Απολαυστικό βίντεο με Αμερικανό ακαδημαϊκό-εγκώμιο στην ελευθερία καπνίσματος
της Σόνιας Χαϊμαντά Βαθιά υποκριτική, παντελώς ατελέσφορη, επικίνδυνα θολή και σίγουρα κατάφορα «αντιδημοκρατική», αποδεικνύεται η «σπουδή» της Πολιτείας να απαγορεύσει το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους, 6 χρόνια μετά τη σχετική υπουργική απόφαση που συμπεριέλαβε – με ορισμένες εξαιρέσεις - εντός της «κόκκινης»-απαγορευτικής γραμμής, τους χώρους εργασίας, τα κέντρα διασκεδάσεως, τα μπαρ και τα καφενεία. Απαγορεύοντας τη χρήση ενός καθόλα νόμιμου προϊόντος (όπως εξάλλου το αλκοόλ, τη βενζίνη κίνησης που μολύνει το περιβάλλον, τα πλούσια σε λιπαρά, τρόφιμα και μια σειρά προϊόντων που στην κατάχρησή τους βλάπτουν αποδεδειγμένα την Υγεία) η τότε αλλά και η σημερινή κυβέρνηση, προκάλεσαν ποικίλες αντιδράσεις στην καπνοβιομηχανία, τη βιομηχανία του θεάματος και της διασκέδασης ενώ φύτεψαν αναπόφευκτα σκέψεις υποψίας σε νομικούς, ακαδημαϊκούς και απλούς
ανθρώπους αναφορικά με τα πραγματικά τους κίνητρα που δεν είναι άλλα από την πρόθεση ενεργοποίησης μια υπόγειας και υποχθόνιας «μηχανής» περιορισμού μιας σειράς ελευθεριών και δικαιωμάτων του πολίτη.
Από το 2008 μέχρι σήμερα βεβαίως κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα ότι οι σχετικές απαγορεύσεις μείωσαν την κατανάλωση καπνού μιας και οι αλλεπάλληλες φορο-επιθέσεις του πάγιου και αναλογικού φόρου επιβάρυναν δραματικά την καπνική αγορά που σίγουρα εξώθησαν τους καπνιστές αν όχι στην …ακαπνία σίγουρα στη χρήση παράνομων και λαθραίων προϊόντων. Τα οποία παρεμπιπτόντως είναι τόσο ανεξέλεγκτα και ανθυγιεινά όσο και συμπληρωματικά μιας ευρύτερης παράνομης αγοράς που περιλαμβάνει το εμπόριο λευκής σαρκός, τη διακίνηση όπλων κ.ά. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, το λαθρεμπόριο τσιγάρων «έκαψε» μεταξύ άλλων και 700 εκατ. ευρώ έσοδα από τη φορολόγηση της νόμιμης αγοράς υπέρ του Δημοσίου.
Τον περασμένο Μάρτιο η κ. Μακρή θέλησε να κόψει με το «στανιό» το τσιγάρο στους Έλληνες καπνιστές, κυρίως γιατί ο αντικαπνιστικός νόμος της υφυπουργού Υγείας, στους χώρους που απαγορεύει το κάπνισμα, εκτός από τους δημόσιους, εντάσσει και τους ιδιωτικούς που χρησιμοποιούνται για παροχή εργασίας. Είναι όμως δημόσιοι, οι χώροι εργασίας;
Ποιος όμως αποφασίζει για τον χώρο του, ο εργοδότης ή το Δημόσιο; Είναι δημόσιος χώρος ένα καφενείο που οι θαμώνες επισκέπτονται για να εκτονωθούν, να απολαύσουν τον ελεύθερο χρόνο τους και να καταναλώσουν ένα νόμιμο προϊόν; Ας δούμε τι υποστηρίζει ο Aeon Skobble, καθηγητής Οικονομικών και Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Bridgewater State, Southeastern Massachusetts στο απολαυστικό βίντεο που συνοδεύει την επιχειρηματολογία του με τίτλο «Απαγορεύοντας το κάπνισμα – απαγορεύοντας την ελευθερία» το οποίο δημοσιεύει το Learnliberty.gr.
“Σε πολλές περιοχές σε ολόκληρη τη χώρα, βλέπουμε ολοένα και περισσότερες απαγορεύσεις του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους. Αυτό φαίνεται σαν μια σύγκρουση ανάμεσα σε δικαιώματα, καθώς ο καπνιστής ισχυρίζεται «Έχω το δικαίωμα να καπνίζω!», ενώ ο μη καπνιστής θα πει «Έχω το δικαίωμα να αναπνέω καθαρό αέρα!». Σε πολλές όμως από τις περιοχές αυτές, η έννοια του δημόσιου χώρου περιλαμβάνει μπαρ ή εστιατόρια. Και υπάρχει ένας σημαντικός λόγος που αυτοί οι χώροι δεν είναι δημόσιοι, αλλά ιδιωτικοί: Tα μπαρ και τα εστιατόρια έχουν ιδιοκτήτες, όπως ακριβώς εσείς είστε οι ιδιοκτήτες των σπιτιών σας. Αν είστε στο σπίτι μου, δεν έχετε δικαίωμα να καπνίσετε, εκτός αν εγώ πω ότι μπορείτε να καπνίσετε. Και αν είμαι στο σπίτι σας, δεν έχω δικαίωμα στον καθαρό αέρα, εκτός αν εσείς πείτε ότι το έχω. Αν είμαι στο σπίτι σας, το αν θα καπνίσουμε ή όχι εξαρτάται από το ποιοι είναι οι κανόνες σας.
Αν είμαστε σπίτι μου, το αν θα καπνίσουμε ή όχι εξαρτάται από το ποιοι είναι οι δικοί μου κανόνες. Και όπως θα περίμενε κανείς ότι εσείς θα θέτετε τους κανόνες για το δικό σας σπίτι, σίγουρα και ο εστιάτορας θα έπρεπε να μπορεί να θέσει κανόνες για το τι συμβαίνει στο εστιατόριο του. Δεν έχετε το δικαίωμα να παραπονιέστε – είτε επιτρέπεται, είτε απαγορεύεται το κάπνισμα. Κι αυτό γιατί το εστιατόριο δεν είναι δικό σας. Ο εστιάτορας ξέρει την πελατεία του. Ξέρει αν το κατάστημα είναι τέτοιο που θα το συμφέρει περισσότερο να επιτρέψει ή να απαγορεύσει το κάπνισμα. Γιατί λοιπόν να μην αφήνουμε τον εστιάτορα να παίρνει αυτές τις αποφάσεις για το κατάστημά του, όπως ακριβώς και εσείς μπορείτε να θέσετε αυτούς τους κανόνες για το δικό σας σπίτι; Άλλωστε, δεν είστε υποχρεωμένοι να πάτε στο εστιατόριο. Αν θέλετε να πάτε σε ένα εστιατόριο όπου το κάπνισμα δεν επιτρέπεται, τότε θα έπρεπε να πάτε σε ένα εστιατόριο όπου το κάπνισμα δεν επιτρέπεται. Αν θέλετε να πάτε σε ένα εστιατόριο όπου το κάπνισμα επιτρέπεται, τότε θα έπρεπε να πάτε σε ένα τέτοιο εστιατόριο. Με το να το διατυπώσουμε όμως αυτό με όρους σύγκρουσης δικαιωμάτων, χάνουμε το σημαντικό σημείο που είναι το για τίνος τα δικαιώματα μιλάμε. Δεν έχουμε να κάνουμε με μια σύγκρουση ανάμεσα στα δικαιώματα των καπνιστών και σε εκείνα των μη καπνιστών.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα ζήτημα δικαιωμάτων των ιδιοκτητών. Στην ιδιοκτησία σας, έχετε το δικαίωμα να καπνίζετε, όπως έχετε και το δικαίωμα να έχετε ένα περιβάλλον χωρίς καπνό. Όμως δεν έχετε δικαίωμα στην μία ή την άλλη κατάσταση αν βρίσκεστε στην ιδιοκτησία κάποιου άλλου. Τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη είναι αυτά που θα πρέπει να καθορίζουν τους όρους χρήσης της εν λόγω ιδιοκτησίας. Δεν έχετε δικαιώματα που υπερισχύουν έναντι των δικαιωμάτων του ιδιοκτήτη. Αν είμαι στο δικό σας εστιατόριο, το αν μπορώ να καπνίσω ή όχι εξαρτάται από εσάς, όχι από μένα”.
Την άποψη αυτή φαίνεται να ενστερνίζεται και το ΣτΕ που έχει αποφανθεί ότι πρόκειται για περιορισμό στην ελευθερία όσων επιλέγουν να καπνίζουν σε καφετέριες, καφενεία, ταβέρνες, μπαρ και άλλους τέτοιου είδους χώρους. Ωστόσο, η απαγόρευση αυτή είναι θεμιτή, κατά το ΣτΕ, διότι το σχετικό μέτρο στηρίζεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 του Συντάγματος, που προβλέπει την υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την προστασία της υγείας των πολιτών. Στην περίπτωση λοιπόν αυτή το ΣτΕ δέχεται την επίκληση του Συντάγματος, το οποίο προφανώς ισχύει για άλλες περιπτώσεις στις οποίες το κράτος καταδεικνύει ολέθρια ολιγωρία: Στην πολιτική Υγείας, στο θέμα των φαρμάκων, στο ζήτημα των εθνικών δρόμων.
Το πιο σημαντικό που βλάπτει την υγεία αλλά απειλεί και τη ζωή των Ελλήνων; Η πολιτική της συγκυβέρνησης και των μνημονίων. Ο αριθμός των αυτόχειρων, των εγκεφαλικών και εμφραγμάτων μεταξύ μη καπνιστών αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Το κάπνισμα τους έφταιξε…. Προφανώς η σπουδή τους για περιορισμό ελευθεριών είναι εντονότερη από αυτήν της προστασίας της Υγείας.
της Σόνιας Χαϊμαντά Βαθιά υποκριτική, παντελώς ατελέσφορη, επικίνδυνα θολή και σίγουρα κατάφορα «αντιδημοκρατική», αποδεικνύεται η «σπουδή» της Πολιτείας να απαγορεύσει το κάπνισμα σε δημόσιους χώρους, 6 χρόνια μετά τη σχετική υπουργική απόφαση που συμπεριέλαβε – με ορισμένες εξαιρέσεις - εντός της «κόκκινης»-απαγορευτικής γραμμής, τους χώρους εργασίας, τα κέντρα διασκεδάσεως, τα μπαρ και τα καφενεία. Απαγορεύοντας τη χρήση ενός καθόλα νόμιμου προϊόντος (όπως εξάλλου το αλκοόλ, τη βενζίνη κίνησης που μολύνει το περιβάλλον, τα πλούσια σε λιπαρά, τρόφιμα και μια σειρά προϊόντων που στην κατάχρησή τους βλάπτουν αποδεδειγμένα την Υγεία) η τότε αλλά και η σημερινή κυβέρνηση, προκάλεσαν ποικίλες αντιδράσεις στην καπνοβιομηχανία, τη βιομηχανία του θεάματος και της διασκέδασης ενώ φύτεψαν αναπόφευκτα σκέψεις υποψίας σε νομικούς, ακαδημαϊκούς και απλούς
ανθρώπους αναφορικά με τα πραγματικά τους κίνητρα που δεν είναι άλλα από την πρόθεση ενεργοποίησης μια υπόγειας και υποχθόνιας «μηχανής» περιορισμού μιας σειράς ελευθεριών και δικαιωμάτων του πολίτη.
Από το 2008 μέχρι σήμερα βεβαίως κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί με βεβαιότητα ότι οι σχετικές απαγορεύσεις μείωσαν την κατανάλωση καπνού μιας και οι αλλεπάλληλες φορο-επιθέσεις του πάγιου και αναλογικού φόρου επιβάρυναν δραματικά την καπνική αγορά που σίγουρα εξώθησαν τους καπνιστές αν όχι στην …ακαπνία σίγουρα στη χρήση παράνομων και λαθραίων προϊόντων. Τα οποία παρεμπιπτόντως είναι τόσο ανεξέλεγκτα και ανθυγιεινά όσο και συμπληρωματικά μιας ευρύτερης παράνομης αγοράς που περιλαμβάνει το εμπόριο λευκής σαρκός, τη διακίνηση όπλων κ.ά. Σύμφωνα με μελέτη του ΙΟΒΕ, το λαθρεμπόριο τσιγάρων «έκαψε» μεταξύ άλλων και 700 εκατ. ευρώ έσοδα από τη φορολόγηση της νόμιμης αγοράς υπέρ του Δημοσίου.
Τον περασμένο Μάρτιο η κ. Μακρή θέλησε να κόψει με το «στανιό» το τσιγάρο στους Έλληνες καπνιστές, κυρίως γιατί ο αντικαπνιστικός νόμος της υφυπουργού Υγείας, στους χώρους που απαγορεύει το κάπνισμα, εκτός από τους δημόσιους, εντάσσει και τους ιδιωτικούς που χρησιμοποιούνται για παροχή εργασίας. Είναι όμως δημόσιοι, οι χώροι εργασίας;
Ποιος όμως αποφασίζει για τον χώρο του, ο εργοδότης ή το Δημόσιο; Είναι δημόσιος χώρος ένα καφενείο που οι θαμώνες επισκέπτονται για να εκτονωθούν, να απολαύσουν τον ελεύθερο χρόνο τους και να καταναλώσουν ένα νόμιμο προϊόν; Ας δούμε τι υποστηρίζει ο Aeon Skobble, καθηγητής Οικονομικών και Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Bridgewater State, Southeastern Massachusetts στο απολαυστικό βίντεο που συνοδεύει την επιχειρηματολογία του με τίτλο «Απαγορεύοντας το κάπνισμα – απαγορεύοντας την ελευθερία» το οποίο δημοσιεύει το Learnliberty.gr.
“Σε πολλές περιοχές σε ολόκληρη τη χώρα, βλέπουμε ολοένα και περισσότερες απαγορεύσεις του καπνίσματος στους δημόσιους χώρους. Αυτό φαίνεται σαν μια σύγκρουση ανάμεσα σε δικαιώματα, καθώς ο καπνιστής ισχυρίζεται «Έχω το δικαίωμα να καπνίζω!», ενώ ο μη καπνιστής θα πει «Έχω το δικαίωμα να αναπνέω καθαρό αέρα!». Σε πολλές όμως από τις περιοχές αυτές, η έννοια του δημόσιου χώρου περιλαμβάνει μπαρ ή εστιατόρια. Και υπάρχει ένας σημαντικός λόγος που αυτοί οι χώροι δεν είναι δημόσιοι, αλλά ιδιωτικοί: Tα μπαρ και τα εστιατόρια έχουν ιδιοκτήτες, όπως ακριβώς εσείς είστε οι ιδιοκτήτες των σπιτιών σας. Αν είστε στο σπίτι μου, δεν έχετε δικαίωμα να καπνίσετε, εκτός αν εγώ πω ότι μπορείτε να καπνίσετε. Και αν είμαι στο σπίτι σας, δεν έχω δικαίωμα στον καθαρό αέρα, εκτός αν εσείς πείτε ότι το έχω. Αν είμαι στο σπίτι σας, το αν θα καπνίσουμε ή όχι εξαρτάται από το ποιοι είναι οι κανόνες σας.
Αν είμαστε σπίτι μου, το αν θα καπνίσουμε ή όχι εξαρτάται από το ποιοι είναι οι δικοί μου κανόνες. Και όπως θα περίμενε κανείς ότι εσείς θα θέτετε τους κανόνες για το δικό σας σπίτι, σίγουρα και ο εστιάτορας θα έπρεπε να μπορεί να θέσει κανόνες για το τι συμβαίνει στο εστιατόριο του. Δεν έχετε το δικαίωμα να παραπονιέστε – είτε επιτρέπεται, είτε απαγορεύεται το κάπνισμα. Κι αυτό γιατί το εστιατόριο δεν είναι δικό σας. Ο εστιάτορας ξέρει την πελατεία του. Ξέρει αν το κατάστημα είναι τέτοιο που θα το συμφέρει περισσότερο να επιτρέψει ή να απαγορεύσει το κάπνισμα. Γιατί λοιπόν να μην αφήνουμε τον εστιάτορα να παίρνει αυτές τις αποφάσεις για το κατάστημά του, όπως ακριβώς και εσείς μπορείτε να θέσετε αυτούς τους κανόνες για το δικό σας σπίτι; Άλλωστε, δεν είστε υποχρεωμένοι να πάτε στο εστιατόριο. Αν θέλετε να πάτε σε ένα εστιατόριο όπου το κάπνισμα δεν επιτρέπεται, τότε θα έπρεπε να πάτε σε ένα εστιατόριο όπου το κάπνισμα δεν επιτρέπεται. Αν θέλετε να πάτε σε ένα εστιατόριο όπου το κάπνισμα επιτρέπεται, τότε θα έπρεπε να πάτε σε ένα τέτοιο εστιατόριο. Με το να το διατυπώσουμε όμως αυτό με όρους σύγκρουσης δικαιωμάτων, χάνουμε το σημαντικό σημείο που είναι το για τίνος τα δικαιώματα μιλάμε. Δεν έχουμε να κάνουμε με μια σύγκρουση ανάμεσα στα δικαιώματα των καπνιστών και σε εκείνα των μη καπνιστών.
Πρόκειται στην πραγματικότητα για ένα ζήτημα δικαιωμάτων των ιδιοκτητών. Στην ιδιοκτησία σας, έχετε το δικαίωμα να καπνίζετε, όπως έχετε και το δικαίωμα να έχετε ένα περιβάλλον χωρίς καπνό. Όμως δεν έχετε δικαίωμα στην μία ή την άλλη κατάσταση αν βρίσκεστε στην ιδιοκτησία κάποιου άλλου. Τα δικαιώματα του ιδιοκτήτη είναι αυτά που θα πρέπει να καθορίζουν τους όρους χρήσης της εν λόγω ιδιοκτησίας. Δεν έχετε δικαιώματα που υπερισχύουν έναντι των δικαιωμάτων του ιδιοκτήτη. Αν είμαι στο δικό σας εστιατόριο, το αν μπορώ να καπνίσω ή όχι εξαρτάται από εσάς, όχι από μένα”.
Την άποψη αυτή φαίνεται να ενστερνίζεται και το ΣτΕ που έχει αποφανθεί ότι πρόκειται για περιορισμό στην ελευθερία όσων επιλέγουν να καπνίζουν σε καφετέριες, καφενεία, ταβέρνες, μπαρ και άλλους τέτοιου είδους χώρους. Ωστόσο, η απαγόρευση αυτή είναι θεμιτή, κατά το ΣτΕ, διότι το σχετικό μέτρο στηρίζεται στο άρθρο 21 παράγραφος 3 του Συντάγματος, που προβλέπει την υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την προστασία της υγείας των πολιτών. Στην περίπτωση λοιπόν αυτή το ΣτΕ δέχεται την επίκληση του Συντάγματος, το οποίο προφανώς ισχύει για άλλες περιπτώσεις στις οποίες το κράτος καταδεικνύει ολέθρια ολιγωρία: Στην πολιτική Υγείας, στο θέμα των φαρμάκων, στο ζήτημα των εθνικών δρόμων.
Το πιο σημαντικό που βλάπτει την υγεία αλλά απειλεί και τη ζωή των Ελλήνων; Η πολιτική της συγκυβέρνησης και των μνημονίων. Ο αριθμός των αυτόχειρων, των εγκεφαλικών και εμφραγμάτων μεταξύ μη καπνιστών αποδεικνύει του λόγου το αληθές. Το κάπνισμα τους έφταιξε…. Προφανώς η σπουδή τους για περιορισμό ελευθεριών είναι εντονότερη από αυτήν της προστασίας της Υγείας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου