Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2016

Θανάσης Κωσταβάρας μνήμες

Ποιητής, από τους σημαντικότερος της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Συνήθιζε να λέει ότι «είναι ταγμένος στο όνειρο για ένα καλύτερο κόσμο».
Ο Θανάσης Κωσταβάρας γεννήθηκε στις 14 Σεπτεμβρίου του 1927 στην Ανακασιά Μαγνησίας, όπου πέρασε τα παιδικά και μαθητικά του χρόνια. Σε ηλικία δεκαπέντε χρόνων, ως Επονίτης, προσχώρησε στον ΕΛΑΣ και το 1944 τραυματίστηκε σε μάχη με τους Γερμανούς. Μετά την ολοκλήρωση των εγκύκλιων σπουδών του στο Βόλο ήρθε στην Αθήνα και το 1946 εγγράφηκε στην Οδοντιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του συνελήφθη και πέρασε από Στρατοδικείο τον Μάρτιο του 1949. Στάλθηκε στη Μακρόνησο, όπου υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία, πρώτα στο Β' Τάγμα και ύστερα στο Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Απολύθηκε τον Ιούλιο του 1952 και μετά την αποπεράτωση των σπουδών του εργάστηκε ως οδοντίατρος.


Στο χώρο της λογοτεχνίας παρουσιάστηκε το 1953, με τη συλλογή ποιημάτων «Πρελούντια», την οποία αποκήρυξε αργότερα, και ακολούθησε τρία χρόνια αργότερα η ποιητική συλλογή «Αναζήτηση». Συνολικά, έγραψε 20 ποιητικές συλλογές, καθώς και δοκίμια, διηγήματα και θεατρικά έργα. Συνεργάστηκε με τα περιοδικά «Επιθεώρηση Τέχνης», «Αντί», «Λέξη» και «Μανδραγόρας», του οποίου υπήρξε μέλος της συντακτικής επιτροπής. Ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Συγγραφέων το 1981. Το 1983 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Θεάτρου και το 1987 με το 2ο Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή «Τα ερωτικά», το οποίο όμως αποποιήθηκε. Έργα του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, πολωνικά, γαλλικά, γερμανικά. Εκτός από τη λογοτεχνία ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και τη μικρογλυπτική.


Ο Θανάσης Κωσταβάρας ήταν νυμφευμένος με τη δοκιμιογράφο Αγγελική Κωσταβάρα, με την οποία απέκτησε ένα γιο, τον Κωνσταντίνο. Απεβίωσε στις 20 Οκτωβρίου του 2007, σε ηλικία 80 ετών.
Εργογραφία
Ποίηση
Πρελούντια (1953)
Αναζήτηση (1956)
Αναβίωση (1957)
Έξοδος (1957)
Κοντσέρτο (1958)​
Ρωμέικη σουίτα (1959)
Ο γυρισμός (1963)
Κατάθεση (1965)
Συμπληρώματα (1970)
Ο μουγκός τραγουδιστής (1982, επιλογή ποιημάτων του από τον ίδιο)
Ιστορήματα (1985)
Τα ερωτικά (1986)
Ζώδια (1986)
Ο φόβος του ακροβάτη (1989)
Κήποι στον Παράδεισο (1990)
Στο βάθος του χρώματος (1993)
Το ημερολόγιο της αυριανής εξορίας (1995)
Η μακρινή άγνωστη χώρα (1999)
Οι μεταμορφώσεις των κήπων (2003)
Χαιρετισμοί (2006)
Πεζά
Το ρήγμα (1966)
Ο λάκκος (1972)
Θεατρικά
Οι ανίκητοι (1959)
Το Φαγκότο ή Το τραγικό τέλος του Νικηφόρου Φωκά και η ηρωική ζωή του Π. Ν. Πάστη (1971)
Τα ιερά και τα όσια (1983)
Κρίσεις για το έργο του


…Ο Θανάσης Κωσταβάρας, από τις πιο αυθεντικές φωνές αυτής της ποίησης της ήττας, που τη δέχεται στην ιστορική εκδοχή της, ενώ μέσα του συντηρεί την εποχή του αγώνα ως ζωοδότη ήλιο, νοσταλγεί, στην ερημιά της δικτατορευόμενης πρωτεύουσας, ακόμη και ένα θάνατο σαν τους πραγματωμένους εκεί…

Μιχάλης Μερακλής


…Η διαλογική μορφή που διακρίνει την αφηγηματική πεζογραφία του Θανάση Κ. Κωσταβάρα αποτελεί κατά κάποιο τρόπο μια γέφυρα με το θεατρικό του έργο, στο οποίο θίγονται σύγχρονα θέματα και η μεταπολεμική προβληματική. Η ποίησή του, ξεκινώντας και αποδίδοντας τις εφηβικές και νεανικές του εμπειρίες, αντλημένες από τις κρίσιμες ιστορικές περιόδους που έζησε και τις κακουχίες που υπέστη, είχε το χαρακτήρα μιας μαρτυρίας. Στην ώριμη φάση της, η ποίησή του, διατηρώντας τα ίδια βιωματικά μοτίβα, πλουτίζεται με νέα στοιχεία, ανάμεσα στα οποία ο φόβος και ο έρωτας συγκροτούν ένα δίπτυχο, που αιωρείται ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό, έτσι ώστε, με χαμηλούς τόνους, να αναδύεται ο κόσμος του συγγραφέα. Αλλά στην τελευταία του, ως αυτή τη στιγμή, συλλογή Ο φόβος του ακροβάτη μετακινείται αισθητά, περνώντας στον υπαρξιακό χώρο.

Αλέξανδρος Αργυρίου /www.sansimera.gr

Θανάσης Κωσταβάρας «Μόνο με και για την αγάπη σου» παράλληλο στο «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες»


Μόνο με την Αγάπη σου
μπορώ να επιζήσω.
Να μη χαθώ μέσα στο μαύρο δάσος.
Ν’ αψηφήσω τον άγριο σκύλο
που μ’ ακολουθεί σα’ να ‘ναι ο ίσκιος μου.


Μόνο με την Αγάπη σου.
Να χτίσω ένα άλλο πρόσωπο.
Να γίνω πάλι ένα μικρό αγόρι.
Αθώο σαν το τρεχούμενο νερό.
Και να γνωρίζω τον κόσμο
μ’ ένα καινούργιο θάμπωμα.


Μόνο με την Αγάπη σου
μπορώ να λέω τραγούδια από άλλους, άγνωστους
τόπους.
Να γίνομαι ένας γρύλος άγρυπνος∙
και να κεντώ τ’ όνομα σου, με στίχους αέρινους.
Να μιλώ μόνο για σένα.
Να σε καλημερίζω μ’ έναν φοβισμένο κορυδαλλό
κρυμμένον στο στήθος μου∙
και να μου αποκρίνεσαι μ’ ένα ξεχασμένο μου ποίημα.


Μόνο για την Αγάπη σου.
Μπορώ να περνάω την κάθε μου μέρα
απαγγέλλοντας τους πικρούς στεναγμούς
και αγιογραφώντας τους αίνους
απ’ το μέγα θαύμα του Έρωτα.
Να σου λέω τέλος καληνύχτα
και να με παίρνεις μαζί σου, στον ύπνο σου.
Για να με σεργιανίσεις μεθυσμένον
στα μαγεμένα σου όνειρα.


Μόνο με και για την Αγάπη σου
μπορώ να γίνομαι όλο και πιο ανθρώπινος.
Να φαίνομαι όλο και λιγότερο λυπημένος.


Ο Θανάσης Κωσταβάρας στα ερωτικά του ποιήματα τονίζει την αξία και τη μοναδικότητα του ερωτικού συναισθήματος, καθώς και τη μεταμορφωτική του δύναμη. Απευθύνει τον ερωτικό του λόγο πάντοτε και μόνο προς τη σύζυγό του, παρουσιάζοντας την αδιάπτωτη ένταση της αγάπης του για τη γυναίκα αυτή που κόσμησε τη ζωή του και αποτέλεσε για τον ποιητή μια αστείρευτη πηγή ευδαιμονίας και έμπνευσης.
Η μοναδικότητα του συναισθήματος, αλλά και η πίστη στη δύναμη του έρωτα να μεταμορφώνει τη ζωή και την προσωπικότητα του ερωτευμένου ατόμου, αποτελούν θεματικές που μας παραπέμπουν στα ερωτικά ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη. Τόσο ο Κωσταβάρας όσο και η Πολυδούρη μας προσφέρουν ποιήματα που είναι γραμμένα για έναν και μοναδικό αποδέκτη, και που υμνούν την καταλυτική επίδραση της αγάπης.
Τα δύο ποιήματα έχουν προφανείς ομοιότητες μεταξύ τους, καθώς δηλώνουν εμφατικά πως κάθε δράση και κάθε εσωτερική αλλαγή των ποιητικών υποκειμένων οφείλεται «μόνο» στην αγάπη, κι έχουν φυσικά και τα δύο έναν μοναδικό αποδέκτη, όπως προκύπτει απ’ το δεσπόζον β΄ πρόσωπο.
Επίσης, το «Μόνο με και για την αγάπη σου» έχει παραπλήσια δομή με το «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» μιας και τα δύο ποιήματα βασίζονται σε στροφές που παρουσιάζουν τα αποτελέσματα ενός πρωταρχικού αιτίου, που δεν είναι άλλο από την αγάπη.
Στο ποίημα της Πολυδούρη το αίτιο αυτό διακρίνεται σε επιμέρους ενέργειες «... γιατί μ’ αγάπησες / Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου / Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν / Μόνο γιατί μ’ αγάπησες... / Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες», όπου κυριαρχεί βέβαια η βασική αιτία-ενέργεια: μόνο γιατί μ’ αγάπησες. Το ποίημα του Κωσταβάρα από την άλλη κάνει μια λεπτή διάκριση στο πρωταρχικό αίτιο ξεκινώντας τις τρεις πρώτες στροφές με το στίχο «Μόνο με την αγάπη σου», τον τέταρτο με το στίχο «Μόνο για την αγάπη σου» και τον πέμπτο με το συνδυασμό και των δύο «Μόνο με και για την αγάπη σου».
Έτσι στις τρεις πρώτες στροφές ο ποιητής παρουσιάζει όσα μπορεί να κάνει με την πολύτιμη συνδρομή της αγάπης, ενώ στην τέταρτη στροφή όσα κάνει για την αγάπη και κλείνει το ποίημα με τα αποτελέσματα που γίνονται για τη διεκδίκηση της αγάπης, αλλά με τη βοήθειά της.
Σε σχέση με τα αποτελέσματα της αγάπης, όπως αυτά καταγράφονται από τους δύο ποιητές, μπορούμε να διακρίνουμε τις εξής ομοιότητες:
- Την έκφραση του ερωτικού συναισθήματος μέσω της ποίησης. Πιο έντονα για την Πολυδούρη που τραγουδά μόνο γιατί εκείνος την αγάπησε, με πλουσιότερες αναφορές από τον Κωσταβάρα που χάρη στην αγάπη του αισθάνεται ικανός να λέει τραγούδια από ξένους τόπους, να εξυμνεί το όνομα της αγαπημένης του με αέρινους στίχους, να επιτυγχάνει μια αμφίδρομη επικοινωνία μαζί της με δικά του -έστω και ξεχασμένα- ποιήματα, να απαγγέλει τους καημούς του έρωτα, αλλά και να τον δοξάζει.
- Τη συσχέτιση του έρωτα με τα όνειρα. Στο ποίημα της Πολυδούρη ως επιθυμία της ποιήτριας να βοηθήσει τον αγαπημένο της να διευρύνει και να εμπλουτίσει τα όνειρά του, και στο ποίημα του Κωσταβάρα ως επιθυμία του ποιητή να βρίσκεται κοντά στην αγαπημένη του ακόμη και τις στιγμές που εκείνη κοιμάται, ακολουθώντας τη στα όνειρά της, όπου μαζί θα συνέχιζαν την κοινή τους πορεία.
- Τη μεταμορφωτική δύναμη του έρωτα: Η Πολυδούρη αισθάνεται τον εαυτό της ωραίο «σαν κρίνο ολάνοιχτο», επιτρέποντας έτσι στη δύναμη του ερωτικού συναισθήματος να την οδηγήσει σ’ ένα ψυχικό και σωματικό άνθισμα, ενώ παράλληλα χάρη στην αγάπη εκείνου στολίζεται το υπέρτατο της ύπαρξής της στέμμα, φτάνοντας στο ύψιστο εκείνο σημείο αποδοχής και αυτοπεποίθησης που της επιτρέπει να παρουσιάσει τον εαυτό της σε όλη του την πληρότητα. Αντιστοίχως, ο Κωσταβάρας αισθάνεται πως με τη βοήθεια της αγάπης της μπορεί να γίνει και πάλι ένα μικρό αγόρι, επιστρέφοντας στην αθωότητα του παρελθόντος, μιας και κοντά της δεν έχει ανάγκη να κρύβει την αγνότητα της ψυχής του. Ενώ, συνάμα, για και με την αγάπη της μπορεί να γίνεται ολοένα και πιο ανθρώπινος, αποβάλλοντας τη θλίψη και τις άμυνες που χρησιμοποιούσε απέναντι στη σκληρότητα του κόσμου.
- Την γενικότερη δύναμη του έρωτα. Η Πολυδούρη αισθάνεται κοντά στον αγαπημένο της πως η άχαρη και ανεκπλήρωτη ζωή βρίσκει την ολοκλήρωσή της, κατορθώνοντας να αντικρίσει την ομορφιά, τη χαρά και την πληρότητα που κρύβει η ζωή. Όπως ο Κωσταβάρας αισθάνεται πως μπορεί να γίνει και πάλι ένα μικρό παιδί που αντικρίζει με έκπληξη τα θαύματα τη ζωής, εκφράζοντας έτσι την αναγεννητική δύναμη του έρωτα που του επιτρέπει μια νέα θέαση της ζωής.


Οι μεταμορφώσεις στον έρωτα


Και μόνο να σε κοιτάζω.
Κι ας είναι τα μάτια μου
δυο λυπημένα πουλιά.
Κι ας χάνεται η φωνή μου
πίσω από ένα φοβισμένο χαμόγελο.
Έστω και μόνο να μ’ αξιώνεις μ’ ένα σου βλέμμα
μου φτάνει.
Μεταμορφώνομαι.
Γίνομαι αέρας να σ’ αγκαλιάζω.
Γίνομαι χάδι και ψίθυρος.
Κι αν δεν πετάω μακριά σου, αν δεν χάνομαι
είναι γιατί δεν μπορώ να φύγω από κοντά σου.
Είμαι βαθιά ριζωμένος στον Έρωτα μας.
Γίνομαι δέντρο, γεμίζω από κλώνους και φύλλα
ανθίζω σε άσπρα και κόκκινα άνθη
στολίζομαι μόνο για να σ’ αρέσω
και σαν να είμαι γεμάτος αηδόνια
σου τραγουδώ.
Σού μιλώ σε μιαν άλλη, άγνωστη γλώσσα
σου στέλνω απ’ τους αστερισμούς του ονείρου, μηνύματα.
Σ’ αγγίζω σαν χνούδι∙
σαν τρυφερή αύρα, σαν από κάποιο υπερκόσμιο φως.
Εγώ ο δειλός, ο σκοτεινός, ο αμήχανος
σου γράφω παθιασμένα ποιήματα.


Στο ποίημα «Οι μεταμορφώσεις στον έρωτα» του Κωσταβάρα εντοπίζουμε τη θεματική της μεταμορφωτικής δύναμης του έρωτα, θεματική που βρίσκουμε και στο «Μόνο γιατί μ’ αγάπησες» της Πολυδούρη.
Το ερωτικό συναίσθημα αντικρίζεται εδώ ως το κίνητρο και η δύναμη εκείνη που μεταμορφώνουν το δειλό ποιητή σ’ έναν παθιασμένο υμνητή του έρωτα. Μια δύναμη που γίνεται αντιληπτή και στο ποίημα της Πολυδούρη, όπου η ποιήτρια χάρη στην ειλικρινή αγάπη εκείνου ωριμάζει συναισθηματικά, ψυχικά και σωματικά, ξεπερνά την ανασφαλή και γεμάτη θλίψη φύση της και αποκτά μια εντελώς διαφορετική στάση απέναντι στη ζωή.
Η κοινή αυτή θεματική των δύο ποιημάτων ενισχύεται και με επιμέρους ομοιότητες. Επιγραμματικά, μπορούμε να αναφερθούμε:
- Στην έμφαση που δίνεται στο βλέμμα του αγαπημένου προσώπου (Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν / με την ψυχή στο βλέμμα - Έστω και μόνο να μ’ αξιώνεις μ’ ένα σου βλέμμα)
- Στη χρήση των λουλουδιών για να εκφράσουν οι ποιητές πόσο όμορφοι αισθάνονται χάρη στην αγάπη (είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο - ανθίζω σε άσπρα και κόκκινα άνθη / στολίζομαι μόνο για να σ’ αρέσω)
- Το τραγούδι ως ιδανικό μέσο έκφρασης της αγάπης (Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες - και σαν να είμαι γεμάτος αηδόνια / σου τραγουδώ)
- Στην ιδιαίτερη αξία που αποκτά το άγγιγμα του αγαπημένου προσώπου (Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου - Γίνομαι αέρας να σ’ αγκαλιάζω. / Γίνομαι χάδι και ψίθυρος).




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου