Μάνος Μαθιουδάκης-Πέτρος Γιαννούλης
Ένα γράμμα από την Κύπρο.
Η επί της αρχής στάση υπέρ ή κατά της δημιουργίας Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) ως συγκεκριμένης μορφής λύσης του Κυπριακού, αποτελεί μια γραμμή πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης, όπως φάνηκε ξεκάθαρα και από το δημοψήφισμα του 2004 για το σχέδιο Ανάν και μετά. Η αντιπαράθεση αυτή αντανακλάται και στο σημερινό πολιτικο-κομματικό σκηνικό με τη διαίρεση σε μπλοκ
υπέρ της λύσης στη βάση της ΔΔΟ από τη μια και απορριπτικών από την άλλη. Στο πρώτο μπλοκ οι βασικοί παίκτες είναι ο Δημοκρατικός Συναγερμός (ΔηΣυ) από το χώρο της Δεξιάς και το ΑΚΕΛ, η ηγεσία του οποίου ξεκίνησε τις απευθείας συνομιλίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων, κατά τη διάρκεια της προεδρίας Χριστόφια το 2008. Στο μπλοκ των απορριπτικών, εντάσσεται μια σειρά μικρότερων -αλλά με επιρροή- κομμάτων από το χώρο της κεντροδεξιάς έως τους νεοναζί.
Αν και δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα μετά το ναυάγιο των συνομιλιών στο Μον Πελεράν, η αντιπαράθεση μεταξύ των δύο «στρατοπέδων» κυριαρχεί στο δημόσιο διάλογο και αναμένεται να κορυφωθεί σε περίπτωση που τελικά προκύψει συγκεκριμένο σχέδιο.
Στο μπλοκ υπέρ της λύσης, ιδιαίτερο στοιχείο αποτελεί η σύμπλευση ΑΚΕΛ/ΔηΣυ. Η ανοιχτή στήριξη που παρέχει το ΑΚΕΛ στην κυβερνώσα Δεξιά του Αναστασιάδη όσον αφορά τους χειρισμούς της στο Κυπριακό και τις συνομιλίες, συνεχίζει να συνδυάζεται με την οπισθοχώρησή του στο πεδίο των κοινωνικών αγώνων. Με χαρακτηριστική αυτή την περίοδο την απουσία σημαντικών κινηματικών γεγονότων αλλά και την έλλειψη πρόθεσης να οργανώσει και να υποστηρίξει σχετικές πρωτοβουλίες, το ΑΚΕΛ αυτοπεριορίζεται συνειδητά στη θέση του ουραγού στο μπλοκ υπέρ του «ναι», νιώθοντας μάλλον άνετα σε αυτό το ρόλο, αφού δεν κάνει καμία κίνηση που να σηματοδοτεί διακριτό πολιτικό σχέδιο. Ευελπιστεί ότι μέσω της σύμπλευσης με τον ΔηΣυ, θα εξασφαλίζει -χωρίς να επωμιστεί πολιτικό κόστος- μια κάποια σύνδεση με ένα μαζικό ακρατήριο (αυτό του «ναι») σε μία περίοδο που τα ποσοστά και η επιρροή του σε οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συρρικνώνονται.
Χωρίς να αποκλείονται πολιτικές στροφές σε περίπτωση αποτυχίας των συνομιλιών ή αλλαγής προς το απορριπτικότερο του κλίματος στην κοινωνία, η παραπάνω στάση λειτουργεί παραλυτικά για το κίνημα και τις ανάγκες του κόσμου σήμερα. Πρόκειται για μια κοντόφθαλμη και αμυντική τακτική που δημιουργεί αυταπάτες και προϋποθέσεις ήττας μεσοπρόθεσμα, εντός του νέου πολιτικού/κοινωνικού τοπίου που μπορεί να προκύψει την επομένη ενός σχεδίου λύσης.
Η δημιουργία ΔΔΟ, ακόμη και αν παράσχει ουσιαστικότερες ευκαιρίες συνύπαρξης μεταξύ των δύο κοινοτήτων σε σχέση με το status quo, θέτει ταυτόχρονα την Αριστερά μπροστά σε αυξημένα καθήκοντα: Να περιγράψει το εγχώριο και διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο θα υλοποιηθεί το όποιο σχέδιο λύσης -αν και εφόσον προταθεί και υπερψηφιστεί- να απαντήσει στη νεοφιλελεύθερη επίθεση που αναμένεται να ενταθεί και να εκφραστεί συντονισμένη εντός των δύο κοινοτήτων, καθώς και να αντιμετωπίσει τη δράση των εθνικιστών – και των συγκαλυμμένων και των απροκάλυπτων. Αυτή η διάσταση του ζητήματος, είτε απουσιάζει εντελώς είτε είναι ατροφική στην ανάλυση και στην τακτική της Αριστεράς, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών τμημάτων της ριζοσπαστικής πτέρυγάς της, η οποία ούτως η άλλως αριθμεί μικρές δυνάμεις.
Οι αστικές τάξεις και στις δυο πλευρές του νησιού επενδύουν επιθετικά σε νεοφιλελελεύθερες στρατηγικές ως απάντηση στη κρίση του καπιταλισμού, που έχει χτυπήσει και την Κύπρο. Επιπλέον, η ελληνοκυπριακή πλευρά, όντας οικονομικά κυρίαρχη αλλά και αναγνωρισμένη διεθνώς, αποδεικνύεται ιδιαίτερα εμφατική ως προς τη συμμετοχή της στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες της περιοχής (άξονας Ισραήλ-Αιγύπτου-Κύπρου-Ελλάδας).
Σ’ αυτές τις συνθήκες όσοι και όσες αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος των προκλήσεων για την Αριστερά και τον κόσμο της εργασίας, έχουμε το καθήκον να χαράξουμε το δικό μας πολιτικό σχέδιο και να ανοίξουμε νέους δρόμους κοινής πάλης για την άμεση απεμπλοκή από τους ιμπεριαλιστικούς σχηματισμούς, την ελεύθερη πρόσβαση σε κοινό σύστημα παιδείας, δημόσιας υγείας και κοινωνικών ασφαλίσεων, την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση του νησιού (των βρετανικών βάσεων συμπεριλαμβανομένων), τα κοινά εργασιακά δικαιώματα. Όλα εκείνα τα θέματα, δηλαδή που κανένας εκπρόσωπος των αστών, όπως ο Αναστασιάδης, δεν θέλει να λύσει. Αυτός είναι ο δικός μας ρόλος, πιο δύσκολος και πιο σύνθετος από ποτέ. Είναι καιρός να τον αναλάβουμε και να φέρουμε τις συνθήκες στα μέτρα μας αν θέλουμε να κάνουμε πράξη τα λόγια της πρωτομαγιάτικης προκήρυξης στην Κύπρο του 1926:
«Οι πιέσεις των αφεντικών μας, η εκμετάλλευση από τους πλουτοκράτες πρέπει να μας ενώσουνε. Δε μας χωρίζουνε πια φυλετικά μίση και θρησκευτικοί φανατισμοί. Αφτά ανήκουνε στο παρελθόν. Σήμερα πρέπει όλοι αδερφωμένοι να διεκδικήσουμε τα δικαιώματα που έχουμε στη ζωή».
Φωτογραφία από τη δικοινοτική συγκέντρωση υπέρ της λύσης που οργάνωσαν τουρκυπριακά και ελληνοκυπριακά συνδικάτα και φορείς τη Δευτέρα 21 Νοέμβρη 2016.
Rproject | Resist | Reclaim | Revolt
Ένα γράμμα από την Κύπρο.
Η επί της αρχής στάση υπέρ ή κατά της δημιουργίας Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας (ΔΔΟ) ως συγκεκριμένης μορφής λύσης του Κυπριακού, αποτελεί μια γραμμή πολιτικής και κοινωνικής αντιπαράθεσης, όπως φάνηκε ξεκάθαρα και από το δημοψήφισμα του 2004 για το σχέδιο Ανάν και μετά. Η αντιπαράθεση αυτή αντανακλάται και στο σημερινό πολιτικο-κομματικό σκηνικό με τη διαίρεση σε μπλοκ
υπέρ της λύσης στη βάση της ΔΔΟ από τη μια και απορριπτικών από την άλλη. Στο πρώτο μπλοκ οι βασικοί παίκτες είναι ο Δημοκρατικός Συναγερμός (ΔηΣυ) από το χώρο της Δεξιάς και το ΑΚΕΛ, η ηγεσία του οποίου ξεκίνησε τις απευθείας συνομιλίες μεταξύ των δύο κοινοτήτων, κατά τη διάρκεια της προεδρίας Χριστόφια το 2008. Στο μπλοκ των απορριπτικών, εντάσσεται μια σειρά μικρότερων -αλλά με επιρροή- κομμάτων από το χώρο της κεντροδεξιάς έως τους νεοναζί.
Αν και δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα μετά το ναυάγιο των συνομιλιών στο Μον Πελεράν, η αντιπαράθεση μεταξύ των δύο «στρατοπέδων» κυριαρχεί στο δημόσιο διάλογο και αναμένεται να κορυφωθεί σε περίπτωση που τελικά προκύψει συγκεκριμένο σχέδιο.
Στο μπλοκ υπέρ της λύσης, ιδιαίτερο στοιχείο αποτελεί η σύμπλευση ΑΚΕΛ/ΔηΣυ. Η ανοιχτή στήριξη που παρέχει το ΑΚΕΛ στην κυβερνώσα Δεξιά του Αναστασιάδη όσον αφορά τους χειρισμούς της στο Κυπριακό και τις συνομιλίες, συνεχίζει να συνδυάζεται με την οπισθοχώρησή του στο πεδίο των κοινωνικών αγώνων. Με χαρακτηριστική αυτή την περίοδο την απουσία σημαντικών κινηματικών γεγονότων αλλά και την έλλειψη πρόθεσης να οργανώσει και να υποστηρίξει σχετικές πρωτοβουλίες, το ΑΚΕΛ αυτοπεριορίζεται συνειδητά στη θέση του ουραγού στο μπλοκ υπέρ του «ναι», νιώθοντας μάλλον άνετα σε αυτό το ρόλο, αφού δεν κάνει καμία κίνηση που να σηματοδοτεί διακριτό πολιτικό σχέδιο. Ευελπιστεί ότι μέσω της σύμπλευσης με τον ΔηΣυ, θα εξασφαλίζει -χωρίς να επωμιστεί πολιτικό κόστος- μια κάποια σύνδεση με ένα μαζικό ακρατήριο (αυτό του «ναι») σε μία περίοδο που τα ποσοστά και η επιρροή του σε οποιοδήποτε άλλο ζήτημα συρρικνώνονται.
Χωρίς να αποκλείονται πολιτικές στροφές σε περίπτωση αποτυχίας των συνομιλιών ή αλλαγής προς το απορριπτικότερο του κλίματος στην κοινωνία, η παραπάνω στάση λειτουργεί παραλυτικά για το κίνημα και τις ανάγκες του κόσμου σήμερα. Πρόκειται για μια κοντόφθαλμη και αμυντική τακτική που δημιουργεί αυταπάτες και προϋποθέσεις ήττας μεσοπρόθεσμα, εντός του νέου πολιτικού/κοινωνικού τοπίου που μπορεί να προκύψει την επομένη ενός σχεδίου λύσης.
Η δημιουργία ΔΔΟ, ακόμη και αν παράσχει ουσιαστικότερες ευκαιρίες συνύπαρξης μεταξύ των δύο κοινοτήτων σε σχέση με το status quo, θέτει ταυτόχρονα την Αριστερά μπροστά σε αυξημένα καθήκοντα: Να περιγράψει το εγχώριο και διεθνές πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο θα υλοποιηθεί το όποιο σχέδιο λύσης -αν και εφόσον προταθεί και υπερψηφιστεί- να απαντήσει στη νεοφιλελεύθερη επίθεση που αναμένεται να ενταθεί και να εκφραστεί συντονισμένη εντός των δύο κοινοτήτων, καθώς και να αντιμετωπίσει τη δράση των εθνικιστών – και των συγκαλυμμένων και των απροκάλυπτων. Αυτή η διάσταση του ζητήματος, είτε απουσιάζει εντελώς είτε είναι ατροφική στην ανάλυση και στην τακτική της Αριστεράς, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών τμημάτων της ριζοσπαστικής πτέρυγάς της, η οποία ούτως η άλλως αριθμεί μικρές δυνάμεις.
Οι αστικές τάξεις και στις δυο πλευρές του νησιού επενδύουν επιθετικά σε νεοφιλελελεύθερες στρατηγικές ως απάντηση στη κρίση του καπιταλισμού, που έχει χτυπήσει και την Κύπρο. Επιπλέον, η ελληνοκυπριακή πλευρά, όντας οικονομικά κυρίαρχη αλλά και αναγνωρισμένη διεθνώς, αποδεικνύεται ιδιαίτερα εμφατική ως προς τη συμμετοχή της στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες της περιοχής (άξονας Ισραήλ-Αιγύπτου-Κύπρου-Ελλάδας).
Σ’ αυτές τις συνθήκες όσοι και όσες αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος των προκλήσεων για την Αριστερά και τον κόσμο της εργασίας, έχουμε το καθήκον να χαράξουμε το δικό μας πολιτικό σχέδιο και να ανοίξουμε νέους δρόμους κοινής πάλης για την άμεση απεμπλοκή από τους ιμπεριαλιστικούς σχηματισμούς, την ελεύθερη πρόσβαση σε κοινό σύστημα παιδείας, δημόσιας υγείας και κοινωνικών ασφαλίσεων, την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση του νησιού (των βρετανικών βάσεων συμπεριλαμβανομένων), τα κοινά εργασιακά δικαιώματα. Όλα εκείνα τα θέματα, δηλαδή που κανένας εκπρόσωπος των αστών, όπως ο Αναστασιάδης, δεν θέλει να λύσει. Αυτός είναι ο δικός μας ρόλος, πιο δύσκολος και πιο σύνθετος από ποτέ. Είναι καιρός να τον αναλάβουμε και να φέρουμε τις συνθήκες στα μέτρα μας αν θέλουμε να κάνουμε πράξη τα λόγια της πρωτομαγιάτικης προκήρυξης στην Κύπρο του 1926:
«Οι πιέσεις των αφεντικών μας, η εκμετάλλευση από τους πλουτοκράτες πρέπει να μας ενώσουνε. Δε μας χωρίζουνε πια φυλετικά μίση και θρησκευτικοί φανατισμοί. Αφτά ανήκουνε στο παρελθόν. Σήμερα πρέπει όλοι αδερφωμένοι να διεκδικήσουμε τα δικαιώματα που έχουμε στη ζωή».
Φωτογραφία από τη δικοινοτική συγκέντρωση υπέρ της λύσης που οργάνωσαν τουρκυπριακά και ελληνοκυπριακά συνδικάτα και φορείς τη Δευτέρα 21 Νοέμβρη 2016.
Rproject | Resist | Reclaim | Revolt
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου