Τρίτη 10 Ιανουαρίου 2017

Τι γυρεύει η αλεπού στο κοτέτσι της Γενεύης;


Σταύρος Χριστακόπουλος
Η πολυμερής διάσκεψη της Γενεύης για το Κυπριακό, όπως όλα δείχνουν, θα είναι μια διαδικασία πολύ μικρότερης σημασίας από ό,τι είχε διαφανεί αρχικά. Η...
υποεκπροσώπηση Ελλάδας και Τουρκίας είναι απλώς η απόδειξη.
Η αλήθεια είναι ότι κανείς δεν κατάλαβε για ποιον λόγο επισπεύσθηκε μια συνάντηση στην οποία δεν υπάρχει τίποτε ουσιαστικό να συζητηθεί. Κανείς επίσης – στην Ελλάδα, και όχι μόνο – δεν κατάλαβε γιατί η κυπριακή ηγεσία έσπευσε να αποδεχθεί αυτή τη διάσκεψη χωρίς καμιά από τις προϋποθέσεις για λύση που θέτουν Αθήνα και Λευκωσία δεν έχει εκπληρωθεί.

Η Τουρκία και η κατοχική της προέκταση στην Κύπρο έχουν κάθε λόγο να εμφανίζουν εαυτές ως επισπεύδουσες για λύση, στον βαθμό μάλιστα που αυτού του είδους οι διασκέψεις χρησιμοποιούνται ως διεθνές βήμα αυξημένου κύρους ώστε να προπαγανδίζουν τις πάγιες και αμετακίνητες θέσεις τους για συνέχιση του καθεστώτος που παγίωσε η τουρκική εισβολή και κατοχή.

Ακόμη περισσότερο αισθάνονται ευτυχείς διότι έχουν τη δυνατότητα σε αυτού του είδους τις συναντήσεις, υπό τη σκέπη μάλιστα του διεθνούς παράγοντα, να φέρνουν ατύπως στο τραπέζι και θέματα πέραν του Κυπριακού, τα οποία αφορούν διμερή ελληνοτουρκικά θέματα, τα οποία ποτέ δεν θα βγουν στον «αφρό» της επικαιρότητας, αλλά θα αποτελούν – επίσης ατύπως – μέρος της διαπραγμάτευσης.

Για την Τουρκία άλλωστε – όσο και η Αθήνα και η Λευκωσία επιχειρούν αγωνιωδώς να διαχωρίσουν τα θέματα – η επεκτατική στρατηγική της σε Κύπρο, Αιγαίο και Θράκη είναι ενιαία. Συνεπώς σε κάθε διμερές ή πολυμερές «τραπέζι» η Άγκυρα μπορεί να φέρνει διαρκώς ό,τι της κάνει γούστο υποχρεώνοντας Ελλάδα και Κύπρο να ιδροκοπούν από αγωνία όπως ο τερματοφύλακας που προσπαθεί να αποκρούσει το κρίσιμο πέναλτι.

Σύμφωνα με όλα τα μέχρι στιγμής δεδομένα, η Γενεύη δεν θα φέρει κάποιο απτό και μετρήσιμο αποτέλεσμα. Ωστόσο η πολυμερής αυτή, όπως έχει ήδη δηλώσει ο υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδας Νίκος Κοτζιάς, δεν αποτελεί διαδικασία «μια κι έξω», αλλά μια διαδικασία «open ended» (κοινώς «χωρίς χρονοδιάγραμμα»), άρα την έναρξη μιας αργόσυρτης διαπραγμάτευσης.

Από μόνη της αυτή η διαδικασία, χωρίς την υιοθέτηση καμιάς από τις εθνικές θέσεις Λευκωσίας και Αθήνας, αποτελεί παγίδα, αφού η θέση ισχύος των δυνάμεων εισβολής και κατοχής της μισής Κύπρου δύσκολα αντιρροπείται σε ένα έντονα εχθρικό περιβάλλον.

Στην πραγματικότητα η Τουρκία μπορεί να δηλώνει ό,τι θέλει και να υπαναχωρεί όποτε θέλει, να ελίσσεται και να προσαρμόζει τη στρατηγική της κάθε φορά που θα αποσπά από την Ελλάδα και την Κύπρο έστω και μια ελάχιστη υποχώρηση ή συμβιβασμό επί των πάγιων θέσεών τους για πλήρη αποχώρηση του τουρκικού στρατού κατοχής και πλήρη κατάργηση των εγγυήσεων και των επεμβατικών δικαιωμάτων.

Ακόμη χειρότερα, όλα τούτα θα συμβαίνουν ενώ ο παρών στις διαπραγματεύσεις διεθνής παράγοντας επ’ ουδενί μπορεί να θεωρηθεί αμερόληπτος, καθώς προτεραιότητα όλων των συνιστωσών του είναι η επίλυση του Κυπριακού πάση θυσία.

Η επίλυση άλλωστε θα διευκολύνει να διευθετηθούν εν συνεχεία όλων των ειδών οι εκκρεμότητες που σχετίζονται τόσο με τα τεράστια ενεργειακά θέματα και τις επενδύσεις εκατοντάδων δισεκατομμυρίων δολαρίων όσο και με τις πολιτικές και γεωστρατηγικές διευθετήσεις που προϋποθέτουν την απρόσκοπτη μοιρασιά της ενεργειακής πίτας μεταξύ των αλεπούδων της παγκόσμιας σκακιέρας.

Με απλά λόγια, το «μάντρωμα» στη Γενεύη – και τη διαδικασία που αρχίζει την Πέμπτη – σε καμιά περίπτωση δεν είναι καλή είδηση...


Σταύρος Χριστακόπουλος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου