του Andrew Korybko
Η λανθασμένη θεωρία του “false flag”
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους αυτό είναι πιστευτό, πέραν των οποίων είναι η συμμετοχή του Ερντογάν σε άλλα σχέδια προβοκάτσιας, όπως η ακυρωθείσα αποστολή να επιτεθεί στον τάφο του Σουλεϊμάν Σαχ στη Bόρεια Συρία το 2014, ως πρόσχημα για την έναρξη μια ολομέτωπης εισβολής. Ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας έχει επίσης εμπλακεί στην τρομοκρατική βομβιστική εκστρατεία που ξέσπασε στο νότιο τμήμα της χώρας το περασμένο καλοκαίρι, και η οποία τελικά χρησιμοποιήθηκε ως λόγος για την επανέναρξη των εχθροπραξιών εναντίον των Κούρδων.
Υποστηρικτές της θεωρίας του «επίπλαστου πραξικοπήματος» «δείχνουν» την άμεση τιμωρία των πολιτικών αντιπάλων του Ερντογάν, ως υποτιθέμενη απόδειξη ότι ξεκίνησε το θεατρικό του έργο για αλλαγή του καθεστώτος της χώρας, προκειμένου να του δώσει έναν λόγο για να προβεί σε περισσότερες εκκαθαρίσεις και να ολοκληρώσει τον εξισλαμισμό του συνταγματικά κοσμικού κράτος. Στην πραγματικότητα, ήταν ήδη ευρέως γνωστό ότι ο Πρόεδρος είχε έναν μακρύ κατάλογο πολιτικών εχθρών, που σταδιακά τους αντιμετώπιζε έναν προς ένα, και ότι η, εμπνευσμένη από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, «Σαλαφιστο-ποίηση» της κοινωνίας, είχε σταδιακά ενεργοποιηθεί μέσω διεθνώς αναγνωρισμένων «δημοκρατικών» μέσων (όσο εσφαλμένα και χειραγωγίσιμα μπορεί να είναι αυτά). Ο Ερντογάν δεν χρειαζόταν ένα «πραξικόπημα-προβοκάτσια» για να συνεχίσει την ήδη μακρά και τραβηγμένη φετινή ατζέντα, αν και ομολογουμένως το πραξικόπημα επιτάχυνε τα σχέδιά του.
Επιχειρηματολογώντας εναντίον της θεωρίας του «πραξικοπήματος-προβοκάτσιας», έχει σχέση το να έχουμε στο νου ότι ο Ερντογάν είναι ο αριστοτεχνικός πολιτικός και δεν χάνει ποτέ ευκαιρία να αξιοποιήσει μια κρίση προς όφελός του. Μετά την αποκατάσταση της εξουσίας του, στον απόηχο του αποτυχημένου πραξικοπήματος, ο Ερντογάν είδε μια μοναδική στιγμή για να «φάει» όλους τους εχθρούς του μονομιάς, διαδικασία που είναι ακριβώς αυτό που κάνει αυτή τη στιγμή. Παρόλα αυτά, αυτό δεν αποδεικνύει κατ ‘ανάγκη ότι ήταν «μέσα στο κόλπο» ευθύς εξαρχής.
Μια λογική Βελτίωση της θεωρίας του πραξικοπήματος-προβοκάτσιας
Για να διασκεδάσω για ένα λεπτό τους ισχυρισμούς αυτούς και να προσθέσω μια λίγο πιο λογική προσέγγιση, είναι θεωρητικά δυνατό ότι ο Ερντογάν ήταν στην πραγματικότητα γνώστης ότι ένα πραξικόπημα μαγειρευόταν ενεργά εναντίον του, αλλά μπορεί να υπολόγισε ότι είναι καλύτερα να αφήσει το αδύναμο και ήδη επισφαλές σχέδιο να εκτυλιχθεί, ώστε να το συντρίψει και στη συνέχεια να καρπωθεί τα ευκαιριακά πλεονεκτήματα. Αυτό θα έμοιαζε τρόπον τινά με την κατάσταση σχετικά με το Περλ Χάρμπορ και μερικοί θα έλεγαν ακόμα και την 9/11, όπου οι ΗΠΑ γνώριζαν ότι ερχόταν επίθεση, αλλά είχαν ένα μεγάλο, βαθιά ριζωμένο στρατηγικό συμφέρον να αφήσουν, παρόλα αυτά, να λάβουν χώρα.
Ο συγγραφέας δεν υιοθετεί κατ’ανάγκη αυτήν την προσέγγιση, όσον αφορά την Τουρκία, και φαίνεται πως θα ήταν ένα υπερβολικά επικίνδυνο τυχερό παιχνίδι, ακόμη και για τον Ερντογάν (ο οποίος έχει ιστορικό τέτοιας απερίσκεπτης συμπεριφοράς). Όμως συμμεριζόμενος τη θεωρία αυτή για μια στιγμή, είναι πιθανό ότι θα μπορούσε να του είχε «σφυριχτεί» από τις Ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών το τι επρόκειτο να συμβεί. Η Μόσχα μπορεί να του προσέφερε μέχρι και τις λεπτομέρειες αυτού του σχεδίου ως χειρονομία οικοδόμησης εμπιστοσύνης στην πορεία προς την,– ανατρεπτική του παιχνιδιού–, εκτόνωση των Ρωσο-τουρκικών σχέσεων, και, επίσης, επειδή η Ρωσία δεν θα ήθελε τις ΗΠΑ και τους πληροφοριακούς της συμμάχους να ρίξoυν το φταίξιμο στα πόδια της, αν αποτύγχανε.
Ο Ερντογάν, ανεξέλεγκτα εξοργισμένος με τις ΗΠΑ για την προσπάθεια τους να ενορχηστρώσουν την ταπεινωτική μελλοντική πτώση του σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση, μπορεί τότε να αφοσιώθηκε στον σταδιακό Ευρασιατικό αναπροσανατολισμό της χώρας του, αλλά ήξερε ότι θα χρειαζόταν να στηριχτεί δημοσίως σε δικαιολογημένο έδαφος γι’αυτό, άρα να επιτρέψει στο επισφαλές αμερικανικό σχέδιο να προχωρήσει, ώστε να μπορέσει να το συντρίψει αμέσως μετά και να το χρησιμοποιήσει για να εξηγήσει τη μεταστροφή της εξωτερικής πολιτικής της χώρας του.
Οι πράξεις μιλούν δυνατότερα από την εικασία
Σε κάθε περίπτωση, είτε ο Ερντογάν πιάστηκε εντελώς ανίδεος για το πραξικόπημα είτε αποφάσισε εκ των προτέρων να επωφεληθεί από αυτό, η ακολουθία των γεγονότων που έχουν εκτυλιχτεί στον απόηχο του, προσφέρει πειστικές αποδείξεις ότι η βίαιη προσπάθεια αλλαγής καθεστώτος ήταν κατευθυνόμενη από τις ΗΠΑ.
Ο Τούρκος υπουργός Εργασίας Σουλεϊμάν Σοϋλού βγήκε και είπε κάτι παρόμοιο, αλλά ο πρωθυπουργός Μπινάλι Γιλντιρίμ ήταν πιο διπλωματικός, όταν είπε για τον Γκιουλέν ότι «δεν βλέπω καμία χώρα που θα στεκόταν πίσω από αυτόν τον άνθρωπο, αυτόν τον αρχηγό της τρομοκρατικής συμμορίας, ειδικά μετά το τελευταίο βράδυ. Η χώρα που θα στεκόταν πίσω από αυτόν τον άνθρωπο δεν είναι φίλος της Τουρκίας. Θα ήταν μάλιστα μια εχθρική πράξη εναντίον της Τουρκίας.» Η ταυτόχρονη «ντε φάκτο» εξουδετέρωση της αεροπορικής βάσης των ΗΠΑ στο Ιντσιρλίκ με την επιβολή μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων (αν και δεν αναφέρεται επίσημα ως τέτοια), η αποκοπή της τροφοδοσίας σε όλες τις εγκαταστάσεις της, και η σύλληψη του διοικητή του Στρατηγού Μπεκίρ Ερκάν Βαν στις εγκαταστάσεις της βάσης με την κατηγορία της συμμετοχής του στο πραξικόπημα δηλώνουν πολύ ισχυρά ότι δεν πρόκειται απλώς για μια στημένη-κατασκευασμένη μελοδραματική αρπαγή της εξουσίας από τον Ερντογάν, αλλά τα πρώτα στάδια ενός σοβαρού γεωπολιτικού αναπροσανατολισμού μακριά από τις ΗΠΑ.
Το ερώτημα εάν οι ΗΠΑ παραμείνουν στο Ιντσιρλίκ ή όχι είναι στην πραγματικότητα αμφιλεγόμενο, αφού ο βαθύς συμβολισμός γύρω από αυτό που εκτυλίσσεται είναι πολύ πιο σημαντικός απ’ ό,τι η φυσική παρουσία του Πενταγώνου εκεί. Ποτέ πριν στην ιστορία δεν έχουν αποκοπεί οι ΗΠΑ από τα δικά τους πυρηνικά όπλα, γεγονός το οποίο ουσιαστικά συνέβη με τη ζώνη απαγόρευσης πτήσεων και τη διακοπή ρεύματος στο Ιντσιρλίκ. Ο Ερντογάν προσπαθεί να μεταδώσει με όσο το δυνατόν πιο αλησμόνητο και εντυπωσιακό τρόπο ότι είναι ο Σουλτάνος, πάνω από όλα, της Τουρκίας – συμπεριλαμβανομένου του Ιντσιρλίκ – και ότι ο ίδιος δεν θα ανεχθεί να έχει μια εγκατάσταση που χρησιμοποιείται εναντίον του για ενεργή υποβοήθηση και καταφύγιο σε πραξικοπηματίες. Προς απάντηση σε αυτή την αδιανόητη έλλειψη σεβασμού από έναν πρώην Κουίσλινγκ, οι ΗΠΑ ετοιμάζουν τώρα έναν μοχθηρό Υβριδικό Πόλεμο κατά του Ερντογάν, που θα μπορούσε ακόμη και να κλιμακωθεί στο σημείο τού να διαμελιστεί γεωπολιτικά η Τουρκία και να ρίξει τους πάνω από 70 εκατομμύρια ανθρώπους που κατοικούν τον νεο-οθωμανικό «χαλιφάτο», σε ένα καζάνι χάους το οποίο θα μπορούσε στη συνέχεια να κατευθυνθεί στρατηγικά εναντίον της Ρωσίας και του Ιράν.
Οπλίζοντας το τουρκικό Πεδίο Μάχης εναντίον της Ρωσίας και του Ιράν
Και τα δύο αυτά πολυπολικά κράτη (Ρωσία και Ιράν) έχουν πλήρη επίγνωση του πώς οι ΗΠΑ θέλουν να τα αποσταθεροποιήσουν μπροστά στην επικράτηση του Μεσανατολικού χάους, και αυτό εξηγεί θεμελιακά την αντι-τρομοκρατική στρατιωτική συνεργασία των δύο κρατών στη Συρία. Με την παλίρροια αυτού του πολέμου να έχει τελικά στραφεί εναντίον των ΗΠΑ και τη σύγκρουση σιγά-σιγά να πλησιάζει στο τέλος της (όσο καιρό και αν τελικά μπορεί να χρειαστεί για να επιλυθεί πλήρως), προβλέπεται ότι οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να κατασκευάσουν άλλες περιφερειακές συγκρούσεις που να πάρουν τη θέση της και να παρατείνουν τον έμμεσο ασύμμετρο πόλεμο εναντίον των Ρωσικών και των Ιρανικών μεγάλων στρατηγικών συμφερόντων. Η μαχητική δημιουργία του «δεύτερου γεωπολιτικού Ισραήλ» του «Κουρδιστάν», είναι σίγουρα μέρος των σχεδίων αυτών, αλλά με την αντι-μονοπολική εξέγερση του Ερντογάν και τη συνακόλουθη παρενέργεια από το αποτυχημένο, διευθυνόμενο από τις ΗΠΑ, πραξικόπημα, η Ουάσιγκτον έχει τώρα μια σειρά από λόγους για την αξιοποίηση των μυριάδων ευκαιριών ώστε να κομματιάσει την Τουρκία.
Τόσο η Ρωσία όσο και το Ιράν κατανοούν τη σοβαρότητα του τι διακυβεύεται, και είναι πολύ πιθανό ότι οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να μετατρέψουν την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν σε καρπό για μια νέα χρωματιστή Επανάσταση εναντίον του, και ίσως ενδεχομένως ακόμη και έναν Αντισυμβατικό Πόλεμο. Υπάρχουν πολλοί θεμιτοί λόγοι, για τους οποίους οι Τούρκοι περιφρονούν τον Πρόεδρό τους, με πρώτους απ’όλους να είναι η «καθοδήγηση από πίσω» που διενεργεί κατά την εμπλοκή του στον πόλεμο στη Συρία, καθώς και οι σαλαφιστικές εγχώριες πολιτικές που ασκεί, αλλά ο φόβος είναι ότι η δικαιολογημένη οργή ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας μπορεί να αξιοποιηθεί από τις ΗΠΑ στην προσπάθειά της να εξαπλώσει αναταραχή γύρω από την Τουρκία και να δημιουργήσει μια μαύρη τρύπα χάους που θα λειτουργήσει δομικά ως μια «Νέα Συρία».
Η απάντηση και τα συμφέροντα του Ιράν
Το Ιράν, διαβλέποντας αυτή την αλυσίδα των γεγονότων και συνειδητοποιώντας ότι θα είναι το πρώτο που θα επηρεαστεί άμεσα, εξέφρασε αμέσως την αντίθεσή του στην απόπειρα πραξικοπήματος. Ο υπουργός Εξωτερικών Ζαρίφ, στα σχόλια του που μεταδόθηκε από τον, –χρηματοδοτούμενο από το δημόσιο–, σταθμό Press TV, έφτασε μάλιστα τόσο μακριά ώστε να πει απευθυνόμενος στο κοινοβούλιο ότι «Ήμασταν η πρώτη χώρα που δήλωσε ρητά τη θέση μας σχετικά με την Τουρκία, ενώ άλλες χώρες ή τηρούσαν σιγή ισχύος ή … ήταν ασαφείς στη στάση τους, (αν είχαν κάποια), και απέτυχαν να εκφράσουν την υποστήριξή τους στη δημοκρατία … Ορισμένες χώρες, όπως η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, προτίμησαν την κλιμάκωση της απόπειρας πραξικοπήματος εναντίον της τουρκικής κυβέρνησης.» Αυτή η κοτσονάτη και δυναμικά διατυπωμένη δήλωση πηγαίνει πολύ πέρα από τη μηχανικά εκπεφρασμένη υποστήριξη για τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση, που διατύπωσαν ως επί το πλείστον όλοι οι άλλοι, και αναμφισβήτητα δείχνει ότι η Τεχεράνη τοποθετείται συνειδητά ως ο πλησιέστερος διεθνής σύμμαχος της Άγκυρας στο μετα-πραξικοπηματικό περιφερειακό τοπίο.
Οι λόγοι για αυτό είναι πολλοί και έχουν να κάνουν με τα εξής:
* Δεν θέλει να γίνει θύμα του όπλου της Μαζικής Μετανάστευσης στον απόηχο της προγραμματισμένης από τις ΗΠΑ- καταστροφής της χώρας.
* Θέλει τη διαρκή και συντονισμένη συνεργασία του Ερντογάν στην αντιμετώπιση της προοπτικής για τη διασυνοριακή κουρδική τρομοκρατία (Το Ιράν είναι σήμερα κάτω από επίθεση από το συμμαχικό του PKK, «Κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα του Ιράν» “Kurdish Democratic Party of Iran”)
* Και οραματίζεται ότι ένας ιρανικός αγωγός φυσικού αερίου θα μπορούσε μια ημέρα να συνδεθεί με το πρότζεκτ του αγωγού TAP στο βόρειο τμήμα της Τουρκίας και να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της Ευρώπης για μη Ρωσικό ενεργειακό εφοδιασμό.
Η απάντηση και τα συμφέροντα της Ρωσίας
Η ανταπόκριση της Ρωσίας στο πραξικόπημα ήταν πιο υποτονική σε σύγκριση, αλλά ακόμα κι έτσι ήταν αρκετά ισχυρή. Αποφεύγοντας να κατηγορήσει τον οποιοδήποτε παράγοντα ότι θέλει να επωφεληθεί από τα τελευταία γεγονότα και χωρίς να τονίσει το πόσο γρήγορα απάντησε διπλωματικά στο πραξικόπημα, όπως έκανε το Ιράν και στις δύο περιπτώσεις, η Ρωσία εξέφρασε απλώς την υποστήριξή της για τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τουρκίας και μίλησε για το ανεπίτρεπτο της στρατιωτικής αλλαγής καθεστώτος. Είναι χαρακτηριστικό, όμως, ότι ο Πρόεδρος Πούτιν αργότερα κάλεσε τον Ερντογάν και συμφώνησε να προωθήσει την προγραμματισμένη συνάντηση του Σεπτεμβρίου για τον επόμενο μήνα, καθώς και για να συζητήσουν πιθανή συνεργασία μέσω της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης.
Τα συμφέροντα της Ρωσίας στην Τουρκία είναι πολλαπλά, αλλά ορισμένα ξεχωρίζουν περισσότερο από ό, τι τα υπόλοιπα και αποσκοπούν στο να διασφαλίσουν ότι η Άγκυρα ολοκληρώνει τον γεωπολιτικό αναπροσανατολισμό της, ακολουθώντας τα εξής βήματα:
* Η Άγκυρα να αποκηρύξει τις προηγούμενες πολιτικές της, αποκόπτοντας την υποστήριξη των τρομοκρατών στη Συρία και σφραγίζοντας τα σύνορα της Τουρκίας από τη συνεχιζόμενη τρομοκρατική διείσδυση.
* Να επανεκκινήσει τις διαπραγματεύσεις για τον αγωγό των Βαλκανίων (Balkan Stream) και να «ξεπαγώσει» αυτό το καίριο πολυπολικό μέγα-σχέδιο.
* Και να εμβαθύνει τη σύνθετη οικονομική αλληλεξάρτηση με τη Ρωσία μέσω της συνεργασίας με αυτή στον πλαίσιο της πλατφόρμας της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης.
Επιπλέον, η διπλωματική υποστήριξη της Μόσχας στην προεδρία του Ερντογάν καθοδηγείται επίσης από τη ρεαλιστική ανάγκη να αποτρέψει τους Γκιουλενιστές από την κατάληψη της εξουσίας στην Τουρκία. Αν ο θρησκευτικός ηγέτης αυτού του μυστηριώδους διακρατικού δικτύου, ο οποίος εδρεύει στις ΗΠΑ και συνδέεται με τους Κλίντον, επρόκειτο να γίνει ο επόμενος ηγέτης της Τουρκίας ή ασκούσε επιρροή σε οποιονδήποτε εντολοδόχο του, που θα κατέληγε να κάνει το ίδιο αντί αυτού, τότε η Ρωσία έχει κάθε λόγο να πιστεύει ότι θα ανακατεύθυνε όλα τα κρατικά μέσα για την προώθηση της τρομοκρατικής ατζέντας του δικτύου αυτού σε ολόκληρη τη μετα-σοβιετική επικράτεια. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει δεκάδες «μίνι-Τσετσενίες» για τη Ρωσία, με αποτέλεσμα να ανταποκριθεί εκ μέρους των συμμάχων της στην CSTO (ΟΣΣΑ-Οργανισμός της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας), θέτοντας την, έτσι, μόνιμα σε μια στρατηγική άμυνας, και έχοντας ως αποτέλεσμα να αντιστραφούν όλα τα σχετικά κέρδη που πέτυχε σε όλο τον κόσμο από το 2008.
Κοιτάζοντας πέρα από τις αμαρτίες του Ερντογάν
Η πιο αμφιλεγόμενη πτυχή της όλης αυτής της υπόθεσης, την οποία πολλοί πολυπολικοί υπέρμαχοι δυσκολεύονται να αποδεχτούν, είναι για ποιο λόγο η Ρωσία και το Ιράν θα υποστήριζαν την Τουρκία παρά το γεγονός ότι είναι σε πλήρη επίγνωση της συνενοχής Ερντογάν στον Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας στη Συρία. Επιπλέον, αφότου είδαν τις εικόνες της αντεκδικητικής βίας του όχλου στην Κωνσταντινούπολη και τουλάχιστον έναν επαληθευμένα δημόσιο αποκεφαλισμό, για να μην αναφερθούμε στη δια-τομεακή, σε εθνικό επίπεδο, εκκαθάριση που συμβαίνει αυτή τη στιγμή, οι άνθρωποι που τρέφουν κατά τ’ άλλα συμπάθεια προς την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας και του Ιράν, ξύνουν τα κεφάλια τους και αναρωτιούνται γιατί η Μόσχα και η Τεχεράνη δεν μιλούν με αποφασιστικότητα ενάντια σε τέτοια σοκαριστικά γεγονότα.
Στην πραγματικότητα, και όσο και να απογοητεύει πολλούς αναγνώστες, η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι ούτε η Ρωσία ούτε το Ιράν έχουν συμφέρον να εμπλακούν στις εσωτερικές υποθέσεις των εταίρων τους, είτε είναι για σωστό είτε για λάθος. Κάθε κράτος επιδιώκει γενικά μια πολιτική κρατικής κυριαρχίας ενώ αγνοεί συχνά αμφιλεγόμενες εξελίξεις στο εσωτερικό των χωρών-εταίρων τους στον βαθμό που η πραγματιστική συνεργασία κράτους-προς-κράτος δεν παρεμποδίζεται.
Η εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα παρατηρείται ως επί το πλείστον κάθε φορά που ένα κράτος εξέχουσας σημασίας για τη Ρωσία ή το Ιράν, γίνεται, ή έχει γίνει ήδη, ξαφνικά εχθρικό προς οποιαδήποτε από αυτές τις χώρες, και ξεκινά μια σειρά από σκανδαλώδη εγχώρια βήματα που έχουν σχεδιαστεί για να βλάψουν έμμεσα τις στρατηγικές θέσεις αυτών των πολυπολικών ηγετών στο εσωτερικό αυτής της χώρας. Για παράδειγμα, το Κίεβο μετά την «Μαϊντάν» υποστήριξε έμμεσα τη εθνοκάθαρση της Ρωσίας και του, συνδεδεμένου με τη Ρωσία, πληθυσμού στην Ουκρανία, εξηγώντας έτσι γιατί η Μόσχα απάντησε με την Κριμαία και επέκτεινε ορισμένες μορφές υποστήριξης προς τις πολιτοφυλακές του Ντονμπάς (Donbas).
Το Ιράν, από την άλλη πλευρά, έχει απαντήσει αρνητικά στη βίαιη καταστολή των σιιτικών μειονοτήτων από το Μπαχρέιν και τη Σαουδική Αραβία. Θα πρέπει να εκτιμηθεί, ωστόσο, ότι η Τεχεράνη έχει επίσης προηγουμένως εμπλακεί σε λιγότερο-αιτιολογημένες εξαιρέσεις σε αυτόν τον κανόνα, εξοπλίζοντας τους Βόσνιους μουτζαχεντίν και υποστηρίζοντας διπλωματικά τους αντι-Κανταφικούς μαχητές, για τους οποίους είχε ανακηρύξει επισήμως ότι είχαν εμπλακεί σε μια «ισλαμική αφύπνιση» (τον όρο που χρησιμοποίησε το Ιράν για τις Χρωματιστές Επαναστάσεις της «Αραβικής άνοιξης», πριν συνειδητοποιήσει ότι ήταν καθαρά καθοδηγούμενες από την Αμερική, μονοπολικές επιχειρήσεις).
Παρά τις κατά περίπτωση εξαιρέσεις που κάνουν η Ρωσία και το Ιράν στην θεμελιώδη κατευθυντήρια γραμμή της εξωτερικής πολιτικής τους για υποστήριξη της κρατικής κυριαρχίας, και οι δύο αυτές χώρες εξακολουθούν να απορρίπτουν τις,– δημιουργημένες από τη Δύση–, ιδεολογίες της «ανθρωπιστικής επέμβασης» και της «προώθησης της δημοκρατίας». Καμία από αυτές τις χώρες δεν αφήνουν συνήθως «ανθρωπιστικές» ή «δημοκρατικές» ευαισθησίες να επηρεάσουν τις σχέσεις τους με τους ομολόγους τους, αν και όπως ήδη έχει αναφερθεί, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ισχύει όταν έχουν να κάνουν με εχθρικές κυβερνήσεις που έχουν απορρίψει τη ρεαλιστική συνεργασία (είτε υφιστάμενη ή δυνητική ). Η Μόσχα και η Τεχεράνη βλέπουν την «ανθρωπιστική επέμβαση» και την «προώθηση της δημοκρατίας», ως τεχνάσματα μάρκετινγκ για να «δικαιολογήσουν» αποσταθεροποιητικές πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και στρατιωτικές επεμβάσεις σε εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών, για την επίτευξη ενός γεωστρατηγικού οφέλους «μηδενικού αθροίσματος», και έτσι, αυτά τα στρατηγήματα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο με φειδώ και στις πιο ακραίες περιπτώσεις.
Τελικές Σκέψεις
Λόγω της κατευθυντήριας γραμμής της εξωτερικής πολιτικής περί κρατικής κυριαρχίας, το γεγονός ότι ο Ερντογάν έχει κάνει περιστροφή, μετακινώντας τη Τουρκία πιο κοντά στο για να γίνει ένας φιλικός πολυπολικός σύμμαχος, και λόγω των μεγαλύτερων γεωπολιτικών παραγόντων που διακυβεύονται αυτή τη στιγμή, η Ρωσία και το Ιράν υποστηρίζουν σε διπλωματικό επίπεδο την Τουρκία σε αυτή την καίρια στιγμή της ιστορίας της (και αυτής του υπόλοιπου κόσμου), παρά την αντι-«ανθρωπιστική και αντι-«δημοκρατική» εκμετάλλευση από τον Ερντογάν, του αποτυχημένου πραξικοπήματος των ΗΠΑ εναντίον του.
ΠΗΓΗ: Geopolitica.ru
Η αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν προκάλεσε ένα ξέσπασμα από ταραχώδεις αντιπαραθέσεις στον εναλλακτικό ενημερωτικό χώρο, με αποτέλεσμα την εμφάνιση δύο ανταγωνιστικών υποθέσεων. Ο συγγραφέας ήδη έχει δημοσιεύσει τη δική του ανάλυση (εδώ στα Αγγλικά) για το ότι στην πραγματικότητα η απόπειρα πραξικοπήματος ήταν μια πρόχειρη και «της τελευταίας στιγμής» κίνηση από τις ΗΠΑ προκειμένου να αντισταθμίσουν φουριόζικα τις ανατρεπτικές γεωπολιτικές επιπτώσεις της αναπάντεχης εκτόνωσης των ρωσο-τουρκικών σχέσεων, αλλά η άλλη κύρια θεωρία που κυκλοφορεί είναι ότι όλα αυτά ήταν μια προσπάθεια για προβοκάτσια («ψευδής σημαία»-“false flag”) από τον Ερντογάν με στόχο να αδράξει περισσότερη δύναμη.
Η λανθασμένη θεωρία του “false flag”
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους αυτό είναι πιστευτό, πέραν των οποίων είναι η συμμετοχή του Ερντογάν σε άλλα σχέδια προβοκάτσιας, όπως η ακυρωθείσα αποστολή να επιτεθεί στον τάφο του Σουλεϊμάν Σαχ στη Bόρεια Συρία το 2014, ως πρόσχημα για την έναρξη μια ολομέτωπης εισβολής. Ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας έχει επίσης εμπλακεί στην τρομοκρατική βομβιστική εκστρατεία που ξέσπασε στο νότιο τμήμα της χώρας το περασμένο καλοκαίρι, και η οποία τελικά χρησιμοποιήθηκε ως λόγος για την επανέναρξη των εχθροπραξιών εναντίον των Κούρδων.
Υποστηρικτές της θεωρίας του «επίπλαστου πραξικοπήματος» «δείχνουν» την άμεση τιμωρία των πολιτικών αντιπάλων του Ερντογάν, ως υποτιθέμενη απόδειξη ότι ξεκίνησε το θεατρικό του έργο για αλλαγή του καθεστώτος της χώρας, προκειμένου να του δώσει έναν λόγο για να προβεί σε περισσότερες εκκαθαρίσεις και να ολοκληρώσει τον εξισλαμισμό του συνταγματικά κοσμικού κράτος. Στην πραγματικότητα, ήταν ήδη ευρέως γνωστό ότι ο Πρόεδρος είχε έναν μακρύ κατάλογο πολιτικών εχθρών, που σταδιακά τους αντιμετώπιζε έναν προς ένα, και ότι η, εμπνευσμένη από τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, «Σαλαφιστο-ποίηση» της κοινωνίας, είχε σταδιακά ενεργοποιηθεί μέσω διεθνώς αναγνωρισμένων «δημοκρατικών» μέσων (όσο εσφαλμένα και χειραγωγίσιμα μπορεί να είναι αυτά). Ο Ερντογάν δεν χρειαζόταν ένα «πραξικόπημα-προβοκάτσια» για να συνεχίσει την ήδη μακρά και τραβηγμένη φετινή ατζέντα, αν και ομολογουμένως το πραξικόπημα επιτάχυνε τα σχέδιά του.
Επιχειρηματολογώντας εναντίον της θεωρίας του «πραξικοπήματος-προβοκάτσιας», έχει σχέση το να έχουμε στο νου ότι ο Ερντογάν είναι ο αριστοτεχνικός πολιτικός και δεν χάνει ποτέ ευκαιρία να αξιοποιήσει μια κρίση προς όφελός του. Μετά την αποκατάσταση της εξουσίας του, στον απόηχο του αποτυχημένου πραξικοπήματος, ο Ερντογάν είδε μια μοναδική στιγμή για να «φάει» όλους τους εχθρούς του μονομιάς, διαδικασία που είναι ακριβώς αυτό που κάνει αυτή τη στιγμή. Παρόλα αυτά, αυτό δεν αποδεικνύει κατ ‘ανάγκη ότι ήταν «μέσα στο κόλπο» ευθύς εξαρχής.
Μια λογική Βελτίωση της θεωρίας του πραξικοπήματος-προβοκάτσιας
Για να διασκεδάσω για ένα λεπτό τους ισχυρισμούς αυτούς και να προσθέσω μια λίγο πιο λογική προσέγγιση, είναι θεωρητικά δυνατό ότι ο Ερντογάν ήταν στην πραγματικότητα γνώστης ότι ένα πραξικόπημα μαγειρευόταν ενεργά εναντίον του, αλλά μπορεί να υπολόγισε ότι είναι καλύτερα να αφήσει το αδύναμο και ήδη επισφαλές σχέδιο να εκτυλιχθεί, ώστε να το συντρίψει και στη συνέχεια να καρπωθεί τα ευκαιριακά πλεονεκτήματα. Αυτό θα έμοιαζε τρόπον τινά με την κατάσταση σχετικά με το Περλ Χάρμπορ και μερικοί θα έλεγαν ακόμα και την 9/11, όπου οι ΗΠΑ γνώριζαν ότι ερχόταν επίθεση, αλλά είχαν ένα μεγάλο, βαθιά ριζωμένο στρατηγικό συμφέρον να αφήσουν, παρόλα αυτά, να λάβουν χώρα.
Ο συγγραφέας δεν υιοθετεί κατ’ανάγκη αυτήν την προσέγγιση, όσον αφορά την Τουρκία, και φαίνεται πως θα ήταν ένα υπερβολικά επικίνδυνο τυχερό παιχνίδι, ακόμη και για τον Ερντογάν (ο οποίος έχει ιστορικό τέτοιας απερίσκεπτης συμπεριφοράς). Όμως συμμεριζόμενος τη θεωρία αυτή για μια στιγμή, είναι πιθανό ότι θα μπορούσε να του είχε «σφυριχτεί» από τις Ρωσικές υπηρεσίες πληροφοριών το τι επρόκειτο να συμβεί. Η Μόσχα μπορεί να του προσέφερε μέχρι και τις λεπτομέρειες αυτού του σχεδίου ως χειρονομία οικοδόμησης εμπιστοσύνης στην πορεία προς την,– ανατρεπτική του παιχνιδιού–, εκτόνωση των Ρωσο-τουρκικών σχέσεων, και, επίσης, επειδή η Ρωσία δεν θα ήθελε τις ΗΠΑ και τους πληροφοριακούς της συμμάχους να ρίξoυν το φταίξιμο στα πόδια της, αν αποτύγχανε.
Ο Ερντογάν, ανεξέλεγκτα εξοργισμένος με τις ΗΠΑ για την προσπάθεια τους να ενορχηστρώσουν την ταπεινωτική μελλοντική πτώση του σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση, μπορεί τότε να αφοσιώθηκε στον σταδιακό Ευρασιατικό αναπροσανατολισμό της χώρας του, αλλά ήξερε ότι θα χρειαζόταν να στηριχτεί δημοσίως σε δικαιολογημένο έδαφος γι’αυτό, άρα να επιτρέψει στο επισφαλές αμερικανικό σχέδιο να προχωρήσει, ώστε να μπορέσει να το συντρίψει αμέσως μετά και να το χρησιμοποιήσει για να εξηγήσει τη μεταστροφή της εξωτερικής πολιτικής της χώρας του.
Οι πράξεις μιλούν δυνατότερα από την εικασία
Σε κάθε περίπτωση, είτε ο Ερντογάν πιάστηκε εντελώς ανίδεος για το πραξικόπημα είτε αποφάσισε εκ των προτέρων να επωφεληθεί από αυτό, η ακολουθία των γεγονότων που έχουν εκτυλιχτεί στον απόηχο του, προσφέρει πειστικές αποδείξεις ότι η βίαιη προσπάθεια αλλαγής καθεστώτος ήταν κατευθυνόμενη από τις ΗΠΑ.
Ο Τούρκος υπουργός Εργασίας Σουλεϊμάν Σοϋλού βγήκε και είπε κάτι παρόμοιο, αλλά ο πρωθυπουργός Μπινάλι Γιλντιρίμ ήταν πιο διπλωματικός, όταν είπε για τον Γκιουλέν ότι «δεν βλέπω καμία χώρα που θα στεκόταν πίσω από αυτόν τον άνθρωπο, αυτόν τον αρχηγό της τρομοκρατικής συμμορίας, ειδικά μετά το τελευταίο βράδυ. Η χώρα που θα στεκόταν πίσω από αυτόν τον άνθρωπο δεν είναι φίλος της Τουρκίας. Θα ήταν μάλιστα μια εχθρική πράξη εναντίον της Τουρκίας.» Η ταυτόχρονη «ντε φάκτο» εξουδετέρωση της αεροπορικής βάσης των ΗΠΑ στο Ιντσιρλίκ με την επιβολή μιας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων (αν και δεν αναφέρεται επίσημα ως τέτοια), η αποκοπή της τροφοδοσίας σε όλες τις εγκαταστάσεις της, και η σύλληψη του διοικητή του Στρατηγού Μπεκίρ Ερκάν Βαν στις εγκαταστάσεις της βάσης με την κατηγορία της συμμετοχής του στο πραξικόπημα δηλώνουν πολύ ισχυρά ότι δεν πρόκειται απλώς για μια στημένη-κατασκευασμένη μελοδραματική αρπαγή της εξουσίας από τον Ερντογάν, αλλά τα πρώτα στάδια ενός σοβαρού γεωπολιτικού αναπροσανατολισμού μακριά από τις ΗΠΑ.
Το ερώτημα εάν οι ΗΠΑ παραμείνουν στο Ιντσιρλίκ ή όχι είναι στην πραγματικότητα αμφιλεγόμενο, αφού ο βαθύς συμβολισμός γύρω από αυτό που εκτυλίσσεται είναι πολύ πιο σημαντικός απ’ ό,τι η φυσική παρουσία του Πενταγώνου εκεί. Ποτέ πριν στην ιστορία δεν έχουν αποκοπεί οι ΗΠΑ από τα δικά τους πυρηνικά όπλα, γεγονός το οποίο ουσιαστικά συνέβη με τη ζώνη απαγόρευσης πτήσεων και τη διακοπή ρεύματος στο Ιντσιρλίκ. Ο Ερντογάν προσπαθεί να μεταδώσει με όσο το δυνατόν πιο αλησμόνητο και εντυπωσιακό τρόπο ότι είναι ο Σουλτάνος, πάνω από όλα, της Τουρκίας – συμπεριλαμβανομένου του Ιντσιρλίκ – και ότι ο ίδιος δεν θα ανεχθεί να έχει μια εγκατάσταση που χρησιμοποιείται εναντίον του για ενεργή υποβοήθηση και καταφύγιο σε πραξικοπηματίες. Προς απάντηση σε αυτή την αδιανόητη έλλειψη σεβασμού από έναν πρώην Κουίσλινγκ, οι ΗΠΑ ετοιμάζουν τώρα έναν μοχθηρό Υβριδικό Πόλεμο κατά του Ερντογάν, που θα μπορούσε ακόμη και να κλιμακωθεί στο σημείο τού να διαμελιστεί γεωπολιτικά η Τουρκία και να ρίξει τους πάνω από 70 εκατομμύρια ανθρώπους που κατοικούν τον νεο-οθωμανικό «χαλιφάτο», σε ένα καζάνι χάους το οποίο θα μπορούσε στη συνέχεια να κατευθυνθεί στρατηγικά εναντίον της Ρωσίας και του Ιράν.
Οπλίζοντας το τουρκικό Πεδίο Μάχης εναντίον της Ρωσίας και του Ιράν
Και τα δύο αυτά πολυπολικά κράτη (Ρωσία και Ιράν) έχουν πλήρη επίγνωση του πώς οι ΗΠΑ θέλουν να τα αποσταθεροποιήσουν μπροστά στην επικράτηση του Μεσανατολικού χάους, και αυτό εξηγεί θεμελιακά την αντι-τρομοκρατική στρατιωτική συνεργασία των δύο κρατών στη Συρία. Με την παλίρροια αυτού του πολέμου να έχει τελικά στραφεί εναντίον των ΗΠΑ και τη σύγκρουση σιγά-σιγά να πλησιάζει στο τέλος της (όσο καιρό και αν τελικά μπορεί να χρειαστεί για να επιλυθεί πλήρως), προβλέπεται ότι οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να κατασκευάσουν άλλες περιφερειακές συγκρούσεις που να πάρουν τη θέση της και να παρατείνουν τον έμμεσο ασύμμετρο πόλεμο εναντίον των Ρωσικών και των Ιρανικών μεγάλων στρατηγικών συμφερόντων. Η μαχητική δημιουργία του «δεύτερου γεωπολιτικού Ισραήλ» του «Κουρδιστάν», είναι σίγουρα μέρος των σχεδίων αυτών, αλλά με την αντι-μονοπολική εξέγερση του Ερντογάν και τη συνακόλουθη παρενέργεια από το αποτυχημένο, διευθυνόμενο από τις ΗΠΑ, πραξικόπημα, η Ουάσιγκτον έχει τώρα μια σειρά από λόγους για την αξιοποίηση των μυριάδων ευκαιριών ώστε να κομματιάσει την Τουρκία.
Τόσο η Ρωσία όσο και το Ιράν κατανοούν τη σοβαρότητα του τι διακυβεύεται, και είναι πολύ πιθανό ότι οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να μετατρέψουν την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος κατά του Ερντογάν σε καρπό για μια νέα χρωματιστή Επανάσταση εναντίον του, και ίσως ενδεχομένως ακόμη και έναν Αντισυμβατικό Πόλεμο. Υπάρχουν πολλοί θεμιτοί λόγοι, για τους οποίους οι Τούρκοι περιφρονούν τον Πρόεδρό τους, με πρώτους απ’όλους να είναι η «καθοδήγηση από πίσω» που διενεργεί κατά την εμπλοκή του στον πόλεμο στη Συρία, καθώς και οι σαλαφιστικές εγχώριες πολιτικές που ασκεί, αλλά ο φόβος είναι ότι η δικαιολογημένη οργή ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας μπορεί να αξιοποιηθεί από τις ΗΠΑ στην προσπάθειά της να εξαπλώσει αναταραχή γύρω από την Τουρκία και να δημιουργήσει μια μαύρη τρύπα χάους που θα λειτουργήσει δομικά ως μια «Νέα Συρία».
Η απάντηση και τα συμφέροντα του Ιράν
Το Ιράν, διαβλέποντας αυτή την αλυσίδα των γεγονότων και συνειδητοποιώντας ότι θα είναι το πρώτο που θα επηρεαστεί άμεσα, εξέφρασε αμέσως την αντίθεσή του στην απόπειρα πραξικοπήματος. Ο υπουργός Εξωτερικών Ζαρίφ, στα σχόλια του που μεταδόθηκε από τον, –χρηματοδοτούμενο από το δημόσιο–, σταθμό Press TV, έφτασε μάλιστα τόσο μακριά ώστε να πει απευθυνόμενος στο κοινοβούλιο ότι «Ήμασταν η πρώτη χώρα που δήλωσε ρητά τη θέση μας σχετικά με την Τουρκία, ενώ άλλες χώρες ή τηρούσαν σιγή ισχύος ή … ήταν ασαφείς στη στάση τους, (αν είχαν κάποια), και απέτυχαν να εκφράσουν την υποστήριξή τους στη δημοκρατία … Ορισμένες χώρες, όπως η Σαουδική Αραβία και το Κατάρ, προτίμησαν την κλιμάκωση της απόπειρας πραξικοπήματος εναντίον της τουρκικής κυβέρνησης.» Αυτή η κοτσονάτη και δυναμικά διατυπωμένη δήλωση πηγαίνει πολύ πέρα από τη μηχανικά εκπεφρασμένη υποστήριξη για τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση, που διατύπωσαν ως επί το πλείστον όλοι οι άλλοι, και αναμφισβήτητα δείχνει ότι η Τεχεράνη τοποθετείται συνειδητά ως ο πλησιέστερος διεθνής σύμμαχος της Άγκυρας στο μετα-πραξικοπηματικό περιφερειακό τοπίο.
Οι λόγοι για αυτό είναι πολλοί και έχουν να κάνουν με τα εξής:
* Δεν θέλει να γίνει θύμα του όπλου της Μαζικής Μετανάστευσης στον απόηχο της προγραμματισμένης από τις ΗΠΑ- καταστροφής της χώρας.
* Θέλει τη διαρκή και συντονισμένη συνεργασία του Ερντογάν στην αντιμετώπιση της προοπτικής για τη διασυνοριακή κουρδική τρομοκρατία (Το Ιράν είναι σήμερα κάτω από επίθεση από το συμμαχικό του PKK, «Κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα του Ιράν» “Kurdish Democratic Party of Iran”)
* Και οραματίζεται ότι ένας ιρανικός αγωγός φυσικού αερίου θα μπορούσε μια ημέρα να συνδεθεί με το πρότζεκτ του αγωγού TAP στο βόρειο τμήμα της Τουρκίας και να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις της Ευρώπης για μη Ρωσικό ενεργειακό εφοδιασμό.
Η απάντηση και τα συμφέροντα της Ρωσίας
Η ανταπόκριση της Ρωσίας στο πραξικόπημα ήταν πιο υποτονική σε σύγκριση, αλλά ακόμα κι έτσι ήταν αρκετά ισχυρή. Αποφεύγοντας να κατηγορήσει τον οποιοδήποτε παράγοντα ότι θέλει να επωφεληθεί από τα τελευταία γεγονότα και χωρίς να τονίσει το πόσο γρήγορα απάντησε διπλωματικά στο πραξικόπημα, όπως έκανε το Ιράν και στις δύο περιπτώσεις, η Ρωσία εξέφρασε απλώς την υποστήριξή της για τη διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Τουρκίας και μίλησε για το ανεπίτρεπτο της στρατιωτικής αλλαγής καθεστώτος. Είναι χαρακτηριστικό, όμως, ότι ο Πρόεδρος Πούτιν αργότερα κάλεσε τον Ερντογάν και συμφώνησε να προωθήσει την προγραμματισμένη συνάντηση του Σεπτεμβρίου για τον επόμενο μήνα, καθώς και για να συζητήσουν πιθανή συνεργασία μέσω της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης.
Τα συμφέροντα της Ρωσίας στην Τουρκία είναι πολλαπλά, αλλά ορισμένα ξεχωρίζουν περισσότερο από ό, τι τα υπόλοιπα και αποσκοπούν στο να διασφαλίσουν ότι η Άγκυρα ολοκληρώνει τον γεωπολιτικό αναπροσανατολισμό της, ακολουθώντας τα εξής βήματα:
* Η Άγκυρα να αποκηρύξει τις προηγούμενες πολιτικές της, αποκόπτοντας την υποστήριξη των τρομοκρατών στη Συρία και σφραγίζοντας τα σύνορα της Τουρκίας από τη συνεχιζόμενη τρομοκρατική διείσδυση.
* Να επανεκκινήσει τις διαπραγματεύσεις για τον αγωγό των Βαλκανίων (Balkan Stream) και να «ξεπαγώσει» αυτό το καίριο πολυπολικό μέγα-σχέδιο.
* Και να εμβαθύνει τη σύνθετη οικονομική αλληλεξάρτηση με τη Ρωσία μέσω της συνεργασίας με αυτή στον πλαίσιο της πλατφόρμας της Ευρασιατικής Οικονομικής Ένωσης.
Επιπλέον, η διπλωματική υποστήριξη της Μόσχας στην προεδρία του Ερντογάν καθοδηγείται επίσης από τη ρεαλιστική ανάγκη να αποτρέψει τους Γκιουλενιστές από την κατάληψη της εξουσίας στην Τουρκία. Αν ο θρησκευτικός ηγέτης αυτού του μυστηριώδους διακρατικού δικτύου, ο οποίος εδρεύει στις ΗΠΑ και συνδέεται με τους Κλίντον, επρόκειτο να γίνει ο επόμενος ηγέτης της Τουρκίας ή ασκούσε επιρροή σε οποιονδήποτε εντολοδόχο του, που θα κατέληγε να κάνει το ίδιο αντί αυτού, τότε η Ρωσία έχει κάθε λόγο να πιστεύει ότι θα ανακατεύθυνε όλα τα κρατικά μέσα για την προώθηση της τρομοκρατικής ατζέντας του δικτύου αυτού σε ολόκληρη τη μετα-σοβιετική επικράτεια. Αυτό θα μπορούσε να δημιουργήσει δεκάδες «μίνι-Τσετσενίες» για τη Ρωσία, με αποτέλεσμα να ανταποκριθεί εκ μέρους των συμμάχων της στην CSTO (ΟΣΣΑ-Οργανισμός της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας), θέτοντας την, έτσι, μόνιμα σε μια στρατηγική άμυνας, και έχοντας ως αποτέλεσμα να αντιστραφούν όλα τα σχετικά κέρδη που πέτυχε σε όλο τον κόσμο από το 2008.
Κοιτάζοντας πέρα από τις αμαρτίες του Ερντογάν
Η πιο αμφιλεγόμενη πτυχή της όλης αυτής της υπόθεσης, την οποία πολλοί πολυπολικοί υπέρμαχοι δυσκολεύονται να αποδεχτούν, είναι για ποιο λόγο η Ρωσία και το Ιράν θα υποστήριζαν την Τουρκία παρά το γεγονός ότι είναι σε πλήρη επίγνωση της συνενοχής Ερντογάν στον Πόλεμο κατά της Τρομοκρατίας στη Συρία. Επιπλέον, αφότου είδαν τις εικόνες της αντεκδικητικής βίας του όχλου στην Κωνσταντινούπολη και τουλάχιστον έναν επαληθευμένα δημόσιο αποκεφαλισμό, για να μην αναφερθούμε στη δια-τομεακή, σε εθνικό επίπεδο, εκκαθάριση που συμβαίνει αυτή τη στιγμή, οι άνθρωποι που τρέφουν κατά τ’ άλλα συμπάθεια προς την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας και του Ιράν, ξύνουν τα κεφάλια τους και αναρωτιούνται γιατί η Μόσχα και η Τεχεράνη δεν μιλούν με αποφασιστικότητα ενάντια σε τέτοια σοκαριστικά γεγονότα.
Στην πραγματικότητα, και όσο και να απογοητεύει πολλούς αναγνώστες, η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι ούτε η Ρωσία ούτε το Ιράν έχουν συμφέρον να εμπλακούν στις εσωτερικές υποθέσεις των εταίρων τους, είτε είναι για σωστό είτε για λάθος. Κάθε κράτος επιδιώκει γενικά μια πολιτική κρατικής κυριαρχίας ενώ αγνοεί συχνά αμφιλεγόμενες εξελίξεις στο εσωτερικό των χωρών-εταίρων τους στον βαθμό που η πραγματιστική συνεργασία κράτους-προς-κράτος δεν παρεμποδίζεται.
Η εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα παρατηρείται ως επί το πλείστον κάθε φορά που ένα κράτος εξέχουσας σημασίας για τη Ρωσία ή το Ιράν, γίνεται, ή έχει γίνει ήδη, ξαφνικά εχθρικό προς οποιαδήποτε από αυτές τις χώρες, και ξεκινά μια σειρά από σκανδαλώδη εγχώρια βήματα που έχουν σχεδιαστεί για να βλάψουν έμμεσα τις στρατηγικές θέσεις αυτών των πολυπολικών ηγετών στο εσωτερικό αυτής της χώρας. Για παράδειγμα, το Κίεβο μετά την «Μαϊντάν» υποστήριξε έμμεσα τη εθνοκάθαρση της Ρωσίας και του, συνδεδεμένου με τη Ρωσία, πληθυσμού στην Ουκρανία, εξηγώντας έτσι γιατί η Μόσχα απάντησε με την Κριμαία και επέκτεινε ορισμένες μορφές υποστήριξης προς τις πολιτοφυλακές του Ντονμπάς (Donbas).
Το Ιράν, από την άλλη πλευρά, έχει απαντήσει αρνητικά στη βίαιη καταστολή των σιιτικών μειονοτήτων από το Μπαχρέιν και τη Σαουδική Αραβία. Θα πρέπει να εκτιμηθεί, ωστόσο, ότι η Τεχεράνη έχει επίσης προηγουμένως εμπλακεί σε λιγότερο-αιτιολογημένες εξαιρέσεις σε αυτόν τον κανόνα, εξοπλίζοντας τους Βόσνιους μουτζαχεντίν και υποστηρίζοντας διπλωματικά τους αντι-Κανταφικούς μαχητές, για τους οποίους είχε ανακηρύξει επισήμως ότι είχαν εμπλακεί σε μια «ισλαμική αφύπνιση» (τον όρο που χρησιμοποίησε το Ιράν για τις Χρωματιστές Επαναστάσεις της «Αραβικής άνοιξης», πριν συνειδητοποιήσει ότι ήταν καθαρά καθοδηγούμενες από την Αμερική, μονοπολικές επιχειρήσεις).
Παρά τις κατά περίπτωση εξαιρέσεις που κάνουν η Ρωσία και το Ιράν στην θεμελιώδη κατευθυντήρια γραμμή της εξωτερικής πολιτικής τους για υποστήριξη της κρατικής κυριαρχίας, και οι δύο αυτές χώρες εξακολουθούν να απορρίπτουν τις,– δημιουργημένες από τη Δύση–, ιδεολογίες της «ανθρωπιστικής επέμβασης» και της «προώθησης της δημοκρατίας». Καμία από αυτές τις χώρες δεν αφήνουν συνήθως «ανθρωπιστικές» ή «δημοκρατικές» ευαισθησίες να επηρεάσουν τις σχέσεις τους με τους ομολόγους τους, αν και όπως ήδη έχει αναφερθεί, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι ισχύει όταν έχουν να κάνουν με εχθρικές κυβερνήσεις που έχουν απορρίψει τη ρεαλιστική συνεργασία (είτε υφιστάμενη ή δυνητική ). Η Μόσχα και η Τεχεράνη βλέπουν την «ανθρωπιστική επέμβαση» και την «προώθηση της δημοκρατίας», ως τεχνάσματα μάρκετινγκ για να «δικαιολογήσουν» αποσταθεροποιητικές πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές και στρατιωτικές επεμβάσεις σε εσωτερικές υποθέσεις άλλων χωρών, για την επίτευξη ενός γεωστρατηγικού οφέλους «μηδενικού αθροίσματος», και έτσι, αυτά τα στρατηγήματα θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο με φειδώ και στις πιο ακραίες περιπτώσεις.
Τελικές Σκέψεις
Λόγω της κατευθυντήριας γραμμής της εξωτερικής πολιτικής περί κρατικής κυριαρχίας, το γεγονός ότι ο Ερντογάν έχει κάνει περιστροφή, μετακινώντας τη Τουρκία πιο κοντά στο για να γίνει ένας φιλικός πολυπολικός σύμμαχος, και λόγω των μεγαλύτερων γεωπολιτικών παραγόντων που διακυβεύονται αυτή τη στιγμή, η Ρωσία και το Ιράν υποστηρίζουν σε διπλωματικό επίπεδο την Τουρκία σε αυτή την καίρια στιγμή της ιστορίας της (και αυτής του υπόλοιπου κόσμου), παρά την αντι-«ανθρωπιστική και αντι-«δημοκρατική» εκμετάλλευση από τον Ερντογάν, του αποτυχημένου πραξικοπήματος των ΗΠΑ εναντίον του.
ΠΗΓΗ: Geopolitica.ru
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου