Στην αρχή, οδήγησαν στη χρεοκοπία τους Έλληνες. Αφού δεν ήμασταν Έλληνες, δεν κάναμε τίποτα. Μετά οδήγησαν στη χρεοκοπία τους Ιρλανδούς. Αφού δεν ήμασταν Ιρλανδοί, δεν κάναμε τίποτα. Στη συνέχεια, οδήγησαν στη χρεοκοπία τους Πορτογάλους. Αφού δεν ήμασταν Πορτογάλοι, δεν κάναμε τίποτα. Λίγο αργότερα, οδήγησαν στη χρεοκοπία τους Ισπανούς. Αφού δεν ήμασταν Iσπανοί, δεν κάναμε τίποτα. Τέλος, οδήγησαν στη χρεοκοπία κι εμάς, τους Ιταλούς. Σίγουρα, τώρα είναι πια αργά. Ρώμη, 2013. Η Πορτογαλία θα λάβει μέρος στη γενική απεργία,
στις 14 Νοεμβρίου, για τα μέτρα που ενέκρινε το Κοινοβούλιό της, μέτρα που προβλέπουν περαιτέρω περικοπές, μολονότι αυτές που έχουν ήδη επιβληθεί δεν έχουν ανοίξει κάποιο δρόμο για την ανάκαμψη της χώρας. Αντιθέτως, έχουν βαθύνει την ύφεση. Αυτό το κάλεσμα σε γενική απεργία σε μια γειτονική με την Ισπανία χώρα μοιάζει να έχει κινητοποιήσει, επιτέλους, τα μεγαλύτερα εργατικά μας συνδικάτα ώστε να προκηρύξουν επίσης γενική απεργία γι’ αυτή την ημερομηνία, τις 14 Νοέμβρη, όπως και στην Ελλάδα και την Ιταλία. Υπήρξαν αρκετές ευκαιρίες τα τελευταία τέσσερα χρόνια της κρίσης, αλλά τώρα δημιουργούνται οι συγκεκριμένες προϋποθέσεις, που συμπίπτουν χρονικά επιτρέποντας την ενοποίηση όλων των εθνικών γενικών απεργιών σε μία απεργία σε όλο τον Νότο της Ευρώπης, μια σχεδόν ευρωπαϊκή γενική απεργία. Στην Ισπανία, η κυβέρνηση κατέθεσε τον προϋπολογισμό του 2013, τον πιο αυστηρό από την εποχή αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα. Και στην Ελλάδα επιβάλλεται, κατόπιν διαπραγματεύσεων με την τρόικα, το νέο πακέτο περικοπών, που πρέπει να τύχει της ευλογίας της γερμανίδας καγκελαρίου και επικεφαλής της πραγματικής κυβέρνησης της Ε.Ε., Άνγκελα Μέρκελ.
Λίγες φορές τυχαίνει μια κατάσταση με τόσα κοινά, όπως η τωρινή στον ευρωπαϊκό Νότο: προϋπολογισμοί ή πακέτα περικοπών από κυβερνήσεις της κεντροδεξιάς, καθ’ υπαγόρευση της γερμανικής κυβέρνησης και της χρηματοπιστωτικής τρόικας. Τα μεγαλύτερα συνδικάτα του ευρωπαϊκού Νότου δεν έχουν αυτή τη φορά δικαιολογία να κατακερματίσουν τις γενικές τους απεργίες. Αν το κάνουν, έπειτα από τόσες εκκλήσεις εδώ και τέσσερα χρόνια για ενοποίηση αυτών των απεργιών (στις οποίες ας προστεθεί και η δική μου), θα έχουν καταφέρει ένα σχεδόν θανάσιμο χτύπημα στους εργαζόμενους που εκπροσωπούν. Και κάτι τέτοιο θα οδηγήσει σε αποστασιοποίηση και απο-κινητοποίηση, που θα είναι δύσκολο να αποκατασταθεί τα αμέσως επόμενα χρόνια. Υπάρχουν και ορισμένοι που πιστεύουν πως τα μεγάλα συνδικάτα επιζητούν μια τέτοια εξέλιξη, εγώ όμως δεν συμμερίζομαι, προς το παρόν, την άποψη αυτή. Πάντως, πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί οι κυβερνήσεις συνεχίζουν ανυποχώρητα τις πολιτικές σκληρής αναπροσαρμογής του κράτους πρόνοιας, παρά τις κινητοποιήσεις των ευρωπαίων εργαζόμενων τα τελευταία τέσσερα χρόνια της κρίσης.
Κατά τη γνώμη μου, αυτό συμβαίνει γιατί η απάντηση που δίνουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις στη νεοφιλελεύθερη διαχείριση της κρίσης συνεχίζει να είναι αγκιστρωμένη σε εθνικές μάχες, χωρίς να υπάρχει μια στρατηγική συναποφασισμένη από την Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, που να αντιπαρατίθεται στις κυβερνήσεις και τις μεγάλες εταιρείες που τις χειραγωγούν. Η κρίση είναι παγκόσμια, η στρατηγική της χρηματοπιστωτικής ισχύος είναι παγκόσμια, η απάντηση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων είναι παγκόσμια. Και, απ’ την άλλη, η συνδικαλιστική δράση συνεχίζει να είναι εθνική και πολύ ντροπαλά ευρωπαϊκή, και μόνο τη στιγμή που αναγιγνώσκονται διακηρύξεις, δίνονται συνεντεύξεις ή οργανώνονται διαδηλώσεις. Ένας σημαντικός αριθμός απεργιακών κινητοποιήσεων, κατά κλάδους και γενικές, σε Ελλάδα, Γαλλία, Πορτογαλία, Ιταλία και Ισπανία, υπολείπονται των περιστάσεων, και δεν φέρνουν αποτέλεσμα. Τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά συνδικάτα συνεχίζουν να ζητούν από τους εργαζόμενους και τα μέλη τους να κινητοποιηθούν, χωρίς να αντιλαμβάνονται πόσο θα απέδιδε μια στρατηγική που μοιάζει να μην την ασκούν σε κανέναν τομέα. Κι όταν ερωτώνται γιατί δεν προχωρούν σε πανευρωπαϊκή γενική απεργία απαντούν ότι η λήψη αποφάσεων σε διεθνές επίπεδο είναι πολύ χρονοβόρα και ότι είναι πολύ δύσκολο να συμφωνήσουν συνδικάτα διαφόρων χωρών μεταξύ τους. Φαίνεται λοιπόν ότι η κρίση δεν ξυπνά εθνικούς εγωισμούς μόνο στις κυβερνήσεις, αλλά και στα συνδικάτα.
Κι έτσι πέρασαν τέσσερα χαμένα χρόνια. Τα συνδικάτα δεν εκμεταλλεύτηκαν την πρώτη ευκαιρία όταν οι κοινοτικές κυβερνήσεις ξεκίνησαν εν χορώ να σώζουν τα χρηματοπιστωτικά τους ιδρύματα, περί το 2009. Μετά υπήρξαν κι άλλες ευκαιρίες, όλες τους χαμένες. Ούτε η παγίωση, στους ευρωπαϊκούς χρηματοπιστωτικούς κύκλους, της αντίληψης για την ύπαρξη μιας περιοχής PIIGS κινητοποίησε τη Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων να διαμορφώσει μια ενιαία στρατηγική συνδικαλιστικής δράσης, που να αφορά την περιοχή αυτή: Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιταλία. Ούτε, ακόμα, το αγγλικό ακρωνύμιο, που αρχικά μας ονόμαζε «γουρούνια» (PIΙGS: Portugal, Ireland, Italy, Greece, Spain) και τώρα μας αποκαλεί «γύφτους» (GIPSI: Greece, Ireland, Portugal, Spain, Italy) κατόρθωσε να ενοποιήσει τη συνείδηση και την συνδικαλιστική αντίσταση σ’ αυτές τις χώρες.
Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς δύο ερμηνείες, αν και οι δύο μοιάζουν τραβηγμένες απ’ τα μαλλιά. Μια πρώτη θα ήταν αυτή που αποδίδει τον κατακερματισμό των συνδικαλιστικών αγώνων στον εθνικό εγωισμό που πυροδοτούν η κρίση και η διαχείρισή της. Και μια δεύτερη θα ήταν ότι τα μεγάλα συνδικάτα ήλπιζαν σε μια μείζονα ομοσπονδοποίηση της οικονομικής και φορολογικής πολιτικής της Ε.Ε., με μεταβίβαση εξουσιών και εκτελεστικών οργάνων με διοικητική αρμοδιότητα σε όλες τις οικονομίες που θα προσχωρούσαν σε μια τέτοια σύγκλιση, αυτό που αποκαλείται «ευρωπαϊκή διακυβέρνηση». Σ’ αυτή την περίπτωση, η Συνομοσπονδία Ευρωπαϊκών Συνδικάτων θα είχε μεγαλύτερη δυνατότητα ενιαίας δράσης. Αλλά στο μεταξύ, οι κυβερνήσεις των χωρών GIPSI απομειώνουν το κράτος πρόνοιας και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι βλέπουν να συρρικνώνεται η διεκδικητική τους ισχύς, η εργασιακή τους ασφάλεια και τα επικουρικά τους επιδόματα, σε μια στρατηγική υπολογισμένη ώστε να ενισχύσει τον φόβο για τη διαμαρτυρία, επιτρέποντας στις κυβερνήσεις να εκπέμπουν διαρκώς το ίδιο μήνυμα: «Μπορεί να βρεθούμε σε χειρότερη θέση από τη σημερινή αν δεν κάνουμε αυτό που πρέπει».
Αναρωτιέμαι: Όταν οι μεγάλες εταιρείες που κατέχουν την οικονομική και χρηματοπιστωτική ισχύ παλεύουν αντάμα για τα συμφέροντά τους, όταν οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια βάζουν τα συμφέροντα αυτών των εταιρειών πάνω απ’ τα δικαιώματα των πολιτών, όταν τα μεγάλα ευρωπαϊκά συνδικάτα αρνούνται να ενωθούν σε μια κοινή δύναμη, τότε τι μένει σ’ εμάς τους εργαζόμενους ώστε να αντιμετωπίσουμε αυτή τη στρατηγική ακύρωσης της Ευρώπης; Τα δίκτυα κοινωνικών και πολιτικών κινημάτων είναι μια απ’ τις διαθέσιμες εναλλακτικές. Τα μεγάλα συνδικάτα πρέπει να αντιληφθούν ότι η πανευρωπαϊκή απεργία ή, τουλάχιστον, η απεργία του ευρωπαϊκού Νότου, θα έπρεπε να είναι μια άλλη εναλλακτική. Απ’ αυτά εξαρτάται να δοθεί η τελευταία μάχη για την υπεράσπιση του κράτους πρόνοιας. Αν δεν τη δώσουν τώρα που σε Ισπανία, Ελλάδα και Πορτογαλία ανακοινώνονται, σχεδόν ταυτόχρονα, πακέτα περικοπών ως προαπαιτούμενα για τη διαχείριση της κρίσης, θα έχουν συμβάλει με την αδράνειά τους στην ανεπίστρεπτη κατάρρευση της κοινωνικής Ευρώπης που γνωρίσαμε ως τώρα.
Μαδρίτη, 16.10.2012
O Francí Xavier Muñoz έχει σπουδάσει ανθρωπιστικές επιστήμες και διοίκηση επιχειρήσεων. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της «Nueva Tribuna», 16.10.2012.
Μετάφραση από τα ισπανικά: Μαρία Καλαντζοπούλου
Πηγή: www.enthemata.wordpress.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου