Μια διεθνής αποδοκιμασία του Ερντογάν για τον αυταρχισμό του είναι καταρχήν καλοδεχούμενη. Ένας πολιτικός θρησκόληπτος, φανατικός, αντιδημοκράτης, επιθετικός και επεκτατικός απέναντι στους γείτονές του.
Βέβαια στην περίπτωση των ημερών το θέμα των ευρωπαϊκών μέτρων απέναντι στην Τουρκία κάθε άλλο παρά δικαιώνει την Ευρώπη, τόσο στην ουσία όσο και στο αποτέλεσμα. Ως προς το πρώτο, η δυνατότητα των πολιτικών όλων των κομμάτων μιας χώρας,
κυβερνητικών και αντιπολιτευτικών, να απευθυνθούν στους συμπατριώτες τους με δικαίωμα ψήφου που ζουν σε μια άλλη χώρα θα έπρεπε να είναι αυτονόητη – στη Γερμανία πχ ζουν ενάμιση εκατομμύρια Τούρκοι υπήκοοι που θα μπορούσαν να κρίνουν το αποτέλεσμα τη στιγμή που το «Ναι» και το «Όχι» στο δημοψήφισμα είναι σε απόσταση αναπνοής. Ως προς το δεύτερο, έχουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα, ενισχύουν τον Ερντογάν στο εσωτερικό, εμφανίζουν αυτόν τον δυναστη ως θύμα των ιμπεριαλιστών και αγωνιστή της πατρίδας, οδηγούν τα κόμματα του «Όχι» να συμπαραταχθούν θέλοντας και μη με τον ακραία φιλόδοξο Τούρκο πρόεδρο.
Υπάρχει όμως και μια άλλη πολύ σοβαρή πλευρά στο ζήτημα. Όταν πρόκειται «για την πάρτη τους» - όχι τόσο της χώρας τους αλλά των κομμάτων τους και των εαυτών τους – οι ανώτατοι κυβερνητικοί παράγοντες μιας σειράς ευρωπαϊκών χωρών δε διστάζουν να χρησιμοποιήσουν τα πιο σκληρά μέσα. Από την απαγόρευση ομιλιών σε κορυφαίους υπουργούς, μέχρι την απαγόρευση εισόδου στο έδαφός τους και την απαγόρευση προσγείωσης του αεροπλάνου τους, όπως έκαναν οι Ολλανδοί με το αεροπλάνο του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας. Πιεσμένοι από τους ακροδεξιούς οι πολιτικοί του κατεστημένου εφαρμόζουν οι ίδιοι τις ακροδεξιές πολιτικές, διευρύνοντας έτσι την κοινωνική βάση των ρατσιστικών και αντιξενικών θέσεων. Αυτό βλέπουμε στην Ολλανδία, αυτό βλέπουμε στη Γερμανία, που βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο.
Όταν όμως δεν πρόκειται για «την πάρτη τους», αλλά πρόκειται για υπεράσπιση των νομίμων δικαιωμάτων με βάση το Διεθνές Δίκαιο μιας χώρας που είναι μάλιστα εταίρος τους στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε κάνουν την πάπια, τα στραβά μάτια και τον Πόντιο Πιλάτο. Όλες αυτούς τους τελευταίους μήνες έχουμε τις επανειλημμένες προκλήσεις του Ερντογάν και του Επιτελείου του ενάντια στην ίδια την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, που αποτελεί αμφισβήτηση των ίδιων των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είδε κανείς μια αντίδραση; Είδε κανείς κάποια προειδοποίηση προς την Τουρκία; Είδε κανείς κάποια απαγόρευση εισόδου μέλους της τουρκικής κυβέρνησης; Είδε κανείς κάποια απαγόρευση προσγείωσης αεροπλάνου; Είδε κανείς κάποια καταδικαστική δήλωση της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως έγινε σήμερα με την κοινή τοποθέτηση των Επιτρόπων Διεύρυνσης και Εξωτερικών Υποθέσεων;
Ζούμε σε μια εποχή περίπλοκη, δύσκολη και απειλητική. Σε τέτοιες συνθήκες περιθώρια αυταπατών σε ένα λαό είναι εξαιρετικά επικίνδυνα. Και είναι απόλυτη αυταπάτη να νομίζουμε ότι οι Βρυξέλλες προστατεύουν την Αθήνα από την Άγκυρα. Πρώτα και κύρια η ανασυγκρότηση της χώρας, η κατάκτηση της κοινωνικής συνοχής μέσα σε ένα λαό που θα αγαπάει και θα περηφανεύεται για τη χώρα του, η αίσθηση δύναμης που αποκτάται έτσι στο εξωτερικό είναι που θα διασφαλίσουν και την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία μας. Κι όχι κάποιοι ξένοι «προστάτες», τύπου «νταβατζή», για τους οποίους τα διδάγματα που μας προσφέρει η ιστορία του ελληνικού κράτους είναι πολύ πικρά.
Σχέδιο Β
Βέβαια στην περίπτωση των ημερών το θέμα των ευρωπαϊκών μέτρων απέναντι στην Τουρκία κάθε άλλο παρά δικαιώνει την Ευρώπη, τόσο στην ουσία όσο και στο αποτέλεσμα. Ως προς το πρώτο, η δυνατότητα των πολιτικών όλων των κομμάτων μιας χώρας,
κυβερνητικών και αντιπολιτευτικών, να απευθυνθούν στους συμπατριώτες τους με δικαίωμα ψήφου που ζουν σε μια άλλη χώρα θα έπρεπε να είναι αυτονόητη – στη Γερμανία πχ ζουν ενάμιση εκατομμύρια Τούρκοι υπήκοοι που θα μπορούσαν να κρίνουν το αποτέλεσμα τη στιγμή που το «Ναι» και το «Όχι» στο δημοψήφισμα είναι σε απόσταση αναπνοής. Ως προς το δεύτερο, έχουν ακριβώς το αντίθετο αποτέλεσμα, ενισχύουν τον Ερντογάν στο εσωτερικό, εμφανίζουν αυτόν τον δυναστη ως θύμα των ιμπεριαλιστών και αγωνιστή της πατρίδας, οδηγούν τα κόμματα του «Όχι» να συμπαραταχθούν θέλοντας και μη με τον ακραία φιλόδοξο Τούρκο πρόεδρο.
Υπάρχει όμως και μια άλλη πολύ σοβαρή πλευρά στο ζήτημα. Όταν πρόκειται «για την πάρτη τους» - όχι τόσο της χώρας τους αλλά των κομμάτων τους και των εαυτών τους – οι ανώτατοι κυβερνητικοί παράγοντες μιας σειράς ευρωπαϊκών χωρών δε διστάζουν να χρησιμοποιήσουν τα πιο σκληρά μέσα. Από την απαγόρευση ομιλιών σε κορυφαίους υπουργούς, μέχρι την απαγόρευση εισόδου στο έδαφός τους και την απαγόρευση προσγείωσης του αεροπλάνου τους, όπως έκαναν οι Ολλανδοί με το αεροπλάνο του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας. Πιεσμένοι από τους ακροδεξιούς οι πολιτικοί του κατεστημένου εφαρμόζουν οι ίδιοι τις ακροδεξιές πολιτικές, διευρύνοντας έτσι την κοινωνική βάση των ρατσιστικών και αντιξενικών θέσεων. Αυτό βλέπουμε στην Ολλανδία, αυτό βλέπουμε στη Γερμανία, που βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο.
Όταν όμως δεν πρόκειται για «την πάρτη τους», αλλά πρόκειται για υπεράσπιση των νομίμων δικαιωμάτων με βάση το Διεθνές Δίκαιο μιας χώρας που είναι μάλιστα εταίρος τους στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τότε κάνουν την πάπια, τα στραβά μάτια και τον Πόντιο Πιλάτο. Όλες αυτούς τους τελευταίους μήνες έχουμε τις επανειλημμένες προκλήσεις του Ερντογάν και του Επιτελείου του ενάντια στην ίδια την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας, που αποτελεί αμφισβήτηση των ίδιων των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είδε κανείς μια αντίδραση; Είδε κανείς κάποια προειδοποίηση προς την Τουρκία; Είδε κανείς κάποια απαγόρευση εισόδου μέλους της τουρκικής κυβέρνησης; Είδε κανείς κάποια απαγόρευση προσγείωσης αεροπλάνου; Είδε κανείς κάποια καταδικαστική δήλωση της Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως έγινε σήμερα με την κοινή τοποθέτηση των Επιτρόπων Διεύρυνσης και Εξωτερικών Υποθέσεων;
Ζούμε σε μια εποχή περίπλοκη, δύσκολη και απειλητική. Σε τέτοιες συνθήκες περιθώρια αυταπατών σε ένα λαό είναι εξαιρετικά επικίνδυνα. Και είναι απόλυτη αυταπάτη να νομίζουμε ότι οι Βρυξέλλες προστατεύουν την Αθήνα από την Άγκυρα. Πρώτα και κύρια η ανασυγκρότηση της χώρας, η κατάκτηση της κοινωνικής συνοχής μέσα σε ένα λαό που θα αγαπάει και θα περηφανεύεται για τη χώρα του, η αίσθηση δύναμης που αποκτάται έτσι στο εξωτερικό είναι που θα διασφαλίσουν και την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία μας. Κι όχι κάποιοι ξένοι «προστάτες», τύπου «νταβατζή», για τους οποίους τα διδάγματα που μας προσφέρει η ιστορία του ελληνικού κράτους είναι πολύ πικρά.
Σχέδιο Β
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου