Μην ξεχνάμε, ο Χέμινγουεϊ περιγράφει το όρος Κιλιμαντζάρο σε πολλές σελίδες, ή η Μαίρη Σέλλεϋ στον Φρανκεστάιν, μας διηγείται πώς είναι τα χιονισμένα τοπία. Τώρα απλώς αρκεί να πεις «χιονισμένο τοπίο», όλοι έχουν την εικόνα μπροστά τους. Αυτό φυσικά το «μια εικόνα, χίλιες λέξεις, είναι ολέθριο για την υφή της λογοτεχνίας.
Θα έρθει ποτέ η εποχή που οι κλασσικοί συγγραφείς μπορεί να θεωρηθούν ξεπερασμένοι και να πάνε στα αζήτητα;
Όπως μέχρι σήμερα, θα είναι σημείο αναφοράς, απλώς δεν θα ανατρέχουν εκεί οι νεότερες γενιές που έχουν χάσει τους συνδετικούς κρίκους επικοινωνίας και τον κοινό κώδικα. Βλέπω πως λειτουργούν τα νέα παιδιά, στα οποία διδάσκω, στα 10 λεπτά τα παρατηρείς να κάνουν ζάπινγκ μυαλού. Επειδή ως άνθρωπος πλέον ο νέος έχει μάθει να διακόπτεται ο νοητικός ειρμός του από μια διαφήμιση, ή από μια άσχετη. Δεν υπάρχει λοιπόν ο στοχασμός και η αποτύπωσή του στις νεότερες γενιές,, γι’ αυτό και αποχωρούν αισθητά τέχνες όπως είναι η ποίηση.
Γυναίκες συγγραφείς γιατί θεωρείτε ότι δεν υπάρχουν πολλές στην κωμωδία, όσο στο δράμα;
Αυτή είναι μια πραγματολογική παρατήρηση, θα έλεγα. Ενώ υπάρχουν γυναίκες με πολύ χιούμορ, είναι ταυτόχρονα και πιο σοφά όντα, που βλέπουν το «επικαιρικό» του πράγματος και μάλλον συμπεραίνουν ότι δεν τους αφορά. Έτσι, πιστεύω πως από μια σοφή οικονομία της φύσης, αυτή που τις κάνει να είναι μητέρες και το βασικό κύτταρο της κοινωνίας, οι γυναίκες ίσως θεωρούν υποδεέστερη την κωμωδία. Μπορεί να κάνω και λάθο.Πάντως, οι γυναίκες ασχολούνται κυρίως μέχρι αυτό που λέμε κομεντί. Δεν θα δούμε πολύ συχνά το ξεκαρδιστικό κείμενο. Παρ’ όλα αυτά, έχουν αρχίσει να υπάρχουν πολλές γυναίκες που γράφουν σενάρια για την τηλεόραση , στην χώρα μας και ιδιαίτερα στο εξωτερικό, κείμενα με ξεκαρδιστικά πράγματα.
Παρ’ όλο που ο έρωτας και η αγάπη κυριαρχούν κατά γενική ομολογία στα έργα του Σαίξπηρ αλλά και πολλών σημαντικών δημιουργών, προσωπικά τολμώ να πω πως εντοπίζω ως κυρίαρχο συναίσθημα τον φόβο. Ο φόβος του λάθους, της απώλειας, του θανάτου, της υπερβολικής αγάπης, της ειλικρίνειας, ο φόβος γενικότερα. Λίγο πολύ, σε όλα τα έργα, ακόμη και στις κωμωδίες, ο φόβος κινητοποιεί. Συμφωνείτε;
Στον Σαίξπηρ δεν υπάρχει ο φόβος με την έννοια του αόριστου φόβου, που βιώνει ο άνθρωπος του 21ου αιώνα. Ο Ελισαβετιανός βιώνει συγκεκριμένους φόβους. Εμείς έχουμε φοβίες, αυτοί είχαν φόβους. Εκεί βλέπουμε την ανασφάλεια για την περιουσία, για τη ζωή τους, για την οικογένειά τους, την πόλη τους. Τώρα έχουμε αόριστες φοβίες, διότι οι δυτικές κοινωνίες είναι πολύ πιο εύπλαστες και αλλάζουν πολύ πιο εύκολα. Για παράδειγμα, ποιος θα μας έλεγε πριν από 3-4 χρόνια, ότι θα βιώναμε αυτά που ζούμε τώρα; Οι κίνδυνοι στην εποχή του Σαίξπηρ είναι συγκεκριμένοι.
Βέβαια, υπάρχουν κι άλλα πράγματα, όπως για παράδειγμα η απώλεια ενός μεγάλου έρωτα. Αυτό είναι κάτι άλλο, άλλος φόβος. Στην εποχή μας, δεν ξέρουμε καν να ορίσουμε τον μεγάλο έρωτα. Όταν ο άνθρωπος δεν αποτελεί πια τη μονάδα μιας μικρής κοινότητας αλλά είναιμονάδα μιας μεγαλούπολης, όλα αυτά αμβλύνονται. Επομένως, όλα γίνονται πολύ πιο περιστασιακά. Στην τύχη. Επίσης, έχει παρέλθει και η εποχή των μεγάλων ηρωισμών. Ενδεχομένως θα υπάρχουν μέσα στους στρατιώτες που πολεμάνε ανά τον κόσμο, άνθρωποι που διαπράττουν ένα κατόρθωμα, αλλά αυτό μένει στην τάξη των στρατιωτών.
Η έννοια του ηρωισμού όπως και η έννοια της εντιμότητας της εποχής εκείνης, δεν υπάρχουν σήμερα. Στον Έμπορο της Βενετίας, βλέπουμε έναν άνθρωπο να δανείζει τον φίλο του, για να βρει μια γυναίκα. Θυσιάζει επίσης μια λίβρα από την σάρκα του. Αυτό δεν θα γινόταν σήμερα. Οι δεσμοί δεν είναι τόσο δυνατοί.
Έχετε ολοκληρώσει την μετάφραση των 37 έργων του Σαίξπηρ, μετά από εργασία και έρευνα πολλών ετών, ενώ εκατοντάδες πολύ σημαντικά έργα έχουν την υπογραφή σας στην μετάφραση. Είναι μια μικρή δικαίωση για εσάς αυτό το «κατόρθωμα»;
Όχι, δεν το βλέπω έτσι. Έχω αφιερώσει περισσότερα από 35 χρόνια στο συγκεκριμένο μεταφραστικό έργο. Συνολικά είναι 303 θεατρικά και 28 πεζά, αλλά και 6 ποιητικές συλλογές, Δεν είναι μεγάλος ο αριθμός, αν σκεφτεί κανείς τους «χρόνους» με τους οποίους τα δουλεύω. Εγώ πιστεύω πως είμαι αργός, κι αυτό, γιατί δουλεύω ακόμα χειρόγραφο και να εργάζομαι πάνω από 8-10 ώρες την ημέρα.. Είναι πολλά πράγματα που δεν έχω κάνει ακόμη καιδεν ξέρω αν θα προλάβω να τα κάνω.. Αλλά για μένα η διαδικασία της γραφής, είτε ποίησης είτε μετάφρασης, είναι στάση ζωής.. Μου λένε «γιατί δεν σκηνοθετείς;» ή «γιατί δεν γράφεις ένα δικό σου θεατρικό;». Η απάντηση είναι απλή: γιατί το κάνουν άλλοι καλύτερα. Γιατί να ασχοληθώ κι εγώ με αυτό; Αφού αυτό που κάνω εμένα με καλύπτει.
Δεν πιστεύετε πως θα είχατε να δώσετε κάτι δικό σας, κάτι διαφορετικό;
Ναι, αλλά εάν μέσα από τη μετάφραση εγώ καταφέρνω να δίνω αυτό που θέλω, ποιος είναι ο λόγος να τολμήσω δικό μου θεατρικό με αμφίβολα αποτελέσματα; Η μετάφραση είναι σαν ένα ταξίδι στην άλλη γλώσσα. Σαν να παίρνω τις βαλίτσες μου άδειες επισκέπτομαι ένα ξένο κείμενο σαν να είναι ξένη χώρα, και γυρίζω πίσω λέγοντας «κοιτάξτε τι σας έφερα». Εμένα αυτό με καλύπτει σαν διαδικασία. Είναι βέβαια και κάτι άλλο. Δεν προλαβαίνουμε ακόμη και σε μια ολόκληρη ζωή να ειδικευτούμε σε κάτι. Πόσο μάλλον να ειδικευτούμε σε πολλά. Στην ποίηση, έχω να δημοσιεύσω από το 1995. Από τότε που είπα «τώρα ασχολείσαι με την μετάφραση». Δεν λέω ότι δεν γράφω. Απλώς δεν δημοσιεύω.
Σαν μεταφραστής, πως βλέπετε το γεγονός ακόμη και από εξαιρετικούς επαγγελματίες του χώρου να τροποποιούν το θεατρικό έργο και τα κείμενα σε υπέρμετρο βαθμό, σε σχέση με το πρωτότυπο, όταν το ανεβάζουν;
Το πρόβλημα σε μια μετάφραση δεν είναι η τυχόν βράχυνσή της ή εν μέρει αλλοίωσή της από κάποιον σκηνοθέτη. Το τεράστιο πρόβλημα είναι η κλοπή των δικών μας τυπωμένων μεταφράσεων από ανθρώπους που δεν ξέρουν καμία ξένη γλώσσα και παρουσιάζουν αυτά τα έργα σαν δικά τους σε παραστάσεις.. Θα μπορούσα να σας απαριθμήσω τώρα, τουλάχιστον 10 παραστάσεις κλασσικών έργων που φέρουν στη μετάφραση ονόματα ανθρώπων άσχετων με το χώρο της λογοτεχνίας και της μετάφρασης. Κι αυτά μόνο φέτος και μόνο στην Αθήνα. Αλλά, δυστυχώς, βρέθηκαν παλιότερα ένας δυο κριτικοί που ενθάρρυναν τους πρώτους τολμήσαντας να κλέψουν μεταφράσεις κι από τότε το πράγμα ξέφυγε από κάθε έλεγχο.με αποτέλεσμα, να κλέβουν τις μεταφράσεις μας, όσων από εμάς τουλάχιστον τυπώνουμε.
Αυτή τη στιγμή και Μολιέρος και Σαίξπηρ και Ιονέσκο παίζονται ,και οι σκηνοθέτες τους υπογράφουν τις μεταφράσεις αλλονών που τους τροποποίησαν μερικές λέξεις. . Όταν λένε πως κάνουν μετάφραση, απλώνουν τραχανά τις προηγούμενες και βγάζουν τη δική τους μετάφραση. Αυτό πέρασε ατιμώρητο πριν από καμιά 20αριά χρόνια. Και βγαίνανε οι κριτικοί και λέγανε «χάρη στην καλή μετάφραση του τάδε». Ποτέ όμως δεν ρωτήθηκε πώς την έκανε ο τάδε.
Υπάρχουν συνηθισμένες παγίδες στις οποίες μπορεί να πέσει ένας μεταφραστής σε ένα έργο, ιδιαίτερα σε ένα κλασσικό, όπως του Σαίξπηρ;
Βεβαίως. Γιατί πρέπει να προσέξεις πολύ το ύφος και το είδος γραφής του συγγραφέα. Το μυστικό είναι ένα: να αποδεχθείς ότι εσύ δεν είναι πάνω από το συγγραφέα, είσαι το διάμεσο μεταξύ αυτού και του κοινού. Δεν χρειάζεται στην κωμωδία, όπως προαναφέραμε, να είσαι εξυπνότερος εσύ του συγγραφέως. Το ότι αλλάζουν ορισμένα πράγματα, από κει και πέρα, είναι λογικό. Μπορεί εγώ να έχω μεταφράσει και παραδώσει ολόκληρο το έργο, που να διαρκεί δυόμιση με τρεις ώρες, αλλά οι σκηνοθέτες στη συνέχεια να κάνουν «φυλλάρισμα». Χωρίς δηλαδή να αφαιρούν κάποιο ρόλο ή κάτι άλλο, μικραίνουν τις προτάσεις, με αποτέλεσμα το έργο από τρεις ώρες να γίνεται μιάμιση ώρα. Αυτό γίνεται. Όμως, αν αυτός που σκηνοθετεί είναι αυτός που μεταφράζει, ξέρει από πριν τι θα κάνει και τα αφαιρεί από πριν. Εγώ που τα τυπώνω οφείλω να μεταφράσω όλο το έργο.
Σας έχουν αναθέσει ποτέ μετάφραση ή επεξεργασία κάποιου έργου, την οποία αρνηθήκατε;
Ναι, το έχω κάνει. Σε περιπτώσειςπου ήξερα πως αυτός που μου αναθέτει τη δουλειά δεν είναι. Αρνήθηκα πολύ ευγενικά, γιατί ήξερα πως δεν θα περνούσα καλά στη συνεργασία μαζί του.
Αν σας πρότειναν να μεταφράσετε ένα έργο πολύ αιρετικό ή απαγορευμένο, θα το κάνατε;
Εννοείται. Δεν πρέπει στην τέχνη να υπάρχουν ταμπού. Εφόσον δεν προσέκρουε στα δικά μου «πιστεύω», θα το έκανα. Δεν εννοώ τα θρησκευτικά πιστεύω. Αν για παράδειγμα αυτό το έργο, το θεωρούσα κακό έργο και προσέβαλε θεσμούς και πράγματα τα οποία πιστεύω και υποστηρίζω, δεν θα το έκανα. Αν δεν συμφωνείς με αυτό που κάνεις, θα το κάνεις άκεφα. Θα κάνεις διεκπεραίωση. Δεν θα το έκανα απλά για να μεταφράσω το έργο, σε καμία περίπτωση.
Τη χρονιά που μας πέρασε, υπήρξε σάλος σχετικά με ένα έργο που αφορούσε το Χριστό και τη θρησκεία, με το επιχείρημα ότι ήταν βλάσφημο και προκλητικό. Το «Corpus Christi». Θεωρείτε πως η τέχνη οφείλει να περιορίζεται; Ποιος ο ρόλος των «ηθικών αρχών» και της θρησκείας στην τέχνη;
Για μένα αυτό το έργο του Τέρενς ΜακΝάλλυ είναι κακό έργο από μόνο του. Άλλωστε, είναι παιδαριωδώς «μοντερνίστικο» να λες στο Μυστικό Δείπνο τελικά καταλήγουν σε όργιο. Δεν βρίσκω να υπάρχει λόγος. Δεν έχω θέμα με το ακραιφνώς θρησκευτικό αίσθημα, δεν φτάνω καν σε αυτό. Πριν από την ηθική, φτάνω στο θέμα ότι είναι ένα κακόγουστο έργο. Σε σχέση με την θρησκεία και τα όρια, καλό θα ήταν να μην παίζουμε με τα πιστεύω των άλλων, με πράγματα στα οποία κάποιοι έχουν επενδύσει ψυχή. Δεν λέω να γίνουμε αρτηριοσκληρωτικοί, αλλά από την άλλη να μην τσιτώνουμε κάποιον που έχει επενδύσει πράγματα σε κάτι.
Εσείς με τη θρησκεία πως τα πάτε;
Δεν την αγγίζω. Δεν είμαι άνθρωπος που όταν θα περάσω έξω από μια εκκλησία κάνω τι σταυρό μου, αλλά κατά καιρούς έχω μπει και έχω ανάψει ένα κερί. Και μη με ρωτάτε γιατί. Δεν ρώτησα ποτέ τον εαυτό μου για να απαντήσω. Απλώς το έκανα, και πιθανότατα θα το ξανακάνω..
Πολλοί άνθρωποι του πνεύματος πάντως έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με τη θρησκεία, κυρίως προς την αμφισβήτηση.
Ναι, γι’ αυτό πολλοί δηλώνουν και άθεοι. Εγώ δεν το έχω ψάξει ποτέ. Μπορεί να είναι και ολιγωρία αυτό.
Υπάρχει κάποιος χαρακτήρας από τα έργα τα οποία έχετε μεταφράσει, με τον οποίο να έχετε κοινά στοιχεία;
Όλοι θα θέλαμε να έχουμε τις υπαρξιακές αναζητήσεις του Άμλετ. Εγώ θα ήθελα να έχω το κέφι του Ρωμαίου κι ας έτρωγα το κεφάλι μου. Νομίζω πως είναι το έργο που με συγκινεί περισσότερο. Γιατί είναι πολύ δροσερό, είναι πολύ σοφά γραμμένο, με όλη την βιάση που έχει η νεότητα, που δεν την νοιάζει να φτάσει στα άκρα. Είναι συγκινητικό έργο, μια τρυφερότατη ιστορία αγάπης.
Ακόμα και στις μέρες μας, βλέπουμε να βγαίνουν νέες ταινίες Ρωμαίος και Ιουλιέτα.
Βέβαια. Και δεν είναι τυχαίο ότι τους βάζουνε σε ηλικίες 14 και 17 ετών. Λένε φυσικά κάτι υπέροχα πράγματα που αποκλείεται να τα πουν άνθρωποι τόσο νέοι, αλλά ίσως τότε ολοκληρώνανε και κάπως νωρίτερα τον κύκλο τους.
Βλέπετε συχνά θέατρο; Βλέπετε τα πάντα;
Ναι, δυστυχώς τα πάντα…
Ποια είναι η γνώμη σας για την μοντέρνα, «τολμηρή» και πολλές φορές τεχνητά αιρετική προσέγγιση κλασσικών έργων τόσο στην απόδοση, όσο και σκηνοθετικά; Ή και τους καλλιτέχνες από άλλους τομείς να παίζουν στο θέατρο; Άποψη, εξέλιξη της τέχνης ή εμπορικό τρικ;
Αυτό είναι το πρόβλημα; Το ότι βλέπουμε κάποιους να έχουν χριστεί πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες, ενώ όλοι ξέρουμε τι είναι και δεν μιλάει κανένας; Πάντως, το καλοκαίρι δεν με πείραξε τόσο το τόλμημα Ρουβά, όσο κάτι κυράδες της βαριάς κουλτούρας που πήγαν να τον δικαιολογήσουν κάνοντας τα πικρά γλυκά!
Τώρα τελευταία, ένα άλλο που με ενοχλεί είναι η δημιουργία θεατρικών κειμένων από πεζογραφήματα.. Αυτό είναι λάθος και συμβαίνει επειδή οι σκηνοθέτες έχουν απωθημένα συγγραφέα για να στριμώξουν την ονοματάρα τους στην ταμπέλα ως διασκευαστές. . Παίρνουν ένα διήγημα ή ένα μυθιστόρημα και το κάνουν θεατρικό. Κι είναι λάθος γιατί ο συγγραφέας του το έγραψε για αναγνώστες, όχι για ακροατές.
Με τις προσθήκες, χάνει την ακρίβεια της λέξης, της έκφρασης. Στο πεζό, κοιτάμε το κόμμα, κοιτάμε την πρόταση, κοιτάμε τα πάντα. Στο θεατρικό, κοιτάμε το σύνολο. Στη μετάφραση ενός πεζού, βλέπω-μεταφράζω, βλέπω-μεταφράζω, βλέπω-μεταφράζω. Στο θεατρικό, βλέπω-το ακούω μέσα στο μυαλό μου και μετά το μεταφράζω. Ο στοχασμός απέχει πολύ από την προφορικότητα του λόγου.
Εάν λοιπόν την μεγαλοσύνη του γραπτού λόγου την κάνουμε απλούστευση σε προφορικό λόγο για να δημιουργήσουμε ένα θεατρικό, είναι λάθος. Έχετε δει ποτέ θεατρικό να γίνει πεζό; Ποτέ στα χρονικά. Γιατί κάτι τέτοιο θα γινόταν μόνο από συγγραφέα. Και οι συγγραφείς ξέρουν ότι κάτι τέτοιο αδικεί και τις δύο τέχνες.
Αν υποθέσουμε πως σε 100 χρόνια από τώρα, τα χάρτινα βιβλία θα έχουν καταργηθεί και στη θέση τους θα υπάρχουν μόνο e-books, θα χαθεί η αίγλη του κλασσικού έργου, ή το καλό κείμενο διατηρείται αναλλοίωτο κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες;
Απλώς θα μάθουν τα παιδιά να μεγαλώνουν με αυτό. Μην ξεχνάμε πως περάσαμε από την πένα στο στιλό, από το στιλό στο πληκτρολόγιο κτλ. Και δεν ξέρουμε που θα οδηγήσει αυτό. Εγώ είμαι παλιομοδίτης που γράφω σε χαρτί με μελάνι, με πένες. Εγώ όμως παίζω κιόλας την ώρα που μεταφράζω. Αν βιάζομαι πολύ, ένα κείμενο θα το περάσω απευθείας στον υπολογιστή. Δεν αλλάζει η μαγεία.
Η μυρωδιά, η αίσθηση, τα χρώματα … δεν θα χαθούν;
Όλα αυτά υπάρχουν άμα τα ξέρεις. Σαν να λέμε, θα πάω στο χωριό να μυρίσω τη γη. Εμένα που δεν είμαι και πολύ της φύσης, δεν με ενδιαφέρει. Πάω και στην Πανεπιστημίου να περπατήσω και το’ χω καλύτερα από το να πάω σε ένα δάσος. Έτσι μαθαίνει να ζει καθένας με ό,τι έχει γύρω του.. Δεν χάνεται επομένως η γνώση. Απλώς η συνήθεια μετασχηματίζεται.
Διδάσκετε επίσης ιστορία θεάτρου, στο Εθνικό Θέατρο και στο Θέατρο Τέχνης. Πως βλέπετε τη γενιά αυτή από άποψη ενδιαφέροντος προς την τέχνη;
Πρέπει να καταφέρεις και τους δώσεις αυτό που θες να πεις με έναν τρόπο όχι πανεπιστημιακό, αλλά δημιουργικό, γιατί αυτλά τα παιδιά δεν πάνε για θεωρητικοί, είναι άλλα μυαλά. Την ιστορία του θεάτρου αν τους την περάσεις ως ζωντανό πράγμα, που οφείλουν να την γνωρίζουν όπως οφείλεις να ξέρεις για τον παππού σου, τότε το θέμα λειτουργεί πάρα πολύ καλά και παρακολουθούν και με μεγάλο ενδιαφέρον. Αν τους αρχίσεις τις υπεραναλύσεις, τότε τους έχεις χάσει.
Συμφωνείτε πως οι δραματικές σχολές έχουν μια εμμονή με τα δραματικά έργα έναντι της κωμωδίας;
Είναι κάπως λογικό, μιας και η κωμωδία έχει ημερομηνία λήξεως. Σαν τεχνική θα πρέπει να διδαχθεί με νέα μέσα. Θέλει πλέον άλλους κώδικες. Οι κώδικες απευθύνονται στο κοινό και αν το κοινό αλλάζει, πρέπει κι αυτός που βρίσκεται στη σκηνή να αλλάξει. Και στο μεν δράμα, παραμένει το θέμα του δράματος. Στην κωμωδία, η λέξη, η φράση, η κίνηση αλλάζουν. Εγώ κάθε φορά που μου ζητάνε μια κωμωδία που έχει παιχτεί πριν από 6-7 χρόνια και είχε μεγάλη επιτυχία, την ξαναφτιάχνω. Γιατί οι εκφράσεις που ακούγονται εκεί δεν λέγονται πια. Είναι πολύ ζωντανή η κωμωδία. Γι’ αυτό έχει και μεγαλύτερη εξαργύρωση στην ψυχή του κοινού.
Το γεγονός ότι πολλοί νέοι –και μη- δημιουργοί έχουν βγει και κάνουν παραγωγές κατά δεκάδες στις μέρες μας, που οφείλεται;
Υπάρχουν 37 δραματικές σχολές στην Αθήνα μόνο. Μιλάμε για πολλά παιδιά. Αυτά τα παιδιά θέλουν να υπάρξουν. Να κάνουν κάτι. Μόνο που το κάνουν με λάθος τρόπο. Πάνε και κάνουν μια ομάδα, νοικιάζουν ένα θεατράκι και ή γράφουν αυτοί ένα έργο ή διασκευάζουν στο πόδι. Και πριν προλάβουν να δείξουν τη δουλειά τους, κατεβαίνει το έργο. Αυτό είναι και μια προχειρότητα. Κι αυτό συμβαίνει επειδή οι καινούργιες γενιές είναι πιο ανυπόμονες από τις προηγούμενες. Βιάζονται όλοι. Παλιά ο νέος διαγωνιζόταν. Τώρα ο νέος διαγκωνίζεται, βαράει αγκωνιές στους διπλανούς του για ν’ ανοίξει δρόμο. και να πάρει τη θέση του άλλου.
Πάντως, το πρόβλημα της Ελλάδας είναι και ποιοτικό και ποσοτικό. Δεν μπορεί ο μισός πληθυσμός να είναι διασκεδαστής του άλλου μισού. Γίναμε πάρα πολλοί. Και το κακό είναι πως αρκετοί νομίζουν ότι η Τέχνη είναι κάτι που γίνεται άκοπα και δεν θέλει ειδικές σπουδές. Γι’ αυτό και αλέθει πολλούς η κρεατομηχανή.
Οι Έλληνες καλλιτέχνες γιατί δεν πετυχαίνουν στο εξωτερικό;
Για τον ηθοποιό είναι αδύνατο να στεριώσει στο εξωτερικό. Πρέπει να είναι η μητρική του γλώσσα.
Δηλαδή ηθοποιοί όπως ο Αντόνιο Μπαντέρας και άλλοι ξένοι, περισσότερο ή λιγότερο σημαντικοί, με βαριά προφορά, που κάνανε καριέρα, τι είχαν;
Έτυχε ο συγκεκριμένος να είναι ο προβεβλημένος του Αλμοδόβαρ και να βρεθεί έπειτα στο τεράστιο χωνευτήρι του BroadWay, στο οποίο βρέθηκε και η Μελίνα Μερκούρη. Μόδα ήταν. Η μόνη ηθοποιός από την Ελλάδα που έχει κάνει κάτι αξιόλογο στο BroadWay κατά τη γνώμη μου είναι η Κατίνα Παξινού.
Την οποία δεν γνωρίζουν οι νέοι, όπως δεν γνωρίζουν πολύ σημαντικές προσωπικότητες, όπως τον Σακελάριο και άλλους παλαιότερους…
Δεν τους ξέρουν γιατί δεν τους ενδιαφέρει. Τους θεωρούν ξεπερασμένους. Το θέμα είναι, πως η εποχή μας δεν έχει ένα Σακελάριο. Εκεί είναι το ζητούμενο. Ότι βλέπουμε πάρα πολλούς να έρχονται ως διάττοντες αστέρες και να φεύγουν.
Πείτε μας μερικά λόγια για τα δικά σας ποιήματα.
Για μένα ήταν μια αναζήτηση που την είχα από μικρός, αν και δημοσίευσα αρκετά αργά, στα 27 μου. Δημοσίευσα μέχρι και το 1995, μετά με κέρδισε η μετάφραση και δεν μπορώ σαν άνθρωπος να ασχολούμαι με 2 πράγματα. Δεν ξέρω τι μπορώ να πω πως αγαπάω περισσότερο, οπότε έκανα λίγο πίσω την ποίηση, την οποία δεν την αφήνω και τη διαβάζω πολύ, αλλά δεν μπορώ να τρέχω μια θεατρική μετάφραση ταυτόχρονα με κάτι που γράφω, που θα θέλω να δημοσιεύσω.
Το θέμα είναι πως μετά τη Δημουλά, δεν βλέπω κάποιον ποιητή αναγνωρίσιμο στην Ελλάδα. Μιλάω σε σχέση με τη δική μου γενιά. Ξέρουμε καλούς ποιητές, αλλά δεν ξέρουμε κάποιον που να πουλάει η ποίηση του έστω και λίγα αντίτυπα. Ότι χαρίσουμε είναι πια.
Υπάρχει κάποια φράση που σας εκφράζει ή σας εμπνέει και ποια είναι αυτή;
Εκείνο που μου αρέσει πολύ, είναι μια φράση της Μπλανζ Ντιμπουά, στο «Λεοφωρείον ο Πόθος». Στο τέλος που έρχεται ένας γιατρός να την παραλάβει κι αυτή ξέρει πως θα την κλείσουν στο τρελάδικο, αλλά θέλει να είναι και ευγενική μαζί του, λέει την πάρα πολύ ωραία φράση: «Πάντα βασιζόμουν στην καλοσύνη των ξένων».
Ετοιμάζετε κάτι νέο αυτή την περίοδο;
Ναι, μόλις βγήκανε και κυκλοφόρησαν 12 άγνωστα μονόπρακτα του Τεννεσσή Ουίλλιαμς. Πέθανε το 1984 και το 2000 βρέθηκαν σε ένα κουτί, μονόπρακτα που τα είχε δουλέψει αρκετά και έτυχαν μιας επεξεργασίας από τις εκδόσεις Penguin, ενώ τα δικαιώματα έχουν πάρει οι εκδόσεις Ηριδανός. Είμαι ξετρελαμένος από τη χαρά μου που τα δούλεψα από το καλοκαίρι.
Ο Ερρίκος Μπελιές στο texnospito.gr
Ένας από τους σημαντικότερους μεταφραστές της εποχής μας μιλάει για όλους και για όλα...
Δευτέρα, 06 Ιανουαρίου 2014 Συντάκτης: Χρήστος Μπάτζιος
Ο Ερρίκος Μπελιές δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Οι αριθμοί μιλάνε από μόνοι τους. Έχοντας μεταφράσει περισσότερα από 330 πολύ σημαντικά έργα και βιβλία και έχοντας εκδώσει 6 προσωπικές ποιητικές συλλογές, ο Γαλλικής καταγωγής ποιητής, λογοτέχνης και μεταφραστής , μοιράζεται μαζί μας την εμπειρία του να ζει αγαπώντας την πένα του, «παρέα» με μερικούς από τους σημαντικότερους συγγραφείς στην ιστορία.
Κύριε Μπελιέ, βρισκόμαστε λίγο πριν το 2014. Πόσο πιστεύετε πως έχει αλλάξει ο κόσμος στην πραγματικότητα, σε σχέση με τις κοινωνίες τριών- τεσσάρων αιώνων ή και χιλιετιών πριν, μιας και κάθε φορά λέμε για τη διαχρονικότητα κάποιον παλαιότερων έργων;
Ο κόσμος έχει γίνει ταχύτερος. Ο χρόνος είναι μια έννοια που όπως ξέρουμε διαστέλλεται και συστέλλεται. Σ’ εμάς πλέον ο χρόνος απλώς δεν επαρκεί. Ανάλογα με την τέχνη, φαίνεται ο χρόνος. Στον κινηματογράφο, για παράδειγμα, φαίνεται πως τα έργα έχουν «γεράσει». Είναι «αργά». Στη λογοτεχνία βλέπουμε επίσης ότι δεν γράφονται μυθιστορήματα ή ποιήματα «ποταμοί», δηλαδή δεν υπάρχει δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο του Ντοστογιέφσκι, του Παλαμά ή άλλων αντίστοιχων συγγραφέων.
Ακόμα και στα μυθιστορήματα πλέον, βλέπουμε πως έχει αντικατασταθεί το στοχασμός με την πληροφορία, όπως για παράδειγμα στον Νταν Μπράουν και σε πολλούς μπεστσελλερίστες. Πάντως, όλα είναι είναι βραχύτερα. Κι αυτό συμβαίνει επειδή η πληροφορία έρχεται εις βάρος της παιδείας και της γνώσης, ως ένα γενικότερο φαινόμενο. Η Τέχνη δεν διαπαιδαγωγεί πια, ούτε ψυχαγωγεί (με την έννοια του «προσφέρω αγωγή» την ψυχή. Η Τέχνη πειραματίζεται στο ταχύτερο, στο νεοτεριστικό και στο επικαιρικό, λές και βλέπει ότι έχει ημερομηνία λήξεως γάλακτος.
Θα ξαναδούμε πιστεύετε , στο άμεσο μέλλον ένα νέο Σαίξπηρ, ένα Τσέχοφ ή ακόμη κι έναν Αριστοφάνη ή έναν Ευριπίδη;
Όχι, όχι. Διότι ούτε υπάρχουν οι συγκυρίες, ούτε το χρειάζεται η εποχή.
Δηλαδή δεν το επιτρέπουν θεωρείτε οι συνθήκες της σύγχρονης εποχής;
Ακριβώς. Οι καινούργιες γενιές πληροφορούνται πράγματα, δεν εμβαθύνουν σε πράγματα. Παλιότερα, όταν άκουγες «καθηγητής πανεπιστημίου», γνώριζες πως αυτός ο άνθρωπος έχει μια ολόκληρη βιβλιοθήκη, έναν τοίχο γεμάτο με βιβλία, τα οποία όμως τα είχε διαβάσει. Εμείς έχουμε δωμάτια ολόκληρα με βιβλία, τα οποία απλά τα σωριάζουμε κάπου μήπως μας χρειαστούν – και βλέπουμε πως δεν μας χρειάζονται.. Από την άλλη, το ίδιο το βιβλίο στο τέλος του 20ού και στις αρχές του 21ου αιώνα, δεν είναι το πόνημα με τις φιλολογικές αρετές.
Είναι περισσότερο ένα βιβλίο με ενημερωτικές πληροφορίες, δράση, ροή, αλλά όχι απόψεις.. Άλλωστε, η εποχή μας δεν χρειάζεται λογοτεχνικές περιγραφές.. Μην ξεχνάμε, ο Χέμινγουεϊ περιγράφει το όρος Κιλιμαντζάρο σε πολλές σελίδες, ή η Μαίρη Σέλλεϋ στον Φρανκεστάιν, μας διηγείται πώς είναι τα χιονισμένα τοπία. Τώρα απλώς αρκεί να πεις «χιονισμένο τοπίο», όλοι έχουν την εικόνα μπροστά τους. Αυτό φυσικά το «μια εικόνα, χίλιες λέξεις, είναι ολέθριο για την υφή της λογοτεχνίας.
Θα έρθει ποτέ η εποχή που οι κλασσικοί συγγραφείς μπορεί να θεωρηθούν ξεπερασμένοι και να πάνε στα αζήτητα;
Όπως μέχρι σήμερα, θα είναι σημείο αναφοράς, απλώς δεν θα ανατρέχουν εκεί οι νεότερες γενιές που έχουν χάσει τους συνδετικούς κρίκους επικοινωνίας και τον κοινό κώδικα. Βλέπω πως λειτουργούν τα νέα παιδιά, στα οποία διδάσκω, στα 10 λεπτά τα παρατηρείς να κάνουν ζάπινγκ μυαλού. Επειδή ως άνθρωπος πλέον ο νέος έχει μάθει να διακόπτεται ο νοητικός ειρμός του από μια διαφήμιση, ή από μια άσχετη. Δεν υπάρχει λοιπόν ο στοχασμός και η αποτύπωσή του στις νεότερες γενιές,, γι’ αυτό και αποχωρούν αισθητά τέχνες όπως είναι η ποίηση.
Γυναίκες συγγραφείς γιατί θεωρείτε ότι δεν υπάρχουν πολλές στην κωμωδία, όσο στο δράμα;
Αυτή είναι μια πραγματολογική παρατήρηση, θα έλεγα. Ενώ υπάρχουν γυναίκες με πολύ χιούμορ, είναι ταυτόχρονα και πιο σοφά όντα, που βλέπουν το «επικαιρικό» του πράγματος και μάλλον συμπεραίνουν ότι δεν τους αφορά. Έτσι, πιστεύω πως από μια σοφή οικονομία της φύσης, αυτή που τις κάνει να είναι μητέρες και το βασικό κύτταρο της κοινωνίας, οι γυναίκες ίσως θεωρούν υποδεέστερη την κωμωδία. Μπορεί να κάνω και λάθο.Πάντως, οι γυναίκες ασχολούνται κυρίως μέχρι αυτό που λέμε κομεντί. Δεν θα δούμε πολύ συχνά το ξεκαρδιστικό κείμενο. Παρ’ όλα αυτά, έχουν αρχίσει να υπάρχουν πολλές γυναίκες που γράφουν σενάρια για την τηλεόραση , στην χώρα μας και ιδιαίτερα στο εξωτερικό, κείμενα με ξεκαρδιστικά πράγματα.
Παρ’ όλο που ο έρωτας και η αγάπη κυριαρχούν κατά γενική ομολογία στα έργα του Σαίξπηρ αλλά και πολλών σημαντικών δημιουργών, προσωπικά τολμώ να πω πως εντοπίζω ως κυρίαρχο συναίσθημα τον φόβο. Ο φόβος του λάθους, της απώλειας, του θανάτου, της υπερβολικής αγάπης, της ειλικρίνειας, ο φόβος γενικότερα. Λίγο πολύ, σε όλα τα έργα, ακόμη και στις κωμωδίες, ο φόβος κινητοποιεί. Συμφωνείτε;
Στον Σαίξπηρ δεν υπάρχει ο φόβος με την έννοια του αόριστου φόβου, που βιώνει ο άνθρωπος του 21ου αιώνα. Ο Ελισαβετιανός βιώνει συγκεκριμένους φόβους. Εμείς έχουμε φοβίες, αυτοί είχαν φόβους. Εκεί βλέπουμε την ανασφάλεια για την περιουσία, για τη ζωή τους, για την οικογένειά τους, την πόλη τους. Τώρα έχουμε αόριστες φοβίες, διότι οι δυτικές κοινωνίες είναι πολύ πιο εύπλαστες και αλλάζουν πολύ πιο εύκολα. Για παράδειγμα, ποιος θα μας έλεγε πριν από 3-4 χρόνια, ότι θα βιώναμε αυτά που ζούμε τώρα; Οι κίνδυνοι στην εποχή του Σαίξπηρ είναι συγκεκριμένοι.
Βέβαια, υπάρχουν κι άλλα πράγματα, όπως για παράδειγμα η απώλεια ενός μεγάλου έρωτα. Αυτό είναι κάτι άλλο, άλλος φόβος. Στην εποχή μας, δεν ξέρουμε καν να ορίσουμε τον μεγάλο έρωτα. Όταν ο άνθρωπος δεν αποτελεί πια τη μονάδα μιας μικρής κοινότητας αλλά είναιμονάδα μιας μεγαλούπολης, όλα αυτά αμβλύνονται. Επομένως, όλα γίνονται πολύ πιο περιστασιακά. Στην τύχη. Επίσης, έχει παρέλθει και η εποχή των μεγάλων ηρωισμών. Ενδεχομένως θα υπάρχουν μέσα στους στρατιώτες που πολεμάνε ανά τον κόσμο, άνθρωποι που διαπράττουν ένα κατόρθωμα, αλλά αυτό μένει στην τάξη των στρατιωτών.
Η έννοια του ηρωισμού όπως και η έννοια της εντιμότητας της εποχής εκείνης, δεν υπάρχουν σήμερα. Στον Έμπορο της Βενετίας, βλέπουμε έναν άνθρωπο να δανείζει τον φίλο του, για να βρει μια γυναίκα. Θυσιάζει επίσης μια λίβρα από την σάρκα του. Αυτό δεν θα γινόταν σήμερα. Οι δεσμοί δεν είναι τόσο δυνατοί.
Έχετε ολοκληρώσει την μετάφραση των 37 έργων του Σαίξπηρ, μετά από εργασία και έρευνα πολλών ετών, ενώ εκατοντάδες πολύ σημαντικά έργα έχουν την υπογραφή σας στην μετάφραση. Είναι μια μικρή δικαίωση για εσάς αυτό το «κατόρθωμα»;
Όχι, δεν το βλέπω έτσι. Έχω αφιερώσει περισσότερα από 35 χρόνια στο συγκεκριμένο μεταφραστικό έργο. Συνολικά είναι 303 θεατρικά και 28 πεζά, αλλά και 6 ποιητικές συλλογές, Δεν είναι μεγάλος ο αριθμός, αν σκεφτεί κανείς τους «χρόνους» με τους οποίους τα δουλεύω. Εγώ πιστεύω πως είμαι αργός, κι αυτό, γιατί δουλεύω ακόμα χειρόγραφο και να εργάζομαι πάνω από 8-10 ώρες την ημέρα.. Είναι πολλά πράγματα που δεν έχω κάνει ακόμη καιδεν ξέρω αν θα προλάβω να τα κάνω.. Αλλά για μένα η διαδικασία της γραφής, είτε ποίησης είτε μετάφρασης, είναι στάση ζωής.. Μου λένε «γιατί δεν σκηνοθετείς;» ή «γιατί δεν γράφεις ένα δικό σου θεατρικό;». Η απάντηση είναι απλή: γιατί το κάνουν άλλοι καλύτερα. Γιατί να ασχοληθώ κι εγώ με αυτό; Αφού αυτό που κάνω εμένα με καλύπτει.
Δεν πιστεύετε πως θα είχατε να δώσετε κάτι δικό σας, κάτι διαφορετικό;
Ναι, αλλά εάν μέσα από τη μετάφραση εγώ καταφέρνω να δίνω αυτό που θέλω, ποιος είναι ο λόγος να τολμήσω δικό μου θεατρικό με αμφίβολα αποτελέσματα; Η μετάφραση είναι σαν ένα ταξίδι στην άλλη γλώσσα. Σαν να παίρνω τις βαλίτσες μου άδειες επισκέπτομαι ένα ξένο κείμενο σαν να είναι ξένη χώρα, και γυρίζω πίσω λέγοντας «κοιτάξτε τι σας έφερα». Εμένα αυτό με καλύπτει σαν διαδικασία. Είναι βέβαια και κάτι άλλο. Δεν προλαβαίνουμε ακόμη και σε μια ολόκληρη ζωή να ειδικευτούμε σε κάτι. Πόσο μάλλον να ειδικευτούμε σε πολλά. Στην ποίηση, έχω να δημοσιεύσω από το 1995. Από τότε που είπα «τώρα ασχολείσαι με την μετάφραση». Δεν λέω ότι δεν γράφω. Απλώς δεν δημοσιεύω.
Σαν μεταφραστής, πως βλέπετε το γεγονός ακόμη και από εξαιρετικούς επαγγελματίες του χώρου να τροποποιούν το θεατρικό έργο και τα κείμενα σε υπέρμετρο βαθμό, σε σχέση με το πρωτότυπο, όταν το ανεβάζουν;
Το πρόβλημα σε μια μετάφραση δεν είναι η τυχόν βράχυνσή της ή εν μέρει αλλοίωσή της από κάποιον σκηνοθέτη. Το τεράστιο πρόβλημα είναι η κλοπή των δικών μας τυπωμένων μεταφράσεων από ανθρώπους που δεν ξέρουν καμία ξένη γλώσσα και παρουσιάζουν αυτά τα έργα σαν δικά τους σε παραστάσεις.. Θα μπορούσα να σας απαριθμήσω τώρα, τουλάχιστον 10 παραστάσεις κλασσικών έργων που φέρουν στη μετάφραση ονόματα ανθρώπων άσχετων με το χώρο της λογοτεχνίας και της μετάφρασης. Κι αυτά μόνο φέτος και μόνο στην Αθήνα. Αλλά, δυστυχώς, βρέθηκαν παλιότερα ένας δυο κριτικοί που ενθάρρυναν τους πρώτους τολμήσαντας να κλέψουν μεταφράσεις κι από τότε το πράγμα ξέφυγε από κάθε έλεγχο.με αποτέλεσμα, να κλέβουν τις μεταφράσεις μας, όσων από εμάς τουλάχιστον τυπώνουμε.
Αυτή τη στιγμή και Μολιέρος και Σαίξπηρ και Ιονέσκο παίζονται ,και οι σκηνοθέτες τους υπογράφουν τις μεταφράσεις αλλονών που τους τροποποίησαν μερικές λέξεις. . Όταν λένε πως κάνουν μετάφραση, απλώνουν τραχανά τις προηγούμενες και βγάζουν τη δική τους μετάφραση. Αυτό πέρασε ατιμώρητο πριν από καμιά 20αριά χρόνια. Και βγαίνανε οι κριτικοί και λέγανε «χάρη στην καλή μετάφραση του τάδε». Ποτέ όμως δεν ρωτήθηκε πώς την έκανε ο τάδε.
Υπάρχουν συνηθισμένες παγίδες στις οποίες μπορεί να πέσει ένας μεταφραστής σε ένα έργο, ιδιαίτερα σε ένα κλασσικό, όπως του Σαίξπηρ;
Βεβαίως. Γιατί πρέπει να προσέξεις πολύ το ύφος και το είδος γραφής του συγγραφέα. Το μυστικό είναι ένα: να αποδεχθείς ότι εσύ δεν είναι πάνω από το συγγραφέα, είσαι το διάμεσο μεταξύ αυτού και του κοινού. Δεν χρειάζεται στην κωμωδία, όπως προαναφέραμε, να είσαι εξυπνότερος εσύ του συγγραφέως. Το ότι αλλάζουν ορισμένα πράγματα, από κει και πέρα, είναι λογικό. Μπορεί εγώ να έχω μεταφράσει και παραδώσει ολόκληρο το έργο, που να διαρκεί δυόμιση με τρεις ώρες, αλλά οι σκηνοθέτες στη συνέχεια να κάνουν «φυλλάρισμα». Χωρίς δηλαδή να αφαιρούν κάποιο ρόλο ή κάτι άλλο, μικραίνουν τις προτάσεις, με αποτέλεσμα το έργο από τρεις ώρες να γίνεται μιάμιση ώρα. Αυτό γίνεται. Όμως, αν αυτός που σκηνοθετεί είναι αυτός που μεταφράζει, ξέρει από πριν τι θα κάνει και τα αφαιρεί από πριν. Εγώ που τα τυπώνω οφείλω να μεταφράσω όλο το έργο.
Σας έχουν αναθέσει ποτέ μετάφραση ή επεξεργασία κάποιου έργου, την οποία αρνηθήκατε;
Ναι, το έχω κάνει. Σε περιπτώσειςπου ήξερα πως αυτός που μου αναθέτει τη δουλειά δεν είναι. Αρνήθηκα πολύ ευγενικά, γιατί ήξερα πως δεν θα περνούσα καλά στη συνεργασία μαζί του.
Αν σας πρότειναν να μεταφράσετε ένα έργο πολύ αιρετικό ή απαγορευμένο, θα το κάνατε;
Εννοείται. Δεν πρέπει στην τέχνη να υπάρχουν ταμπού. Εφόσον δεν προσέκρουε στα δικά μου «πιστεύω», θα το έκανα. Δεν εννοώ τα θρησκευτικά πιστεύω. Αν για παράδειγμα αυτό το έργο, το θεωρούσα κακό έργο και προσέβαλε θεσμούς και πράγματα τα οποία πιστεύω και υποστηρίζω, δεν θα το έκανα. Αν δεν συμφωνείς με αυτό που κάνεις, θα το κάνεις άκεφα. Θα κάνεις διεκπεραίωση. Δεν θα το έκανα απλά για να μεταφράσω το έργο, σε καμία περίπτωση.
Τη χρονιά που μας πέρασε, υπήρξε σάλος σχετικά με ένα έργο που αφορούσε το Χριστό και τη θρησκεία, με το επιχείρημα ότι ήταν βλάσφημο και προκλητικό. Το «Corpus Christi». Θεωρείτε πως η τέχνη οφείλει να περιορίζεται; Ποιος ο ρόλος των «ηθικών αρχών» και της θρησκείας στην τέχνη;
Για μένα αυτό το έργο του Τέρενς ΜακΝάλλυ είναι κακό έργο από μόνο του. Άλλωστε, είναι παιδαριωδώς «μοντερνίστικο» να λες στο Μυστικό Δείπνο τελικά καταλήγουν σε όργιο. Δεν βρίσκω να υπάρχει λόγος. Δεν έχω θέμα με το ακραιφνώς θρησκευτικό αίσθημα, δεν φτάνω καν σε αυτό. Πριν από την ηθική, φτάνω στο θέμα ότι είναι ένα κακόγουστο έργο. Σε σχέση με την θρησκεία και τα όρια, καλό θα ήταν να μην παίζουμε με τα πιστεύω των άλλων, με πράγματα στα οποία κάποιοι έχουν επενδύσει ψυχή. Δεν λέω να γίνουμε αρτηριοσκληρωτικοί, αλλά από την άλλη να μην τσιτώνουμε κάποιον που έχει επενδύσει πράγματα σε κάτι.
Εσείς με τη θρησκεία πως τα πάτε;
Δεν την αγγίζω. Δεν είμαι άνθρωπος που όταν θα περάσω έξω από μια εκκλησία κάνω τι σταυρό μου, αλλά κατά καιρούς έχω μπει και έχω ανάψει ένα κερί. Και μη με ρωτάτε γιατί. Δεν ρώτησα ποτέ τον εαυτό μου για να απαντήσω. Απλώς το έκανα, και πιθανότατα θα το ξανακάνω..
Πολλοί άνθρωποι του πνεύματος πάντως έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με τη θρησκεία, κυρίως προς την αμφισβήτηση.
Ναι, γι’ αυτό πολλοί δηλώνουν και άθεοι. Εγώ δεν το έχω ψάξει ποτέ. Μπορεί να είναι και ολιγωρία αυτό.
Υπάρχει κάποιος χαρακτήρας από τα έργα τα οποία έχετε μεταφράσει, με τον οποίο να έχετε κοινά στοιχεία;
Όλοι θα θέλαμε να έχουμε τις υπαρξιακές αναζητήσεις του Άμλετ. Εγώ θα ήθελα να έχω το κέφι του Ρωμαίου κι ας έτρωγα το κεφάλι μου. Νομίζω πως είναι το έργο που με συγκινεί περισσότερο. Γιατί είναι πολύ δροσερό, είναι πολύ σοφά γραμμένο, με όλη την βιάση που έχει η νεότητα, που δεν την νοιάζει να φτάσει στα άκρα. Είναι συγκινητικό έργο, μια τρυφερότατη ιστορία αγάπης.
Ακόμα και στις μέρες μας, βλέπουμε να βγαίνουν νέες ταινίες Ρωμαίος και Ιουλιέτα.
Βέβαια. Και δεν είναι τυχαίο ότι τους βάζουνε σε ηλικίες 14 και 17 ετών. Λένε φυσικά κάτι υπέροχα πράγματα που αποκλείεται να τα πουν άνθρωποι τόσο νέοι, αλλά ίσως τότε ολοκληρώνανε και κάπως νωρίτερα τον κύκλο τους.
Βλέπετε συχνά θέατρο; Βλέπετε τα πάντα;
Ναι, δυστυχώς τα πάντα…
Ποια είναι η γνώμη σας για την μοντέρνα, «τολμηρή» και πολλές φορές τεχνητά αιρετική προσέγγιση κλασσικών έργων τόσο στην απόδοση, όσο και σκηνοθετικά; Ή και τους καλλιτέχνες από άλλους τομείς να παίζουν στο θέατρο; Άποψη, εξέλιξη της τέχνης ή εμπορικό τρικ;
Αυτό είναι το πρόβλημα; Το ότι βλέπουμε κάποιους να έχουν χριστεί πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες, ενώ όλοι ξέρουμε τι είναι και δεν μιλάει κανένας; Πάντως, το καλοκαίρι δεν με πείραξε τόσο το τόλμημα Ρουβά, όσο κάτι κυράδες της βαριάς κουλτούρας που πήγαν να τον δικαιολογήσουν κάνοντας τα πικρά γλυκά!
Τώρα τελευταία, ένα άλλο που με ενοχλεί είναι η δημιουργία θεατρικών κειμένων από πεζογραφήματα.. Αυτό είναι λάθος και συμβαίνει επειδή οι σκηνοθέτες έχουν απωθημένα συγγραφέα για να στριμώξουν την ονοματάρα τους στην ταμπέλα ως διασκευαστές. . Παίρνουν ένα διήγημα ή ένα μυθιστόρημα και το κάνουν θεατρικό. Κι είναι λάθος γιατί ο συγγραφέας του το έγραψε για αναγνώστες, όχι για ακροατές.
Με τις προσθήκες, χάνει την ακρίβεια της λέξης, της έκφρασης. Στο πεζό, κοιτάμε το κόμμα, κοιτάμε την πρόταση, κοιτάμε τα πάντα. Στο θεατρικό, κοιτάμε το σύνολο. Στη μετάφραση ενός πεζού, βλέπω-μεταφράζω, βλέπω-μεταφράζω, βλέπω-μεταφράζω. Στο θεατρικό, βλέπω-το ακούω μέσα στο μυαλό μου και μετά το μεταφράζω. Ο στοχασμός απέχει πολύ από την προφορικότητα του λόγου.
Εάν λοιπόν την μεγαλοσύνη του γραπτού λόγου την κάνουμε απλούστευση σε προφορικό λόγο για να δημιουργήσουμε ένα θεατρικό, είναι λάθος. Έχετε δει ποτέ θεατρικό να γίνει πεζό; Ποτέ στα χρονικά. Γιατί κάτι τέτοιο θα γινόταν μόνο από συγγραφέα. Και οι συγγραφείς ξέρουν ότι κάτι τέτοιο αδικεί και τις δύο τέχνες.
Αν υποθέσουμε πως σε 100 χρόνια από τώρα, τα χάρτινα βιβλία θα έχουν καταργηθεί και στη θέση τους θα υπάρχουν μόνο e-books, θα χαθεί η αίγλη του κλασσικού έργου, ή το καλό κείμενο διατηρείται αναλλοίωτο κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες;
Απλώς θα μάθουν τα παιδιά να μεγαλώνουν με αυτό. Μην ξεχνάμε πως περάσαμε από την πένα στο στιλό, από το στιλό στο πληκτρολόγιο κτλ. Και δεν ξέρουμε που θα οδηγήσει αυτό. Εγώ είμαι παλιομοδίτης που γράφω σε χαρτί με μελάνι, με πένες. Εγώ όμως παίζω κιόλας την ώρα που μεταφράζω. Αν βιάζομαι πολύ, ένα κείμενο θα το περάσω απευθείας στον υπολογιστή. Δεν αλλάζει η μαγεία.
Η μυρωδιά, η αίσθηση, τα χρώματα … δεν θα χαθούν;
Όλα αυτά υπάρχουν άμα τα ξέρεις. Σαν να λέμε, θα πάω στο χωριό να μυρίσω τη γη. Εμένα που δεν είμαι και πολύ της φύσης, δεν με ενδιαφέρει. Πάω και στην Πανεπιστημίου να περπατήσω και το’ χω καλύτερα από το να πάω σε ένα δάσος. Έτσι μαθαίνει να ζει καθένας με ό,τι έχει γύρω του.. Δεν χάνεται επομένως η γνώση. Απλώς η συνήθεια μετασχηματίζεται.
Διδάσκετε επίσης ιστορία θεάτρου, στο Εθνικό Θέατρο και στο Θέατρο Τέχνης. Πως βλέπετε τη γενιά αυτή από άποψη ενδιαφέροντος προς την τέχνη;
Πρέπει να καταφέρεις και τους δώσεις αυτό που θες να πεις με έναν τρόπο όχι πανεπιστημιακό, αλλά δημιουργικό, γιατί αυτλά τα παιδιά δεν πάνε για θεωρητικοί, είναι άλλα μυαλά. Την ιστορία του θεάτρου αν τους την περάσεις ως ζωντανό πράγμα, που οφείλουν να την γνωρίζουν όπως οφείλεις να ξέρεις για τον παππού σου, τότε το θέμα λειτουργεί πάρα πολύ καλά και παρακολουθούν και με μεγάλο ενδιαφέρον. Αν τους αρχίσεις τις υπεραναλύσεις, τότε τους έχεις χάσει.
Συμφωνείτε πως οι δραματικές σχολές έχουν μια εμμονή με τα δραματικά έργα έναντι της κωμωδίας;
Είναι κάπως λογικό, μιας και η κωμωδία έχει ημερομηνία λήξεως. Σαν τεχνική θα πρέπει να διδαχθεί με νέα μέσα. Θέλει πλέον άλλους κώδικες. Οι κώδικες απευθύνονται στο κοινό και αν το κοινό αλλάζει, πρέπει κι αυτός που βρίσκεται στη σκηνή να αλλάξει. Και στο μεν δράμα, παραμένει το θέμα του δράματος. Στην κωμωδία, η λέξη, η φράση, η κίνηση αλλάζουν. Εγώ κάθε φορά που μου ζητάνε μια κωμωδία που έχει παιχτεί πριν από 6-7 χρόνια και είχε μεγάλη επιτυχία, την ξαναφτιάχνω. Γιατί οι εκφράσεις που ακούγονται εκεί δεν λέγονται πια. Είναι πολύ ζωντανή η κωμωδία. Γι’ αυτό έχει και μεγαλύτερη εξαργύρωση στην ψυχή του κοινού.
Το γεγονός ότι πολλοί νέοι –και μη- δημιουργοί έχουν βγει και κάνουν παραγωγές κατά δεκάδες στις μέρες μας, που οφείλεται;
Υπάρχουν 37 δραματικές σχολές στην Αθήνα μόνο. Μιλάμε για πολλά παιδιά. Αυτά τα παιδιά θέλουν να υπάρξουν. Να κάνουν κάτι. Μόνο που το κάνουν με λάθος τρόπο. Πάνε και κάνουν μια ομάδα, νοικιάζουν ένα θεατράκι και ή γράφουν αυτοί ένα έργο ή διασκευάζουν στο πόδι. Και πριν προλάβουν να δείξουν τη δουλειά τους, κατεβαίνει το έργο. Αυτό είναι και μια προχειρότητα. Κι αυτό συμβαίνει επειδή οι καινούργιες γενιές είναι πιο ανυπόμονες από τις προηγούμενες. Βιάζονται όλοι. Παλιά ο νέος διαγωνιζόταν. Τώρα ο νέος διαγκωνίζεται, βαράει αγκωνιές στους διπλανούς του για ν’ ανοίξει δρόμο. και να πάρει τη θέση του άλλου.
Πάντως, το πρόβλημα της Ελλάδας είναι και ποιοτικό και ποσοτικό. Δεν μπορεί ο μισός πληθυσμός να είναι διασκεδαστής του άλλου μισού. Γίναμε πάρα πολλοί. Και το κακό είναι πως αρκετοί νομίζουν ότι η Τέχνη είναι κάτι που γίνεται άκοπα και δεν θέλει ειδικές σπουδές. Γι’ αυτό και αλέθει πολλούς η κρεατομηχανή.
Οι Έλληνες καλλιτέχνες γιατί δεν πετυχαίνουν στο εξωτερικό;
Για τον ηθοποιό είναι αδύνατο να στεριώσει στο εξωτερικό. Πρέπει να είναι η μητρική του γλώσσα.
Δηλαδή ηθοποιοί όπως ο Αντόνιο Μπαντέρας και άλλοι ξένοι, περισσότερο ή λιγότερο σημαντικοί, με βαριά προφορά, που κάνανε καριέρα, τι είχαν;
Έτυχε ο συγκεκριμένος να είναι ο προβεβλημένος του Αλμοδόβαρ και να βρεθεί έπειτα στο τεράστιο χωνευτήρι του BroadWay, στο οποίο βρέθηκε και η Μελίνα Μερκούρη. Μόδα ήταν. Η μόνη ηθοποιός από την Ελλάδα που έχει κάνει κάτι αξιόλογο στο BroadWay κατά τη γνώμη μου είναι η Κατίνα Παξινού.
Την οποία δεν γνωρίζουν οι νέοι, όπως δεν γνωρίζουν πολύ σημαντικές προσωπικότητες, όπως τον Σακελάριο και άλλους παλαιότερους…
Δεν τους ξέρουν γιατί δεν τους ενδιαφέρει. Τους θεωρούν ξεπερασμένους. Το θέμα είναι, πως η εποχή μας δεν έχει ένα Σακελάριο. Εκεί είναι το ζητούμενο. Ότι βλέπουμε πάρα πολλούς να έρχονται ως διάττοντες αστέρες και να φεύγουν.
Πείτε μας μερικά λόγια για τα δικά σας ποιήματα.
Για μένα ήταν μια αναζήτηση που την είχα από μικρός, αν και δημοσίευσα αρκετά αργά, στα 27 μου. Δημοσίευσα μέχρι και το 1995, μετά με κέρδισε η μετάφραση και δεν μπορώ σαν άνθρωπος να ασχολούμαι με 2 πράγματα. Δεν ξέρω τι μπορώ να πω πως αγαπάω περισσότερο, οπότε έκανα λίγο πίσω την ποίηση, την οποία δεν την αφήνω και τη διαβάζω πολύ, αλλά δεν μπορώ να τρέχω μια θεατρική μετάφραση ταυτόχρονα με κάτι που γράφω, που θα θέλω να δημοσιεύσω.
Το θέμα είναι πως μετά τη Δημουλά, δεν βλέπω κάποιον ποιητή αναγνωρίσιμο στην Ελλάδα. Μιλάω σε σχέση με τη δική μου γενιά. Ξέρουμε καλούς ποιητές, αλλά δεν ξέρουμε κάποιον που να πουλάει η ποίηση του έστω και λίγα αντίτυπα. Ότι χαρίσουμε είναι πια.
Υπάρχει κάποια φράση που σας εκφράζει ή σας εμπνέει και ποια είναι αυτή;
Εκείνο που μου αρέσει πολύ, είναι μια φράση της Μπλανζ Ντιμπουά, στο «Λεοφωρείον ο Πόθος». Στο τέλος που έρχεται ένας γιατρός να την παραλάβει κι αυτή ξέρει πως θα την κλείσουν στο τρελάδικο, αλλά θέλει να είναι και ευγενική μαζί του, λέει την πάρα πολύ ωραία φράση: «Πάντα βασιζόμουν στην καλοσύνη των ξένων».
Ετοιμάζετε κάτι νέο αυτή την περίοδο;
Ναι, μόλις βγήκανε και κυκλοφόρησαν 12 άγνωστα μονόπρακτα του Τεννεσσή Ουίλλιαμς. Πέθανε το 1984 και το 2000 βρέθηκαν σε ένα κουτί, μονόπρακτα που τα είχε δουλέψει αρκετά και έτυχαν μιας επεξεργασίας από τις εκδόσεις Penguin, ενώ τα δικαιώματα έχουν πάρει οι εκδόσεις Ηριδανός. Είμαι ξετρελαμένος από τη χαρά μου που τα δούλεψα από το καλοκαίρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου