Με την ευκαιρία της ημέρας της γυναίκας δημοσιεύουμε επιστολή της Ρόζας Λούξεμπουργκ που βρισκόταν στη φυλακή με τυπική κατηγορία ένα προπολεμικό λόγο της ενάντια στην κακομεταχείριση των φαντάρων αλλά με πραγματική αιτία την αντίθεσή της όπως και όλων των κομμουνιστών στη συμμετοχή της Γερμανίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η επιστολή απευθύνεται στη Σοφί Λίμπκνεχτ σύζυγο του ηγέτη του κομμουνιστικού κόμματος Γερμανίας Καρλ Λίμπκνεχτ. Δυο χρόνια ακριβώς μετά η Ρόζα και ο Καρλ σφαγιάστηκαν από τους Frei Corps, παραστρατιωτικές ομάδες της τότε σοσιαλδημοκρατικής κυβέρνησης της Γερμανίας. Το σώμα της Ρόζας πετάχτηκε στο κανάλι LandVehr του Βερολίνου.
Βρόνκε, στο φρουραρχείο.
18 Φλεβάρη 1917
Πολυαγαπημένη μου Σονίτσκα! Χάρηκα πολύ για το γράμμα σας, παρ’ όλα αυτά με στεναχώρησε πολύ η πονεμένη σας ιστορία που κρυφοφαινόταν πίσω από κάθε λέξη. Πρέπει να φύγετε! Γιατί χασομεράτε, γιατί δεν παίρνετε μια σταθερή και ξεκάθαρη απόφαση; Κάθε μέρα είναι ένα επιπλέον βάσανο για την κατάστασή σας! Πηγαίνετε στο Aidenbach, όπως συμβουλεύει ο Χανς Ντίφενμπαχ (ένας απ’ τους καλύτερους φίλους της Ρόζας Λούξεμπουργκ), που έζησε εκεί σε πολύ καλά χέρια.
Εδώ και πολύ καιρό δεν με έχει συνταράξει τίποτα περισσότερο απ’ την σύντομη εξιστόρηση της Μάρθας (Μάρτα Ρόζενμπάουμ, φίλη της Ρόζας Λούξεμπουργκ) για την επίσκεψή σας στον Καρλ, το πώς τον είδατε πίσω από τα κάγκελα και το πόσο αυτό επέδρασε επάνω σας. Για ποιο λόγο μου το αποκρύψατε; Έχω το δικαίωμα να συμμετέχω σ’ οτιδήποτε σας στεναχωρεί, και δεν επιτρέπω να μου μειώνονται τα κυριαρχικά μου δικαιώματα! Όλη αυτή η κατάσταση μου ξαναζωντάνεψε στη μνήμη, όταν πριν δέκα χρόνια είχα την πρώτη μου συνάντηση με τα αδέλφια στο κάστρο της Βαρσοβίας. Εκεί σε οδηγούν σ’ ένα συγκεκριμένο διπλό κλουβί από συρματόπλεγμα. Είναι δηλαδή ένα μικρότερο κλουβί στη μέση κάποιου μεγαλύτερου κι η κουβέντα γίνεται μέσα απ’ το σκοτεινό συρματόπλεγμα, που βρίσκεται ενδιάμεσα. Τότε ήμουν ακριβώς μετά από μια εξαήμερη απεργία πείνας κι ήμουν τόσο αδύναμη, που ο διευθυντής φυλακών αναγκάστηκε σχεδόν να με κουβαλήσει μέχρι το δωμάτιο του επισκεπτηρίου. Κι εγώ μέσα στο κλουβί κρατιόμουνα και με τα δύο χέρια απ’ το συρματόπλεγμα, κάτι που ενίσχυε την εντύπωση που έδινα, ενός άγριου ζώου στο ζωολογικό κήπο. Το κλουβί βρισκόταν σε μια αρκετά σκοτεινή γωνιά του δωματίου κι ο αδελφός μου έμπηγε όσο πιο βαθιά μπορούσε το πρόσωπό του στο συρματόπλεγμα. «Πού είσαι;» ρωτούσε, και σκούπιζε συνεχώς τα δάκρυα απ’ τα γυαλιά γιατί τον εμπόδιζαν να βλέπει. Με τι χαρά κι ανακούφιση θα στεκόμουν εγώ τώρα στο κλουβί της Λουκάου, αν μπορούσα να πάρω εγώ τη θέση του Καρλ! Παρακαλώ μεταφέρετε στον Πφέμφερτ (Φραντς Πφέμφερτ, εκδότης και βιβλιοπώλης), τις εγκάρδιες ευχαριστίες μου για τον Γκαλσγουόρθυ. Τέλειωσα χτες το διάβασμα του και το ευχαριστήθηκα πολύ. Φυσικά αυτό το μυθιστόρημα μου άρεσε πολύ λιγότερο απ’ ότι «ο πλούσιος άντρας», κι αυτό παρ’ όλο που σ’ αυτό υπερισχύει περισσότερο η κοινωνική διάσταση. Σ’ ένα μυθιστόρημα δεν αναζητώ τον προσανατολισμό αλλά την καλλιτεχνική αξία. Κι εξετάζοντας το έτσι, αυτό που με ενοχλεί στους «αδελφούς του κόσμου» είναι ότι ο Γκαλσγουόρθυ παραείναι πνευματώδης. Αυτό θα σας εκπλήξει. Αλλά είναι ο ίδιος τύπος όπως ο Μπέρναρντ Σω και επίσης όπως ο Όσκαρ Ουάιλντ. Ένας τύπος ιδιαίτερα διαδεδομένος στην αγγλική διανόηση ενός πολύ έξυπνου, εκλεπτυσμένου, αλλά πολύ χορτάτου ανθρώπου που εξετάζει τα πάντα στον κόσμο με χαμογελαστό σκεπτικισμό. Οι λεπτές ειρωνικές παρατηρήσεις, που κάνει ο Γκαλσγουόρθυ με το σοβαρό του πρόσωπο για τα δικά του personaedramatis(λατ.- Πρόσωπα της πλοκής του έργου), μου φέρνουν συχνά δυνατά γέλια. Αλλά όπως οι πραγματικά καλοανεθρεμμένοι και ευγενείς άνθρωποι, δεν περιγελούν ποτέ ή τουλάχιστον σπάνια τον περίγυρό τους, αν και παρατηρούν όλες τις γελοιότητες, έτσι κι ο πραγματικός καλλιτέχνης δεν ειρωνεύεται ποτέ τα ίδια τα δημιουργήματά του. Ευνόητο είναι, Σονίτσκα, ότι αυτό δεν αποκλείει την υψηλή ποιότητας σάτιρα. Για παράδειγμα ο «Εμάνουελ Κουίντ»(«ο γελωτοποιός στον Κρίστο Εμανουέλ Κουίντ») του Γκέρχαρτ Χάουπτμαν, είναι η πιο αιμοβόρα σάτιρα της μοντέρνας κοινωνίας που γράφτηκε τα τελευταία εκατό χρόνια. Αλλά ο ίδιος ο Χάουπτμαν δεν σαρκάζει εκεί: στέκεται στο τέλος με τρεμάμενα χείλη κι ορθάνοιχτα μάτια που λαμπυρίζουν απ’ τα δάκρυα. Αντίθετα ο Γκαλσγουόρθυ μου δίνει την εντύπωση με τις ενδιάμεσες πνευματώδεις παρατηρήσεις του, ότι είναι σαν κι αυτούς που κάθονται δίπλα σου στα βραδινά σουαρέ και δεν παραλείπουν κάθε φορά που μπαίνει κάποιος καινούριος καλεσμένος στο σαλόνι, να σου ψιθυρίζουν κάποια κακία για πάρτη του.
Η Κλάρα (Κλάρα Τσέτκιν) μου έγραψε με μεγάλο ενθουσιασμό για τον «πλούσιο άνδρα». Πόσο αυστηρά πουριτανική είναι όμως η γνώμη της για τη δική μας – τη δική σας και δική μου – Ιρένε. Αυτό το γοητευτικό πλάσμα, που είναι τόσο αδύναμο, ώστε να μην μπορεί να χαράξει μόνο του το δρόμο μέσα σ’ αυτό τον κόσμο, μένοντας σαν τσαλαπατημένο λουλούδι στην άκρη του δρόμου. Για τέτοιες «κυρίες» που είναι μόνο «γεννητικά και πεπτικά όργανα», της λείπει της Κλάρα η κατανόηση. Σαν να μπορούσε κάθε γυναίκα να είναι μια «προπαγανδίστρια» ή μια στενογράφος ή τηλεφωνήτρια ή τέλος πάντων κάτι «χρήσιμο». Και σαν να μην ήταν οι όμορφες γυναίκες – στην ομορφιά ανήκει φυσικά όχι μόνο μια ωραία μάσκα, αλλά επίσης κι η εσωτερική ελευθερία και χάρη – ακόμη και γι΄ αυτό ένα ουράνιο δώρο, μιας και χαροποιούν την όρασή μας! Όταν η Κλάρα θα στέκεται σαν άλλο Χερουβείμ με πύρινα σπαθιά μπρος στην πόρτα του μελλοντικού κράτους και θ’ αποδιώχνει τις Ιρένες, τότε εγώ με ζαρωμένα χέρια θα την παρακαλώ: Άφησέ μας τις τρυφερές Ιρένες, ακόμη κι αν δεν είναι σε τίποτα άλλο χρήσιμες, απ’ το να στολίζουν αυτό τον κόσμο όπως τα κολύμβρια κι οι ορχιδέες. Είμαι υπέρ της πολυτέλειας σε κάθε της μορφή.
Και σεις, Σονίτσκα, θα υποστηρίξετε σίγουρα αυτή τη συμπαράστασή μου στις όμορφες γυναίκες, αυτές που η φιλοφροσύνη τους αποτελεί το επαρκές δικαίωμα για την ύπαρξή τους. Άλλωστε αυτό για σας θα είναι μια συνηγορία prodomosua( λατ.- για οικεία πράγματα).
Σήμερα είναι πάλι Κυριακή, η πιο θανατηφόρα μέρα για φυλακισμένους και μοναχικούς. Εγώ είμαι λυπημένη, εύχομαι όμως απ’ τα βάθη της καρδιάς να μην συμβαίνει το ίδιο σε σας και τον Καρλ.
Γράψτε μου σύντομα για το πού και πότε θα πάτε για ξεκούραση. Σας αγκαλιάζω εγκάρδια. Χαιρετήστε από μέρους μου τα παιδιά.
Δική σας Ρόζα.
Από το βιβλίο: Ρόζα Λούξεμπουργκ : Γράμματα από τη φυλακή , εκδόσεις Οδηγητής, Αθήνα, 1987, μετάφραση Σταύρου Κασαβάκη
Βρόνκε, στο φρουραρχείο.
18 Φλεβάρη 1917
Πολυαγαπημένη μου Σονίτσκα! Χάρηκα πολύ για το γράμμα σας, παρ’ όλα αυτά με στεναχώρησε πολύ η πονεμένη σας ιστορία που κρυφοφαινόταν πίσω από κάθε λέξη. Πρέπει να φύγετε! Γιατί χασομεράτε, γιατί δεν παίρνετε μια σταθερή και ξεκάθαρη απόφαση; Κάθε μέρα είναι ένα επιπλέον βάσανο για την κατάστασή σας! Πηγαίνετε στο Aidenbach, όπως συμβουλεύει ο Χανς Ντίφενμπαχ (ένας απ’ τους καλύτερους φίλους της Ρόζας Λούξεμπουργκ), που έζησε εκεί σε πολύ καλά χέρια.
Εδώ και πολύ καιρό δεν με έχει συνταράξει τίποτα περισσότερο απ’ την σύντομη εξιστόρηση της Μάρθας (Μάρτα Ρόζενμπάουμ, φίλη της Ρόζας Λούξεμπουργκ) για την επίσκεψή σας στον Καρλ, το πώς τον είδατε πίσω από τα κάγκελα και το πόσο αυτό επέδρασε επάνω σας. Για ποιο λόγο μου το αποκρύψατε; Έχω το δικαίωμα να συμμετέχω σ’ οτιδήποτε σας στεναχωρεί, και δεν επιτρέπω να μου μειώνονται τα κυριαρχικά μου δικαιώματα! Όλη αυτή η κατάσταση μου ξαναζωντάνεψε στη μνήμη, όταν πριν δέκα χρόνια είχα την πρώτη μου συνάντηση με τα αδέλφια στο κάστρο της Βαρσοβίας. Εκεί σε οδηγούν σ’ ένα συγκεκριμένο διπλό κλουβί από συρματόπλεγμα. Είναι δηλαδή ένα μικρότερο κλουβί στη μέση κάποιου μεγαλύτερου κι η κουβέντα γίνεται μέσα απ’ το σκοτεινό συρματόπλεγμα, που βρίσκεται ενδιάμεσα. Τότε ήμουν ακριβώς μετά από μια εξαήμερη απεργία πείνας κι ήμουν τόσο αδύναμη, που ο διευθυντής φυλακών αναγκάστηκε σχεδόν να με κουβαλήσει μέχρι το δωμάτιο του επισκεπτηρίου. Κι εγώ μέσα στο κλουβί κρατιόμουνα και με τα δύο χέρια απ’ το συρματόπλεγμα, κάτι που ενίσχυε την εντύπωση που έδινα, ενός άγριου ζώου στο ζωολογικό κήπο. Το κλουβί βρισκόταν σε μια αρκετά σκοτεινή γωνιά του δωματίου κι ο αδελφός μου έμπηγε όσο πιο βαθιά μπορούσε το πρόσωπό του στο συρματόπλεγμα. «Πού είσαι;» ρωτούσε, και σκούπιζε συνεχώς τα δάκρυα απ’ τα γυαλιά γιατί τον εμπόδιζαν να βλέπει. Με τι χαρά κι ανακούφιση θα στεκόμουν εγώ τώρα στο κλουβί της Λουκάου, αν μπορούσα να πάρω εγώ τη θέση του Καρλ! Παρακαλώ μεταφέρετε στον Πφέμφερτ (Φραντς Πφέμφερτ, εκδότης και βιβλιοπώλης), τις εγκάρδιες ευχαριστίες μου για τον Γκαλσγουόρθυ. Τέλειωσα χτες το διάβασμα του και το ευχαριστήθηκα πολύ. Φυσικά αυτό το μυθιστόρημα μου άρεσε πολύ λιγότερο απ’ ότι «ο πλούσιος άντρας», κι αυτό παρ’ όλο που σ’ αυτό υπερισχύει περισσότερο η κοινωνική διάσταση. Σ’ ένα μυθιστόρημα δεν αναζητώ τον προσανατολισμό αλλά την καλλιτεχνική αξία. Κι εξετάζοντας το έτσι, αυτό που με ενοχλεί στους «αδελφούς του κόσμου» είναι ότι ο Γκαλσγουόρθυ παραείναι πνευματώδης. Αυτό θα σας εκπλήξει. Αλλά είναι ο ίδιος τύπος όπως ο Μπέρναρντ Σω και επίσης όπως ο Όσκαρ Ουάιλντ. Ένας τύπος ιδιαίτερα διαδεδομένος στην αγγλική διανόηση ενός πολύ έξυπνου, εκλεπτυσμένου, αλλά πολύ χορτάτου ανθρώπου που εξετάζει τα πάντα στον κόσμο με χαμογελαστό σκεπτικισμό. Οι λεπτές ειρωνικές παρατηρήσεις, που κάνει ο Γκαλσγουόρθυ με το σοβαρό του πρόσωπο για τα δικά του personaedramatis(λατ.- Πρόσωπα της πλοκής του έργου), μου φέρνουν συχνά δυνατά γέλια. Αλλά όπως οι πραγματικά καλοανεθρεμμένοι και ευγενείς άνθρωποι, δεν περιγελούν ποτέ ή τουλάχιστον σπάνια τον περίγυρό τους, αν και παρατηρούν όλες τις γελοιότητες, έτσι κι ο πραγματικός καλλιτέχνης δεν ειρωνεύεται ποτέ τα ίδια τα δημιουργήματά του. Ευνόητο είναι, Σονίτσκα, ότι αυτό δεν αποκλείει την υψηλή ποιότητας σάτιρα. Για παράδειγμα ο «Εμάνουελ Κουίντ»(«ο γελωτοποιός στον Κρίστο Εμανουέλ Κουίντ») του Γκέρχαρτ Χάουπτμαν, είναι η πιο αιμοβόρα σάτιρα της μοντέρνας κοινωνίας που γράφτηκε τα τελευταία εκατό χρόνια. Αλλά ο ίδιος ο Χάουπτμαν δεν σαρκάζει εκεί: στέκεται στο τέλος με τρεμάμενα χείλη κι ορθάνοιχτα μάτια που λαμπυρίζουν απ’ τα δάκρυα. Αντίθετα ο Γκαλσγουόρθυ μου δίνει την εντύπωση με τις ενδιάμεσες πνευματώδεις παρατηρήσεις του, ότι είναι σαν κι αυτούς που κάθονται δίπλα σου στα βραδινά σουαρέ και δεν παραλείπουν κάθε φορά που μπαίνει κάποιος καινούριος καλεσμένος στο σαλόνι, να σου ψιθυρίζουν κάποια κακία για πάρτη του.
Η Κλάρα (Κλάρα Τσέτκιν) μου έγραψε με μεγάλο ενθουσιασμό για τον «πλούσιο άνδρα». Πόσο αυστηρά πουριτανική είναι όμως η γνώμη της για τη δική μας – τη δική σας και δική μου – Ιρένε. Αυτό το γοητευτικό πλάσμα, που είναι τόσο αδύναμο, ώστε να μην μπορεί να χαράξει μόνο του το δρόμο μέσα σ’ αυτό τον κόσμο, μένοντας σαν τσαλαπατημένο λουλούδι στην άκρη του δρόμου. Για τέτοιες «κυρίες» που είναι μόνο «γεννητικά και πεπτικά όργανα», της λείπει της Κλάρα η κατανόηση. Σαν να μπορούσε κάθε γυναίκα να είναι μια «προπαγανδίστρια» ή μια στενογράφος ή τηλεφωνήτρια ή τέλος πάντων κάτι «χρήσιμο». Και σαν να μην ήταν οι όμορφες γυναίκες – στην ομορφιά ανήκει φυσικά όχι μόνο μια ωραία μάσκα, αλλά επίσης κι η εσωτερική ελευθερία και χάρη – ακόμη και γι΄ αυτό ένα ουράνιο δώρο, μιας και χαροποιούν την όρασή μας! Όταν η Κλάρα θα στέκεται σαν άλλο Χερουβείμ με πύρινα σπαθιά μπρος στην πόρτα του μελλοντικού κράτους και θ’ αποδιώχνει τις Ιρένες, τότε εγώ με ζαρωμένα χέρια θα την παρακαλώ: Άφησέ μας τις τρυφερές Ιρένες, ακόμη κι αν δεν είναι σε τίποτα άλλο χρήσιμες, απ’ το να στολίζουν αυτό τον κόσμο όπως τα κολύμβρια κι οι ορχιδέες. Είμαι υπέρ της πολυτέλειας σε κάθε της μορφή.
Και σεις, Σονίτσκα, θα υποστηρίξετε σίγουρα αυτή τη συμπαράστασή μου στις όμορφες γυναίκες, αυτές που η φιλοφροσύνη τους αποτελεί το επαρκές δικαίωμα για την ύπαρξή τους. Άλλωστε αυτό για σας θα είναι μια συνηγορία prodomosua( λατ.- για οικεία πράγματα).
Σήμερα είναι πάλι Κυριακή, η πιο θανατηφόρα μέρα για φυλακισμένους και μοναχικούς. Εγώ είμαι λυπημένη, εύχομαι όμως απ’ τα βάθη της καρδιάς να μην συμβαίνει το ίδιο σε σας και τον Καρλ.
Γράψτε μου σύντομα για το πού και πότε θα πάτε για ξεκούραση. Σας αγκαλιάζω εγκάρδια. Χαιρετήστε από μέρους μου τα παιδιά.
Δική σας Ρόζα.
Από το βιβλίο: Ρόζα Λούξεμπουργκ : Γράμματα από τη φυλακή , εκδόσεις Οδηγητής, Αθήνα, 1987, μετάφραση Σταύρου Κασαβάκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου