Του Πάνου Πέτρου
Η Γαλλία στις αρχές του Μάη του 1968 έζησε τον δικό της φοιτητικό ξεσηκωμό.
(Δίπλα τo έργο του ζωγράφου Σπύρου Κουκουλομάτη)
Όλα είχαν ξεκινήσει από τις κινητοποιήσεις στο πανεπιστήμιο της Ναντέρ, όπου δρούσε η ομάδα του Κον Μπεντίτ, με μικρές παρεμβάσεις όπως το μποϊκοτάρισμα των εξετάσεων για να προκαλέσουν τις πανεπιστημιακές αρχές. Η πρυτανεία
απάντησε καλώντας την αστυνομία, η οποία συνέλαβε τους «υποκινητές». Την ώρα της σύλληψής τους, ξεσπούσαν και οι πρώτες συγκρούσεις φοιτητών με την αστυνομία.
Στις 3 Μάη μια συγκέντρωση φοιτητών στη Σορβόνη για να αποφασιστούν δράσεις ενάντια στις συλλήψεις διαλύθηκε από νέα επέμβαση της αστυνομίας μέσα στο ίδρυμα. Ακολούθησαν συγκρούσεις όλο το βράδυ. Η αστυνομική καταστολή, οι συλλήψεις αγωνιστών φοιτητών πυροδότησαν την ιδέα για καταλήψεις σε όλη τη χώρα. Η αδιάλλακτη στάση της κυβέρνησης συναντούσε την όλο και πιο μαχητική αντίδραση των φοιτητών.
Οι φοιτητικές διαδηλώσεις στο Παρίσι, οι συγκρούσεις με την αστυνομία στη γειτονιά του Καρτιέ Λατέν ήταν καθημερινό και -κυρίως- όλο και πιο μαζικό φαινόμενο. Μέσα στον ξεσηκωμό τους, οι φοιτητές, αντιμέτωποι όχι πια με τον πρύτανη ή την οικογένεια αλλά με το αστικό κράτος, ριζοσπαστικοποιούνταν και αμφισβητούσαν τα πάντα. Τα πανεπιστήμια είχαν μετατραπεί σε χώρους πολιτικής συζήτησης και οργάνωσης του αγώνα.
Μέσα στην κατειλημμένη Σορβόνη (το σύμβολο του αγώνα, με την κόκκινη σημαία να έχει αντικαταστήσει τη γαλλική) χιλιάδες φοιτητές στριμώχνονταν σε αίθουσες για να συζητήσουν από τη σεξουαλική απελευθέρωση μέχρι τον Τσε Γκεβάρα και το Βιετνάμ. Μια πυρετώδης «παραγωγή» προκηρύξεων και αφισών εξελισσόταν μέσα στα ιδρύματα. Από τη μεριά της η κυβέρνηση, απέναντι στη γενίκευση της φοιτητικής εξέγερσης, απαντούσε με τον μόνο τρόπο που είχε φανεί αποτελεσματικός τα προηγούμενα χρόνια απέναντι στις εργατικές κινητοποιήσεις, την ακόμα πιο άγρια καταστολή.
Τη νύχτα της 10ης προς τις 11 Μάη το Παρίσι ζούσε την ιστορική «νύχτα των οδοφραγμάτων». Μια μεγάλη φοιτητική διαδήλωση, κυκλωμένη από την αστυνομία, αποφάσισε να σηκώσει οδοφράγματα και να δημιουργήσει μια «απελευθερωμένη ζώνη» μέσα στο Παρίσι.
Η επίθεση της αστυνομίας ήταν πιο βάρβαρη από ποτέ, αλλά η αντίσταση των φοιτητών ήταν συγκλονιστική. Οι συγκρούσεις κράτησαν μέχρι τα ξημερώματα, τα δακρυγόνα έφταναν στα μπαλκόνια των σπιτιών, στο παρισινό μετρό, έπνιγαν το Παρίσι. Οι γύρω κάτοικοι άρχισαν να ενισχύουν τους «πολιορκημένους» φοιτητές με ψωμί και νερό, νέοι εργάτες σχολώντας από τη δουλειά έτρεξαν στα οδοφράγματα να βοηθήσουν.
Όλη η Γαλλία έζησε τη νύχτα των οδοφραγμάτων από το ραδιόφωνο. Ο αντίκτυπος ήταν τεράστιος. Η τακτική της κυβέρνησης είχε γυρίσει μπούμερανγκ. Οι φοιτητές -χωρίς να ρισκάρουν μεροκάματα ή τη δουλειά τους- είχαν την «πολυτέλεια» να αντισταθούν στη σκληρή στάση του κράτους. Επιπλέον, δεν είχαν τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς των συνδικάτων να τους ελέγξουν, ενώ όπλο τους ήταν και η ταξική τους προέλευση. Η μεσαία τάξη έβλεπε τα παιδιά της να κυνηγιούνται από την αστυνομία και αγανακτούσε.
Στις 11 Μάη, τα 4/5 της γαλλικής κοινωνίας ήταν με το μέρος των φοιτητών. Αυτή ήταν η «ασπίδα» τους ενάντια στην καταστολή. Αυτό το μαζικό ρεύμα συμπαράστασης, ακόμα και η συμμετοχή εργατών στις συγκρούσεις, ανάγκασε τη CGT (το ελεγχόμενο από το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας συνδικάτο) να καλέσει σε απεργία και διαδήλωση διαμαρτυρίας για την καταστολή στις 13 Μάη.
Μέχρι τότε, το ΚΚΓ κατηγορούσε τους φοιτητές ως «παιδιά των αστών που αύριο θα αναλάβουν την επιχείρηση του μπαμπά» ή ως «επικίνδυνους προβοκάτορες και αριστεριστές». Στην πραγματικότητα, οι ηγέτες του ΚΚΓ φοβόντουσαν την επιρροή που θα μπορούσε να ασκήσει το ανεξέλεγκτο φοιτητικό κίνημα (και οι επαναστάτες φοιτητές που βρίσκονταν στην ηγεσία του) στην εργατική του βάση και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να απομονώσουν τους φοιτητές από τους εργάτες. Η ίδια η γενική απεργία δεν σήμαινε κάποια αλλαγή στάσης. Ήλπιζαν ότι η CGT θα έμπαινε επικεφαλής του κινήματος για να μπορέσει να το «μαζέψει», ότι η 13η Μάη θα ήταν το τέλος. Είχαν πέσει τελείως έξω.
Στις 13 Μάη, ένα εκατομμύριο διαδηλωτές πλημμύρισαν το Παρίσι στη μεγαλύτερη διαδήλωση από την απελευθέρωση το 1945. Η συσσωρευμένη εργατική οργή έβρισκε την ευκαιρία να ξεσπάσει. Και η δύναμη της διαδήλωσης γέμιζε τους εργάτες με αυτοπεποίθηση. Η γενική απεργία έμελλε να μην είναι το τέλος, αλλά η αρχή της εξέγερσης του Μάη. Την επόμενη μέρα, σε κάποιους εργατικούς χώρους οι εργάτες αρνήθηκαν να επιστρέψουν στη δουλειά. Άλλοι, που δεν απέργησαν στις 13, έβγαιναν τώρα σε απεργία. Μέσα σε λίγες μέρες το απεργιακό κύμα εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα. Χωρίς τα συνδικάτα να την κηρύξουν ποτέ, ξεκινούσε μια γενική απεργία διαρκείας στη Γαλλία.
Στις 20 Μάη απεργούσαν 10 εκατομμύρια εργάτες. Σε πολλά εργοστάσια οι εργαζόμενοι καταλάμβαναν τις μονάδες και κλείδωναν στα γραφεία τους διευθυντές. Καταπιεσμένη για χρόνια, και με την αυτοπεποίθηση που μετέφερε ο ανυποχώρητος αγώνας των φοιτητών, η εργατική τάξη έμπαινε μαζικά σε κίνηση, παραλύοντας τη χώρα. Η γενική απεργία ενίσχυσε τον αέρα της εξέγερσης, τα ανατρεπτικά συνθήματα των φοιτητών έβρισκαν μαζική ανταπόκριση, αποκτούσαν νόημα μέσα σε ένα κλίμα γενικευμένης εργατικής εξέγερσης. Η απεργία έπαιρνε το χαρακτήρα «γιορτής» που άγγιζε τους πάντες: οι χορεύτριες στα Φολί Μπερζέρ, οι ποδοσφαιριστές, οι νεκροθάφτες απεργούσαν!
Ο αστικός Τύπος περιέγραφε την κατάσταση εύστοχα: «Αν πάρει κανείς τηλέφωνο την Τράπεζα της Γαλλίας δεν μπορεί να ξέρει ποιος θα του απαντήσει!». Ο Ντε Γκωλ ανακοίνωνε δημοψήφισμα για την παραμονή του στην προεδρία, αλλά δεν έβρισκε τυπογραφείο για να τυπώσει τα ψηφοδέλτια. Ακόμα και οι Βέλγοι τυπογράφοι αρνήθηκαν να του δώσουν τη βοήθειά τους.
Τα «τείχη» ανάμεσα στους φοιτητές και τους εργάτες άρχισαν να σπάνε. Οι επαναστάτες φοιτητές μπαίνουν μπροστά σε διαδηλώσεις που ξεκινάνε από τα πανεπιστήμια για να καταλήξουν έξω από τα κατειλημμένα εργοστάσια. Συναντάνε τις αλυσίδες των γραφειοκρατών της CGT, που δε διστάζουν να επιτεθούν στους φοιτητές για να κρατήσουν τους εργάτες «αμόλυντους» από τις ιδέες της εξέγερσης. Πολλοί νέοι εργάτες συμμετέχουν στις συζητήσεις μέσα στα πανεπιστήμια, δρουν από κοινού με τους φοιτητές μέσα από τις Επιτροπές Δράσης που έχει στήσει η επαναστατική Αριστερά στα πανεπιστήμια και που πολλαπλασιάζονται διαρκώς.
Η κυβέρνηση επιχείρησε έναν ακόμη ελιγμό στις 25-27 Μάη. Στις διαπραγματεύσεις της Γκρενέλ συμφώνησε με τα συνδικάτα: έδινε σημαντικές παροχές σε μισθούς, ωράρια, συνδικαλιστικές ελευθερίες, προκειμένου να κλείσουν οι απεργίες. Όμως οι συμφωνίες έπρεπε να εγκριθούν από τις γενικές συνελεύσεις που μέσα στον εργατικό ξεσηκωμό είχαν αναδειχθεί ως ανώτερα όργανα. Εκεί οι εκπρόσωποι της CGT που ανακοίνωναν τη συμφωνία γιουχάρονται από τη βάση τους μαζικά, κανένας δεν ήθελε να επιστρέψει στη δουλειά. Η CGT αναγκάζεται να συνεχίσει να στηρίζει τις απεργίες για να μη χάσει πλήρως τον έλεγχο.
Μπροστά στη νέα αποτυχία, ο «ακλόνητος» στρατηγός Ντε Γκωλ εγκαταλείπει τη χώρα στις 29 Μάη. Η διαδήλωση την ίδια μέρα είναι μια συγκλονιστική επίδειξη δύναμης των εργατών. Εκείνη τη μέρα κανείς δεν ξέρει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στη Γαλλία, ο ίδιος ο Ντε Γκωλ σκέφτεται την παραίτηση: «Όλα χάθηκαν, η χώρα έπεσε στα χέρια των κομμουνιστών!» λέει στο στρατηγό Μασί που συνάντησε στη Γερμανία.
Όμως οι «κομμουνιστές» δεν ήθελαν τη χώρα στα χέρια τους. Η προοπτική ανατροπής του Ντε Γκωλ προκάλεσε αμηχανία. Συνδικαλιστές της CGT δήλωναν χρόνια μετά: «Δεν υπήρχε κανείς να διαπραγματευτούμε…». Από την άλλη, οι ομάδες της επαναστατικής Αριστεράς ήταν πολύ νέες και άπειρες, οι σχέσεις τους με τις μάζες και -κυρίως- με τους εργάτες ήταν νωπές και περιορισμένες, δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν ακόμα το ΚΚΓ για την ηγεμονία του κινήματος. Αυτό εκμεταλλεύτηκε ο Ντε Γκωλ και μπόρεσε να περάσει τις επόμενες μέρες στην αντεπίθεση. Τα γαλλικά σώματα στρατού που βρίσκονταν στη Γερμανία «αμόλυντα» από την εξέγερση μετακινούνται προς τη Γαλλία.
Η «σιωπηρή πλειοψηφία» (οι κλεισμένοι στα σπίτια τους κάτοικοι των εύπορων συνοικιών) κατεβαίνει στους δρόμους υπερ του Ντε Γκωλ και ο πρόεδρος προκηρύσσει εκλογές για να προστατέψει τη «δημοκρατική νομιμότητα». Το ΚΚΓ δεν είχε καμιά πρόθεση να διαταράξει τη «δημοκρατική νομιμότητα» και ρίχνει όλες του τις δυνάμεις στο κλείσιμο των απεργιών και τον προσανατολισμό του κόσμου στην εκλογική τακτική. Χρειάστηκε η επέμβαση των CRS στα εργοστάσια, οι σκληρές μάχες με την αστυνομία και πολλές παροχές από τους καπιταλιστές για να επιστρέψει η Γαλλία στην ομαλότητα. Αλλά με τη στήριξη της ηγεσίας του ΚΚΓ η κυβέρνηση τα καταφέρνει. Και στις εκλογές ο Ντε Γκωλ επανεκλέγεται, ενώ το ΚΚΓ πληρώνει την απογοήτευση που έχει σπείρει στον κόσμο με τη μείωση των ποσοστών του.
Μέσα στο κλίμα «ομαλότητας» και «νομιμότητας» που καλλιεργεί η Αριστερά, ο κόσμος που μέχρι πρότινος έβλεπε στην εξέγερση τη λύση τώρα υποχρεώνεται να αποδεχτεί μια εκλογική ήττα. Το ΚΚΓ οδήγησε το Μάη στην ήττα, αλλά δεν μπόρεσε να εξαφανίσει τις ιδέες του. Το «Μια Μόνο Λύση, Επανάσταση» έγινε μαζικό σύνθημα και πόλος έλξης για χιλιάδες αγωνιστές που έψαχναν στα αριστερά του ΚΚΓ.
Η Γαλλία στις αρχές του Μάη του 1968 έζησε τον δικό της φοιτητικό ξεσηκωμό.
(Δίπλα τo έργο του ζωγράφου Σπύρου Κουκουλομάτη)
Όλα είχαν ξεκινήσει από τις κινητοποιήσεις στο πανεπιστήμιο της Ναντέρ, όπου δρούσε η ομάδα του Κον Μπεντίτ, με μικρές παρεμβάσεις όπως το μποϊκοτάρισμα των εξετάσεων για να προκαλέσουν τις πανεπιστημιακές αρχές. Η πρυτανεία
απάντησε καλώντας την αστυνομία, η οποία συνέλαβε τους «υποκινητές». Την ώρα της σύλληψής τους, ξεσπούσαν και οι πρώτες συγκρούσεις φοιτητών με την αστυνομία.
Στις 3 Μάη μια συγκέντρωση φοιτητών στη Σορβόνη για να αποφασιστούν δράσεις ενάντια στις συλλήψεις διαλύθηκε από νέα επέμβαση της αστυνομίας μέσα στο ίδρυμα. Ακολούθησαν συγκρούσεις όλο το βράδυ. Η αστυνομική καταστολή, οι συλλήψεις αγωνιστών φοιτητών πυροδότησαν την ιδέα για καταλήψεις σε όλη τη χώρα. Η αδιάλλακτη στάση της κυβέρνησης συναντούσε την όλο και πιο μαχητική αντίδραση των φοιτητών.
Οι φοιτητικές διαδηλώσεις στο Παρίσι, οι συγκρούσεις με την αστυνομία στη γειτονιά του Καρτιέ Λατέν ήταν καθημερινό και -κυρίως- όλο και πιο μαζικό φαινόμενο. Μέσα στον ξεσηκωμό τους, οι φοιτητές, αντιμέτωποι όχι πια με τον πρύτανη ή την οικογένεια αλλά με το αστικό κράτος, ριζοσπαστικοποιούνταν και αμφισβητούσαν τα πάντα. Τα πανεπιστήμια είχαν μετατραπεί σε χώρους πολιτικής συζήτησης και οργάνωσης του αγώνα.
Μέσα στην κατειλημμένη Σορβόνη (το σύμβολο του αγώνα, με την κόκκινη σημαία να έχει αντικαταστήσει τη γαλλική) χιλιάδες φοιτητές στριμώχνονταν σε αίθουσες για να συζητήσουν από τη σεξουαλική απελευθέρωση μέχρι τον Τσε Γκεβάρα και το Βιετνάμ. Μια πυρετώδης «παραγωγή» προκηρύξεων και αφισών εξελισσόταν μέσα στα ιδρύματα. Από τη μεριά της η κυβέρνηση, απέναντι στη γενίκευση της φοιτητικής εξέγερσης, απαντούσε με τον μόνο τρόπο που είχε φανεί αποτελεσματικός τα προηγούμενα χρόνια απέναντι στις εργατικές κινητοποιήσεις, την ακόμα πιο άγρια καταστολή.
Τη νύχτα της 10ης προς τις 11 Μάη το Παρίσι ζούσε την ιστορική «νύχτα των οδοφραγμάτων». Μια μεγάλη φοιτητική διαδήλωση, κυκλωμένη από την αστυνομία, αποφάσισε να σηκώσει οδοφράγματα και να δημιουργήσει μια «απελευθερωμένη ζώνη» μέσα στο Παρίσι.
Η επίθεση της αστυνομίας ήταν πιο βάρβαρη από ποτέ, αλλά η αντίσταση των φοιτητών ήταν συγκλονιστική. Οι συγκρούσεις κράτησαν μέχρι τα ξημερώματα, τα δακρυγόνα έφταναν στα μπαλκόνια των σπιτιών, στο παρισινό μετρό, έπνιγαν το Παρίσι. Οι γύρω κάτοικοι άρχισαν να ενισχύουν τους «πολιορκημένους» φοιτητές με ψωμί και νερό, νέοι εργάτες σχολώντας από τη δουλειά έτρεξαν στα οδοφράγματα να βοηθήσουν.
Όλη η Γαλλία έζησε τη νύχτα των οδοφραγμάτων από το ραδιόφωνο. Ο αντίκτυπος ήταν τεράστιος. Η τακτική της κυβέρνησης είχε γυρίσει μπούμερανγκ. Οι φοιτητές -χωρίς να ρισκάρουν μεροκάματα ή τη δουλειά τους- είχαν την «πολυτέλεια» να αντισταθούν στη σκληρή στάση του κράτους. Επιπλέον, δεν είχαν τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς των συνδικάτων να τους ελέγξουν, ενώ όπλο τους ήταν και η ταξική τους προέλευση. Η μεσαία τάξη έβλεπε τα παιδιά της να κυνηγιούνται από την αστυνομία και αγανακτούσε.
Στις 11 Μάη, τα 4/5 της γαλλικής κοινωνίας ήταν με το μέρος των φοιτητών. Αυτή ήταν η «ασπίδα» τους ενάντια στην καταστολή. Αυτό το μαζικό ρεύμα συμπαράστασης, ακόμα και η συμμετοχή εργατών στις συγκρούσεις, ανάγκασε τη CGT (το ελεγχόμενο από το Κομμουνιστικό Κόμμα Γαλλίας συνδικάτο) να καλέσει σε απεργία και διαδήλωση διαμαρτυρίας για την καταστολή στις 13 Μάη.
Μέχρι τότε, το ΚΚΓ κατηγορούσε τους φοιτητές ως «παιδιά των αστών που αύριο θα αναλάβουν την επιχείρηση του μπαμπά» ή ως «επικίνδυνους προβοκάτορες και αριστεριστές». Στην πραγματικότητα, οι ηγέτες του ΚΚΓ φοβόντουσαν την επιρροή που θα μπορούσε να ασκήσει το ανεξέλεγκτο φοιτητικό κίνημα (και οι επαναστάτες φοιτητές που βρίσκονταν στην ηγεσία του) στην εργατική του βάση και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να απομονώσουν τους φοιτητές από τους εργάτες. Η ίδια η γενική απεργία δεν σήμαινε κάποια αλλαγή στάσης. Ήλπιζαν ότι η CGT θα έμπαινε επικεφαλής του κινήματος για να μπορέσει να το «μαζέψει», ότι η 13η Μάη θα ήταν το τέλος. Είχαν πέσει τελείως έξω.
Στις 13 Μάη, ένα εκατομμύριο διαδηλωτές πλημμύρισαν το Παρίσι στη μεγαλύτερη διαδήλωση από την απελευθέρωση το 1945. Η συσσωρευμένη εργατική οργή έβρισκε την ευκαιρία να ξεσπάσει. Και η δύναμη της διαδήλωσης γέμιζε τους εργάτες με αυτοπεποίθηση. Η γενική απεργία έμελλε να μην είναι το τέλος, αλλά η αρχή της εξέγερσης του Μάη. Την επόμενη μέρα, σε κάποιους εργατικούς χώρους οι εργάτες αρνήθηκαν να επιστρέψουν στη δουλειά. Άλλοι, που δεν απέργησαν στις 13, έβγαιναν τώρα σε απεργία. Μέσα σε λίγες μέρες το απεργιακό κύμα εξαπλώθηκε σε όλη τη χώρα. Χωρίς τα συνδικάτα να την κηρύξουν ποτέ, ξεκινούσε μια γενική απεργία διαρκείας στη Γαλλία.
Στις 20 Μάη απεργούσαν 10 εκατομμύρια εργάτες. Σε πολλά εργοστάσια οι εργαζόμενοι καταλάμβαναν τις μονάδες και κλείδωναν στα γραφεία τους διευθυντές. Καταπιεσμένη για χρόνια, και με την αυτοπεποίθηση που μετέφερε ο ανυποχώρητος αγώνας των φοιτητών, η εργατική τάξη έμπαινε μαζικά σε κίνηση, παραλύοντας τη χώρα. Η γενική απεργία ενίσχυσε τον αέρα της εξέγερσης, τα ανατρεπτικά συνθήματα των φοιτητών έβρισκαν μαζική ανταπόκριση, αποκτούσαν νόημα μέσα σε ένα κλίμα γενικευμένης εργατικής εξέγερσης. Η απεργία έπαιρνε το χαρακτήρα «γιορτής» που άγγιζε τους πάντες: οι χορεύτριες στα Φολί Μπερζέρ, οι ποδοσφαιριστές, οι νεκροθάφτες απεργούσαν!
Ο αστικός Τύπος περιέγραφε την κατάσταση εύστοχα: «Αν πάρει κανείς τηλέφωνο την Τράπεζα της Γαλλίας δεν μπορεί να ξέρει ποιος θα του απαντήσει!». Ο Ντε Γκωλ ανακοίνωνε δημοψήφισμα για την παραμονή του στην προεδρία, αλλά δεν έβρισκε τυπογραφείο για να τυπώσει τα ψηφοδέλτια. Ακόμα και οι Βέλγοι τυπογράφοι αρνήθηκαν να του δώσουν τη βοήθειά τους.
Τα «τείχη» ανάμεσα στους φοιτητές και τους εργάτες άρχισαν να σπάνε. Οι επαναστάτες φοιτητές μπαίνουν μπροστά σε διαδηλώσεις που ξεκινάνε από τα πανεπιστήμια για να καταλήξουν έξω από τα κατειλημμένα εργοστάσια. Συναντάνε τις αλυσίδες των γραφειοκρατών της CGT, που δε διστάζουν να επιτεθούν στους φοιτητές για να κρατήσουν τους εργάτες «αμόλυντους» από τις ιδέες της εξέγερσης. Πολλοί νέοι εργάτες συμμετέχουν στις συζητήσεις μέσα στα πανεπιστήμια, δρουν από κοινού με τους φοιτητές μέσα από τις Επιτροπές Δράσης που έχει στήσει η επαναστατική Αριστερά στα πανεπιστήμια και που πολλαπλασιάζονται διαρκώς.
Η κυβέρνηση επιχείρησε έναν ακόμη ελιγμό στις 25-27 Μάη. Στις διαπραγματεύσεις της Γκρενέλ συμφώνησε με τα συνδικάτα: έδινε σημαντικές παροχές σε μισθούς, ωράρια, συνδικαλιστικές ελευθερίες, προκειμένου να κλείσουν οι απεργίες. Όμως οι συμφωνίες έπρεπε να εγκριθούν από τις γενικές συνελεύσεις που μέσα στον εργατικό ξεσηκωμό είχαν αναδειχθεί ως ανώτερα όργανα. Εκεί οι εκπρόσωποι της CGT που ανακοίνωναν τη συμφωνία γιουχάρονται από τη βάση τους μαζικά, κανένας δεν ήθελε να επιστρέψει στη δουλειά. Η CGT αναγκάζεται να συνεχίσει να στηρίζει τις απεργίες για να μη χάσει πλήρως τον έλεγχο.
Μπροστά στη νέα αποτυχία, ο «ακλόνητος» στρατηγός Ντε Γκωλ εγκαταλείπει τη χώρα στις 29 Μάη. Η διαδήλωση την ίδια μέρα είναι μια συγκλονιστική επίδειξη δύναμης των εργατών. Εκείνη τη μέρα κανείς δεν ξέρει πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα στη Γαλλία, ο ίδιος ο Ντε Γκωλ σκέφτεται την παραίτηση: «Όλα χάθηκαν, η χώρα έπεσε στα χέρια των κομμουνιστών!» λέει στο στρατηγό Μασί που συνάντησε στη Γερμανία.
Όμως οι «κομμουνιστές» δεν ήθελαν τη χώρα στα χέρια τους. Η προοπτική ανατροπής του Ντε Γκωλ προκάλεσε αμηχανία. Συνδικαλιστές της CGT δήλωναν χρόνια μετά: «Δεν υπήρχε κανείς να διαπραγματευτούμε…». Από την άλλη, οι ομάδες της επαναστατικής Αριστεράς ήταν πολύ νέες και άπειρες, οι σχέσεις τους με τις μάζες και -κυρίως- με τους εργάτες ήταν νωπές και περιορισμένες, δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν ακόμα το ΚΚΓ για την ηγεμονία του κινήματος. Αυτό εκμεταλλεύτηκε ο Ντε Γκωλ και μπόρεσε να περάσει τις επόμενες μέρες στην αντεπίθεση. Τα γαλλικά σώματα στρατού που βρίσκονταν στη Γερμανία «αμόλυντα» από την εξέγερση μετακινούνται προς τη Γαλλία.
Η «σιωπηρή πλειοψηφία» (οι κλεισμένοι στα σπίτια τους κάτοικοι των εύπορων συνοικιών) κατεβαίνει στους δρόμους υπερ του Ντε Γκωλ και ο πρόεδρος προκηρύσσει εκλογές για να προστατέψει τη «δημοκρατική νομιμότητα». Το ΚΚΓ δεν είχε καμιά πρόθεση να διαταράξει τη «δημοκρατική νομιμότητα» και ρίχνει όλες του τις δυνάμεις στο κλείσιμο των απεργιών και τον προσανατολισμό του κόσμου στην εκλογική τακτική. Χρειάστηκε η επέμβαση των CRS στα εργοστάσια, οι σκληρές μάχες με την αστυνομία και πολλές παροχές από τους καπιταλιστές για να επιστρέψει η Γαλλία στην ομαλότητα. Αλλά με τη στήριξη της ηγεσίας του ΚΚΓ η κυβέρνηση τα καταφέρνει. Και στις εκλογές ο Ντε Γκωλ επανεκλέγεται, ενώ το ΚΚΓ πληρώνει την απογοήτευση που έχει σπείρει στον κόσμο με τη μείωση των ποσοστών του.
Μέσα στο κλίμα «ομαλότητας» και «νομιμότητας» που καλλιεργεί η Αριστερά, ο κόσμος που μέχρι πρότινος έβλεπε στην εξέγερση τη λύση τώρα υποχρεώνεται να αποδεχτεί μια εκλογική ήττα. Το ΚΚΓ οδήγησε το Μάη στην ήττα, αλλά δεν μπόρεσε να εξαφανίσει τις ιδέες του. Το «Μια Μόνο Λύση, Επανάσταση» έγινε μαζικό σύνθημα και πόλος έλξης για χιλιάδες αγωνιστές που έψαχναν στα αριστερά του ΚΚΓ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου