Οι Ολυμπιάδες προσπαθούν να διατηρήσουν ένα μύθο, αυτόν του ευγενούς ανταγωνισμού. Κάθε διαφημιστικό σποτ χρυσού χορηγού που σέβεται τον εαυτό του έχει μοντάρει μερικές στιγμές fair play και τις έχει οικειοποιηθεί ως αξίες που δήθεν πρεσβεύει. Μαζί με τον ευγενή ανταγωνισμό γεννιέται και ο αρχέγονος μύθος του ήρωα αθλητή που ξεπερνά τις αντιξοότητες και κερδίζει τη διάκριση.
Η αλήθεια είναι ότι μέσα στον τεράστιο όγκο των αγωνισμάτων, τους χιλιάδες αθλητές που ανταγωνίζονται, τις άπειρες αθλητοώρες που λαμβάνουν χώρα, γεννιούνται τέτοιες στιγμές. Απολύτως ανθρώπινες, απολύτως φυσιολογικές για όποιον έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με κάποιο άθλημα. Γιατί ότιδήποτε ανθρώπινο δεν είναι ξένο στον αθλητισμό. Εκεί μέσα βρίσκεται η χαρά, ο σεβασμός, η υπεροψία, η βία.
Το πρόβλημα στον αθλητισμό ξεκινάει όταν μπαίνει το απάνθρωπο. Αυτό που θέλει τους αθλητές καλοκουρδισμένες μηχανές, ποτισμένες με ό,τι χωράει ο χημικός νους. Αθλητές ντοπαρισμένους, πριν από τα αναβολικά, με το μικρόβιο της επιτυχίας με κάθε τρόπο. Επιτυχία που έχει γίνει συνώνυμο της κερδοφορίας και του σταριλικιού. Γήπεδα-αρένες όπου ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος τίποτα. Χορηγοί-νταβατζήδες που ελέγχουν τα πάντα: τι φοράνε, τι δηλώνουν και πως χτενίζονται οι αθλητές.
Ωστόσο το πιο εξοργιστικό είναι νομίζω η δημοσιογραφική και όχι μόνο βλακεία που συνοδεύει τις μεταδόσεις και τα ρεπορτάζ. Εκτός από τα κλισέ που ακούμε σε κάθε περίπτωση, έχουμε να αντιμετωπίσουμε τις μεταφυσικές, εθνικιστικές βλακείες για την ελληνική ψυχή και τα λοιπά.
Το πιο αστείο όμως είναι η ευκολία με την οποία μεταμορφωνόμαστε όταν διακρίνεται κάποιος Έλληνας αθλητής. Παλιά ήμασταν αρσιβαριστολόγοι, αργότερα γίναμε ενοργανογυμναστολόγοι, στιβολόγοι και φυσικά πάντα μπασκετικοί. Τώρα γέμισε ο τόπος με σκοποβολολόγους, οι οποίοι μέχρι χτες δεν ήξεραν αν υπάρχει αυτό το αγώνισμα στην Ολυμπιάδα και σήμερα διαμαρτύρονται γιατί δεν υπάρχουν χώροι για σκοποβολή.
Αλλά ακόμα κι αυτή την έλλειψη, την αντιμετωπίζουν με τη λογική της ανάθεσης: Από συζητήσεις που παρακολούθησα σε ίντερνετ και ραδιόφωνα τις προηγούμενες ημέρες κατάλαβα το εξής: Μεγάλη μάζα του κόσμου δεν θέλει αθλητικές εγκαταστάσεις για να έχουμε όλοι πρόσβαση στην άθληση, τα παιδιά στον οργανωμένο, ομαδικό και ατομικό αθλητισμό και γενικά να βάλουμε τον αθλητισμό στη ζωή μας με τέτοιο τρόπο ώστε αύριο να υπάρχουν περισσότεροι αθλητές, αλλά καλύτερα γήπεδα για τους υπάρχοντες πρωταθλητές ώστε να πάνε να μας φέρουν περισσότερα μετάλλια για να μπορούμε εμείς να ανατσουτσουρίζουμε υπερήφανα καθώς αράζουμε στον καναπέ σπάζοντας το ένα ρεκόρ χοληστερίνης πίσω από το άλλο.
Ίσως η πραγματική επιτυχία, το πραγματικό μετάλλιο που θα είχε πραγματική αξία θα ήταν αυτό του ευγενούς ανταγωνισμού μεταξύ των χωρών για το ποια θα μετατρέψει τον αθλητισμό απο προνόμιο των λίγων εκλεκτών σε πραγματική μαζική, ανθρώπινη διαδικασία. Μέχρι τότε, ο πραγματικός αθλητισμός θα κρύβεται στο βάθος του γεμάτου χρήματα και συμφέροντα πηγαδιού που στερεύει κάθε τετραετία.
Η αλήθεια είναι ότι μέσα στον τεράστιο όγκο των αγωνισμάτων, τους χιλιάδες αθλητές που ανταγωνίζονται, τις άπειρες αθλητοώρες που λαμβάνουν χώρα, γεννιούνται τέτοιες στιγμές. Απολύτως ανθρώπινες, απολύτως φυσιολογικές για όποιον έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με κάποιο άθλημα. Γιατί ότιδήποτε ανθρώπινο δεν είναι ξένο στον αθλητισμό. Εκεί μέσα βρίσκεται η χαρά, ο σεβασμός, η υπεροψία, η βία.
Το πρόβλημα στον αθλητισμό ξεκινάει όταν μπαίνει το απάνθρωπο. Αυτό που θέλει τους αθλητές καλοκουρδισμένες μηχανές, ποτισμένες με ό,τι χωράει ο χημικός νους. Αθλητές ντοπαρισμένους, πριν από τα αναβολικά, με το μικρόβιο της επιτυχίας με κάθε τρόπο. Επιτυχία που έχει γίνει συνώνυμο της κερδοφορίας και του σταριλικιού. Γήπεδα-αρένες όπου ο πρώτος είναι πρώτος και ο δεύτερος τίποτα. Χορηγοί-νταβατζήδες που ελέγχουν τα πάντα: τι φοράνε, τι δηλώνουν και πως χτενίζονται οι αθλητές.
Ωστόσο το πιο εξοργιστικό είναι νομίζω η δημοσιογραφική και όχι μόνο βλακεία που συνοδεύει τις μεταδόσεις και τα ρεπορτάζ. Εκτός από τα κλισέ που ακούμε σε κάθε περίπτωση, έχουμε να αντιμετωπίσουμε τις μεταφυσικές, εθνικιστικές βλακείες για την ελληνική ψυχή και τα λοιπά.
Το πιο αστείο όμως είναι η ευκολία με την οποία μεταμορφωνόμαστε όταν διακρίνεται κάποιος Έλληνας αθλητής. Παλιά ήμασταν αρσιβαριστολόγοι, αργότερα γίναμε ενοργανογυμναστολόγοι, στιβολόγοι και φυσικά πάντα μπασκετικοί. Τώρα γέμισε ο τόπος με σκοποβολολόγους, οι οποίοι μέχρι χτες δεν ήξεραν αν υπάρχει αυτό το αγώνισμα στην Ολυμπιάδα και σήμερα διαμαρτύρονται γιατί δεν υπάρχουν χώροι για σκοποβολή.
Αλλά ακόμα κι αυτή την έλλειψη, την αντιμετωπίζουν με τη λογική της ανάθεσης: Από συζητήσεις που παρακολούθησα σε ίντερνετ και ραδιόφωνα τις προηγούμενες ημέρες κατάλαβα το εξής: Μεγάλη μάζα του κόσμου δεν θέλει αθλητικές εγκαταστάσεις για να έχουμε όλοι πρόσβαση στην άθληση, τα παιδιά στον οργανωμένο, ομαδικό και ατομικό αθλητισμό και γενικά να βάλουμε τον αθλητισμό στη ζωή μας με τέτοιο τρόπο ώστε αύριο να υπάρχουν περισσότεροι αθλητές, αλλά καλύτερα γήπεδα για τους υπάρχοντες πρωταθλητές ώστε να πάνε να μας φέρουν περισσότερα μετάλλια για να μπορούμε εμείς να ανατσουτσουρίζουμε υπερήφανα καθώς αράζουμε στον καναπέ σπάζοντας το ένα ρεκόρ χοληστερίνης πίσω από το άλλο.
Ίσως η πραγματική επιτυχία, το πραγματικό μετάλλιο που θα είχε πραγματική αξία θα ήταν αυτό του ευγενούς ανταγωνισμού μεταξύ των χωρών για το ποια θα μετατρέψει τον αθλητισμό απο προνόμιο των λίγων εκλεκτών σε πραγματική μαζική, ανθρώπινη διαδικασία. Μέχρι τότε, ο πραγματικός αθλητισμός θα κρύβεται στο βάθος του γεμάτου χρήματα και συμφέροντα πηγαδιού που στερεύει κάθε τετραετία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου