Του Πωλ Κρούγκμαν
Θυμάται κανείς τον «Νόμο για τις Αμερικανικές Θέσεις Εργασίας»; Πριν από έναν χρόνο ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να ενισχύσει την οικονομία με έναν συνδυασμό φοροαπαλλαγών και αυξήσεων στις δαπάνες, με στόχο τη διατήρηση θέσεων εργασίας σε πολιτειακό και τοπικό επίπεδο. Οι ανεξάρτητοι αναλυτές αντέδρασαν θετικά. Για παράδειγμα, η εταιρεία συμβούλων Macroeconomic Advisers υπολόγισε ότι ο νόμος θα προσέθετε 1,3 εκ. θέσεις εργασίας μέχρι το τέλος του 2012. Υπήρχαν καλοί λόγοι για αυτή τη θετική αντίδραση.
Αν και δεν θα το ακούσετε ποτέ σε πολιτικές συζητήσεις, η παγκόσμια εμπειρία από τη στιγμή που «χτύπησε» η οικονομική κρίση επιβεβαίωσε την θεωρία ότι οι προσωρινές αυξήσεις στις δαπάνες ενισχύουν την εργασία σε μία οικονομία που βρίσκεται σε ύφεση (και ότι οι περικοπές αυξάνουν την ανεργία). Ο «Νόμος για τις Αμερικανικές Θέσεις Εργασίας» θα ήταν ακριβώς η θεραπεία που χρειαζόταν η οικονομία.
Αλλά το νομοσχέδιο δεν προχώρησε, αφού καταψηφίστηκε από τους Ρεπουμπλικάνους στο Κογκρέσο. Και τώρα, έχοντας αποτρέψει τον Ομπάμα από το να εφαρμόσει τις πολιτικές που πρότεινε, αυτοί οι ίδιοι Ρεπουμπλικάνοι φωνάζουν για τα απογοητευτικά νούμερα στην αγορά εργασίας και διακηρύσσουν ότι οι πολιτικές του προέδρου απέτυχαν. Δείτε το ως μία διπλή στρατηγική. Πρώτα, εμποδίστε οποιαδήποτε και όλες τις προσπάθειες ενίσχυσης της οικονομίας, έπειτα εκμεταλλευτείτε τις αδυναμίες της οικονομίας για να αποκομίσετε πολιτικά οφέλη.
Αν αυτή η στρατηγική σας ακούγεται κυνική, είναι επειδή αυτό ακριβώς είναι. Και όμως, πρόκειται για τη μοναδική ευκαιρία που έχουν οι Ρεπουμπλικάνοι να νικήσουν στις εκλογές του Νοεμβρίου. Αλλά πράγματι οι Ρεπουμπλικάνοι παίζουν αυτό το κυνικό παιχνίδι; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι διαδραματίζεται μία αυθεντική αντιπαράθεση για την οικονομική πολιτική, στην οποία οι Ρεπουμπλικάνοι ειλικρινά πιστεύουν ότι όσα προτείνει ο Ομπάμα θα έβλαπταν και δεν θα ευνοούσαν τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ωστόσο, ακόμη και αν αυτό ήταν αλήθεια, η πραγματικότητα είναι ότι η οικονομία που έχουμε τώρα δεν αντανακλά τις πολιτικές που ήθελε ο πρόεδρος.
Πιστεύουν λοιπόν πραγματικά οι Ρεπουμπλικάνοι ότι οι κυβερνητικές δαπάνες κάνουν κακό στην οικονομία; Όχι. Αυτή τη στιγμή ο Μιτ Ρόμνι επιδίδεται σε έναν διαφημιστικό πόλεμο στον οποίο επιτίθεται κατά του Ομπάμα για πιθανές περικοπές στην άμυνα - περικοπές, που παρεμπιπτόντως, πηγάζουν από μία συμφωνία που επιβλήθηκε στον πρόεδρο από τους Ρεπουμπλικάνους στη Βουλή των Αντιπροσώπων τον περασμένο χρόνο. Και γιατί ο Ρόμνι αποκηρύσσει αυτές τις περικοπές;
Επειδή, λέει, θα κοστίσουν θέσεις εργασίας. Πρόκειται για κλασικό «πολεμικό Κεϋνσιανισμό» - ο ισχυρισμός ότι οι κυβερνητικές δαπάνες δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας παρά μόνο αν τα χρήματα διοχετεύονται στην βιομηχανία των όπλων, δηλαδή, σύμφωνα με τους ίδιους, την «καρδιά» της οικονομίας. Και όχι, δεν έχει νόημα. Κα με το επιχείρημα που ακούω συνέχεια, ότι ο Ομπάμα θα έπρεπε να είχε διορθώσει την οικονομία εδώ και πολύ καιρό;
Το επιχείρημα έχει ως εξής: στη διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων διακυβέρνησης του ο Ομπάμα είχε την πλειοψηφία στο Κογκρέσο, γεγονός που του επέτρεπε να κάνει ό, τι ήθελε και γι' αυτό είχε την ευκαιρία του. Η σύντομη απάντηση είναι: «δεν είστε σοβαροί». Όπως γνωρίζουν όλοι όσοι παρακολουθούσαν τα γεγονότα, η περίοδος κατά την οποία οι Δημοκρατικοί ήλεγχαν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου συνοδεύτηκε από μία χωρίς προηγούμενο κωλυσιεργία στη Γερουσία.
Στην πραγματικότητα ήταν αδύνατο να περάσεις οτιδήποτε χωρίς να εξασφαλίσεις 60 ψήφους. Και οι Δημοκρατικοί είχαν αυτές τις 60 ψήφους μόνο για μερικούς μήνες. Θα έπρεπε να είχαν προσπαθήσει να περάσουν ένα μεγάλο οικονομικό πρόγραμμα μέσα από αυτό το στενό παράθυρο; Κρίνοντας εκ των υστέρων, ναι - αλλά αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα ότι στο μεγαλύτερο διάστημα της προεδρίας του Ομπάμα, η αμερικανική δημοσιονομική πολιτική δεν καθορίστηκε από τα σχέδια του προέδρου αλλά από τις ρεπουμπλικανικές αντιρρήσεις.
Όταν οι Ρεπουμπλικάνοι ανέλαβαν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων, διακήρυξαν ότι η οικονομική τους φιλοσοφία συνοψιζόταν στο «περικοπές και ανάπτυξη» - κόψτε την κυβέρνηση και η οικονομία θα ανθίσει. Χάριν στις τακτικές τους, οι περικοπές που ζητούσαν έγιναν. Αλλά η ανάπτυξη δεν ήρθε και θέλουν να ρίξουν το βάρος για αυτό στον Ομπάμα. Ο Λευκός Οίκος βρίσκεται τώρα σε δύσκολη θέση. Αν κάνει μεγάλο θέμα την τακτική παρακώλυσης των Ρεπουμπλικάνων, αυτό μπορεί εύκολα να εκληφθεί ως κλαψούρισμα. Ωστόσο, πρόκειται για πραγματική τακτική και για τον μεγαλύτερο λόγο που η οικονομία μας αντιμετωπίζει αυτά τα προβλήματα σήμερα. Και τί θα συμβεί αν η στρατηγική «εμποδίστε και εκμεταλλευτείτε» των Ρεπουμπλικάνων επιτύχει; Θα είναι αυτό το μέλλον της πολιτικής; Αν ναι, τότε η Αμερική θα έχει κάνει ένα σημαντικό βήμα στο να γίνει μία ακυβέρνητη μπανανία.
(Πηγή: New York Times, Το Βήμα)
Θυμάται κανείς τον «Νόμο για τις Αμερικανικές Θέσεις Εργασίας»; Πριν από έναν χρόνο ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα προσπάθησε να ενισχύσει την οικονομία με έναν συνδυασμό φοροαπαλλαγών και αυξήσεων στις δαπάνες, με στόχο τη διατήρηση θέσεων εργασίας σε πολιτειακό και τοπικό επίπεδο. Οι ανεξάρτητοι αναλυτές αντέδρασαν θετικά. Για παράδειγμα, η εταιρεία συμβούλων Macroeconomic Advisers υπολόγισε ότι ο νόμος θα προσέθετε 1,3 εκ. θέσεις εργασίας μέχρι το τέλος του 2012. Υπήρχαν καλοί λόγοι για αυτή τη θετική αντίδραση.
Αν και δεν θα το ακούσετε ποτέ σε πολιτικές συζητήσεις, η παγκόσμια εμπειρία από τη στιγμή που «χτύπησε» η οικονομική κρίση επιβεβαίωσε την θεωρία ότι οι προσωρινές αυξήσεις στις δαπάνες ενισχύουν την εργασία σε μία οικονομία που βρίσκεται σε ύφεση (και ότι οι περικοπές αυξάνουν την ανεργία). Ο «Νόμος για τις Αμερικανικές Θέσεις Εργασίας» θα ήταν ακριβώς η θεραπεία που χρειαζόταν η οικονομία.
Αλλά το νομοσχέδιο δεν προχώρησε, αφού καταψηφίστηκε από τους Ρεπουμπλικάνους στο Κογκρέσο. Και τώρα, έχοντας αποτρέψει τον Ομπάμα από το να εφαρμόσει τις πολιτικές που πρότεινε, αυτοί οι ίδιοι Ρεπουμπλικάνοι φωνάζουν για τα απογοητευτικά νούμερα στην αγορά εργασίας και διακηρύσσουν ότι οι πολιτικές του προέδρου απέτυχαν. Δείτε το ως μία διπλή στρατηγική. Πρώτα, εμποδίστε οποιαδήποτε και όλες τις προσπάθειες ενίσχυσης της οικονομίας, έπειτα εκμεταλλευτείτε τις αδυναμίες της οικονομίας για να αποκομίσετε πολιτικά οφέλη.
Αν αυτή η στρατηγική σας ακούγεται κυνική, είναι επειδή αυτό ακριβώς είναι. Και όμως, πρόκειται για τη μοναδική ευκαιρία που έχουν οι Ρεπουμπλικάνοι να νικήσουν στις εκλογές του Νοεμβρίου. Αλλά πράγματι οι Ρεπουμπλικάνοι παίζουν αυτό το κυνικό παιχνίδι; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι διαδραματίζεται μία αυθεντική αντιπαράθεση για την οικονομική πολιτική, στην οποία οι Ρεπουμπλικάνοι ειλικρινά πιστεύουν ότι όσα προτείνει ο Ομπάμα θα έβλαπταν και δεν θα ευνοούσαν τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Ωστόσο, ακόμη και αν αυτό ήταν αλήθεια, η πραγματικότητα είναι ότι η οικονομία που έχουμε τώρα δεν αντανακλά τις πολιτικές που ήθελε ο πρόεδρος.
Πιστεύουν λοιπόν πραγματικά οι Ρεπουμπλικάνοι ότι οι κυβερνητικές δαπάνες κάνουν κακό στην οικονομία; Όχι. Αυτή τη στιγμή ο Μιτ Ρόμνι επιδίδεται σε έναν διαφημιστικό πόλεμο στον οποίο επιτίθεται κατά του Ομπάμα για πιθανές περικοπές στην άμυνα - περικοπές, που παρεμπιπτόντως, πηγάζουν από μία συμφωνία που επιβλήθηκε στον πρόεδρο από τους Ρεπουμπλικάνους στη Βουλή των Αντιπροσώπων τον περασμένο χρόνο. Και γιατί ο Ρόμνι αποκηρύσσει αυτές τις περικοπές;
Επειδή, λέει, θα κοστίσουν θέσεις εργασίας. Πρόκειται για κλασικό «πολεμικό Κεϋνσιανισμό» - ο ισχυρισμός ότι οι κυβερνητικές δαπάνες δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας παρά μόνο αν τα χρήματα διοχετεύονται στην βιομηχανία των όπλων, δηλαδή, σύμφωνα με τους ίδιους, την «καρδιά» της οικονομίας. Και όχι, δεν έχει νόημα. Κα με το επιχείρημα που ακούω συνέχεια, ότι ο Ομπάμα θα έπρεπε να είχε διορθώσει την οικονομία εδώ και πολύ καιρό;
Το επιχείρημα έχει ως εξής: στη διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων διακυβέρνησης του ο Ομπάμα είχε την πλειοψηφία στο Κογκρέσο, γεγονός που του επέτρεπε να κάνει ό, τι ήθελε και γι' αυτό είχε την ευκαιρία του. Η σύντομη απάντηση είναι: «δεν είστε σοβαροί». Όπως γνωρίζουν όλοι όσοι παρακολουθούσαν τα γεγονότα, η περίοδος κατά την οποία οι Δημοκρατικοί ήλεγχαν και τα δύο σώματα του Κογκρέσου συνοδεύτηκε από μία χωρίς προηγούμενο κωλυσιεργία στη Γερουσία.
Στην πραγματικότητα ήταν αδύνατο να περάσεις οτιδήποτε χωρίς να εξασφαλίσεις 60 ψήφους. Και οι Δημοκρατικοί είχαν αυτές τις 60 ψήφους μόνο για μερικούς μήνες. Θα έπρεπε να είχαν προσπαθήσει να περάσουν ένα μεγάλο οικονομικό πρόγραμμα μέσα από αυτό το στενό παράθυρο; Κρίνοντας εκ των υστέρων, ναι - αλλά αυτό δεν αλλάζει την πραγματικότητα ότι στο μεγαλύτερο διάστημα της προεδρίας του Ομπάμα, η αμερικανική δημοσιονομική πολιτική δεν καθορίστηκε από τα σχέδια του προέδρου αλλά από τις ρεπουμπλικανικές αντιρρήσεις.
Όταν οι Ρεπουμπλικάνοι ανέλαβαν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων, διακήρυξαν ότι η οικονομική τους φιλοσοφία συνοψιζόταν στο «περικοπές και ανάπτυξη» - κόψτε την κυβέρνηση και η οικονομία θα ανθίσει. Χάριν στις τακτικές τους, οι περικοπές που ζητούσαν έγιναν. Αλλά η ανάπτυξη δεν ήρθε και θέλουν να ρίξουν το βάρος για αυτό στον Ομπάμα. Ο Λευκός Οίκος βρίσκεται τώρα σε δύσκολη θέση. Αν κάνει μεγάλο θέμα την τακτική παρακώλυσης των Ρεπουμπλικάνων, αυτό μπορεί εύκολα να εκληφθεί ως κλαψούρισμα. Ωστόσο, πρόκειται για πραγματική τακτική και για τον μεγαλύτερο λόγο που η οικονομία μας αντιμετωπίζει αυτά τα προβλήματα σήμερα. Και τί θα συμβεί αν η στρατηγική «εμποδίστε και εκμεταλλευτείτε» των Ρεπουμπλικάνων επιτύχει; Θα είναι αυτό το μέλλον της πολιτικής; Αν ναι, τότε η Αμερική θα έχει κάνει ένα σημαντικό βήμα στο να γίνει μία ακυβέρνητη μπανανία.
(Πηγή: New York Times, Το Βήμα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου